Αναδημοσίευση από Το περιβάλλον συζητά με έναν Αρχιτέκτονα
Περιβάλλον: Στην προηγούμενη
συζήτησή μας μου είπες ότι: «Όταν η Αθήνα
έγινε πρωτεύουσα του Κράτους η βασιλεία
ανέθεσε τον σχεδιασμό τότε της πόλης με
το εντυπωσιακό «το σχέδιον πρέπει να
είναι εφάμιλλον της αρχαίας δόξης και
λαμπρότητος της πόλεως ταύτης, και άξιον του αιώνος εις τον οποίον
ζώμεν». Και τελικά το σχέδιο έγινε εφάμιλλον της αντιδραστικής πολιτικής σε
βάρος του λαού, της αποπροσανατολιστικής πολιτικής προπαγάνδας για να μην
ξυπνήσει ο λαός, και η άρχουσα τάξη εξασφάλισε με λαμπρότητα να διατηρηθεί στην
εξουσία, παραπλανώντας τον λαό καλλιεργώντας του ψεύτικα παραπλανητικά
ιδανικά». Μπορείς να μου το εξηγήσεις; Θέλω
δηλαδή να μιλήσουμε για την «Νεοκλασική Πολεοδομία» που εφαρμόστηκε τότε στο
σχέδιο της Αθήνας.
Αρχιτέκτονας
: Μιλάμε δηλαδή για την
κοινωνικό-πολιτική-οικονομική ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης η οποία στην
Πολεοδομία εκφράζεται με τον όρο «Νεοκλασική Πολεοδομία». Η Πολεοδομία έχει
κοινωνικό-πολιτικό-οικονομικό περιεχόμενο. Η δομή της πόλης (πολεοδομία) εκφράζει
την κοινωνική-πολιτική-οικονομική ιδεολογία της τάξης που κυβερνά. Ας ξεκινήσουμε με το τι εννοούμε όταν λέμε
«Νεοκλασική Πολεοδομία».
Η «Νεοκλασική πολεοδομία» εκφράζει την
κοινωνική-πολιτική-οικονομική ιδεολογία της αστικής τάξης στη δομή της πόλης. Η
αστική τάξη οραματίζεται και σχεδιάζει την πόλη που η ίδια σαν κυρίαρχη τάξη θα
χρησιμοποιήσει.
Ας δούμε σε συντομία τι μας λέει η
σχετική βιβλιογραφία:
«Ο νεοκλασικισμός στην περίοδο 1740-1780
θριαμβεύει σε όλη την Ευρώπη, και γίνεται η κυρίαρχη έκφραση της αρχιτεκτονικής
της διευθύνουσας τάξης….. από τα 1805 και μετά
μπαίνει στην υπηρεσία της κυρίαρχης πολιτικής τάξης[1]».
«Μετά το 1850 ξεκινούν τα μεγάλα έργα
μεταμόρφωσης των πόλεων. Παρ’ όλο που οι υπάρχουσες συνθήκες χώρου και
οργάνωσης των πόλεων, γίνονται αποδεκτές σαν μια πραγματικότητα που πρέπει να τακτοποιηθεί με
ορθολογικό τρόπο, ο σχεδιασμός των πόλεων περιορίζεται στους χώρους όπου η
κυρίαρχη τάξη που έχει την εξουσία στα χέρια της, λειτουργεί και κατοικεί, ενώ
οι βιομηχανικές περιοχές και οι περιοχές όπου κατοικεί η εργατική τάξη είτε
αυτές βρίσκονται εντός του παλιού ιστορικού κέντρου είτε στην περιφέρεια, αποκλείονται από τον
οργανωμένο σχεδιασμό της πόλης. Στην περίοδο αυτή πραγματοποιούνται οι μεγαλύτερες
επεμβάσεις του αιώνα, Βρυξέλλες (1867-1871), Λονδίνο (1848-65), στο Ring της Βιέννης (1859-1872), η επέκταση της
Βαρκελώνης ( από το 1859 ), της
Στουτγάρδης (από το 1866) , του Βερολίνου (από το 1862), της Φλωρεντίας (από το
1862). Οι παραπάνω αναφερόμενες επεμβάσεις, παρ’ όλο που ακολουθούν την ίδια
λογική, παρουσιάζονται σαν να έχουν δήθεν ειδικά χαρακτηριστικά, και
εμφανίζονται να σχετίζονται, είτε με την μορφή των προϋφιστάμενων τμημάτων της
πόλης, είτε με τις κοινωνικό-οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, είτε με τη
μορφή και το βαθμό που το φαινόμενο της εκβιομηχάνισης και η αντίστοιχη μαζική
αστικοποίηση προσδιορίζει[2]».
Από τα παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε ότι
η ιδεολογία του νεοκλασικισμού στην πολεοδομία περιορίζεται στην οργάνωση και
σχεδίαση του χώρου της πόλης όπου η κυρίαρχη τάξη λειτουργεί και κατοικεί, η
σύνδεσή της με τα προβλήματα των κατώτερων τάξεων που λειτουργούν και κατοικούν
στην πόλη, φαίνεται ότι γίνεται για
λόγους καθαρά προπαγανδιστικού πολιτικού
αποπροσανατολισμού των τάξεων αυτών.
Ας δούμε πρώτα μερικά ιστορικά στοιχεία.
Οι ξένες Δυνάμεις – οι προστάτιδες –
ιδρύουν στην χώρα μας το 1832 μια
απόλυτη μοναρχία με Βασιλιά τον Όθωνα. Στο νεοϊδρυμένο βασίλειο παίρνει
την εξουσία στα χέρια της η ντόπια και
ξένη φεουδαρχική ολιγαρχία. Η αστική
τάξη εκείνης της εποχής, και ιδιαίτερα το ανώτερο στρώμα της, για να
κατοχυρώσει τα συμφέροντά της, συμβιβάζεται με τα ντόπια και ξένα φεουδαρχικά
στοιχεία, γίνεται συντηρητική και ανασταλτική στην πρόοδο. Οι ξένες δυνάμεις
λειτουργούν σαν αποικιοκρατικές δυνάμεις στην χώρα μας, η δε ντόπια φεουδαρχία
και η ανώτερη αστική τάξη με δουλοπρέπεια υποταγμένη στις ξένες δυνάμεις, τις
εξυπηρετεί τυφλά προκειμένου να ισχυροποιηθεί στην εξουσία της χώρας. Κάθε
προοδευτική φωνή, που στηρίζει την πρόοδο της χώρας και του λαού, συκοφαντείται
και διώκεται.
Η συντηρητική
κυρίαρχη τάξη λοιπόν αναθέτει τον σχεδιασμό της «πόλης των Αθηνών» με
την υπόδειξη ότι «πρέπει να είναι
εφάμιλλον της αρχαίας δόξας και της αρχαίας λαμπρότητας της πόλης». Στην
έρημη Αθήνα εκείνης της εποχής (ο πληθυσμός της δεν
ξεπερνά τις 12.000 ) δεν υπάρχει καμιά
οικονομική δραστηριότητα πόλης, ούτε εμπορική, ούτε πόσο μάλλον
βιομηχανική. Και
ούτε προβλέπεται, και αυτό διότι οι ξένες δυνάμεις ενδιαφέρονται μόνο
για την
εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας με αποικιοκρατικές
συνθήκες,
οι δε ντόπιες για την ισχυροποίησή τους στην διαχείριση της κρατικής
εξουσίας. Μοναδικός προσανατολισμός της κυρίαρχης ντόπιας και
ξένης πολιτικής τάξης, η εκμετάλλευση του λαού.
Η Αθήνα της εποχής εκείνης δεν έχει
κανένα από τα χαρακτηριστικά των Ευρωπαϊκών πόλεων, που αναφέρονται παραπάνω. Η
εμπορική και βιομηχανική ανάπτυξη, που προκαλεί μαζική αστικοποίηση, είναι
μηδενική. Η συντηρητική κυρίαρχη τάξη λοιπόν παρουσιάζεται να θέλει να
σχεδιάσει μια νέα πόλη που θα εξασφαλίζει
ιδανικές συνθήκες διαβίωσης «σ’ όλους» εκείνους
που θα θελήσουν να εγκατασταθούν στην πόλη. Αλλά αυτό είναι το «πρόσωπο» που
θέλει να εμφανίσει.