Πηγή. Δεν μπορεί να αποκλειστεί κάθε δυνατότητα του εργοδότη να προβεί σε ομαδικές απολύσεις
Νομικό έρεισμα για τροποποίηση του Ν.1387/1983 περί ομαδικών απολύσεων δημιουργεί η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (ΔΕΚ) για την υπόθεση της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ Ηρακλής. Το δικαστήριο έκανε δεκτή την πρόταση του εισαγγελέα Nils Wahl, ο οποίος είχε από την αρχή ταχθεί υπέρ των ομαδικών απολύσεων στη χώρα μας (ουσιαστικά, στην αύξηση πάνω από το 5% που είναι σήμερα).
Υπενθυμίζεται πως η γαλλική πολυεθνική «Lafarge», που έχει παίξει βρόμικο ρόλο στην αλλαγή των εργασιακών στη χώρα μας και στις ομαδικές απολύσεις, είχε προσφύγει στην ελληνική δικαιοσύνη, καθώς δεν μπορούσε να προβεί στις σχεδιαζόμενες απολύσεις 236 απολύσεις στο Τσιμεντάδικο της Χαλκίδας, και αυτή με τη σειρά της, το ΣτΕ για την ακρίβεια, απηύθυνε στο ΔΕΚ προδικαστικά ερωτήματα.
Τα προδικαστικά ερωτήματα του ΣτΕ
Το Συμβούλιο της Επικρατείας είχε υποβάλει προδικαστικά ερωτήματα στο ΔΕΚ, με το οποίο ρωτούσε εάν η προηγούμενη διοικητική έγκριση που απαιτείται (από το υπουργείο Εργασίας) είναι σύμφωνη με την οδηγία για τις ομαδικές απολύσεις και την ελευθερία εγκατάστασης που κατοχυρώνεται από τις Συνθήκες. Ρωτούσε εάν:
1. Είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της οδηγίας 98/59, ειδικότερα, ή των άρθρων 49 και 63 ΣΛΕΕ, γενικότερα, εθνική διάταξη, όπως το άρθρο 5 παρ. 3 του ν. 1387/1983, η οποία θεσπίζει ως προϋπόθεση για τη διενέργεια ομαδικών απολύσεων σε συγκεκριμένη επιχείρηση την εκ μέρους της Διοικήσεως έγκριση των εν λόγω απολύσεων με κριτήρια α) τις συνθήκες της αγοράς εργασίας, β) την κατάσταση της επιχείρησης και γ) το συμφέρον της εθνικής οικονομίας;
2. Σε περίπτωση που η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι αποφατική, εθνική διάταξη με το ανωτέρω περιεχόμενο είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της οδηγίας 98/59, ειδικότερα, ή των άρθρων 49 και 63 ΣΛΕΕ, γενικότερα, εφόσον συντρέχουν σοβαροί κοινωνικοί λόγοι, όπως οξεία οικονομική κρίση και ιδιαίτερα αυξημένη ανεργία;
Τα κρίσιμα σημεία της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου επισημαίνουν δύο καθοριστικής σημασίας θέματα: Πρώτον ότι καταρχήν η ελληνική νομοθεσία δεν αντιτίθεται στην Ευρωπαϊκή Οδηγία 98/79ΕΚ, και δεύτερον ότι η εφαρμογή της στην πράξη και εν προκειμένω στην υπόθεση της ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ δεν πρέπει να γίνεται με τρόπο που να ακυρώνει την κοινοτική Οδηγία.
Σύμφωνα, με εκτιμήσεις νομικών, αυτό ακριβώς το δεύτερο σημείο της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου δημιουργεί τη νομική βάση για αλλαγή του νόμου για τις ομαδικές απολύσεις με τρόπο που να είναι σαφής. Ουσιαστικά, το ΔΕΚ τονίζει ότι η Οδηγία θα καθίστατο άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας εάν -λόγω των εφαρμοζόμενων από το υπουργείο Εργασίας κριτηρίων- αποκλειόταν στην πράξη κάθε δυνατότητα του εργοδότη να προβεί σε ομαδικές απολύσεις. Ωστόσο, το ΔΕΚ αφήνει στην κρίση του ΣτΕ την εξέταση της ορθής εφαρμογής της Οδηγίας στην υπόθεση της ΑΓΕΤ Ηρακλής, επισημαίνοντας όμως ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί στην πράξη κάθε δυνατότητα του εργοδότη να προβεί σε ομαδικές απολύσεις.
Η οδηγία 98/59/ΕΚ, δεν αντιτίθεται, καταρχήν, σε εθνική νομοθετική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, δυνάμει της οποίας, ελλείψει συμφωνίας με τους εκπροσώπους των εργαζομένων επί σχεδίου ομαδικών απολύσεων, ο εργοδότης δεν μπορεί να προβεί στις απολύσεις αυτές, εφόσον η αρμόδια δημόσια αρχή στην οποία το σχέδιο πρέπει να κοινοποιηθεί, δεν εγκρίνει, με αιτιολογημένη απόφασή της εντός της προβλεπόμενης από την ως άνω ρύθμιση προθεσμίας και κατόπιν εξετάσεως του φακέλου και αξιολογήσεως των συνθηκών της αγοράς εργασίας, της καταστάσεως της επιχειρήσεως και του συμφέροντος της εθνικής οικονομίας, την εν όλω ή εν μέρει υλοποίηση των σχεδιαζόμενων απολύσεων.
Δεν ισχύει όμως το ίδιο, αν διαπιστωθεί ότι -λόγω των τριών κριτηρίων αξιολογήσεως στα οποία παραπέμπει η ρύθμιση αυτή και της κατά περίπτωση εφαρμογής της από την ως άνω δημόσια αρχή υπό τον έλεγχο των αρμοδίων δικαστηρίων, η επίμαχη ρύθμιση έχει ως συνέπεια να καθίστανται οι διατάξεις της οδηγίας άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας, ζήτημα του οποίου η εξέταση εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο. Σε περίπτωση όπως αυτή που αποτελεί αντικείμενο της κύριας δίκης, το άρθρο 49 ΣΛΕΕ αντιτίθεται σε εθνική νομοθετική ρύθμιση όπως η διαλαμβανόμενη στην πρώτη περίοδο του πρώτου εδαφίου του παρόντος σημείου του διατακτικού.
Το γεγονός ότι σε ένα κράτος μέλος επικρατούν συνθήκες χαρακτηριζόμενες από οξεία οικονομική κρίση και ιδιαίτερα υψηλό δείκτη ανεργίας δεν διαφοροποιεί τις απαντήσεις που παρατίθενται στο σημείο 1 του παρόντος διατακτικού.
Αξίζει να σημειωθεί πως τόσο ο προηγούμενος υπουργός Εργασίας, Γιώργος Κατρούγκαλος, όσο και η νέα υπουργός Έφη Αχτσιόγλου έχουν δεσμευθεί έναντι των θεσμών για την πλήρη συμμόρφωση της χώρας στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Από την άλλη πλευρά, έχει ενδιαφέρον και η στάση του ίδιου του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος από τη μια άλλη άκρη της Ελλάδας τις τελευταίες ημέρες, το μόνο που τονίζει είναι ότι δε θα μας πουν οι δανειστές τι θα κάνουμε.
Ομαδικές απολύσεις με… κοινωνικό σχέδιο
«Είναι σαφές ότι το ξήλωμα εργασιακών δικαιωμάτων έχει φτάσει πια στο μεδούλι… Κι αν για κάποιους, η διαπραγμάτευση για τα εργασιακά αποτελεί πολιτικό ελιγμό με πιθανό κέρδος για τη χώρα, για εμάς αποτελεί αιτία αγωνιστικού πολέμου από την πλευρά των συνδικάτων», έχουν τονίσει σχετικά οι 20 συνδικαλιστές που διαχωρίστηκαν από τη φιλοκυβερνητική πλεύση της Ριζοσπαστικής Παρέμβασης στην ΟΤΟΕ.
Μέτωπο Ταξικής Ανατροπής
Η χώρα βυθίζεται στο μνημονιακό βούρκο και κάποιοι βαυκαλίζονται με την ιδέα ότι μέσα από εκεί περνάει ο δρόμος της εξόδου απ’ αυτόν. Η ανοχή σήμερα σ’ αυτό το έγκλημα είναι συνενοχή και έχει κυλίσει πολύς χρόνος για να διατηρούνται ακόμη αυταπάτες.
Οι συνεχείς επιθέσεις, η κατασυκοφάντηση του συνδικαλιστικού κινήματος καθώς και οι δικαστικές παρεμβάσεις στα εργασιακά(σ.σ.: ποινικοποίηση αγώνων κτλ.) προοιωνίζουν την πρόθεση κυβέρνησης και δανειστών να εφαρμόσουν τις «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές» στην εργατική και συνδικαλιστική νομοθεσία και να προχωρήσουν σε αλλαγή τους, με κύρια αιχμή την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, τον «υποκατάστατο» μισθού, την επέκταση των ελαστικών σχέσεων, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, τη διευκόλυνση των απολύσεων συνδικαλιστών και πρωτοπόρων εργαζομένων, τον περιορισμό και την ουσιαστική ακύρωση του δικαιώματος της απεργίας και την επαναφορά της ανταπεργίας (lockout) των εργοδοτών.
Το συνδικαλιστικό κίνημα, όπως επανειλημμένα έχει υπογραμμίσει το ΜΕΤΑ, πρέπει να περάσει από την αμυντική στην επιθετική γραμμή των διεκδικήσεων. Φτάνουν εφτά χρόνια περικοπών και άγριας λιτότητας για τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους και παχυλής και τρυφηλής ζωής για τους πλούσιους.
Το ΜΕΤΑ καλεί τις εργατικές συνδικαλιστικές να προχωρήσουν σε γενική απεργιακή απάντηση απέναντι σ’ αυτή την επίθεση και στη συγκρότηση κοινού αγωνιστικού μετώπου με όλα τα πληττόμενα από τα μνημόνια στρώματα, με στόχο την ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών και της λιτότητας, τη γενίκευση της πάλης για τη διαγραφή του χρέους, την εθνικοποίηση και τον εργατικό-κοινωνικό έλεγχο των τραπεζών, την αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου υπέρ των εργαζομένων και των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων και την προώθηση ενός προγράμματος παραγωγικού μετασχηματισμού υπέρ του λαού, καθώς και τη σύγκρουση με την ιερά συμμαχία της ΕΕ και του ΔΝΤ.
Σχετικές αναρτήσεις:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου