Αναδημοσιεύουμε από το Δρόμο της Αριστεράς άρθρο της Χ. Κωστοπούλου η οποία είναι πολιτικός μηχανικός.
Χτύπημα στην αντισεισμική θωράκιση η επικείμενη συγχώνευση. Της Χριστίνας Κωστοπούλου.
Το Ινστιτούτο Τεχνικής Σεισμολογίας και Αντισεισμικών Κατασκευών (ΙΤΣΑΚ), είναι ένα από τα λιγοστά ερευνητικά κέντρα που διαθέτει η χώρα και μάλιστα το μοναδικό που δραστηριοποιείται στον τομέα της μελέτης του σεισμικού φαινομένου. Το ΙΤΣΑΚ ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη μετά από τον ισχυρό σεισμό που έπληξε την πόλη το 1978, αλλά το μεγαλύτερο μέρος των ερευνητών του προσλήφθηκε μόλις το 1995. Αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου εποπτευόμενο από το υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και παράγει ερευνητικό έργο που στόχο έχει την αναβάθμιση, τον εμπλουτισμό και τον εκσυγχρονισμό της αντισεισμικής τεχνολογίας και, εν τέλει, τον περιορισμό των επιπτώσεων από ενδεχόμενους μελλοντικούς ισχυρούς σεισμούς.
Στο έργο του περιλαμβάνονται η υλοποίηση δεκάδων ερευνητικών προγραμμάτων, διεθνών και ελληνικών, η δημοσίευση εκατοντάδων πρωτότυπων επιστημονικών εργασιών, η συμμετοχή σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, η εκπόνηση τεχνικών μελετών για την αντισεισμική θωράκιση γεφυρών, φραγμάτων, εργοστασίων της ΔΕΗ κ.ά., καθώς και η ανάπτυξη και συντήρηση ενός δικτύου 85 επιταχυνσιογράφων, το οποίο προσεχώς θα εμπλουτιστεί, σε συνεργασία με το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, έτσι ώστε να καλύψει ολόκληρη την ελληνική επικράτεια με 400 σύγχρονους επιταχυνσιογράφους. Καθώς η κρατική επιχορήγηση επαρκεί μονάχα για την κάλυψη των πάγιων εξόδων και της μισθοδοσίας, το ινστιτούτο χρησιμοποιεί τα έσοδα που προκύπτουν από το ερευνητικό του έργο προκειμένου να συντηρεί τις ερευνητικές υποδομές του και το δίκτυο επιταχυνσιογράφων που παρακολουθεί. Τα τελευταία χρόνια φρόντισε, μάλιστα, να εξασφαλίσει χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ και να εκδώσει σχετική οικοδομική άδεια προκειμένου να αναγείρει ιδιόκτητες εγκαταστάσεις σε οικόπεδο που του έχει παραχωρηθεί στην Πυλαία της Θεσσαλονίκης.
Σήμερα, με τροπολογία του σχεδίου νόμου «Ρυθμίσεις για την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση» προβλέπεται η κατάργηση του ινστιτούτου ως αυτοτελούς Ν.Π.Δ.Δ. και η συγχώνευσή του με τον Οργανισμό Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ), ο οποίος εδρεύει στην Αθήνα και έχει αποστολή το σχεδιασμό της αντισεισμικής πολιτικής της χώρας στο πλαίσιο των εκάστοτε κυβερνητικών κατευθύνσεων και το συντονισμό των ενεργειών για την εφαρμογή της πολιτικής αυτής.
Τι μπορεί να προκύψει από το «μεικτό γάμο» ενός ερευνητικού φορέα –που επιδιώκει την παραγωγή νέας γνώσης–, με μια δημόσια υπηρεσία –που υλοποιεί πολιτικές επιλογές και συντονίζει ενέργειες σε επιτελικό επίπεδο; Πώς, μέσα από αυτό το σχήμα, ο ερευνητικός φορέας θα συνεχίσει να διαχειρίζεται τα ερευνητικά προγράμματα που έχει αναλάβει και πώς θα μπορεί να διεκδικεί καινούρια στο μέλλον;
Στο όνομα της εξοικονόμησης πόρων (που ούτε κι αυτή εξυπηρετείται από τη συγκεκριμένη και άλλες αντίστοιχες συγχωνεύσεις) είμαστε έτοιμοι να στραγγαλίσουμε ακόμη και ένα σφριγηλό οργανισμό, ο οποίος παράγει έργο διεθνώς αναγνωρισμένο, διερευνώντας μάλιστα ένα επιστημονικό πεδίο θεμελιώδες για την ασφάλεια των πολιτών και των υποδομών της χώρας. Και ταυτόχρονα μαστιγώνουμε για μια ακόμη φορά το χειμαζόμενο στην Ελλάδα τομέα της έρευνας, που αντί να αναδεικνύεται σε αναπτυξιακή προτεραιότητα ολοένα συρρικνώνεται.
Το Ινστιτούτο Τεχνικής Σεισμολογίας και Αντισεισμικών Κατασκευών (ΙΤΣΑΚ), είναι ένα από τα λιγοστά ερευνητικά κέντρα που διαθέτει η χώρα και μάλιστα το μοναδικό που δραστηριοποιείται στον τομέα της μελέτης του σεισμικού φαινομένου. Το ΙΤΣΑΚ ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη μετά από τον ισχυρό σεισμό που έπληξε την πόλη το 1978, αλλά το μεγαλύτερο μέρος των ερευνητών του προσλήφθηκε μόλις το 1995. Αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου εποπτευόμενο από το υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και παράγει ερευνητικό έργο που στόχο έχει την αναβάθμιση, τον εμπλουτισμό και τον εκσυγχρονισμό της αντισεισμικής τεχνολογίας και, εν τέλει, τον περιορισμό των επιπτώσεων από ενδεχόμενους μελλοντικούς ισχυρούς σεισμούς.
Στο έργο του περιλαμβάνονται η υλοποίηση δεκάδων ερευνητικών προγραμμάτων, διεθνών και ελληνικών, η δημοσίευση εκατοντάδων πρωτότυπων επιστημονικών εργασιών, η συμμετοχή σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, η εκπόνηση τεχνικών μελετών για την αντισεισμική θωράκιση γεφυρών, φραγμάτων, εργοστασίων της ΔΕΗ κ.ά., καθώς και η ανάπτυξη και συντήρηση ενός δικτύου 85 επιταχυνσιογράφων, το οποίο προσεχώς θα εμπλουτιστεί, σε συνεργασία με το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, έτσι ώστε να καλύψει ολόκληρη την ελληνική επικράτεια με 400 σύγχρονους επιταχυνσιογράφους. Καθώς η κρατική επιχορήγηση επαρκεί μονάχα για την κάλυψη των πάγιων εξόδων και της μισθοδοσίας, το ινστιτούτο χρησιμοποιεί τα έσοδα που προκύπτουν από το ερευνητικό του έργο προκειμένου να συντηρεί τις ερευνητικές υποδομές του και το δίκτυο επιταχυνσιογράφων που παρακολουθεί. Τα τελευταία χρόνια φρόντισε, μάλιστα, να εξασφαλίσει χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ και να εκδώσει σχετική οικοδομική άδεια προκειμένου να αναγείρει ιδιόκτητες εγκαταστάσεις σε οικόπεδο που του έχει παραχωρηθεί στην Πυλαία της Θεσσαλονίκης.
Σήμερα, με τροπολογία του σχεδίου νόμου «Ρυθμίσεις για την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση» προβλέπεται η κατάργηση του ινστιτούτου ως αυτοτελούς Ν.Π.Δ.Δ. και η συγχώνευσή του με τον Οργανισμό Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ), ο οποίος εδρεύει στην Αθήνα και έχει αποστολή το σχεδιασμό της αντισεισμικής πολιτικής της χώρας στο πλαίσιο των εκάστοτε κυβερνητικών κατευθύνσεων και το συντονισμό των ενεργειών για την εφαρμογή της πολιτικής αυτής.
Τι μπορεί να προκύψει από το «μεικτό γάμο» ενός ερευνητικού φορέα –που επιδιώκει την παραγωγή νέας γνώσης–, με μια δημόσια υπηρεσία –που υλοποιεί πολιτικές επιλογές και συντονίζει ενέργειες σε επιτελικό επίπεδο; Πώς, μέσα από αυτό το σχήμα, ο ερευνητικός φορέας θα συνεχίσει να διαχειρίζεται τα ερευνητικά προγράμματα που έχει αναλάβει και πώς θα μπορεί να διεκδικεί καινούρια στο μέλλον;
Στο όνομα της εξοικονόμησης πόρων (που ούτε κι αυτή εξυπηρετείται από τη συγκεκριμένη και άλλες αντίστοιχες συγχωνεύσεις) είμαστε έτοιμοι να στραγγαλίσουμε ακόμη και ένα σφριγηλό οργανισμό, ο οποίος παράγει έργο διεθνώς αναγνωρισμένο, διερευνώντας μάλιστα ένα επιστημονικό πεδίο θεμελιώδες για την ασφάλεια των πολιτών και των υποδομών της χώρας. Και ταυτόχρονα μαστιγώνουμε για μια ακόμη φορά το χειμαζόμενο στην Ελλάδα τομέα της έρευνας, που αντί να αναδεικνύεται σε αναπτυξιακή προτεραιότητα ολοένα συρρικνώνεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου