Στην Ελλάδα, πραγματοποιείται τις τελευταίες δεκαετίες ένας βαθύς κοινωνικός και οικολογικός μετασχηματισμός. Η διακηρυγμένη στρατηγική της δεκαετίας του ’80 για αποκέντρωση και περιφερειακή ανάπτυξη έχει εκ των πραγμάτων εγκαταληφθεί. Στην Αθήνα, τη πρωτεύουσα της χώρας, συγκεντρώνεται ο μισός σχεδόν πληθυσμός της χώρας και ο μεγαλύτερος όγκος των οικονομικών δραστηριοτήτων. Η αποβιομηχάνιση έχει οδηγήσει είτε στο κλείσιμο ενός σημαντικού αριθμού εργοστασίων στην περιφέρεια της χώρας είτε στη μεταφορά τους σε γειτονικές βαλκανικές χώρες. Ήδη το πραγματικό ποσοστό ανεργίας ξεπερνά το 30 % του θεωρητικά ενεργού πληθυσμού της χώρας και το 60% των νέων.
Η απόφαση, τη δεκαετία του’80, κατασκευής του νέου αεροδρομίου στον χώρο του κάμπου των Μεσογείων, στην Ανατολική Αττική, οδήγησε στην μετατροπή της υφιστάμενης έως τότε γεωργικής γης σε περιοχή εμπορικών δραστηριοτήτων και κατοικίας, διαμορφώνοντας έναν τρίτο οικιστικό πόλο στην Αττική μετά το Λεκανοπέδιο της Αθήνας και το Θριάσιο Πεδίο, δυτικά.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 που πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα, συνέβαλαν στην ακόμη μεγαλύτερη συγκέντρωση πληθυσμού και οικονομικών δραστηριοτήτων στην Αττική ενώ παράλληλα με το εξωφρενικά μεγάλο κόστος τους, που ξεπέρασε τα 20 δις ευρώ έναντι 2,2 δις ευρώ του αρχικού φακέλου διεκδίκησης, επέφεραν οικονομική αιμορραγία στην χώρα, διόγκωσαν το δημόσιο χρέος και προκάλεσαν δάνεια και τόκους που θα πληρώνουν για πολλά χρόνια ακόμη οι φορολογούμενοι πολίτες της χώρας.
Μέσα σ’αυτές τις συνθήκες το ισχύον από το 1985 Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας, ανατράπηκε εκ των πραγμάτων, προκειμένου να κατασκευαστούν πανάκριβες φαραωνικές Ολυμπιακές εγκαταστάσεις. Ελεύθεροι, δημόσιοι, παραλιακοί χώροι δομήθηκαν και απέκτησαν νέες χρήσεις, οι ορεινοί όγκοι της Αττικής έγιναν αντικείμενο οικιστικών επεκτάσεων (Ολυμπιακό Χωριό στην Πάρνηθα, Κέντρο Υψηλής Τάσης της ΔΕΗ στον Υμηττό).
Σήμερα , δέκα χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, η Αττική δέχεται μια νέα επίθεση: Σε συνθήκες γενικευμένης οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής κρίσης, επιχειρείται η κατάργηση του Οργανισμού Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας, για λόγους περικοπών των δημοσίων δαπανών, υποτίθεται, ενώ παγώνει η ψήφιση του υπό αναθεώρηση Ρυθμιστικού Σχεδίου Αττικής. Στην ουσία, καταργείται ο όποιος πολεοδομικός - χωροταξικός σχεδιασμός και προγραμματισμός και αφήνεται ελεύθερο το πεδίο δράσης των λεγόμενων «επενδυτών» αλλά και των κάθε είδους διεκδικητών και καταπατητών της δημόσιας γης.
Στην Αθήνα, ενώ η υπέρμετρη ατμοσφαιρική ρύπανση διογκώνεται από την ανεξέλεγκτη χρήση ξύλων για θέρμανση των κατοίκων, οι οποίοι αδυνατούν να πληρώσουν το πανάκριβο πετρέλαιο για να ζεσταθούν, το υφιστάμενο πράσινο στην Αθήνα περιορίζεται σε λιγότερο από 2,5 τ.μ ανά κάτοικο, τη στιγμή που στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες προσεγγίζει ή ξεπερνά τα 10 τ.μ ανά κάτοικο.
Παράλληλα, προωθείται η κατασκευή νέων βαρειών βιομηχανικών εγκαταστάσεων, στον ορεινό όγκο του Υμηττού, όπως το Κέντρο Υπερυψηλής Τάσης (ΚΥΤ) της ΔΕΗ, προγραμματίζονται νέοι αυτοκινητόδρομοι, ενώ επιχειρείται η αναίρεση ακόμη και του ισχύοντος Προεδρικού Διατάγματος προστασίας του Υμηττού, προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα κάποιων καταπατητών δημόσιας γης καθώς και όσων έχουν χτίσει αυθαίρετες κατοικίες μέσα στα προστατευόμενα όρια του Υμηττού.
Ο σημαντικότερος ωστόσο κίνδυνος που αντιμετωπίζει σήμερα η Αθήνα είναι η μετατροπή μιας σχεδόν αδόμητης σήμερα έκτασης 6.200 στρεμμάτων, δηλαδή του χώρου του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού και της παραλίας του Αγίου Κοσμά στις ακτές του Σαρωνικού Κόλπου, σε ένα πυκνοδομημένο πολεοδομικό συγκρότημα, με δυνατότητα δόμησης 1.720. 000 τ.μ, για χρήσεις εμπορικές, τουριστικές, πολυτελούς κατοικίας κ.α. Παράλληλα, δίνεται η δυνατότητα στους επίδοξους «επενδυτές» δημιουργίας Καζίνο, καθώς και της επέκτασης των κτιριακών-εμπορικών εγκαταστάσεών τους στο χώρο της παραλίας και του αιγιαλού, ακόμη και μέσα στον θαλάσσιο χώρο.
Η επίσημη δικαιολογία γι’ αυτό τον πολεοδομικό και περιβαλλοντικό έγκλημα που σχεδιάζεται στην περιοχή του Ελληνικού και της παραλίας του Σαρωνικού, είναι ότι θα εξασφαλιστούν κάποια χρήματα προκειμένου να καλυφθεί ένα μέρος από το χρέος της χώρας, καθώς και κάποιες νέες θέσεις εργασίας. Στην πραγματικότητα, τα χρήματα που θα έρθουν στη χώρα θα είναι ασήμαντα, ενώ οι θέσεις εργασίας θα είναι ελάχιστες και πολύ και άσχημα αμοιβόμενες, με βάση τα σημερινά δεδομένα.
Από όσα αναφέρονται παραπάνω, είναι προφανές ότι τα σχέδια που προωθούνται στο Ελληνικό, δεν ανταποκρίνονται και δεν εξυπηρετούν πραγματικές κοινωνικές ανάγκες των κατοίκων της Αθήνας, αλλά τις κερδοσκοπικές επιδιώξεις των ενδιαφερόμενων «επενδυτών», οι οποίοι επιπλέον καρπούνται υπάρχουσες εγκαταστάσεις υποδομής για τις οποίες ο ελληνικός λαός έχει ήδη πληρώσει πολλά δις ευρώ, όπως την Μαρίνα για 1200 σκάφη του Αγίου Κοσμά (η οποία κατασκευάστηκε στα πλαίσια των Ολυμπιακών Αγώνων ως «Ολυμπιακό Κέντρο Ιστιοπλοϊας»), τις επεκτάσεις των δικτύων του Μετρό και του Τράμ, κά.
Απέναντι σ’ αυτά τα κερδοσκοπικά σχέδια, οι Δημοτικές Αρχές και οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής του Ελληνικού, συσπειρώνονται και προωθούν τα δικά τους σχέδια, τα οποία καλύπτουν πραγματικές κοινωνικές ανάγκες: Η δημιουργία ενός Μητροπολιτικού Πάρκου υψηλού πράσινου που τόσο λείπει από την σημερινή Αθήνα, με παράλληλες δραστηριότητες αθλητισμού, πολιτισμού στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις καθώς και διάφορες κοινωφελείς δραστηριότητες, αποτελεί μια πρόταση «από τα κάτω», η οποία στηρίζεται από την εξαιρετική έρευνα του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, η οποία έχει κατατεθεί και συζητηθεί δημόσια.
Το επόμενο διάστημα, τόσο το ζήτημα του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού όσο και της προστασίας του Υμηττού μπαίνουν στην τελική τους φάση. Θεωρώντας ότι αποτελούν και τα δύο καθοριστικής σημασίας ζητήματα για τον μετασχηματισμό της Αθήνας, αλλά και σημαντικής σημασίας ζητήματα για όλους τους λαούς της Ευρώπης, λόγω της διαχρονικής ιστορικότητας της Αθήνας, κάνουμε έκκληση να εγκριθεί και να ξεκινήσει από αυτή την Συνάντηση μια πανευρωπαϊκή καμπάνια για την διάσωση τόσο του Ελληνικού όσο και του Υμηττού και την μετατροπή τους σε ένα ευρωπαϊκό Πόλο Πολιτισμού.
(*) Ο Πάνος Τότσικας είναι Πολεοδόμος, Μέλος της «Επιτροπής Αγώνα για το Μητροπολιτικό Πάρκο στο Ελληνικό» και της «Πρωτοβουλίας Πολιτών για την Προστασία του Υμηττού». Το κείμενο αυτό είναι παρέμβαση στην Οικοσοσιαλιστική Συνάντηση στη Γενεύη, 24-26 /1/2014.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου