Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Yπάρχει ζωή έξω απο την Ε.Ε ;

Του συναδέλφου Κώστα Παππουλή΄* από το Μέτωπο
 
salvador-dali-desk-290x290
Η απάντηση στο ερώτημα: «αν υπάρχει ζωή έξω από την Ε.Ε.», είναι σήμερα και το βασικό επιχείρημα του ελληνικού αστισμού, και  του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος. Το πολιτικό σύστημα δηλώνει σε όλους τους τόνους και με πολλές  αποχρώσεις, ότι η χώρα δεν έχει την δυνατότητα να σταθεί στα πόδια της,  με δικό της  νόμισμα, εθνικά και οικονομικά κυρίαρχη, άρα αναγκαστικά πρέπει να μείνει «πάση θυσία» στο άρμα του ευρώ.  
Το κεντρικό επιχείρημα αυτής της αντίληψης, είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει παραγωγική βάση, «δεν είναι Αργεντινή». Συνεπώς η απόσχιση από τον κορμό του ευρώ και της Ε.Ε., θα είναι μια κίνηση χωρίς προοπτική. 

Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως, ότι το επιχείρημα αυτό ακούγεται από τα ίδια χείλη, που πριν λίγα  χρόνια παρουσίαζαν την Ελλάδα, ως μια ισχυρή οικονομία που εισέρχεται στην ένωση των ισχυρών. Αυτοί λοιπόν οι «κύριοι», δεν μας εξηγούν πως η ισχυρή Ελλάδα προ ευρώ, κατά την δεκαετία που πέρασε, χρεοκόπησε παραγωγικά και δημοσιονομικά και ξέπεσε σε επίπεδο αφρικανικής αποικίας. 
Η «θέση» αυτή της οικονομικής και πολιτικής «ελίτ», περί    μη βιωσιμότητας της χώρας, δεν είναι σημερινή, είναι θέση αρχαία, που τελικά καταλήγει στην πρόσδεση της πατρίδας μας στον ξένο παράγοντα και στην βαθιά οικονομική και πολιτική εξάρτηση.

Στο παρελθόν, τροφοδότησε τον Μεγαλοϊδεατισμό, μια που η Ελλάδα ως μικρή σε έκταση και άγονη, έπρεπε να προσαρτήσει νέα εδάφη.
Παρουσίασε την μετανάστευση του ελληνικού στοιχείου «ως χέρια που περισσεύουν», άρα να πάνε σε άλλες πλούσιες χώρες και έτσι ωφελείται  και η πατρίδα, από τα εμβάσματα που συντηρούν τους ιθαγενείς.
Χρησιμοποιήθηκε ως επιχείρημα για την παραχώρηση προνομίων στο ξένο κεφάλαιο, μια που εμείς έχουμε χέρια, αυτοί θα κάνουν τις επενδύσεις, που εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε. 

Διαπιστώνουμε ότι και τα τρία αυτά σημεία του παρελθόντος, Μεγαλοϊδεατισμός, μετανάστευση και παραχωρήσεις στο ξένο κεφάλαιο τις βρήκαμε πάλι σήμερα μπροστά μας. 

Την νέα Μεγάλη ιδέα του ευρώ, ότι η Ελλάδα μπορεί να είναι στον πυρήνα της Ε.Ε., έστω και ως παρασιτική απόφυση της Γερμανίας και να πρωταγωνιστεί συνάμα στην περιοχή της, να διαθέτει το ίδιο   νόμισμα με την Γερμανία, την Γαλλία και τις χώρες της Μπενελούξ,  δηλαδή    πιο σκληρό νόμισμα και από το δολάριο, την πληρώνει σήμερα ο ελληνικός λαός, με τον ίδιο τρόπο που πλήρωσαν οι πρόσφυγες την Μικρασιατική καταστροφή. 

Η μετανάστευση που σταμάτησε το 1974, έχει σήμερα ξαναρχίσει με πολύ χειρότερους όρους. Τώρα, φεύγουν οι καλύτεροι, η αφρόκρεμα της νεολαίας. Το δυναμικό εκείνο που αποτελεί την επιστημονική και εν δυνάμει πολιτική πρωτοπορία της πατρίδας μας. O χρόνος δουλεύει ανάποδα.

 Ειδικές Οικονομικές Ζώνες, πρόγραμμα Ήλιος, ιδιωτικοποιήσεις της ενέργειας και των πάντων παραδίδουν πάλι φτηνά εργατικά χέρια, γη, υποδομές, υδάτινους πόρους, στο ξένο κεφάλαιο και συγκεκριμένα στα ευρωπαϊκά μονοπώλια. 
Το 1947, μια χρονιά που μοιάζει με το σήμερα, γιατί η Ελλάδα μπορούσε να πάρει δυο διαφορετικά μονοπάτια, η αριστερά είχε απαντήσει: «Η Ελλάδα είναι βιώσιμη», μπορεί να γίνει αυτοδύναμη, έχοντας όμως γύρω της μια πανστρατιά από επιστήμονες, μεγάλο κομμάτι της οργανικής διανόησης της χώρας. 

Κορύφωση αυτής της  απάντησης ήταν η εξαιρετική εργασία του Δ. Μπάτση: « Η Βαριά Βιομηχανία στην Ελλάδα». Παρόλο που η εργασία αυτή δημοσιεύτηκε το 1947, παραμένει απολύτως σύγχρονη. Είναι σύγχρονη, γιατί ο Μπάτσης  δηλώνει ότι «η βιωσιμότητα της χώρας δεν έχει σχέση με την λογική της αυτάρκειας…αλλά με την δυνατότητα να ζήσει ο τόπος αναπτύσσοντας  με την εργασία των κατοίκων του, κατά κύριο λόγο τις εσωτερικές παραγωγικές δυνάμεις που περικλείει». Γιατί διαπιστώνει: «ότι η εξάρτηση από την ιμπεριαλιστική δύναμη, δεν είναι απλός εμπορικός προσανατολισμός αλλά εξάρτηση στους βασικούς τομείς της οικονομίας και κατά συνέπεια πολιτική εξάρτηση». Γιατί εξηγώντας κλάδο-κλάδο, πως μπορεί να γεννηθεί μια αυτοδύναμη παραγωγική δομή,   ξεκαθαρίζει πως αυτό το σχέδιο δεν μπορεί να νικήσει, παρά μόνο μέσα από μια διαδικασία δημοκρατίας και λαϊκής ανάτασης. 

Δυστυχώς, σήμερα η αριστερά δεν διαθέτει μια τέτοια απάντηση.   Είτε γιατί οι οργανικοί διανοούμενοι της χώρας είναι ευρωδίαιτοι, και εξαγορασμένοι, ή τουλάχιστον θεωρούν «πολιτισμική καθυστέρηση τις αντι-Ε.Ε. θέσεις, είτε γιατί η ανάδειξη των στελεχών της, γίνεται μέσω των κομματικών μηχανισμών όπου αναδεικνύεται η μετριότητα, είτε και το κυριότερο, γιατί δεν έχει σαφή και συγκεκριμένο πολιτικό προσανατολισμό που να στοχεύει στην εθνική και κοινωνική χειραφέτηση.

Το 1981 λοιπόν, η Ελλάδα εισήλθε στην ΕΟΚ, στον λάκκο των λεόντων. Το 1981, η μεταποίηση συμμετείχε κατά 20% στο ΑΕΠ, και η γεωργική παραγωγή κατά 17%. Οι επενδύσεις στην μεταποίηση ήταν χαμηλές (4% του ΑΕΠ) και το 80% του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού εισαγόταν (δείγμα της αδυναμίας της οικονομίας). Μετά από τριάντα χρόνια παραμονής στην Ε.Ε., και δέκα στην ΟΝΕ, η μεταποίηση βρέθηκε σε μονοψήφιο νούμερο και η γεωργική παραγωγή κοντά στο 3,5%, ενώ    εισάγεται πια πάνω από το 90% του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού. Ουσιαστικά, η Ελλάδα παραχώρησε την δυνατότητα άσκησης βιομηχανικής και αγροτικής πολιτικής με αποτέλεσμα την από-διάρθρωση της οικονομίας της.

Η θυσία της βιομηχανίας και της γεωργίας, κρύφτηκε κάτω από τους ισχυρούς πόρους των κοινοτικών ταμείων, που διοχετεύτηκαν σε επιδοτήσεις και στα μεγάλα έργα. Εκείνη την περίοδο ανεβαίνει σημαντικά το δημόσιο χρέος, με την προσπάθεια της τότε κυβέρνησης να συγκρατήσει την απασχόληση, διατηρώντας τις λεγόμενες «προβληματικές» επιχειρήσεις.

Υπογράφοντας όμως την συνθήκη του Μάαστριχτ, η χώρα αυτοκτονεί κανονικά. Στην προσπάθεια να πιαστούν οι στόχοι της εισόδου στο ευρώ και κύρια ο χαμηλός πληθωρισμός παγιώνεται η πολιτική της σκληρής δραχμής. Δηλαδή η δραχμή διολισθαίνει λιγότερο, από όσο η διαφορά πληθωρισμού της Ελλάδας, με τον πληθωρισμό των κυριότερων εμπορικών της εταίρων. Έτσι, όλη την δεκαετία του ΄90, έχουμε μια συνεχή ανατίμηση της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας της χώρας, η οποία συνεχίστηκε με αύξοντα ρυθμό την «χρυσή» δεκαετία του ευρώ. Όσο, και αν μας φαίνεται ότι η συναλλαγματική ισοτιμία παραμένει σταθερή μέσα στο ευρώ, εξ΄αιτίας των διαφορών πληθωρισμού (σημειωτέον η Ελλάδα, είχε τον μεγαλύτερο μέσα στην ευρωζώνη), η Ελλάδα έκανε υπερτίμηση, όχι μόνο με την Γερμανία, αλλά και με το σύνολο των PIIGS και συνεπακόλουθα με όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν υιοθετήσαμε δηλαδή μόνο το μάρκο αλλά το υπερτιμήσαμε και περισσότερο από την Γερμανία. 

Έτσι, δόθηκε η χαριστική βολή στην ελληνική οικονομία από πλευράς ανταγωνιστικότητας. Δημιουργήθηκαν τεράστια εξωτερικά ελλείμματα που συνεπάγονται και δημόσια ελλείμματα και όλα καλύπτονταν με εξωτερικό δανεισμό. 

Το 1993 το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, ήταν στα επίπεδα του 2009. Όμως, μόνο το 10% από αυτό, ήταν στα χέρια ξένων πιστωτών. Παραμονές της εισόδου στο ευρώ, το 1998, 30% του χρέους ήταν στα χέρια ξένων πιστωτών και μόνο το 20% σε ξένο νόμισμα. Το 2008 το 80% σχεδόν του δημόσιου χρέους είχε μεταφερθεί στα χέρια ξένων πιστωτών και ήταν ολόκληρο πια ανεξέλεγκτο ( κύρια σε ευρώ αλλά  και σε άλλα νομίσματα). Πρέπει να τονίσουμε για άλλη μια φορά, ότι την μεγαλύτερη σημασία δεν την έχει το μέγεθος του δημοσίου χρέους, αλλά η σύνθεση του (αν αυτό είναι εξωτερικό ή εσωτερικό) και κύρια αν είναι σε εγχώριο ή ξένο νόμισμα. Η Ελλάδα της δραχμής, που χρωστούσε σε εγχώριο νόμισμα, μπορούσε ανά πάσα  στιγμή να ελέγξει το δημόσιο χρέος της είτε μέσω νομισματικής χρηματοδότησης του δημόσιου ελλείμματος, είτε ροκανιζοντάς το με τον πληθωρισμό.

Με τον υπερμεγέθη εξωτερικό δανεισμό,  κρύφτηκε η συνεχιζόμενη αποδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας. Αντίθετα, εμφανίστηκαν μεγάλοι ρυθμοί ανάπτυξης και εκδηλώθηκε μια κατάσταση πλαστής και δανεικής ευμάρειας-ιδιαίτερα για την «μεσαία» τάξη-. Συγχρόνως η Ε.Κ.Τ ακολουθούσε μια νομισματική πολιτική χαμηλών επιτοκίων για τα συμφέροντα της Γερμανίας, αντίστροφη με αυτήν που χρειαζόταν η Ελλάδα και ο Ευρωπαϊκός Νότος που υπερθερμαινόταν. Η οικονομία στην Ελλάδα και σε όλο τον Νότο στράφηκε σε μη διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά, με ιδιαίτερη  έμφαση στις κατασκευές, με αντίτιμο τις μεγάλες φούσκες που γνωρίσαμε κατά σειρά σε Ιρλανδία, Ισπανία και Ελλάδα. 

Όμως, όπως «προφητεύει» και η κλασική οικονομική βιβλιογραφία, μια ανάπτυξη που στηρίζεται στον εξωτερικό δανεισμό κάποτε τελειώνει, και τότε έρχεται η στιγμή της απότομης προσγείωσης ή και της συντριβής. Με αυτόν τον τρόπο ένας σεισμός αρκετά μακριά από την Μεσόγειο, η κρίση που ξεκίνησε το 2008 στην Ν. Υόρκη, έριξε το κτήριο που λέγεται Ελλάδα και ράγισε όλη την ευρωπαϊκή περιφέρεια.

Η Ελλάδα έγινε η πρώτη χώρα στον κόσμο που βιώνει μια τόσο βαθιά κρίση χωρίς να διαθέτει σχεδόν κανένα μέσο οικονομικής πολιτικής, αφού όλα τα παραχώρησε στην Ε.Ε. και στην ΟΝΕ, εκτός από την εισοδηματική πολιτική και γι αυτό προσπαθεί μειώνοντας μισθούς και συντάξεις να ανακτήσει την χαμένης της ανταγωνιστικότητα, προσπάθεια, χωρίς ελπίδα.

Η ένταση της κρίσης στην πατρίδα μας είναι πρωτοφανής. Πέρα από το μέγεθος της ύφεσης, και την χρονική της διάρκεια αυτό που μας δείχνει ότι το ελατήριο της οικονομίας έσπασε  ,είναι ο αριθμός των ανέργων. Μέσα στο 2013 η επίσημη ανεργία θα φτάσει το 1,5 εκ και σε ποσοστό το 30%, με τάση ανερχόμενη. Σε κάθε ηλιοβασίλεμα, χίλιοι και πλέον άνθρωποι χάνουν την δουλειά τους. Τέτοια ποσοστά ανεργίας δεν είχε ούτε η Αργεντινή στο απόγειο της κρίσης, ούτε οι ΗΠΑ κατά την διάρκεια της μεγάλης ύφεσης. Είναι ποσοστά που προσομοιάζουν σε χώρες της Αφρικής, παρά σε ανεπτυγμένη χώρα.

Για αυτό λοιπόν, όταν εξετάζουμε το σενάριο της εξόδου από το ευρώ  και την Ε.Ε., πρέπει να το δούμε όχι αυτοτελώς, αλλά συγκριτικά και εναλλακτικά, με το σενάριο της παραμονής. Δεν υπάρχει καμία πιθανότητα, ούτε και στο πιο αισιόδοξο σενάριο της τρόικας  να υπάρξουν τα επόμενα χρόνια ρυθμοί ανάπτυξης που να ανασχέσουν την ανεργία. Το 2% που οι ίδιοι προβλέπουν ως μέσο όρο για το 2015-2020 δεν μπορεί να δημιουργήσει πάνω από 150.000-200.000 θέσεις εργασίας όλη την εξαετία. 
Από την άλλη είναι βέβαιο ότι τα μέτρα αυτά δεν θα είναι τα τελευταία, για αυτό μπαίνει και η συμφωνία της «ρητρας», για νέες περικοπές το 2014. 

Είναι πολύ δύσκολο να γίνει αντιληπτό, μέσα στο σενάριο του ευρώ ποιοί δυναμικοί κλάδοι μπορούν να αναπτυχθούν ώστε να απορροφήσουν την ανεργία, πέρα από το δουλεμπόριο των Ειδικών Οικονομικών Ζωνών, όταν σταδιακά μάλιστα θα περικόπτεται η εξωτερική χρηματοδότηση της χώρας.

Άρα δεν έχουμε μπροστά μας το σενάριο της κινεζοποίησης, δηλαδή χαμηλούς μισθούς μεν, αλλά με ανάπτυξη και απασχόληση. Έχουμε , δυστυχώς μπροστά μας την Πακιστανοποίηση της πατρίδας μας, χαμηλούς μισθούς, απουσία κάθε τύπου κοινωνικού κράτους, κοινωνική αθλιότητα, υψηλή ανεργία. Μια Ελλάδα φτωχιά, γερασμένη από την μετανάστευση, ταπεινωμένη, ελεγχόμενη από τον ξένο παράγοντα.

Συγκριτικά λοιπόν με την παραμονή στο ευρώ, που είναι βέβαιος θάνατος, η έξοδος από αυτό ανοίγει τον δρόμο κατ’ αρχάς για την δημοκρατία.

Σε μια διάλεξη του στην Αθήνα, την δεκαετία του 80, ο Κ. Καστοριάδης,  ο οποίος ως γνωστόν δεν υπήρξε ούτε κομμουνιστής, ούτε «εθνικιστής» προειδοποιούσε: « Αν σήμερα ο ελληνικός λαός μπορεί να διαδηλώσει εναντίον ενός νόμου-και να τον ανατρέψει- στην πλατεία Συντάγματος, μπροστά στο εθνικό του κοινοβούλιο, αύριο θα πρέπει να πάει στις Βρυξέλες…κάθε έννοια αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας καταλύεται…».

Τελικά όμως είναι χειρότερα: Μια μικρή ομάδα τεχνοκρατών και πολιτικών, συνεπικουρούμενη από μια γραφειοκρατία υπαλλήλων-στελεχών αποφασίζουν για τις πολιτικές που ασκούνται στην Ε.Ε. και ιδιαίτερα στην ζώνη του ευρώ, στοχοθετώντας ως κυρίαρχα τα συμφέροντα των τραπεζών, των πολυεθνικών και των ισχυρών κρατών. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με δημοκρατικό έλλειμμα, όπως το χαρακτηρίζει ένα τμήμα της αριστεράς, αλλά με μια μορφή οικονομικού και πολιτικού ολοκληρωτισμού. Δεν μπορώ επίσης να συλλάβω ακόμη και στην περίπτωση που όλες οι εξουσίες και οι αποφάσεις μεταφερθούν στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, με ποιόν τρόπο ο ελληνικός λαός θα μπορούσε να εμποδίσει μια απόφαση για αυτόν που θα τον έβρισκε καθολικά αντίθετο.

Η Ε.Ε. και ιδιαίτερα η ζώνη του ευρώ αποτελούν την περιοχή του κόσμου, που λαμβάνει χώρα η υπερπαγκοσμιοποίηση, μια που η ελευθερία του εμπορίου και η κυκλοφορία των κεφαλαίων είναι καθολική. Το πλαίσιο λοιπόν της υπερπαγκοσμιοποίησης δεν επιτρέπει την λειτουργία της αστικής δημοκρατίας, πολύ περισσότερο σε συνδυασμό με την εθνική κυριαρχία. Για αυτό όσοι εκτοξεύουν συνθήματα για δημοκρατία και εθνική κυριαρχία, χωρίς να τα συνδέουν ρητά με το αίτημα της απόσχισης από το ευρώ και την Ε.Ε. , απλώς εκτοξεύουν κούφιες λέξεις και τίποτα παραπάνω.

Η Ελλάδα όπως είπαμε και παραπάνω δεν έπρεπε να ενταχθεί στο πλαίσιο της υπερπαγκοσμιοποίησης, δηλαδή στην Ε.Ε. και ιδιαίτερα στο ευρώ, γιατί ως οικονομία μέσης ανάπτυξης δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί ευθέως, πολύ πιο ανεπτυγμένες οικονομίες από αυτήν. Συγχρόνως όμως με την οικονομική καταστροφή, παραιτήθηκε και από κάθε έννοια δημοκρατίας και εθνικής κυριαρχίας. Σήμερα είναι πια σαφές, ότι εντός της Ε.Ε. λειτουργεί ο οικονομικός και πολιτικός ιμπεριαλισμός, μια έννοια που έστω και ως λέξη η ελληνική αριστερά τείνει να λησμονήσει. 

Θα μπορούσαμε να δηλώσουμε ότι η Δημοκρατία, η εθνική κυριαρχία και η ελευθερία δεν διαπραγματεύονται, άρα ερχόμαστε σε σύγκρουση με κάθε κόστος με το ευρωπαϊκό κέντρο. 

Ας δούμε όμως τα οικονομικά κόστη και οφέλη. Αν μια ελληνική κυβέρνηση δηλώσει απλά : έξω η τρόικα και τέρμα ως εδώ…… είναι βέβαιο ότι θα κοπεί η εξωτερική χρηματοδότηση της χώρας. Το 2011 το καθαρό εξωτερικό έλλειμμα (εισαγωγές-εξαγωγές)  ήταν της τάξης του 5% του ΑΕΠ ή 10 περίπου δις ευρώ, που καλύφθηκε  από τις καθαρές εισροές από την Ε.Ε. κατά 3 δις και το υπόλοιπο από τον δανεισμό της τρόικας, αφού η χώρα έχει αποκλειστεί από κάθε άλλη πηγή εξωτερικού δανεισμού. 

Στο βαθμό που μετά μια παύση πληρωμών η Ελλάδα παραμείνει ή την αφήσουν στο ευρώ (πράγμα σχετικά απίθανο), θα υποστούμε μια πιο απότομη κάμψη από την σημερινή, χωρίς να έχουμε καμία δυνατότητα εξόδου και ανάκαμψης. 

Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι το πλαίσιο της Ε.Ε., για χώρες όπως η Ελλάδα είναι ένα άλλο μνημόνιο. Το δημοσιονομικό σύμφωνο, είναι πιο σκληρό από το Σύμφωνο Σταθερότητας, και φυσικά καταργεί κάθε πρόθεση δημοσιονομικής πολιτικής και προϋποθέτει ανάλογη πολιτική με την σημερινή όσο αφορά τις δημόσιες δαπάνες. 

Στην ίδια κατεύθυνση είναι και η τάση για ένα σύμφωνο για το ευρώ που συσχετίζει την αύξηση του ΑΕΠ με τους μισθούς. Έτσι, στο βαθμό που στην περιφέρεια θα επικρατεί λιτότητα οι μισθοί θα πρέπει να μειώνονται και να αποκλίνουν περισσότερο από αυτούς του κέντρου. 
Υπάρχουν πολλοί περιορισμοί-θηλιές από την Ε.Ε., όπως π.χ. στην ηλεκτρική ενέργεια. Ενώ θα μπορούσε η ΔΕΗ να παρέχει ηλεκτρισμό σε εξευτελιστικές τιμές, η Ε.Ε., επιβάλλει να μπουν στο σύστημα οι ιδιώτες και έτσι η τιμή τριπλασιάζεται, ενώ υποδομές του ελληνικού λαού ιδιωτικοποιούνται.

Αντίθετα με την παύση πληρωμών και την έξοδο χάνεται μεν η  χρηματοδότηση του σημερινού εξωτερικού ελλείμματος της χώρας από την Ε.Ε. και την τρόικα, ανακτούνται όμως όλα τα μέσα οικονομικής πολιτικής. Πρέπει ακόμη να σημειώσουμε ότι αυτή η χρηματοδότηση θα πρέπει αλλάξει φορά, μια που σύντομα η Ελλάδα θα πρέπει να ξεπληρώνει  τόκους εξωτερικού χρέους από ίδια έσοδα, καθώς είναι αποκλεισμένη από κάθε πηγή δανεισμού. Επίσης, και οι καθαρές εισροές από την Ε.Ε. αναμένεται να μειωθούν. 

Αντίστροφα, είναι πολύ πιθανόν, μόλις η Ελλάδα κόψει τον γόρδιο δεσμό του χρέους,  του μνημονίου, και του ευρώ και οδηγηθεί στην ανάσχεση της ύφεσης, μέσα σε ένα-δυο χρόνια είτε να βρει άλλες πηγές δανεισμού είτε να ανοίξουν οι αγορές.
Φεύγοντας από το ευρώ, η Ελλάδα ανακτάει την νομισματική,  την δημοσιονομική και συναλλαγματική πολιτική. Φεύγοντας και από την Ε.Ε., ανακτάει  την εμπορική, αγροτική και βιομηχανική πολιτική όπως και  έλεγχους στην  κυκλοφορίαςκεφαλαίων.

Η ύπαρξη ελέγχων στην κυκλοφορία των κεφαλαίων είναι πάρα πολύ σημαντική γιατί είναι πολύ δύσκολο, ή μάλλον αδύνατο να φορολογηθούν το μεγάλο κεφάλαιο, οι πολυεθνικές επιχειρήσεις και οι (πολύ) πλούσιοι με τις εξοχώριες   εταιρίες τους, όταν επικρατεί η ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων. Ακόμη, με ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων δεν μπορείς να κρατήσεις μια σταθερότητα στην συναλλαγματική ισοτιμία και συγχρόνως να έχεις ελεύθερο το εργαλείο της νομισματικής πολιτικής.

Δεν λέμε βέβαια ότι τα πράγματα είναι εύκολα, ότι θα κάνουμε περίπατο. Αναγκαστικά θα γίνει μεγάλη υποτίμηση. Το εξωτερικό έλλειμμα έτσι θα εξισορροπηθεί. Το καλάθι της κατανάλωσης θα αλλάξει. Σταδιακά θα υπάρξει υποκατάσταση των εισαγωγών από την εγχώρια παραγωγή, που θα αυξηθεί σημαντικά. Η ύφεση θα σταματήσει, θα υπάρξει ανάκαμψη. Θα χρειαστεί μάλλον να μπουν ποσοστώσεις -αρχικά τουλάχιστον- σε ορισμένα είδη (αυτοκίνητα κλπ) για να μην λείψουν άλλα, όπως κάνει η Αργεντινή 

Ίσως σε πρώτη φάση -αυτό πρέπει να μελετηθεί- να επιλεχτεί καθεστώς διπλής συναλλαγματικής ισοτιμίας, όπως κάνουν οι οικονομικές αρχές της Βενεζουέλας. Μια συναλλαγματική ισοτιμία σταθερή για τα εισαγόμενα είδη που θεωρούμε πρώτης ανάγκης, που δεν θέλουμε να λείψουν και μια ελεύθερη σε αυτά που θεωρούμε πολυτελείας ή θέλουμε να υποκαταστήσουμε. Αυτή είναι φυσικά μια πολιτική προστατευτισμού, που αποδίδει το ίδιο με τους δασμούς, τις ποσοστώσεις κλπ.  

Η κατάσταση όμως είναι τόσο κρίσιμη, η ανεργία σε τέτοια επίπεδα, που δεν μπορούμε να εμπιστευθούμε την τύχη μας σε μια πιθανή αυτοτροφοδοτούμενη ανάπτυξη. Είναι αναγκαιότητα, η ύπαρξη ενός συγκροτημένου σχεδίου δημόσιας παρέμβασης, ένα είδος «κεντρικού» σχεδιασμού, που θα ενεργοποιήσει την στρατιά των ανθρώπων που δεν έχουν δουλειά. Πρέπει να ανοίξουν αμέσως παλιές βιομηχανίες, οι πολυτεχνικές   σχολές να συμμετέχουν με τον τρόπο τους στην  προσπάθεια κλπ

Καταλήγοντας: η ζωή και η αξιοπρέπεια υπάρχουν μόνο έξω από την Ε.Ε., αλλά είναι μια υπόθεση που δεν μπορεί να γίνει χωρίς την επιθυμία, την συμμετοχή και την ενεργή παρουσία του ελληνικού λαού, όχι απλώς την συμπαράστασή του. Όπως έλεγε και ο Ν.Κιτσίκης, στον πρόλογο της εργασίας του Δ. Μπάτση που αναφέραμε και στην αρχή: «Σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας δεν μπορεί να γίνει στην αχλύ του μυστηρίου, χωρίς τον συναγερμό των λαϊκών οργανώσεων και όλων των επιστημόνων που είναι ενδεδειγμένοι να παραστούν  στην γέννηση του». Διότι δεν θα περάσουμε δια πυρός και σιδήρου, είμαστε ήδη ανάμεσα στη φωτιά και στον πυρακτωμένο σίδηρο. 

Κάνουμε μια πρόταση εξόδου από την ελληνική κρίση, ένα plan B, όπως έχει χαρακτηριστεί. Για να μπορέσει να περπατήσει, πρέπει να σπάσει ο φόβος της εξόδου από το ευρώ και την Ε.Ε. . Πρέπει με τον φόβο αυτό να αναμετρηθούμε με επιχειρήματα και με πολιτικούς όρους. Η πρότασή μας, δεν συνεπάγεται ότι δεν θα μπορούσαμε να συζητήσουμε κάποιο άλλο πλάνο, αν οι συνθήκες άλλαζαν. Όμως οι οικονομικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούν στην Γηραία Ήπειρο, δεν καθιστούν εφικτό τουλάχιστον για τις επόμενες δύο δεκαετίες, κάποιο σχέδιο που θα περιέχει τεράστιες μεταβιβαστικές πληρωμές από το κέντρο προς την Ελλάδα και την υπόλοιπη περιφέρεια, απαραίτητη αν και μη ικανή προϋπόθεση για μια άλλη εξέλιξη. 

Η ρήξη και η σύγκρουση με το ευρωπαϊκό κέντρο, η αποδέσμευση από το ευρώ και την Ε.Ε., είναι η μόνη  ορατή διέξοδος από την ελληνική κρίση. Διέξοδος που μπορεί να ανοίξει προοπτικές σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για όλη την Μεσόγειο. Χρειάζεται όμως να πιστέψουμε σε ένα μη συμβατικό όνειρο, να εγκαταλείψουμε την «κανονική» και τυποποιημένη σκέψη, που κυριαρχεί στην πολιτική και στην οικονομία της σημερινής Ελλάδας, για να αποφύγουμε τον εφιάλτη που βυθιζόμαστε σταδιακά.  

 
* Το κείμενο αποτέλεσε εισήγηση του Κώστα Παππουλή, στην κοινή εκδήλωση της Τ.Ε. Πατήσιων-Γαλατσίου-Κυψέλης της ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α και του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής στις 28/9/2012 στα Πατήσια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου