Γιάννης Νικολόπουλος | 21.09.2016
Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην τραπεζική ανέμη τυλιγμένη, δώσε κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι των δανείων να αρχινίσει (στην αφήγηση δεν συμμετέχει η γάτα Ιμαλαΐων…).
Μια φορά και έναν καιρό, σε μια καπιταλιστικά χρεοκοπημένη χώρα, όπου τα σπασμένα της οικονομικής καταστροφής καλούνταν να πληρώσουν μαζικά οι εργαζόμενοι και όχι το αστικό μπλοκ της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας, που τα προκάλεσε, συναντήθηκαν δύο παλιοί φίλοι. Ο ένας, ήταν πρόεδρος εύρωστου, ασφαλιστικού ταμείου μιας θεωρούμενης 4ης εξουσίας, για πολλά χρόνια συνδικαλιστής (τρομάρα του…) της γνωστής ψευδώνυμης «αριστεράς», «της ευθύνης και του ρεαλισμού», και επικεφαλής του οικονομικού ρεπορτάζ μεγάλης, απογευματινής εφημερίδας. Ο άλλος, ήταν πρόσκαιρα διευθυντής γνωστού ινστιτούτου – ιδρύματος, εξειδικευμένου στις οικονομικές και βιομηχανικές έρευνες και μελέτες, πρόεδρος επί «εκσυγχρονισμού» μεγάλης τράπεζας και αποτελούσε ένα από τα αγαπημένα παιδιά του γαλαζοπράσινου (κυρίως του δεύτερου, κεντροαριστερού συνθετικού…) πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου της χώρας.
Η συνάντηση τους δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, ούτε σύμπτωση των καιρών – εξάλλου ήταν παλιοί γνώριμοι «για τις ανάγκες του ρεπορτάζ», με αμοιβαία, προσωπική εκτίμηση και πολύωρες, μεταξύ τους, συζητήσεις για την εκάστοτε, οικονομική κατάσταση της χώρας. Το ελατήριο όμως αυτής της συνάντησης, εκεί, στις χρονικές απαρχές της χρεοκοπίας, ήταν οι κοινές τους αγωνίες για το ζοφερό όσο και ζωτικής σημασίας μέλλον αφενός μερίδας της 4ης εξουσίας και αφετέρου του τραπεζικού συστήματος. Με απλά λόγια, ο ένας θεωρούσε ότι ο άλλος κρατούσε στα χέρια του, τα κλειδιά της λύσης του προβλήματός του, και τούμπαλιν.
Ο πρόεδρος του ασφαλιστικού ταμείου θεωρούσε ότι πολύ σύντομα, η πολύπλευρη κρίση στην 4η εξουσία – κρίση περιεχομένου, κρίση ιδιοκτησιών, κρίση οικονομικής κατάστασης, κρίση αναχρηματοδότησης των δανείων, κρίση διατήρησης των θέσεων εργασίας… - θα καταβαράθρωνε το ταμείο, το οποίο δεν θα μπορούσε να καταβάλει ούτε συντάξεις ούτε επιδόματα, λόγω της έλλειψης πόρων, και ως εκ τούτου, χρειάζονταν επειγόντως «ενέσεις ρευστότητας» στη μηχανή καύσης της 4ης εξουσίας.
Ο διευθυντής του ερευνητικού ινστιτούτου προέβλεπε ότι το τραπεζικό σύστημα, παιδί και ταυτόχρονα «πατέρας» του οποίου υπήρξε, θα έμπαινε σε κατάσταση κόκκινου συναγερμού και παντελούς έλλειψης ρευστότητας, με απρόβλεπτες συνέπειες για τη «βιωσιμότητα» του – και οι πόροι που θα μπορούσαν να εξασφαλιστούν από τον Μεγάλο Ευρωπαϊκό Οφθαλμό όστις τα πάνθ’ ορά από τις περιοχές πέριξ του Μέλανα Δρυμού, δεν θα ήταν ούτε επαρκείς ούτε χωρίς δυσβάστακτους όρους και ανταλλάγματα, ειδικά στο σκέλος της στελέχωσης των ΔΣ των «νέων» τραπεζικών σχημάτων.
Τι επιδίωκε ο πρόεδρος του ασφαλιστικού ταμείου από τον φίλο του, διευθυντή; Μια όσο το δυνατό πιο αθόρυβη λύση ώστε ο πρώτος να συμβάλει, έμπρακτα, στην οικονομική ανάταξη και την παροχή ρευστότητας σε μερίδα (όχι όλη…) της 4ης εξουσίας, που είχε μπει ήδη, σε τροχιά ταχείας κατάρρευσης.
Τι επιδίωκε ο διευθυντής του ερευνητικού ινστιτούτου, από τον φίλο του, πρόεδρο; Μια όσο το δυνατό πιο αθόρυβη λύση, ώστε ο διευθυντής να συμβάλει, μέσα από το κύρος δήθεν «ανεξάρτητων» μελετών και ερευνών, οι οποίες θα χορηγούνταν σε κάθε ενδιαφερόμενο, στην παροχή σημαντικής ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα – ή με άλλα λόγια, στην υφαρπαγή πόρων από κάθε πιθανή πηγή.
Ο πρόεδρος του ασφαλιστικού ταμείου διέθετε στα χέρια του, τη ρευστότητα των αποθεματικών του ταμείου και την προσωπική βούληση να ρίξει οικονομικό σωσίβιο προνομιακής δανειοδότησης για συγκεκριμένες, προεπιλεγμένες και εκ προοιμίου αμοιβαία συμφωνημένες επιχειρήσεις της 4ης εξουσίας. Ο διευθυντής του ερευνητικού ινστιτούτου διέθετε στα χέρια του, τα εργαλεία εύσχημης πίεσης, προκειμένου να υποδείξει την κατάλληλη τράπεζα, στην οποία θα διοχετεύονταν τα αποθεματικά του ασφαλιστικού ταμείου, θα τόνωναν τη ρευστότητα της, και διαμέσου των αποφάσεων του ΔΣ της, αυτά τα αποθεματικά θα αναχρηματοδοτούσαν τα δάνεια συγκεκριμένων, προεπιλεγμένων και εκ προοιμίου συμφωνημένων επιχειρήσεων της 4ης εξουσίας – και όλα αυτά, όσο το δυνατόν πιο αθόρυβα και διακριτικά.
Ο διευθυντής του ερευνητικού ινστιτούτου ανέλαβε να ντύσει με το κύρος μιας δήθεν «ανεξάρτητης» μελέτης του ινστιτούτου του, τις ενέργειες του προέδρου του ασφαλιστικού ταμείου. Ο πρόεδρος ανέλαβε να πείσει το ΔΣ του ασφαλιστικού ταμείου του ότι μόνο η εξαγορά μιας τράπεζας με τα αποθεματικά του ταμείου θα εξασφάλιζε μακροπρόθεσμα πρώτα τη «βιωσιμότητα» κάποιων (όχι όλων…) εκ των επιχειρήσεων της 4ης εξουσίας και διαμέσου αυτής της «βιωσιμότητας», την μακροημέρευση του ταμείου, καθώς όπως θα ισχυριζόταν αργότερα, μια τέτοια πρωτοβουλία θα ολοκληρωνόταν με την παροχή δανείων με ευνοϊκούς όρους στους ιδιοκτήτες των εκλεκτών, συμφωνημένων και προεπιλεγμένων επιχειρήσεων της 4ης εξουσίας. Μοναδική από την πλευράς των επιχειρηματιών της 4ης εξουσίας, «δέσμευση» θα ήταν ένα βραχυπρόθεσμο μορατόριουμ στην κατάργηση θέσεων εργασίας και τις μαζικές απολύσεις, ένα μορατόριουμ, το οποίο θα επανεξεταζόταν τακτικά, «ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες σε κάθε επιχείρηση» - και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε.
Παραμένει θολό ποιος υπέδειξε ότι η κατάλληλη τράπεζα για αυτή την αθόρυβη και διακριτική «διευθέτηση» θα ήταν ακριβώς εκείνη η τράπεζα που βρίσκεται, συχνά - πυκνά στον αφρό της επικαιρότητας και της πολιτικής διαμάχης – την υπέδειξε ο πρόεδρος, την υπέδειξε ο διευθυντής ή ενεπλάκη και τρίτο, ενδιαφερόμενο πρόσωπο;
Σε κάθε περίπτωση, το κοινό σχέδιο του προέδρου και του διευθυντή δεν περπάτησε, χωρίς να έχει διευκρινιστεί επακριβώς ποια πλευρά υπαναχώρησε. Το ασφαλιστικό ταμείο δεν εξαγόρασε την τράπεζα, η τράπεζα δεν πήρε τα αποθεματικά αυτού, τουλάχιστον, του ταμείου, η ζωή συνεχίστηκε – η μελέτη πάντως του ινστιτούτου και εκπονήθηκε και παραδόθηκε στον πρόεδρο «για κάθε χρήση» και ο πρόεδρος ήταν πρόθυμος να ενεργοποιήσει τις προβλέψεις και τις προτάσεις της «στην πρώτη ευκαιρία».
Οι δύο πρωταγωνιστές του παραμυθιού μας συνεχίζουν πάντως να παρεμβαίνουν στον δημόσιο βίο της χρεοκοπημένης χώρας – είτε στον μικρόκοσμο της 4ης εξουσίας είτε στον πιο ευρύ κόσμο της πολιτικής, οικονομικής εξουσίας, κατά τις προτιμήσεις τους και ανάλογα με τις (εξαιρετικά) κομβικές και υψηλόβαθμες θέσεις τις οποίες διαδοχικά κατείχαν, σε υπουργικά συμβούλια, στο ασφαλιστικό και το τραπεζικό σύστημα.
Όσο για την τράπεζα, παραμένει ένα μήλον της Έριδος και [κατά διαβολική σύμπτωση(;)], η έριδα που έχει ξεσπάσει γύρω της αφορά τα δάνεια, τις εξασφαλίσεις και τις παροχές σε ανατέλλοντες μνηστήρες της 4ης εξουσίας – με τα αποθεματικά, τη ρευστότητα και την κεφαλαιακή επάρκεια να προέρχονται ως επί το πλείστον από άλλο ασφαλιστικό ταμείο, σαν έκτακτες τσιμεντοενέσεις σε σαθρά θεμέλια.
Αλλά, όλα αυτά, που διαβάσατε, αποτελούν κουβάρι ενός μύθου, που μόνο συμπτωματική σχέση μπορεί να έχει με τη ζώσα πραγματικότητα στην Ελλάδα…
Μα πως λέγονται οι ήρωες του παραμυθιού?Ονόματα δεν έχουνε?Ρωτάω εγω η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων.
ΑπάντησηΔιαγραφή