Αναδημοσίευση από το "Κάναμε το πρώτο βήμα – πάμε για το δεύτερο".
του Δημήτρη Βουζουναρά
Το όλο οικοδόμημα του ευρώ βασίζεται σε μια κωδικοποιημένη θέση που έχει καταστεί δεσμευτική με την Συνθήκη Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την οποία η Κεντρική Τράπεζα, η οποία κατέχει την απόλυτη κυριαρχία στις νομισματικές πολιτικές, δεν δύναται ούτε καν να λάβει συμβουλές από μεμονωμένα κράτη μέλη της ΟΝΕ ή ακόμα και από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.
Έχει επανειλημμένως λεχθεί ότι μια τέτοια επιλογή είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα της χώρας μας τόσο γιατί αποτελεί μεταβίβαση της κυριαρχίας του κράτους και όχι μόνον περιορισμό της ιδίας αλλά και επειδή το Σύνταγμα ορίζει ότι η Πολιτεία θα πρέπει να παρακολουθεί, να συντονίζει και να ρυθμίζει το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Είναι προφανές ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν είναι ο ελεγχόμενος, αντίθετα, ο ρόλος του είναι αυτός του ανεξάρτητου ελεγκτή, ενώ τα κράτη δεν διαθέτουν ετούτη την εξουσία.
Δεν θα ήθελα να παραμείνω σε θέματα
συνταγματικού δικαίου, ούτε να μπω σε θέματα οικονομικής ανάλυσης, των
υπέρ και των κατά που μπορεί να αποφέρει η απώλεια της εθνικής
νομισματικής κυριαρχίας. Επιθυμώ να εξετάσω εδώ, από πολιτική άποψη
τους λόγους για τους οποίους αρκετοί Ευρωπαίοι πολίτες αποδέχονται ή
στηρίζουν την επιλογή της ανεξαρτησίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζα.
Με
το κλασσικότερο των επιχειρημάτων, υποστηρίζεται ότι η πολιτική τάξη
είναι διεφθαρμένη και πελατειακή και, ως εκ τούτου, κατά κανόνα
χρησιμοποιεί τα χρήματα για την διαιώνιση της παραμονής της στην
εξουσία. Γι’ αυτό το λόγο, αν αντίθετα τα χρήματα βρίσκονται υπό τον
έλεγχο ενός ανεξάρτητου Τρίτου, τέτοιος κίνδυνος δεν υπάρχει και έτσι το
πρόβλημα ούτε καν υφίσταται.
Αλλά ποιος πιστεύει πραγματικά ότι αυτό το
επιχείρημα είναι ορθολογικό; Πού βασίζεται ένα τέτοιο συμπέρασμα; Για
ποιο λόγο ένας Τρίτος, στον οποίον έχει παραχωρηθεί η νομισματική
κυριαρχία, θα είναι σώνει και καλά, ηθικά ανώτερος από τους εκλεγμένους
πολιτικούς αντιπροσώπους; Γιατί θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο
ότι αυτός ο Τρίτος θα ενεργεί σύμφωνα με το Δημόσιο Συμφέρον και όχι
σύμφωνα με τα δικά του συμφέροντα;
Αυτά είναι ερωτήματα τα οποία δεν μπορεί να απαντηθούν, καθότι η ανθρώπινη φύση έχει εγγενώς την τάση προς τον εγωισμό και άρα ο κίνδυνος απόκλισης από την πρόταξη του Δημοσίου Συμφέροντος είναι παρόμοια και στις δύο περιπτώσεις. Η εγωιστική συμπεριφορά δεν είναι ένα φαινόμενο που περιορίζεται στους πολιτικούς, αλλά είναι διάχυτη.
Μερικοί μάλιστα ισχυρίζονται πως η εγωιστική συμπεριφορά αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό ιδιαίτερα για τους τραπεζίτες, ενώ αντίθετα μεταξύ των πολιτικών εμφανίζονται, που και που, περιπτώσεις ανιδιοτελών ανθρώπων.
Αυτά είναι ερωτήματα τα οποία δεν μπορεί να απαντηθούν, καθότι η ανθρώπινη φύση έχει εγγενώς την τάση προς τον εγωισμό και άρα ο κίνδυνος απόκλισης από την πρόταξη του Δημοσίου Συμφέροντος είναι παρόμοια και στις δύο περιπτώσεις. Η εγωιστική συμπεριφορά δεν είναι ένα φαινόμενο που περιορίζεται στους πολιτικούς, αλλά είναι διάχυτη.
Μερικοί μάλιστα ισχυρίζονται πως η εγωιστική συμπεριφορά αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό ιδιαίτερα για τους τραπεζίτες, ενώ αντίθετα μεταξύ των πολιτικών εμφανίζονται, που και που, περιπτώσεις ανιδιοτελών ανθρώπων.
Η επιλογή μιας ανεξάρτητης Κεντρικής Τράπεζας, με δεδομένη την αντισυνταγματικότητα της, έχει και ένα άλλο προφανές αρνητικό επακόλουθο. Η λέξη Δημοκρατία σημαίνει άραγε κάτι σήμερα;
Και καλά, ένας πολιτικός όσο διεφθαρμένος και να είναι και παρά τις
διάφορες ασυλίες, υπόκειται στον έλεγχο τόσο της δικαστικής εξουσίας (η
ΕΚΤ, ακόμα και για λόγους τοπικής αρμοδιότητας, δεν τελεί υπό τον έλεγχο
της Δικαιοσύνης των επί μέρους μελών) όσο και των ψηφοφόρων.
Ο δημοκρατικός έλεγχος, είναι εξ ορισμού ένα από τα μέσα εποπτείας της ορθής χρήσης της δημόσιας εξουσίας που παραχωρήθηκε στα θεσμικά όργανα μέσω της λαϊκής ψήφου. Αντίθετα, η Κεντρική Τράπεζα έχει πάρει διαζύγιο απ’ όλα αυτά και δεν υπόκειται σε κανένα δημοκρατικό έλεγχο. Μια τόσο μεγάλη και ανεξέλεγκτη συγκέντρωση ισχύος, θα έβαζε σκέψεις σε πολλούς, αν όχι σε όλους, να την εκμεταλλευτούν.
Ο δημοκρατικός έλεγχος, είναι εξ ορισμού ένα από τα μέσα εποπτείας της ορθής χρήσης της δημόσιας εξουσίας που παραχωρήθηκε στα θεσμικά όργανα μέσω της λαϊκής ψήφου. Αντίθετα, η Κεντρική Τράπεζα έχει πάρει διαζύγιο απ’ όλα αυτά και δεν υπόκειται σε κανένα δημοκρατικό έλεγχο. Μια τόσο μεγάλη και ανεξέλεγκτη συγκέντρωση ισχύος, θα έβαζε σκέψεις σε πολλούς, αν όχι σε όλους, να την εκμεταλλευτούν.
Ως
εκ τούτου ή πιστεύουμε ότι μπορούμε να είμαστε απολύτως σίγουροι πως ο
κεντρικός τραπεζίτης είναι ένας μεγάλος ευεργέτης της ανθρωπότητας και
ουδέποτε θα έβαζε άλλα συμφέροντα πάνω από το κοινό καλό, ή θα πρέπει να
αναγνωρίσουμε ότι, δεδομένης της ανθρώπινης φύσης, μπορεί και να μην
είναι καθόλου έτσι, και στη συνέχεια η επιλογή μας να αποδειχτεί
παράφρων. Καθότι, ενώ μπορούμε να στείλουμε στο σπίτι του έναν
διεφθαρμένο πολιτικό, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για να περιορίσουμε
ή να κατευθύνουμε την εξουσία της Κεντρικής Τράπεζας, διότι αυτή είναι
κυρίαρχη και ανεξάρτητη. Το ίδιο μάλιστα ισχύει ακόμα και με τους
τοπικούς τοποτηρητές της Κεντρικής Τράπεζας, όπως για παράδειγμα με τον
διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, ο οποίος έχει ανεξαρτησία και ασυλία
μεγαλύτερη ακόμα και από τους ανώτατους πολιτειακούς παράγοντες.
Στην
ουσία, με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μας έχουν επιβάλει την άποψη
ότι, προκειμένου να περιοριστεί η σπατάλη και η διαφθορά, είναι
απαραίτητο να εγκαταλείψουμε τη Δημοκρατία. Έτσι, θα ήταν σαν να λέμε
ότι, σε περίπτωση αύξησης του οργανωμένου εγκλήματος, θα πρέπει να
θεωρείται δικαιολογημένη η κατάργηση των αναφαίρετων δικαιωμάτων του
ανθρώπου ώστε να αποκατασταθεί η τάξη. Είναι μια άποψη πραγματικά
επικίνδυνη. Η ελευθερία έχει ένα κόστος, αλλά είναι αναμφίβολα το
υψηλότερο επίτευγμα του πολιτισμού μας και με κανένα τρόπο δεν πρέπει να
πείσουμε τους εαυτούς μας ότι μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης μπορεί να
δικαιολογήσει τον ακρωτηριασμό της.
Το
ευρώ, με τις υπάρχουσες αντιδημοκρατικές δομές που το υποστηρίζουν, δεν
μπορεί ούτε να εξυπηρετήσει ούτε να εγγυηθεί το κοινό συμφέρον των
Ευρωπαίων πολιτών.
Η
νομισματική πολιτική πρέπει να επιστρέψει υπό τον δημοκρατικό έλεγχο και
υπό την λαϊκή κυριαρχία καθότι μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει θεσμικός
έλεγχος σε μια από τις θεμελιώδεις υποδομές που εξυπηρετούν τόσο τις
καθημερινές συναλλαγές όσο και τον οικογενειακό προγραμματισμό των
πολιτών.
Ούτως η άλλως η ελευθερία και η δημοκρατία απαιτούν διαρκείς λαϊκούς αγώνες για την υπεράσπιση τους. Αναθέσεις σε ανεξέλεγκτους τρίτους, επιφέρουν πάντα απώλειες δικαιωμάτων και υποδούλωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου