Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015

Η αλήθεια για τις νομισματικές υποτιμήσεις

Σχετικά με τις εκτιμήσεις του υπουργού Μάρδα και του γ.γ. του ΚΚΕ Κουτσούμπα για τις «καταστροφικές» συνέπειες από την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα και την υποτίμησή του
Εκ­στρα­τεία για να ενη­με­ρω­θού­με σχε­τι­κά με τις κα­τα­στρο­φι­κές επι­πτώ­σεις που θα είχε στα ει­σο­δή­μα­τα μια υπο­τί­μη­ση του εθνι­κού νο­μί­σμα­τος φαί­νε­ται ότι έχει ξε­κι­νή­σει ο κ. Μάρ­δας, και λέει πά­νω-κά­τω ό,τι και ο κ. Κου­τσού­μπας του ΚΚΕ. Πιο συ­γκε­κρι­μέ­να, ο κ. Μάρ­δας ισχυ­ρί­ζε­ται ότι μια υπο­τί­μη­ση της νέας δραχ­μής θα οδη­γού­σε σε μεί­ω­ση του πραγ­μα­τι­κού ει­σο­δή­μα­τός της χώρας, ενώ σύμ­φω­να με τον κ. Κου­τσού­μπα, που είναι πιο τα­ξι­κός, η υπο­τί­μη­ση θα οδη­γού­σε σε μεί­ω­ση της αγο­ρα­στι­κής δύ­να­μης των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων ει­δι­κά. Αυ­τούς τους ισχυ­ρι­σμούς τους εμ­φα­νί­ζουν δε ως μια ακόμη πε­ρί­πτω­ση TINA, δεν-υπάρ­χει-εναλ­λα­κτι­κή-λύ­ση: άπαξ και κά­νεις υπο­τί­μη­ση του εθνι­κού σου νο­μί­σμα­τος, οπωσ­δή­πο­τε έχα­σες ει­σό­δη­μα. Μο­νό­δρο­μος.
Ωστό­σο, αυτό που δι­η­γού­νται οι δύο πο­λι­τι­κοί μας (δη­λα­δή η μεί­ω­ση της αγο­ρα­στι­κής δύ­να­μης των ει­σο­δη­μά­των είτε των μι­σθών εξαι­τί­ας μιας νο­μι­σμα­τι­κής υπο­τί­μη­σης) είναι απλώς το πρώτο βήμα σε μια αρ­κε­τά μακρά αλυ­σί­δα οι­κο­νο­μι­κών επι­πτώ­σε­ων, το πρώτο βήμα σε ένα αρ­κε­τά μακρύ μο­νο­πά­τι απο­τε­λε­σμά­των, ανα­δρά­σε­ων, δια­κλα­δώ­σε­ων και ανοι­χτών δυ­να­το­τή­των - διότι η κα­πι­τα­λι­στι­κή οι­κο­νο­μία είναι ένα πο­λύ­πλο­κο σύ­στη­μα, δεν λει­τουρ­γεί υπό το κα­θε­στώς «μια αιτία φέρ­νει ένα απο­τέ­λε­σμα και τε­λειώ­σα­με», είναι ένα σύ­νο­λο με­γε­θών που συν­δέ­ο­νται με­τα­ξύ τους με ένα πυκνό δίχτυ σχέ­σε­ων αι­τιό­τη­τας. Έτσι, όταν αλ­λά­ζει ένα μέ­γε­θος (π.χ. η συ­ναλ­λαγ­μα­τι­κή ισο­τι­μία) η οι­κο­νο­μία υφί­στα­ται μια δια­τα­ρα­χή που γί­νε­ται το ση­μείο εκ­κί­νη­σης σει­ράς επι­πτώ­σε­ων που δια­χέ­ο­νται στο οι­κο­νο­μι­κό κύ­κλω­μα μέσω διά­φο­ρων κα­να­λιών. Αυτή η πο­λυ­πλο­κό­τη­τα του κε­φα­λαιο­κρα­τι­κού οι­κο­νο­μι­κού συ­στή­μα­τος απο­κλεί­ει κάθε εί­δους ΤΙΝΑ, πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο που η λει­τουρ­γία του εν­σω­μα­τώ­νει και μια αρχή ρι­ζι­κής αβε­βαιό­τη­τας που είναι ο βα­σι­κός κοι­νω­νι­κός αντα­γω­νι­σμός κε­φα­λαί­ου - ερ­γα­σί­ας.
Αλλά ας πλη­σιά­σου­με πιο κοντά στο αντι­κεί­με­νό μας.
Όταν έχου­με υπο­τί­μη­ση ενός εθνι­κού νο­μί­σμα­τος, πράγ­μα­τι, ένα δευ­τε­ρό­λε­πτο μετά η αγο­ρα­στι­κή δύ­να­μη του ΑΕΠ να αγο­ρά­σει ξένα προ­ϊ­ό­ντα μειώ­νε­ται ανα­λο­γι­κά, και το ίδιο ισχύ­ει για τους μι­σθούς. Είναι αυτό το πρώτο βήμα στο οποίο ανα­φέ­ρο­νται οι δύο πο­λι­τι­κοί μας, αγνο­ώ­ντας ότι έτσι μπαί­νου­με σε ένα μο­νο­πά­τι που έχει μά­λι­στα και δια­κλα­δώ­σεις:
Υπο­θέ­το­ντας ότι η υπο­τί­μη­ση θα πραγ­μα­το­ποι­η­θεί σε συν­θή­κες βα­θιάς ύφε­σης, σαν τη ση­με­ρι­νή, θα πρέ­πει να πε­ρι­μέ­νου­με, και μά­λι­στα σύ­ντο­μα, μιαν αύ­ξη­ση στη ζή­τη­ση για εγ­χώ­ρια προ­ϊ­ό­ντα και μια μεί­ω­ση στις ει­σα­γω­γές κα­τα­να­λω­τι­κών προ­ϊ­ό­ντων (και όχι αυ­ξή­σεις των εγ­χω­ρί­ων τιμών[1]). Αυτό θα έχει απο­τέ­λε­σμα τη βελ­τί­ω­ση[2] του εμπο­ρι­κού ισο­ζυ­γί­ου αγα­θών και υπη­ρε­σιών της χώρας (που είναι η δια­φο­ρά εξα­γω­γών - ει­σα­γω­γών). Από το ση­μείο αυτό ξε­κι­νούν δύο αλυ­σί­δες επι­πτώ­σε­ων:
Πρώτη αλυ­σί­δα επι­πτώ­σε­ων: πώς και πόσο η υπο­τί­μη­ση θα μειώ­σει την αγο­ρα­στι­κή δύ­να­μη των μι­σθών
Η πρώτη αλυ­σί­δα επι­πτώ­σε­ων αφορά στη συ­ναλ­λαγ­μα­τι­κή ισο­τι­μία:

Όσο θα βελ­τιώ­νε­ται το εμπο­ρι­κό ισο­ζύ­γιο αγα­θών και υπη­ρε­σιών υπό την επί­δρα­ση των ευ­νοϊ­κό­τε­ρων τιμών των προ­ϊ­ό­ντων, τόσο θα ενι­σχύ­ε­ται το εθνι­κό νό­μι­σμα μέσα από το παι­χνί­δι των χρη­μα­τι­στι­κών αγο­ρών και τόσο η αρ­χι­κή υπο­τί­μη­ση θα τεί­νει να πε­ριο­ρι­στεί. Στο τέλος της δια­δι­κα­σί­ας η ισο­τι­μία θα ισορ­ρο­πή­σει στο ση­μείο εκεί­νο που αντι­στοι­χεί στην πα­ρα­γω­γι­κή ισχύ της χώρας και στην αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα των προ­ϊ­ό­ντων της (κάτι που πα­ρε­μπι­πτό­ντως ση­μαί­νει ότι η αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα δεν είναι απλώς «υπό­θε­ση των κα­πι­τα­λι­στών» αλλά και υπό­θε­ση μιας κυ­βέρ­νη­σης της Αρι­στε­ράς, όπως είναι και η πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση - αλλά όλα αυτά είναι μια άλλη ιστο­ρία). Μετά από την αρ­χι­κή υπο­τί­μη­ση, λοι­πόν, που θα είναι πολύ με­γά­λη, θα ακο­λου­θή­σει μια πε­ρί­ο­δος προ­σαρ­μο­γής της συ­ναλ­λαγ­μα­τι­κής ισο­τι­μί­ας που θα κα­τα­λή­ξει σε μια τε­λι­κή απώ­λεια, της οποί­ας το μέσο εκτι­μώ­με­νο μέ­γε­θος, σύμ­φω­να με τους διε­θνείς ορ­γα­νι­σμούς, είναι της τάξης του 15%. Αυτό θα είναι το μέ­γε­θος της μεί­ω­σης της αγο­ρα­στι­κής μας δύ­να­μης όσον αφορά τα ει­σα­γό­με­να προ­ϊ­ό­ντα. Έτσι, για ένα νοι­κο­κυ­ριό μι­σθω­τών του οποί­ου το κα­λά­θι αγα­θών και υπη­ρε­σιών που είναι ανα­γκαίο για τη δια­βί­ω­σή του πε­ρι­λαμ­βά­νει 30% ει­σα­γό­με­να, η απώ­λεια αγο­ρα­στι­κής δύ­να­μης θα ανέρ­χε­ται σε 4,5%. Εάν μά­λι­στα απο­φα­σί­σει να υπο­κα­τα­στή­σει κά­ποια ει­σα­γό­με­να με εγ­χώ­ρια προ­ϊ­ό­ντα, η επι­βά­ρυν­σή του θα είναι μι­κρό­τε­ρη. Σε βάθος δε­κα­ε­τί­ας θα υπάρ­ξουν και άλλες μειώ­σεις, οι οποί­ες όμως θα βαί­νουν μειού­με­νες. Αυτό, είναι η πρώτη αλυ­σί­δα επι­πτώ­σε­ων στην αγο­ρα­στι­κή δύ­να­μη εξαι­τί­ας της υπο­τί­μη­σης, αλλά δεν είναι η μο­να­δι­κή.
Δεύ­τε­ρη αλυ­σί­δα επι­πτώ­σε­ων: πώς και πόσο η υπο­τί­μη­ση θα αυ­ξή­σει την αγο­ρα­στι­κή δύ­να­μη των μι­σθών
Ας πάμε τώρα ξανά στο ση­μείο δια­κλά­δω­σης που αφή­σα­με πίσω μας, στο ση­μείο όπου η υπο­τί­μη­ση είχε συμ­βεί και είχε κα­τα­στή­σει ακρι­βά τα ει­σα­γό­με­να και φθηνά τα εγ­χώ­ρια προ­ϊ­ό­ντα μας (αγαθά και υπη­ρε­σί­ες), για να ακο­λου­θή­σου­με το δεύ­τε­ρο κα­νά­λι επι­πτώ­σε­ων. Το κα­νά­λι αυτό είναι της απα­σχό­λη­σης και των μι­σθών. Φθη­νό­τε­ρα εγ­χώ­ρια προ­ϊ­ό­ντα και ακρι­βό­τε­ρες ει­σα­γω­γές οδη­γούν σε αύ­ξη­ση της εγ­χώ­ριας ζή­τη­σης, και πριν προ­λά­βει να πε­ρά­σει ένα ολό­κλη­ρο έτος, η αύ­ξη­ση αυτή με­τα­τρέ­πε­ται σε με­γέ­θυν­ση της πα­ρα­γω­γής, του ΑΕΠ. Οι επι­χει­ρή­σεις, έχο­ντας άφθο­νο αχρη­σι­μο­ποί­η­το πα­ρα­γω­γι­κό δυ­να­μι­κό και βλέ­πο­ντας το βι­βλίο των πα­ραγ­γε­λιών τους να γε­μί­ζει, θα προ­χω­ρή­σουν σε προ­σλή­ψεις για να αυ­ξή­σουν την πα­ρα­γω­γή τους. Θα δούμε τότε την απα­σχό­λη­ση να αυ­ξά­νε­ται, και θα φθά­σου­με έτσι σε ένα ση­μείο δια­κλά­δω­σης από το οποίο ξε­κι­νούν άλλα πάλι μο­νο­πά­τια επι­πτώ­σε­ων.
Ας δια­σχί­σου­με ένα από αυτά αφή­νο­ντας τα υπό­λοι­πα για μιαν άλλη φορά: Όταν είναι αυ­ξη­μέ­νη η απα­σχό­λη­ση, οι μι­σθω­τοί έχουν με­γα­λύ­τε­ρη δια­πραγ­μα­τευ­τι­κή δύ­να­μη ένα­ντι των επι­χει­ρή­σε­ων επει­δή η αύ­ξη­ση της απα­σχό­λη­σης συ­νή­θως συ­νο­δεύ­ε­ται από μεί­ω­ση της ανερ­γί­ας, και σαν απο­τέ­λε­σμα οι πραγ­μα­τι­κοί μι­σθοί αυ­ξά­νο­νται. Έτσι, στο αρ­νη­τι­κό απο­τέ­λε­σμα που είχε η υπο­τί­μη­ση του νο­μί­σμα­τος, και για την οποία ομι­λούν οι δύο πο­λι­τι­κοί μας, θα πρέ­πει να προ­σθέ­σου­με τώρα μια θε­τι­κή επί­πτω­ση που προ­έρ­χε­ται από το γε­γο­νός ότι η ανερ­γία μειώ­θη­κε και προ­κά­λε­σε αύ­ξη­ση των πραγ­μα­τι­κών μι­σθών, δη­λα­δή της αγο­ρα­στι­κής δύ­να­μης των μι­σθών.[3]
Κά­νο­ντας το άθροι­σμα, βρί­σκου­με… την πάλη των τά­ξε­ων
Στο τέλος της δια­δι­κα­σί­ας αυτής, όπου θα έχει επέλ­θει ισορ­ρο­πία δυ­νά­με­ων με­τα­ξύ κε­φα­λαί­ου και ερ­γα­σί­ας, το ει­σο­δη­μα­τι­κό με­ρί­διο της ερ­γα­σί­ας μπο­ρεί να έχει αυ­ξη­θεί ή να έχει μειω­θεί, αφού υπάρ­χουν πα­ρά­γο­ντες που ενερ­γο­ποιού­νται από την υπο­τί­μη­ση του νο­μί­σμα­τος και έχουν αντί­θε­τα απο­τε­λέ­σμα­τα επί των μι­σθών: με­ρι­κοί από αυ­τούς ευ­νο­ούν την αύ­ξη­ση της αγο­ρα­στι­κής δύ­να­μης των μι­σθών και άλλοι τη μεί­ω­σή τους. Όπως εί­δα­με προη­γου­μέ­νως, υπάρ­χει μια αλυ­σί­δα επι­πτώ­σε­ων που οδη­γεί σε μεί­ω­ση του πραγ­μα­τι­κού μι­σθού και μια άλλη που οδη­γεί σε αύ­ξη­ση. Τί­πο­τα δεν υπάρ­χει στο οι­κο­νο­μι­κό σύ­στη­μα, στους νό­μους που το διέ­πουν, που να προ­κα­θο­ρί­ζει ποια από τις δύο επι­πτώ­σεις είναι η ισχυ­ρό­τε­ρη. Δεν υπάρ­χει, λοι­πόν, η ΤΙΝΑ των κκ. Μάρδα και Κου­τσού­μπα, υπάρ­χει απλώς απροσ­διο­ρι­στία.
Αλλά τότε ποιος απο­φα­σί­ζει τε­λι­κά εάν θα αυ­ξη­θεί το ει­σο­δη­μα­τι­κό με­ρί­διο της ερ­γα­σί­ας ή εάν θα μειω­θεί; Το σχε­τι­κό βάρος που ρί­χνουν οι δύο αντα­γω­νι­στι­κές πλευ­ρές, το κε­φά­λαιο και η ερ­γα­σία στη ζυ­γα­ριά του συ­σχε­τι­σμού δυ­νά­με­ων: Η αύ­ξη­σή της αγο­ρα­στι­κής δύ­να­μης των μι­σθών θα είναι ευ­θέ­ως ανά­λο­γη της προ­στα­σί­ας που θα πα­ρέ­χουν οι θε­σμοί της αγο­ράς ερ­γα­σί­ας στους μι­σθω­τούς, ανά­λο­γη του βαθ­μού κά­λυ­ψης των μι­σθω­τών από συλ­λο­γι­κές συμ­βά­σεις, του βαθ­μού απο­τε­λε­σμα­τι­κής λει­τουρ­γί­ας της Επι­θε­ώ­ρη­σης Ερ­γα­σί­ας και γε­νι­κό­τε­ρα ολό­κλη­ρου του θε­σμι­κού πλαι­σί­ου της αγο­ράς ερ­γα­σί­ας. Το θε­σμι­κό πλαί­σιο της αγο­ράς ερ­γα­σί­ας είναι η απο­κρυ­στάλ­λω­ση του πα­ρό­ντος και του πα­ρελ­θό­ντος συ­σχε­τι­σμού δυ­νά­με­ων με­τα­ξύ ερ­γα­σί­ας και κε­φα­λαί­ου, είναι οι κα­νό­νες με τους οποί­ους ορί­ζε­ται με ποιο τρόπο και με ποιους όρους θα πω­λεί­ται και θα κα­τα­να­λώ­νε­ται η ερ­γα­σια­κή δύ­να­μη των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων από τους κε­φα­λαιο­κρά­τες. Για τους λό­γους αυ­τούς, το θε­σμι­κό πλαί­σιο της αγο­ράς ερ­γα­σί­ας απο­τε­λεί κα­τε­ξο­χήν τόπο τα­ξι­κού αντα­γω­νι­σμού και έχει στρα­τη­γι­κή ση­μα­σία για κάθε με­τα­βα­τι­κό πρό­γραμ­μα της Αρι­στε­ράς.
Οι ολέ­θριες επι­πτώ­σεις, λοι­πόν, της νέας δραχ­μής στο ει­σό­δη­μα των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων υπάρ­χουν μόνον μέσα στο μυαλό του κ. Κου­τσού­μπα. Αλλά και οι ολέ­θριες επι­πτώ­σεις μιας υπο­τί­μη­σης της νέας δραχ­μής στο ΑΕΠ υπάρ­χουν μόνο στο μυαλό του κ. Μάρδα, διότι στην αρ­χι­κή αρ­νη­τι­κή επί­πτω­ση επί της δύ­να­μης του ΑΕΠ να αγο­ρά­ζει ει­σα­γό­με­να προ­ϊ­ό­ντα, που βλέ­πει ο υπουρ­γός, θα πρέ­πει να προ­σθέ­σει και τη θε­τι­κή επί­πτω­ση στο πραγ­μα­τι­κό ΑΕΠ από τη βελ­τί­ω­ση του ισο­ζυ­γί­ου αγα­θών και υπη­ρε­σιών - και αυτήν δεν τη βλέ­πει (ή εάν τη βλέ­πει, δεν την υπο­λο­γί­ζει σωστά).
Η διε­θνής ιστο­ρι­κή εμπει­ρία δεί­χνει  πά­ντως ότι το τε­λι­κό επί­πε­δο πα­ρα­γω­γής συ­νή­θως είναι υψη­λό­τε­ρο από αυτό που υπήρ­χε πριν την υπο­τί­μη­ση. Αυτό οφεί­λε­ται στο γε­γο­νός ότι η προ­σαρ­μο­γή της οι­κο­νο­μί­ας που πυ­ρο­δο­τεί­ται από την ονο­μα­στι­κή υπο­τί­μη­ση ενός εθνι­κού νο­μί­σμα­τος ολο­κλη­ρώ­νε­ται στη με­σο­πρό­θε­σμη διάρ­κεια και προ­λα­βαί­νει να επι­δρά­σει θε­τι­κά στη συσ­σώ­ρευ­ση κε­φα­λαί­ου και την πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τα της ερ­γα­σί­ας. Αλ­λά­ζει δη­λα­δή την πο­ρεία της κε­φα­λαιο­κρα­τι­κής συσ­σώ­ρευ­σης.
 
[1] Σε αυτή τη φάση της ύφε­σης, οι επι­χει­ρή­σεις εν­δια­φέ­ρο­νται να ανα­κτή­σουν χα­μέ­να με­ρί­δια αγο­ράς και δεν αυ­ξά­νουν τις τιμές τους. Στην χει­ρό­τε­ρη πε­ρί­πτω­ση, θα με­τα­φέ­ρουν ένα σχε­τι­κά μικρό μέρος από την αύ­ξη­ση του κό­στους ερ­γα­σί­ας στις τιμές.
[2] Αυτό συμ­βαί­νει υπό όρους, οι οποί­οι όμως, όπως δεί­χνουν οι οι­κο­νο­με­τρι­κές εκτι­μή­σεις, πλη­ρού­νται στην πε­ρί­πτω­ση της Ελ­λά­δας όπου υπάρ­χουν αρ­κού­ντως υψη­λές ελα­στι­κό­τη­τες των εξα­γω­γών και των ει­σα­γω­γών ως προς τις τιμές.
[3] Αυτή η δια­δι­κα­σία, μεί­ω­σης της ανερ­γί­ας και αύ­ξη­σης των μι­σθών θα συ­νε­χί­ζε­ται έως ότου η αύ­ξη­ση της πα­ρα­γω­γής μειώ­σει ση­μα­ντι­κά το αχρη­σι­μο­ποί­η­το κε­φά­λαιο, το αχρη­σι­μο­ποί­η­το πα­ρα­γω­γι­κό δυ­να­μι­κό που έχουν οι ερ­γο­δό­τες. Όταν συμ­βεί αυτό, οι επι­χει­ρή­σεις δέ­χο­νται πολ­λές πα­ραγ­γε­λί­ες σε σχέση με αυτές που μπο­ρούν να ικα­νο­ποι­ή­σουν, βρί­σκο­νται λοι­πόν σε ισχυ­ρή δια­πραγ­μα­τευ­τι­κή θέση ένα­ντι των πε­λα­τών τους και αυ­ξά­νουν τις τιμές τους. Με τον τρόπο αυτόν, κά­νο­ντας πιο ακρι­βά τα προ­ϊ­ό­ντα τους, θα βά­λουν ένα τέλος στις αυ­ξή­σεις των πραγ­μα­τι­κών μι­σθών. Θα βάλ­λουν εξάλ­λου τέλος και στην βελ­τί­ω­ση του εξω­τε­ρι­κού ισο­ζυ­γί­ου και στις αλ­λα­γές της συ­ναλ­λαγ­μα­τι­κής ισο­τι­μί­ας της δραχ­μής, που θα έχει φτά­σει στην "συ­ναλ­λαγ­μα­τι­κή ισο­τι­μία ισορ­ρο­πί­ας τα­ξι­κών δυ­νά­με­ων"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου