Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2012

Τριανταεννιά χρόνια μετά…

Αναδημοσίευση από το http://sarantakos.wordpress.com/2012/11/15/17noe73/


Συμπληρώνονται αυτές τις μέρες τριανταεννιά χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973, σε μια Ελλάδα που βιώνει μια βαθύτατη κρίση, όπως βαθιά κρίση βίωνε και το 1973 το δικτατορικό καθεστώς, κρίση την οποία είχε προσπαθήσει να εκτονώσει και να αποφύγει με την προσπάθεια ελεγχόμενης επιστροφής σε μια μορφή κοινοβουλευτικής ζωής, με την ανακήρυξη προεδρικής δημοκρατίας και την ανάθεση της πρωθυπουργίας στον Σπ. Μαρκεζίνη, μια προσπάθεια που ματαιώθηκε με τη φοιτητική εξέγερση και την αιματηρή καταστολή που ακολούθησε -μια βδομάδα μετά, η ομάδα Ιωαννίδη ανέτρεψε τον Παπαδόπουλο και έβαλε τέρμα στα πειράματα εκδημοκρατισμού.
Η βαθιά κρίση που περνάμε σήμερα έχει, εύλογα ίσως, θέσει υπό αμφισβήτηση και την εξέγερση του Πολυτεχνείου, αν και η βασική θέση της αμφισβήτησης, δηλαδή ότι η λεγόμενη «γενιά του Πολυτεχνείου» εξαργύρωσε τη συμμετοχή της στον αντιδικτατορικόν αγώνα με την αναρρίχηση σε πολιτειακά αξιώματα, δεν είναι καινούργια, ακούγεται εδώ και πολλά χρόνια, απλώς τώρα ακούγεται περισσότερο.
Πιστεύω πως η θέση αυτή, που την ακούει κανείς και από καλοπροαίρετους ανθρώπους, είναι μακριά από την αλήθεια. Δεν θα αρνηθώ βέβαια ότι πολλοί πρωταγωνιστές του φοιτητικού αντιδικτατορικού αγώνα κατέλαβαν υπουργικά αξιώματα ή βουλευτικές και κρατικές θέσεις, αλλά αυτοί ήταν η εξαίρεση μάλλον παρά ο κανόνας. Αν εξετάσουμε τον κατάλογο των μελών της Συντονιστικής Επιτροπής της κατάληψης του Πολυτεχνείου, θα δούμε ότι από τα 33 τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της μόνο πέντε ή έξι κατέλαβαν τέτοιες θέσεις και αξιώματα σε όλα αυτά τα χρόνια, ποσοστό που το βρίσκω μικρό. Θα έλεγα μάλιστα ότι, σε σύγκριση με άλλα αντιστασιακά και αντικαθεστωτικά κινήματα, οι φοιτητές του αντιδικτατορικού αγώνα κατέλαβαν μάλλον λιγοστές θέσεις και οπωσδήποτε όχι κορυφαίες -μέχρι στιγμής, αν δεν κάνω λάθος, δεν έχει υπάρξει Πρόεδρος ή πρωθυπουργός ή έστω αρχηγός αξιωματικής αντιπολίτευσης που να βγήκε από το φοιτητικό κίνημα του 1973, ενώ υπήρξε από τις φοιτητικές απεργίες του 1907 (ο Γ. Παπανδρέου) ή από τις μαθητικές κινητοποιήσεις των αρχών του 1990 (ο Αλ. Τσίπρας), για να μην πάμε στον Χάβελ, τον Βαλέσα, ή στους εκατοντάδες γκωλικούς στη Γαλλία μετά το 1945. Αυτό βέβαια έχει να κάνει και με το ότι η δικτατορία κατέρρευσε και δεν ανατράπηκε, και ότι τη διαδέχτηκε ένα καθεστώς στο οποίο κυριαρχούσε ένα κόμμα που στεκόταν αμήχανο και δύσπιστο απέναντι στον μαχητικό αντιδικτατορικό αγώνα, στον οποίο ελάχιστα στελέχη του είχαν πάρει ενεργό μέρος.
Στο κάτω-κάτω, δεν είναι άτοπο, αφύσικο ή κατακριτέο αν, από μια ομάδα εικοσάχρονων που ασχολούνται έντονα με τους πολιτικούς αγώνες κάποιοι φτάσουν, είκοσι ή τριάντα χρόνια μετά, σε υψηλά αξιώματα. Για όσους δεν ανήκουν στην άρχουσα τάξη, ώστε να κληρονομούν τη βουλευτική έδρα από τον πατέρα τους ή να την εξασφαλίζουν αβρόχοις ποσί από τον κομματικοκρατικό μηχανισμό μόλις τελειώσουν το Κολέγιο και το Χάρβαρντ, η συμμετοχή στα κοινωνικά κινήματα είναι ο συνήθης τρόπος ενασχόλησης με την πολιτική, αλλά φαίνεται θεωρούμε αφύσικο να αναδεικνύεται κανείς χωρίς να χρησιμοποιεί τον πατροπαράδοτο τρόπο των γόνων της άρχουσας τάξης.
Το ότι κάποιοι εξέχοντες αγωνιστές του 1973 φάνηκαν στη συνέχεια να έχουν προδώσει τα ιδανικά για τα οποία αγωνίστηκαν ή απλώς να έχουν αλλάξει ιδέες, δεν νομίζω ότι αναιρεί την αξία του τότε αγώνα τους. Η ιστορία άλλωστε είναι γεμάτη από παραδείγματα ανθρώπων που στη διάρκεια του πολιτικού βίου τους μετατοπίστηκαν από τη μια στην άλλη άκρη του πολιτικού φάσματος, συνήθως (αλλά όχι πάντα) από τα αριστερά προς τα δεξιά -η ιδεολογική μεταστροφή συνήθως σε πιο συντηρητικές κατευθύνσεις καθόλου δεν είναι αποκλειστικότητα της γενιάς του Πολυτεχνείου.
Φυσικά, στη σημερινή συγκυρία δεν θα μπορούσαν να λείψουν και οι κρωγμοί των μελανοχιτώνων της Χρυσής Αυγής, που είναι, εδώ που τα λέμε, απόλυτα δικαιολογημένοι να οργίζονται, μια και η εξέγερση του Πολυτεχνείου υπονόμευσε το αγαπημένο τους δικτατορικό καθεστώς. Στην αφίσα που κυκλοφόρησαν (βλ. εδώ αριστερά) κάνουν λόγο για παραμύθι του Πολυτεχνείου και για ψεύτικους νεκρούς, και αναγγέλλουν ότι όποιος βρει τους νεκρούς “αμοιφθήσεται” (αν δεν έχουν ορθογραφικό λάθος τα κείμενά τους δεν παίρνουν το ‘τυπωθήτω’). Νεκροί φυσικά υπήρξαν δεκάδες. Πολυετής έρευνα του Λ. Καλλιβρετάκη για το Εθν. Ίδρυμα Ερευνών έχει καταλήξει σε 24 απολύτως επιβεβαιωμένες περιπτώσεις (με όνομα και επώνυμο) και σε άλλες 16 όχι ταυτοποιημένες, αν καταλαβαίνω καλά τα πορίσματα. Οι αρνητές του Πολυτεχνείου στηρίζονται στο έωλο επιχείρημα ότι οι νεκροί δεν βρέθηκαν μέσα στον περίβολο του Πολυτεχνείου αλλά σε άλλα σημεία (αν και τις πιο πολλές φορές στην άμεση γειτονία του) -αλλά τι σημαίνει αυτό; Δηλαδή, ας πούμε, ο Μ. Μυρογιάννης, ο εικοσάχρονος Μυτιληνιός που τον σκότωσε (και μετά παινεύτηκε) ο Ντερτιλής, ο μόνος απριλιανός που βρίσκεται ακόμα στη φυλακή, δεν είναι νεκρός του Πολυτεχνείου επειδή δολοφονήθηκε Πατησίων και Στουρνάρη; Γελοία πράγματα -θα μου πείτε, οι χρυσαυγίτες αρνούνται τα 6 εκατομμύρια νεκρούς του Ολοκαυτώματος, στους 24 του Πολυτεχνείου θα κολλήσουν;
Στη χρυσαυγίτικη αφίσα, πλάι στη Μαρία Δαμανάκη βλέπετε την “Ηλένια”, που είναι το φοβερό χρυσαυγίτικο επιχείρημα με το οποίο προσπαθούν να βγάλουν ανύπαρκτους τους νεκρούς του Πολυτεχνείου. Πράγματι, στην πρώτη επέτειο της εξέγερσης, ένας νεαρός πηγαινοερχόταν μέσα στους συγκεντρωμένους, κραδαίνοντας αυτή την εικόνα, και εξηγώντας ότι πρόκειται για την κοπέλα του, την Ηλένια Ασημακοπούλου, που χάθηκε όταν μπήκαν τα τανκς στο Πολυτεχνείο και από τότε την αναζητεί μάταια. Η ιστορία, όπως ήταν αναμενόμενο, δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες, αλλά εξαιτίας της δημοσίευσης βρέθηκαν αρκετοί που πρόσεξαν ότι η δήθεν εικόνα της Ηλένιας ήταν παρμένη από κάποια σχετικά πρόσφατη διαφήμιση σαμπουάν. Ο νεαρός νομίζω ότι πέρασε από δίκη, αλλά δεν παίρνω όρκο και δεν έχει σημασία. Η όλη ιστορία δεν κράτησε πάνω από δέκα μέρες. Αυτό όμως δείχνει και την ένδεια επιχειρημάτων των χρυσαυγιτών, που πιάνονται από τις φαντασιώσεις ενός μυθομανή -οι ίδιοι που καταθέτουν στεφάνια (και δυστυχώς όχι μόνο αυτοί…) στον εντελώς ανύπαρκτο Κ. Κουκίδη!
Με την επέτειο του Πολυτεχνείου το ιστολόγιο δεν έχει ασχοληθεί πολύ, αν και το 2009 είχα παρουσιάσει το βιβλίο του αξέχαστου Δημήτρη Ραβάνη-Ρεντή “Ρεπορτάζ για ένα ζεστό Νοέβρη“, ποιήματα που γράφτηκαν εκείνες τις μέρες και κυκλοφορούσαν στη συνέχεια χέρι με χέρι. Επίσης, στον παλιό μου ιστότοπο είχα ανεβάσει ένα αφιέρωμα με πολλά ποιήματα και κάποια πεζά για το Πολυτεχνείο. Για να ευλογήσω τα γένια μου, ένα διήγημα, “Το Νοέμβρη λοιπόν“, είναι δικό μου, ενώ ένα ποίημα είναι ενός άλλου Σαραντάκου, του Άχθου Αρούρη, του παππού μου. Τα περισσότερα ποιήματα είναι παρμένα από την ανθολογία του Ηλία Γκρη “Το μελάνι φωνάζει – Η 17η Νοεμβρίου στη λογοτεχνία” των εκδόσεων Μεταίχμιο.
Οπότε, ας προσθέσω λίγο υλικό ακόμα, σκέφτηκα, υλικό από εφημερίδες της εποχής. Διάλεξα την εφημερίδα Απογευματινή, που δεν αντιπολιτευόταν ιδιαίτερα το καθεστώς Μαρκεζίνη (όπως οι εφημερίδες του ΔΟΛ και η Βραδυνή) αλλά και είχε μερικούς κορυφαίους συνεργάτες (π.χ. Φρ. Γερμανός και ΚΥΡ). Εδώ είναι ένα κομμάτι από το πρωτοσέλιδό της την Πέμπτη 15.11.73. Η εξέγερση δεν έχει ακόμα γίνει πρώτος τίτλος, άλλωστε πρόκειται ακόμα για “μαχητική εκδήλωσι”. Στην ανάμικτη γλώσσα της εποχής διαβάζουμε ότι οι φοιτητές “κατέλαβον” το κτίριο του Πολυτεχνείου -το ρεπορτάζ υπογράφει ο Κ. Χαρδαβέλλας.
Την επόμενη μέρα, Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 1973, η εξέγερση έχει πιάσει όλη την πρώτη σελίδα. Δεν ανεβάζω το πρωτοσέλιδο γιατί θα βαρύνει πολύ η σελίδα μου, μπορείτε όμως να το κατεβάσετε από εδώ. Μεγάλο μέρος της σελίδας πιάνουν οι δυο φωτογραφίες, πάνω δεξιά η κυβερνητική “ανακοίνωσι” που καταγγέλλει “ανεύθυνα πρόσωπα” που εξυπηρετούν “ωρισμένους σκοπούς”, ενώ αλλού βρίσκουμε εξαγγελίες για αυξήσεις μισθών και ότι πρόκειται να επιτραπούν 58 τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη.
Σε μια μέσα σελίδα υπάρχει ρεπορτάζ του Κ. Χαρδαβέλλα με τίτλο Μια ώρα στο “φρούριο” με τους φοιτητάς, που κι αυτό δεν το ανεβάζω για να μη βαρύνει η σελίδα. Και σε μια άλλη σελίδα, μια γελοιογραφία του Σκουλά, που παρουσιάζει τους φοιτητές να φωνάζουν “Ο λαός πεινάει σε λίγο θα σας φάει” (είχε ακουστεί και αυτό το σύνθημα) και κάποιους να αντιπροτείνουν “Τρώτε νόστιμο φθηνό χοιρινό”, όπως ήταν το σύνθημα μιας διαφημιστικής εκστρατείας της εποχής.
Στις 17 Νοεμβρίου, ημέρα Σάββατο, οι εφημερίδες κυκλοφορούν ενώ τα τανκς έχουν καταστείλει την εξέγερση και ενώ στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας πέφτουν νεκροί, η πρώτη σελίδα έχει την είδηση της αιματηρής επίθεσης, αλλά οι μέσα σελίδες έχουν γραφτεί νωρίτερα. “3 τα μεσάνυκτα – Τα τανκς κατέστειλαν την εξέγερσι” είναι ο πρωτοσέλιδος τίτλος, ενώ γίνεται αναφορά σε 4-10 νεκρούς.
Την Κυριακή δεν βγαίνουν απογευματινές εφημερίδες. Τη Δευτέρα 19 Νοεμβρίου, ενώ έχει κηρυχθεί ο στρατιωτικός νόμος και έχουν σταματήσει πια οι διαδηλώσεις, που συνεχίστηκαν και την Κυριακή, το πρωτοσέλιδο έχει τίτλο “Οι συγκρούσεις χθες” και την υπόσχεση ότι ο στρατιωτικός νόμος θα αρθεί το συντομότερο δυνατό, ενώ η κυβέρνηση ανακοινώνει επίσημα 9 ονόματα νεκρών (ανάμεσά τους ο Διομήδης Κομνηνός και ο Αλέξ. Σπαρτίδης). Δηλαδή, ο Παπαδόπουλος παραδέχτηκε νεκρούς, ενώ τα σημερινά εγγονάκια του τούς αρνούνται. Στο πλάι, τα ονόματα πέντε πολιτών που παραπέμπονταν στο στρατοδικείο επειδή συμμετείχαν σε διαδήλωση την Κυριακή 18 Νοεμβρίου.
Τέλος, την Τρίτη 20 Νοεμβρίου, το μεν πρωτοσέλιδο (το ανέβασα εδώ) αναφέρει για 886 συλλήψεις, ενώ πληροφορεί ότι δυο ακόμη τραυματίες εξέπνευσαν (ο Γερακίδης και ο Μυρογιάννης), και ότι 6 συλληφθέντες διαδηλωτές της Κυριακής καταδικάστηκαν σε 4-5 χρόνια φυλάκιση. Μεγάλο μέρος της πρώτης σελίδας το πιάνουν φωτογραφίες από το κυριευμένο Πολυτεχνείο (ο υφυπουργός Τύπου Σπ. Ζουρνατζής είχε ξεναγήσει τους ξένους δημοσιογράφους στα κτίρια του ΕΜΠ) με έμφαση σε “ακραία” συνθήματα και στις “εκτεταμένες” καταστροφές.
Σε εσωτερική σελίδα, βρίσκω το ρεπορτάζ από αυτή την ξενάγηση. Το έχω ανεβάσει εδώ, αλλά θα μεταφέρω μια παράγραφο που μου φαίνεται σαν να την έχω ξανακούσει και με άλλες ευκαιρίες. Εικόνες εγκαταλελειμμένου στρατωνισμού μετά από θυελλώδη μάχη παρουσιάζουν και οι αίθουσες του Πολυτεχνείου. Σωροί κάθε είδους αντικειμένων, κατεστραμμένων επίπλων, ξεσκισμένων βιβλίων, σπασμένων μπουκαλιών, υπολειμμάτων φαγητών, φαρμάκων, φρούτων, επιδέσμων, παπουτσιών, αναποδογυρισμένων εδράνων, ξυλωμένων παραπετασμάτων, κομματιασμένων μαρμάρων. Τίποτε όρθιο. Τίποτε στην θέσι του. Μόνο οι τοίχοι, εσωτερικά και εξωτερικά διάστικτοι από επαναστατικά συνθήματα. Εναντίον του Προέδρου της Δημοκρατίας. Εναντίον του Πρωθυπουργού. Εναντίον των Αμερικανών, του Ν.Α.Τ.Ο., της «χούντας».  Γραμμένα με χοντρά πινέλλα και όλων σχεδόν των χρωμάτων τις μπογιές, με «μαρκαδόρους», με κιμωλίες, με μολύβια. Το ίδιο στους πίνακες των αιθουσών διδασκαλίας, στα δάπεδα, στις πόρτες, στα μαρμάρινα στηθαία, στα κιονόκρανα, μέχρι τα αετώματα.
Στο ίδιο πνεύμα κινείται και η δήλωση του υφυπουργού Ζουρνατζή, ο οποίος προσφέρει μια εύθυμη νότα, λέγοντας ότι η έννοια του βανδαλισμού χρησιμοποιήθηκε από τους προγόνους μας για να περιγράψει τη μανία καταστροφής ξένων βαρβάρων λαών που εισέβαλλαν στη χώρα μας και κατέστρεφαν “‘ό,τι εξέφραζε την Ελλάδα ως χώραν ‘ειδοποιού διαφοράς’ από όλα τα άλλα κράτη της Ευρώπης και της Ασίας”, άρα (;!) είναι αίσχος ότι βανδαλισμοί διαπράχθηκαν από Έλληνες σπουδαστές εναντίον ελληνικού τεμένους. Βέβαια, ο Ζουρνατζής είπε βλακείες, διότι οι Βάνδαλοι το κακό τους όνομα το έβγαλαν όταν κούρσεψαν τη Ρώμη, ενώ αργότερα οι βυζαντινοί κατέστρεψαν το κράτος των Βανδάλων, αλλά οι υφυπουργοί της χούντας δεν είχαν αντίλογο, ιδίως σε συνθήκες στρατιωτικού νόμου.
Όμως, μια και μπήκαμε στο κωμικό σκέλος του άρθρου, να κλείσω με μια γελοιογραφία του ΚΥΡ, που δημοσιεύτηκε ακριβώς το Σάββατο 17 Νοεμβρίου 1973, αλλά βέβαια είχε σχεδιαστεί νωρίτερα, μάλλον την προηγούμενη μέρα. Θέμα του υποτίθεται οι περιορισμοί στα καύσιμα (πετρελαϊκή κρίση γαρ) αλλά χωράνε και αρκετές σπόντες για την εξέγερση, τυπικό δείγμα των μικροελευθεριών που είχε πάρει ο τύπος μετά την κατάργηση της προληπτικής λογοκρισίας επί Μαρκεζίνη. Στην τρίτη σειρά της γελοιογραφίας (άμα κλικάρετε, μεγαλώνει) αναφορές σε δηλώσεις του Μαρκεζίνη, ο οποίος, θέλοντας να προβληθεί ως ανεξάρτητος από τον Παπαδόπουλο, είχε δηλώσει ότι θαυμάζει τον Λένιν και τον Καντάφι, καθώς και στην αποπομπή, έναν μήνα νωρίτερα, του Κ. Ασλανίδη από τη θέση του Γ.Γ.Α.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου