του Λάμπρου Χήτα* από εδώ
1. Η πρώτη φάση της διαπραγμάτευσης της νέας κυβέρνησης δεν έλυσε κανένα από τα βαθιά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας.
Αδιαμφισβήτητα η πρώτη φάση της διαπραγμάτευσης της ελληνικής
κυβέρνησης με την ΕΕ κατέληξε σε ένα αποτέλεσμα εξαιρετικά πιεστικό για
την ελληνική κοινωνία. Η παράταση της δανειακής σύμβασης για τέσσερις
ακόμη μήνες με αταλάντευτη την επιμονή των θεσμών (ΕΚΤ, ΕΕ, ΔΝΤ) στη
στρατηγική της λιτότητας, αλλά και την ταυτόχρονη παράταση της ισχύος
του μνημονιακού μέτρου: της αξιολόγησης του ρυθμού των νεοφιλελεύθερων
μεταρρυθμίσεων ως προϋπόθεση της εκταμίευσης των δανειακών δόσεων,
διαμορφώνει συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας για την ελληνική κοινωνία.
Ο πρώτος ενάμισι μήνας διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να
μεταβάλει σε τίποτα προς το καλύτερο το γενικότερο οικονομικό πλαίσιο
μέσα στο οποίο η ελληνική κοινωνία συνεχίζει να βιώνει μια φθίνουσα
πορεία κοινωνικού, οικονομικού και εθνικού αδιεξόδου. Η διαπραγμάτευση
με τους «εταίρους» της ΕΕ και του ΔΝΤ αποδεικνύει πως όσο η ελληνική
κοινωνία θα βρίσκεται αλυσοδεμένη στις μνημονιακές συμβάσεις εξόφλησης
ενός αδίκου παράνομου και κυρίως «μη βιώσιμου» δημόσιου χρέους καμία
θετική διέξοδος για τα λαϊκά στρώματα και την εργατική τάξη δεν μπορεί
να υπάρξει και καμία αριστερή κυβέρνηση δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί.
Επίσης, είναι πλέον αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η διαπραγμάτευση της
ελληνικής κυβέρνησης με τους πιστωτές κατάργησε και τις τελευταίες
αυταπάτες όλων των αριστερών αλλά και των δεξιών ευρώφιλων πολιτικών
ρευμάτων, ότι μπορεί να υπάρξει ισότιμη θεσμικά διαπραγμάτευση των
κρατών και των εθνικών κυβερνήσεων εντός της ζώνης του ευρώ, κάτω από τη
δαμόκλειο σπάθη της ΕΚΤ. Η Ευρωζώνη καταφανώς αποτελεί την
νεοφιλελεύθερη οικονομικο-κοινωνική έκφραση της κυριαρχίας του χρήματος
πάνω στις κοινωνίες. Κυριαρχία του χρήματος έναντι της δημοκρατίας, των
λαϊκών αναγκών, της ισονομίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η ΕΚΤ
αποτελεί τη θεσμική κατοχύρωση και έκφραση αυτή της κυριαρχίας του
χρήματος, η οποία ελέγχει τις εθνικές κεντρικές τράπεζες όλων των χωρών
και επιτελεί απροκάλυπτα τον ρόλο του εκβιαστή των λαών από τους
επικυρίαρχους της ΕΕ.
2. Η συμφωνία του eurogroup τακτική υποχώρηση ή στρατηγική ήττα για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ;
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι οι πρώτες ημέρες μιας κυβέρνησης με
κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και ο συμβιβασμός με τον άθλιο εκβιασμό των πιστωτών
που οδήγησαν στην συμφωνία της 20/2 στο eurogroup για 4μηνη παράταση της
δανειακή σύμβασης, εξήγαγαν ή προεξόφλησαν το αποτέλεσμα μιας
τελεσίδικης κυβερνητικής ήττας και αναδίπλωσης. Μέχρι τα σήμερα η ΕΕ δεν
έχει ακόμη καταφέρει να αφοπλίσει τον ΣΥΡΙΖΑ με μια παραδειγματική
συντριβή της κυβέρνησης του ή με μια ταπεινωτική συνθηκολόγηση που να
τον οδηγεί σε διάρρηξη του πολιτικοκοινωνικού συνασπισμού που
εκπροσωπεί. Ακόμα και αν ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε σε σημαντικές μετατοπίσεις
εντός του μνημονιακού πλαισίου (πρωτογενή πλεονάσματα, αποδοχή της
πληρωμής του χρέους κ.λπ.).
Το γεγονός πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει δεχτεί ακόμη κάποιον τέτοιον
ταπεινωτικό πολιτικό συμβιβασμό, που να τον αναγκάζει στην απώλεια των
πολιτικών πρωτοβουλιών ή σε διάσπαση του κοινωνικού μπλοκ που
εκπροσωπεί, αποτελεί κρίσιμη πολιτική διαπίστωση, εφόσον το στοιχείο
αυτό του επιτρέπει να διατηρεί τη σύνδεση του με τις λαϊκές μάζες και
εξακολουθεί να διατηρεί την εκπροσώπηση των ταξικών προσδοκιών. Επίσης,
εξακολουθεί να διατηρεί μια τεράστια δυνατότητα ανάληψης πολιτικών
πρωτοβουλιών εντός και εκτός Ελλάδας και κυρίως να διατηρεί την
κυβερνητική εξουσία με ακόμη μεγαλύτερη πολιτική επιρροή από αυτή που
είχε πριν τις εκλογές. Υπό την ανάγνωση αυτή, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ακόμη
δεχτεί μια στρατηγική ήττα. Τέτοια «στρατηγική ήττα» θα είχαμε σε δύο
περιπτώσεις: α) εάν ο ΣΥΡΙΖΑ οδηγούνταν σε κάποιου είδους απώλεια της
κυβερνητικής εξουσίας (μια κυβέρνηση της Αριστεράς πέφτει πριν προλάβει
καν να αναλάβει, από την αδυναμία διαχείρισης μιας τεράστιας τραπεζικής
κρίσης) β) εάν ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάμβανε την ενεργητική στήριξη και
κυβερνητική διαχείριση ενός καινούργιου μεσοπρόθεσμου μνημονιακού
προγράμματος, εγκαταλείποντας τις αναφορές του στο πρόγραμμα της
Θεσσαλονίκης, αναζητώντας μια νέα μνημονιακή εθνική ενότητα.
Βεβαίως, ο ΣΥΡΙΖΑ, στη διαδικασία διαπραγμάτευσης της παράτασης της
δανειακής σύμβασης για 4 ακόμη μήνες, έχασε ένα από τα βασικά του όπλα. Η
τακτική της κατάργησης του μνημονίου και διαγραφής του χρέους και η
ταυτόχρονη παραμονή στο ευρώ δεν μπορεί πια να πείσει κανέναν ως άμεση
αλλά και μεσοπρόθεσμη στρατηγική αριστερής διεξόδου από την κρίση. Το
γεγονός αυτό αναγκαστικά θα λειτουργήσει το επόμενο διάστημα καταλυτικά
πάνω στον ΣΥΡΙΖΑ και θα αποτελέσει πλαίσιο βαθύτερων και στρατηγικών
μεταβολών. Οι πιο συντηρητικές δυνάμεις θα ωθούν τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια βαθιά
μνημονιακή μετάλλαξη και ευρωπαϊκή προσαρμογή. Ενώ, ταυτόχρονα, στο
εσωτερικό του θα αναπτύσσονται μιας σειρά δυναμικές για ρήξη και
αποδέσμευση από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της ΕΕ κάτω από την ίδια την
ανάγκη εκπροσώπησης των πληττόμενων λαϊκών στρωμάτων.
Αυτή η αντίφαση δεν έχει οριστικά λυθεί μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Ούτε λύθηκε
από τη διαπραγμάτευση της παράτασης της δανειακής σύμβασης. Αυτή η
αντίφαση, όμως, δεν μπορεί να παραμείνει «ασφαλισμένη» επί μακρόν ούτε
καν για την περίοδο του αμέσως επόμενου διαστήματος των 2-3 μηνών.
- Πάση θυσία έξω από τα μνημόνια και όχι πάση θυσία μέσα στο ευρώ.
Η συνειδητοποίηση αυτής της δυναμικής είναι δυνατό να αποτελέσει
κρίσιμο καταλύτη για την τροποποίηση του συσχετισμού δύναμης υπέρ των
πιο ριζοσπαστικών δυνάμεων της Αριστεράς εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ, στον
βαθμό που οι δυνάμεις αυτές θα συνεχίσουν να διεκδικούν μια νικηφόρα
εξέλιξη για τη λαϊκή συμμαχία που εκπροσωπεί η ελληνική κυβέρνηση. Όσες
αριστερές ριζοσπαστικές δυνάμεις άμεσα ή άμεσα παραιτηθούν από τη
διεκδίκηση μιας άλλης πορείας για την ελληνική κυβέρνηση και κοινωνία
και μεταθέτουν μοιρολατρικά της ελπίδες τους σε ένα ακαθόριστο επόμενο
γύρο, αντικειμενικά δεν θα μπορούν να παίξουν κανέναν ρόλο στον
συσχετισμό δύναμης που διαμορφώνεται.
Ο κρίσιμος κόμβος για την τροποποίηση αυτού του συσχετισμού είναι η
συμβολή των δυνάμεων αυτών στην κινηματική ενεργοποίηση του λαϊκού
παράγοντα αλλά και στην πολιτική ριζοσπαστικοποίηση της λαϊκή βάσης που
καθόρισε την αριστερή εκλογική πολιτική νίκη, ώστε συνολικά το πολιτικό
πρόγραμμα της ελληνικής κυβέρνησης να μετατοπιστεί σε ριζοσπαστικότερες
θέσεις ενόψει της επόμενης διαπραγμάτευσης με την ΕΕ.
Κρίσιμος κόμβος αυτής της διαδικασίας είναι η πολιτική πίεση και
ενεργοποίηση της ελληνικής κυβέρνησής στην υιοθέτηση μιας πολιτικής
διαπραγματευτικής πλατφόρμας ενόψει της επικείμενης νέας διαπραγμάτευσης
στο πολιτικό πλαίσιο που αποτελεί και ψηφισμένη συνεδριακή θέση του
ΣΥΡΙΖΑ «ΚΑΜΙΑ ΘΥΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩ». Η θέση αυτή ενέχει το στοιχείο ενός
ποιοτικού διαχωρισμού από τις διαπραγματευτικές πρακτικές των αστικών
μνημονιακών κυβερνήσεων (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ), όπου η όποια
διεκδίκησή τους απέναντι στην ΕΕ τέλειωνε στο πολιτικό όριο του «ΠΑΣΗ
ΘΥΣΙΑ ΣΤΟ ΕΥΡΩ». Η εφαρμογή ενός τέτοιου πολιτικού πλαισίου θα
τροποποιεί και θα ενισχύει πολυποίκιλα τη διαπραγματευτική θέση της
ελληνικής πλευράς, αναδεικνύοντας ότι το πολιτικό όριο αυτής της
κυβέρνησης είναι το ότι δεν υπάρχει ενδεχόμενο επιστροφής στο
προηγούμενο μνημονιακό ζοφερό αδιέξοδο. Απέναντι στο όριο «ΠΑΣΗ ΘΥΣΙΑ
ΣΤΟ ΕΥΡΩ» θα πρέπει να τοποθετηθεί από την ελληνική κοινωνία ένα ακόμη
πιο ηχηρό και αποφασιστικό όριο, το «ΠΑΣΗ ΘΥΣΙΑ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΑ»
και τις δανειακές συμβάσεις που τα επιβάλουν. Στις σημερινές πολιτικές
και οικονομικές συνθήκες ένα τέτοιο πολιτικό πλαίσιο υπό ορισμένες
προϋποθέσεις ενδέχεται να οδηγήσει την ελληνική κοινωνία σε εγκατάλειψη
της συνθήκης του ευρώ. Αυτό το ενδεχόμενο είναι εξαιρετικά πιθανό
ανεξάρτητα τον υποκειμενικών εκτιμήσεων που κάθε πολιτικό ρεύμα
ενδέχεται να κάνει. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο αναγκαστικά θα απαιτούσε από
την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να εμβαθύνει τη λαϊκή εντολή με ένα δημοψήφισμα
με ερώτημα, π.χ., «έξοδος από τα μνημόνια ή υποταγή στις απαιτήσεις
της ΕΕ».
Η ελληνική κυβέρνηση αντιμετώπισε πρόσφατα στις Βρυξέλλες μια διπλή
παγίδα. Από τη μια μεριά η θεσμοί (ΕΕ, ΔΝΤ, ΕΚΤ) παγίδευσαν τις
ελληνικές τράπεζες με τη διακοπή της ρευστότητάς τους από την ΕΚΤ και
από την άλλη εκβίασαν στον πολιτικό αιφνιδιασμό των λαϊκών μαζών οι
οποίες δεν ήταν έτοιμες για να διαχειριστούν το ενδεχόμενο μιας ανοιχτής
σύγκρουσης της ελληνικής κυβέρνησης με το ευρωπαϊκό κατεστημένο.
Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αναπτύξει το αμέσως επόμενο διάστημα μια δυναμική
που να ενισχύει τον ριζοσπαστικό χαρακτήρα της πολιτικής του και να
ενισχύει τη διαπραγματευτική του θέση έναντι των νεοφιλελεύθερων
δυνάμεων της ΕΕ, τότε το επόμενο διάστημα θα συντριβεί πολιτικά από τον
ταξικό αντίπαλο.
Το πιθανότερο ενδεχόμενο σε αυτή την περίπτωση θα είναι η διάλυση της
αριστερής κυβέρνησης και η μνημονιακή μετάλλαξη του εναπομένοντος
ΣΥΡΙΖΑ σε μια εθνική συμπαράταξη με της υπόλοιπες μνημονιακές δυνάμεις
ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι κ.λπ.) Η εξέλιξη αυτή αναμφίβολα θα αποτελέσει μια
συνολική ήττα της ελληνικής Αριστεράς και θα ενισχύσει την δυναμική των
ακροδεξιών πολιτικών δυνάμεων σε έναν βαθύτερο πολιτικό και κοινωνικό
κύκλο αντιδραστικής μετάλλαξης της ελληνικής κοινωνίας.
- Για την προετοιμασία της επομένης διαπραγμάτευσης
Αν τα πράγματα είναι έτσι, τότε το κρίσιμο ζήτημα είναι το επόμενο
διάστημα οι ριζοσπαστικές πολιτικές δυνάμεις να συσπειρωθούν και να
κάνουν συγκροτημένη πολιτική παρέμβαση στις εξελίξεις. Είναι λάθος η
ανάγνωση της πολιτικής συγκυρίας ως μιας διαδικασίας ήττας της Αριστεράς
και ήττας της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Οι ήττες φέρνουν αποσυσπείρωση και
εξατομίκευση. Δεν είναι αυτή η κοινωνική συνθήκη που μας περιβάλει.
Αντίθετα, είναι μια συγκυρία που ο λαϊκός παράγοντας έχει κάνει μια
πρώτη και σημαντική νίκη απέναντι στις αντιδραστικές δυνάμεις ΠΑΣΟΚ-ΝΔ
και είναι αναγκαίο και δυνατό αυτή η νίκη να βαθύνει και να πάρει ακόμη
πιο συνολικά χαρακτηριστικά. Προϋπόθεση για αυτό είναι το λαϊκό κίνημα
και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να οργανωθούν αποφασιστικά απέναντι στην
«παγίδα» που εξακολουθεί να είναι στημένη από την ΕΕ, την ΕΚΤ και το
ΔΝΤ.
Αυτό σημαίνει ότι ενόψει της επόμενης διαπραγμάτευσης θα πρέπει στους
μαζικούς χώρους, στα συνδικάτα, στους συλλόγους, στις λαϊκές
συνελεύσεις, στις γειτονιές, να ενισχυθούν οι διαδικασίες ενημέρωσης του
λαού για τα πραγματικά ενδεχόμενα που βρίσκονται μπροστά του και να
διαμορφωθεί ένα μαζικό ριζοσπαστικό λαϊκό κίνημα που να απαιτεί την
άμεση πολιτική και οργανωτική προετοιμασία της ελληνικής κυβέρνησης στην
ανυποχώρητη θέση «Πάση θυσία έξω από τα μνημόνια» ώστε να μην παγιδευτεί εκ νέου σε μια άνιση διαπραγμάτευση.
Στην επόμενη διαπραγμάτευση η ελληνική κυβέρνηση δεν θα μπορεί να
ισχυριστεί ότι η ΕΕ επιχειρεί να την παγιδεύσει. Εάν δεν παρθούν
συγκεκριμένα πολιτικά οργανωτικά μέτρα, η επόμενη διαπραγμάτευση δεν θα
είναι «παγίδευση» της κυβέρνησης της Αριστεράς αλλά «παράδοση»
Ειδικότερα:
Η κυβέρνηση θα πρέπει να είναι έτοιμη για;
Πολιτική προετοιμασία
- Να προετοιμάσει τον λαό με το φρόνημα πως η ΟΝΕ δεν είναι μονόδρομος, ότι η διαπραγμάτευση θα κρίνει το οικονομικό περιβάλλον της χώρας. Ότι τα θέματα του νομίσματος και των δανειακών συμβάσεων θα καθοριστούν από την διαπραγμάτευση. Ότι το πλαίσιο δεν είναι «πάση θυσία στο ευρώ» αλλά «Πάση θυσία έξω από τα μνημόνια» Να προετοιμάζει ψυχολογικά και πολιτικά την ελληνική κοινωνία να μη φοβάται, εάν χρειαστεί η Ελλάδα να εγκαταλείψει την συνθήκη της ΟΝΕ. Η Ελλάδα είναι μια ευρωπαϊκή κυρίαρχη χώρα με πολύ υψηλού επιπέδου παραγωγικό και τεχνικό ιστό, ώστε να μπορεί να εξασφαλίσει τα αναγκαία προϊόντα λαϊκής επιβίωσης τρόφιμα, στέγαση, φάρμακα, ενέργεια, μεταφορές.
- Η ελληνική πλευρά πρέπει άμεσα να θέσει την κατηγορηματική δήλωση εντός και εκτός χώρας πως καμία μνημονιακή σύμβαση δεν μπορεί να συζητηθεί. Αντίθετα, η κυβέρνηση και πριν την επόμενη διαπραγμάτευση, θα πρέπει να εξαγγείλει δημοψήφισμα, ώστε να ζητήσει την υποχρεωτική επικύρωση ή την απόρριψη της όποιας ενδεχόμενης συμφωνίας από τον λαό.
- Να κάνει προετοιμασία πολιτική και οικονομική για αναζήτηση παραλλήλων πιστωτικών γραμμών (πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, Ρωσία, Κίνα κ.λπ.)
Οργανωτική προετοιμασία
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση πριν την επόμενη διαπραγμάτευση θα πρέπει να
έχει απαιτήσει και να επιβάλει την αλλαγή του διοικητή της Τράπεζας
της Ελλάδας, με πρόσωπο που να μπορεί να συστρατεύεται με τις επιδιώξεις
της ελληνικής κυβέρνησης.
- Να είναι έτοιμη για έκδοση ειδικών ομολόγων σε ευρώ από το Υπουργείο Οικονομικών (χωρίς έγκριση από τους θεσμούς) με ενέχυρο στοιχεία της περιουσίας του ελληνικού δημοσίου, ώστε, εάν χρειαστεί, με αυτά τα ομόλογα να προβαίνει στις πληρωμές του δημοσίου έναντι των πιστωτών του.
- Να είναι έτοιμη για τη κάλυψη της ελληνικής διατραπεζικής αγοράς από την Τράπεζα της Ελλάδας, με χορηγήσεις σε ευρώ μέσω του ELA ή άλλων παρομοίων μηχανισμών, με εγγύηση αυτά τα ειδικά ομόλογα του ελληνικού δημοσίου.
- Να αναγκάσει τις τράπεζες να διατηρήσουν αποθεματικά σε μετρητά ώστε να μπορούν να κάνουν χορηγήσεις σε ρευστό τουλάχιστον 200€ ανά εβδομάδα για κάθε οικογένεια, ώστε να καλύπτονται όλες οι βιοποριστικές ανάγκες του λαού. Να απαγορευτούν μεγαλύτερες αναλήψεις μετρητών τουλάχιστον 15 ημέρες πριν και μετά την έναρξη τη επόμενης διαπραγμάτευσης.
Σε κάθε περίπτωση ο λαϊκός παράγοντας θα πρέπει να προετοιμαστεί ώστε
να μην υποκύψει στους εκβιασμούς των πιστωτών αλλά αντίθετα να
σκληρύνει το φρόνημά του ώστε να υπερασπιστεί την πατρίδα του, τη
δημοκρατία και την ελευθερία του.
- Μεταβατικό Πολιτικό Πρόγραμμα και κόκκινες γραμμές
Όλες οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς που έχουν στηρίξει την
προοπτική του μεταβατικού πολιτικού προγράμματος «κρατικός έλεγχος της
διοίκησης των τραπεζών, έξοδος από το ευρώ, με διαγραφή του χρέους,
ελεγχόμενη υποτίμηση του νομίσματος και παραγωγική ανασυγκρότηση» ως
αρχή μιας μεγάλης προοδευτικής αλλαγής στην ελληνική κοινωνία. Έχουν
κάθε λόγο να στηρίξουν σήμερα μια τέτοια προοπτική που απαιτεί την
οργανωτική και πολιτική προετοιμασία του λαϊκού κινήματος και της
κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Τα ιστορικά ενδεχόμενα δεν έρχονται ποτέ ως
προβλέψιμες εξελίξεις που αντιστοιχούν σε καθαρά ταξικά συμφέροντα και
αδιαμεσολάβητες πολιτικές επιλογές. Αντίθετα, πάντα η ιστορία γράφεται
μέσα από τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες και το βάρος της
κληρονομιάς των παλιών ιδεολογιών πάνω στη νέα συνείδηση που γεννιέται
από την κίνηση της μεγάλης πλειονότητας των μαζών.
Σήμερα, περισσότερο πάρα ποτέ, υπάρχει έδαφος στην ελληνική κοινωνία
για τη διεύρυνση της λαϊκής βάσης του «μεταβατικού πολιτικού
προγράμματος». Είναι η ίδια η εξέλιξη των αντιθέσεων που υποδεικνύει πως
μονάχα ο δρόμος της ρήξης με τους πιστωτές και η βαθιά διαγραφή του
χρέους μπορεί να ανοίξει δρόμους αριστερής διεξόδου από την κρίση. Αυτό
το πρόγραμμα μπορεί να δώσει αριστερή και προοδευτική διέξοδο στην
ελληνική κρίση, αλλά και να αποτελέσει το θετικό ενδεχόμενο
ριζοσπαστικής διεξόδου, ενότητας και νίκης της αριστερής κυβέρνησης του
ΣΥΡΙΖΑ.
Σε κάθε περίπτωση, οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς θα πρέπει
ταυτόχρονα να βάζουν και να ενισχύουν τις κόκκινες γραμμές που ορίζουν
την αυτοτέλεια της Αριστεράς έναντι των σεναρίων εθνικής ενότητας και
ενός νέου αριστερού αφοπλισμού.
Αυτές οι κόκκινες γραμμές πρέπει να ορίζονται σε δυο βασικές διαστάσεις:
α) δεν στηρίζουμε καμία κοινοβουλευτική κύρωση μιας δανειακής σύμβασης που θα νομιμοποιεί το απεχθές και επαχθές δημόσιο χρέος.
β) δεν αφήνουμε να ψηφιστεί κανένα νομοσχέδιο με μνημονιακό
περιεχόμενο το οποίο θα αντιβαίνει το πολιτικό πρόγραμμα της
Θεσσαλονίκης.
*Μέλος της Πρωτοβουλία των 1000
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου