Eίναι το ενεργειακό πιστοποιητικό ένα ακόμα φιάσκο στην περιβαλλοντική πολιτική της χώρας; Άλλοι λένε ναι και άλλοι όχι. Ας δούμε λοιπόν τι ισχύει πραγματικά.
Με αφετηρία μια ανάγκη, θεσπίστηκε ακόμα ένα εικονικό πιστοποιητικό, που γρήγορα μετατράπηκε σε χαράτσι για τους ιδιοκτήτες ακινήτων, για να καταλήξει τελικά σε ένα ανούσιο χαρτί, μηδενικής αξίας και ελάσσονος αμοιβής. Oλα ξεκίνησαν από Οδηγία της Ευρωπαϊκής Eνωσης, με την οποία θεσπιζόταν η ανάγκη ενεργειακού ελέγχου των κτιρίων και η έκδοση αντίστοιχου πιστοποιητικού, με τελικό σκοπό την εξοικονόμηση ενέργειας στον ιδιαίτερα ενεργοβόρο κτιριακό τομέα.
Εξαιρετικά αναγκαίος ο στόχος, αλλά ιδιαίτερα προβληματική η μεθοδολογία προσέγγισης, όπως αποδείχθηκε, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και ευρύτερα. Στη χώρα μας ενσωματώθηκε η Οδηγία με μεγάλη καθυστέρηση σε σχέση με άλλα μέλη της Ε.Ε. Η εφαρμογή της ξεκίνησε από την 1η Ιανουαρίου του 2011 για τις πωλήσεις ακινήτων ή για τις ενοικιάσεις ολόκληρων κτιρίων. Από 1ης Ιανουαρίου του 2012 το μέτρο επεκτάθηκε και στις μισθώσεις διαμερισμάτων άνω των 50 τ.μ. και γενικά μέρη ακινήτων ανάλογου μεγέθους. Αυτό σημαίνει ότι σήμερα κάθε πώληση ή μίσθωση ακινήτου άνω των 50 τ.μ. απαιτεί την ύπαρξη Πιστοποιητικού Ενεργειακής Απόδοσης.
Με αφετηρία μια ανάγκη, θεσπίστηκε ακόμα ένα εικονικό πιστοποιητικό, που γρήγορα μετατράπηκε σε χαράτσι για τους ιδιοκτήτες ακινήτων, για να καταλήξει τελικά σε ένα ανούσιο χαρτί, μηδενικής αξίας και ελάσσονος αμοιβής. Oλα ξεκίνησαν από Οδηγία της Ευρωπαϊκής Eνωσης, με την οποία θεσπιζόταν η ανάγκη ενεργειακού ελέγχου των κτιρίων και η έκδοση αντίστοιχου πιστοποιητικού, με τελικό σκοπό την εξοικονόμηση ενέργειας στον ιδιαίτερα ενεργοβόρο κτιριακό τομέα.
Εξαιρετικά αναγκαίος ο στόχος, αλλά ιδιαίτερα προβληματική η μεθοδολογία προσέγγισης, όπως αποδείχθηκε, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και ευρύτερα. Στη χώρα μας ενσωματώθηκε η Οδηγία με μεγάλη καθυστέρηση σε σχέση με άλλα μέλη της Ε.Ε. Η εφαρμογή της ξεκίνησε από την 1η Ιανουαρίου του 2011 για τις πωλήσεις ακινήτων ή για τις ενοικιάσεις ολόκληρων κτιρίων. Από 1ης Ιανουαρίου του 2012 το μέτρο επεκτάθηκε και στις μισθώσεις διαμερισμάτων άνω των 50 τ.μ. και γενικά μέρη ακινήτων ανάλογου μεγέθους. Αυτό σημαίνει ότι σήμερα κάθε πώληση ή μίσθωση ακινήτου άνω των 50 τ.μ. απαιτεί την ύπαρξη Πιστοποιητικού Ενεργειακής Απόδοσης.
Το πιστοποιητικό εκδίδεται από τους ενεργειακούς επιθεωρητές, οι οποίοι είναι διαπιστευμένοι και καταγραμμένοι σε ειδικό μητρώο του υπουργείου Περιβάλλοντος και προέρχονται από διπλωματούχους μηχανικούς των Πολυτεχνείων. Στην Ελλάδα υπάρχουν σήμερα 5.500 προσωρινοί ενεργειακοί επιθεωρητές. Σύντομα θα προστεθούν 600 – 700 ακόμα. Πρόκειται για αποφοίτους Πολυτεχνείου με συγκεκριμένη προϋπηρεσία, ενώ έχουν ξεκινήσει και προγράμματα επιμόρφωσης. Μετά το καλοκαίρι αναμένεται να γίνει διαγωνισμός για την απόκτηση της μόνιμης ιδιότητας, πιθανόν από ακόμα περισσότερους μηχανικούς. Το πιστοποιητικό κατατάσσει κάθε ακίνητο σε εννέα κατηγορίες όσον αφορά την ενεργειακή του κατάσταση, από Α+ μέχρι Η. Επίσης, ο επιθεωρητής συνιστά μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης του συγκεκριμένου κτιρίου, από την οχύρωση ενάντια στις απώλειες (π.χ. αλλαγή κουφωμάτων) μέχρι τη συντήρηση ή την ανανέωση του καυστήρα. Εδώ όμως είναι το μεγάλο πρόβλημα που υπήρχε από την αρχική σύλληψη της Οδηγίας της Ε.Ε. και μεταφέρθηκε και στην Ελλάδα.
Η όλη διαδικασία πήρε τον χαρακτήρα απλώς καταγραφής της κατάστασης, ενώ δεν βοηθούσε τον ιδιοκτήτη στο να αναβαθμίσει ενεργειακά το σπίτι του. «Η Οδηγία έχει καταντήσει μια καθαρά γραφειοκρατική διαδικασία. Μόνο εξοικονόμηση ενέργειας δεν προωθεί, απλά βοηθά τους μηχανικούς να έχουν μια επαγγελματική διέξοδο σε μια δύσκολη εποχή. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι, ελλείψει χρημάτων, το τελευταίο πράγμα που σκέφτεται κανείς είναι να κάνει ανακαίνιση στο σπίτι του», λέει στην «Κ» ο κ. Σταμάτης Περδίος, ενεργειακός επιθεωρητής και σύμβουλος των ελληνικών και ευρωπαϊκών ομοσπονδιών ιδιοκτητών ακινήτων σε θέματα εξοικονόμησης ενέργειας. «Είναι σαν να πηγαίνει ο ασθενής στον γιατρό, να κάνει έναν υπέρηχο, να πληρώνει γι’ αυτό και μετά να πηγαίνει σπίτι του, χωρίς καμία θεραπεία», συμπληρώνει.
Ενδεικτικό της κατάστασης είναι ότι ακόμα και το πρόγραμμα «Εξοικονόμηση κατ’ Οίκον», που επιδοτεί επισκευές για ενεργειακή θωράκιση των κτιρίων, δεν προχωρεί και έχει πολλά αδιάθετα κεφάλαια, γιατί οι ιδιοκτήτες δεν έχουν να δώσουν το δικό τους μερίδιο.
Οι εμπνευστές του πιστοποιητικού φιλοδοξούσαν βέβαια να διαμορφώσουν μια ώθηση στην αγορά προς εργασίες εξοικονόμησης ενέργειας. Το μόνο θετικό στοιχείο του ενεργειακού πιστοποιητικού είναι ότι μπορεί να ενημερώσει τους υποψήφιους αγοραστές ή ενοικιαστές για την ενεργειακή απόδοση ενός σπιτιού και για τα επιπλέον έξοδα που θα έχουν για θέρμανση ή τον κλιματισμό του. Η ιδέα ήταν ότι οι ιδιοκτήτες με σπίτια ενεργειακά «σουρωτήρια» θα υποχρεωθούν να προχωρήσουν σε αναβάθμισή τους, με σκοπό να ανεβάσουν την αξία τους.
«Το ενεργειακό πιστοποιητικό δεν επηρέασε τις τιμές πώλησης ή ενοικίασης. Η θέση ενός διαμερίσματος κρίνεται, ακόμα τουλάχιστον, ως πιο σημαντική. Αλλά το βασικό πρόβλημα είναι η έλλειψη χρημάτων. Οταν για μια ουσιαστική παρέμβαση θερμομόνωσης σε ένα διαμέρισμα 100 τ.μ., με αλλαγή κουφωμάτων κ.λπ., απαιτούνται 20.000 ευρώ, ποιος μπορεί να ανταποκριθεί;», τονίζει ο κ. Περδίος.
Για να «δουλέψει» το σύστημα, θα έπρεπε η όλη προσπάθεια να συνδυαστεί με ένα μεγάλο πρόγραμμα επιχορήγησης της ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων, έτσι ώστε η διάγνωση να ακολουθείται και από τη θεραπεία.
Oταν ξεκίνησε η διαδικασία έκδοσης Πιστοποιητικών Ενεργειακής Απόδοσης και για να αποφευχθούν φαινόμενα αισχροκέρδειας ή εξευτελισμού των αμοιβών, το υπουργείο Περιβάλλοντος όρισε το κόστος επιθεώρησης και έκδοσης του Πιστοποιητικού. Τα τιμολόγια ορίστηκαν ως εξής: επιθεώρηση ολόκληρης πολυκατοικίας κόστος 1 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο (ελάχιστο κόστος 200 ευρώ). Επιθεώρηση διαμερίσματος 2 ευρώ/τ. μ. (ελάχιστο κόστος 150 ευρώ). Επιθεώρηση μονοκατοικίας 1,5 ευρώ/τ. μ. (ελάχιστο 200 ευρώ). Στα επαγγελματικά κτίρια (γραφεία κ. λπ.) το κόστος ανέβαινε στα 2,5 ευρώ/τ. μ. και με ελάχιστο τα 300 ευρώ.
Τα ποσά αυτά δεν είναι βεβαίως ευκαταφρόνητα, ειδικά στην εποχή μας. Ενας ιδιοκτήτης που ήθελε να ενοικιάσει ένα διαμέρισμα έπρεπε να πληρώσει τουλάχιστον 150 ευρώ, ή 250 ευρώ για ένα διαμέρισμα 125 τ. μ. Οι ιδιοκτήτες ζήτησαν απελευθέρωση της ελάχιστης τιμής, κάτι που έγινε πρόσφατα, στο πλαίσιο της γενικής «απελευθέρωσης» επαγγελμάτων και αμοιβών. Το αποτέλεσμα ήταν δυσάρεστο. Εμφανίστηκαν μια σειρά γραφεία και μεμονωμένοι επιθεωρητές, οι οποίοι προσφέρουν επιθεώρηση με τρομερά χαμηλές τιμές («ένα πενηντάρικο»), αλλά μάλλον από μακριά και στο περίπου, καθώς οι συγκεκριμένοι συνήθως δεν επισκέπτονται καν το ακίνητο. Με ορισμένες ερωτήσεις από τηλεφώνου ξεμπερδεύουν! Δεν λείπουν, βεβαίως, όχι μόνο οι αστοχίες στην εκτίμηση, αλλά και η συνειδητή διαστρέβλωση της κατηγορίας του ακινήτου. Προς τα πάνω εννοείται…
Μέχρι και on line μειοδοτικό διαγωνισμό πραγματοποιεί συγκεκριμένη ιστοσελίδα, με μέλη ενεργειακούς επιθεωρητές. Εκεί ανακοινώνεται ένα ακίνητο που χρειάζεται επιθεώρηση και όσοι από τους μηχανικούς θέλουν δίνουν την αμοιβή που ζητούν! Κερδίζει ο φθηνότερος… Με τέτοια συμπίεση των τιμών προς τα κάτω, το Πιστοποιητικό που βγαίνει είναι συχνά κουρελόχαρτο.
Την ποιότητα των πιστοποιητικών ελέγχει η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Ενέργειας του ΥΠΕΚΑ, που πραγματοποιεί δειγματοληπτικούς ελέγχους. Αν και έχει «πιάσει» ορισμένες παρανομίες, παράγοντες του χώρου σημειώνουν ότι θα έπρεπε να κάνει πιο πολλούς ελέγχους και να επιβάλλει πιο αυστηρές ποινές στους παραβάτες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου