Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2010

Όχι στην κατάργηση των ελάχιστων αμοιβών

Με ευθύνη μας -και για την ενημέρωση των συναδέλφων - δημοσιεύουμε την εισήγηση του προέδρου του ΤΕΕ στη Διοικούσα Επιτροπή, για το ζήτημα της σχεδιαζόμενης από την κυβέρνηση κατάργησης των ελάχιστων αμοιβών των μηχανικών και άλλων κλάδων. Χωρίς να συμφωνούμε με το σκεπτικό του -μια και δε διαφωνεί επί της ουσίας με την αγοραία λογική των απελευθερώσεων που επιβάλουν οι συνθήκες και οι οδηγίες της ΕΕ, και δεν το συνδέει με τις ευρύτερες πολιτικές του μνημονίου και της τρόικας- το αναρτούμε γιατί παρουσιάζει αρκετά αναλυτικά ποια είναι η κατάσταση με τις αμοιβές και την υπάρχουσα Νομοθεσία. Τις επόμενες ημέρες θα ακολουθήσει και αναλυτικότερη δική μας τοποθέτηση.

Εισήγηση Προέδρου Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας,
κ. Χρήστου Σπίρτζη

Σχετικά με τη συζήτηση περί ελάχιστων αμοιβών

Εισαγωγή

Η διαμόρφωση του πλαισίου άσκησης του επαγγέλματος του Μηχανικού ακολούθησε την ανάπτυξη των κοινωνιών, την εξέλιξη της τεχνολογίας, τις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες κάθε χώρας, ήταν πάντα όμως, συνδεδεμένη με την ασφάλεια των κατασκευών και των χρηστών.

Για την εξυπηρέτηση αυτής της ανάγκης, της ασφάλειας, είναι επίσης άμεσα συνδεδεμένη με το πρότυπο της δομής ενός κράτους, των μηχανισμών ελέγχου, της οικονομίας και της μορφής ανάπτυξης του γεωγραφικού ανάγλυφου και των ιδιαιτεροτήτων (π.χ. σεισμικότητας, νησιωτικότητας) κάθε τόπου.

Με βάση τα παραπάνω, το πλαίσιο άσκησης του επαγγέλματος αναπτύχθηκε διαφορετικά σε κάθε χώρα της Ευρώπης. Κοινά σημεία βρίσκουμε σε δύο κύριες ομάδες – φιλοσοφίες: του αγγλοσαξονικού και του ηπειρωτικού ευρωπαϊκού συστήματος.

Στη χώρα μας η άσκηση του επαγγέλματος του Μηχανικού εντάσσεται στο ηπειρωτικό ευρωπαϊκό σύστημα. Κύρια χαρακτηριστικά του:

·         Η ευθύνη του Διπλωματούχου Μηχανικού ως μελετητή και επιβλέποντα
·         Η σύνδεση των κανόνων, των προδιαγραφών και των ελέγχων με τις ελάχιστες αμοιβές, για τη διασφάλιση της εφαρμογής των παραπάνω από την άσκηση του ελευθέριου επαγγέλματος του επιστήμονα Διπλωματούχου Μηχανικού, ο οποίος ενέχει συγκεκριμένες ποινικές ευθύνες σε περίπτωση παράβασης των καθηκόντων του.

Oι διάφοροι συντελεστές της άσκησης του επαγγέλματος είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι μεταξύ τους. Η κατάργηση ή η αλλαγή κάποιων από αυτούς συμπαρασύρει και επηρεάζει άμεσα τους υπόλοιπους.

Το επίπεδο των προδιαγραφών, οι ασφαλέστερες κατασκευές, η εφαρμογή νέων τεχνολογιών, η ασφάλεια του Πολίτη είναι ευθέως ανάλογες με την αμοιβή του μελετητή και επιβλέποντος σε όλες τις χώρες και σε όλα τα συστήματα, τουλάχιστον από ένα ύψος και κάτω.

Είναι επίσης προφανής η σύγχυση και η στρέβλωση εννοιών στην κοινή γνώμη, όπως της  μελέτης και της επίβλεψης ενός έργου έναντι της οικοδομικής άδειας, της ελάχιστης ή της μέγιστης αμοιβής έναντι της ελάχιστης προβλεπόμενης αμοιβής, του μηχανισμού διασφάλισης των πάσης φύσεως εισφορών στο κράτος. Ελπίζουμε με την επιχειρηματολογία που ακολουθεί να φωτίσουμε αυτές τις στρεβλώσεις, τα ψέματα και παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν, με πρόταξη του δημοσίου συμφέροντος και αποκάλυψη των σκοπιμοτήτων απ’ όπου κι αν προέρχονται.
 
Ιστορικά στοιχεία και σημερινή πραγματικότητα

Ο υπολογισμός των αμοιβών από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΤΕΕ) βασίζεται στα περί αμοιβών μηχανικών Νομοθετικά Διατάγματα και τα δυνάμει αυτών εκδοθέντα Βασιλικά Διατάγματα (ΒΔ) και Προεδρικά Διατάγματα (ΠΔ), στα οποία καθορίζονται οι υπηρεσίες που προσφέρουν οι μηχανικοί, ο τρόπος υπολογισμού των αμοιβών και ο τρόπος διασφάλισης των ελάχιστων αμοιβών.

Με τα Νομοθετικά Διατάγματα (ΝΔ) 17-7/16-8-1923 και 2726/53 καθορίζεται ότι με ΒΔ που εκδίδονται κανονίζεται η πληρωτέα από τους εργοδότες, για κάθε περίπτωση, αμοιβή γενικά στους μηχανικούς και αρχιτέκτονες που εκπονούν μελέτες οποιωνδήποτε έργων και σε αυτούς που αναλαμβάνουν την εφαρμογή των μελετών και την εποπτεία της εκτέλεσης των έργων. Η αμοιβή αυτή αποτελεί υποχρεωτική διατίμηση για αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη, εφόσον δεν έχουν με έγγραφη συμφωνία κανονίσει άλλως υψηλότερη καταβαλλόμενη αμοιβή.

Με τα διατάγματα που εκδόθηκαν δυνάμει των ανωτέρω νομοθετικών εξουσιοδοτήσεων (ΒΔ 19/21-2-38, ΠΔ 696/74 (βλ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1), ΠΔ 515/89, κλπ.) καθορίστηκαν τα ελάχιστα όρια αμοιβών των μηχανικών για τις υπηρεσίες που αποτελούν αντικείμενο της ενασχόλησής τους.

Με το ΒΔ 30/31-5—1956 καθορίζεται ότι ο υπολογισμός των ελάχιστων ορίων αμοιβών των μηχανικών γίνεται από το ΤΕΕ, όπως και το ότι η είσπραξη της αμοιβής από τους μηχανικούς γίνεται μέσω του ΤΕΕ.

Αναφέρουμε απόσπασμα της αιτιολογικής έκθεσης του ΝΔ 2728/1953 σύμφωνα με την οποία:
«Το άρθρον 59 παράγρ. 1 του από 17.7.-16.8.1923 Ν.Δ. ορίζει ότι τα ελάχιστα όρια αμοιβών των Μηχανικών κανονίζονται δια Β. Διαταγμάτων, εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Δημοσίων Έργων, μετά γνώμην του Συμβουλίου Δημοσίων Έργων... Εις την πραγματικότητα και από τους εν καλή πίστει συναλλασσομένους, εφηρμόζοντο πάντοτε τα κατά την παράγραφο 1 καθοριζόμενα ελάχιστα όρια, διότι τα υπό των σχετικών Β. Διαταγμάτων οριζόμενα τοιαύτα, είναι πράγματι τα ελάχιστα απαιτούμενα δι' αμοιβήν αρτίας μελέτης και επιβλέψεως των έργων ενώ (απόκλισις από αυτά) επέτρεπε καταστρατήγησιν των ελαχίστων τούτων ορίων εκ μέρους τινών εργοδοτών, ως και αθέμιτον συναγωνισμόν εις βλάβην της επαγγελματικής στάθμης του Μηχανικού και της ποιότητας των μελετών και των έργων…Είναι γνωστόν άλλωστε, ότι μια κακώς αμειβομένη και κακή μελέτη επιφέρει σπατάλην εις την εκτέλεσιν ενός έργου, ενώ μία καλή καλώς αμειβομένη μελέτη φέρει πολλαπλασίαν οικονομίαν εις τα έργα[.]»

Σημειώνουμε ότι το 1953 οπότε και θεσπίστηκαν οι ελάχιστες αμοιβές ο αριθμός των Διπλωματούχων Μηχανικών στη χώρα δεν υπερέβαινε τις τέσσερις χιλιάδες. Οι ελάχιστες αμοιβές θεσμοθετήθηκαν όταν ο αριθμός των Διπλωματούχων Μηχανικών ήταν πολύ μικρός, σε μια αναπτυσσόμενη οικονομία άρα και ο ανταγωνισμός ήταν πολύ μικρός. Γεγονός που συνεπάγεται ότι οι ελάχιστες αμοιβές δεν εισήχθησαν ως κάλυψη «συντεχνιακού» ή «κλαδικού» αιτήματος, αλλά ως μέσο προστασίας της ποιότητας, του πολίτη, του δημόσιου συμφέροντος και της ορθής, επιμελούς άσκησης και επίβλεψης, δηλαδή της πολιτειακής ευθύνης ελέγχου της εφαρμογής των κανόνων της Πολιτείας, της επιστήμης, της τέχνης και της τεχνικής.

Η Υπουργική Απόφαση (ΥΠ) 81304/6083/6.12.89 περί "Καθορισμού τιμών μονάδος επιφανείας οικοδομικών έργων". (ΦΕΚ 886 Β) όριζε τον υπολογισμό του προϋπολογισμού των έργων ο οποίος υπεισέρχεται στον καθορισμό των ελαχίστων αμοιβών. Το 2000 η ΥΑ κατερρίφθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ ΑΡ.ΑΠ. 2506/2000 (βλ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2) και 2507/2000 (βλ.ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3), πράγμα το οποίο άνοιξε το δρόμο για να οδηγηθούμε στο σημερινό αναλυτικό τρόπο υπολογισμού των αμοιβών των μηχανικών.

Σε περίπτωση εφαρμογής της-σύμφωνα με τα ελληνικά δικαστήρια-αποδεκτής νομοθεσίας οι αμοιβές των Διπλωματούχων Μηχανικών για τις μελέτες και τις επιβλέψεις θα έπρεπε να υπολογίζονται με το ΠΔ  696/1974, ανάλογα με τον πραγματικό προϋπολογισμό των ιδιωτικών έργων. Δηλαδή, οι αμοιβές Μελέτης και Επίβλεψης θα ήταν τουλάχιστον πενταπλάσιες σε σχέση με τις σημερινές.

Στη χώρα μας, επίσης, δεν υπάρχουν άδειες άσκησης, εκπαίδευση, πιστοποίηση ή διαδικασίες πιστοποίησης για τη συντριπτική πλειοψηφία των επαγγελμάτων, πλην των Διπλωματούχων Μηχανικών που εμπλέκονται στις κατασκευές.

Αυτό έχει μεγιστοποιήσει και στον τρόπο άσκησης του επαγγέλματος τις ευθύνες των Διπλωματούχων Μηχανικών και έχει οδηγήσει την Πολιτεία, που είναι υπεύθυνη για αυτήν την παράλειψη, στη νομοθέτηση της δια βίου αστικής και ποινικής ευθύνης του Διπλωματούχου Μηχανικού (Ν. 2331/95, τροποποίηση άρθρου 286 του Ποινικού Κώδικα). Παρόμοιος Νόμος δεν υπάρχει πουθενά στον δυτικό κόσμο ή ακόμα και στις αναπτυσσόμενες ή τριτοκοσμικές χώρες.

Στη χώρα μας επίσης, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, ακόμα και αυτές του αγγλοσαξονικού  συστήματος, δεν υπάρχουν περιορισμοί στο μετοχικό κεφάλαιο και την ιδιοκτησία μελετητικών και κατασκευαστικών εταιρειών. Ιδιαίτερα στις κατασκευές, δραστηριοποιούνται όλοι οι πολίτες ανεξαρτήτως εκπαίδευσης, πεδίου κλπ. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι οι τεχνικές εταιρείες

Στη Γερμανία
·         Υπάρχουν ειδικές ρυθμίσεις για την απόκτηση του τίτλου consulting engineer (εγγραφή σε ειδικό μητρώο στην αντίστοιχη ομοσπονδιακή ένωση η οποία  ορίζει τις προϋποθέσεις εγγραφής)
·         Εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και κοινοπραξίες μπορούν να δραστηριοποιούνται στον χώρο αλλά δεν γίνονται μέλη των Ενώσεων Μηχανικών. Όπως και οι ιδιώτες  πρέπει να εγγράφονται σε ειδικό μητρώο, ώστε να χρησιμοποιούν τον τίτλο “consulting engineers” στην επωνυμία τους.
·         Εγχώριες και ξένες εταιρείες μπορούν να έχουν στον τίτλο τους τον όρο “consulting engineer” υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο
·         σύμφωνα με το εθιμικό δίκαιο που τηρείται ο κάθε μέτοχος που απέρχεται μεταβιβάζει τις μετοχές του σε ένα στέλεχος της εταιρείας του.
Στη χώρα μας οι –επιεικώς- ανεπαρκείς ελεγκτικοί μηχανισμοί και η λειτουργία τους (πολεοδομικά γραφεία), οι απαρχαιωμένες προδιαγραφές, η ξεπερασμένη τεχνική νομοθεσία, οι μηδενικοί όροι ίδρυσης τεχνικών εταιρειών και άσκησης τεχνικών επαγγελμάτων, πλην Διπλωματούχων Μηχανικών, φέρουν ως το μόνο υπεύθυνο για το αποτέλεσμα τους Διπλωματούχους Μηχανικούς που εμπλέκονται στη Μελέτη και Επίβλεψη.

Σημειώνουμε ότι σήμερα στη χώρα μας υπάρχουν περισσότεροι από 106.500 ενεργοί Διπλωματούχοι Μηχανικοί.

Κλειστό το επάγγελμα του μηχανικού ή επικοινωνιακή συνθηματολογική σκοπιμότητα;

Από το λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ:
«κλειστός»
-                 αυτός που δεν επιτρέπει τη δίοδο (από αυτόν), από τον οποίο απαγορεύεται να περάσει κανείς.
-                 (μτφ. για χώρο επαγγελματικό) όπου δεν μπορεί να εισέλθει όποιος θέλει, αφού ελέγχεται αυστηρά από τα μέλη του. αυτός που δεν επιτρέπει εύκολα την είσοδο νέων μελών.
Με αυτή την έννοια ο όρος «κλειστό επάγγελμα» αναφέρεται μόνο στην πρόσβαση σε αυτό και, εφόσον χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό επαγγέλματος που η άσκησή του τελεί υπό την προϋπόθεση χορήγησης άδειας, οι δε άδειες χορηγούνται σε περιορισμένο αριθμό ή και βάσει διακρίσεως με κριτήρια περιοριστικά, όπως η συγγένεια, η ιθαγένεια, η καταγωγή, η γεωγραφική ή διοικητική περιοχή κλπ., είναι όρος ακριβής.

Εάν όμως χρησιμοποιείται (ιδίως απευθυνόμενος στην κοινή γνώμη) για να προσδιορίσει επάγγελμα που η άδειά του χορηγείται σε απεριόριστο αριθμό ενδιαφερομένων που πληρούν ορισμένα προσόντα, υπονοώντας ότι, επειδή η άσκησή του τελεί υπό κανονισμούς σχετικούς με το είδος, τη μορφή, την ποιότητα και τη διατίμηση (αμοιβή) των παρεχόμενων υπηρεσιών, κατά την ιδεολογική και πάντως υποκειμενική άποψη αυτού που κάνει χρήση του όρου, η άρση όλων ή ορισμένων από τους κανονισμούς θα είχε ως αποτέλεσμα να ασκήσουν το επάγγελμα περισσότεροι επαγγελματίες, τότε είναι όρος συνθηματολογικού σκοπού και παραπλανητικός.

Στην Ελλάδα η πρόσβαση στο επάγγελμα του μηχανικού είναι ανοιχτή και ελεύθερη σε όποιον έχει λάβει το απαιτούμενο δίπλωμα σπουδών και επιτύχει στις σχετικές εξετάσεις. Ο αριθμός των αδειών επαγγέλματος είναι απεριόριστος και δεν τελεί υπό διακρίσεις σαν αυτές που αναφέρθηκαν παραπάνω. Κατ’ έτος χορηγούνται πολυάριθμες νέες άδειες. Το ποσοστό επιτυχίας στις σχετικές εξετάσεις είναι μεγάλο. Από τους κατ’ έτος εγγραφόμενους στο ΤΕΕ, ποσοστό 35% έχει σπουδάσει σε σχολές του εξωτερικού.

Μετά από τη χορήγηση της άδειας η άσκηση του επαγγέλματος του μηχανικού στην Ελλάδα υπόκειται κατά το μεγαλύτερο μέρος της (αλλά όχι συνολικά) σε σημαντικούς κανόνες σχετικούς με την πληρότητα, την ποιότητα, τη μορφή, τους ελέγχους, τις ευθύνες και την αμοιβή των υπηρεσιών μηχανικού. Οι κανόνες αυτοί είναι ανάλογοι με τη συλλογική ανάγκη να διασφαλισθούν οι απαιτήσεις ασφάλειας, υγιεινής, αισθητικής, ελεγχόμενης δόμησης και προστασίας του περιβάλλοντος κλπ., που αποτελούν κοινωνικά αγαθά αντικείμενα μέριμνας και προστασίας από το κράτος για λόγους δημοσίου συμφέροντος. 
Η οδηγία 2006/123/ΕΚ δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να καταργήσουν τις διατάξεις περί ελαχίστων ορίων αμοιβών ειδικά των μηχανικών, διότι δεν αναφέρεται ευθέως στους μηχανικούς.  Η οδηγία θέτει στα κράτη μέλη (μεταξύ άλλων) μία γενική υποχρέωση με δύο σκέλη (άρθρο 15):
          Α/      να εξετάσουν κατά πόσο τα νομικά τους συστήματα εξαρτούν την πρόσβαση σε δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών (γενικώς) ή την άσκησή της από την τήρηση διαφόρων (συγκεκριμένων) απαιτήσεων (στις οποίες περιλαμβάνονται  και οι τυχόν προβλεπόμενες υποχρεωτικές ελάχιστες νόμιμες αμοιβές) και να ελέγξουν:
          α)      μήπως οι διακρίσεις είναι ανάλογες με την ιθαγένεια ή την έδρα των επιχειρήσεων.
          β)      αν οι απαιτήσεις δικαιολογούνται από επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος (αναγκαιότητα).
          γ)      αν οι απαιτήσεις είναι ανάλογες και οι μόνες κατάλληλες για την υλοποίηση του επιδιωκόμενου στόχου (αναλογικότητα).
          Β/      να προσδιορίσουν αιτιολογημένα μέχρι την 28.12.2009:
          α)      τις απαιτήσεις που προτίθενται να διατηρήσουν.
          β)      τις απαιτήσεις που κατήργησαν ή περιόρισαν.

Από το αντικείμενο της άνω υποχρέωσης έχουν εξαιρεθεί ρητά (άρθρο 3) όσες ειδικές πτυχές της πρόσβασης και της άσκησης δραστηριότητας παροχής υπηρεσιών σε ειδικούς τομείς ή ειδικά επαγγέλματα ρυθμίζονται με άλλη διάταξη του κοινοτικού δικαίου, η οποία και υπερισχύει.

Τέτοιες «ειδικές πτυχές» για τους παρόχους υπηρεσιών μηχανικού είναι η κατάταξή τους σε επίσημους καταλόγους (μητρώα) και η διατίμηση ορισμένων υπηρεσιών τους (π.χ. εκπόνησης ορισμένων μελετών, διενέργειας επιβλέψεων κ.α.), με τον καθορισμό ελαχίστων ή και ανωτάτων ορίων αμοιβών με διατάξεις για τις οποίες αναγνωρίζεται ειδικά από την οδηγία 2004/18/ΕΚ όχι απλώς η ευχέρεια της διατήρησής τους αλλά ότι δεν πρέπει να θιγούν (βλ. προοίμιο, σκέψεις 45 και 47, άρθρα 46, 52 και 53 § 1).

Επομένως:
α)      το επάγγελμα του μηχανικού στην Ελλάδα είναι «ανοιχτό» και το ΤΕΕ οφείλει να καταγγείλει την επικοινωνιακή συνθηματολογική κατάταξή του στα «κλειστά επαγγέλματα».
β)      από το σύνολο των εθνικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων που αφορούν στην πρόσβαση και στην άσκηση του επαγγέλματος του μηχανικού δεν θίγονται από την οδηγία 2006/123/ΕΚ οι διατάξεις που αφορούν στην εγγραφή και κατάταξή τους σε μητρώα μελετητών για την παροχή ορισμένων (συγκεκριμένων) υπηρεσιών, όπως η εκπόνηση μελετών και η άσκηση επιβλέψεων, καθώς και εκείνες που αφορούν στη διατίμηση των αμοιβών ορισμένων (επίσης συγκεκριμένων) υπηρεσιών τους.


Ιστορικό της συζήτησης περί κλειστών επαγγελμάτων

Το ζήτημα των ελάχιστων αμοιβών δεν συζητείται μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε πολλές χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο της εφαρμογής της Οδηγίας 2006/123/ΕΚ. Είναι ενδεικτικό, ωστόσο, ότι το 2009 ο τότε Επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς και Υπηρεσιών κ. Charlie McCreevy, απαντώντας σε σχετική ερώτηση στο Ευρωκοινοβούλιο για το επιδιωκόμενο από την Επιτροπή άνοιγμα των "κλειστών επαγγελμάτων", σημείωσε ότι "η Επιτροπή δεν έχει ως αυτοσκοπό το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, αλλά επιθυμεί να διασφαλίσει την ελεύθερη διακίνηση των επαγγελματιών στο πλαίσιο της κοινής εσωτερικής αγοράς". Στη χώρα μας το θέμα των ελάχιστων αμοιβών των μηχανικών, ως μέρος του ανοίγματος των λεγόμενων κλειστών επαγγελμάτων, έρχεται στην επικαιρότητα λόγω Μνημονίου και «Τρόικας».  Πρέπει να τονιστεί ότι η οδηγία 2006/123/ΕΚ εξαιρεί ρητά (Άρθρο 3) ειδικές πτυχές της πρόσβασης και της άσκησης δραστηριότητας παροχής υπηρεσιών σε ειδικούς τομείς ή ειδικά επαγγέλματα τα οποία ρυθμίζονται με άλλη διάταξη του κοινοτικού δικαίου, η οποία και υπερισχύει. Στην περίπτωση των μηχανικών αυτές είναι η εγγραφή τους σε μητρώα και η διατίμηση ορισμένων υπηρεσιών τους (εκπόνηση ορισμένων μελετών, επιβλέψεις κλπ.) για τις οποίες ορίζεται από την Οδηγία 2004/18/ΕΚ ότι δεν πρέπει να θιγούν.


Καταγραφή των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) σε σχέση με τις ελάχιστες αμοιβές, τις αμοιβές και το συνολικό θεσμικό πλαίσιο

Δεν υπάρχει συστηματική καταγραφή σε ευρωπαϊκό επίπεδο του καθεστώτος των ελάχιστων αμοιβών.

Η Διεθνής Ένωση Αρχιτεκτόνων (International Union of Architects) σε επιστολή της σχετικά με το θέμα ανέφερε ότι:

«Θεωρώντας ότι η αρχιτεκτονική δεν είναι μια συνήθης υπηρεσία αλλά συνδέεται με την ασφάλεια και ποιότητα της ζωής των ανθρώπων, δημιούργησε μια από τις σημαντικότερες επιτροπές που ονομάζεται Professional Practice Commission (…) Η επιτροπή αυτή επεξεργάστηκε και επεξεργάζεται Κατευθυντήριες Οδηγίες για όλα τα άρθρα του Συμφώνου. Η κατευθυντήρια οδηγία για τις ΑΜΟΙΒΕΣ (procurement, fees) βρίσκεται σήμερα υπό επεξεργασία και προετοιμάζεται να υποβληθεί στη Γενική Συνέλευση του Τόκυο το 2011 και ονομάζεται Recommended Guideline for the Accord policy on the development of fees.

Παράλληλα με τη διατύπωση των επίσημων αυτών κειμένων, η επιτροπή δημιούργησε μια βάση δεδομένων που στηρίζεται σε ερωτηματολόγιο που κοινοποιήθηκε σε όλα τα μέλη της UIA (…..) Σύμφωνα με την τελευταία ανανεωμένη έκδοση αυτής της βάσης δεδομένων (2007) που στηρίζεται σε στοιχεία 91 κρατών-μελών και σχετικά με το ερώτημα «Υπάρχει στη χώρα σας μηχανισμός υπολογισμού των αμοιβών των αρχιτεκτόνων», τα στατιστικά στοιχεία είναι τα παρακάτω:

·         Το 89% των κρατών-μελών δήλωσε ότι υπάρχει μηχανισμός υπολογισμού των αμοιβών των αρχιτεκτόνων
·         Το 24% δήλωσε ότι ο κανονισμός αυτός εφαρμόζεται υποχρεωτικά (ενδεικτικά αναφέρουμε Μπενίν, Βολιβία, Κόστα Ρίκα, Γερμανία, Ελλάδα, Εκουαδόρ, Ονδούρα, Κροατία, Μάλτα, Μαλαισία, Ναμίμπια, Παλαιστίνη, Σλοβενία και Τουρκία) και
·         Το 52% ότι δεν εφαρμόζεται
·         Στην ερώτηση αν υπάρχει βοηθητική κλίμακα υπολογισμού των αμοιβών των αρχιτεκτόνων, το 52% απάντησε ναι και το 15% όχι, με διάφορες ενδιάμεσες παραλλαγές
·         Στην ερώτηση ποιος δημοσιεύει αυτήν την κλίμακα η απάντηση σε 37 χώρες-μέλη είναι οι επαγγελματικές οργανώσεις και σε 18 το κράτος. Συνήθως το κράτος είναι υπεύθυνο στις περιπτώσεις όπου η εφαρμογή του υπολογισμού της αμοιβής είναι υποχρεωτική από το νόμο»

Και η επιστολή συνεχίζει:

«Η UIA θεωρεί ότι θα πρέπει να υπάρχει σύστημα προσδιορισμού των αμοιβών των αρχιτεκτόνων και αντικείμενο της Επιτροπής του Επαγγέλματος, μεταξύ άλλων, είναι η διατύπωση της σχετικής κατευθυντήριας οδηγίας. Απόσπασμα προσχεδίου αυτής της οδηγίας επισυνάπτεται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4.


Μετά και από σχετική διερεύνηση του θέματος από το ΤΕΕ διαπιστώνεται ότι σε κάθε χώρα που έχει ακολουθήσει το ηπειρωτικό ευρωπαϊκό σύστημα υπάρχει ένα κρυμμένο- ή μη- σύστημα ελάχιστων αμοιβών. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε:

Γερμανία: Σύστημα ελάχιστων και μέγιστων αμοιβών (HOAI) είναι ενσωματωμένο στην εθνική νομοθεσία
Αυστρία: Υπάρχει κώδικας αμοιβών, τον οποίο προωθεί στα μέλη του το Ομοσπονδιακό Επιμελητήριο Μηχανικών και Αρχιτεκτόνων (Arch+Ing) «κάτω από το τραπέζι», όπως χαρακτηριστικά λέγεται, χωρίς να είναι νομοθετικά κατοχυρωμένος.
Ισπανία: Υπάρχει ενδεικτικός Κώδικας Αμοιβών, χρησιμοποιούμενος ως πληροφοριακός για τους πελάτες, χωρίς να είναι δεσμευτικός.
Αγγλία: Tο συνολικό πλαίσιο άσκησης του επαγγέλματος είναι διαφορετικό:
Μια εταιρεία αναλαμβάνει συνήθως το Design (Μελέτη Αρχιτεκτονική) ενώ άλλες εταιρείες αναλαμβάνουν το Project Management (Μελέτη Εφαρμογής- Επίβλεψη) και την κατασκευή.

Προκειμένου να συγκεντρωθούν συγκριτικά στατιστικά στοιχεία για τις αμοιβές μελετών και επιβλέψεων στις χώρες της ΕΕ, πρέπει να γίνει πλήρης έρευνα και συλλογή σχετικών στοιχείων. Από σύντομο υπολογισμό των αμοιβών σε Ελλάδα διαπιστώσαμε ότι:

Στη Γερμανία για μια κατοικία εμβαδού 100 τ.μ. με κόστος κατασκευής 250.000 € η ολική αμοιβή μηχανικού (μελέτη-επίβλεψη) κυμαίνεται από 29.018 € έως 35.610 € (11,6% έως 14,3%) ενώ το κόστος για τη μελέτη μόνο ανέρχεται σε 7.478 €. Οι τιμές είναι χωρίς overheads. (Πηγή: Honorarordnung für Architekten und Ingenieure –HOAI 2009, βλ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6). Πίνακες ενσωματωμένοι στην Εθνική Νομοθεσία στη Γερμανία). Στην Ελλάδα το αντίστοιχο κόστος, όπως υπολογίζεται με τις ελάχιστες νόμιμες αμοιβές, είναι 4.767,10[1] €. Το κόστος στη Γερμανία είναι κατά 57% υψηλότερο από ότι στην Ελλάδα, που είναι προφανώς υψηλότερο από την διαφορά του κόστους διαβίωσης στις δύο αυτές χώρες.

Στοιχεία για τις αμοιβές Αρχιτεκτόνων και Μηχανικών για ιδιωτικά έργα στην Ισπανία δίνονται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6.

Στοιχεία για της αμοιβές συμβούλων μηχανικών διεθνώς περιλαμβάνονται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ 7  (Η.Π.Α (
U.S. Department of Labor Statistic)s & Καναδάς  ενώ το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 8 περιλαμβάνει στοιχεία του Ιnstitute for Electrical and Electronics Engineers για τις αμοιβές Consulting Engineers στις ΗΠΑ (IEEE_Fee_survey).

Το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 9 περιλαμβάνει στοιχεία για τις αμοιβές μηχανικών στην Ιαπωνία.

Οι ελάχιστες αμοιβές δεν «κλείνουν» το επάγγελμα - Τεκμηρίωση

Το σύστημα των ελάχιστων ορίων αμοιβών ως θεσμός για την παροχή μελετών, επιβλέψεων και λοιπών υπηρεσιών μηχανικού στην Ελλάδα είναι στο στόχαστρο ισχυρής μερίδας της εκτελεστικής εξουσίας (κυβερνητικών στελεχών – Ευρωπαϊκής Επιτροπής – Στελεχών του ΔΝΤ) και γίνεται αντικείμενο επιπόλαιας συνήθως δημοσιογραφίας και συζητήσεων. Έχουν εκδοθεί και ορισμένες δικαστικές αποφάσεις[2].
Το ζήτημα έχει αναπτυχθεί σε δύο πεδία:
Α-      στο πεδίο του ιδιωτικού τομέα, όπου ο θεσμός των αμοιβών είναι τμήμα της εποπτείας του κράτους στην παροχή υπηρεσιών μηχανικού, ιδίως στην κατασκευαστική ιδιωτική δραστηριότητα αλλά και σε κάθε ιδιωτική δραστηριότητα μηχανικού που επηρεάζει προστατευόμενα από το Κράτος κοινωνικά αγαθά (ασφάλεια – υγιεινή – αισθητική – περιβάλλον).
Β-      στο πεδίο του δημόσιου τομέα όπου ο θεσμός υπηρετεί τα ίδια αγαθά και επιπλέον επηρεάζει καίρια τη σύναψη και εκτέλεση των δημοσίων συμβάσεων μελετών και παροχής υπηρεσιών μηχανικού.

Η πίεση για την κατάργηση του θεσμού είναι δεδομένη. Η αφετηρία της πίεσης και η αιτία της είναι λιγότερο δεδομένες. Η αναζήτηση της αφετηρίας της πίεσης και του τρόπου που εκδηλώνεται φανερώνει ότι μάλλον προέρχεται από δύο «κέντρα εξουσίας»:
1.       Στο πρώτο ανήκουν όργανα, υπηρεσίες ή και μεμονωμένα πρόσωπα κυρίως της ΕΕ, που «αξιωματικά» λόγω ιδεολογικό / επιστημονικών αντιλήψεων έχουν σκοπό να επεκτείνουν κυριολεκτικά τους κανόνες που ισχύουν στο εμπόριο, με την ένταξη σ’ αυτούς και της παροχής επιστημονικού έργου ή υπηρεσιών και εργάζονται μεθοδικά για αυτό, την τελευταία δεκαετία περίπου.

Το κέντρο αυτό εμφανίζεται ισχυρότερο, ίσως κυρίαρχο, σήμερα, διότι από τη δράση του έχουν προέλθει (άμεσα ή έμμεσα) πολύ σημαντικά κείμενα (εκθέσεις, δικαστικές αποφάσεις, αιτιολογημένες γνώμες κ.α.), αλλά και κείμενα δημοσιογραφίας έγκριτων εφημερίδων

2.       Στο δεύτερο κέντρο εξουσίας ανήκουν όργανα, υπηρεσίες ή και μεμονωμένα πρόσωπα, που είτε είναι ουδέτερα είτε δεν εμφορούνται από τις ίδιες αντιλήψεις αλλά λόγω αρμοδιότητας πιέζονται ή θεωρούν ότι οφείλουν να λάβουν μέτρα που αφορούν στο θεσμό. 

Με κάποιες επιφυλάξεις θα μπορούσε να κατατάξει κανείς την οδηγία 2006/123/ΕΚ (οδηγία για τις υπηρεσίες ή «Μπολκενστάιν) στη δράση μερίδας αυτού του «κέντρου εξουσίας», διότι, άσχετα από το μελλοντικό αποτέλεσμα, φαίνεται ότι η οδηγία «βάζει φρένο» στην ταχύτητα δράσης του πρώτου κέντρου και την εκλογικεύει.

Ορισμένες χρήσιμες διαπιστώσεις είναι οι εξής:
Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι το ζήτημα δημιουργήθηκε μέσα στην τρέχουσα δεκαετία, με τη Δ/νση Ανταγωνισμού της ΕΕ σε πρωταγωνιστικό ρόλο, και με επίκληση μόνο γενικών κανόνων και αρχών του κοινοτικού δικαίου, που ισχύουν χωρίς μεταβολή επί περίπου 50 χρόνια, δηλαδή της αρχής του ανταγωνισμού στο εμπόριο μεταξύ κρατών – μελών (άρθρα 81 – πρώην 85 επ. της Συνθήκης), την αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (άρθρο 49 – πρώην 59) και την υποχρέωση των Κρατών να διασφαλίζουν την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου (άρθρο 10 – πρώην 5). Σαν να αφυπνίσθηκαν μετά από μισό αιώνα ορισμένοι υπάλληλοι, στελέχη, όργανα και νομικοί, αναφορικά με την αληθινή έννοια των αρχικών διατάξεων της Συνθήκης.
Είναι πολύ χαρακτηριστικό, ότι στη σχετική επιχειρηματολογία δεν έγινε η παραμικρή μνεία του ειδικού κανόνα κοινοτικού δικαίου που ίσχυε από την πρώτη οδηγία για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, περί της μη αλλαγής των εθνικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων που αφορούν στις αμοιβές μηχανικών και αρχιτεκτόνων, σαν ο τρόπος αντιμετώπισης του ζητήματος στο κοινοτικό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων (αρμοδιότητας της Δ/νσης Εσωτερικής Αγοράς) να μην έχει την ίδια ή τουλάχιστον πολύ σχετική αιτιολογική βάση με τον τρόπο αντιμετώπισής του στις όμοιες συναλλαγές που γίνονται με μη δημόσιες συμβάσεις.
Είναι ακόμα πιο χαρακτηριστικό ότι, ενώ η κατεύθυνση που προήρχετο από τον κλάδο του «ανταγωνισμού» ήταν (ας πούμε «νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων») προς την κατάργηση των εθνικών διατάξεων περί αμοιβών, η τροποποίηση της οδηγίας για τις δημόσιες συμβάσεις (οδηγία 2004/18/ΕΚ) φανέρωνε αντίθετη κατεύθυνση. Αφού η μέχρι τότε διατύπωση των προηγούμενων οδηγιών, που ανέφερε ότι «δεν απαιτούντο» αλλαγές στην επικρατούσα σε εθνικό επίπεδο κατάσταση όσον αφορά τον ανταγωνισμό ως προς τις τιμές μεταξύ των προσώπων που παρέχουν ορισμένες υπηρεσίες (βλ. 28η σκέψη του προοιμίου της 92/50/ΕΟΚ), τροποποιήθηκε το 2004 ορίζοντας ακόμα πιο κατηγορηματικά, ότι «…… τα κριτήρια ανάθεσης δεν πρέπει να θίγουν την εφαρμογή εθνικών διατάξεων που διέπουν την αμοιβή ορισμένων υπηρεσιών, όπως παραδείγματος χάριν, οι αμοιβές αρχιτεκτόνων, μηχανικών ………..» (βλ. 47η σκέψη του προοιμίου της 2004/18/ΕΚ).
Το να υποθέσει κανείς ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, που θέσπισαν την οδηγία 2004/18/ΕΚ, έκριναν ότι ειδικά και μόνο για τις δημόσιες συμβάσεις δεν πρέπει να θιγούν οι υφιστάμενες εθνικές διατάξεις περί αμοιβών μηχανικών, και παράλληλα να θεωρούν ότι αυτές οι εθνικές διατάξεις συγκρούονται με τις διατάξεις της Συνθήκης περί ανταγωνισμού είναι τουλάχιστον παράδοξο, αφού οι οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις κατ’ εξοχήν υπηρετούν τους κανόνες του ανταγωνισμού.
Το να υποθέσουμε όμως, ότι έχουμε μία ενιαία νομοθεσία αλλά δύο κέντρα «εξουσίας», με διαφορετική αντίληψη για το ίδιο θέμα είναι πολύ λιγότερο παράδοξο.
Κάτι που αποτελεί ένδειξη για την ύπαρξη των δύο αντίρροπων τάσεων είναι και το γεγονός ότι από τις δυνάμεις της πρώτης εκπορεύονται ακόμα και σήμερα πράξεις που εντέλλονται την άμεση κατάργηση του νομοθετικού συστήματος περί ελαχίστων αμοιβών στον κλάδο των νομικών υπηρεσιών (δικηγόρων), με ευθεία επίκληση μόνο των γενικών διατάξεων της Συνθήκης, σιωπώντας για το ότι παράλληλα βρίσκεται σε εξέλιξη η τακτική διαδικασία της οδηγίας 2006/123/ΕΚ, από την οποία θα προκύψει, αν θα απαιτηθεί η κατάργηση του εν λόγω συστήματος αμοιβών.

Όλα αυτά είναι τουλάχιστον ασυνήθιστα και προκαλούν την περιέργεια να εντοπισθεί ο πυρήνας της επιχειρηματολογίας της πρώτης «τάσης», καθώς και το πραγματικό κίνητρο, αν η επιχειρηματολογία στερείται ισχυρής βάσης.
Η επιχειρηματολογία έχει δύο σκέλη, το νομικό και το ουσιαστικό.
Το «νομικό» σκέλος της επιχειρηματολογίας περιλαμβάνει τις σκέψεις με τις οποίες ο θεσμός των ελαχίστων ορίων αμοιβών «εντάχθηκε» στο πεδίο εφαρμογής του εμπορικού δικαίου και ειδικότερα του επί μέρους κλάδου του δικαίου του ανταγωνισμού (απαγόρευση όλων των συμφωνιών μεταξύ επιχειρήσεων, όλων των αποφάσεων ενώσεων επιχειρήσεων – εν προκειμένω αναφορικά με τις τιμές αγοράς και πώλησης και όλων των εναρμονισμένων πρακτικών, που μπορούν (εν δυνάμει) να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ των κρατών κλπ.).
Διαπιστώνεται ότι οι σχετικές σκέψεις έχουν έντονα δογματικό χαρακτήρα και σε μεγάλο βαθμό έχουν προέλευση όχι τόσο τη νομική επιστήμη αλλά τα οικονομικά με την ορολογία τους και δεν απηχούν ούτε τις αντιλήψεις της κοινωνίας, τουλάχιστον πολύ σημαντικού μέρους της.
Με τέτοιες σκέψεις:
α)      Όλοι οι «πάροχοι υπηρεσιών», αδιακρίτως του αν ασκούν εμπορική δραστηριότητα ή όχι, χαρακτηρίσθηκαν «επιχειρήσεις» με την έννοια όμως του εμπορικού δικαίου. Έτσι, ενώ οι εμπορικές συναλλαγές είναι υποσύνολο των εν γένει οικονομικών συναλλαγών, εντάχθηκαν στους κανόνες του υποσυνόλου και εξωτερικές δραστηριότητες και έτσι περιλήφθηκαν στο εμπορικό δίκαιο (προς το παρόν μόνο στο κεφάλαιο του δικαίου του ανταγωνισμού), και οι επιστήμονες ελεύθεροι επαγγελματίες (δικηγόροι, μηχανικοί, αρχιτέκτονες), που η παροχή των υπηρεσιών τους. Δεν είναι έμποροι. 
β)      Χαρακτηρίσθηκαν «ενώσεις επιχειρήσεων» τόσο οι επαγγελματικοί σύλλογοι των εν λόγω επιστημόνων όσο και τα οικεία Επιμελητήρια, ασχέτως του αν είναι ΝΠΙΔ ή  ΝΠΔΔ.
γ)       Η παροχή επιστημονικού έργου ή υπηρεσιών από τις άνω «επιχειρήσεις» εξομοιώθηκε (από πλευράς νομικής αντιμετώπισης) με αντικείμενο εμπορίου (εμπόρευμα).
Η έκφραση των παραπάνω απόψεων επισήμως έχει σημαντικό βάρος, άσχετα από το ότι μέχρι στιγμής γίνεται δεκτό, ότι όσο ο «θεσμός» είναι κρατικό μέτρο κανονιστικού χαρακτήρα, δεν συγκρούεται με τα σχετικά άρθρα 80, 81 και 82 της Συνθήκης (βλ. ΔΕΚ “Arduino” σκέψη 44 και “CIPOLLA” σκέψη 54).
Περαιτέρω το «νομικό» σκέλος της επιχειρηματολογίας περιλαμβάνει τις σκέψεις με τις οποίες ο θεσμός των δεσμευτικά ελαχίστων ορίων αμοιβών εντάχθηκε στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 49 της Συνθήκης (απαγόρευση περιορισμών στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητας).
Εδώ κυριαρχούν κυρίως οι εξής σκέψεις, για την απόδοση του νοήματος του άρθρου 49 ΕΚ, ως απρόσωποι κανόνες δικαίου:
α)      η σκέψη ότι το άρθρο 49 επιτάσσει όχι μόνο την εξάλειψη κάθε δυσμενούς διακρίσεως λόγω ιθαγενείας σε βάρος του παρέχοντος υπηρεσίες που είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος, αλλά και την κατάργηση κάθε περιορισμού, έστω και αν ο περιορισμός ισχύει αδιακρίτως τόσο για τους ημεδαπούς παρέχοντες υπηρεσίες όσο και για αυτούς των άλλων κρατών μελών, εφόσον ο περιορισμός αυτός μπορεί να απαγορεύσει ή να παρεμποδίσει περισσότερο τις δραστηριότητες του παρέχοντος υπηρεσίες που είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος, όπου παρέχει νόμιμα ανάλογες υπηρεσίες.
β)      και η σκέψη ότι το εν λόγω άρθρο 49 ΕΚ απαγορεύει την εφαρμογή οποιασδήποτε εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως που έχει ως αποτέλεσμα να καθίσταται η παροχή υπηρεσιών μεταξύ κρατών μελών δυσχερέστερη απ’ ό,τι η παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται αποκλειστικώς στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους.
Το ουσιαστικό σκέλος της επιχειρηματολογίας περιλαμβάνει στον πυρήνα της μία και μοναδική σκέψη, με την οποία συμπεραίνεται ότι ο θεσμός των δεσμευτικά ελαχίστων ορίων αμοιβών έχει ως αποτέλεσμα να καθίσταται η παροχή υπηρεσιών μεταξύ κρατών μελών δυσχερέστερη απ’ ό,τι η παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται αποκλειστικώς στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους. και για το λόγο αυτό συνιστά περιορισμό κατά την έννοια του άρθρου 49 ΕΚ.
Η σχετική σκέψη συνίσταται στην υποκειμενικής φύσεως κρίση ότι η νομική απαγόρευση σε ένα κράτος της ευχέρειας να συμφωνούνται μεταξύ των ελεύθερων επαγγελματιών (επισημαίνουμε: μόνο των δικηγόρων προς το παρόν) και των πελατών τους αμοιβές χαμηλότερες από τα κατώτατα όρια στερεί από τους επαγγελματίες, που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος, τη δυνατότητα να ανταγωνιστούν αποτελεσματικότερα τους «ημεδαπούς», που λόγω της εγκαταστάσεώς τους διαθέτουν μεγαλύτερη ευχέρεια ως προς την προσέλευση πελατείας απ’ ότι οι «αλλοδαποί», ζητώντας αμοιβές χαμηλότερες από τις καθορισμένες στο πρώτο κράτος.
Η σκέψη αφορά στην πραγματικότητα μάλλον μόνο όσους επαγγελματίες είναι εγκατεστημένοι σε κράτη με πολύ χαμηλό βιωτικό επίπεδο έναντι του κράτους στο οποίο θα παράσχουν υπηρεσία.
Σύμφωνα με αυτή τη σκέψη, ο «θεσμός» των ελαχίστων ορίων αμοιβών ΔΕΝ συνιστά «περιορισμό» που να απαγορεύεται κατά το άρθρο 49 ΕΚ, αν δεσμεύει μόνο τους εγκατεστημένους ελεύθερους επαγγελματίες στο Κράτος που ισχύει ο θεσμός και ταυτόχρονα, απαλλάσσει όσους παρέχουν υπηρεσίες στο εσωτερικό αυτού του κράτους ενώ είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος. 
Η Γερμανία εντόπισε αυτή τη σκέψη και πολύ πρόσφατα τροποποίησε το δικό της «θεσμό» προς την κατεύθυνση που προαναφέρθηκε.
Τέλος, στο ουσιαστικό σκέλος της επιχειρηματολογίας, περιλαμβάνονται και σκέψεις με τις οποίες λαμβάνονται υπόψη αλλά στην πραγματικότητα υποβαθμίζονται, αφενός η αιτιολογική βάση του θεσμού και αφετέρου το πρόσθετο επιχείρημα ότι οι κατώτατες επιτρεπόμενες αμοιβές είναι πράγματι οι χαμηλότερες που θα δεχόταν η λογική.
­Η βασική και στην πραγματικότητα η μόνη σκέψη με την οποία αντικρούεται η αιτιολογική βάση του θεσμού είναι ότι η ποιότητα του έργου ή των υπηρεσιών του ελεύθερου επαγγελματία δεν συμβαδίζει κατ’ ανάγκη με υψηλές τιμές, διότι ο θεσμός αυτός δεν μπορεί να εμποδίσει ένα ασυνείδητο επαγγελματία να παράσχει χαμηλή ποιότητα παρά την καλή αμοιβή του, και επομένως ο καθορισμός δεσμευτικών τιμών δεν εγγυάται την παροχή υπηρεσιών συνοδευόμενη από ένα ελάχιστο επίπεδο ποιότητας. Για την εξασφάλιση αυτής της ποιότητας αρκούν τα άλλα μέτρα που συνδέονται με την άσκηση του επαγγέλματος, όπως η χορήγηση επαγγελματικής άδειας, ο κώδικας δεοντολογίας, ο πειθαρχικός έλεγχος και το εν γένει σύστημα καταλογισμού ευθύνης.
Το­ σφάλμα της σκέψης είναι κυρίως ότι, με δεδομένο το σκοπό του νομοθέτη (που είναι να διασφαλίσει ένα ελάχιστο ανεκτό επίπεδο ποιότητας για συγκεκριμένες υπηρεσίες που έχουν την ιδιομορφία να παρέχονται υπό σχέσεις «εμπιστοσύνης» διότι ο έλεγχος της ποιότητάς τους από τρίτους είναι πρακτικά δυσχερής (αν όχι ανέφικτος), δέχεται την εξαίρεση από το συνήθως συμβαίνον ως καθοριστική για τον τρόπο που ένας κανόνας δικαίου θα ρυθμίσει το ζητούμενο. Αντιθέτως ο νομοθέτης ορθά έκρινε (κυριαρχικά), ότι σκοπός του δεν είναι να αποκλείσει την εξαίρεση (αυτό είναι ουτοπικό) αλλά να διασφαλίσει την κατά κανόνα γενική ποιότητα των υπηρεσιών σε ένα χώρο που δραστηριοποιούνται επαγγελματίες όπου εξ ορισμού θα υπάρχουν και μεμονωμένες περιπτώσεις και στα δύο άκρα (δηλαδή και ασυνείδητοι επαγγελματίες και ακραία ευσυνείδητοι). Για αυτό ο νομοθέτης έκρινε ότι απαιτείται να συνοδεύεται το σύνολο των μέτρων που ρυθμίζουν την άσκηση του επαγγέλματος (άδεια, κώδικας δεοντολογίας, έλεγχοι, ευθύνες) και από το σύστημα αμοιβών, το οποίο, ως ισορροπημένο ΣΥΝΟΛΟ θα αποτρέψει το μέσο επαγγελματία από το να παρέχει κατά κανόνα χαμηλής ποιότητας υπηρεσίες.
Το επιχείρημα που έχει προβληθεί (επί των δικηγορικών αμοιβών), ότι οι κατώτατες επιτρεπόμενες αμοιβές είναι πράγματι οι χαμηλότερες που θα δεχόταν η λογική, δεν έχει αντικρουσθεί.

Συμπέρασμα (με τα δεδομένα που υπάρχουν):
Η επιβίωση του θεσμού των αμοιβών μηχανικών στην πραγματικότητα δεν είναι ζήτημα νομικό αλλά πολιτικής αντίληψης και ισχύος.
Καθοριστικά θα είναι:
α)      να επιβεβαιωθούν οι κοινωνικές διαστάσεις του ζητήματος και να αποφασισθεί αν θα ληφθούν υπόψη.
β)      να εντοπισθεί ποιες είναι οι υπάρχουσες οικονομικές ή άλλου είδους μελέτες για τις επιπτώσεις στην οικονομία από την τυχόν κατάργηση του «θεσμού» (π.χ. η από Μαΐου 2005 έκθεση του ΚΕΠΕ), να εξετασθεί αν είναι τεκμηριωμένες και να ελεγχθούν τα συμπεράσματά τους, εντοπίζοντας ιδίως τις παραδοχές, που λαμβάνουν και από τις οποίες εξαρτώνται τα συμπεράσματά τους, καθώς και τις παραδοχές που παραλείπουν να λάβουν υπόψη τους.
γ)       να προσδιορισθούν οι άμεσες επιπτώσεις στα δημοσιονομικά του Κράτους και των ΝΠΔΔ που επηρεάζονται (π.χ. Ταμεία, Τ.Ε.Ε., ΕΜΠ), συνεκτιμώντας τη φοροδιαφυγή, καθώς και το κόστος αναπλήρωσης του καταργούμενου θεσμού από ένα σύστημα ουσιαστικών ελέγχων των μελετών και υπηρεσιών.
δ)       να γίνει σοβαρή ενημέρωση της κοινής γνώμης και να προληφθεί η πρόχειρη ή «κίτρινη» ενημέρωση μέσω των ΜΜΕ.



Υπάρχουν επιχειρήματα υπέρ της κατάργησης των ελάχιστων αμοιβών;

Οι υπέρμαχοι της κατάργησης ισχυρίζονται ότι:

1.       Δημιουργούν δυσμενές κλίμα στην Εθνική Οικονομία και μειώνουν την ανταγωνιστικότητα της
2.       Περιορίζουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό στην αγορά της χώρας, ιδίως τη δυνατότητα των νέων μηχανικών να εισέλθουν στην αγορά, ανταγωνιζόμενοι τους παλαιότερους
3.       Περιορίζουν τη δυνατότητα μηχανικών από άλλες Ευρωπαϊκές και τρίτες χώρες να ανταγωνισθούν τους Έλληνες μηχανικούς

Για να απαντήσουμε στους παραπάνω προβληματισμούς πρέπει να εξετάσουμε το πώς επιδρά η ύπαρξη ελάχιστων αμοιβών των Μηχανικών

Α. Στην Ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής Οικονομίας και συγκεκριμένα:
Α1) Εάν οι ελάχιστες αμοιβές οδηγούν σε αυξημένο κόστος των ιδιωτικών τεχνικών έργων (που επιδρά αρνητικά στην κατάσταση και ανταγωνιστικότητα της Εθνικής Οικονομίας)
Α2) Πιθανές λοιπές επιδράσεις των ελάχιστων αμοιβών στην Εθν. Οικονομία



Υπάρχει θέμα με τη μετακίνηση Μηχανικών από χώρες χαμηλότερου ΑΕΠ;

α.         Μελέτες και Επιβλέψεις

Η απάντηση από τα στατιστικά στοιχεία των χωρών της Δυτικής Ευρώπης, ειδικά της Γερμανίας, είναι αρνητική.

Σημειώνουμε ότι η Γερμανία, σε σχέση με την Ελλάδα, έχει:

v       Πολύ υψηλό ΑΕΠ
v       Πολύ περισσότερες θέσεις εργασίας
v       Πολύ υψηλό δείκτη ρυθμών ανάπτυξης
v       Πολύ λιγότερους Διπλωματούχους Μηχανικούς
v       Πολύ περισσότερο διαδεδομένη γλώσσα

Η Ελληνική Πολιτεία, παρότι αυτό επιβάλλεται νομικά, αλλά κυρίως ουσιαστικά, δεν έχει ακόμα καθορίσει μηχανισμό εξέτασης για την επάρκεια της ελληνικής γλώσσας.

Σήμερα οι χώρες της Ευρώπης, δεν έχουν
·         Κοινές προδιαγραφές
·         Κοινούς επιστημονικούς κανόνες
·         Κοινό σύστημα μέτρησης
·         Κοινά συστήματα παιδείας και εν γένει
·         Κοινούς κανόνες άσκησης του επαγγέλματος

Δεν έχουν παρόμοιους και ισάξια
·         αποτελεσματικούς μηχανισμούς ελέγχου
·         κοινό Δίκαιο Ευθυνών
·         Κοινό Δίκαιο επαγγελματικής ασφαλιστικής κάλυψης

Η άποψή μας είναι ότι στην πορεία της σύγκλισης των ευρωπαϊκών χωρών, οι αμοιβές είναι από τα τελευταία ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπισθεί


Η Ιδιαιτερότητα της σεισμικής δραστηριότητας και του νησιωτικού χώρου

Η ιδιαιτερότητα της χώρας λόγω της έντονης σεισμικής δραστηριότητας και του νησιωτικού της χαρακτήρα θέτουν επί πλέον απαιτήσεις στην άσκηση του επαγγέλματος του μηχανικού.

Η σύγχρονη τάση, που λόγω του απαρχαιωμένης θεσμοθετημένης τεχνικής νομοθεσίας δεν έχει καν αρχίσει, είναι η ένταξη των δικτύων και πλήθος ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων και εξοπλισμού στην αντισεισμική  Μελέτη και Επίβλεψη.

Επισημαίνουμε ότι τα δίκτυα φυσικού αερίου στα κτήρια, οι συσκευές και ο εξοπλισμός ψύξης στα δώματα των κτηρίων, οι οπές διέλευσης στις πλάκες των κτηρίων ή ακόμα και η στήριξη διαφόρων συσκευών ή εγκαταστάσεων (υποσταθμοί, κλιματιστικά κλπ.) δεν αντιμετωπίζουν και σήμερα μελετητικά το φαινόμενο του σεισμού. Το ίδιο ισχύει για πλήθος βιομηχανικών εγκαταστάσεων.

Τι ισχύει σε χώρες που δεν έχουν επαρκές σύστημα και Διπλωματούχους Μηχανικούς με βλάβη της επιστημονικής στάθμης τους;
Οι καταστροφές που έχουμε παρακολουθήσει σε Τουρκία, Ιράκ, Ιράν και άλλες αναπτυσσόμενες ή τριτοκοσμικές χώρες.

Τι ισχύει σε χώρες της Δύσης;
Καλιφόρνια         Κώδικας Αμοιβών
Ιαπωνία             Κώδικας Αμοιβών
Ιταλία                Κώδικας Αμοιβών

Οι σεισμοί που έγιναν στη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες παρά την ισχύ τους ή την εγγύτητα του επικέντρου τους σε πυκνοκατοικημένα μητροπολιτικά κέντρα απέδειξαν την αξιοπιστία των κατασκευών, την επιστημονική και συνειδησιακή επάρκεια των Διπλωματούχων Μηχανικών και ενός συστήματος που παρά τις ελλείψεις και τις στρεβλώσεις του λειτουργεί υπέρ της ασφάλειας του πολίτη και της προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.

Ποιες οι επιπτώσεις από πιθανή κατάργηση των ελάχιστων αμοιβών, πέραν του αυτονόητου κινδύνου για την ποιότητα, την ασφάλεια και την αισθητική των κτιρίων:

1.Κατάρρευση ασφαλιστικού συστήματος επιστημόνων

Με τον Νόμο 3232/04 της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ αποφασίσθηκε η μη διασφάλιση των συντάξεων των ασφαλισμένων στο ΕΤΑΑ, λόγω των εσόδων τους, δηλαδή των ποσοστών από τις ελάχιστες αμοιβές Διπλωματούχων Μηχανικών, Δικηγόρων, Συμβολαιογράφων κλπ.

Η πιθανή κατάργησή τους αντιστοιχεί στην εκτέλεση του ασφαλιστικού συστήματος, αφού το Κράτος, ειδικά σήμερα, ούτε να αντικαταστήσει μπορεί αυτούς τους πόρους ούτε να εγγυηθεί τις συντάξεις και τη βιωσιμότητα του ΕΤΑΑ.

2. Φοροδιαφυγή- Έσοδα του κράτους

Φοροδιαφυγή
Είναι σε όλους γνωστό ότι οι Μηχανικοί, στις δραστηριότητες που αφορούν την έκδοση και την επίβλεψη των οικοδομικών αδειών, δεν μπορούν να φοροδιαφύγουν.  Οι ελάχιστες αμοιβές υπολογίζονται από το ΤΕΕ και στη συνέχεια κατατίθενται σε λογαριασμό όψεως της Εθνικής Τράπεζας.  Η μη κατάθεσή τους και η μη πληρωμή του αναλογούντος φόρου δεν επιτρέπει την έκδοση οικοδομικής αδείας.  Δεν επιτρέπεται η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου.  Τα παραπάνω μαζί με το αίτημα τόσο του Υπουργείου Οικονομικών για να τους δώσουμε στοιχεία των αμοιβών των μηχανικών προκειμένου να διενεργήσουν ελέγχους όσο και του ΥΠΕΚΑ, μιας και κανένας φορέας δεν μπορεί να ενημερώσει για τον αριθμό δηλώσεων για τους ημι-υπαίθριους, μάλλον συνηγορεί στο να επεκταθεί το σύστημα των ελάχιστων αμοιβών σε όλες τις δραστηριότητες των μηχανικών και του τεχνικού κόσμου αντί να καταργηθεί.

Έσοδα του κράτους
Είναι προφανές ότι με την κατάργηση των ελάχιστων αμοιβών, οι Μηχανικοί θα τιμολογούν πολύ χαμηλότερα από την αμοιβή τους, ενώ η έκδοση πιστωτικών τιμολογίων δεν θα μπορεί να απαγορεύεται όπως σήμερα. Πρόσθετα με τη μείωση του προκαταβλητέου φόρου και του πραγματικού φόρου, θα μειωθούν τα έσοδα για τον ασφαλιστικό φορέα, για τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, για τη Σιβιτανίδειο και για το ΤΕΕ. Είναι προφανές ότι η αλλαγή του φορολογικού σε σχέση με τους Μηχανικούς, χωρίς επιχειρήματα και χωρίς διάλογο θα δείξουν, όπως έχουμε προβλέψει, το 2011 την κατρακύλα των φορολογικών εσόδων. Οι δύο παραπάνω πολιτικές όχι μόνο θα μηδενίσουν τα έσοδα αλλά θα βαρύνουν τον προϋπολογισμό του κράτους τόσο με τα έσοδα του ΤΣΜΕΔΕ όσο και των υπόλοιπων φορέων. Αρκεί κανείς να σκεφθεί ότι τα ανελαστικά έξοδα του ΤΕΕ ανέρχονται σε 30 περίπου εκατομμύρια, χωρίς να επιβαρύνει ένα ευρώ (€) τον κρατικό προϋπολογισμό. Το μεγαλύτερο μέρος είναι η μισθοδοσία μονίμων υπαλλήλων, που θα τους πάρει το ΥΠΟΜΕΔΙ, μιας και το ΤΕΕ δεν θα μπορεί να πληρώσει ούτε τα ενοίκιά του. Οι κρατήσεις που υπάρχουν δεν βαρύνουν τον πολίτη. Υπολογίζονται οι ελάχιστες αμοιβές. Αυτές πληρώνεται ο Μηχανικός και από αυτές γίνονται οι κρατήσεις. Δεν μπαίνουν και δεν υπολογίζονται πρόσθετα.


ΕΚΚΟ, με το σύστημα του ΤΕΕ και αναπροσαρμογή.
Για τη σύνδεση ενός κτιρίου με τα δίκτυα κοινής ωφέλειας για την αποπεράτωση του έργου, γίνεται έλεγχος του ελάχιστου κόστους κατασκευής οικοδομής (ΕΚΚΟ). Στο ΕΚΚΟ εντάσσονται όλα τα κοστολόγια εκτός από την αμοιβή Μηχανικού. Σήμερα το ΕΚΚΟ ανέρχεται στο 25% του πραγματικού κόστους. Σε περίπτωση που από τον έλεγχο με την αρμόδια ΔΥΟ δεν υπάρχουν τα παραστατικά το κτίριο δεν ηλεκτροδοτείται. Με βάση το ΕΚΚΟ προσδιορίζονται και τα ελάχιστα μεροκάματα και επομένως οι ασφαλιστικές εισφορές στο ΙΚΑ. Είναι ένα σύστημα ελάχιστων αμοιβών που διασφαλίζει τα έσοδα του κράτους από δαπάνες συνεργείων και υλικών, στην κατασκευή ενός κτιρίου.

Με το ίδιο σκεπτικό που χρησιμοποιείται για τους Διπλωματούχους Μηχανικούς ως κλειστό επάγγελμα, η ύπαρξη του ΕΚΚΟ αυτόματα εντάσσει στα κλειστά επαγγέλματα τις 19 ειδικότητες τεχνικών (τεχνίτες σκυροδέματος, ηλεκτρολόγους, υδραυλικούς, τεχνίτες κονιάματος, τοιχοποιίας, δαπέδων, ελαιοχρωματιστές, χωματουργούς, τεχνίτες μονώσεων, ξυλουργούς, κ.α.).

3. Αυξημένο Κόστος Κατασκευών

Στην Ελλάδα το κόστος της μελέτης και επίβλεψης ενός έργου ανέρχεται σε 3,5-5% του κόστους του έργου (μη συμπεριλαμβανομένης της αξίας της γης). Τα δομικά υλικά συμβάλουν με πάνω από 55% του πραγματικού κόστους της κατασκευής. Είναι επίσης διαπιστωμένο ότι στην παρούσα περίοδο κρίσης με την οικοδομή στο ναδίρ και με λιγοστά δημόσια έργα, σε εποχή δηλαδή που δεν υπάρχει ζήτηση για δομικά υλικά οι τιμές των δομικών υλικών διπλασιάζονται και τριπλασιάζονται. Στις 13 Οκτωβρίου η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία ανακοίνωσε αύξηση των τιμών δομικών υλικών κατά 3,5 %. Αναμφισβήτητα ισχύει ο κανόνας χαμηλότερη ποιότητα μελετών-επιβλέψεων = υψηλότερο κόστος κατασκευής                    ενώ μια κακή μελέτη θα οδηγήσει σε χρήση μεγαλύτερης ποσότητας δομικών υλικών, προκειμένου να υπάρχει ασφάλεια της κατασκευής.

4. Απορρύθμιση του επαγγέλματος

Όπως προκύπτει από τον παρακάτω πίνακα ο αριθμός των Διπλωματούχων Μηχανικών στην Ελλάδα είναι το 1,26 % του πληθυσμού και είναι πάνω από το 2% του ενεργού πληθυσμού. Ειδικότερα, ο αριθμός των Διπλωματούχων Μηχανικών είναι ίσως ο μεγαλύτερος σε όλη την Ευρώπη σε αναλογία κατοίκων.


Α/Α
ΚΡΑΤΟΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ
ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ
%
1.        
ΑΥΣΤΡΙΑ
30,000
8,189,000
0.4%
2.        
ΒΕΛΓΙΟ
54,000
10,419,000
0.52%
3.        
ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ
22,000
7,726,000
0.29%
4.       
ΕΛΒΕΤΙΑ
127,000
7,252,000
1.75%
5.        
ΚΥΠΡΟΣ
2,000
835,000
0.24%
6.        
ΤΣΕΧΙΑ
50,000
10,220,000
0.49%
7.        
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
250,000
82,689,000
0.30%
8.        
ΔΑΝΙΑ
66,000
5.431,000
1.22%
9.        
ΕΣΘΟΝΙΑ
911
1,330,000
0.07%
10.    
ΙΣΠΑΝΙΑ
65,000
43,064,000
0.15%
     11.
ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ
81,300
5,249,000
1.55%
12.
ΓΑΛΛΙΑ
160,000
64,473,140
0.25%
13.
ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ
260,000
59,668,000
0.44%
14.
ΚΡΟΑΤΙΑ
8,125
4,551,000
0,18%
15.
ΟΥΓΓΑΡΙΑ
7,200
10,098,000
0.07%
16.
ΙΡΛΑΝΔΙΑ
18,015
4,148,000
0.43%
17.
ΙΣΛΑΝΔΙΑ
2,100
295,000
0.71%
18.
ΙΤΑΛΙΑ
190,000
58,093,000
0.33%
19.
ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ
700
465,000
0.15%
20.
ΜΑΛΤΑ
600
402,000
0.15%
21.
ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ
22,257
16,299,000
0.14%
22.
ΝΟΡΒΗΓΙΑ
53,600
4,620,000
1.16%
23.
ΠΟΛΩΝΙΑ
80,000
38,530,000
0.21%
24.
ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ
31,000
10,495,000
0.30%
25.
ΡΟΥΜΑΝΙΑ
12,500
21,711,000
0.06%
26.
ΡΩΣΙΑ
110,000
142,000,000
0.08%
27.
ΣΟΥΗΔΙΑ
118,940
9,041,000
1.32%
28.
ΣΕΡΒΙΑ
3,750
9,778,991
0.04%
29.
ΣΛΟΒΕΝΙΑ
10,460
1,967,000
0.53%
30.
ΣΛΟΒΑΚΙΑ
20,320
5,401,000
0.38%
31.
ΕΛΛΑΔΑ
140,000
11,120,000
1.26%

Παράλληλα, στην Ελλάδα οι παραγωγικές δομές είναι πολύ πιο αδύναμες από τον Μέσο Όρο των χωρών της ΕΕ.  Η ανάπτυξη και η παραγωγή της χώρας στο σημερινό βαθμό είναι αδύνατο να αξιοποιήσουν όλο αυτό μεγάλο αριθμό Διπλωματούχων Μηχανικών, ο οποίος αποτελεί πλούτο για τη χώρα με την προϋπόθεση ότι θα γίνει μια μεγάλη αναπτυξιακή υπέρβαση.

Αν αναλογιστούμε ότι
·         στην Ελλάδα ο αριθμός των Διπλωματούχων Μηχανικών αυξάνεται κατά 3.500 κάθε χρόνο
·         έχουμε μια τεράστια πτώση στην οικοδομική δραστηριότητα της τάξης του 50% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά και στα επίπεδα του 1995
·         το πρόγραμμα των δημόσιων επενδύσεων για το 2010 προβλεπόταν να είναι 10.300.000.000 και τελικά θα είναι 8.200.000.000 στα επίπεδα της δεκαετίας του 1990 με προοπτική να μειώνεται τα επόμενα χρόνια

τότε είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει ένας απίστευτος ανταγωνισμός επιβίωσης για τους Διπλωματούχους Μηχανικούς, ο οποίος, εάν καταργηθούν οι ελάχιστες αμοιβές, θα είναι αθέμιτος, με δραματικές επιπτώσεις στην ποιότητα των έργων. Ούτως ή άλλως το νέο φορολογικό σύστημα που υιοθετήθηκε το 2010 και που, κατά τις εκτιμήσεις του ΤΕΕ, δεν θα αντέξει στον χρόνο, έχει θέσει τις βάσεις ενός αθέμιτου ανταγωνισμού και μιας στρεβλής διαμόρφωσης του πεδίου άσκησης του Επαγγέλματος. Αν σε αυτό προστεθεί η κατάργηση των ελάχιστων αμοιβών, θα έχουμε να κάνουμε με εκρηκτικές καταστάσεις.

Σε συνδυασμό με τους αδιαφανείς και γραφειοκρατικούς μηχανισμούς ελέγχου, θα φέρουν τις κατασκευές σε μη ασφαλή δρόμο και τους Διπλωματούχους Μηχανικούς σε εξαθλίωση και ταπείνωση.

5. Μείωση της Χρηματοδότησης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) και των Πολυτεχνικών Σχολών.

6. Προτεινόμενες ενέργειες

α. Συνεργασία για την εναρμόνιση των ευρωπαϊκών προτύπων, προδιαγραφών και των ευρωκωδίκων στην εθνική νομοθεσία. Σημειώνεται ότι, αν δεν ολοκληρωθεί άμεσα, θα απενταχθούν έργα από κοινοτική χρηματοδότηση.
            β. Ταυτότητα κτιρίου και προδιαγραφές συντήρησης τεχνικών έργων
            γ. Ορκωτοί Μηχανικοί
            δ. Νέος ΓΟΚ
            ε. Αναθεώρηση συστήματος έκδοσης οικοδομικών αδειών
            στ. Ολοκλήρωση των τεχνικών οδηγιών για την εξοικονόμηση ενέργειας
ζ. Ίδρυση πιλοτικών τεχνικών ΚΕΠ, ώστε οι πολίτες και οι Μηχανικοί να μην έρχονται σε γραφειοκρατική επαφή με την Πολεοδομία.
η. Ίδρυση ηλεκτρονικού ΚΕΠ Τεχνικών, μέσω της Τράπεζας Πληροφοριών του Τ.Ε.Ε.
            θ. Αναθεώρηση του κώδικα δεοντολογίας του ΤΕΕ
ι. Υπολογισμός του ΕΚΚΟ από το ΤΕΕ και ένταξη όλων των συντελεστών στο σύστημα αμοιβών των Διπλωματούχων Μηχανικών.


Ελάχιστες αμοιβές: Δογματισμός του ΤΕΕ ή Αναγκαιότητα

Οι Διπλωματούχοι Μηχανικοί διαχρονικά αποτέλεσαν την πρωτοπορία στις κρίσιμες περιόδους της χώρας για τη δημοκρατία, την ανάπτυξη, την κοινωνική δικαιοσύνη, την οικονομική και τεχνολογική πρόοδο.

Από τη φύση της επιστήμης, τη δομή της σκέψης και της λειτουργίας τους δεν έχουν δογματισμούς.

Από την καθημερινότητά τους απεχθάνονται τη γραφειοκρατία και βιώνουν τις απεχθείς συνέπειές της: τη διαφθορά, την αδιαφάνεια, τη μετατροπή του επιστήμονα μηχανικού σε διεκπεραιωτή, την ταπείνωση της ουράς της πολεοδομίας, του ταμείου της, της Τεχνικής Υπηρεσίας, την ταπείνωση του νεολογισμού της «συντεχνίας», την πνευματική τους εργασία να αντιμετωπίζεται με όρους εμπορίου. Είναι έτοιμοι για τομές, για ρήξεις με το χθες, για να συμβάλουν στις κρίσιμες στιγμές της χώρας, στην ανάπτυξη, σε ένα νέο κοινωνικά αποδεκτό αξιακό κώδικα.

Είναι έτοιμοι να συζητήσουν για όλα. Πιο πρόσφατο παράδειγμα η συμβολή τους στο καινοτόμο εγχείρημα της εξοικονόμησης ενέργειας.

Αν το συνολικό πλαίσιο του επαγγέλματος αλλάξει, αν η παιδεία υλοποιήσει τον «Καλλικράτη» της και βρει για όλους διακριτούς ρόλους, αν οι μηχανισμοί ελέγχου αποκτήσουν αξιοπιστία, αν απλοποιηθούν οι διαδικασίες έκδοσης οικοδομικών αδειών, αν πιστοποιηθούν όλοι οι συντελεστές των τεχνικών έργων και εξορθολογιστεί το σύστημα από την Πολιτεία και τους Μηχανικούς, τότε θα μπορούμε να συζητήσουμε για το εάν θα εξακολουθήσουν οι ελάχιστες αμοιβές να αποτελούν απόλυτο παράγοντα διασφάλισης μιας ελάχιστης ποιότητας και ελάχιστου κόστους για ένα έργο.



[1] Είναι: 194,47 € για την μελέτη τοπογραφικού, 2.545,70 € για μελέτες αρχιτέκτονα, 1.135,49 € για μελέτη στατικών και 891,44 € για μελέτες Ηλεκτρολόγου- Μηχανολόγου
[2] Για το παρόν κείμενο λήφθηκαν υπόψη (εκτός από τα μνημονευόμενα άρθρα της Συνθήκης, οι οδηγίες 92/50/ΕΟΚ, 2004/18/ΕΚ και 2006/123/ΕΚ, και  ο ν. 3845/2010 («ΜΝΗΜΟΝΙΟ» με όλα του τα παραρτήματα) και τα ακόλουθα στοιχεία:
1.             Η έκθεση σχετικά με τον ανταγωνισμό στον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών COM (2004) 83 της 9ης Φεβρ. 2004.
2.             Το με αριθ. πρωτ. 3995/5.7.2005 έγγραφο της Ελληνικής Επιτροπής Ανταγωνισμού προς το Τ.Ε.Ε. για απόψεις σχετικά με την Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον ανταγωνισμό στον τομέα των ελεύθερων επαγγελμάτων και την απάντηση του Τ.Ε.Ε.
3.             Η «ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ» COM(2005)405 τελικό Βρυξέλες 5.9.2005.
4.             Η από Μαΐου 2005 «έρευνα» του ΚΕΝΤΡΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ (ΚΕΠΕ) «Οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις για την Ελλάδα της υπό συζήτηση οδηγίας για την απελευθέρωση του τομέα των υπηρεσιών στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά».
5.             Τα έγγραφα του Τ.Ε.Ε.:
α)      αρ. 4404/15.2..2006 προς τους Έλληνες Ευρωβουλευτές.
β)       αρ. 28748/14.11.2006 προς τους Έλληνες Ευρωβουλευτές.
γ)       αρ. 20972/1.8.2008 προς το ΥΠΟΙΟ/Δνση Ε.Ε.
6.             Το από Ιουνίου(;) 2009 Σχέδιο Νόμου του ΥΠΟΙΟ για την προσαρμογή στην οδηγία 2006/123/ΕΚ.
7.             Το από 2007 «ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ» της (http://ec-europa.eu/internal_market/services/services-dir/index_en.htm).
8.             Η απόφαση ΔΕΚ/19.2.2002 στην υπόθεση C-35/99 («Arduino»).
9.             Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 24.6.2004 («Βελγικός Σύλλογος Αρχιτεκτόνων»).
10.         Η απόφαση ΔΕΚ/5.12.2006 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-94/04 («Cipolla») και C-202/04 («Macrino»).
11.         Η απόφαση Σ.τ.Ε./Β’ 125/2009 («Ελληνική Οδοντιατρική Ομοσπονδία»).
12.         Η «Αιτιολογημένη Γνώμη» ΕΕ SG-Greffe(2010)D (Παράβαση αρ. 2008/4583) προς την Ελληνική Δημοκρατία («Κώδικας αμοιβών δικηγόρων»).
13.         Οι προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα Pedro Cruz Villalon της 14.9.2010 στις υποθέσεις της Επιτροπής C-47 (κατά του Βελγίου), C-50/08 (κατά της Γαλλίας), C-51/08 (κατά του Λουξεμβούργου), C-53/08 (κατά της Αυστρίας), C-54/08 (κατά της Γερμανίας) και C-61/08 (κατά της Ελλάδας) (υπηκοότητα των Συμβολαιογράφων).
14.         Το Σημείωμα της Επιτροπής για την Αμοιβαία Εκτίμηση των Διαδικασιών της Οδηγίας για τις Υπηρεσίες (6η σύσκεψη ολομέλειας – 16 Σεπτ. 2010).
15.         Η συζήτηση που έλαβε χώρα στην από 9.4.2009 επιστημονική ημερίδα της Ελληνικής Εταιρίας Μελέτης Δικαίου Τεχνολογίας και Κατασκευών στο ΥΠ.ΕΞ. με θέμα «Κατώτατα όρια αμοιβών μηχανικών – δικηγόρων: προς ένα αβέβαιο μέλλον».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου