Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

Πέντε καίρια μαθήματα για την αριστερά από το νέο βιβλίο της Ναόμι Κλάιν

Γράφουν ο Ethan Corey και η Jessica Corbett από εδώ

Στα προηγούμενα βιβλία της «Το Δόγμα του Σοκ: Η άνοδος του καπιταλισμού της καταστροφής (2007)» και το «ΧΩΡΙΣ ΣΥΜΒΟΛΑ: Χωρίς Χώρο, Χωρίς Επιλογή, Χωρίς Δουλειές (2000)», η Καναδή συγγραφέας και ακτιβίστρια Ναόμι Κλάιν καταπιάστηκε με θέματα όπως η νεοφιλελεύθερη «θεραπεία-σοκ», ο καταναλωτισμός, η παγκοσμιοποίηση και ο «καπιταλισμός της καταστροφής», τεκμηριώνοντας εκτενώς τις δυνάμεις που βρίσκονται πίσω από τη δραματική αύξηση της οικονομικής ανισότητας και της υποβάθμισης του περιβάλλοντος κατά τη διάρκεια των τελευταίων 50 ετών.
Αλλά στο νέο της βιβλίο, «Αυτό αλλάζει τα πάντα: ο Καπιταλισμός εναντίον του Κλίματος», η Κλάιν ρίχνει το βλέμμα προς το μέλλον, υποστηρίζοντας ότι οι κίνδυνοι από την κλιματική αλλαγή απαιτούν ριζοσπαστική δράση τώρα για να αποκρουστεί η καταστροφή. Σίγουρα δεν είναι η μόνη που επισημαίνει το επείγον της απειλής, αλλά αυτό που διαφοροποιεί την Κλάιν είναι το επιχείρημά της ότι ο καπιταλισμός –όχι ο άνθρακας- είναι η ρίζα της αλλαγής του κλίματος, αναπόφευκτα μας οδηγεί προς έναν περιβαλλοντικό Αρμαγεδώνα κατά την επιδίωξη του κέρδους. Το «Αυτό αλλάζει τα πάντα» αξίζει μια πλήρη ανάγνωση (ή και δύο), αλλά έχουμε ξεχωρίσει ορισμένα από τα βασικά σημεία του εδώ.
1. Οι «λύσεις – τσιρότα» δεν λειτουργούν.
«Μόνο τα μαζικά κοινωνικά κινήματα μπορούν να μας σώσουν τώρα. Επειδή ξέρουμε πως όπου το ισχύον σύστημα, αφήνεται ανεξέλεγκτο, κυριαρχεί».
Μεγάλο μέρος της συζήτησης γύρω από την κλιματική αλλαγή επικεντρώνεται σ’ αυτά που η Κλάιν απορρίπτει ως «λύσεις τσιρότα»: οι επιδιορθώσεις υπέρ του του κέρδους όπως τα σφυρίγματα για τεχνολογικές καινοτομίες, τα συστήματα «cap and trade»[1] και οι δήθεν «καθαρές» εναλλακτικές λύσεις, όπως το φυσικό αέριο. Για την Κλάιν, οι στρατηγικές αυτές είναι πολύ λίγες, είναι πια πολύ αργά. Σε παρατεταμένη κριτική της για την συμμετοχή των εταιριών στην πρόληψη της κλιματικής αλλαγής, που καταδεικνύει πόσο κερδοφόρες «λύσεις» προβάλλουν πολλά επιστημονικά επιτελεία (και οι εταιρίες υποστηρικτές τους), στην πραγματικότητα καταλήγουν να κάνουν το πρόβλημα χειρότερο. Για παράδειγμα, η Κλάιν υποστηρίζει ότι τα προγράμματα εμπορίας εκπομπών άνθρακα δημιουργούν στρεβλά κίνητρα, επιτρέποντας στους κατασκευαστές να παράγουν πιο επιβλαβή αέρια του θερμοκηπίου, απλά για να επιδοτηθούν για τη μείωσή τους. Κατά τη διαδικασία, τα συστήματα εμπορίας εκπομπών άνθρακα έχουν βοηθήσει τις εταιρείες να κερδίζουν δισεκατομμύρια, επιτρέποντάς τους να επωφεληθούν άμεσα από την υποβάθμιση του πλανήτη. Αντ' αυτού, η Κλάιν υποστηρίζει ότι πρέπει να απελευθερωθούμε από τον φονταμενταλισμό της αγοράς και να εφαρμόσουμε μακροπρόθεσμο προγραμματισμό, αυστηρή νομοθεσία για τις επιχειρήσεις, μεγαλύτερη φορολογία, περισσότερες κρατικές δαπάνες και ανατροπές των ιδιωτικοποιήσεων ώστε να επιστρέψουν οι βασικές υποδομές σε δημόσιο έλεγχο.
2 Πρέπει να διορθώσουμε τους εαυτούς μας, όχι τον κόσμο.

«Η γη δεν είναι φυλακισμένος μας, ο ασθενής μας, η μηχανή μας, ή, ακόμη, το τέρας μας. Είναι ολόκληρος ο κόσμος μας. Και η λύση στην υπερθέρμανση του πλανήτη δεν είναι να διορθώσουμε τον κόσμο, είναι να διορθώσουμε τους εαυτούς μας».
Η Κλάιν αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο του βιβλίου στην γεωμηχανική: το πεδίο της έρευνας που το υπερασπίστηκε μια ομάδα εξειδικευμένων επιστημόνων, χρηματοδοτών και προσωπικοτήτων των μέσων ενημέρωσης, που έχει ως στόχο την καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη, μεταβάλλοντας την ίδια τη γη που λέει ο λόγος, καλύπτοντας τις ερήμους με ανακλαστικό υλικό για να στείλουν το φως του ήλιου πίσω στο διάστημα ή ακόμη και εξασθενίσουν τον ήλιο για να μειώσουν την ποσότητα της θερμότητας που φθάνει στον πλανήτη. Ωστόσο, οι πολιτικοί και το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας δημόσιας έχουν εγείρει περιβαλλοντικές, υγειονομικές και ηθικές ανησυχίες σχετικά με αυτά τα προτεινόμενα πειράματα της επιστήμης με τον πλανήτη, και η Κλάιν προειδοποιεί για τις άγνωστες συνέπειες από τη δημιουργία «ενός κόσμου Φρανκενστάιν», με πολλές χώρες να κάνουν έργα ταυτόχρονα. Αντί για την αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ισορροπίας, η Κλάιν υποστηρίζει ότι αυτές οι «τεχνο-διορθώσεις» απλά θα διαταράξουν κι άλλο την ισορροπία της Γης, καθεμιά θα δημιουργήσει μια σειρά από νέα προβλήματα, που απαιτούν μια ατέλειωτη αλυσίδα περαιτέρω «διορθώσεων». Γράφει: «Η γη μας- το σύστημα υποστήριξης της ζωής-θα τεθεί το ίδιο σε μηχανική υποστήριξη, συνδεδεμένο με μηχανήματα 24 ώρες το 24ωρο για να αποτρέψει τη μετατροπή της σε ενεργειακό τέρας για εμάς».

3 Δεν μπορούμε να βασιστούμε στις «καλές προθέσεις» της χρηματοδότησης από εταιρίες
«Πάρα πολλοί προοδευτικοί έχουν αποχωρήσει από τη συζήτηση για την αλλαγή του κλίματος εν μέρει επειδή πίστευαν ότι οι ομάδες Big Green[2], κατακλύζονται από “φιλανθρωπικά” δολάρια, για να καλύπτουν το πρόβλημα. Δηλαδή, αποδεικνύεται ότι ήταν ένα σοβαρό λάθος».
Η Κλάιν κριτικάρει έντονα τις εταιρικές σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων και μεγάλων περιβαλλοντικών ομάδων μαζί με τις προσπάθειες των «πράσινων δισεκατομμυριούχων», όπως ο Bill Gates και ο Richard Branson του Ομίλου της Virgin για την χρήση του καπιταλισμού για την καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Όταν ο ίδιος ο καπιταλισμός είναι μια κύρια αιτία της κλιματικής αλλαγής, η Κλάιν υποστηρίζει πως δεν έχει νόημα να περιμένουμε από τις επιχειρήσεις και τους δισεκατομμυριούχους να βάλουν τον πλανήτη πάνω από τα κέρδη. Για παράδειγμα, αν και το Ίδρυμα Gates χρηματοδοτεί πολλές σημαντικές περιβαλλοντικές ομάδες αφιερωμένες στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, ταυτόχρονα τον Δεκέμβρη του 2013, είχε επενδύσει τουλάχιστον 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια στην BP και την ExxonMobil. Επιπλέον, όταν οι Big Green εξαρτώνται από την εταιρική χρηματοδότηση, αρχίζουν να προωθούν τα συμφέροντα των εταιριών. Για παράδειγμα, οι οργανώσεις όπως το Nature Conservancy και το Ταμείο Περιβαλλοντικής Άμυνας, που έχουν πάρει εκατομμύρια δολάρια από τη χρηματοδότηση εταιριών άντλησης πετρελαίου, όπως η Shell, η Chevron και η JP Morgan, υποδεικνύουν το φυσικό αέριο ως την καθαρότερη εναλλακτική λύση απέναντι συο πετρέλαιο και τον άνθρακα.
4. Χρειαζόμαστε αποεπένδυση και επανεπένδυση
«Η κύρια δύναμη της αποεπένδυσης δεν είναι ότι βλάπτει οικονομικά τη Shell και την Chevron σε σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά ότι διαβρώνει την κοινωνική άδεια των εταιριών ορυκτών καυσίμων και ασκεί πίεση στους πολιτικούς να εισαγάγουν παγκοσμίως τις μειώσεις των εκπομπών».
Οι επικριτές του κινήματος αποεπένδυσης του άνθρακα συχνά ισχυρίζονται ότι η αποεπένδυση θα έχει ελάχιστο αντίκτυπο σε όσους βρίσκονται στις «κάτω γραμμές της ρύπανσης». Αλλά η Κλάιν υποστηρίζει ότι η συλλογιστική αυτή χάνει την ουσία, παραθέτοντας το επιχείρημα του καναδού ακτιβιστή εκποίησης Κάμερον Φέντον ότι «κανείς δεν πιστεύει ότι επιδιώκουμε να χρεοκοπήσουν οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων. Αλλά αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να πτωχεύσει η φήμη τους και να τους αφαιρέσουμε την πολιτική εξουσία». Το πιο σημαντικό: η αποεπένδυση ανοίγει την πόρτα για επανεπένδυση. Λίγα εκατομμύρια δολάρια από τα χέρια της ExxonMobil και της BP απελευθερώνουν χρήματα που μπορούν τώρα να αφιερωθούν στην ανάπτυξη πράσινων υποδομών ή να ενδυναμώσουν τις κοινότητες στον προσανατολισμό των οικονομιών τους. Και κάποια κολέγια, φιλανθρωπικά ιδρύματα, συνταξιοδοτικά ταμεία και δήμοι έχουν ήδη πάρει το μήνυμα: η Κλάιν αναφέρει ότι στις ΗΠΑ 13 κολέγια και πανεπιστήμια, 25 πόλεις της Βόρειας Αμερικής, περίπου 40 θρησκευτικά ιδρύματα και αρκετές μεγάλα ιδρύματα έχουν αναλάβει δεσμεύσεις για την αποεπένδυση των δωρεών τους από τα αποθέματα ορυκτών καυσίμων και τα ομόλογα.
5. Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι μια ευκαιρία να ασχοληθούμε και με άλλα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά ζητήματα.
«Όταν οι αρνητές της κλιματικής αλλαγής υποστηρίζουν ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι μια συνομωσία για την αναδιανομή του πλούτου, δεν είναι (μόνο) επειδή είναι παρανοϊκοί. Είναικαιεπειδήδίνουνπροσοχή».
Στο «Δόγμα του Σοκ», η Κλάιν εξήγησε πώς εταιρείες έχουν αξιοποιήσει κρίσεις σε όλο τον κόσμο για το κέρδος. Στο «Αυτό αλλάζει τα πάντα», υποστηρίζει ότι η κρίση της κλιματικής αλλαγής μπορεί να χρησιμεύσει ως ένα κάλεσμα αφύπνισης για ευρεία δημοκρατική δράση. Για παράδειγμα, όταν ένας ανεμοστρόβιλος το 2007 κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος του Γκρίνσμπεργκ στο Κάνσας, η πόλη απέρριψε προσεγγίσεις για αποκατάσταση της κοινότητας που έρχονταν από ψηλά βασιζόμενη στις προσπάθειες ανοικοδόμησης που ενίσχυαν τη δημοκρατική συμμετοχή και τη δημιουργία νέων, φιλικών προς το περιβάλλον δημόσιων κτιρίων. Σήμερα, το Γκρίνσμπεργκ είναι μία από τις πιο πράσινες πόλεις στις Ηνωμένες Πολιτείες. Για την Κλάιν, το παράδειγμα αυτό δείχνει πώς οι άνθρωποι μπορούν να χρησιμοποιήσουν την κλιματική αλλαγή για να προσεγγίσουν την οικοδόμηση μιας πιο πράσινης κοινωνίας. Επίσης, μπορεί, και μάλιστα πρέπει, να προωθηθεί μια ριζική μεταμόρφωση της οικονομίας μας: λιγότερη κατανάλωση, λιγότερο διεθνές εμπόριο (μέρος του επανακαθορισμού των οικονομιών μας) και λιγότερες ιδιωτικές επενδύσεις, και πολύ περισσότερες κρατικές δαπάνες για να δημιουργήσουν την υποδομή που χρειάζεται για μια πράσινη οικονομία . «Εξυπακούεται πως όλα αυτά», γράφει η Κλάιν, «είναι μια συμφωνία μεγαλύτερης αναδιανομής, έτσι ώστε περισσότεροι από εμάς να μπορέσουμε να ζήσουμε άνετα στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του πλανήτη».
Πηγή: inthesetimes.com
Μετάφραση – Επιμέλεια: Παναγιώτης Ζαβουδάκης


[1] Το σύστημα «cap and trade» είναι μια μέθοδος για τη διαχείριση της ρύπανσης, με στόχο τη μείωση της συνολικής ρύπανσης σε μια περιοχή. Θεωρητικά υποχρεώνει τις βιομηχανίες σε ένα υποχρεωτικό όριο στις εκπομπές ρύπων, παρέχοντας τους ταυτόχρονα την «ευελιξία» στο πώς θα συμμορφωθούν.
Φαίνεται πως οι βιομηχανίες το προτιμούν από άλλες μεθόδους ελέγχου της ρύπανσης υποστηρίζοντας πως είναι «εξαιρετικά αποτελεσματικό» πρόγραμμα «ανταμοιβής της καινοτομίας, της αποτελεσματικότητας, και παρέχει αυστηρή περιβαλλοντική λογοδοσία, χωρίς να αναστέλλει την οικονομική ανάπτυξη». Αυτό, από μόνο του, λέει πολλά. (ΣτΜ)
[2] «Big Green» και άλλα ονόματα, όπως «Η Ομάδα των Δέκα» και «Πράσινη συμμορία» είναι όροι που έχουν χρησιμοποιηθεί για να περιγράψουν τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές οργανώσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες (Defenders of Wildlife, Environmental Defense Fund, Greenpeace, National Audubon Society, National Wildlife Federation, Natural Resources Defense Council, The Nature Conservancy, Sierra Club, The Wilderness Society, World Wildlife Fund). Αυτές είναι σε μεγάλο βαθμό στελεχωμένες, καλά χρηματοδοτούμενες μη κερδοσκοπικές εταιρίες καθεμιά με προϋπολογισμούς δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων το χρόνο, με γραφεία στην Ουάσιγκτον και άλλες μεγάλες πόλεις, υψηλόμισθους εκτελεστικούς διευθυντές, καθώς και ομάδες ειδικών συμφερόντων, αναλυτές και πωλητές . Όλες οι Big Green περιβαλλοντικές ομάδες κερδίζουν και ξοδεύουν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια ετησίως, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων προέρχεται από μη κερδοσκοπικά ιδρύματα και μεμονωμένους δωρητές. Πολλές από τις ομάδες Big Green δέχονται χρηματοδότηση από το μετόχους επιχειρήσεων, έχουν εκπροσώπους μεγάλων εταιρειών στα διοικητικά τους συμβούλια, και συνεργάζονται με εταιρείες μέσω άλλων οργανισμών όπως το Συμβούλιο Φυσικών Πόρων της Αμερικής. Με εξαίρεση το Sierra Club, οι ομάδες αυτές δεν κάνουν καμία ουσιαστική λογοδοσία στις χιλιάδες των μεμονωμένων μικρών χορηγών τους που αποτελούν τις λίστες μάρκετινγκ τους και που απλά ονομάζονται «μέλη». (ΣτΜ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου