Η πιστοποίηση του επαγγέλματος και οι δύο βαθμίδες στο Μητρώο του ΤΕΕ
του Κώστα Σαμδάνη* από το Δρόμο
Η συγκυβέρνηση, ανάμεσα στις ιδιωτικοποιήσεις και την διάλυση των
εργασιακών σχέσεων, προχωράει μέσα στο καλοκαίρι και στην κατάργηση των
επαγγελματικών δικαιωμάτων των μηχανικών. Σύμφωνα με το πολυνομοσχέδιο
θα πρέπει, μέσα στο καλοκαίρι, να ολοκληρωθεί η διαβούλευση με τους
εμπλεκόμενους φορείς, για να καθοριστούν τα Π.Δ. που θα επιβάλουν τον
τρόπο άσκησης του επαγγέλματος του μηχανικού.
Ο βασικός φορέας των μηχανικών, το ΤΕΕ, λόγω των αρχαιρεσιών του που
ολοκληρώθηκαν μόλις την προηγούμενη βδομάδα, δεν έχει επισήμως καταθέσει
καμία πρόταση. Αυτό δεν εμπόδισε τον πρόεδρο της Δ.Ε., Χρ. Σπίρτζη,
ακόμα και πριν την επανεκλογή του, να εμφανίζεται ιδιαίτερα θετικός στην
προοπτική το ΤΕΕ να αναλάβει να γίνει ο φορέας πιστοποίησης όλων των
τεχνικών επαγγελμάτων. Με δεδομένα τα προβλήματα του κλάδου
(ασφαλιστικό, ανεργία, υποαπασχόληση) αλλά και την πικρή εμπειρία με την
υπόθεση των ενεργειακών επιθεωρητών, το έργο των πρόθυμων του ΤΕΕ να
μας πείσουν πως η πιστοποίηση του επαγγέλματος γίνεται για το καλό μας,
είναι ιδιαίτερα δύσκολο. Ήδη οι περισσότεροι φορείς μηχανικών (σωματεία,
επιστημονικοί σύλλογοι, αλλά και ορισμένα περιφερειακά τμήματα του ΤΕΕ)
έχουν εναντιωθεί με τη λογική των πιστοποιήσεων. Μοναδική συγκεκριμένη
πρόταση που υπάρχει και που κινείται στη λογική των πιστοποιήσεων είναι η
πρόταση της αντίστοιχης Ομάδας Εργασίας του ΤΕΕ-Τμήμα Κεντρικής
Μακεδονίας.
Η πρόταση
Σύμφωνα με αυτήν την πρόταση υπάρχει οριζόντιος και κάθετος
κατακερματισμός της επαγγελματικής δραστηριότητας του μηχανικού καθώς
«καθορίζονται δύο βαθμίδες στο Μητρώο του ΤΕΕ: Α και Β και κάθε μία από
αυτές αφορά είτε σε μελέτη, είτε σε κατασκευή, είτε σε επίβλεψη έργου».
Δηλαδή, όλοι όσοι αποκτήσουν στο εξής δίπλωμα ή πτυχίο ή
αποδεικτικό-πιστοποιητικό παρακολούθησης κάποιου προγράμματος σπουδών
3ετούς φοίτησης θα εγγράφονται στο ΤΕΕ όχι ως νέοι συνάδελφοι, αλλά ως
ασκούμενοι (στο πρωτότυπο κείμενο αναφέρονται και ως junior) μηχανικοί
στην κατηγορία Α, και μάλιστα με τους ίδιους δυσμενείς όρους. Δεν θα
έχουν δικαίωμα άσκησης του επαγγέλματος και προκειμένου να θεμελιώσουν
δικαίωμα άσκησης του επαγγέλματος θα πρέπει υποχρεωτικά να γίνουν… ο
junior κάποιου μηχανικού της κατηγορίας Β – που σημαίνει, στην καλύτερη
περίπτωση, εργασία με αποδοχές ανειδίκευτου υπαλλήλου γραφείου, ενώ στη
χειρότερη άμισθη εργασία.
Φυσικά, η εργασία του «δόκιμου» δεν θα αναγνωρίζεται ως τέτοια, αλλά
ως εργασία-άσκηση, οπότε η σχέση του με τον μηχανικό της κατηγορίας Β,
δεν θα είναι σχέση εργαζόμενου-εργοδότη, αλλά σχέση
ασκούμενου-επιβλέποντος. Άρα το υπάρχον σχήμα συγκαλυμμένης εξαρτημένης
σχέσης εργασίας μηχανικός-συνεργάτης, επιχειρείται να μετατραπεί στη
σχέση: ασκούμενος-πάροχος άσκησης. Και μάλιστα η υποβολή σε αυτή τη
διαδικασία θα είναι υποχρεωτική, οπότε η εκμετάλλευση από πλευράς του
εργοδότη θα είναι εντονότερη, υπό το διπλό πλέον φόβητρο της ανεργίας ή
της μη συμπλήρωσης απαιτούμενης εμπειρίας για να μπορέσει να δώσει
κάποιος τις εξετάσεις. Η δε αμοιβή του «εργαζόμενου-ασκούμενου» θα
μπορεί να είναι η πολύτιμη -υποχρεωτική θεσμικά πλέον- εμπειρία αντί για
μισθό.
Όλοι στο καζάνι
Για τη μεταπήδηση στην κατηγορία Β θα απαιτείται χρονική περίοδος
μετά την κτήση του τίτλου εκπαίδευσης στην οποία θα εργάζεται ο… junior
για να μπορέσει να δώσει εξετάσεις και να αποκτήσει δικαίωμα άσκησης
επαγγέλματος μόνο «στην ειδικότητα στην οποία εξετάστηκε». Στο ίδιο
καζάνι θα βράζουν οι απόφοιτοι όλων των βαθμίδων (από πολυτεχνεία μέχρι
προγράμματα 3ετούς φοίτησης) με μοναδική διαφορά πως οι απόφοιτοι
Ανώτερης Εκπαίδευσης θα βγαίνουν από το καζάνι νωρίτερα από τους
υπόλοιπους, για να δώσουν εξετάσεις με τον κίνδυνο να ξαναμπούν σε αυτό
αν αποτύχουν και να το υπομείνουν για επιπλέον χρονικό διάστημα που θα
πρέπει να μεσολαβεί υποχρεωτικά μεταξύ δύο διαδοχικών συμμετοχών στις
εξετάσεις.
Φυσικά το ΤΕΕ, χωρίς χρηματοδότηση μετά την κατάργηση της εισφοράς 2%
επί της νόμιμης αμοιβής, είναι αναγκασμένο να ψάχνει πόρους για την
επιβίωσή του και να εναρμονίζεται στις κεντρικές κατευθύνσεις του
κράτους, είτε αυτό έχει να κάνει με ανταποδοτικά τέλη από νόμους όπως
των αυθαιρέτων, είτε με διοργάνωση επί πληρωμή σεμιναρίων για την, επί
πληρωμή πάλι, εξέταση των «δόκιμων» μελών του. Πρόκειται, δηλαδή, για τη
γενίκευση του αίσχους που ξεκίνησε με τους ενεργειακούς επιθεωρητές.
Είναι προφανές πως με την εφαρμογή μιας τέτοιας πρότασης οι
εργαζόμενοι μηχανικοί με εξαρτημένη σχέση εργασίας θα αντικατασταθούν,
αργά ή γρήγορα, από τους νεοεισερχόμενους στο επάγγελμα. Από την άλλη
μεριά, οι αυτοαπασχολούμενοι μηχανικοί με μικρά τεχνικά γραφεία, που ήδη
αποτελούν είδος υπό εξαφάνιση, θα αδυνατούν να επιβιώσουν μέσα σε ένα
περιβάλλον ανταγωνισμού με τις μεγάλες τεχνικές εταιρίες, αφού για ένα
απλό τεχνικό έργο θα απαιτείται μεγάλος αριθμός πιστοποιήσεων που δεν θα
διαθέτουν.
Η συγκυβέρνηση του Μνημονίου έχει τάξει τα πάντα στους τραπεζίτες,
στους έμπορους πιστοποιήσεων και στους μεγαλοεργοδότες. Είναι
αποφασισμένη και κάνει νόμο τα επιχειρηματικά συμφέροντα, την
εξυπηρέτηση του χρέους, την παραμονή της χώρας πάση θυσία στην Ευρωζώνη.
Οπότε, ο κύριος φορέας εκπροσώπησης των μηχανικών (αν ακόμα είναι κάτι
τέτοιο το ΤΕΕ), δεν μπορεί να κάνει προτάσεις για την καλύτερη εφαρμογή
του νόμου, αλλά να συνταχθεί με την υπόλοιπη κοινωνία για να γίνει νόμος
το δίκιο των κοινωνικών κινημάτων.
* Ο Κώστας Σαμδάνης είναι μέλος κεντρικής Αντιπροσωπείας ΤΕΕ και Δ.Ε. του ΤΕΕ-ΤΚΜ, και μέλος της Συσπείρωσης Αριστερών Μηχανικών