Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε με βάση την προφορική τοποθέτηση που έγινε στη συζήτηση για τον συντονισμό των κομμουνιστικών δυνάμεων στην Πάντειο στις 1/2/19.
Ας ξεκινήσουμε με μία πιο «καθοδηγητική» διαπίστωση. Δεν έχουμε χρόνο –ζήτημα είναι αν προλαβαίνουμε, δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια πολλών επιλογών, πολλών άστοχων ενεργειών. Η κατάσταση στη λεγόμενη πραγματική αριστερά (αντισυστημική ή καλύτερα κομμουνιστική) είναι πολύ δύσκολη. Βρισκόμαστε στα όρια της διάλυσης. Αν συνεχίζουμε να αθροίζουμε επιπλέον άστοχες ενέργειες, πολλαπλασιάζουμε και επιταχύνουμε τις διαδικασίες διάλυσης – παραίτησης. Η λέξη αναξιοπιστία είναι αυτή που περιγράφει την εικόνα μας και την πραγματικότητά μας όπως ακριβώς την αντιλαμβάνεται ο καθημερινός πραγματικός άνθρωπος.
Η πρώτη δημόσια συζήτηση του συντονισμού των κομμουνιστικών οργανώσεων δεν μπορεί παρά να αναζητάει καταρχήν να αποφύγει το «μία από τα ίδια», προσπαθώντας να υλοποιήσει αποτελεσματικά (η αποτελεσματικότητα είναι ακόμα μία λέξη που μας πληγώνει) μία άλλη -κυριολεκτικά νέα- αρχή.
Από την άποψη αυτή, η συζήτηση που ξεκινάει δημόσια στις 1/2/2019 δεν πρέπει να είναι η κλασικά συνηθισμένη συζήτηση αμφιθεάτρου μικροοργανώσεων και μικροπαραγόντων της αριστεράς που έχει πολλά λόγια και αναλύσεις αλλά δεν οδηγεί στην παραγωγή έργου και γεγονότων. Δεν μπορεί να είναι μία συζήτηση αμηχανίας και παρηγοριάς μπροστά στην επερχόμενη περαιτέρω συρρίκνωση και απομόνωση της αριστεράς. Δεν μπορεί επίσης να είναι μία διαβούλευση που στοχεύει να αντιμετωπίσει τις εκλογές παίζοντας τον ρόλο ιδιότυπης γέφυρας ή σύγκρουσης μεταξύ ΛΑΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ (πολύ μίζερο, πολύ λίγο, επικίνδυνα τοξικό και διαλυτικό). Επιπλέον δεν είναι συζήτηση που στην ουσία αναμένει την επομένη των εκλογών γιατί εκτιμάει ότι «το γήπεδο θα μεγαλώσει» (μπορεί να μην υπάρχει «γήπεδο»).
Είναι, πρέπει να είναι μία διαρκής συνθετική διαδικασία διαλόγου που να απαντάει ειλικρινά στην ανάγκη και στην πρόκληση μιας άλλης αρχής και ξεκινάει εκ προοιμίου με το «όχι όπως πριν». Όπου το «πριν» περιλαμβάνει διαδικασίες – μορφές – αντιλήψεις – γραμμές που τουλάχιστον φανερά φθάρηκαν και ηττήθηκαν στα τελευταία πενήντα χρόνια.
Πέντε σημεία για την κοινή αντίληψη
Ποια όμως είναι τα βήματα για μια άλλη ενωτική νέα αρχή; Το πρώτο κρίσιμο βήμα είναι η απόκτηση μίας κοινής αντίληψης για ορισμένα βασικά πολιτικά –όχι για όλα– ζητήματα του παρελθόντος και του παρόντος.
Καταρχήν, κοινή αντίληψη για τον συσχετισμό δύναμης. Ένας δυσμενής παγκόσμια, ευρωπαϊκά, ελλαδικά συσχετισμός δύναμης, που διαμορφώθηκε ιδεολογικά και πολιτικά αρκετά χρόνια πριν, με σημαντικά ορόσημα το τέλος του «υπαρκτού σοσιαλισμού», τη νίκη του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, την ιμπεριαλιστική παγκοσμιοποίηση. Κοινή αντίληψη για τους όρους διαμόρφωσής του, για τους όρους αδυναμίας αριστερής απάντησης. Απόκτηση κοινής αντίληψης για το πώς και το γιατί βρέθηκε η αριστερά στο περιθώριο, για το πώς οδηγούμαστε σε μία αντιδραστικότερη-συντηρητικότερη με ακροδεξιά χαρακτηριστικά κοινωνία που δείχνει και το βάθος της λαϊκής ήττας. Μία κοινή αντίληψη λοιπόν, που σημαίνει ότι η προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στο κοινωνικό επίπεδο, στα κοινωνικά υποκείμενα, στο επίπεδο της σχέσης δοκιμασία – πράξη – αναζήτηση – ανακάλυψη και ξανά. Προτεραιότητα εκεί για να αποκτηθεί είτε η λαϊκή φλέβα είτε η επαφή με τον καθημερινό κόσμο. Προτεραιότητα στο κοινωνικό και όχι στην κεντρική πολιτική σκηνή, για να ετοιμαστούμε πολλαπλώς για αυτήν.
Κοινή αντίληψη κατά δεύτερον, στον απολογισμό που δεν γίνεται. Κριτική και αυτοκριτική τουλάχιστον για τα δέκα τελευταία χρόνια. Κριτική που θα απλώνεται έως τα χρόνια της μεταπολίτευσης και που θα βάλει στο στόχαστρό της τουλάχιστον τρεις έννοιες-πραγματικότητες. Τον ρεφορμισμό-αναθεωρητισμό, τον ακαδημαϊσμό και τέλος, τον παραγοντισμό-ατομισμό και τις σχέσεις αυτών με το κράτος και την αστική ιδεολογία και πολιτική.