«Δεν επιτρέπεται να χαρακτηρίζεται η νεολαία της Ελλάδος ως αναρχική»
Γεώργιος Παπαδόπουλος (5/1/1968)
Θα μπορούσαμε να εντάξουμε την ελληνική περίπτωση στο ευρύτερο πλαίσιο των σίξτις;
Ποιες ήταν οι συνέχειες και ποιες οι τομές στη νεολαιίστικη κουλτούρα διαμαρτυρίας μετά το πραξικόπημα του Απριλίου του ’67;
Σε ποιο βαθμό ήταν οι αντικαθεστωτικοί Ελληνες φοιτητές σε επαφή με τον πολιτικό ριζοσπαστισμό, αλλά και με τη μαζική κουλτούρα της εποχής του Μάη του ’68;
Και ποια ήταν τα πολιτικά και πολιτισμικά εφόδια που είχαν στη διάθεσή τους προκειμένου να διαταράξουν τη συγκατάβαση, απάθεια ή ακόμα και ανοιχτή στήριξη που χαρακτήριζε ένα μέρος της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στη δικτατορία έπειτα από πέντε χρόνια αυταρχικής διακυβέρνησης;
Συνέχειες και τομές
Του πραξικοπήματος έπεται μια μακρά περίοδος αναταραχών, η οποία περιελάμβανε τη διεκδίκηση περαιτέρω εκδημοκρατισμού από την πλευρά των μεσαίων στρωμάτων που είχαν παραγκωνιστεί μετά το τέλος του Εμφυλίου, καθώς και την αντιπαράθεση της λαϊκής Δεξιάς και κατ’ επέκταση του φιλελεύθερου Κέντρου με τον Παλάτι, που οδήγησε σε μια κατάσταση παρατεταμένης αστάθειας.
Η χώρα όμως και η ελληνική κοινωνία χαρακτηρίζονταν την ίδια στιγμή από ραγδαίες και σημαντικές αλλαγές: μετανάστευση, οικονομική ανάπτυξη, μαζικός τουρισμός από το εξωτερικό, εκβιομηχάνιση και αστικοποίηση.
Μετά την επιβολή της δικτατορίας το 1967, πέρα από την αυθαίρετη και βίαιη διακυβέρνησή τους, οι συνταγματάρχες προσπάθησαν να συμβαδίσουν με όλες αυτές τις εξελίξεις, ενισχύοντας παράλληλα τη μαζική κατανάλωση.
Η πελατειακή λογική του καθεστώτος οδήγησε στην υιοθέτηση μέτρων κοινωνικής πολιτικής, τα οποία οδήγησαν στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου.