Οι αριθμοί Μερσέν και ένας φίλος από τα παλιά: ένα χειμωνιάτικο διήγημα για το χρόνο που τρέχει.
του συναδέλφου Γιάννη Καρπούζη
Ήρθε αργά το βράδυ στο σπίτι και
χτύπησε δυνατά τη πόρτα μου · όχι το κουδούνι αλλά την ίδια τη πόρτα.
Έβρεχε τόσο εκείνο το βράδυ. Κατάλαβα ότι κάτι δε πήγαινε καλά. Τα δυο
ποτά που είχα κατεβάσει σε ένα μπαρ του κέντρου με είχανε ρίξει σε
λήθαργο εδώ και ώρες. Κι όμως η πόρτα χτυπούσε δυνατά και η βροχή
συνέχιζε να πέφτει άγρια πάνω στη πόλη. Σηκώθηκα, το σπίτι κρύο, έριξα
κάτι πάνω μου και άνοιξα την πόρτα. Όταν είδα τον Τάκη να χτυπάει
παραξενεύτηκα αλλά δεν μπορούσα να πω τίποτα άλλο παρά, παλιέ μου αγαπημένε φίλε. Δε με κοίταξε. Το βλέμμα του σκυμμένο στα βρεγμένα παπούτσια που είχε αγοράσει κάπου στην Ανδαλουσία εκείνο το καλοκαίρι πριν από δύο χρόνια. Τον
έβαλα μέσα, φαινόταν συντετριμμένος χωρίς να μπορώ να καταλάβω αν
ήτανε η οδύνη στο βλέμμα του ή αυτή η τεράστια νοσταλγία που ένιωθε
καμιά φορά, και που όλοι ξέρουμε πως μας έχει αγγίζει κι εμάς μην
ξέροντας όμως το γιατί. Κάτσε Φίλε μου του είπα, ευχαριστώ μου
λέει και κάθεται στο καναπέ απέναντι από το παράθυρο, βγάζει ένα κουτάκι
αναψυκτικού από τη τσέπη, νομίζω Σπράιτ – δε θυμάμαι κι εγώ καλά πάει
τόσος καιρός – και ανάβει ένα τσιγάρο, Καρέλια χρυσάφι. Κοιτάζοντας τον
με έπιασε νοσταλγία για τις εποχές πριν από τη κρίση, όταν όλα ήτανε
διαφορετικά, οι φοιτητές κάπνιζαν Καρέλια αντί για στριφτά τσιγάρα και ο
κόσμος είχε ακόμη λεφτά- έμεινα τότε να συλλογιέμαι όλα αυτά που
γίνονταν πριν από τη κρίση και λίγο τη Μάρα, μία παλιά συμμαθήτρια που
κάποτε μου είχε πει ότι είμαι ονειροπόλος και αφού μου έδωσε ένα φιλί με
προειδοποίησε ότι αυτό δε θα με βγάλει σε καλό. Ας επιστρέψουμε όμως
στον Τάκη που καπνίζει δίπλα στο παράθυρο χαζεύοντας τη βροχή που
χάνεται στάλα τη στάλα πάνω στο τζάμι, αφού γυρίζει σε μένα μετά από
λίγο: Πέτρο μόλις συνέβη κάτι φοβερό, κάτι που μπορεί να αλλάξει τη ζωή όλων μας.
Ο Τάκης Αλφανατσιάν τελείωνε τότε το διδακτορικό του στη Μαθηματική
σχολή σε συνεργασία με το πασίγνωστο επιστημονικό τμήμα «Niels Bohr»
στην Κοπεγχάγη. Το επώνυμο του είναι όντως αρμενικό, εικάζεται μάλιστα
πως κάποιος πρόγονος του είχε οργανωθεί στις αρχές του αιώνα στους
παρτιζάνους του Καυκάσου υπό την αρχηγεία του κομμουνιστή ηγέτη
Μελκονιάν Αγαμπαντζιάν πολεμώντας τόσο τους Τούρκους Μουσουλμάνους όσο
και τον επίσημο χριστιανικό στρατό, σχηματίζοντας ένα από τα πρώτα
αυτόνομα πολιτεύματα στην ιστορία των λαών του Καυκάσου, κάποτε όμως
έφυγε στην Ελλάδα. Επαναλαμβάνω πως όλα αυτά είναι εικασίες και όχι
καταγραμμένο οικογενειακό αρχείο. Έτσι μία έντονη περιέργεια με κατέλαβε
προσπαθώντας να καταλάβω τα επόμενα λόγια του, βρήκα την απάντηση στο ζήτημα της προόδου των αριθμών Μερσέν
· σχεδόν συνειρμικά σκέφτομαι πως ίσως να εννοεί τον μεγάλο καλόγερο
και μαθηματικό Μαρέν Μερσέν, έτσι τον ρώτησα, Τάκη μιλάς όντως για τον
διάσημο μοναχό αλλά και μαθηματικό Μαρέν Μερσέν; με κοιτάζει με σταθερό
βλέμμα και μου απαντάει, ναι. Κατάλαβα πως έλεγε την αλήθεια. Στο
δρόμο μου λέει για την έρευνα που κάναμε πάνω στη τροχιά ενός
ηλεκτρονίου γύρω από ένα πυρήνα υδρογόνου έπεσα πάνω στην επίλυση ενός
προβλήματος που κανείς δε περίμενε ότι θα βρεθεί ποτέ λύση· στα μάτια
του τότε σχηματίστηκαν δάκρυα, δεν τον είχα ξαναδεί ποτέ τόσο
αναστατωμένο.