«…Η ερήμωση του ιστορικού-«χωρικού» κέντρου, η κοινωνική περιθωριοποίηση
των λαϊκών-εργατικών περιοχών «αποκαλύπτει» το βασικό και το σημαίνον:
ότι η πόλη, το μεγάλο και σημαντικό αστικό κέντρο λειτουργεί ως το
«συμβολικό» «χωρικό» και γεωγραφικό επίκεντρο της κυρίαρχης αστικής
τάξης…» του Σίμου Ανδρονίδη από εδώ
Οι σημερινές πόλεις, τα μεγάλα αστικά κέντρα ορίζονται και
προσδιορίζονται από τις πολύπλευρες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες
της οικονομικής-καπιταλιστικής κρίσης. Στον προσίδιο αστικό «χώρο»
αποκρυσταλλώνονται οι συνέπειες της συγκεκριμένης και άκρως ταξικής
διαχείρισης και ρύθμισης των «ροών» της οικονομικής κρίσης. Πέρα και
πάνω από τον δομικό δυϊσμό που αναφύεται και αποκρυσταλλώνεται στο
«χώρο» της πόλης, (αστικές συνοικίες-λαϊκές συνοικίες) πέρα και πάνω από
την δομική απόκλιση των κοινωνικών τάξεων και των ταξικών αντιθέσεων
που «διαβούν» στο «χώρο» της πόλης, η οικονομική κρίση μεταβάλλει και
νοηματοδοτεί εκ νέου τον συνολικό αστικό «χώρο». Με αυτόν τον τρόπο ο
«χώρος «έντασης» της ανθρώπινης δραστηριότητας ισοδυναμεί με την
ιδεολογική και κοινωνική κυριαρχία του άρχοντος αστικού συγκροτήματος
εξουσίας.
Και η ως άνω κυριαρχία συγκροτείται και «οριοθετείται» αρχικά στις
κατά κύριο λόγο αστικές περιοχές κατοικίας, διαμορφώνοντας τους όρους
και τις προϋποθέσεις για την σταδιακή και δομική «ανάπλαση» της
«χωρικής» οντολογίας της πόλης. Με άλλα λόγια η κοινωνική και «πολιτική»
δράση του άρχοντος αστικού μπλοκ εξουσίας τείνει να επικαθορίσει και να
επικαλύψει την «χωρική» διάρθρωση και κατανομή ισχύος που
συγκεντρώνονται στο εσωτερικό των μεγάλων αστικών κέντρων.
Το «νέο» υπόδειγμα της «κρισιακής» πόλης διαχέεται από τις ΗΠΑ στην
ηπειρωτική Ευρώπη. Η κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα
συγκεντρώνεται και ανθεί σε εκείνες τις περιοχές όπου διαβούν και
«δρουν» κοινωνικά τα μέλη των μεσοαστικών και αστικών κοινωνικών
στρωμάτων. Η ερήμωση του ιστορικού-«χωρικού» κέντρου, η κοινωνική
περιθωριοποίηση των λαϊκών-εργατικών περιοχών «αποκαλύπτει» το βασικό
και το σημαίνον: ότι η πόλη, το μεγάλο και σημαντικό αστικό κέντρο
λειτουργεί ως το «συμβολικό» «χωρικό» και γεωγραφικό επίκεντρο της
κυρίαρχης αστικής τάξης.
Ο «χώρος» των ευρύτερων μητροπολιτικών κέντρων ορίζεται και
προσδιορίζεται συνάμα ως ο «χώρος» της διευρυμένης αναπαραγωγής του
κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Και ακριβώς η διευρυμένη αναπαραγωγή
του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής επιτελείται την περίοδο της βαθιάς
και οξυμμένης οικονομικής-καπιταλιστική κρίσης, εκεί όπου η αναδιανομή
πλούτου και κοινωνικής ισχύος από τα «κάτω» προς τα «άνω», καθώς και η
ταυτόχρονη συγκέντρωση του μεγαλύτερου μέρους του κοινωνικά παραγόμενου
προϊόντος επικαθορίζει το όλο πλαίσιο της «κρισιακής» πόλης.
«Η πόλη είναι η εγγραφή των κοινωνικών σχέσεων, ρόλων, κοινωνικών
θέσεων, θεσμών, της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας στον χώρο».[1] Τα
χαρακτηριστικά του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής εγγράφονται στο
«χώρο» και στο «πεδίο» της πόλης. Όμως στο «χώρο» της πόλης συντελείται
και η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, του εργατικού μπλοκ το οποίο
είναι επιφορτισμένο με την προσίδια κινητοποίηση που έχει στόχο την
«υπέρβαση» του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής.
Η κινητοποίηση και η δραστηριοποίηση του λαϊκού-εργατικού μπλοκ
μπορεί να μεταβάλλει ριζικά και δομικά την «κίνηση» επικαθορισμού του
αστικού «χώρου» από το αστικό μπλοκ εξουσίας, κάτι που όπως τονίστηκε
και παραπάνω, διαφαίνεται και αποκρυσταλλώνεται κύρια σε εποχές
συμπύκνωσης και πύκνωσης του κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού
«χωροχρόνου», σε εποχές βαθιάς και πολυεπίπεδης οικονομικής κρίσης. Ο
λόγος περί κρίσης, το «πράττειν» την περίοδο της κρίσης τέμνει και
ανατέμνει τον αστικό «χώρο» αφήνοντας πίσω τους εκείνα τα «κρισιακά
υπολείμματα» (συνέπειες) της κρίσης που μεταβάλλουν ριζικά και επί τα
χείρω την καθημερινότητα του μπλοκ των λαϊκών-καταπιεσμένων τάξεων. Όμως
και το εργατικό-κινηματικό «πράττειν» μπορεί να μεταπλάσσει τον αστικό
«χώρο».
Και η αριστερά σε όλες τις εκφάνσεις της, κοινοβουλευτική και
εξωκοινοβουλευτική, «ρεφορμιστική» ή επαναστατική οφείλει να στρέψει τα
αναλυτικά της εργαλεία ακριβώς στο «πεδίο» του «κρισιακού» χωρικού
υποδείγματος που συνιστά η πόλη. Οφείλει να εστιάσει και να εμβαθύνει
στο «χώρο» διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαιοκρατικού τρόπου
αναπαραγωγής, καθώς όμως και στην πόλη ως «πεδίο» ανάδυσης της
εργατικής-κινηματικής εναντίωσης.
Όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει ο Ηλίας Ιωακείμογλου, «η Αριστερά, από
τα κομμουνιστικά κόμματα ως τις ακροαριστερές οργανώσεις, από την
LottaContinuaέως τον DavidΗarvey, έχει ξεχάσει ότι η αναπαραγωγή της
εργασιακής δύναμης είναι η οικιοθελής αναπαραγωγή του συλλογικού
μισθωτού σκλάβου και ότι η Πόλη του Κεφαλαίου είναι ο κατεξοχήν χώρος
αυτής της αναπαραγωγής. Έχει ξεχάσει ότι η Πόλη του Κεφαλαίου είναι οι
υλικοί δίαυλοι που κατευθύνουν τις ροές της εργασιακής δύναμης στον
αέναο κύκλο της ανάμεσα στη σφαίρα της εκμετάλλευσης και στον χώρο της
συντήρησης της και από εκεί στη σφαίρα της ιδεολογικής υποταγής και της
εκπαίδευσης μιας νέας γενιάς υποτελών εργαζόμενων τάξεων».[2]
Και η Αριστερά οφείλει και μπορεί να συμβάλλει στην ριζική
αποκοπή των όρων και των κοινωνικών «ροών» που τείνουν να διευρύνουν την
αναπαραγωγή της εργασιακής εκμετάλλευσης. Ο αστικός «χώρος» μπορεί και
πρέπει να ανασημασιοδοτηθεί ως «χώρος» μίας προσίδιας αναπαραγωγής των
«ροών» εργατικής εναντίωσης.
[1] Βλ.σχετικά, Ιωακείμογλου Ηλίας, ‘Από την πόλη του κεφαλαίου στην
πόλη της εργασίας’, Περιοδικό ‘Θέσεις’, Τεύχος 128, Ιούλιος-Σεπτέμβριος
2014, σελ. 78.
[2] Βλ.σχετικά, Ιωακείμογλου Ηλίας, ‘Από την πόλη του κεφαλαίου στην πόλη της εργασίας…’ό.π, σελ.88.