Τετάρτη 8 Μαΐου 2019

Το ζήτημα της κατοικίας στην ΕΕ του κεφαλαίου




Γίνεται ξεκάθαρο, λοιπόν, ότι υπάρχουν σήμερα οι δυνατότητες για τη διασφάλιση φθηνής λαϊκής στέγης σύγχρονων προδιαγραφών. Αναμορφωμένες πόλεις με υποδομές, με διασφάλιση επαρκών πνευμόνων πρασίνου, σε συνδυασμό με ζώνες λαϊκού αθλητισμού, πολιτισμού και ψυχαγωγίας.

Οι μεγάλες κινητοποιήσεις για τα υψηλά ενοίκια στο Βερολίνο, όπως και σε άλλα αστικά κέντρα της Γερμανίας, έφεραν στην επιφάνεια τη συσσωρευμένη αγανάκτηση χιλιάδων λαϊκών οικογενειών. Αγανάκτηση που πηγάζει από το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι βλέπουν κάθε μήνα να εξανεμίζεται μέχρι και το μισό του εισοδήματός τους για την ενοικίαση ενός διαμερίσματος. Ειδικά την τελευταία δεκαετία, η κατάσταση έχει γίνει τόσο εκρηκτική, που έφερε χιλιάδες εργαζόμενους μπροστά ακόμα και στην έξωση (10 εξώσεις/μέρα με δικαστικές αποφάσεις στο Βερολίνο), αφού δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν πλέον στα συνεχώς αυξανόμενα ενοίκια. Ενδεικτικά, η αύξηση των ενοικίων τα τελευταία 10 χρόνια άγγιξε το 51% κατά μέσο όρο, ενώ σε κάποιες πόλεις, όπως το Βερολίνο, έχουν υπερδιπλασιαστεί. Συγκεκριμένα, η μέση τιμή ενοικίου π.χ. στο Μόναχο είναι 17,9 ευρώ/m2, ενώ τα μικρότερα διαμερίσματα μπορεί να είναι και ακριβότερα. Αποτέλεσμα είναι τα λαϊκά στρώματα να βλέπουν συνεχώς το βιοτικό τους επίπεδο να πέφτει, με πρώτους τους χαμηλόμισθους (ημιαπασχολούμενοι, ανειδίκευτοι κ.λπ.) ή τις ευάλωτες κοινωνικά ομάδες (μονογονεϊκές οικογένειες, μετανάστες). Χαρακτηριστικό είναι το ότι πολλά νοικοκυριά, μόλις πληρώσουν το ενοίκιο, καλούνται να βγάλουν το μήνα με λιγότερα χρήματα από αυτά του επιδόματος Hartz IV (επίδομα απορίας χρόνιων ανέργων). Αποτέλεσμα είναι ότι πολλές οικογένειες ζουν σε άθλιες συνθήκες νοικιάζοντας σπίτι πολύ μικρότερο των αναγκών τους, π.χ. σπίτι 40 m2 για 4μελή οικογένεια. Να σημειωθεί επίσης ότι η εύρεση ενός σπιτιού είναι τόσο δύσκολη, που οι υποψήφιοι ενοικιαστές πάνε με κουστούμι, απόδειξη μισθοδοσίας τελευταίου τριμήνου και βιογραφικό στο χέρι, με την ελπίδα ότι θα τους προτιμήσουν από άλλους «ανταγωνιστές».

Η «πολιτική κατοικίας» που ακολούθησε η ΟΔΓ μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και είχε να κάνει με παραχωρήσεις, φοροελαφρύνσεις και επιχορηγήσεις σε ιδιωτικές κατασκευαστικές εταιρείες, δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει τη σοβαρή έλλειψη κατοικιών, παρ’ όλη τη μικρή βελτίωση. Ενώ η κατάσταση οξύνθηκε ξανά τη δεκαετία του ’60, όπου η μαζική μετανάστευση (Ελλήνων, Ιταλών, Τούρκων) αύξησε τον πληθυσμό πάνω από 9%. Το ξέσπασμα, λοιπόν, του λαού έρχεται (στα βιομηχανικά κέντρα της Δυτικής Γερμανίας) μετά από πολλά χρόνια επιδείνωσης της ζωής των λαϊκών στρωμάτων, σε συνδυασμό με τη μεγάλη έλλειψη κατοικιών, που από τα μεταπολεμικά χρόνια μέχρι και σήμερα ταλαιπωρεί εκατομμύρια λαού. Από το 2003, μάλιστα, που υιοθετήθηκε και μπήκε σε ισχύ η «Ατζέντα 2010» από τη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση του Σρέντερ, μέχρι και σήμερα, βρίσκεται σε εξέλιξη μια σφοδρή επίθεση στα εργατικά και ασφαλιστικά δικαιώματα της εργατικής τάξης. Η συσσωρευμένη αυτή οργή εκφράζεται ακριβώς σε αυτές τις κινητοποιήσεις για τα υψηλά ενοίκια.

Τα υψηλά ενοίκια στις πόλεις της ΓΛΔ, όμως, είναι μια καινούρια πραγματικότητα (4 – 5 χρόνων) που εξελίσσεται, ακριβώς επειδή αυτές οι πόλεις είχαν πολύ χαμηλότερο κόστος ζωής και αποτέλεσαν την τελευταία δεκαετία πόλο έλξης τόσο για χιλιάδες εργαζόμενους (τουρισμό, start up, φοιτητές, κ.λπ.) όσο όμως και για μονοπώλια.

Διάφορες αστικές και οπορτουνιστικές ερμηνείες, στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν αυτήν την απότομη άνοδο (π.χ. Βερολίνο) ή τα επί πολλές δεκαετίες υψηλά ενοίκια σε άλλες πόλεις (π.χ. Μόναχο, Φρανκφούρτη, Στουτγκάρδη κ.α.), καταπιάνονται με επιμέρους – υπαρκτές – πτυχές, αφήνοντας όμως στο απυρόβλητο τον πυρήνα του προβλήματος, δηλαδή το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, που στηρίζεται στην ατομική ιδιοκτησία. Αποτέλεσμα είναι φυσικά η μη ολοκληρωμένη προσέγγιση του προβλήματος, που τους οδηγεί σε αντιφάσεις και αδιέξοδα. Ποιοι είναι οι κύριοι παράγοντες στην πραγματικότητα που τους οδηγούν στην κατάσταση αυτή; Κτηματομεσιτικά μονοπώλια (Real Estate) που επενδύουν, αγοράζοντας χιλιάδες διαμερίσματα (τάση που υπάρχει και στο κέντρο της Αθήνας τα τελευταία χρόνια) και στοχεύουν, όπως κάθε επιχείρηση στον καπιταλισμό, στο συνεχώς αυξανόμενο κέρδος. Καπιταλιστικές κρίσεις, ανεργία, εξεύρεση μιας θέσης εργασίας, ευκολότερη πρόσβαση σε ιατρικές δομές αλλά και δομές κοινωνικής Πρόνοιας δημιουργούν εκατομμύρια εσωτερικούς και διακρατικούς μετανάστες, με αποτέλεσμα τη δημιουργία πόλεων – τεράτων (Παρίσι, Λονδίνο κ.λπ.). Ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι φέρνουν εκατομμύρια προσφύγων από τις εμπόλεμες ζώνες σε αναζήτηση μιας ασφαλέστερης ζωής. Νέες εργασιακές συνθήκες με βραχυπρόθεσμα συμβόλαια, που δημιουργούν ένα συνεχώς μετακινούμενο εργατικό δυναμικό, το οποίο έχει ανάγκη στέγασης (κυρίως σε μικρά επιπλωμένα διαμερίσματα για 3 με 6 μήνες). Φοιτητές που συμμετέχουν σε ολιγόμηνα προγράμματα, π.χ. επιστημονικών ανταλλαγών, Erasmus κ.τ.λ. Μαζική μετατροπή διαμερισμάτων σε ενοικιαζόμενα τουριστικά καταλύματα μέσω διαφορετικών πλατφορμών (π.χ. «Airbnb»), φαινόμενο που γενικεύεται και στην Αθήνα.

Οι ουτοπικές λύσεις

Σοσιαλδημοκρατικά και οπορτουνιστικά κόμματα στην προσπάθειά τους να κερδίσουν από αυτήν τη συσσωρευμένη οργή του λαού, προτείνουν ουτοπικές λύσεις διαχείρισης του καπιταλισμού. Αποπροσανατολιστικά, στέλνουν την οργή τους σε ανώδυνα μονοπάτια για το σύστημα και προσπαθούν να τον πείσουν ότι αυτό μπορεί να έχει ανθρώπινο πρόσωπο, πατώντας μάλιστα σε κατακτήσεις της DDR ή του εργατικού κινήματος.

Κάποια παραδείγματα από τις προτάσεις που στηρίζουν η Linke και οι Πράσινοι είναι:

α) Υιοθέτηση από το κράτος ειδικών νόμων που θα ελέγχουν τις αυξήσεις των ενοικίων! Ενισχύοντας την αυταπάτη ότι το κράτος είναι αταξικό και δεν υπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα, ότι το κράτος έχει πάντα δίκιο και προστατεύει τον κάθε πολίτη, αντιλήψεις που από δεκαετίες έχει καλλιεργήσει στο γερμανικό λαό η σοσιαλδημοκρατία. Ρίχνοντας στάχτη στα μάτια των εργαζομένων ότι μπορεί να ελεγχθεί με κάποιους νόμους η δίψα του κεφαλαίου για συνεχώς αυξανόμενο κέρδος. Λες και το κέρδος του μονοπωλίου ή του ιδιώτη δεν καθορίζεται από το νόμο της αξίας αλλά από ένα νόμο που θα κάνει η κυβέρνηση και θα λύσει το πρόβλημα.

β) Αγορά (ή καλύτερα επαναγορά) και ανέγερση νέων κατοικιών από το κρατίδιο και ενοικίασή τους με ευνοϊκές τιμές. Σπέρνοντας την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να συνυπάρχει δημόσιος και ιδιωτικός τομέας και να λειτουργεί ο πρώτος με φιλολαϊκά κριτήρια. Ψέμα καραμπινάτο αφού στον καπιταλισμό η γη αποτελεί εμπόρευμα, το κόστος οικοδόμησης εξαρτάται από το κεφάλαιο και το κόστος συντήρησης αυτών των κατοικιών ακολουθεί τους καπιταλιστικούς κανόνες κ.λπ. Απόδειξη τρανή των παραπάνω η πολιτική του PDS (πρόδρομου της Linke) όταν το 2004 ξεπούλησε στο Βερολίνο τη μεγαλύτερη κρατιδιακή εταιρεία στέγασης, GSW, με 65.000 κατοικίες, για να καλύψει υποτίθεται τρύπες στον κρατιδιακό προϋπολογισμό του Βερολίνου. Αντίστοιχα και στη Δρέσδη, που χρόνο με το χρόνο ξεπουλήθηκαν και τα 168.000 διαμερίσματα από την κληρονομιά της DDR σε διάφορους «επενδυτές» με αποκορύφωμα το 2006, με την πώληση των τελευταίων 48.000 διαμερισμάτων σε αμερικανικό μονοπώλιο. Το 2003 υπό «προοδευτική» κυβέρνηση (PDS – Σοσιαλδημοκρατών) καταργήθηκε ο δημόσιος τομέας κατασκευής κοινωνικών κατοικιών του Βερολίνου. Ανάλογα με τη χρονική περίοδο και ανάλογα με τις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου το κρατίδιο ξεπουλούσε τη δημόσια περιουσία, αποδεικνύοντας ότι και η τοπική διαχείριση στον καπιταλισμό, με όποια χρώματα και ονόματα και να εμφανίζεται, έχει αρνητικό πρόσημο για το λαό!

Παράλληλα, τα κατασκευαστικά μονοπώλια, στο βωμό του κέρδους, ρίχνουν συνεχώς την ποιότητα των κατασκευών (προκάτ υλικά κ.λπ.), παρ’ όλη την τεχνογνωσία, και ταυτόχρονα ξεζουμίζουν τους εργαζόμενους του κλάδου σε όλες τις χώρες. Ετσι, π.χ., στην Κοπεγχάγη του 2019, σε καινούριο διαμέρισμα με ενοίκιο 2.000 ευρώ το μήνα έτρεχαν νερά μέσα σε κρεβατοκάμαρα και σαλόνι, όλο το χειμώνα, γιατί οι ενοικιαστές δεν μπορούσαν να βγάλουν άκρη με την κατασκευαστική.

γ) Την απαλλοτρίωση των μεγάλων κτηματομεσιτικών μονοπωλίων (που κατέχουν πάνω από 3.000 κατοικίες) και την αποζημίωσή τους με μικρότερα ποσά από την εμπορική αξία. Μια αγορά που ακόμα κι έτσι θα κόστιζε περίπου 30 δισ. ευρώ σε ένα ήδη υπερχρεωμένο κρατίδιο, που φορολογεί ήδη αβάσταχτα το λαό, με την παραπλανητική επιχειρηματολογία ότι όσο περισσότερες κατοικίες βρίσκονται στα χέρια του κρατιδίου, τόσο καλύτερα ελέγχονται οι τιμές των ενοικίων. Το παράδειγμα του Βερολίνου απαντάει από μόνο του: Συγκεκριμένα, υπάρχουν 1,6 εκατομμύρια κατοικίες για ενοικίαση, από τις οποίες οι 336.000 είναι σήμερα στην ιδιοκτησία του κρατιδίου του Βερολίνου και 140.000 χρηματοδοτούνται από το κρατίδιο, άρα πάνω από το ένα τέταρτο ανήκει στο κρατίδιο ενώ «μόνο» γύρω στις 200.000 ανήκουν σε μεγάλα κτηματομεσιτικά μονοπώλια, όπως η «Deutsche Wohnen» (ιδρυτικός όμιλος η Deutsche Bank), η «Vonovia», η ADO Properties κ.λπ. και τα ενοίκια συνεχίζουν και ανεβαίνουν με προκλητικούς ρυθμούς!

Όταν η λαϊκή κατοικία είναι κοινωνικό αγαθό!

Ο αντικομμουνισμός βέβαια δεν λείπει και από αυτήν τη συζήτηση. Αφού χριστιανοδημοκράτες και φιλελεύθεροι κατηγορούν τους Πράσινους, τους σοσιαλδημοκράτες και τους οπορτουνιστές για …αριστερό λαϊκισμό με τις κομμουνιστικές τους ιδέες «που θέλουν να ξαναγυρίσουν το Βερολίνο στη …δικτατορία της DDR». Παρόλο που δεν έχουν τέτοιο σκοπό, η αλήθεια είναι ότι τα αιτήματά τους πατάνε, με στόχο φυσικά τον αποπροσανατολισμό, πάνω στις πρόσφατες εμπειρίες του γερμανικού λαού και στις κατακτήσεις της DDR που έκανε σοβαρά βήματα στην κατεύθυνση επίλυσης του προβλήματος της λαϊκής στέγης θεωρώντας την κοινωνικό αγαθό. Το 1973 καθορίστηκε να έχει λυθεί μέχρι και το 1990 σχεδιασμένα το ζήτημα της στέγασης ως κοινωνικό πρόβλημα, με το συνδυασμό της ανακαίνισης κτιρίων προπολεμικών δεκαετιών και της ανέγερσης νεόδμητων πολυκατοικιών. Στόχος ήταν η εξασφάλιση ατομικού διαμερίσματος σε κάθε νέο που ενηλικιωνόταν, ενώ με το που παντρευόταν δικαιούνταν αμέσως μεγαλύτερο διαμέρισμα και αντίστοιχα με τη γέννηση παιδιών. Το ποσό που κατέβαλλαν στο κράτος για την κατοικία κυμαινόταν από 2,5 έως 5% του μισθού, και όχι 50 – 70 % όπως σήμερα. Στο πλαίσιο αυτό, τον Οκτώβρη του 1988 παραδόθηκε το υπ’ αριθμόν 3.000.000 διαμέρισμα σε νεαρή οικογένεια του Βερολίνου!

Στέγαση στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία. Το Βερολίνο χτίστηκε από τα ερείπια. Μεταξύ 1969 – 1989, άλλαξε πρόσωπο. Χτίστηκαν ή ανακαινίστηκαν περισσότερα από 300.000 διαμερίσματα στην πρωτεύουσα της ΓΛΔ και μόνο μεταξύ Γενάρη και Αυγούστου 1989, παραδόθηκαν περίπου 14.300 διαμερίσματα

Γίνεται ξεκάθαρο, λοιπόν, ότι υπάρχουν σήμερα οι δυνατότητες για τη διασφάλιση φθηνής λαϊκής στέγης σύγχρονων προδιαγραφών. Συνδυασμένα με αναμορφωμένες πόλεις με υποδομές που δίνουν προτεραιότητα στα ποιοτικά Μαζικά Μέσα Μεταφοράς, προστασίας από φυσικές καταστροφές, όπως πλημμύρες, πυρκαγιές και σεισμούς στην Ελλάδα, ισχυρούς ανέμους και χιονοπτώσεις στη Γερμανία. Διασφάλιση επαρκών πνευμόνων πρασίνου, σε συνδυασμό με ζώνες λαϊκού αθλητισμού, πολιτισμού και ψυχαγωγίας. Αιτήματα του σήμερα, που υιοθετούν οι Επιτροπές Αγώνα του Βερολίνου, του Αμβούργου και του Μονάχου και που παλεύουν μέσα στο κίνημα, έτσι, ώστε μαζί με τους Γερμανούς εργαζόμενους να πετύχουν τις καλύτερες συνθήκες διαβίωσής τους.

Γίνεται, επίσης, αντιληπτό όμως ότι το πρόβλημα της κατοικίας θα λυθεί οριστικά μόνο όταν ο λαός πάρει το τιμόνι της εξουσίας και της οικονομίας, με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και τον κεντρικό σχεδιασμό. Γιατί μόνο ο κεντρικός επιστημονικός σχεδιασμός έχει τα εργαλεία και μπορεί να προβλέψει τις ανάγκες του λαού σε διαμερίσματα. Μόνο ο κεντρικός σχεδιασμός μπορεί να ικανοποιήσει πραγματικά και ολοκληρωμένα τις ανάγκες του λαού. Γιατί μόνο με το λαό στην εξουσία θα ξεπεραστούν τα προβλήματα της ανισόμετρης ανάπτυξης και δεν θα υπάρχει η αναγκαιότητα να ξεριζωθεί κάποιος από τον τόπο του για να βρει μια δουλειά ή μια στέγη να μείνει.

Με αυτό το κριτήριο έχει σημασία να σταθούν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα στην Ελλάδα αλλά και οι Έλληνες στα άλλα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενισχύοντας με την ψήφο τους τον άλλο δρόμο, που έρχεται σε σύγκρουση με τη σημερινή κατάσταση και που ανοίγει μια πραγματικά φιλολαϊκή διέξοδο για την Ελλάδα και την Ευρώπη. Να ισχυροποιήσουν στις ευρωεκλογές και σε όλες τις κάλπες του Μάη το ΚΚΕ.

Άννα ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΟΥ
Υποψήφια ευρωβουλευτής του ΚΚΕ, μέλος της ΤΕ Γερμανίας του ΚΚΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου