Συνέντευξη στον Χάρη Κωνσταντάτο, από την Αυγή
Ανοιχτό Συνέδριο για την Ενέργεια, 10-12 Οκτωβρίου, Αθήνα
Από σήμερα και για τρεις μέρες το Παράρτημα Ελλάδας και το Γραφείο Βρυξελλών του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ διοργανώνουν στην Αθήνα ανοιχτό συνέδριο με τίτλο «Ανισορροπίες ισχύος: Εναλλακτικές στρατηγικές για τον ενεργειακό τομέα στην Ελλάδα, στο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πλαίσιο».
Στόχος του συνεδρίου είναι η ανάλυση πτυχών του σημερινού ενεργειακού μοντέλου τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς και κυρίως η επεξεργασία αριστερών εναλλακτικών στρατηγικών και πολιτικών πρακτικών.
Οι εργασίες του συνεδρίου που, την Παρασκευή και το Σάββατο 11 και 12 Οκτωβρίου, θα διεξαχθεί στο ξενοδοχείο "Τιτάνια" (Πανεπιστημίου 52), είναι ανοιχτές για όσους/ες επιθυμούν να συμμετάσχουν και να συνεισφέρουν με παρεμβάσεις και συμβολές.
Μιλήσαμε με τον Τάσο Κεφαλά, ενεργό μέλος πολλών κοινωνικών κινημάτων και δικτύων, που συμμετέχει στην εναρκτήρια δημόσια εκδήλωση του συνεδρίου με θέμα «Ενεργειακή μεγέθυνση και ύφεση: πολιτικές στην κρίση για τον τομέα της ενέργειας», την Πέμπτη 10 Οκτωβρίου, 18.30' - 20.30', στο αμφιθέατρο Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, Νίκης 4, 1ος όροφος. Περισσότερες πληροφορίες στο rosalux.gr
 
* Πώς βλέπεις τη συζήτηση που αναπτύσσεται στα κινήματα και την Αριστερά, σε εγχώριο αλλά και διεθνές επίπεδο, σχετικά με την αναζήτηση εναλλακτικών στρατηγικών στον ενεργειακό τομέα;
Εκτιμώ ότι πρόκειται για μια προσπάθεια αναζήτησης λύσεων για την ανάκτηση στοιχειώδους κοινωνικού ελέγχου σε έναν τομέα που, ενώ έχει κεντρικό ρόλο στο σύνολο, σχεδόν, των καθημερινών μας δραστηριοτήτων, λειτουργεί με κριτήρια καθαρά κερδοσκοπικά, αυτονομείται από τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες, κατά κανόνα υπερισχύει των όποιων εθνικών σχεδιασμών και ξεπερνά τις ρυθμιστικές δυνατότητες των θεσμικών οργάνων. Φαινόμενα τα οποία γίνονται περισσότερο αισθητά στις πιο αδύναμες οικονομικά χώρες και σε αυτές που βρίσκονται σε κρίση.
Μέσα από τη συζήτηση αυτή μένει να απαντηθούν αρκετά ερωτήματα και να λυθούν πολλά προβλήματα, όπως: η οριοθέτηση των διακριτών ρόλων κινημάτων και πολιτικών φορέων, η συμφωνία στον ουσιαστικό στόχο των εναλλακτικών στρατηγικών, η σύνδεσή τους με τις επιθυμητές αλλαγές στο γενικότερο επίπεδο, η αναζήτηση συναντίληψης στα εργαλεία και τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν κ.λπ.
 
* Στην Ευρώπη, με το πρόσχημα τις ενίσχυσης τις ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, βλέπουμε το τελευταίο διάστημα να αναπτύσσεται μια τάση επιστροφής σε συμβατικές πηγές. Ποια είναι η άποψή σου γι' αυτές τις εξελίξεις;

Από την άποψη της συμπεριφοράς των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων, που καθορίζουν τις βασικές επιλογές στον ενεργειακό τομέα, δεν βλέπω κάτι που να μου προκαλεί έκπληξη. Εκδηλώνεται, για μια ακόμη φορά, ένας πλήρως «εγωιστικός» τρόπος διαχείρισης των προβλημάτων, που συντείνει στη διατήρηση ή επέκταση των υφιστάμενων πολιτικών ισχύος.
Αλλά αυτό που νομίζω ότι αξίζει να ξανασκεφτούμε είναι το τι είναι αυτό που δίνει στη χρήση των συμβατικών πηγών ενέργειας συγκριτικό πλεονέκτημα. Είναι το κόστος της κτήσης και της χρήσης τους τόσο χαμηλό ή είναι οι ανισότιμες και εκμεταλλευτικές διεθνείς σχέσεις και η απόκρυψη του πραγματικού κόστους των επιπτώσεών τους που τις κάνουν προτιμητέες; Γιατί αν είναι έτσι τα πράγματα, που ξέρουμε ότι είναι έτσι, η ατζέντα μας πρέπει σταθερά να έχει και αυτήν την παράμετρο.
 
* Σε συνθήκες οικονομικής ύφεσης διατυπώνονται συχνά αμφιβολίες ως προς τις δυνατότητες χρήσης των ΑΠΕ ως βασικής τεχνολογίας σε μαζική κλίμακα. Ποια είναι η θέση σου ως προς αυτό το ζήτημα;
Είναι αλήθεια πως, κατά κανόνα, μέχρι τώρα, η όποια διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στις δημόσιες χρηματοδοτήσεις των επενδυτών και στις εγγυημένες τιμές αγοράς της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, γεγονός που, σε αρκετές περιπτώσεις, έχει δημιουργήσει σοβαρά οικονομικά προβλήματα στην αγορά ενέργειας. Οι επενδυτές είναι, κυρίως, οικονομικά σχήματα μεγάλου μεγέθους, με παράλληλες δραστηριότητες, πολλές φορές, στα συμβατικά καύσιμα (και στην πυρηνική ενέργεια), που χρηματοδοτούν ένα άλλο μεγάλο μέρος των επένδύσεών τους στις ΑΠΕ με προσφυγή σε τραπεζικά δάνεια. Οι συνθήκες ύφεσης τείνουν να περιορίσουν τις κρατικές επιδοτήσεις και το ύψος των εγγυημένων τιμών, οι τράπεζες γίνονται πιο φειδωλές στις χορηγήσεις τους και όλα αυτά οδηγούν σε μείωση του ρυθμού ανάπτυξης των ΑΠΕ.
Ακόμη, όμως, κι αν δεν υπήρχαν αυτές οι συνθήκες, η ιδέα της χρήσης των ΑΠΕ σαν βασικής τεχνολογίας σε μαζική κλίμακα, όσο κι αν ακούγεται ωραία, εξακολουθεί να παραμένει ζητούμενο. Υπάρχουν γι' αυτό αρκετοί λόγοι, κοινωνικοί και τεχνικοί, που μόνο επιγραμματικά μπορώ να τους αναφέρω: η ολοκληρωτική, σχεδόν, εκχώρηση αυτής της δραστηριότητας στο ιδιωτικό κεφάλαιο, η επιφυλακτικότητα που γεννά η παράλληλη δραστηριότητα σε ΑΠΕ και συμβατικά καύσιμα, η φοβική χρήση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής, η αποτυχία του συστήματος ελέγχου των εκπομπών ρύπων, η επιλεκτική χρήση μορφών ΑΠΕ που συνοδεύονται από μη αμελητέες επιπτώσεις στο περιβάλλον, ο συγκεντρωτισμός και η μεγάλη κλίμακα των έργων, η ασυμβατότητα και οι συγκρούσεις με άλλους χωροταξικούς σχεδιασμούς και χρήσεις γης, οι καθυστερήσεις στην ανάπτυξη συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας κ.ά..
 
* Πώς πιστεύεις ότι θα μπορούσε να αξιοποιηθεί το συνέδριο ώστε να ξεκινήσει μια πιο συγκροτημένη συζήτηση για το εναλλακτικό, ριζοσπαστικό μοντέλο στον ενεργειακό τομέα;
Δεν είμαι σε θέση να περιγράψω μια συγκεκριμένη διαδικασία. Το θέμα είναι να υπάρξει η βούληση για τη συνέχιση μιας τέτοιας προσπάθειας. Το στοίχημα (και) για το συγκεκριμένο συνέδριο βρίσκεται στο αν θα δώσει μια νέα ώθηση για την πύκνωση τέτοιων πρωτοβουλιών και, κυρίως, στο σε ποιο βαθμό θα συνεισφέρει στη διαμόρφωση μιας ατζέντας συζήτησης σε βάθος.
Ας είμαστε ειλικρινείς: υπάρχουν τεράστια ελλείμματα στην πολιτική των κομμάτων της Αριστεράς, αντιφάσεις στο εσωτερικό τους, αλλά και μια διαφαινόμενη τάση ανάθεσης. Ακόμη μεγαλύτερα είναι τα προβλήματα στον χώρο των κινημάτων για την ενέργεια, που πάσχουν από συνοχή, αλλά και από διαθεσιμότητες στο πεδίο της μελέτης των προβλημάτων και της αναζήτησης λύσεων. Με τα σημερινά δεδομένα, ο λόγος της Αριστεράς δεν ακούγεται πειστικός, οι διεκδικήσεις των επιμέρους κινημάτων δεν έχουν το απαραίτητο βάθος και η συγκρότηση ενός ευρύτερου μπλοκ δυνάμεων εξακολουθεί να είναι προβληματική.
Είναι ελπιδοφόρο το ότι και στις κινήσεις των πολιτών δεν λείπουν οι προβληματισμοί και οι (σποραδικές) πρωτοβουλίες, καθώς και το ότι μια γενιά νέων ανθρώπων, με ακαδημαϊκά προσόντα και ενδιαφέροντα και με ριζοσπαστικό προσανατολισμό, έχει μπει με ζέση και χωρίς προκαταλήψεις σε αυτήν την «περιπέτεια».