Αρεόπολη, 15 Οκτωβρίου. Η Γιάννα με τον δήμαρχο Ανατολικής Μάνης, Πέτρο Ανδρεάκο, και μέλη του τοπικού «Σώματος Απόδοσης Τιμών»«ΕΛΛΑΔΑ 2021» ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ 03.01.2021, 09:58
Το Εικοσιένα με τα μάτια του «2021»
Ποιο «εθνικό αφήγημα» διαμόρφωσε η Επιτροπή της Γιάννας
Οταν το καλοκαίρι του 2019 ο κ. Μητσοτάκης έστησε την Επιτροπή «Ελλάδα 2021» για τον επίσημο γιορτασμό των 200 χρόνων του Εικοσιένα και την «ανάπτυξη του εθνικού αφηγήματος της Ελλάδας με σκοπό τη δημιουργία ενιαίας εικόνας και ταυτότητας της χώρας και των φορέων του ελληνικού κράτους», αναρωτιόμασταν σε τούτην εδώ την εφημερίδα ποια από τις δύο συντηρητικές ερμηνείες του συλλογικού μας παρελθόντος θα ηγεμονεύσει τελικά: η παραδοσιακή ελληνορθόδοξη προσέγγιση, που εδώ και μία δεκαετία προωθεί με αλυσίδα δικών της συνεδρίων η Εκκλησία της Ελλάδος, ή το ευρωκρατικό «εκσυγχρονιστικό» σχήμα της δομικής αντίθεσης δυτικότροπης «προόδου»/ ενδογενούς «καθυστέρησης», που μας σέρβιρε πριν από μερικά χρόνια ο ΣΚΑΪ;
Ενάμιση χρόνο μετά, έχουμε ήδη μια πρώτη απάντηση. Αυτό που φαίνεται να επικράτησε δεν ήταν τελικά κανένα από τα δύο παραπάνω σχήματα, αλλά ένα κιτσάτο υβρίδιό τους· νεκρανάσταση, θαρρείς, του ίδιου εκείνου μείγματος μεγαλόστομης αερολογίας, διατεταγμένης εθνικής σύμπνοιας και επαγγελιών τουριστικής ανάπτυξης που έδωσε τον τόνο και στον γιορτασμό των 150χρονων επί χούντας.
«Περάσαμε δυσκολίες, αλλά μείναμε όρθιοι. Σήμερα η χώρα στέκεται όρθια» - Γιάννα Αγγελοπούλου (συνέντευξη στην ΕΡΤ, 24/9/2020)
Οι ιδεολογικές αντιπαραθέσεις στους κόλπους της Επιτροπής, όσες τουλάχιστον δημοσιοποιήθηκαν, υπήρξαν μάλλον περιθωριακές: διακριτική παραίτηση της Μαρίας Ευθυμίου, λόγω διαφωνίας με την «τάση ουδετεροπατρίας» που διέγνωσε στον όλο σχεδιασμό, και πάνδημος εξοστρακισμός του Αριστείδη Χατζή, μόλις τόλμησε να θίξει το ζήτημα της σεξουαλικής ζωής των αγωνιστών του Εικοσιένα και να υπενθυμίσει την τσαρική συλλογιστική του Καποδίστρια, ότι τα φιλελεύθερα Συντάγματα της επανάστασης ισοδυναμούσαν με «ξυράφιον, εις ού την χρήσιν δεν εγυμνάσθησαν έτι αι χείρες των Ελλήνων». Μετά τις πρώιμες αυτές τριβές, η γραμμή και το ύφος του «2021» ομοιογενοποιήθηκαν σε τέτοιο βαθμό, ώστε ακόμη και σοβαροί επιστήμονες της Επιτροπής να υιοθετούν πλήρως στις σχετικές δημόσιες δηλώσεις τους το ύφος και τις αναλύσεις της κυρίας Αγγελοπούλου.
Αυτή η εξέλιξη συνδέεται, βέβαια, αποφασιστικά με τον ίδιο τον στόχο του «name branding» (απόδοση εμπορικού σήματος στο έθνος) που καταστατικά υπηρετεί η ίδρυση της Επιτροπής: όπως έχουμε εξηγήσει σε παλαιότερο αφιέρωμα της στήλης, αυτού του είδους τα εγχειρήματα επινοούν ή αναδεικνύουν τα «εθνικά χαρακτηριστικά» ως τουριστικό εμπόρευμα, μετασχηματίζοντας ταυτόχρονα δραστικά το ιδεότυπο του αντίστοιχου έθνους στη συλλογική συνείδηση («Το έθνος ως σουβενίρ», 17/7/2020).
Μπορεί επίσης να αποδοθεί στο οργανωτικό μοντέλο που, ελλείψει επαρκών κρατικών κονδυλίων, υιοθετήθηκε τελικά από την Επιτροπή. Ενα μοντέλο εορτασμού «do it yourself», όπου τοπική αυτοδιοίκηση, χορηγοί, ποικίλες συλλογικότητες και μεμονωμένα άτομα καταθέτουν προτάσεις για το «πώς θέλουν να θυμούνται» την επέτειο –και η Γιάννα, ως καθ’ ύλην αρμόδια εθνική αφηγήτρια, συμπυκνώνει και ενοποιεί αυτές τις αντιφατικές εισφορές στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή: «Ζήτω η Ελλάς!»– συν αλλεπάλληλες συστάσεις για κοινωνική πειθαρχία κι εθνική ομόνοια, που θυμίζουν περισσότερο Χαρδαλιά παρά Κολοκοτρώνη.
Την καλύτερη πηγή γι’ αυτήν τη νοηματοδότηση αποτελούν τα αναλυτικά δελτία Τύπου με τα οποία η Επιτροπή γνωστοποιούσε το τελευταίο επτάμηνο στα ΜΜΕ τις επαφές, περιοδείες και λοιπές δραστηριότητες της κυρίας Αγγελοπούλου και των συνεργατών της. Η αντιπαραβολή των πρώτων τέτοιων δελτίων με τις αντίστοιχες εκτενείς απομαγνητοφωνήσεις, που το γραφείο Τύπου της Επιτροπής διακίνησε μόνο για τις πρώτες τρεις απ’ αυτές τις επισκέψεις (σε Καλάβρυτα, Πάτρα και Μεσολόγγι), πιστοποιεί το επιλεκτικό σταχυολόγημα και, κυρίως, το στρογγύλεμα των εκατέρωθεν λεχθέντων στον βωμό των επιθυμητών συμπερασμάτων.
Ας δούμε, λοιπόν, από κοντά ποιο ακριβώς «ενιαίο αφήγημα» για το Εικοσιένα (και τα 200 χρόνια του εθνικού μας κράτους) θα υποστούμε τη χρονιά που μόλις ξεκίνησε.
Η ελληνική «μοναδικότητα»
Για τον σκληρό πυρήνα αυτού του αφηγήματος, η κυρία Αγγελοπούλου υπήρξε μέχρι σήμερα κάτι παραπάνω από σαφής: «Δική μου φιλοδοξία, όπως και όλων των μελών της Επιτροπής, είναι να αναδείξουμε την μοναδικότητα του Ελληνα» (συνέντευξη στην ΕΡΤ, 24/9). «Δεν υπάρχουν πολλοί λαοί που έχουν αυτήν τη διαδρομή. Μια διαδρομή που δείχνει την αγάπη για την ελευθερία και την ανεξαρτησία. Δείχνει τον ηρωισμό όταν χρειάζεται» (Action 24, 9/10).
Τις δηλώσεις που έκανε περιοδεύοντας ανά την Ελλάδα, συνοδευόμενη από εναλλασσόμενους πανεπιστημιακούς της Επιτροπής, διανθίζουν έτσι ύμνοι προς «το μεγαλείο της ελληνικής γλώσσας» (Καλαμπάκα 23/6), «τη μοναδικότητα της τέχνης των Ελλήνων ανά τους αιώνες» (Καλαμάτα 29/6), «τη θαυμαστή παράδοση των Ελλήνων να πετυχαίνουν το ακατόρθωτο» (Σπάρτη 15/10) και άλλα συναφή.
Στο ίδιο επίπεδο κινήθηκαν και οι διακηρύξεις ουκ ολίγων από τους κατά τόπους θεσμικούς συνομιλητές της: «Μπορούμε, μέσα από την ιστορία μας, να αναδείξουμε τη ματιά που μας έκανε να ξεχωρίσουμε χιλιάδες χρόνια τώρα», υποστήριξε λ.χ. ο περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου, Γιώργος Χατζημάρκος (20/10). Ακόμη λυρικότερος ήταν, στην ίδια συνάντηση, ο δήμαρχος Ρόδου, Αντώνης Καμπουράκης: «Είμαστε για τα μεγάλα και τα δύσκολα, ένα έθνος με τρισχιλιετή ιστορία [που] ξέρει να περνάει πάνω από τον πήχη των προκλήσεων και να συνεχίζει μια διαδρομή φωτός και ελπίδας».
Η εθνική μοναδικότητα επιβεβαιώνεται, βέβαια, κυρίως μέσω της σύγκρισης με τους οπισθοδρομικούς γείτονες. «Εδώ στη Θράκη, ο τρόπος που αντιμετωπίζονται από την Πολιτεία και τους πολίτες όλοι οι άνθρωποι και όλες οι θρησκείες καταδεικνύει την ποιότητα της Δημοκρατίας μας και το υψηλό επίπεδο πολιτισμού, εν αντιθέσει με τη γείτονα χώρα που κάνει βήματα προς τα πίσω, βεβηλώνοντας την ιστορία», αποφαίνεται έτσι η Γιάννα στην Αλεξανδρούπολη (22/7). Ξεχνώντας, βέβαια, μια και μιλάμε για «την ιστορία», πως η ισόνομη μεταχείριση της εκεί μειονότητας δρομολογήθηκε μόλις τη δεκαετία του 1990, μετά τη διαπίστωση της αποτυχίας μερικών δεκαετιών ήπιας εθνοκάθαρσής της διά των «διοικητικών ενοχλήσεων»...
Αφορμή για την παραπάνω σύγκριση δεν έδωσε άλλωστε ο διωγμός της ελληνικής μειονότητας της Τουρκίας, αλλά η επαναλειτουργία της Αγια-Σοφιάς ως μουσουλμανικού τεμένους – «αληθινή μαχαιριά», εξηγεί η πρόεδρος, «για μένα, για την οικογένεια των Αγγελόπουλων που αναστήσαμε το Φανάρι». Η σύγκριση αφορά κι εδώ το φως με το σκοτάδι: «Οι Ελληνες είναι ένα Εθνος που σέβεται την ιστορία του και κοιτάζει με αυτοπεποίθηση το μέλλον. Τα απομεινάρια της ιστορίας τα συντηρεί και τα επιδεικνύει. [...] Ενα έθνος που είναι υπερήφανο για την ιστορία του δεν φοβάται τα σημάδια ή τα σύμβολα του παρελθόντος. Τα κοιτάζει στα μάτια με αυτοκυριαρχία και οδεύει προς το μέλλον. Ετσι ακριβώς θα γιορτάσουμε και εμείς τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση».
Καθώς οι δηλώσεις αυτές έγιναν στα Χανιά (15/7), οι οικοδεσπότες της θα μπορούσαν να την πάνε μια βόλτα μέχρι την εκκλησία του Αγίου Νικολάου της Σπλάντζιας, για να διαπιστώσει ιδίοις όμμασι (από τη σχετική πινακίδα) πώς ένας καθολικός ναός του 13ου αιώνα, και στη συνέχεια τζαμί, «επανήλθε το 1918 στην ορθόδοξη λατρεία», προτού καν το εκκλησίασμά του εγκαταλείψει την πόλη...
Μητροπολίτες και χορηγοί
Εθνική επέτειο έχουμε, βέβαια, και μια δόση αυτοεξύμνησης –οσοδήποτε ανιστόρητη– μπορεί να θεωρηθεί έτσι κι αλλιώς δεδομένη. Ποιο είναι όμως το ερμηνευτικό σχήμα της Επιτροπής για το ίδιο το τιμώμενο γεγονός της Εθνεγερσίας;
Τον τόνο τον δίνει φυσικά κι εδώ η Γιάννα που ανέστησε οικογενειακώς το Φανάρι – εξηγώντας μας λ.χ. στα Γιάννενα (28/7) πώς «οι μεγάλες σχολές του Νεοελληνικού Διαφωτισμού συνέχισαν τη βυζαντινή παράδοση σε δύσκολους καιρούς». Στον Βόλο, πάλι, πανεπιστημιακός της συνοδείας της «υπογράμμισε ότι η παρακαταθήκη του Ρήγα Φεραίου εκφράζεται με τον καλύτερο τρόπο στο πρόσωπο του Σεβασμιότατου Μητροπολίτη» (22/6).
Πολλαπλά συμβολική υπήρξε η εκκίνηση της περιοδείας της Επιτροπής από τα Καλάβρυτα και τη Μονή της Αγίας Λαύρας (15/6), με μια εξισορροπιστική επίσκεψη στον διπλανό χώρο της μαζικής εκτέλεσης του 1943. Οπως και στην αναμετάδοση (δίχως επεξηγηματική λεζάντα) μιας εικόνας του «Κρυφού Σχολειού» από το ιδιωτικό Μουσείο Ελληνικής Παιδείας της Καλαμπάκας (23/6), έτσι κι εδώ οι όποιες αναφορές υπήρξαν σχεδόν συνθηματικές, ώστε να ικανοποιούν τους οπαδούς του πασίγνωστου μύθου δίχως να εκτίθενται άμεσα ως ανιστόρητες: «Σε αυτόν τον τόπο μάς πιάνει όλους δέος. Γιατί είναι ένας τόπος με βαρύ ιστορικό αποτύπωμα, με θρύλους που έχουν θρέψει τη μνήμη μας», δηλώνει η Γιάννα.
«Εδώ άρχισε η Ελληνική Επανάσταση», συμπληρώνει ο καθηγητής Πασχάλης Κιτρομηλίδης – χωρίς να διευκρινίζεται αν εννοεί το (επινοημένο) λάβαρο της 25ης Μαρτίου ή το πραγματικό γεγονός της εισόδου των επαναστατών στα Καλάβρυτα και την πολιορκία των εκεί αγάδων, μια βδομάδα νωρίτερα. Για το ίδιο το μοναστήρι, πληροφορούμαστε πάντως διακριτικά ότι στεγάζει κάποια μη κατονομαζόμενα «ιστορικά κειμήλια και προτομές σημαντικών προσωπικοτήτων της Ελληνικής Επανάστασης».
Ιδιαίτερη τιμή αποδίδεται ιδίως στους προπάτορες των σημερινών χορηγών, που στήριξαν οικονομικά την εθνεγερσία: «Ο Λάζαρος Κουντουριώτης διέθεσε ένα πολύ μεγάλο μέρος της περιουσίας του για τον σκοπό της Επανάστασης» (Υδρα, 25/6)· «Η ηρωίδα Δόμνα Βισβίζη αφιέρωσε στην Επανάσταση του 1821 τη ζωή και το βιος της» (Αλεξανδρούπολη, 22/7)· «Η γενναιόδωρη δράση των σπουδαίων ηπειρωτών ευεργετών, πριν και μετά την Επανάσταση, συνέβαλε καθοριστικά στην εδραίωση του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους» (Γιάννενα, 28/7).
Μετά την ξενάγηση της Επιτροπής από τον «πατέρα Ακίνδυνο» στο κοινό κτίριο Μητρόπολης και Δημαρχείου, καθηγητής της Επιτροπής δηλώνει πάλι εντυπωσιασμένος από την «ανιδιοτέλεια όλων των ανθρώπων της Υδρας», που «ξεκίνησαν πλούσιοι και έγιναν φτωχοί στο τέλος της Επανάστασης». Καραβοκύρηδες και μούτσοι, ένα και το αυτό;
Σε έναν επετειακό εορτασμό μέσω χορηγών, το πρώτο τραπέζι πίστα ανήκει δικαιωματικά στον μεγαλύτερο συλλογικό επιχειρηματία κι εργοδότη της χώρας: την Εκκλησία της Ελλάδος. Στη Μονή Βελανιδιάς, στη Μεσσηνία, «η αντιπροσωπεία της Επιτροπής είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με τον Αρχιμανδρίτη Χριστόφορο, από τον οποίο ενημερώθηκε για την πρόθεση της Μονής να διοργανώσει και εκείνη εκδηλώσεις για την επέτειο των 200 χρόνων της Επανάστασης. Η αντιπροσωπεία της Επιτροπής τον κάλεσε να εντάξει τις δράσεις αυτές στο κοινό εθνικό εορταστικό ημερολόγιο της Επιτροπής» (19/6).
Στο Ηράκλειο, στη συνάντηση της Γιάννας με τον εκεί Αρχιεπίσκοπο (7/7) «συζητήθηκαν εκδηλώσεις που ετοιμάζει η Εκκλησία Κρήτης για τον εορτασμό των 200 χρόνων από το 1821, μεταξύ αυτών η διοργάνωση συνεδρίου για την προβολή των μηνυμάτων της επετείου και τη συμβολή της Εκκλησίας στην Επανάσταση».
Κατά την επίσκεψή της στην Τρίπολη (18/6), πάλι, «ο Μητροπολίτης Mαντινείας και Κυνουρίας τόνισε τον κομβικό ρόλο που διαδραμάτισε η Εκκλησία στην Επανάσταση του 1821. Στη δική της τοποθέτηση, η Πρόεδρος της Επιτροπής ανέφερε ότι “τη θρησκευτική ταυτότητα και τη μνήμη κανείς δεν θα μας την πάρει, κανείς δεν θα ξαναγράψει την ιστορία”».
Λιγότερο διαφωτιστικές είναι οι πηγές μας για τη συμβολή του ξένου παράγοντα στον εορτασμό. Στις τηλεδιασκέψεις τους με τη Γιάννα, οι περισσότεροι πρέσβεις περιορίστηκαν στην απλή μνεία των πάλαι ποτέ φιλελληνικών κινημάτων των χωρών τους· μονάχα ο Ελβετός, ως εκπρόσωπος μιας χώρας που καταλαβαίνει από μπίζνες, αναφέρθηκε επίσης ρητά «στις ελβετικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας, κάποιες από τις οποίες έχουν γίνει ήδη χορηγοί και υποστηρικτές του έργου της Επιτροπής» (10/12).
Ιδιαίτερη προθυμία έδειξε αντίθετα ο πρέσβης της Νότιας Κορέας: αφού υπενθύμισε «τη συμμετοχή Ελλήνων στον Πόλεμο της Κορέας», «παρουσίασε ιδέες που θα μπορούσε να συμπεριλάβει η Επιτροπή “Ελλάδα 2021” στον δικό της σχεδιασμό» (5/11).
Οπως και το 2004, οι μεγαλύτερες προσδοκίες έχουν πάντως επενδυθεί πέραν του Ατλαντικού. Σε συνομιλία του με τη Γιάννα, ο πρέσβης των ΗΠΑ «αναφέρθηκε σε δράσεις που προτίθεται να κάνει η Αμερικανική Πρεσβεία»· αυτή, πάλι, του ζήτησε «να εντάξει τις δράσεις της Πρεσβείας του στο Εθνικό Ημερολόγιο Δράσεων» της Επιτροπής (13/11). Ακολούθησε ομιλία της στο Greek Economic Summit του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου (2/12), όπου «η κυρία Αγγελοπούλου τόνισε ότι οι δύο χώρες βρέθηκαν στην ίδια πλευρά της ιστορίας, “σε όλα τα μεγάλα γεγονότα της σύγχρονης εποχής”», «οι Ηνωμένες Πολιτείες στήριξαν διαχρονικά την Ελλάδα [...] αλλά και η Ελλάδα, αποτέλεσε πάντοτε ένα αξιόπιστο και σταθερό σύμμαχο της Αμερικής».
Των Ελλήνων οι κοινότητες
Ολα αυτά δεν είναι, ωστόσο, παρά δευτερεύουσες πτυχές του δρομολογούμενου εορτασμού. Κεντρικό ρόλο σ’ αυτό τον τελευταίο αναμένεται να διαδραματίσει η τοπική αυτοδιοίκηση, φορείς της οποίας υπέβαλαν 386 προτάσεις σε σύνολο 1.827 και αποτέλεσαν τον βασικό συνομιλητή των κλιμακίων της Επιτροπής κατά τις περιοδείες τους στην επαρχία. Ο συγκερασμός της προβολής τοπικών θρύλων ή τοπικιστικών διεκδικήσεων με τον πανηγυριώτικο λόγο της προέδρου παίρνει έτσι τη μορφή έκτακτων μαθημάτων πατριδογνωσίας, που λίγο απέχουν από την Εθνική Ηθική Διαπαιδαγώγηση της στρατιωτικής μας θητείας.
Επίκεντρο της παλιγγενεσίας, «η Πελοπόννησος έχει κάθε λόγο να είναι περήφανη για όσα έχει προσφέρει στην Επανάσταση και την Ελλάδα» (συνέντευξη στην ΕΡΤ Τρίπολης, 13/11). Η Αρκαδία «είναι γεμάτη από ηρωικούς τόπους» (18/6), η περιοχή της Κορινθίας «συμβολίζει όσο λίγες το πείσμα και την επιμονή για αναγέννηση» (11/9) κι «η Καλαμάτα έχει μια σπουδαία ιστορία και ανθρώπους δημιουργικούς. Είναι η “Μασσαλία του Μοριά”» (19/6). Στην Πύλο και στα περίχωρά της «στέριωσε η Επανάσταση του 1821»· στο Ναυαρίνο «τα παιχνίδια της ιστορίας μάς ευνόησαν», όμως «στο Μανιάκι, δεν μπορεί κανείς να μην αναγνωρίσει και το μεγαλείο της θυσίας του Παπαφλέσσα» (17/10).
Στη Μάνη, τέλος, «όπου και αν πατήσεις, καταλαβαίνεις ότι όσα λένε για το φρόνημα των Μανιατών είναι αληθινά»: «με τα ανδραγαθήματά τους έγραψαν με μεγάλα γράμματα το όνομά τους στις σελίδες της ελληνικής ιστορίας» κι επιπλέον «έδωσαν ένα διαχρονικό μάθημα ενότητας σε όλους τους Ελληνες» (16/10).
Στη Λαμία, το κενοτάφιο του Διάκου «προκαλεί ρίγος»· όπως επισήμανε άλλωστε ο περιφερειάρχης Σπανός, «βρισκόμαστε στη Στερεά Ελλάδα, στον τόπο με τον τεράστιο ιστορικό πλούτο της Ελληνικής Επανάστασης, μια περιοχή όπου κάθε γωνιά της έχει βάθος, ιστορία και διδάγματα».
Φυσικά «η Κρήτη αποτελεί το διαχρονικό σύμβολο της εξέγερσης εναντίον κάθε κατακτητή» (Ρέθυμνο 6/7), αφού «πάντα μετέδιδε τη φλόγα της Επανάστασης και της αγάπης για την ελευθερία» (Ηράκλειο 7/7)· ακόμη και οι τάφοι των Βενιζέλων, πολιτικών του τελευταίου αιώνα που έφυγαν πλήρεις ημερών, «μας προκαλούν σεβασμό και δέος» (Χανιά 15/7).
Στο Αρκάδι, πάλι, η Γιάννα θυμάται κι αποφαίνεται: «Μας είχε φέρει ο πατέρας μου όταν ήμασταν μικρά και μας ξενάγησε. Τέτοια παραδείγματα πρέπει να τα λέμε σαν ιστορίες και στα μικρά παιδιά. Για να ξέρουν ότι δεν υπάρχουν μόνο οι νέοι ήρωες που βλέπουν στα κόμικς».
Από τα μικρότερα νησιά, «η Κάσος είναι ένα σύμβολο αγώνα, θυσίας και αναγέννησης» κι «αν δεν υπήρχε η προδοσία, όπως πολλοί λένε, ίσως να μην έπεφτε» το 1824 στα χέρια του Ιμπραήμ (28/9). Η Χίος, «το νησί της μοναδικής μαστίχας και των πολύπειρων ναυτικών», περιγράφεται από τον αντιπεριφερειάρχη Μπουγδάνο σαν «πρέσβειρα του αθάνατου ομηρικού πνεύματος, των αγαθών της ελευθερίας της σκέψης και των χρηστών εμπορικών συναλλαγών» κι από έναν καθηγητή της Επιτροπής σαν «ακρόπολη που φωτίζει το πνευματικό μέλλον του Ελληνισμού» (1/10).
Στα γειτονικά Ψαρά, η Γιάννα διαπιστώνει πως «επιβεβαιώθηκε για ακόμη μια φορά ένας αδιάψευστος κανόνας της ελληνικής ιστορίας», ότι «η αυτοθυσία μετατρέπει και την οδυνηρότερη ήττα σε νίκη» (2/10). Το Καστελόριζο τιμάται για «τη συναρπαστική πορεία του ανά τους αιώνες, από την προϊστορική περίοδο», αλλά και για τον σημερινό του ρόλο, σαν «σύμβολο μαχητικότητας, ανυπότακτου φρονήματος και αντοχής»· πρόκειται μάλιστα για το μόνο μέρος όπου η Επιτροπή καταθέτει «λουλούδια στο Μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη» (26/9). Η Αίγινα, τέλος, είναι «το νησί που γράφτηκαν λαμπρές σελίδες του σπουδαίου αγώνα για τη θεμελίωση του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους», με κορυφαίο μνημείο «την ιστορική Μητρόπολη, με το ξύλινο στασίδι του Καποδίστρια, του αγνού πατριώτη που σφράγισε τον αγώνα για την ελευθερία» (24/9).
Στα Γιάννενα, το νόημα το συνοψίζει ο περιφερειάρχης Αλέξανδρος Καχριμάνης: «Είμαστε περήφανοι που είμαστε Ηπειρώτες γιατί έχουμε συμβάλει τα μέγιστα στην εδραίωση του ελληνικού κράτους». Στο ίδιο μήκος κύματος, μια πανεπιστημιακός της Επιτροπής διαπιστώνει ότι «τα Ιωάννινα είναι η πρωτεύουσα που έχει αναδείξει τα ιδανικά της Επανάστασης αλλά και του ελληνισμού στον κόσμο».
Ανατολικότερα, η Κοζάνη είναι «μια περιοχή με σπουδαία ιστορία και παράδοση, με ανθρώπους που το βλέμμα, η σκέψη και η δουλειά τους στοχεύει στο μέλλον» (16/9). Για την «ιστορική Αρτα, ένα τόπο ριζωμένο στα βάθη των αιώνων, με βαρύ το αποτύπωμα του Βυζαντινού πολιτισμού και κεντρική συμμετοχή στον Αγώνα του 1821», μαθαίνουμε πως εκεί «οι επαναστατημένοι Ελληνες πέτυχαν σπουδαίες νίκες»· η μάχη του Πέτα, που δεν μπορεί να περιγραφεί ακριβώς σαν νίκη, τιμάται πάντως σαν «πράξη μοναδικής αλληλεγγύης» των σφαγιασθέντων Φιλελλήνων.
Το ζουμί βρίσκεται, άλλωστε, αλλού: «Ολα αυτά αποτελούν τον “χρυσό” αυτού του τόπου, το πολύτιμο παρελθόν του, το οποίο επιχειρεί να αναδείξει μέσα από τις προτάσεις που έχει υποβάλει στην Επιτροπή» (7/10). Για τους τοπικούς άρχοντες, το διακύβευμα είναι εξίσου απλό: «Θέλουμε να προβάλουμε ότι ο τόπος αυτός προσέφερε πολλά στον αγώνα της απελευθέρωσης και ότι δεν υστέρησε από άλλες περιοχές που επίσης έδωσαν μεγάλες μάχες», ξεκαθαρίζει στους επισκέπτες ο δήμαρχος Κεντρικών Τζουμέρκων.
Ακόμη και για τα μέρη που δύσκολα χωρούν στο παραδοσιακό ηρωοκεντρικό μητρώο, η πρόεδρος έχει μια (άσχετη μεν αλλά) καλή κουβέντα: «Είστε τυχεροί εσείς οι Τρικαλινοί που ζείτε σε αυτή την καταπληκτική πόλη» (23/6)· στην Πρέβεζα η Επιτροπή είδε «μια πόλη με σφυγμό. Με έντονη την παρουσία της νεολαίας» (6/10)· «Η Κέρκυρα είναι ένα μέρος όπου οι τέχνες και ο πολιτισμός αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητάς του. Είναι ένα στολίδι της πατρίδας μας» (21/9). Οσο για τη Ρόδο, «το νησί των Ιπποτών, το διοικητικό κέντρο των Δωδεκανήσων με τον μεγάλο πολιτιστικό πλούτο», το φράγκικο παρελθόν και το άσχετο παρόν γεφυρώνει η (απροσδιόριστης φερεγγυότητας) εκτίμηση ότι «πολλοί ήταν οι Ροδίτες που το 1821 βοήθησαν στον Αγώνα» (20/10).
Από τον κανόνα της ανιστορικής εξύμνησης δεν ξεφεύγουν ούτε οι θρησκευτικές μειονότητες που το Εικοσιένα βρέθηκαν στην αντίπερα όχθη ή τήρησαν απόλυτη ουδετερότητα απέναντι στον ξεσηκωμό. Οι Εβραίοι, που σφαγιάζονταν ομαδικά από τους ελληνορθόδοξους επαναστάτες, τιμήθηκαν από την Επιτροπή με μια επίσκεψη στη Συναγωγή των Ιωαννίνων, με ξεναγό τον εκεί δήμαρχο Μωυσή Ελισάφ. Το ίδιο κι οι Καθολικοί της Σύρου, ο προκαθήμενος των οποίων προθυμοποιήθηκε να εισφέρει στον εορτασμό τα αρχεία της επισκοπής του (9/10).
Το πρόβλημα δεν έγκειται, βέβαια, στην ένταξη αυτών των μειονοτήτων στη σημερινή εθνική νοερή κοινότητα, αλλά στην αναχρονιστική κι εξωραϊστική αποσιώπηση του γεγονότος πως αυτή η ενσωμάτωση υπήρξε μια μεταγενέστερη (και καθόλου εύκολη) ιστορική διαδικασία. Παραδοχή εξαιρετικά κρίσιμη, ιδίως όταν βρισκόμαστε μπροστά σε ιστορικές προκλήσεις, όπως η ενσωμάτωση χιλιάδων μουσουλμάνων μεταναστών και προσφύγων στη σημερινή ελληνική κοινωνία.
Αξιοσημείωτη είναι, τέλος, η μορφωτική αποστολή που τα μέλη της Επιτροπής, ακόμη και γνωστοί πανεπιστημιακοί, σπεύδουν να αναγνωρίσουν στους εκπροσώπους των τοπικών κοινωνιών. Αν οι σχετικές δηλώσεις της Γιάννας ήταν σχεδόν αναμενόμενες, τι να πει κανείς για τις διακηρύξεις ενός επιφανούς ιστορικού, όπως ο Κιτρομηλίδης (15-16/10), πως οι συνομιλίες με τους τοπικούς άρχοντες και φορείς ισοδυναμούσαν για τον ίδιο και τους συνταξιδιώτες του με «ισχυρά μαθήματα πατριδογνωσίας», καθώς τους δίδαξαν όχι μόνο «καινούργια πράγματα για την ιστορία του κάθε τόπου» αλλά και «τι ήταν αυτή η χώρα και ποια είναι η ιστορική της διαδρομή»;
Πειθαρχία και ομόνοια
Εκτός από το ένδοξο παρελθόν υπάρχει, ωστόσο, και το απαιτητικό παρόν – το δεύτερο σκέλος του υπό διαμόρφωση εθνικού αφηγήματος. Το «μάθημα που πρέπει να πάρουμε με αφορμή τα 200 χρόνια», ξεκαθαρίζει η πρόεδρος της Επιτροπής, είναι πολύ απλό: «Ολοι οι Ελληνες μαζί, ενωμένοι και προσηλωμένοι, γιατί υπάρχουν πάρα πολλά που μας ενώνουν και πολύ λίγα που μας χωρίζουν» (Μεσολόγγι 16/6).
Το ίδιο δίδαγμα επαναλαμβάνεται σε κάθε ευκαιρία, με τις κατάλληλες προβολές στο παρόν: «Οι Ελληνες, όταν είμαστε ενωμένοι, αντιμετωπίζουμε όλες τις προκλήσεις και όλες τις δυσκολίες. Αυτό αποδεικνύει το παρελθόν μας. Η Ελλάδα ξεπέρασε μια δεκαετή κρίση. Σήμερα, αντιμετωπίζουμε την πανδημία και τις εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά με νηφαλιότητα και ωριμότητα» (Κέρκυρα 21/9). «Ενωμένοι, μπορούμε να προοδεύουμε» (Κάσος 24/9). «Σκεφτείτε πόσα έχει περάσει η Ελλάδα αυτά τα 200 χρόνια. Εχουμε περάσει και επιδημίες και πολέμους και κάθε λογής δοκιμασίες. Αλλά πάντα ενωμένοι ξεπερνούσαμε την κάθε δυσκολία. Το ίδιο θα κάνουμε και τώρα. Είναι μια δοκιμασία την οποία με πειθαρχία και με κανόνες θα την ξεπεράσουμε» (104,6 FM, 9/11). «Χρειάζεται ψυχραιμία, υπομονή και πειθαρχία» (MEGA, 12/11)· «Πρέπει να είμαστε όλοι πειθαρχημένοι» (ΕΡΤ Τρίπολης, 13/11). «Η χώρα αλλάζει και προοδεύει. [...] Καλό είναι, οι ιστορικοί να μας θυμίσουν πόσο προοδεύαμε όταν ήμασταν ενωμένοι και πόσο πίσω πηγαίναμε όταν υπήρχαν διχασμοί» (8ο Αναπτυξιακό Συνέδριο Δυτικής Ελλάδας, 4/7).
Στο πλαίσιο αυτό, ακόμη και οι εμφύλιες συγκρούσεις του παρελθόντος, αντί ν’ αναλυθούν, αναγορεύονται στο αντίθετό τους: το μουσείο του Αη Στράτη, λ.χ., «συμβολίζει την εθνική συμφιλίωση» (9/9). Με εντυπωσιακότερη πλαστογραφία του παρελθόντος την εξωραϊστική εξύμνηση του εγχώριου δικαστικού σώματος, τη μόνη που αξιώθηκε κάποιος κρατικός θεσμός από την πρόεδρο του «2021», κατά την επίσημη συνάντηση της Γιάννας με την ηγεσία του (26/10): «Η Δικαιοσύνη της χώρας διαδραμάτισε στα 200 χρόνια της σύγχρονης ιστορίας μας έναν κομβικό ρόλο. Αποτέλεσε τον θεματοφύλακα του κράτους δικαίου και τον εγγυητή της κοινωνικής ειρήνης και συνοχής. Στάθηκε δίπλα στον πολίτη, προστατεύοντας τα δικαιώματά του. Ηλεγξε τις πράξεις της Διοίκησης, αποτρέποντας καταχρήσεις κρατικής εξουσίας. Υπερασπίστηκε τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου. Συνέβαλε στην υπέρβαση κακοδαιμονιών και στην αποκατάσταση αδικιών». Για ποιαν ακριβώς χώρα μιλάμε;
Τον σκληρό πυρήνα της Εθνικής Ηθικής Διαπαιδαγώγησης συγκροτεί φυσικά η διαιώνιση των παραδοσιακών αρετών: «Αυτές τις αξίες που είχαν τότε οι Ελληνες πρέπει να τις κρατήσουμε και να τις αξιοποιήσουμε» (Υδρα 25/6). Μάλλον παράξενα αντηχούν όμως κάποιες προσπάθειες επικαιροποίησής τους: «Υποχρέωση της Επιτροπής», διακήρυξε π.χ. η Γιάννα στον Αγιο Νικόλαο (8/7), «είναι να προβάλουμε την ιστορία μας, ό,τι ιερό έχει συμβεί αυτά τα 200 χρόνια, και να μιλήσουμε για τις αξίες που μας κληροδότησε αυτή η πορεία, ξεκινώντας από το 1821. Αυτές τις αξίες συναντάμε στη Σπιναλόγκα». Εξίσου ατυχής υπήρξε και η αντιφώνηση του δημάρχου: «Η περίοδος της πανδημίας που διανύουμε, του εγκλεισμού και της κοινωνικής αποστασιοποίησης, αποτελεί την πλέον κατάλληλη στιγμή για να αναδειχθεί η αξία της Σπιναλόγκας που είναι πιο επίκαιρη από ποτέ».
Χάντρες και τσολιαδάκια
Οπως υπονοεί η ίδια η καταστατική διατύπωση περί «nation branding», όλη αυτή η εθνοπρεπής φλυαρία δεν είναι, σε τελική ανάλυση, παρά μια αναζήτηση συμπληρωματικών τρόπων προσέλκυσης τουρισμού κι επενδυτικών κεφαλαίων. Με βασικό target group, εννοείται, τη μερίδα εκείνη του αλλοδαπού κοινού που συμμερίζεται –εν μέρει τουλάχιστον– το ίδιο συλλογικό αφήγημα: τους απανταχού ομογενείς.
«Η επέτειος των 200 χρόνων μετά την Επανάσταση είναι μια συναρπαστική πρόκληση», εξηγεί έτσι η Γιάννα στην ομογένεια, μέσω του «Πρακτορείου FM 104,9» (8/11). «Είμαστε μια σύγχρονη, δημοκρατική χώρα, αναπόσπαστο μέλος της Ευρώπης. Μια χώρα με ποιότητα ζωής που αξίζει να έρθει κανείς να ζήσει και να επενδύσει». Απευθυνόμενη στους ιθαγενείς (εν προκειμένω, τους Κερκυραίους), η ίδια πάλι «επεσήμανε την ανάγκη ο κάθε τόπος να βρει έναν ευφυή τρόπο να προβάλει τη δική του ταυτότητα» (21/9).
Οι περισσότεροι τοπικοί άρχοντες δεν δυσκολεύτηκαν να πιάσουν το μήνυμα, θεωρητικά τουλάχιστον: «Είμαστε σε μια περιοχή που στέριωσε η Επανάσταση του 1821», εξηγεί λ.χ. στην Επιτροπή ο αντιπεριφερειάρχης Μεσσηνίας, Στάθης Αναστασόπουλος (17/10). «Ολη η Περιφέρεια Πελοποννήσου είναι γεμάτη από μνήμες από εκείνα τα γεγονότα και αυτό πρέπει να το αξιοποιήσουμε με σωστό τρόπο και να του δώσουμε προστιθέμενη αξία».
Το πέρασμα από τη θεωρία στην πράξη δεν είναι, βέβαια, πάντα αυτονόητο. Πολλοί δήμοι υπέβαλαν έτσι στην Επιτροπή ιδέες για χρηματοδότηση, ενδιαφέρουσες μεν, η σχέση των οποίων με την επέτειο είναι ωστόσο εξόφθαλμα προσχηματική –η δε Γιάννα, όχι και τόσο καθ’ ύλην αρμόδια για την αποτίμησή τους: δημιουργία πλανητάριου και τυροκομικής σχολής στα Καλάβρυτα· ανακύκλωση πλαστικών ποτηριών καφέ, μαθήματα ρομποτικής και «κόμβος καινοτομίας κι επιχειρηματικότητας» στα Τρίκαλα· Γεωλογικό μουσείο στη Σύρο· θαλάσσιες αθλητικές δραστηριότητες στην Πρέβεζα· ενίσχυση της ηλεκτροκίνησης στην πόλη της Ρόδου και πάει λέγοντας... Η δημιουργία «πάρκου αναρρίχησης με 60 διαδρομές», στη Νεστάνη της Αρκαδίας, υποθέτουμε πάντως ότι θ’ αποτίει φόρο τιμής στους αγωνιστές που σκαρφάλωσαν κάποτε στα τείχη του κάστρου της γειτονικής Τριπολιτσάς.
Σχετικότερες, αλλά όχι απαραίτητα δημιουργικότερες, φαίνονται οι εισηγήσεις για υποδομές «ανάπτυξης του θεματικού τουρισμού, με επίκεντρο την ιστορία», όπως η πρόταση του Δήμου Πρέβεζας για «αναβάθμιση και τη βελτίωση των υποδομών του Ιερού βράχου του Ζαλόγγου και την προβολή της ιστορίας του». Διαβάζοντάς την, αναρωτιόμαστε τι θα έλεγε ο καθηγητής Αλέξης Πολίτης, μέλος της Επιτροπής και συγγραφέας ενός διαφωτιστικότατου άρθρου για τη διαμόρφωση του σχετικού θρύλου στη διάρκεια του 19ου αιώνα...
Μεταξύ καινοτομίας και πεπατημένης, κάποιοι τοπικοί άρχοντες προσπάθησαν πάλι να σπρώξουν μέσω του «2021» ορισμένα τοπικά προϊόντα και μαγαζιά. Στο Μεσολόγγι, το κλιμάκιο της Επιτροπής ξεναγήθηκε λ.χ. «στο παραδοσιακό ποτοποιείο “Τρικενέ”, το πιο παλιό ποτοποιείο της περιοχής», όπου «συνάντησαν τον ιδιοκτήτη και αγόρασαν παραδοσιακά προϊόντα»· ακολούθησε προσφορά «τοπικών εδεσμάτων από τον Πρόεδρο του Αλιευτικού Συνεταιρισμού Κλείσοβας», στη λιμνοθάλασσα. Στα Γιάννενα, πάλι, «η αντιπροσωπεία θαύμασε παραδοσιακά κοσμήματα διάσημων εκπροσώπων της γιαννιώτικης αργυροτεχνίας και μυήθηκε στα μυστικά της ηπειρωτικής αυτής τέχνης».
Την πιο προωθημένη γκρίζα διαφήμιση απόλαυσε πάντως μια γνωστή βιομηχανία παιχνιδιών, με αφορμή την επίσκεψη της Επιτροπής στην «εξαιρετικά πρωτότυπη έκθεση “Το ’21 αλλιώς: Η Ελληνική Επανάσταση με φιγούρες και διοράματα Playmobil”» (Σπάρτη 15/10). Οπως εξηγεί το σχετικό δελτίο Τύπου της Επιτροπής, στην εν λόγω έκθεση «παρουσιάζονται πτυχές της ιστορίας του 1821 μέσα από φιγούρες Playmobil: φιγούρες πρωταγωνιστών της προεπαναστατικής και επαναστατικής περιόδου, όπως για παράδειγμα ο Αδαμάντιος Κοραής ή ο Μάρκος Μπότσαρης». Να συγκαταλέγεται, άραγε, η παραγωγός εταιρία στους χορηγούς της εθνικής μας επετείου;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου