Η ανυπαρξία φοροδοτικής ικανότητας σημαίνει και ανυπαρξία εισφοροδοτικης ικανότητας. Η μεγαλύτερη νομική ερεύνα επί του ασφαλιστικού ζητήματος της Ελλάδας, αυτή τη φορά όμως ιδωμένο από τη σκοπιά του ασφαλισμένου ελεύθερου επαγγελματία.
Συνοπτική έκθεση των τιθέμενων νομικών ζητημάτων:
To παλαιό αφορολόγητο των 12.000 ευρώ υπήρξε επί μακρόν η νομω εκπεφρασμένη υλοποίηση του άρθρου 4.5 του Συντάγματος απαίτηση «να συνεισφέρουν οι Έλληνες στα βάρη ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΟΥΣ».
Την απαίτηση αυτή αντισυνταγματικά
κατάργησαν οι μνημονιακες κυβερνήσεις. Στην έννοια των «βαρών» δεν
ανήκουν μόνο οι φόροι, αλλά ΠΡΟΦΑΝΩΣ και οι ασφαλιστικές εισφορές, οι
οποίες, είτε θεωρήσουμε ότι καταβάλλονται υπέρ των ασφαλισμένων – είτε
υπέρ των σημερινών συνταξιούχων (σύστημα γενεών) στην μεν πρώτη
περίπτωση έχουμε το δικαίωμα της μονομερούς αρνήσεως πληρωμής τους,
αρνούμενοι την συνταξιοδότηση, στη δε δεύτερη περίπτωση είναι υπέρογκα
επαχθεις και γι αυτό ελεγχόμενες αντισυνταγματικά, καθώς επιβάλλονται
άνευ ουδενός εισοδηματικού κριτηρίου σε όλους τους ασφαλισμένους.
Το ύψος των ετησίων ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών
(υποτίθεται ότι) καθορίζεται για τους Τομείς Ασφάλισης Σύνταξης βάσει
των διατάξεων του άρθρου 22 του ν.2084/1992
Στις εισφορές αυτές προστίθενται υψηλότατες προσαυξήσεις όταν δεν καταβάλλονται.
Τα ετήσια συνολικά ποσά εισφορών είναι αδιανόητα για όσους έχουν χαμηλά εισοδήματα, είναι ανασφάλιστοι, αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας η έχουν προστατευόμενα μέλη στην οικογένεια τους.
Η θέσπιση και ο καταλογισμός των εισφορών αυτών χωρίς να λαμβάνεται
υποψι το εισόδημα του ασφαλισμένου, τυχόν μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης
και το διοικητικό μέτρο της έκδοσης ασφαλιστικής ενημερότητας για
θεώρηση βιβλίων, ως μέσο εξαναγκασμού σε πληρωμή, είναι αντίθετα στην
αρχή της αναλογικότητας, στο Σύνταγμα (ζήτημα παραβίασης των άρθρων 2,
4, 5, 21, 22 και 25 του Συντάγματος) και την ΕΣΔΑ, η δε σχετική
δικαιοπραξία μεταξύ ασφαλιζόμενου και ταμείων συνιστά καταπλεονεκτικη
δικαιοπραξία.
Οι εύποροι έχουν δικαίωμα σε σύνταξη και περίθαλψη οι….φτωχοι όμως
στερούνται ΚΑΙ ΤΑ ΔΥΟ, έχουν ΚΑΙ ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΕΙΣ και ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ.
Τα ασφαλιστικά ταμεία των ελευθέρων επαγγελματιών είναι αφενός τα
μόνα τις εισφορές των οποίων ΔΕΝ καταβάλλει το..δημόσιο αλλά οι ίδιοι,
ενώ κατ ουσία όμως την διαχείριση τους την έχει αναλάβει αυτό!
Οι διοικήσεις των ταμείων έχουν ΜΟΝΟ διαχειριστική εξουσία ενώ για τα
κρίσιμα ζητήματα του ύψους των εισφορών αλλά και της .. γραφειοκρατίας
ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΕΚΑΣΤΟΤΕ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΑΙ Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ, οι οποίοι βαρύνονται και με την ευθύνη του σημερινού
αίσχους.
Eπισκόπηση της δήθεν κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα : ΤΟ αίσχος.
Η παροχή ενός “κοινωνικού αγαθού” από
μία κοινωνία στα μέλη της, προσδιορίζει ως ένα βαθμό και τον “πολιτισμό”
της, εξ ου και η ονομασία της ασφάλισης ως κοινωνική ασφάλιση.
Ο όρος “ασφάλιση” ή “κοινωνική ασφάλιση” περιλαμβάνει έννοιες
κρίσιμες για την ύπαρξη του ανθρώπου, την ίδρυση ανθρώπινων κοινωνιών
και γενικά την προστασία της ίδιας της ζωής. Αγγίζει όπως όλοι
αντιλαμβανόμαστε τομείς της καθημερινότητας, αλλά και σημαντικούς τομείς
διαμόρφωσης του επιπέδου διαβίωσης του Έλληνα πολίτη.
Η ιδέα της κοινωνικής ασφάλισης είναι εξέλιξη των διαφόρων μορφών
αλληλοβοήθειας των μελών μιας κοινωνίας, και αυτό ως μέτρο την
χαρακτηρίζει.
Μελετώντας, και αντλώντας πληροφορίες,
στο μέτρο του δυνατού, από ειδικούς, δημόσιους φορείς, ασφαλισμένους,
κτλ, διαπιστώνει κανείς ότι το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας από
ιδρύσεώς του, “κατασκευάστηκε” και διαρθρώθηκε κατά τέτοιο τρόπο, όχι
για να εξυπηρετήσει τις πραγματικές ανάγκες των υπό ασφάλιση
εργαζομένων, αλλά για να εξευρεθεί τρόπος της κεφαλαιοποίησης ενός
οικονομικού αντικειμένου, την δήθεν “ασφάλισης” και κατόπιν να
“ληστεύουν” το προϊόν της ασφάλισης, ώς κράτος, ώς κυβέρνηση, και να το
διαθέτουν κατά το δοκούν, εν απουσία του ασφαλισμένου.
Αυτό το οικονομικό αντικείμενο εδημιουργείτο απο τίς οικονομικές
καταβολές εργοδοτών-εργαζομένων και μόνον, και δια πληθώρας νόμων, το
διαχειριζόταν η εκάστοτε κυβέρνηση, ερήμην των ασφαλισμένων ουσιαστικά,
διότι τίς διοικήσεις των Ταμείων τις διόριζαν οι εκάστοτε
κυβερνώντες. Επομένως αυτές φυσικά και δεν διαθέτουν αποφασιστικές
αρμοδιότητες ειμή μόνο διαχειριστικές!!
Όταν δημιουργηθήκαν τα πρώτα ελλείμματα
στα Ταμεία, από κακές πολιτικές και διαχειριστικές επιλογές από τίς
διοικήσεις των, και των εκάστοτε κυβερνώντων, νομοθετήσαν την χρηματοδότηση των Ταμείων, και γενικά του Ασφαλιστικού συστήματος από πόρους του Δημόσιου προυπολογισμού κατ’αρχάς και κατά δεύτερον αποκρύψαν την αλήθεια απο τούς Ελληνες πολίτες με λογιστικά τεχνάσματα.
Μήπως απο την τσέπη τους τα έδιναν, σκορπούσαν τα χρήματα του δημοσίου
ελέω πολιτικού συστήματος, χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν.
Όταν το πρόβλημα του “ασφαλιστικού” έγινε τεράστιο και ακανθώδες πολιτικά, ουδείς εκ των πολιτικών της μεταπολίτευσης ετόλμησε να το ακουμπήσει σοβαρά,
διότι είχε “πολιτικό κόστος” η ανακοίνωση της αλήθειας, δηλ. ότι το
Ελληνικό κράτος έφτασε σε σημείο να αδυνατεί να καλύψει το “ασφαλιστικό
σύστημα” της χώρας.
Διότι τα χρήματα των Ταμείων τα έπαιρνε
το κράτος άτοκα και κατόπιν χρηματοδοτούσε τον “ασθενή” με τα ίδια του
τα χρήματα, και αυτό το ονόμαζαν χρηματοδότηση του κράτους πολιτική και
κοινωνική προσφορά των “λαικών”, “φιλελεύθερων” και “σοσιαλιστικών
κυβερνήσεων”.
Τα ταμεία και η ίδρυσή των αποτελούσαν “παραχώρηση” του εκάστοτε
κυβερνητικού σχηματισμού, δηλ. της εκάστοτε κυβέρνησης πρός τούς Ελληνες
πολίτες, κατά καιρούς, και πολλά απο αυτά υπήρξαν και προνομιακοί
“εκλογικοί” χώροι, παλαιοτέρων και νεοτέρων πολιτικών.
Χρησιμοποιηθήκαν ώς μέσα πίεσης και εκβιασμού των εργαζομένων, απο την
“δήθεν” απώλεια των συντάξεών των, έως την απώλεια της
ιατροφαρμακευτικής τους περίθαλψης.
Όμως ας ξεκινήσουμε απο την αρχή, λέγοντας το ιστορικό της ίδρυσης των
Ταμείων, επομένως και της ίδρυσης του σπαργανώδους ασφαλιστικού
συστήματος της χώρας.
Από τα υπομνήματα του Εργατικού Συνδέσμου Πάτρας στούς πολιτευτές του
Νομού (08/09/1906), και του Εργατικού Κέντρου Αθήνας στην Βουλή,
εμφανίζεται ότι οι εργαζόμενοι δούλευαν με μεροκάματα πείνας, συνήθως 14
ώρες την ημέρα, χωρίς κανένα “ασφαλιστικό” μέτρο, όπως η προστασία της
υγείας των, και η προστασία απο ατυχήματα, επίσης η ανυπαρξία
απαγόρευσης εργασίας σε παιδιά ανήλικα.
Η πρώτη χώρα στην οποία καθιερώθηκε η κοινωνική ασφάλιση ήταν η Γερμανία επί Βίσμαρκ.
Τό 1833 υπεβλήθη στο Γερμανικό κοινοβούλιο ένα νομοσχέδιο υποχρεωτικής
ασφάλισης ασθένειας και μητρότητος, το οποίο και έγινε αποδεκτό απο το
Γερμανικό κοινοβούλιο. Το 1834 το Γερμανικό κοινοβούλιο ψήφισε νόμο περί
της υποχρεωτικής ασφάλισης κατά ατυχημάτων, κατά της αναπηρίας, και του
γήρατος.
Η απήχηση των Γερμανικών νόμων ήταν τεράστια σε παγκόσμιο επίπεδο με
αποτέλεσμα το 1911 καθιερώθηκε στην Αγγλία ένα σύστημα ασφάλισης. Το
Αγγλικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, το γνωστό ώς Έκθεση Μπέβεριτζ
(1942) συνάντησε ευρύτατη αποδοχή.
Στην Ελλάδα το πρώτο είδος κοινωνικής
πρόνοιας εφαρμόστηκε από τον συνεταιρισμό Αμπελακίων (1788-1811), και
περιελάμβανε δωρεάν προσφορά σιταριού, μισθοδοσία των ανικάνων για
εργασία, και υποστήριξη νοσοκομείου και γηροκομείου στα υπερήφανα
γηρατειά. Ακολούθως το πρώτο Ταμείο δημιουργήθηκε στίς Σπέτσες για τούς
ναυτικούς και ονομάστηκε “Κάσσα”. Η “Κάσσα” μισθοδοτούσε άνεργους και
ανάπηρους ναυτικούς, όπως και τίς οικογένειες όσων έχαναν την ζωή των
επάνω στο πλοίο.
Κατά τα άλλα, τα πρώτα ασφαλιστικά
ταμεία τα οποία δημιουργηθήκαν στην Ελλάδα, δεν κάλυπταν εργαζομένους οι
οποίοι είχαν ανάγκη, αλλά ομάδες τίς οποίες η πολιτική τάξη της εποχής
ήθελε να προσεταιρισθεί.
Έτσι αυτήν την περίοδο ιδρύονται
ασφαλιστικοί φορείς για τα ορφανά του Στρατού (1853), και του Πολεμικού
Ναυτικού (1856). Το 1861 δημιουργήθηκε το Μετοχικό Ταμείο Δημοσίων
Υπαλλήλων. Οι αγρότες παρέμεναν ανασφάλιστοι μέχρι το 1961, με τον Ν.
4169 ιδρύεται ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ).
Από το 1950 με τον αναγκαστικό
νόμο Ν. 1611/50 με πρωθυπουργούς τούς Ιωάννη Θεοτόκη (υπηρεσιακός
πρωθυπουργός), Σοφοκλή Βενιζέλο, και Νικόλαο Πλαστήρα, τα Ασφαλιστικά
ταμεία έχασαν το δικαίωμά τους να καταθέτουν τα αποθεματικά τους στις
εμπορικές Τράπεζες και να κερδίζουν τούς τόκους των κεφαλαίων των
αποθεματικών τους.
Αντί λοιπόν τα αποθεματικά των Ταμείων να αποτελούν πηγή εσόδων για τα Ταμεία έγιναν εύκολη λεία από τις κυβερνήσεις
με αποτέλεσμα να είναι έρμαια σε μεσάζοντες, επιχειρηματίες,
Τραπεζίτες, χρηματιστές, και κάθε είδους “λαμόγιο” το οποίο κυκλοφορούσε
ως κομματάρχης του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος. Οι απώλειες εσόδων
των Ταμείων στο χρονικό διάστημα (1950-1982), από αυτήν την
“αναγκαστική” αλλαγή καθεστώτος, είναι έως σήμερα της τάξεως των 75 δις. Ευρώ.
Ορισμένες διατάξεις του Ν. 1611/50 ισχύουν έως και σήμερα, όπως η
υποχρέωση κατάθεσης των αποθεματικών και των διαθεσίμων των Ταμείων στην
Τράπεζα της Ελλάδος.
Όσοι λήστεψαν τον πλούτο των Ταμείων με αυτόν τον τρόπο οφείλουν να
επιστρέψουν τα κλεμμένα για λόγους ηθικής τάξης αλλά και για να
ορθοποδήσουν τα Ταμεία μας.
Με τον Ν. 1266/82 επί κυβερνήσεως Α. Παπανδρέου και με υπουργό
Κοινωνικών Ασφαλίσεων τον κ. Λ. Βερυβάκη καταργείται η απαίτηση
αποκλειστικής διαχείρισης των αποθεματικών των Ταμείων από την
Νομισματική Επιτροπή και θεσμοθετείται η δυνατότητα των Ταμείων να επενδύουν σε σταθερούς τίτλους του Δημοσίου (ομόλογα και έντοκα γραμμάτια). Αυτήν την εποχή θεσμοθετήθηκε η συμμετοχή του κράτους στην χρηματοδότηση των Ταμείων.
Α μέρος απόδειξης : ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΣΟ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ, ΟΣΟ ΚΑΙ ΤΟΥ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΥΨΟΥΣ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ.
Β μέρος απόδειξης : ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΟΥ ΣΕ ΠΛΗΡΩΜΗ TΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ (ΜΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΜΠΛΟΚ Α.Π.Υ. ΑΠΟ Δ.Ο.Υ. ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ.
1. Η ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΤΟΥ ΑΥΘΑΙΡΕΤΟΥ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΥΨΟΥΣ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 4 ΠΑΡ. 7 ΚΑΙ 20 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Η συνταγματική θεμελίωση του
δικαιώματος στην κοινωνική ασφάλιση – άρθρο 22 § 5 Σ. : «Το κράτος
μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει».