Τετάρτη 4 Μαΐου 2016

Τι συμβαίνει με τον ορυκτό πλούτο της χώρας και ο ρόλος του ΙΓΜΕ


Χάρης Σμυρνιώτης από εδώ

Η δημιουργία του ΙΓΜΕ (τότε ΙΓΕΥ) το 1952 ήταν σε άμεση συνάφεια με την ανακάλυψη και αξιοποίηση του Ορυκτού Πλούτου της χώρας και συνδέεται με το σχέδιο Μάρσαλ που μετά τον εμφύλιο αποτέλεσε το μοχλό αλλά και το σχέδιο της ανάπτυξης της χώρας σε μια κατεύθυνση εξασφάλισης ικανών και φτηνών πρώτων υλών για την βιομηχανική ανάπτυξη των ΗΠΑ αλλά και των ανεπτυγμένων βιομηχανικών χωρών. Έτσι η χώρα πέρασε από τον μύθο της ψωροκώσταινας (της φτωχής και εξαρτημένης) στην φάση της χώρας με ενδιαφέρον πλούτο πρώτων υλών που έπρεπε να εξαρτάται από τις χώρες που “που αξιοποιούσαν τον ορυκτό πλούτο της ”.

Με βάση τις έρευνες του τότε ΙΓΜΕ εντοπίσθηκαν μια σειρά πρώτες ύλες(λιγνίτες, βωξίτες, σιδηρονικέλιο, λευκόλιθοι, μικτά θειούχα μεταλλεύματα, χρωμίτες, βιομηχανικά ορυκτά, μάρμαρα κ.α.) καιδημιουργήθηκαν τα μεγάλα μεταλλευτικά συγκροτήματα της Πεσινέ, Μποδοσάκη, Ηλιόπουλου, Σκαλιστήρη, αλλά και η ΔΕΗ.

Η συμβολή του ΙΓΜΕ

Κατά την περίοδο 1965 - 1975 παρουσιάστηκε αλματώδης ανάπτυξη της μεταλλευτικής βιομηχανίας, βασιζόμενη στις έρευνες του δημόσιου Ι.Γ.Ε.Υ. - μετέπειτα Ι.Γ.Μ.Ε., που έφθασε να αποτελεί βασικό εθνικό προϊόν που είχε σημαντική συμβολή αφού η παραγωγή του τομέα έφθανε το 5% του ΑΕΠ.

Αυτού του τύπου η “ανάπτυξη” είχε σαν αποτέλεσμα τηνπρόσκαιρη εκτίναξη της “Εθνικής Οικονομίας” που σήμαινε τεράστια υπερκέρδη για τους επενδυτές, ληστρική αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου με τεράστιες επιπτώσεις στο περιβάλλον, και στην υγεία των μεταλλωρύχων, καθώς και την μετατροπή των περιοχών ανάπτυξης των μεταλλείων - ορυχείων - λατομείων σε μονοπαραγωγικές εξαρτώμενες από τους μεταλλειοκτήτες που εξουσίαζαν ολόκληρους Νομούς.

Τα αποτελέσματα αυτής της ανάπτυξης φάνηκαν στην περίοδο της κρίσης της μεταλλείας και της πτώσης της τιμής των μεταλλευμάτων στα διεθνή χρηματιστήρια, όπου όλοι σχεδόν οι επενδυτές εγκατέλειψαν τεράστια χρέη στο Δημόσιο (ΟΑΕ) και περιοχές με τεράστιες περιβαλλοντικές πληγές. Έτσι μοσχοπουλήθηκαν οι επιχειρήσεις στο Δημόσιο, μεταβιβάζοντας τις υποχρεώσεις τους στο Δημόσιο και ως χρέος επιβάρυναν τα λαϊκά στρώματα μέχρι σήμερα.

Ανάλογη ήταν και η πορεία του ΙΓΜΕ που από το 1990 εγκατέλειψε ουσιαστικά την μεταλλευτική έρευνα, ακολουθώντας το γενικότερο αναπτυξιακό μοντέλο που οδήγησε την χώρα στη πλήρη αποβιομηχάνιση.
Έτσι την περίοδο της κάμψης των τιμών των μετάλλων που οι άλλες χώρες επένδυαν στην έρευνα, το ΙΓΜΕ προσκολλημένο στην χρηματοδότηση των Κοινοτικών προγραμμάτων που δεν ευνοούσαν την μεταλλευτική έρευνα αντί να επενδύσει με εθνικούς πόρους στην έρευνα (όπως έκαναν όλες οι προηγμένες χώρες ) στράφηκε σε χρηματοδότηση υπηρεσιών και περιβάλλοντος με αποτέλεσμα στη περίοδο ανόδου των τιμών να μην έχει ερευνήσει σε νέα πεδία και νέους μεταλλευτικούς πόρους για να πραγματοποιηθούν άμεσα επενδύσεις. Σχετική μελέτη του ΙΟΒΕ για την συμβολή της εξορυκτικής βιομηχανίας στην Ελληνική οικονομία, έκανε πρόσφατα τη διαπίστωση ότι το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ) δεν έχει αξιοποιηθεί στο μέγιστο βαθμό, με αποτέλεσμα η γνώση για το καταγεγραμμένο δυναμικό των πρώτων υλών στη χώρα να είναι περιορισμένη.
Ήδη από το 2007, η πρωτοβουλία για τις πρώτες ύλες, γνωστή ως πρωτοβουλία του Επιτρόπου Verheugen, έθεσε επί τάπητος, αφενός την αναγκαιότητα διασφάλισης του βιώσιμου εφοδιασμού με ορυκτές πρώτες ύλες και αφετέρου τη μείωση της κατανάλωσης των πρωτογενών πρώτων υλών.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζοντας την ανάγκη για απρόσκοπτη και βιώσιμη πρόσβαση σε πρώτες ύλες διεθνώς , εντείνει τις προσπάθειες για βελτίωση της αποτελεσματικότητας των εξορυκτικών δραστηριοτήτων ακόμα και σε γειτονικές χώρες. Η σημασία της αξιοποίησης των ορυκτών πόρων για την οικονομική ανάπτυξη έχει αναγνωρισθεί σε πολλές χώρες της ΕΕ. Σε αρκετές χώρες (π.χ Σουηδία, Φινλανδία), αναγνωρίζεται ότι η πολιτική για τους ορυκτούς πόρους και η εκμετάλλευσή τους βρίσκονται σε πλήρη εναρμόνιση με τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης.

Ο ρόλος των γεωλογικών υπηρεσιών στη θέσπιση των εθνικών πολιτικών είναι καθοριστικός. Στη Σουηδία, οι γεωλογικές έρευνες σχεδιάζονται και σε πολλές περιπτώσεις χρηματοδοτούνται από τη γεωλογική υπηρεσία, αλλά και στην Φινλανδία ο ρόλος του γεωλογικού ινστιτούτου στην προώθηση των μεταλλευτικών ερευνών και στη συγκέντρωση και διάχυση πληροφοριών για υφιστάμενα είναι κομβικός.

Ορυκτός πλούτος και μνημόνια

Δυστυχώς στη χώρα μας την περίοδο των μνημονίων, όχι μόνο δεν ενισχύθηκε η έρευνα του Ορυκτού Πλούτου, αλλά αντίθετα καταργήθηκε το ΙΓΜΕ με την μετατροπή του σε ΕΚΒΑΑ (Εθνικό Κέντρο Βιώσιμης και Αειφόρου Ανάπτυξης) σε έναγραφειοκρατικό φορέα του Περιβάλλοντος με σοβαρή συρρίκνωση του προσωπικού του, αφού από 630 εργαζόμενους το 2009 έφτασε σήμερα να υπηρετούν μόλις 210 εργαζόμενοι. Παράλληλα τα όποια προγράμματα έρευνας για τον Ορυκτό Πλούτο του ΕΣΠΑ έμμειναν στα χαρτιά, αφού με κινητοποιήσεις τοπικών παραγόντων δεν επετράπη η έρευνα σε μια σειρά περιοχές της Β. Ελλάδας.

Από τον Ιούλη του 2015 που επανιδρύθηκε το ΙΓΜΕ στην πραγματικότητα δεν έχει υλοποιηθεί καμία πολιτική δέσμευση της υπουργίας Λαφαζάνη που αφορούσε την ουσιαστική επαναλειτουργία του Ινστιτούτου, αφούακόμη δεν έχει εγκριθεί ο Τακτικός Προϋπολογισμός του, οι στοιχειώδεις προσλήψεις που είναι τελείως απαραίτητες για την λειτουργία του, ενώ αντίθετα απολύθηκαν 60 συμβασιούχοι, τα έργα του νέου ΕΣΠΑ δεν έχουν ακόμη εγκριθεί, αλλά ακόμη και η εκτός έδρας εργασία του προσωπικού του δεν είναι δυνατή με τον τρόπο που ρυθμίσθηκε με τον τελευταίο μνημονιακό νόμο.

Σήμερα που φαίνεται μια ανάκαμψη της εκμετάλλευσης του Ορυκτού Πλούτου, δεδομένου ότι η συνολική συμβολή της εξορυκτικής βιομηχανίας στο ΑΕΠ ανέρχεται σε €4,1 δισεκ. (πάνω από 2,2% του ΑΕΠ της χώρας από το 0.5% της περιόδου του 1990), εκ των οποίων περίπου €2,7 δισεκ. προέρχονται από τις εξορυκτικές δραστηριότητες, γίνεται επιτακτική ηανάγκη άμεσης και ουσιαστικής αναβάθμισης του ΙΓΜΕ. Συνθήκη αναγκαία για την ορθολογική και περιβαλλοντικά αποδεκτή αξιοποίηση του Ορυκτού Πλούτου. Για να υπάρξει όμως αυτή η στροφή στην έρευνα και αξιοποίηση του Ορυκτού Πλούτου, απαιτείται η εμπιστοσύνη των τοπικών κοινωνιών, που γνωρίζοντας τις πρακτικές του παρελθόντος, αρνούνται ακόμη και την έρευνα του Ορυκτού Πλούτου. Ο μόνος ίσως φορέας που εμπιστεύεται ακόμη η κοινωνία είναι το ΙΓΜΕ, που και στο παρελθόν δεν υπέκυψε σε πιέσεις σε ότι αφορά τα πραγματικά δεδομένα και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις,

Αν πραγματικά οι διακηρύξεις για στροφή στο αναπτυξιακό μοντέλο και πραγματική ανάπτυξη προς όφελος του λαού έχουν κάποια βάση, πρέπει άμεσα να λυθούν όλα τα βασικά προβλήματα του Ινστιτούτου, για να μπορέσει να συμβάλλει αποφασιστικά στην έρευνα του Ορυκτού Πλούτου.

* O Χάρης Σμυρνιώτης είναι Δρ Γεωλόγος του ΙΓΜΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου