Της Ελένης Πορτάλιου από την Αυγή 
 
Στις 9.1.2013 οι αστυνομικές δυνάμεις, παραβιάζοντας μια σειρά διατάξεων σχετικών νόμων, εισέβαλαν στη Βίλα Αμαλίας και συνέλαβαν 92 άτομα, τα οποία στη συνέχεια αφέθησαν ελεύθερα, καθώς δεν προέκυψε καμία παράνομη ενέργεια εκ μέρους τους. Για 23 συνεχόμενα χρόνια, το κτήριο επί των οδών Χέϊδεν και Αχαρνών, εγκαταλελειμμένο από τον ΟΣΚ από το 1990, λειτούργησε ως ανοιχτός κοινωνικός και πολιτιστικός χώρος με την αφιλοκερδή συμβολή νέων ανθρώπων που πραγματοποίησαν εκεί πλήθος δράσεων: δανειστική βιβλιοθήκη, συναυλίες, εκθέσεις, συζητήσεις κ.λπ., αποτελώντας κατά την περίοδο της εγκληματικής δράσης της Χρυσής Αυγής ένα αντιφασιστικό / αντιρατσιστικό κέντρο. Εάν το κτήριο δεν είχε συντηρηθεί με προσωπική τους δαπάνη και εργασία σήμερα θα είχε καταρρεύσει.
Ο Δήμος Αθηναίων, χωρίς να έχει ακόμα δικαιώματα ως ιδιοκτήτης, εισήλθε αμέσως μετά την αστυνομική επέμβαση στο κτήριο, το οποίο του παραχωρήθηκε αργότερα από τον ΟΣΚ. Η επιλογή μετατροπής σε σχολικό κτήριο ενός απολύτως ακατάλληλου για τη χρήση αυτή διατηρητέου μνημείου αποτελεί απαράδεκτη ενέργεια από πλευράς του δήμου και δείγμα γραφής προς αποφυγή για τη δημόσια πολιτική διατήρησης της αρχιτεκτονικής ιστορίας και μνήμης της πόλης. Άλλωστε, ακριβώς επειδή ο ΟΣΚ θεωρούσε στο παρελθόν ότι η διατήρηση αφορά το σύνολο του κτηρίου -εσωτερικό και εξωτερικό- είχε απορρίψει τη δυνατότητα εγκατάστασης εκεί σχολείου.
Το κτήριο χρονολογείται στα 1862 και στέγασε πολύ αργότερα και μέχρι το 1973 το γνωστό 2ο Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών στο οποίο φοίτησαν επώνυμοι σήμερα άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών. Αποτελεί ενοποίηση δύο κτηρίων, έχει κάλυψη 750 τ.μ. και συνολικό εμβαδόν σε 3 ορόφους 2.115 τ.μ., ενώ το οικόπεδο είναι 1.540 τ.μ. Η αρχιτεκτονική ιστορία και αξία του συνίστανται τόσο στα μορφολογικά όσο και τα κατασκευαστικά του χαρακτηριστικά. Τα πιο σημαντικά είναι:
1. Ολόκληρη η ξύλινη στέγη από την πλευρά της Αχαρνών, η οποία ήταν κατασκευασμένη με ημιπελεκητούς κορμούς, με διατηρημένη την αυθεντική ξυλεία της πρώτης κατασκευής.
2. Οι πλάκες μπετόν, στο τμήμα της Χέϊδεν, αυθεντική κατασκευή με διαμορφωμένους θολίσκους από σκυρόδεμα και ενσωματωμένο οπλισμό, οι οποίες χρονολογούνται στις πρώτες κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα της Αθήνας.
3. Τα γύψινα διακοσμητικά σε όλα τα ταβάνια του συγκροτήματος.
4. Η κατασκευή της μαρμάρινης σκάλας στην είσοδο από Χέϊδεν καθώς και ο τζαμωτός φωταγωγός ακριβώς πάνω από αυτή.
5. Τα ταβάνια του ισογείου, κατασκευασμένα από μπαγδατί με τσατμά σε όλη τους την έκταση.
6. Τα κύρια δοκάρια των πατωμάτων από αφρικανική ξυλεία, αυθεντικό και διατηρημένο υλικό από την πρώτη κατασκευή.
7. Το σύστημα θέρμανσης του κτηρίου της Αχαρνών, με σώματα από μαντέμι και το παλιό θερμαντικό ΚΟΚ (άνθρακας).

Ο Δήμος Αθηναίων, καταστρέφοντας τη συνοχή και την ενότητα κατασκευής / μορφής χειρίστηκε το κτήριο σαν οικόπεδο και τοποθέτησε ένα άσχετο κτήριο μέσα στο κέλυφος που ορίζουν οι παλιές όψεις. Στόχος ήταν η επικοινωνιακή πολιτική. Φεύγουν οι καταληψίες, έρχεται η Παιδεία. Μόνο που οι καταληψίες διέσωσαν το κτήριο, ενώ ο Δήμος Αθηναίων το κατέστρεψε, δίνοντας στους δημότες ελεεινά μαθήματα οικοδομικής αυθαιρεσίας και περιφρόνησης της αρχιτεκτονικής αξίας σημαντικών νεότερων μνημείων της Αθήνας.
Το κτήριο μπορούσε να επισκευαστεί καθώς, όπως προκύπτει από τα σχέδια αποτύπωσης, δεν υπήρχαν μη αναστρέψιμες βλάβες. Άλλωστε, με το κόστος των 3 εκατομμυρίων ευρώ (με έκπτωση 12% του εργολάβου), που σίγουρα θα γίνει πολλαπλάσιο στην εφαρμογή, μπορούσε ο δήμος να προχωρήσει στην αγορά οικοπέδου αυτού του μεγέθους και να αναγείρει κτήριο των ίδιων τετραγωνικών με αυτό που εμφύτευσε στο μνημείο. Έτσι θα είχε κατασκευαστεί ένα νέο σχολείο και θα είχε σωθεί το μνημείο που, μετά την αποκατάστασή του, θα μπορούσε να στεγάσει συμβατές με την τυπολογία / μορφολογία του χρήσεις.
Υπάρχουν όμως και θέματα νομιμότητας. Στο διάταγμα ΦΕΚ 1169/2-12-1987 με το οποίο το κτήριο κηρύσσεται διατηρητέο αναφέρονται τα παρακάτω α. Στα χαρακτηριζόμενα ως διατηρητέα κτήρια απαγορεύεται κάθε αφαίρεση, αλλοίωση ή καταστροφή των επιμέρους αρχιτεκτονικών ή καλλιτεχνικών διακοσμητικών στοιχείων τους β. Επιτρέπεται η επισκευή, ο εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεων, η ενίσχυση του φέροντα οργανισμού, η εσωτερική διαρρύθμιση καθώς και επεμβάσεις για λόγους λειτουργικούς των διατηρητέων κτηρίων, εφόσον δεν αλλοιώνεται ο αρχιτεκτονικός χαρακτήρας τους και δεν θίγονται τα διατηρητέα στοιχεία τους.
Το διάταγμα είναι πολύ προσεκτικό στις επιτρεπόμενες παρεμβάσεις, ώστε το κτήριο να διατηρεί ουσιωδώς τον χαρακτήρα του. Η επέμβαση, όμως, το έκανε αγνώριστο. Σ' αυτό έχει την κύρια ευθύνη ο δήμος αλλά και η όποια υπηρεσία ενέκρινε τη μελέτη.
Επίσης, θέματα νομιμότητας της επέμβασης εγείρονται και από τον Νόμο 3028 «Για την Προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς» (ΦΕΚ 153, 28.6.2002) ο οποίος αναφέρει: Η κατεδάφιση νεότερων ακινήτων που είναι προγενέστερα των εκάστοτε εκατό τελευταίων ετών ή η εκτέλεση εργασιών για τις οποίες απαιτείται η έκδοση οικοδομικής άδειας, ακόμα και αν τα ακίνητα αυτά δεν έχουν χαρακτηρισθεί μνημεία, δεν επιτρέπεται χωρίς την έγκριση της Υπηρεσίας. Για τον σκοπό αυτόν ο ενδιαφερόμενος γνωστοποιεί στην Υπηρεσία ότι προτίθεται να προβεί σε αυτήν. Η έγκριση θεωρείται ότι έχει χορηγηθεί εάν μέσα σε τέσσερις (4) μήνες από τη γνωστοποίηση δεν συντελεστούν οι διατυπώσεις δημοσιότητας της εισήγησης για τον χαρακτηρισμό του ακίνητου που προβλέπονται στην παράγραφο 5. Ως υπηρεσία νοείται η αρμόδια Κεντρική ή Περιφερειακή Υπηρεσία του υπουργείου Πολιτισμού.