Του Γιώργου Μπαρούτα από εδώ
Συνοπτικά Στοιχεία για τη συγκυρία
Βρισκόμαστε σε μια συγκυρία που χαρακτηρίζεται από αντιφατικά στοιχεία ως προς την εξέλιξη της καπιταλιστικής κρίσης, με σημείο έναρξης αυτής το 2008.
Συνοπτικά Στοιχεία για τη συγκυρία
Βρισκόμαστε σε μια συγκυρία που χαρακτηρίζεται από αντιφατικά στοιχεία ως προς την εξέλιξη της καπιταλιστικής κρίσης, με σημείο έναρξης αυτής το 2008.
Συνοπτικά τα κύρια στοιχεία στο διεθνές οικονομικό και πολιτικό πεδίο είναι τα εξής:
Η αναιμική βελτίωση των οικονομικών δεικτών στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικά χώρες. Παρατηρείται ασθενική ανάπτυξη η οποία τείνει περισσότερο στην σταθεροποίηση των εκάστοτε εθνικών οικονομιών παρά στην εξομάλυνση και επαναφορά σε προ κρίσης ρυθμούς ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας.
Η επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης των αναδυόμενων οικονομιών (BRICS). Παράλληλα, παρατηρείται μια περισσότερο ή λιγότερο "στρατηγικού" τύπου στροφή στην εσωτερική αγορά των χωρών αυτών, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό της Κίνας.
Η αποδοχή και ενσωμάτωση προγραμμάτων λιτότητας στις χώρες του Νότου έχει σταθεροποιήσει εν γένει την ευρωπαϊκή οικονομία. Επί της ουσίας, οι μηχανισμοί της ΕΕ με προεξάρχουσα αυτών την ΕΚΤ, έχει διαμορφώσει ένα "τείχος προστασίας" γύρω από τα κράτη-μέλη "αμοιβαιοποιώντας" έμμεσα (αλλά και με πιο επιθετικές επιλογές όπως η διαφαινόμενη αγορά τίτλων από χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος) το χρέος σε επίπεδο ΕΕ.
Ο πολλαπλασιασμός των εστιών έντασης σε παγκόσμιο επίπεδο, ο οποίος αντανακλά την αναγκαιότητα για τον προσδιορισμό ενός νέου σημείου ισορροπίας μεταξύ των καπιταλιστικών δυνάμεων. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να μεταφραστεί σε μια άνευ όρων σύγκρουση είτε μεταξύ των σημερινών ισχυρότερων ιμπεριαλιστικών πόλων και των αναδυόμενων δυνάμεων είτε μεταξύ των σημερινών ιμπεριαλιστικών κέντρων. Παρά το ότι μια τέτοια μετάφραση είναι εύκολη, δεν λαμβάνει υπόψη της ούτε την πολυπλοκότητα της συνδεσιμότητας των καπιταλιστικών οικονομιών σήμερα, ούτε την συγκριτική αδιαμφισβήτητη υπεροχή των Δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (ΗΠΑ, ΕΕ, Μεγ. Βρετανία). Παρόλα αυτά περιφερειακές συγκρούσεις σε περιοχές με ιδιαίτερο ενδιαφέρον (Ουκρανία, Κασπία, Νοτιοανατολική Ασία, Μέση Ανατολή) τόσο σε επίπεδο πλουτοπαραγωγικών πηγών όσο και σε επίπεδο εμπορικών διόδων θα ενταθούν με στόχο την βελτίωση της θέσης κάθε κράτους στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.
Η ενίσχυση πολιτικών δυνάμεων με συντηρητικό - έως και - ακροδεξιό πολιτικό λόγο και πρακτική, έτσι όπως αυτός αποτυπώθηκε σε μια σειρά εκλογικών διαδικασιών με αποκορύφωμα τις ευρωεκλογές του 2014. Το φαινόμενο αυτό δεν εξηγείται μονοσήμαντα, ούτε και μπορεί να αναλυθεί διεξοδικά σε ένα άρθρο, δεσπόζουσα θέση όμως έχει η δυσκολία κοινωνικής και οικονομικής ανέλιξης της νεολαίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Προκύπτουν δύο σημαντικά στοιχεία που προσδιορίζουν τις δυσκολίες που χαρακτηρίζουν κατά τη σημερινή συγκυρία τις στρατηγικές των αντίπαλων ταξικών στρατοπέδων:
Οι δυνάμεις του κεφαλαίου αδυνατούν να ορίσουν και να εισάγουν ένα νέο τεχνικό υπόδειγμα το οποίο να επικεντρώσει σε νέα πεδία εκμετάλλευσης και παραγωγής κέρδους. Για αυτό το λόγο επιμένουν στη χρήση του υφιστάμενου μοντέλου, το οποίο επικεντρώνει αντίστοιχα στην παραγωγή κερδών μέσω χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Ενδεικτική είναι η συντονισμένη - αλλά και παράλληλα απεγνωσμένη - κινητικότητα για επενδύσεις στην έρευνα και την καινοτομία η οποία αποδεικνύει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο την εναγώνια προσπάθεια για δημιουργία νέων πεδίων κερδοφορίας.
Παρά την στρατηγική κρίση των δυνάμεων του κεφαλαίου, το αντίπαλο στρατόπεδο δεν έχει καταφέρει να σχηματοποιήσει ένα πειστικό εναλλακτικό σχέδιο που να αποτελεί σημείο αναφοράς για όλα εκείνα τα κοινωνικά στρώματα τα οποία συνθλίβονται. Οι σπασμωδικές και ασυνεχείς εκδηλώσεις κινημάτων αμφισβήτησης αποτελούν χαρακτηριστικό αποτέλεσμα της απουσίας ενός συνεκτικού ριζοσπαστικού ιδεολογικοπολιτικού πλαισίου αναφοράς από την Αριστερά σε παγκόσμια κλίμακα.
Το πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα μετά τις Ευρωεκλογές
Αποτελεί γεγονός ότι η χρονική στιγμή της διεξαγωγής των Ευρωεκλογών συνέπεσε με μια ευρύτερη χρονική περίοδο κατά την οποία - με ευθύνες από όλες τις οργανωμένες δυνάμεις της αριστεράς - η ένταση της ταξικής πάλης είναι εξασθενημένη. Κυρίαρχο συμπέρασμα σε ότι αφορά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών είναι η τελική - και φυσική - κατάληξη της παραπάνω παραδοχής: καμία οργανωμένη πολιτική δύναμη της Αριστεράς που επιθυμεί να αναφέρεται ιδεολογικοπολιτικά σε αυτή δεν θα καταφέρει να συσπειρώσει ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις στο βαθμό που η όποια κεντρικο-πολιτική της παρουσία δεν συνδυάζεται με συστηματικές προσπάθειες ανάπτυξης εργατικών και κοινωνικών αγώνων.
Το αστικό μπλοκ πολιτικών δυνάμεων που στοιχίζεται πίσω από τις μνημονιακές πολιτικές δεν υπέστη συντριπτική ήττα. Παρά το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ απώλεσε το συντριπτικό σύνολο της κοινωνικής βάσης που διέθετε μέχρι το 2009, η ΝΔ καταφέρνει ακόμα να συσπειρώνει γύρω της ένα - σαφώς μικρότερο - μπλοκ κοινωνικών δυνάμεων, με δυνατότητες περαιτέρω διείσδυσης στο πολιτικό ακροατήριο της Χρυσής Αυγής και των ΑΝΕΛ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να πάει ένα βήμα παραπέρα από το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του Ιούνη 2012 επειδή ο βηματισμός του δεν ήταν κινηματικός, ή τουλάχιστον υστερούσε κατά πολύ από τις απαιτήσεις που καθορίζει η αστική στρατηγική σε όλα τα επίπεδα. Η αναγκαιότητα αυτή ενισχύεται από την ενίσχυση των ατομικών ιδεολογημάτων σε επίπεδο κοινωνίας. Η υπερίσχυση μάλιστα αυτών των προσεγγίσεων και "λύσεων" για ευρύτερα κοινωνικά στρώματα δεν πρέπει να αποτελεί άλλοθι για τις δυνάμεις της Αριστεράς. Παράλληλα, η ατολμία έκφρασης ενός ριζοσπαστικού πολιτικού λόγου ως προς κομβικά ζητήματα για την εξέλιξη της ταξικής πάλης (Ευρώ και χρέος) δε λειτουργεί μόνο ανασταλτικά για τη συσπείρωση ευρύτερων λαϊκών μαζών στο ΣΥΡΙΖΑ και παράλληλα διαμορφώνει ευνοϊκούς όρους συνεργασίας με πολιτικές δυνάμεις "δεξιά" του ΣΥΡΙΖΑ. Ενισχυτική της άποψης αυτής είναι και τα αποτελέσματα των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών (επισημαίνοντας βέβαια ότι ειδικά σε περιφέρειες με "κεντρικοπολιτικά" χαρακτηριστικά υπάρχουν διαφοροποιήσεις). Όπου, ο ΣΥΡΙΖΑ στήριξε συλλογικότητες με συστηματική κινηματική παρουσία και ριζοσπαστικό πολιτικό λόγο, τα αποτελέσματα ήταν είτε καλύτερα είτε παρόμοια με αυτά των Ευρωεκλογών. Αντίθετα, σε περιπτώσεις που υπερίσχυσαν θέσεις στήριξης "μετριοπαθών" υποψηφιοτήτων, τα αποτελέσματα ήταν λίγο ή πολύ πιο κάτω από το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών. Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα όλων των εκλογικών διαδικασιών του Μαΐου 2014, έδωσε παράταση στην σημερινή κυβέρνηση τουλάχιστον μέχρι και τον Φλεβάρη 2015.
Οι υπόλοιπες δυνάμεις της Αριστεράς, τόσο το ΚΚΕ όσο και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ακολουθούν τακτικές πολιτικού αναχωρητισμού. Ο πολιτικός λόγος και οι πρακτικές που ακολουθούνται δεν πείθουν για αναδιάταξη της τακτικής τους από τις όποιες λανθασμένες επιλογές λήφθηκαν στο άμεσο παρελθόν. Περισσότερο όμως ανησυχητικό είναι η άρνηση της αποδοχής του πραγματικού ειδικού πολιτικού τους βάρους στο νέο πολιτικό χάρτη που έχει διαμορφωθεί. Το γεγονός αυτό αν συνεχιστεί θα επιφέρει συντριπτικό πλήγμα ακόμα και σε όσους χώρους έχουν απομείνει αξιόλογες ποιοτικά και ποσοτικά δυνάμεις.
Το αστικό μπλοκ πολιτικών δυνάμεων που στοιχίζεται πίσω από τις μνημονιακές πολιτικές δεν υπέστη συντριπτική ήττα. Παρά το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ απώλεσε το συντριπτικό σύνολο της κοινωνικής βάσης που διέθετε μέχρι το 2009, η ΝΔ καταφέρνει ακόμα να συσπειρώνει γύρω της ένα - σαφώς μικρότερο - μπλοκ κοινωνικών δυνάμεων, με δυνατότητες περαιτέρω διείσδυσης στο πολιτικό ακροατήριο της Χρυσής Αυγής και των ΑΝΕΛ.
Για το εγχείρημα της Συμπόρευσης
Μέσα στο τοπίο που περιγράψαμε παραπάνω η δημιουργία της Αριστερής Μετωπικής Συμπόρευσης αποτελεί μια ευχάριστη παραφωνία. Παραφωνία γιατί μέχρι στιγμής έχει καταφέρει να δημιουργήσει διαύλους επικοινωνίας με άλλες δυνάμεις της Αριστεράς και ανένταχτους αγωνιστές χωρίς να προσποιείται αλλά θεωρώντας βαθιά ότι αυτό αποτελεί μονόδρομο για την πραγματική αναδιάταξη των κοινωνικών συσχετισμών σήμερα. Πολλοί από εμάς δεν μπορούμε να ξεχάσουμε τις ανταλλαγές προσκλήσεων "συνεργασίας" μεταξύ πολιτικών χώρων, οι οποίες κατέληξαν σε φιάσκο. Η Συμπόρευση μέχρι σήμερα, με τις πολιτικές δυνάμεις και αγωνιστές που την απαρτίζει δίνει ένα πρότυπο τρόπο ταπεινής και ειλικρινούς πολιτικής παρέμβασης που δεν μετράει τον ίσκιο της για μπόι. Παράλληλα, οι πολιτικές της θέσεις θέτουν άμεσα την αναγκαιότητα του μεταβατικού προγράμματος όχι για να οριοθετηθούν από άλλες πολιτικές δυνάμεις αλλά επειδή αποτελεί πράγματι αναγκαιότητα. Οι πρώτες ενδείξεις είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές και αποδεικνύουν ότι ακόμα και σε δύσκολες περιόδους για νέες συλλογικότητες, η σωστή πολιτική κατεύθυνση και ιεράρχηση έχει τη δυνατότητα να (επαν)ενεργοποιήσει το κοινωνικό δυναμικό. Είναι δεδομένο ότι παρά τα πρώτα πετυχημένα βήματα χρειάζεται ακόμα πολλή δουλεία για να γίνει η Συμπόρευση ένας μετωπικός χώρος που θα επιδιώξει να διαμορφώσει τους όρους για τη φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση. Χρειάζεται επίσης ακόμα περισσότερο προσοχή ως προς τον τρόπο που θα ανοιχτεί σε άλλες πολιτικές οργανώσεις, κυρίως προς όποιες έχουν - επανειλημμένα - αποδείξει ότι δυσκολεύουν ή διαλύουν τέτοιες πρωτοβουλίες. Θα πρέπει να συζητηθεί ο τρόπος εισόδου και τα δικαιώματα εντός Συμπόρευσης τέτοιων πολιτικών οργανώσεων, με τέτοιο τρόπο που να εξασφαλίζεται η έκφραση των διαφορετικών πολιτικών απόψεων αλλά παράλληλα δεν θα τραυματίζει και - κυρίως - δεν θα καθυστερεί την υλοποίηση των όποιων αποφάσεών της.
Η Συμπόρευση για να γίνει ακόμα περισσότερο πολιτικά και κοινωνικά χρήσιμη θα πρέπει το επόμενο χρονικό διάστημα να αναλάβει πρωτοβουλίες οι οποίες θα κινούνται στους παρακάτω άξονες:
Στη διαμόρφωση ενός χώρου που θα αποτελεί το σημείο συνάντησης όλων εκείνων των οργανωμένων δυνάμεων και ανένταχτων αγωνιστών οι οποίοι συμμερίζονται την αναγκαιότητα ενός μεταβατικού προγράμματος διεξόδου από την κρίση, το οποίο θα υπερβαίνει αγκυλώσεις όμορων πολιτικών χώρων. Αυτό θα πρέπει να μεταφραστεί σε μια σειρά ανοιχτών πανελλαδικών εκδηλώσεων - συζητήσεων οι οποίες να καταλήγουν πέρα από την εμβάθυνση και εξειδίκευση του μεταβατικού προγράμματος και σε συγκεκριμένες δράσεις και κινήσεις. Η συμπόρευση θα πρέπει κυρίαρχα να απευθυνθεί σε πληττόμενα κοινωνικά στρώματα και δευτερευόντως σε κοντινές πολιτικές δυνάμεις και οργανώσεις, οι οποίες έχουν δυστυχώς δείξει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται την μετωπική πολιτική στο άμεσο παρελθόν.
Στη συστηματοποίηση των λειτουργιών της, οι οποίες θα πρέπει να εξασφαλίζουν: την ομαλή λειτουργία της συλλογικότητας - αποτρέποντας για παράδειγμα λογικές βέτο και χρονοβόρων διαδικασιών εσωστρέφειας -, την πανελλαδική της εμβέλεια, τη συνεργασία της με ζωντανές πολιτικές δυνάμεις και χώρους χωρίς αποκλεισμούς. Παράλληλα, η συμπόρευση με τις λιγοστές τις δυνάμεις θα πρέπει να συνεισφέρει στην αναζήτηση όλων εκείνων των απαραίτητων στοιχείων που θα βγάλουν από τη στρατηγική κρίση των τελευταίων δεκαετιών την αντισυστημική Αριστερά.
Η αναιμική βελτίωση των οικονομικών δεικτών στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικά χώρες. Παρατηρείται ασθενική ανάπτυξη η οποία τείνει περισσότερο στην σταθεροποίηση των εκάστοτε εθνικών οικονομιών παρά στην εξομάλυνση και επαναφορά σε προ κρίσης ρυθμούς ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας.
Η επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης των αναδυόμενων οικονομιών (BRICS). Παράλληλα, παρατηρείται μια περισσότερο ή λιγότερο "στρατηγικού" τύπου στροφή στην εσωτερική αγορά των χωρών αυτών, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό της Κίνας.
Η αποδοχή και ενσωμάτωση προγραμμάτων λιτότητας στις χώρες του Νότου έχει σταθεροποιήσει εν γένει την ευρωπαϊκή οικονομία. Επί της ουσίας, οι μηχανισμοί της ΕΕ με προεξάρχουσα αυτών την ΕΚΤ, έχει διαμορφώσει ένα "τείχος προστασίας" γύρω από τα κράτη-μέλη "αμοιβαιοποιώντας" έμμεσα (αλλά και με πιο επιθετικές επιλογές όπως η διαφαινόμενη αγορά τίτλων από χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος) το χρέος σε επίπεδο ΕΕ.
Ο πολλαπλασιασμός των εστιών έντασης σε παγκόσμιο επίπεδο, ο οποίος αντανακλά την αναγκαιότητα για τον προσδιορισμό ενός νέου σημείου ισορροπίας μεταξύ των καπιταλιστικών δυνάμεων. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να μεταφραστεί σε μια άνευ όρων σύγκρουση είτε μεταξύ των σημερινών ισχυρότερων ιμπεριαλιστικών πόλων και των αναδυόμενων δυνάμεων είτε μεταξύ των σημερινών ιμπεριαλιστικών κέντρων. Παρά το ότι μια τέτοια μετάφραση είναι εύκολη, δεν λαμβάνει υπόψη της ούτε την πολυπλοκότητα της συνδεσιμότητας των καπιταλιστικών οικονομιών σήμερα, ούτε την συγκριτική αδιαμφισβήτητη υπεροχή των Δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (ΗΠΑ, ΕΕ, Μεγ. Βρετανία). Παρόλα αυτά περιφερειακές συγκρούσεις σε περιοχές με ιδιαίτερο ενδιαφέρον (Ουκρανία, Κασπία, Νοτιοανατολική Ασία, Μέση Ανατολή) τόσο σε επίπεδο πλουτοπαραγωγικών πηγών όσο και σε επίπεδο εμπορικών διόδων θα ενταθούν με στόχο την βελτίωση της θέσης κάθε κράτους στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.
Η ενίσχυση πολιτικών δυνάμεων με συντηρητικό - έως και - ακροδεξιό πολιτικό λόγο και πρακτική, έτσι όπως αυτός αποτυπώθηκε σε μια σειρά εκλογικών διαδικασιών με αποκορύφωμα τις ευρωεκλογές του 2014. Το φαινόμενο αυτό δεν εξηγείται μονοσήμαντα, ούτε και μπορεί να αναλυθεί διεξοδικά σε ένα άρθρο, δεσπόζουσα θέση όμως έχει η δυσκολία κοινωνικής και οικονομικής ανέλιξης της νεολαίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Προκύπτουν δύο σημαντικά στοιχεία που προσδιορίζουν τις δυσκολίες που χαρακτηρίζουν κατά τη σημερινή συγκυρία τις στρατηγικές των αντίπαλων ταξικών στρατοπέδων:
Οι δυνάμεις του κεφαλαίου αδυνατούν να ορίσουν και να εισάγουν ένα νέο τεχνικό υπόδειγμα το οποίο να επικεντρώσει σε νέα πεδία εκμετάλλευσης και παραγωγής κέρδους. Για αυτό το λόγο επιμένουν στη χρήση του υφιστάμενου μοντέλου, το οποίο επικεντρώνει αντίστοιχα στην παραγωγή κερδών μέσω χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Ενδεικτική είναι η συντονισμένη - αλλά και παράλληλα απεγνωσμένη - κινητικότητα για επενδύσεις στην έρευνα και την καινοτομία η οποία αποδεικνύει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο την εναγώνια προσπάθεια για δημιουργία νέων πεδίων κερδοφορίας.
Παρά την στρατηγική κρίση των δυνάμεων του κεφαλαίου, το αντίπαλο στρατόπεδο δεν έχει καταφέρει να σχηματοποιήσει ένα πειστικό εναλλακτικό σχέδιο που να αποτελεί σημείο αναφοράς για όλα εκείνα τα κοινωνικά στρώματα τα οποία συνθλίβονται. Οι σπασμωδικές και ασυνεχείς εκδηλώσεις κινημάτων αμφισβήτησης αποτελούν χαρακτηριστικό αποτέλεσμα της απουσίας ενός συνεκτικού ριζοσπαστικού ιδεολογικοπολιτικού πλαισίου αναφοράς από την Αριστερά σε παγκόσμια κλίμακα.
Το πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα μετά τις Ευρωεκλογές
Αποτελεί γεγονός ότι η χρονική στιγμή της διεξαγωγής των Ευρωεκλογών συνέπεσε με μια ευρύτερη χρονική περίοδο κατά την οποία - με ευθύνες από όλες τις οργανωμένες δυνάμεις της αριστεράς - η ένταση της ταξικής πάλης είναι εξασθενημένη. Κυρίαρχο συμπέρασμα σε ότι αφορά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών είναι η τελική - και φυσική - κατάληξη της παραπάνω παραδοχής: καμία οργανωμένη πολιτική δύναμη της Αριστεράς που επιθυμεί να αναφέρεται ιδεολογικοπολιτικά σε αυτή δεν θα καταφέρει να συσπειρώσει ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις στο βαθμό που η όποια κεντρικο-πολιτική της παρουσία δεν συνδυάζεται με συστηματικές προσπάθειες ανάπτυξης εργατικών και κοινωνικών αγώνων.
Το αστικό μπλοκ πολιτικών δυνάμεων που στοιχίζεται πίσω από τις μνημονιακές πολιτικές δεν υπέστη συντριπτική ήττα. Παρά το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ απώλεσε το συντριπτικό σύνολο της κοινωνικής βάσης που διέθετε μέχρι το 2009, η ΝΔ καταφέρνει ακόμα να συσπειρώνει γύρω της ένα - σαφώς μικρότερο - μπλοκ κοινωνικών δυνάμεων, με δυνατότητες περαιτέρω διείσδυσης στο πολιτικό ακροατήριο της Χρυσής Αυγής και των ΑΝΕΛ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να πάει ένα βήμα παραπέρα από το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του Ιούνη 2012 επειδή ο βηματισμός του δεν ήταν κινηματικός, ή τουλάχιστον υστερούσε κατά πολύ από τις απαιτήσεις που καθορίζει η αστική στρατηγική σε όλα τα επίπεδα. Η αναγκαιότητα αυτή ενισχύεται από την ενίσχυση των ατομικών ιδεολογημάτων σε επίπεδο κοινωνίας. Η υπερίσχυση μάλιστα αυτών των προσεγγίσεων και "λύσεων" για ευρύτερα κοινωνικά στρώματα δεν πρέπει να αποτελεί άλλοθι για τις δυνάμεις της Αριστεράς. Παράλληλα, η ατολμία έκφρασης ενός ριζοσπαστικού πολιτικού λόγου ως προς κομβικά ζητήματα για την εξέλιξη της ταξικής πάλης (Ευρώ και χρέος) δε λειτουργεί μόνο ανασταλτικά για τη συσπείρωση ευρύτερων λαϊκών μαζών στο ΣΥΡΙΖΑ και παράλληλα διαμορφώνει ευνοϊκούς όρους συνεργασίας με πολιτικές δυνάμεις "δεξιά" του ΣΥΡΙΖΑ. Ενισχυτική της άποψης αυτής είναι και τα αποτελέσματα των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών (επισημαίνοντας βέβαια ότι ειδικά σε περιφέρειες με "κεντρικοπολιτικά" χαρακτηριστικά υπάρχουν διαφοροποιήσεις). Όπου, ο ΣΥΡΙΖΑ στήριξε συλλογικότητες με συστηματική κινηματική παρουσία και ριζοσπαστικό πολιτικό λόγο, τα αποτελέσματα ήταν είτε καλύτερα είτε παρόμοια με αυτά των Ευρωεκλογών. Αντίθετα, σε περιπτώσεις που υπερίσχυσαν θέσεις στήριξης "μετριοπαθών" υποψηφιοτήτων, τα αποτελέσματα ήταν λίγο ή πολύ πιο κάτω από το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών. Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα όλων των εκλογικών διαδικασιών του Μαΐου 2014, έδωσε παράταση στην σημερινή κυβέρνηση τουλάχιστον μέχρι και τον Φλεβάρη 2015.
Οι υπόλοιπες δυνάμεις της Αριστεράς, τόσο το ΚΚΕ όσο και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ακολουθούν τακτικές πολιτικού αναχωρητισμού. Ο πολιτικός λόγος και οι πρακτικές που ακολουθούνται δεν πείθουν για αναδιάταξη της τακτικής τους από τις όποιες λανθασμένες επιλογές λήφθηκαν στο άμεσο παρελθόν. Περισσότερο όμως ανησυχητικό είναι η άρνηση της αποδοχής του πραγματικού ειδικού πολιτικού τους βάρους στο νέο πολιτικό χάρτη που έχει διαμορφωθεί. Το γεγονός αυτό αν συνεχιστεί θα επιφέρει συντριπτικό πλήγμα ακόμα και σε όσους χώρους έχουν απομείνει αξιόλογες ποιοτικά και ποσοτικά δυνάμεις.
Το αστικό μπλοκ πολιτικών δυνάμεων που στοιχίζεται πίσω από τις μνημονιακές πολιτικές δεν υπέστη συντριπτική ήττα. Παρά το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ απώλεσε το συντριπτικό σύνολο της κοινωνικής βάσης που διέθετε μέχρι το 2009, η ΝΔ καταφέρνει ακόμα να συσπειρώνει γύρω της ένα - σαφώς μικρότερο - μπλοκ κοινωνικών δυνάμεων, με δυνατότητες περαιτέρω διείσδυσης στο πολιτικό ακροατήριο της Χρυσής Αυγής και των ΑΝΕΛ.
Για το εγχείρημα της Συμπόρευσης
Μέσα στο τοπίο που περιγράψαμε παραπάνω η δημιουργία της Αριστερής Μετωπικής Συμπόρευσης αποτελεί μια ευχάριστη παραφωνία. Παραφωνία γιατί μέχρι στιγμής έχει καταφέρει να δημιουργήσει διαύλους επικοινωνίας με άλλες δυνάμεις της Αριστεράς και ανένταχτους αγωνιστές χωρίς να προσποιείται αλλά θεωρώντας βαθιά ότι αυτό αποτελεί μονόδρομο για την πραγματική αναδιάταξη των κοινωνικών συσχετισμών σήμερα. Πολλοί από εμάς δεν μπορούμε να ξεχάσουμε τις ανταλλαγές προσκλήσεων "συνεργασίας" μεταξύ πολιτικών χώρων, οι οποίες κατέληξαν σε φιάσκο. Η Συμπόρευση μέχρι σήμερα, με τις πολιτικές δυνάμεις και αγωνιστές που την απαρτίζει δίνει ένα πρότυπο τρόπο ταπεινής και ειλικρινούς πολιτικής παρέμβασης που δεν μετράει τον ίσκιο της για μπόι. Παράλληλα, οι πολιτικές της θέσεις θέτουν άμεσα την αναγκαιότητα του μεταβατικού προγράμματος όχι για να οριοθετηθούν από άλλες πολιτικές δυνάμεις αλλά επειδή αποτελεί πράγματι αναγκαιότητα. Οι πρώτες ενδείξεις είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές και αποδεικνύουν ότι ακόμα και σε δύσκολες περιόδους για νέες συλλογικότητες, η σωστή πολιτική κατεύθυνση και ιεράρχηση έχει τη δυνατότητα να (επαν)ενεργοποιήσει το κοινωνικό δυναμικό. Είναι δεδομένο ότι παρά τα πρώτα πετυχημένα βήματα χρειάζεται ακόμα πολλή δουλεία για να γίνει η Συμπόρευση ένας μετωπικός χώρος που θα επιδιώξει να διαμορφώσει τους όρους για τη φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση. Χρειάζεται επίσης ακόμα περισσότερο προσοχή ως προς τον τρόπο που θα ανοιχτεί σε άλλες πολιτικές οργανώσεις, κυρίως προς όποιες έχουν - επανειλημμένα - αποδείξει ότι δυσκολεύουν ή διαλύουν τέτοιες πρωτοβουλίες. Θα πρέπει να συζητηθεί ο τρόπος εισόδου και τα δικαιώματα εντός Συμπόρευσης τέτοιων πολιτικών οργανώσεων, με τέτοιο τρόπο που να εξασφαλίζεται η έκφραση των διαφορετικών πολιτικών απόψεων αλλά παράλληλα δεν θα τραυματίζει και - κυρίως - δεν θα καθυστερεί την υλοποίηση των όποιων αποφάσεών της.
Η Συμπόρευση για να γίνει ακόμα περισσότερο πολιτικά και κοινωνικά χρήσιμη θα πρέπει το επόμενο χρονικό διάστημα να αναλάβει πρωτοβουλίες οι οποίες θα κινούνται στους παρακάτω άξονες:
Στη διαμόρφωση ενός χώρου που θα αποτελεί το σημείο συνάντησης όλων εκείνων των οργανωμένων δυνάμεων και ανένταχτων αγωνιστών οι οποίοι συμμερίζονται την αναγκαιότητα ενός μεταβατικού προγράμματος διεξόδου από την κρίση, το οποίο θα υπερβαίνει αγκυλώσεις όμορων πολιτικών χώρων. Αυτό θα πρέπει να μεταφραστεί σε μια σειρά ανοιχτών πανελλαδικών εκδηλώσεων - συζητήσεων οι οποίες να καταλήγουν πέρα από την εμβάθυνση και εξειδίκευση του μεταβατικού προγράμματος και σε συγκεκριμένες δράσεις και κινήσεις. Η συμπόρευση θα πρέπει κυρίαρχα να απευθυνθεί σε πληττόμενα κοινωνικά στρώματα και δευτερευόντως σε κοντινές πολιτικές δυνάμεις και οργανώσεις, οι οποίες έχουν δυστυχώς δείξει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται την μετωπική πολιτική στο άμεσο παρελθόν.
Στη συστηματοποίηση των λειτουργιών της, οι οποίες θα πρέπει να εξασφαλίζουν: την ομαλή λειτουργία της συλλογικότητας - αποτρέποντας για παράδειγμα λογικές βέτο και χρονοβόρων διαδικασιών εσωστρέφειας -, την πανελλαδική της εμβέλεια, τη συνεργασία της με ζωντανές πολιτικές δυνάμεις και χώρους χωρίς αποκλεισμούς. Παράλληλα, η συμπόρευση με τις λιγοστές τις δυνάμεις θα πρέπει να συνεισφέρει στην αναζήτηση όλων εκείνων των απαραίτητων στοιχείων που θα βγάλουν από τη στρατηγική κρίση των τελευταίων δεκαετιών την αντισυστημική Αριστερά.
[...]Το φαινόμενο αυτό δεν εξηγείται μονοσήμαντα, ούτε και μπορεί να αναλυθεί διεξοδικά σε ένα άρθρο, δεσπόζουσα θέση όμως έχει η δυσκολία κοινωνικής και οικονομικής ανέλιξης της νεολαίας σε παγκόσμιο επίπεδο.[...]
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό τα πιό ενδιαφέροντα σημεία του άρθρου κατά τη γνώμη μου.
Πολύ καλό κείμένο , δυνατή σκέψη!
Μπράβο!