Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης, πολιτικοί, εμπειρογνώμονες και «ειδικοί» πάσης φύσεως μας βομβαρδίζουν εδώ και χρόνια με την ιδέα ότι οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας είναι από τη φύση τους ακριβές, αναποτελεσματικές και κάπως ξεπερασμένες και ότι η αναβάθμιση και προσαρμογή τους στις νέες προκλήσεις δύσκολη.
Προσπαθούν ακόμη να μας πείσουν ότι ως πολίτες και χρήστες αυτών των υπηρεσιών είναι φυσιολογικό να πληρώνουμε όλο και πιο ακριβές τιμές, ενώ οι εργαζόμενοι σε αυτές να υφίστανται ολοένα και χειρότερους όρους εργασίας.
Απώτερος στόχος να «ψηθούμε» ότι ο μεγαλύτερος ρόλος των ιδιωτικών επιχειρήσεων στην προσφορά υπηρεσιών κοινής ωφέλειας είναι αναπόφευκτος.
Μεταξύ άλλων και επειδή οι πολιτικοί δεν μπορούν να διαχειριστούν σωστά τα κοινά αγαθά, επειδή κάθε τι έχει ένα τίμημα σε αυτή τη ζωή, επειδή οι πολίτες ενδιαφέρονται τελικά μόνο για την πάρτη τους.
Αυτό βέβαια που όλοι οι παραπάνω αποφεύγουν να πουν είναι ότι κέρδος και λιτότητα δεν είναι οι μοναδικοί ορίζοντες της εποχής μας.
Και ακόμη, ότι αυτό που πραγματικά συμβαίνει σήμερα σε όλον τον πλανήτη -και δεν το πιάνουν τα ραντάρ των μεγάλων ΜΜΕ- είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από το δικό τους ανάγνωσμα.
Τοπικές κοινωνίες, εργαζόμενοι, συνδικάτα, πολιτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, κοινωνικά κινήματα, εκατομμύρια πολίτες σε όλον τον κόσμο αφυπνίζονται, συνεργάζονται και ανακτούν από τα χέρια των ιδιωτών τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας -ή δημιουργούν νέες πιο αποτελεσματικές-, με στόχο όχι το κέρδος αλλά την εξυπηρέτηση των βασικών αναγκών των ανθρώπων και την αντιμετώπιση των κοινωνικών περιβαλλοντικών και κλιματολογικών προκλήσεων. Και το πράττουν καλύτερα τοπικά.
Τουλάχιστον 835 κοινωφελείς υπηρεσίες (ύδρευσης, ενέργειας, αποκομιδής απορριμμάτων, υγειονομικής περίθαλψης, εκπαίδευσης, συγκοινωνιών κ.λπ.) που είχαν περάσει στα χέρια ιδιωτών ανακτήθηκαν τα τελευταία 16 χρόνια από τοπικές κοινωνίες σε όλον τον πλανήτη.
Περισσότερες από 1.600 πόλεις σε 45 χώρες του κόσμου ενεπλάκησαν επαναδημοτικοποιώντας υπηρεσίες κοινής ωφέλειας που εκμεταλλεύονταν ιδιώτες, μειώνοντας το κόστος, προσφέροντας τιμές εφικτές σε όλους τους πολίτες, βελτιώνοντας τις συνθήκες απασχόλησης των εργαζομένων, την ποιότητα των υπηρεσιών και διασφαλίζοντας διαφάνεια και λογοδοσία.
Το κύμα αυτό της επαναδημοτικοποίησης και υπηρεσιών κατέγραψε η σημαντική έρευνα «Reclaiming Public Services» των Satoko Kishimoto, Olivier Petitjean, που πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα των Transnational Institute (TNI), Multinationals Observatory, της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Συνδικάτων Δημοσίων Υπαλλήλων (EPSU) και αρκετών ακόμη συνδικάτων και συλλογικοτήτων.
Η έρευνα -που δημοσιοποιήθηκε πριν από λίγες ημέρες- υποδεικνύει ότι υπάρχουν μακράν καλύτερες λύσεις από την ακόμη περισσότερη ιδιωτικοποίηση, την ακόμη περισσότερη λιτότητα, τις ακόμη χαμηλότερες προσδοκίες για τη ζωή μας.
Μεταξύ άλλων διαπιστώνει:
Οι βασικές αιτίες που τροφοδοτούν τις πρωτοβουλίες για την επιστροφή του ελέγχου των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας στον δήμο είναι η καταχρηστική συμπεριφορά του ιδιωτικού τομέα, η παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων από τους επιχειρηματίες, η ανάγκη προσφοράς υπηρεσιών που να μπορούν να αντέξουν οικονομικά οι πολίτες, η ανάγκη προώθησης φιλόδοξων στρατηγικών για την ενεργειακή μετάβαση και την αντιμετώπιση του περιβαλλοντικών προκλήσεων, η ανάγκη ανάκτησης του ελέγχου της τοπικής οικονομίας και των πόρων της από την τοπική κοινωνία.
Οι επαναδημοτικοποιήσεις των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας σημειώνονται σε όλα τα επίπεδα, με διαφορετικά μοντέλα ιδιοκτησίας και διαφορετικά επίπεδα εμπλοκής πολιτών και εργαζομένων.
Οι επαναδημοτικοποιήσεις των εταιρειών κοινής ωφέλειας συμβαίνουν τόσο στις μικρές κωμοπόλεις όσο και στις μητροπόλεις, σε αστικές και σε αγροτικές περιοχές.
Το κύμα επαναδημοτικοποιήσεων αποκτά τεράστια ορμή μετά το κραχ του 2008 και την διεθνή οικονομική κρίση που ακολούθησε. Από το 2000 έως το 2008 πραγματοποιήθηκαν 137 επαναδημοτικοποιήσεις υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, ενώ από το 2009 έως τον Ιανουάριο του 2017 πενταπλάσιες (693).
Η μάχη για την επιστροφή του ελέγχου των κοινών αγαθών και υπηρεσιών στις τοπικές κοινωνίες αποκτά ιδιαίτερη ισχύ στον πυρήνα της Ευρώπης.
Μεταξύ 2000 και 2017 από το σύνολο των 835 επαναδημοτικοποιήσεων υπηρεσιών κοινής ωφέλειας που διαπίστωσε η μελέτη, οι 347 σημειώθηκαν στη Γερμανία, οι 152 στη Γαλλία, οι 64 στη Βρετανία και οι 56 στην Ισπανία.
Η ισχύς του κύματος της επαναδημοτικοποίησης στη Δυτική Ευρώπη αποτελεί ώς ένα βαθμό -σύμφωνα με τη μελέτη- την απάντηση των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών στις πολιτικές λιτότητας, ιδιωτικοποιήσεων και τις υπερβολές του νεοφιλελεύθερου οικονομικού δόγματος που επιβάλλουν στην ήπειρο Βρυξέλλες και συντηρητικές κυβερνήσεις.
Οι περισσότερες επαναδημοτικοποιήσεις υπηρεσιών κοινής ωφέλειας μεταξύ 2000 και 2017 καταγράφονται στον τομέα της ενέργειας (311) και της ύδρευσης (267) (τους δύο δηλαδή βασικούς τομείς που οι πιστωτές μας προστάζουν να ιδιωτικοποιηθούν).
Περίπου το 90% των επαναδημοτικοποιήσεων στον τομέα της ενέργειας υλοποιήθηκαν στη Γερμανία (284) -μια χώρα γνωστή για την κεντρική ενεργειακή της πολιτική, ενώ οι περισσότερες επαναδημοτικοποιήσεις νερού στη Γαλλία (106), πρωτοπόρο της ιδιωτικοποίησης των συστημάτων ύδρευσης και πατρίδα των πολυεθνικών Suez, Veolia.
Η εμπειρία πληθώρας πόλεων σε όλον τον κόσμο δείχνει ότι η ευρέως διαδεδομένη αντίληψη πως η παροχή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας από τον ιδιωτικό τομέα είναι φθηνότερη και οικονομικά αποτελεσματικότερη αποτελεί μύθο.
Οταν το Παρίσι επαναδημοτικοποίησε το σύστημα ύδρευσης το λειτουργικό κόστος μειώθηκε άμεσα κατά 40 εκατ. ευρώ.
Το ποσό αυτό έμπαινε κάθε χρόνο στα ταμεία των μητρικών εταιρειών της ιδιωτικής εταιρείας που διαχειριζόταν το σύστημα.
Ο εκσυγχρονισμός της σηματοδότησης του Νιουκάστλ στη Βρετανία από τον ίδιο τον δήμο κόστισε 12,4 εκατ. ευρώ έναντι 27 εκατ. ευρώ που θα ήταν το κόστος αν τον πραγματοποιούσε ιδιωτική εταιρεία.
Στο Μπέργκεν της Νορβηγίας δύο κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων που ξαναπέρασαν στον έλεγχο του δήμου εμφάνισαν πλεόνασμα μισού εκατ. ευρώ έναντι ζημιών 1 εκατ. ευρώ που προέβλεπε ο πρώην ιδιώτης διαχειριστής τους.
Στην ισπανική Λεόν, τέλος, το κόστος του συστήματος αποκομιδής των απορριμμάτων και καθαριότητας μειώθηκε από 19,5 εκατ. ευρώ σε 10,5 εκατ. ευρώ ετησίως με την επαναδημοτικοποίηση, ενώ 224 εργαζόμενοι σ’ αυτό απέκτησαν κανονικές συμβάσεις.
Η επαναδημοτικοποίηση οδηγεί σε δημοκρατικότερες υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, ενώ αποτελεί κλειδί για την ενεργειακή μετάβαση και την ενεργειακή δημοκρατία.
Οι δήμοι του Παρισιού, της Γκρενόμπλ και του Μονπελιέ συναποφασίζουν, για παράδειγμα, με τους πολίτες για τη λειτουργία και τις αλλαγές του συστήματος ύδρευσης, ενώ η είσοδος της «Robin Hood» και άλλων δημοτικών εταιρειών στην αγορά ενέργειας της Βρετανίας έσπασε το καρτέλ των 6 μεγάλων ιδιωτικών εταιρειών.
Μεγαλύτερη απειλή για τις επαναδημοτικοποιήσεις υπηρεσιών κοινής ωφέλειας είναι πλέον οι διεθνείς επενδυτικές και εμπορικές συμφωνίες τύπου TTIP, CETA -που προβλέπουν προστασία του επενδυτή και προσφυγή στη διεθνή διαιτησία αν θεωρεί ότι οι αποφάσεις των δήμων τον ζημιώνουν οικονομικά.
Τουλάχιστον 20 αποφάσεις αποϊδιωτικοποίησης κοινωφελών υπηρεσιών οδηγήθηκαν από τους ιδιώτες επιχειρηματίες στη διεθνή διαιτησία τα τελευταία χρόνια.
Το ενδεχόμενο προστίμων εκατοντάδων εκατ. δολαρίων πλανάται πλέον σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από τα κεφάλια των τοπικών κοινωνιών μπλοκάροντας επαναδημοτικοποιήσεις.
Οι συμπράξεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (ΣΔΙΤ) αποτελούν παγίδα.
Ενώ υποτίθεται ότι λύνουν το χρηματοδοτικό πρόβλημα για την υλοποίηση έργων κοινής ωφέλειας, στην πραγματικότητα αποτελούν, σύμφωνα με τη μελέτη, κρυφή μορφή χρέους και καταλήγουν μακροπρόθεσμα πιο ακριβές για τις δημόσιες αρχές.
Τρία απτά παραδείγματα
1. Γαλλία - Γκρενόμπλ
Η Γκρενόμπλ αποτέλεσε πρωτοπόρο της επαναδημοτικοποίησης του νερού στις αρχές του 2000 όταν έβαλε τέρμα στη φαύλη σύμβασή της με την πολυεθνική «Suez».
Ιδρυσε μια νέα δημόσια εταιρεία ύδρευσης που προσφέρει καλύτερης ποιότητας νερό με χαμηλότερο κόστος, ενώ εμπλέκει άμεσα στη λειτουργία της τους πολίτες.
Η γαλλική πόλη αναζητεί τώρα τρόπους για την εξ ολοκλήρου απόκτηση του ελέγχου των υπηρεσιών ενέργειας, μεταξύ αυτών και της κεντρικής θέρμανσης και της φωταγώγησης των δρόμων.
Η γαλλική πόλη φιλοδοξεί ακόμη να παρέχει οργανικά τοπικά παραγόμενα τρόφιμα στα σχολικά εστιατόρια.
Ολες αυτές οι πολιτικές αναπτύσσονται σε ένα πλαίσιο δραστικά μειωμένων οικονομικών πόρων, απόρροια των μέτρων λιτότητας που έχει επιβάλει η κυβέρνηση.
2. Βρετανία - Νότιγχαμ
Το 2015 η βρετανική πόλη αποφάσισε να δημιουργήσει μια νέα εταιρεία παροχής ηλεκτρικής εταιρείας καθώς αρκετά φτωχά νοικοκυριά αδυνατούσαν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους στις ιδιωτικές εταιρείες.
Η «Robin Hood Energy» προσφέρει σήμερα τις χαμηλότερες τιμές στη Βρετανία, καθώς δεν κυνηγά το κέρδος.
Μότο της είναι: «Οχι ιδιώτες μέτοχοι, όχι μπόνους για τους διευθυντές, μόνο καθαρή, διάφανη τιμολόγηση».
3. Βίλνιους - Λιθουανία
Το 2016 η λιθουανική κυβέρνηση «έφαγε» αγωγή από τον γαλλικό κολοσσό «Veolia» όταν ο δήμος του Βίλνιους αποφάσισε να μην ανανεώσει 15ετή σύμβαση με τη θυγατρική του «Vilniaus Energia» και να επαναδημοτικοποιήσει το σύστημα τηλεθέρμασνης της πόλης.
Η πολυεθνική αξιοποίησε τη διμερή επενδυτική συμφωνία μεταξύ Γαλλίας - Λιθουανίας για να προσφύγει σε διεθνή διαιτησία καταθέτοντας ISDS (Διευθέτηση Διαφωνίας Κράτου - Επενδυτή) επικαλούμενη «εκστρατεία παρενόχλησης» και «απαλλοτρίωση» των επενδύσεών της.
Επιπροσθέτως, κατήγγειλε ότι υποχρεώθηκε να κλείσει ένα από τα εργοστάσια ενέργειας όταν η λιθουανική κυβέρνηση απέσυρε την επιδότηση της χρήσης φυσικού αερίου.
Η έρευνα της λιθουανικής ρυθμιστικής αρχής έδειξε όμως ότι η «Vilniaus Energia» χειραγωγούσε τις τιμές θέρμανσης, αυξάνοντας σημαντικά το κόστος για τα νοικοκυριά και αποκομίζοντας υπερκέρδη 24,3 εκατ. δολαρίων μεταξύ 2012 και 2014.
Εξαιτίας της κλιμακούμενης λαϊκής πίεσης, της έλλειψης διαφάνειας, ο δήμος του Βίλνιους αρνήθηκε να ανανεώσει τη σύμβαση με τη «Vilniaus Energia», οδηγώντας τη «Veolia» στην απαίτηση αποζημίωσης 100 εκατ. ευρώ.
Οι τοπικές αρχές αγνόησαν την ISDS και επανέφεραν φέτος τον έλεγχο της θέρμανσης σε δημόσια χέρια.
Η απόφαση της διεθνούς διαιτησίας εκκρεμεί. Η περίπτωση είναι ενδεικτική τού τι μπορεί να συμβεί όταν τεθούν σε εφαρμογή οι γνωστές διατλαντικές συμφωνίες εμπορίου και επενδύσεων της Ε.Ε. με ΗΠΑ (ΤΤΙΡ και Καναδά (CETΑ).
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφή