Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2024

“Ο τρόπος που περιγράφουμε την Τεχνητή Νοημοσύνη είναι βαθιά πολιτικός”

Συνέντευξη με τον Αντ. Μαυρόπουλο: “Ο τρόπος που περιγράφουμε την Τεχνητή Νοημοσύνη είναι βαθιά πολιτικός”
28 Νοεμβρίου 2024
Συνέντευξη με τον Αντώνη Μαυρόπουλο, συγγραφέα του βιβλίου “Τεχνητή Νοημοσύνη: Άνθρωπος – Φύση – Μηχανές”, στον Βασίλη Γεροδήμο, μέρος τη οποίας δημοσιεύθηκε στον φύλλο 708 της εφημερίδας δρόμος.

Οι μεγάλες ψηφιακές και «πράσινες» καπιταλιστικές, τεχνολογικές αναδιαρθρώσεις της εποχής μας είναι κομβικό ζήτημα που συνδέεται πολλαπλά και επηρεάζει βαθύτατα την κοινωνική ζωή σε κάθε της διάσταση. Η εποχή μας, ειδικά υπό την οπτική της κοινωνικής απελευθέρωσης και χειραφέτησης, καθιστά απόλυτα επιτακτική την ανάγκη διαμόρφωσης μιας κριτικής στάσης απέναντι στην τεχνική, την τεχνολογία, την επιστήμη, γιατί σήμερα γινόμαστε μάρτυρες μιας αποφασιστικά στενότερης και ολοκληρωτικότερης υπαγωγής τους στη λογική και τους τρόπους της συσσώρευσης του κεφαλαίου, και μάλιστα σε μια ιστορική περίοδο πολύ αρνητικού συσχετισμού κοινωνικών δυνάμεων και μεγάλης υποχώρησης της κοινωνικής σκέψης που αφήνει χώρο για την κυριάρχηση της αντίληψης που θέλει να αντικειμενοποιεί, και να αποπολιτικοποιεί την επιστημονική και τεχνολογική παραγωγή. Ακόμη περισσότερο, γιατί ζούμε σε εποχή βαθύτατης, παγκόσμιας κλίμακας, συστημικής κρίσης της συσσώρευσης του κεφαλαίου ως βάσης οργάνωσης της κοινωνικής ζωής, που θέτει με τον καταστροφισμό και την αλλοτρίωση των ανθρώπινων δυνατοτήτων αλλά και της Φύσης, θεμελιώδη ερωτήματα για τα όρια, τους σκοπούς και εν τέλει για το νόημα αυτής της συσσώρευσης.

Εκτιμώντας τη βαρύτητα των παραπάνω, επιδιώκουμε να συμβάλουμε στο άνοιγμα της σχετικής συζήτησης συνδέοντάς την με μια διπλή ανάγκη. Της διαμόρφωσης και ενίσχυσης των αναγκαίων αντιστάσεων απέναντι στα όσα αντικοινωνικά προσθέτει η γηράσκουσα καπιταλιστική συσσώρευση. Αλλά και της διαμόρφωσης των όρων μιας νέας συνείδησης πιο ικανής να κατανοεί την κοινωνική υφή των φαινομένων και να εντοπίζει χειραφετητικές δυνατότητες κοινωνικής επανοικειοποίησης των αποτελεσμάτων της κοινωνικής εργασίας και διάνοιας.

Μέσα σ΄ αυτό το πλαίσιο παρουσιάζουμε σήμερα μέρος μιας εκτενούς συνέντευξης που μας παραχώρησε ο κ. Αντώνης Μαυρόπουλος, χημικός μηχανικός και συγγραφέας του βιβλίου, «Τεχνητή Νοημοσύνη. Άνθρωπος – Φύση – Μηχανές», που κυκλοφόρησε την Άνοιξη του 2024 από τις εκδόσεις “Τόπος”.

Σήμερα ο κόσμος διέρχεται μια πολυοργανική κρίση με πολλαπλές εκδηλώσεις και παγκόσμιες διαστάσεις. Κύρια στρατηγική σε όλα τα κέντρα του αποτελεί η ψηφιακή μετάβαση; Ποια πιστεύετε ότι είναι τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της μετάβασης;

Θεωρώ ότι ο κόσμος μας βρίσκεται σε μια διπλή μετάβαση και ότι αυτή η διπλή μετάβαση βρίσκεται στη ρίζα όλων των πολλαπλών διαφορετικών κρίσεων που τον μαστίζουν. Από τη μια έχουμε μια βαθιά, θα έλεγα υπαρξιακή περιβαλλοντική κρίση που απειλεί την ίδια την επιβίωση των ανθρώπινων κοινωνιών. Από την άλλη έχουμε την ανάδυση της ψηφιακής οικονομίας και της τεχνητής νοημοσύνης ως την κυρίαρχη στρατηγική εξέλιξης του καπιταλισμού και της οικονομίας της αγοράς, μια εξέλιξη η οποία επανακαθορίζει την οικονομία, τις κοινωνικές και παραγωγικές σχέσεις αλλά και τον ίδιο τον ανθρώπινο πολιτισμό, την καθημερινότητα μας αλλά και τελικά την ίδια την ανθρώπινη φύση. Σε αυτή τη διπλή μετάβαση ξεχωρίζω δύο καίρια χαρακτηριστικά. Πρώτον, το γεγονός ότι η ψηφιακή οικονομία και η τεχνητή νοημοσύνη δεν αποτελούν επ’ ουδενί απάντηση στην περιβαλλοντική κρίση. Αντίθετα όλα τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι την επιδεινώνουν. Δεύτερον, ότι παρά τα ευχολόγια, επί της ουσίας όλα τα παλιά και νέα προβλήματα που ανακύπτουν αφήνονται να λυθούν, κυριολεκτικά με θρησκευτική προσήλωση και πίστη, από τις δυνάμεις της αγοράς. Δηλαδή από τις ίδιες ακριβώς δυνάμεις που αποτελούν τη γενεσιουργό αιτία των προβλημάτων. Αυτό πολλαπλασιάζει τα αδιέξοδα, εγκλωβίζει ολόκληρες κοινωνίες σε τεχνητούς μονόδρομους και επιταχύνει τις πάσης φύσεως κρίσεις.

Ο Αντώνης Μαυρόπουλος θα είναι εκ των ομιλητών στην ημερίδα με θέμα “Οι προκλήσεις της ψηφιακής μετάβασης στην Ελλάδα και τον κόσμο”, που οργανώνει το συνέδριο για “Το υπαρξιακό πρόβλημα της χώρας στον 21ο αιώνα”, τον Ιανουάριο, στην Θεσσαλονίκη. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την ημερίδα επισκεφτείτε την σελίδα του συνεδρίου yparxiakoellada.gr

Είναι η Τεχνητή Νοημοσύνη άλλο ένα τεχνολογικό εργαλείο;

Θα έλεγα πως η Τεχνητή Νοημοσύνη (Τ.Ν.) είναι ένα ολόκληρο οικοσύστημα εντός του οποίου σταδιακά θα ενσωματώνονται – ολοκληρώνονται τα περισσότερα, αν όχι όλα, από τα τεχνολογικά εργαλεία της εποχής μας. Με τον όρο Τεχνητή Νοημοσύνη αναφερόμαστε στη δημιουργία ηλεκτρονικών συστημάτων ή προγραμμάτων που εκτελούν καθήκοντα για τα οποία απαιτείται κάποιου είδους ανθρώπινη νοημοσύνη. Η Τ.Ν. δρομολογεί ήδη ριζικές αλλαγές στην παραγωγική διαδικασία και δημιουργεί́ αλυσιδωτές αντιδράσεις, οι οποίες σε βάθος χρόνου, θα τροποποιήσουν σχεδόν όλο το κοινωνικό́ και πολιτικό́ εποικοδόμημα. Πρέπει, εδώ και τώρα, να δούμε τη μεγάλη εικόνα για την Τ.Ν. και τα βαθιά κοινωνικά και πολιτικά ερωτήματα που φέρνει στο προσκήνιο για την ανθρώπινη εργασία, τα όρια της επιστήμης και της γνώσης, τον έλεγχο του σώματος και των ζωών μας αλλά́ και την ουσία της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Και είναι απαραίτητη μια τέτοια συζήτηση γιατί οι αλγόριθμοι της Τ.Ν., από τη στιγμή που εμπλέκονται στις ζωές και την καθημερινότητα δισεκατομμυρίων ανθρώπων, παύουν να είναι «ουδέτεροι» και «τεχνοκρατικοί», δημιουργούν σημαντικά κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά αποτυπώματα τα οποία μας αφορούν όλους. Αυτήν ακριβώς τη συζήτηση επιδιώκω να ανοίξει και μέσω του βιβλίου μου.

Τι σχέση έχει η Τ.Ν. με την ανθρώπινη νοημοσύνη;

Ο τρόπος που περιγράφουμε τα συστήματα Τ.Ν. είναι βαθιά πολιτικός, προδιαγράφει και προβάλλει στην οθόνη του μυαλού μας τις σχέσεις που θα αναπτύξουμε με αυτά. Ο ίδιος ο όρος Τ.Ν. είναι σαφώς παραπλανητικός και καταχρηστικός, μιας και αποδίδει ανθρώπινα χαρακτηριστικά στη λειτουργία περίπλοκων, εξειδικευμένων και πολύ καλά προγραμματισμένων από ανθρώπους μηχανών. Η ανθρώπινη νοημοσύνη είναι αποτέλεσμα εκατομμυρίων ετών βιολογικής εξέλιξης. Η Τ.Ν προκύπτει από την αλγοριθμική επεξεργασία τρισεκατομμυρίων ψηφιακών δεδομένων με τερατώδη υπολογιστική ισχύ. Αυτό που είναι σημαντικό να κατανοηθεί είναι ότι η σημερινή υπαρκτή Τ.Ν. χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη τα ψηφιακά μας αποτυπώματα από κάθε επαφή μας με το διαδίκτυο, μια διαδικασία που με τη γενίκευση της χρήσης των «έξυπνων κινητών» οδήγησε σε ωκεανούς δεδομένων που αντανακλούν στους ψηφιακούς καθρέφτες κάθε μα κάθε πτυχή της ζωής μας, σε πολλές περιπτώσεις σε όλες τις ώρες εκτός από αυτές που κοιμόμαστε. Επομένως, θα έλεγα ότι κάθε μοντέλο Τ.Ν. βασίζεται πάνω στη συλλογική νοημοσύνη των έξι δισεκατομμυρίων ψηφιακών κολίγων που εργάζονται δωρεάν έξι ώρες κάθε μέρα στο διαδίκτυο, έτσι όπως αυτή απεικονίζεται στα ψηφιακά τους ίχνη! Ετσι, κάθε μοντέλο Τ.Ν. αντανακλά τη γενική διάνοια της ανθρωπότητας όπως ακριβώς μια σταγόνα νερού αντανακλά το φως του ήλιου.

Η ανθρώπινη νόηση είναι ενσώματη και προσανατολισμένη στην επιβίωση, το χώρο και το χρόνο και όχι ασώματος κώδικας φτιαγμένος από ψηφιακούς αλγόριθμους και δεδομένα που αποτελούν τελικά ένα ακόμα μοντέλο της πραγματικής ζωής. Η γλώσσα αποτελεί έναν μόνο τρόπο έκφρασης μέσα στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης διανόησης, ενώ στα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα της Τ.Ν. αποτελεί το μοναδικό και για αυτό περιοριστικό δρόμο διατύπωσης των προς επίλυση προβλημάτων. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να θεωρούμε την Τ.Ν. κατώτερη της ανθρώπινης, αντίθετα γνωρίζουμε ήδη ότι σε μια σειρά από δραστηριότητες παράγει καλύτερα αποτελέσματα αλλά με πολύ διαφορετικό τρόπο. Από την άλλη, δεν υπάρχει κανένας λόγος να θεωρούμε την ανθρώπινη νοημοσύνη «ξεπερασμένη» από το δικό της δημιούργημα, διότι η Τ.Ν. έχει συγκεκριμένα και σαφή όρια. Για παράδειγμα, η δυνατότητα της σημερινής υπαρκτής Τ.Ν. να δίνει λύσεις περιορίζεται από την τεράστια κατανάλωση ενέργειας των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων αλλά και από την ύπαρξη ορίων στην υπολογιστική ισχύ και τη διαθεσιμότητα δεδομένων για εκπαίδευση των μοντέλων.

Ακόμα πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι τα περισσότερα από τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε δεν είναι καλά προσδιορισμένα από ένα πλαίσιο φυσικών νόμων, ούτε και περιγράφονται από συγκεκριμένους μαθηματικούς μετασχηματισμούς έτσι ώστε να μπορούν να λυθούν αλγοριθμικά. Θα έλεγα ότι, όπως εξηγώ στο βιβλίο, η Τ.Ν. είναι ένας άλλος τρόπος θέασης του κόσμου, παράλληλος και συμπληρωματικός στην ανθρώπινη νόηση, μέσα από το πρίσμα της επεξεργασίας του αδιανόητα μεγάλου όγκου ψηφιακών και ψηφιοποιημένων δεδομένων που καθημερινά δημιουργούν έξι δισεκατομμύρια χρήστες του διαδικτύου.

Το βιβλίο του Αντώνη Μαυρόπουλου, «Τεχνητή Νοημοσύνη. Άνθρωπος – Φύση – Μηχανές», που κυκλοφόρησε την Άνοιξη του 2024 από τις εκδόσεις “Τόπος”, συνθέτει ένα εντυπωσιακό σώμα σκέψεων, κριτηρίων και ιδεών, ικανό να συμβάλει γόνιμα και αφυπνιστικά στην προσπάθεια οικοδόμησης μιας κριτικής, απομαγευτικής αντιμετώπισης των κοινωνικών, πολυδιάστατων φαινομένων που εξελίσσονται κάτω από την ομπρέλλα της «Τεχνητής Νοημοσύνης». Θα ενδώσουμε στον πειρασμό να σημειώσουμε τις λαμπρές επισημάνσεις του βιβλίου για δύο πολύ ταλαιπωρημένα στις μέρες μας, ζητήματα. Αφενός η επισήμανση ότι η ΤΝ πατάει πάνω στην ιδιοποίηση του τεράστιου όγκου δεδομένων που προκύπτουν από τα ίχνη που αφήνουν τα εκατομμύρια των διασυνδεμένων «ψηφιακών κολίγων», αντανακλώντας ιδιότυπα και μέσα από πολύ αδιαφανείς «αλγοριθμικές» διαμεσολαβήσεις, την κοινωνική γενική διάνοια. Αφετέρου, η ανάδειξη της υλικότητας, των υλικών προϋποθέσεων πίσω από έναν κόσμο που αυτοπροβάλλεται ως άυλος (απελευθερωμένος από την ύλη!) και αλγοριθμικά κυριαρχούμενος. Ανάδειξη της υλικότητας, τόσο από πλευράς φυσικών προαπαιτήσεων σε υλικά και ενέργεια όσο και της σύνθετης δομής ενός όλο και πιό ιεραρχικού καταμερισμού εργασίας που έχει στη βάση του πολύ μόχθο, εκμετάλλευση, αλλοτρίωση και ανισότητα. Ένα σημαντικό βιβλίο που μιλάει θαραλλέα, σε ανθρώπινη, προσιτή γλώσσα (και γι’ αυτό με αναγνωστικά απολαυστικό τρόπο) για σύνθετες έννοιες και φαινόμενα.

Συχνά η Τ.Ν προβάλλεται σαν αντικειμενική και αδιαμφισβήτητη πρόοδος. Θεωρείτε ότι είναι επαρκής ο διάλογος που διεξάγεται στην ακαδημαϊκή κοινότητα, στους θεσμούς αλλά και στην κοινωνία;

Πιστεύω ότι συχνά πνιγόμαστε σε μια πλημμυρίδα υπεραισιοδοξίας για την Τ.Ν., ενώ άλλες φορές νιώθουμε δέος μπροστά στην μυστηριώδη και ακατανόητη για τους πολλούς δυναμική της. Καθήκον μας και όρος για κάθε σοβαρή συζήτηση είναι να την απομαγεύσουμε και από αυτή την άποψη, ο σχετικός διάλογος είναι προφανώς έντονα ελλειμματικός. Νομίζω ότι για να κατανοηθεί ο ρόλος της Τ.Ν. στον κόσμο μας πρέπει να την κατανοήσουμε ως τον καινούριο όροφο στο οικοδόμημα εντός του οποίου ζούμε τη ζωή μας, την τεχνολογία που μας περιβάλλει, το σπίτι μας στο οποίο περνάμε όλη μας τη μέρα περιτριγυρισμένοι από μηχανές. Αυτό τον καινούριο όροφο κάποιος τον σχεδίασε και τον κατασκευάζει, έβαλε πόρτες και παράθυρα, έφτιαξε τοίχους, σκάλες, ασανσέρ κ.ο.κ. Ο όροφος εξακολουθεί να χτίζεται μπροστά στα μάτια μας χωρίς να ξέρουμε ή να ερωτηθούμε γιατί άραγε είναι αναγκαίος. Ή τι άλλο διαφορετικό θα προτεραιοποιούσαμε ως κοινωνίες να κάνουμε με τους πόρους που καταναλώνονται για το νέο όροφο. Και είναι σίγουρο ότι δεν θα μπορούμε όλοι να ανέβουμε σε αυτόν, ακόμα δεν ξέρουμε πόσοι χωράνε στα διαμερίσματα του, ποιος θα είναι ο κανονισμός συμβίωσης των κατοίκων του νέου ορόφου, τι επιπρόσθετες καταναλώσεις νερού και ρεύματος θα επιφέρει και τελικά ποιος θα πληρώσει το λογαριασμό. Τον βλέπουμε να χτίζεται με πρώτη ύλη τα δικά μας ψηφιακά αποτυπώματα τα οποία πέντε μεγάλες πολυεθνικές σμιλεύουν σε μοντέλα για δική τους χρήση, με δική τους αρχιτεκτονική και δικά τους συνεργεία, οι ίδιες οι πολυεθνικές που θα πουλήσουν και νοικιάσουν τα διαμερίσματα του νέου ορόφου. Το μόνο για το οποίο είμαστε σίγουροι είναι ότι αυτός ο νέος όροφος, όσο καλοσχεδιασμένος και καλοφτιαγμένος και αν γίνει, θα συνεχίσει να στηρίζεται στα ίδια θεμέλια και να πατάει στο ταβάνι τού από κάτω. Και οι κάτοικοι του νέου ορόφου, παρά την πλήρη ψηφιοποίηση και την κυριαρχία των πλέον μοντέρνων μηχανημάτων και του ρομποτικού εξοπλισμού, θα συνεχίσουν να έχουν ανάγκη από νερό, φαγητό και πιθανότατα περισσότερη ενέργεια.

Σε κάθε περίπτωση βρίσκω πολύ βολικό να περιγράφουμε την τεχνολογική εξέλιξη σαν μια σταδιακή διαδικασία χτισίματος ενός μεγάλου οικοδομήματος, να ξέρουμε ότι κάθε νέος όροφος στηρίζεται σε έναν άλλον και ποτέ δεν γνωρίζουμε αν τα θεμέλια και η οροφή αντέχουν, να κατανοούμε την τεχνολογία ως κάτι που καταλαμβάνει χώρο και θέτει περιορισμούς, να βλέπουμε τις μεταβάσεις από το ένα τεχνολογικό παράδειγμα στο άλλο στον πραγματικό χωροχρόνο. Μιλώντας για περιορισμούς, ας ξεκινήσουμε από τον σοβαρότερο: με τα ίδια θεμέλια δεν μπορείς να προσθέτεις διαρκώς νέους ορόφους, κάποια στιγμή το οίκημα θα καταρρεύσει υπό το ίδιο του το βάρος. Ακόμη και αν ο κάθε νέος όροφος είναι καλύτερα σχεδιασμένος, από ελαφρότερα υλικά, με μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα και καλύτερη ενεργειακή κατανάλωση (που δεν είναι και σίγουρο ότι είναι έτσι), υπάρχει ένα όριο στην καθ’ ύψος ανάπτυξη.

Πως σχετίζονται τα παραπάνω με τη σχέση ανθρώπου-μηχανής που αποτελεί τον κεντρικό προβληματισμό του βιβλίου σας;

Με μια κουβέντα, πιστεύω ότι η υπαρκτή Τ.Ν. θα αλλάξει, προς το χειρότερο, τη σχέση ανθρώπων-μηχανών και θα περιορίσει, ακόμα περισσότερο, την ανθρώπινη αυτονομία. Η Τ.Ν. έρχεται να συνενώσει, μέσα από το διαδίκτυο των πάντων, όλες τις μηχανές και τις τεχνολογίες σε έναν ζωντανό, συνεκτικό, συνδυαστικό και «σκεπτόμενο» ιστό́ που αγκαλιάζει τον πλανήτη. Έρχεται να κάνει τον κόσμο των μηχανών πιο αδιάφανο, απόκοσμο και μυστηριώδη. Υπό αυτήν την έννοια, δυναμώνει την εξάρτησή μας από την τεχνολογία και αυξάνει την ευαλωτότητα του κόσμου μας, διότι η έλευση της Τ.Ν. μεγαλώνει κι άλλο την πολυπλοκότητα των κοινωνιών μας. Με την έλευση και τη σταδιακή κυριαρχία της Τ.Ν., η απάντηση στο ερώτημα «Τι θα συμβεί αν κοπεί το ηλεκτρικό ρεύμα» γίνεται όλο και πιο δυσάρεστη για το ανθρώπινο είδος. Μολονότι, οι ανάγκες επιβίωσης των ανθρώπων γέννησαν τις πρώτες μηχανές, η εξέλιξη των μηχανών και της τεχνολογίας δημιουργεί ένα νέο τεχνολογικό οικοσύστημα εντός του οποίου αναπτύσσονται οι άνθρωποι. Με τη σειρά τους, οι άνθρωποι συνέδεσαν άρρηκτα την καθημερινή βιολογική τους ζωή με τις μηχανές. Η ανθρώπινη αυτονομία από το περιβάλλον επιτεύχθηκε με αντάλλαγμα τη βιολογική μας εξάρτηση από τις μηχανές. Η ομαλή και αδιάκοπη λειτουργία των μηχανών προϋποθέτει, όμως, τη συστηματική τροφοδότησή τους με φυσικούς πόρους και ενέργεια, κάνοντας έτσι την εξάρτηση από το φυσικό περιβάλλον ακόμη μεγαλύτερη.

Πολλοί λένε ότι οι νέες τεχνολογίες και ειδικά η Τ.Ν. σε συνδυασμό με την ανάπτυξη στη ρομποτική αντικαθιστά εργασία σε μεγαλύτερο ρυθμό από την ανάγκη για εργασία που δημιουργεί. Βαδίζουμε σε μια πραγματικότητα όπου η εργασία θα είναι περιττή ή αυτό είναι μια υπερβολική εκτίμηση;

Θεωρώ ότι αυτό είναι μια λάθος εκτίμηση. Για αρχή να πούμε ότι η Τ.Ν. κρύβει από πίσω της τεράστιες ποσότητες ανθρώπινης εργασίας, από τα ορυχεία του Κογκό που βγαίνουν τα απαραίτητα μέταλλα για τους υπολογιστές και τις μπαταρίες με απάνθρωπη παιδική εργασία ως τα αυτοματοποιημένα εργοστάσια της Amazon και της FoxConn, στα οποία οι εργαζόμενοι συνθλίβονται δουλεύοντας στους ρυθμούς των ρομπότ. Να λάβουμε επίσης υπόψιν ότι η γενικευμένη επέκταση της Τ.Ν. που απαιτείται για να μειωθεί δραστικά η ανθρώπινη εργασία και να καταστεί «περιττή» προϋποθέτει μια τεράστια αύξηση της καταναλισκόμενης ενέργειας και της κατανάλωσης νερού που εκ των πραγμάτων θα καταστήσει την Τ.Ν. ανταγωνιστική με άλλες θεμελιώδεις ανθρώπινες δραστηριότητες. Και τελικά να σκεφτούμε ότι το βασικό κριτήριο, για οποιαδήποτε εταιρεία, για τη ρομποτοποίηση της παραγωγής είναι η κερδοφορία, αυτή καθορίζει πόσο γρήγορα και ποιες διαδικασίες αυτοματοποιούνται.

Και εδώ ακριβώς εντοπίζονται δύο προβλήματα. Το πρώτο είναι ότι στις σημερινές συνθήκες κρίσης και αστάθειας των αγορών, η απόσβεση των αναγκαίων μεγάλων επενδύσεων που είναι προαπαιτούμενες για τη γενικευμένη χρήση ρομπότ ,δεν είναι καθόλου βέβαιη. Το δεύτερο είναι ότι σε πολλές περιπτώσεις, η εισαγωγή ρομπότ απλά δεν χρειάζεται. Τα τελευταία 50 χρόνια, ζούμε μια ασύλληπτη οπισθοχώρηση του εργατικού κινήματος, τη διάλυση των συνδικάτων και την μαζική υποχώρηση έως και απόσυρση της αριστεράς, σε όλο σχεδόν τον κόσμο. Το πρακτικό αποτέλεσμα αυτής κατάστασης, σε συνδυασμό με την τεχνολογική εξέλιξη και την τυποποίηση των βιομηχανικών διεργασιών, είναι ότι σε πάρα πολλές περιπτώσεις είναι φθηνότερο και πιο αποδοτικό να «ρομποτοποιήσουμε» την φτηνή και συχνά ανασφάλιστη εργασία των ανθρώπων παρά να επενδύσουμε σε νέες τεχνολογίες. Ένας από́ τους λόγους που καθυστερούν η βιομηχανική́ καινοτομία και η εξάπλωση των ρομπότ και της Τ.Ν. είναι η συντριπτική́ ήττα των εργατικών κινημάτων και αντιστάσεων σε όλο τον κόσμο. Η ήττα αυτή́ κάνει πιο κερδοφόρα τη μηχανοποίηση των ανθρώπων παρά τη ρομποτοποίηση της παραγωγής. Και αυτή είναι η αρνητική σφραγίδα της ταξικής πάλης στον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται και εφαρμόζεται η τεχνολογία.

Έχετε αρθρογραφήσει και αναφέρεστε και στο βιβλίο σας στον “καπιταλισμό της πλατφόρμας” ως ένα σύγχρονο οικονομικό και κοινωνικό φαινόμενο που βασίζεται στις ψηφιακές πλατφόρμες. Ποια νέα πεδία κοινωνικών αντιθέσεων φέρνει στο προσκήνιο;

Αυτό που ονομάζουμε «καπιταλισμός της πλατφόρμας» είναι η εποχή κατά την οποία οι ψηφιακές πλατφόρμες όπως οι Google, Amazon, Microsoft, Apple κλπ αναδύονται ως το μέσο για την ηγεσία και τον έλεγχο ολόκληρης της βιομηχανικής δραστηριότητας. Στις μέρες μας αυτές οι εταιρείες βγάζουν ασύλληπτα κέρδη και κατέχουν τερατώδη ισχύ αξιοποιώντας τη συλλογική δραστηριότητα, τις συνέργειες καθώς και τα ψηφιακά μας αποτυπώματα, δηλαδή τα δεδομένα δισεκατομμυρίων χρηστών. Αυτό που έχει τεράστια σημασία είναι ότι το επιχειρηματικό μοντέλο της πλατφόρμας δεν αποτελεί παρθενογένεση, μπροστά στην οποία πρέπει να εκστασιαστούμε, ούτε και τερατογένεση για να μας τρομάζει. Όπως περιγράφεται στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του Nick Srnicek «Ο καπιταλισμός της πλατφόρμας» (εκδόσεις Τόπος), οι πλατφόρμες είναι ιστορικό προϊόν των μεγάλων κρίσεων του καπιταλισμού αλλά και των διαρκών προσπαθειών βελτιστοποίησης των επιχειρηματικών μοντέλων στη βάση όλο και περισσότερων δεδομένων. Θα έλεγα λοιπόν ότι η εποχή του καπιταλισμού της πλατφόρμας σηματοδοτεί τη δυνατότητα αλλά και τη δύναμη της συλλογικής δράσης σε παγκόσμια κλίμακα, είναι ένα χειροπιαστό παράδειγμα μιας εν δυνάμει αλλά και ήδη παρούσας κοινωνικής δομής ικανής να μοιράζεται και να συνεργάζεται σε πολλά πρακτικά επίπεδα της καθημερινότητας (μετακίνηση, οικιακές πρακτικές, εργαλεία). Από την άλλη, αυτή ακριβώς η δυνατότητα, στον καπιταλισμό εκφυλλίζεται σε μεγαλύτερη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας, σε πιο μεγάλο έλεγχο των υποδομών και του λογισμικού από μια χούφτα ιδιοκτήτες εταιρειών.

Τελικά, ποια στάση πρέπει να κρατήσουμε απέναντι στην Τ.Ν.;

Τόσο οι μεγάλες προσδοκίες όσο και οι υπερβολικοί φόβοι για τις εφαρμογές της Τ.Ν. αντιμετωπίζουν την τεχνολογία και την επιστημονική εξέλιξη ως κάτι αυτόνομο και ανεξάρτητο από την ανθρώπινη παρέμβαση. Πιστεύω ότι δεν υπάρχει κάποιος σιδερένιος νόμος διαρκούς και απρόσκοπτης τεχνολογικής «προόδου». Η επιστήμη και η τεχνολογία είναι γεννήματα της εποχής τους, διαμορφώνονται, αναπτύσσονται και στιγματίζονται από το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. Σήμερα, η τεχνολογία είναι το μόνο οικοσύστημα που διαρκώς επεκτείνεται, σε βάρος όλων των υπολοίπων. Κάθε νέα τεχνολογική εξέλιξη έρχεται να ενισχύσει την εξάρτηση των ανθρώπων από τις μηχανές. Με τον τρόπο αυτό, η σύγχρονη τεχνολογία αναδεικνύεται σε μια υποχρεωτική και εφ’ όρου ζωής σχέση εξάρτησης, την οποία ποτέ δεν επιλέξαμε και από την οποία ο χωρισμός γίνεται όλο και πιο δύσκολος. Πότε όμως ρωτηθήκαμε για το αν αυτή ή οποιαδήποτε άλλη τεχνολογία είναι αναγκαία; Οι κοινωνίες μας οφείλουν να συζητήσουν και να επιλέξουν αν θέλουν, τι είδους και σε τι έκταση κάθε νέα τεχνολογία. Αυτό ακριβώς αποκρύπτεται και συσκοτίζεται συστηματικά από τις κραυγές για τις τεράστιες απειλές από υπερνοήμονες μηχανές: Μεταθέτοντας τη συζήτηση για τις επιπτώσεις της Τ.Ν. στο απώτερο μέλλον, εκχωρούμε το παρόν χωρίς καμία συζήτηση. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος, που θα πρέπει πάση θυσία να αποφύγουμε, είναι να γλιστρήσουμε ξανά στο μονόδρομο της τεχνολογικής «προόδου», μόνο και μόνο επειδή αυτό επιθυμούν και προσπαθούν να επιβάλλουν οι φεουδάρχες του ψηφιακού καπιταλισμού. Πάντως, η ιστορία μάς δείχνει ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες θεωρούν τη λεγόμενη «τεχνολογική πρόοδο» ως μονόδρομο μόνο τα τελευταία 200-300 χρόνια. Παλιότερες κοινωνίες επέλεξαν και απέρριψαν τεχνολογίες, αρκετές εκ των οποίων είναι άγνωστες σε εμάς σήμερα. Με αφορμή την Τ.Ν., ήρθε η ώρα να ξανασκεφτούμε σε βάθος την τεχνολογία ως κοινωνική σχέση που καθορίζει την ανθρώπινη ελευθερία και αυτονομία.

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2024

Το πείσμα της Γυάρου



Σταύρος Σταυρίδης |
01 Δεκεμβρίου, 2024

Στη Γυάρο, ένα ξερονήσι που έγινε τόπος εξορίας πολλές φορές στα αρχαία χρόνια, γράφτηκε και ένα κρίσιμο κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας. Ιστορίες ανθρώπων που έζησαν σε μια σκληρή εκδικητική και απάνθρωπη τιμωρητική συνθήκη, διασταυρώθηκαν στις άξενες πλαγιές των λόφων της, στο άνυδρο τοπίο της και, αργότερα στη φυλακή που δεσπόζει στην ακτή της. Και είναι ιδιαίτερα σε τούτο το κτίριο, όπου πολλών η ζωή σπαταλήθηκε, που συμπυκνώνεται ο αχαλίνωτος ορθολογισμός ενός βάναυσου εγκλεισμού. Αχαλίνωτος ορθολογισμός πράγματι, αντίστοιχος τόσο με τη μεθοδική εξόντωση των θυμάτων του Ολοκαυτώματος όσο και με την σύγχρονη τεχνολογικά προηγμένη γενοκτονία των Παλαιστινίων. Και όπως κάθε αχαλίνωτος ορθολογισμός, τότε όπως και τώρα η βία εκδηλώνεται στον παροξυσμικό παραλογισμό της: μια φυλακή σε ένα ξερονήσι φυλακή. Πόσο παράλογο στη μεγαλοπρεπή παρουσία του είναι τούτο το κτίριο των φυλακών. Μεταφερμένο λες από τη σκοτεινή Αγγλία, τόπο καταγωγής των αρχιτεκτόνων του, αυθάδικα περιφρονεί το κυκλαδίτικο τοπίο. Ίσως όπως αυθάδικα περιφρονήθηκαν και βασανίστηκαν από τους κρατούντες εκείνοι και εκείνες που ονειρεύτηκαν έναν άλλο κόσμο πιο δίκαιο και πιο ελεύθερο και αγωνίστηκαν γι’ αυτόν. Όπως αυθάδικα και αλαζονικά τους στέρησαν τον τόπο τους, τη σχέση με τους δικούς τους, τη συνέχεια της ζωής τους. Τους έκλεψαν χώρο και χρόνο.

Όμως, στην καθημερινότητά τους οι έγκλειστοι και οι εξόριστοι όλων των περιόδων της Γυάρου δεν αποδέχτηκαν καρτερικά τη μοίρα τους. Μικρές και μεγάλες εκρήξεις απειθαρχίας που επέσυραν βαριές τιμωρίες, βασανιστήρια και κάποτε και θανάσιμους ξυλοδαρμούς, κλόνιζαν το οικοδόμημα της απόλυτης εξουσίας των «ανθρωποφυλάκων». Σημειωτόν έκαναν οι ομάδες αναγκαστικής εργασίας όταν με το ξύλο προσπαθούσαν να υποχρεώσουν τους κρατουμένους να φτάσουν στο εργοτάξιο της φυλακής για να φτιάξουν με το μόχθο τους το κτίριο του μελλοντικού εγκλεισμού τους. Με δόντια σφιγμένα υπόμεναν αυθαίρετες συμπεριφορές, άθλιο συσσίτιο, διαρκείς ελέγχους και πολλαπλές προσπάθειες να τους κάνουν να χάσουν την πίστη τους και τις ελπίδες του. Και με πείσμα έψαχναν τις στιγμές της συλλογικής αυτομόρφωσης, της υπόγειας αλληλεγγύης και της ενημέρωσης που έφτανε από τα κρυμμένα ραδιόφωνα ή τα λογοκριμένα γράμματα. Αλλά και τις στιγμές της συλλογικής αντίδρασης.

Τούτες τις μέρες, κάποιοι θέλησαν να κάνουν έναν διαγωνισμό για τη Γυάρο για να της δώσουν ένα νέο περιεχόμενο. Αρπακτικά της «αξιοποίησης» σχεδιάζουν μια μετατροπή του νησιού σε πάρκο αμνησίας και σε κόμβο κερδοφόρας παραγωγικής ενέργειας. Η μνήμη που οι πέτρες της Γυάρου πεισμωμένες ανακαλούν τούς είναι εχθρική. Μνήμη άγρια και θυμωμένη όπως κάθε μνήμη που οι ισχυροί καταπιέζουν. Μνήμη σκαλωμένη στο χώμα όπως εκείνος ο τελευταίος σωρός από πέτρες που κουβαλήθηκαν από τους κρατουμένους για να τις ρίξουν στη θάλασσα: η πιο καθαρή εκδήλωση της καταστροφικής αναγκαστικής εργασίας. Πάνω σε ένα τέτοιο σωρό να γράψουμε όλα τα ονόματα αυτών που μαρτύρησαν στο νησί. Στο ποδοπατημένο και ερειπωμένο νεκροταφείο να σημαδέψουμε για πάντα τα ονόματα εκείνων που δολοφονήθηκαν από τους βασανιστές τους ή υπέκυψαν εξαιτίας των απάνθρωπων συνθηκών. Στις διαδρομές της αγγαρείας και στα κτίσματα των όρμων να στηρίξουμε την αφήγηση μιας καθημερινότητας σκληρής όσο ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης. Και στο κτίριο των φυλακών να στεγάσουμε την αναβίωση μιας συλλογικής μνήμης που ζητά δικαίωση και ενεργοποιεί τον συλλογικό αναστοχασμό.

Τέτοιες ήταν οι ιδέες που δυο μελέτες δοκίμασαν να υλοποιήσουν πριν από 21 χρόνια στην προοπτική η Γυάρος να γίνει τόπος μνήμης και γνώσης. Η μια είχε στόχο της την αποκατάσταση του κτιρίου των φυλακών και η άλλη την ανάπτυξη ενός δικτύου διαδρομών μνήμης, ενός ιστού επισημάνσεων και μιας σεμνής αποκατάστασης του νεκροταφείου. Τούτη η δεύτερη μάλιστα ήταν καρπός της ερευνητικής δουλειάς μιας ομάδας της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ την οποία διεύθυνε η πρόωρα χαμένη καθηγήτρια και αγωνίστρια Άννυ Βρυχέα. Νεαρός λέκτορας τότε είχα την τιμή να μετέχω ως κύριος ερευνητής σε αυτή την ομάδα και να συναντηθώ με πρώην κρατούμενους και κρατούμενες που απλόχερα μοιράστηκαν μαζί μας τις αναμνήσεις τους, τις ιδέες τους για την οργάνωση ενός τόπου μνήμης, τα παράπονα και τις ελπίδες τους.

Το δικό τους παρελθόν δεν είναι η προσωπική τους ιστορία μόνο. Είναι η ιστορία του χρέους μας. Μιας οφειλής που ζωογονεί το μέλλον μας. Είναι μια υπόσχεση το παρελθόν τους. Γεμάτη όνειρα και διαψεύσεις. Μάθημα πραγματικό για το πώς φτιάχνεις με τους άλλους την ιστορία χωρίς να καμώνεσαι το κέντρο της αλλά γιατί ζεις στο κέντρο της. Οι δικές τους εμπειρίες, οι δικές τους αφηγήσεις δεν έχουν μόνο στιγμές ηρωισμού, έχουν και τις δύσκολες στιγμές της απελπισίας, τις πικρές στιγμές των αντιπαραθέσεων με συντρόφους, τις αναπολήσεις άδικων κατηγοριών και τραυματισμένων σχέσεων. Όλα είναι μέρος της ιστορίας που οφείλουμε να μελετάμε και να κρίνουμε. Πάνω απ’ όλα όμως αυτήν την ιστορία οφείλουμε να την αναλάβουμε ως δική μας. Ξανά και ξανά. Γιατί το παρελθόν ζει. Βρίσκεται σε εκκρεμότητα. Σε κάθε σκέψη, πράξη και βίωμα όλων εκείνων που και σήμερα ονειρεύονται έναν κόσμο της ανθρώπινης χειραφέτησης.

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2024

Από την «τρύπα του Κούβελα» στις ράγες των 9,6 χλμ. και των 3 δισεκατομμυρίων

EUROKINISSI
Από την «τρύπα του Κούβελα» στις ράγες των 9,6 χλμ. και των 3 δισεκατομμυρίων

Ο συγκοινωνιακός μεγαλοϊδεατισμός που επιβλήθηκε στη Θεσσαλονίκη πριν από 30 χρόνια σήμερα είναι γεγονός! Δυστυχώς απλώνεται σε ένα μικρό κομμάτι της πόλης, δυστυχέστερα τριπλασίασε τον προϋπολογισμό του και δυστυχέστατα κατάπιε ένα μοναδικό αρχαιολογικό εύρημα και το «έφτυσε» σε κομμάτια

Πάει μήνας που πάνω στα κυβερνητικά μεγάφωνα κουρδίζονται τα επικοινωνιακά όργανα για τη συμφωνία της χαράς, την οποία όλοι οι Θεσσαλονικείς πρέπει να εκδηλώνουμε διότι στις 30 Νοεμβρίου του 2024, εγκαινιάστηκε και αποδόθηκε στους πολίτες το έργο του μετρό. Κανείς φυσικά δεν μπορεί να είναι λυπημένος όταν έχει ολοκληρωθεί ένα έργο που θα βοηθά στις μετακινήσεις στη Θεσσαλονίκη. Η κυβέρνηση όμως υπαγορεύει να δείχνουμε τη χαρά μας. Και για να συμβεί αυτό, η κυβερνητική χορωδία μάς καλεί να πιούμε το νερό της λήθης, να ξεχάσουμε όσα προηγήθηκαν τα τελευταία τριάντα χρόνια στην πόλη, να βρεθούμε στη φαρσικής εκδοχής αλεγρία αναφωνώντας «ουάου»(!) όπως ρητά μας υπέδειξε ο υφυπουργός Νίκος Ταχιάος.

Χρόνια τώρα οι κυβερνήσεις με τους επικοινωνιακούς τροχονόμους τους μας καλούσαν να «κάνουμε ταμείο» όταν το έργο θα τελείωνε. Τώρα μας ανακατευθύνουν: λένε ότι το «ταμείο» αυτό είναι... άχρηστο, επιπλέον μπορεί να μας στερήσει τη... χαρά. Ευτυχώς γλιτώσαμε βασανιστικές γιορτές, συναυλίες, πανηγύρια, αφού φοβήθηκαν ότι θα πάθαιναν ό,τι και με το περίφημο λογότυπο του έργου, για το οποίο η καζούρα ακόμη συνεχίζεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Η ιστορία του Μετρό Θεσσαλονίκης είναι το στέμμα μιας ακατανόητης και καταστροφικής μεγαλομανίας. Η πόλη νόμιζε ότι είχε σωθεί όταν ο Σωτήρης Κούβελας εγκατέλειπε το 1989 τη δημαρχία προκειμένου να βάλει υποψηφιότητα για βουλευτής της Ν.Δ. και να γίνει ακολούθως -μεταξύ άλλων- και υπουργός Πολιτισμού! Ολοι γελούσαν τότε με το ανέκδοτο της τρύπας που είχε αφήσει μπροστά στα πανεπιστήμια (σ.σ. υφίσταται μέχρι σήμερα). Η πόλη όμως ηττήθηκε! Στην όποια, λιγοστή, συζήτηση έγινε για το τι μέσο σε σταθερή τροχιά θέλει η πόλη, η πρόταση του Σπύρου Βούγια για τραμ χάθηκε μέσα στους αλαλαγμούς ότι το τραμ ήταν για φτωχοδιάβολους και όχι για πόλη με Ιστορία σαν της Θεσσαλονίκης. Εννοείται ότι αν είχαμε δεχτεί εκείνη την πρόταση, το τραμ θα είχε καλύψει εδώ και χρόνια με πυκνό δίκτυο και τις δυτικές συνοικίες. Σήμερα ποιος τολμά άραγε να ζητήσει από τον κάτοικο Ευόσμου να πανηγυρίσει γιατί υπάρχει μια γραμμή μετρό από Χαριλάου μέχρι τον Νέο Σιδηροδρομικό Σταθμό;