Δραματική έκκληση για τουλάχιστον 90 προστατευόμενες περιοχές που γειτνιάζουν με οικόπεδα που έχουν παραχωρηθεί από την κυβέρνηση σε πετρελαϊκές επιχειρήσεις για έρευνα και εξόρυξη πετρελαίου σε Ιόνιο και Κρήτη απευθύνει το ελληνικό τμήμα της WWF. Μεταξύ αυτών, τέσσερα εθνικά πάρκα, δύο εθνικοί δρυμοί, εικοσιένα καταφύγια άγριας ζωής και εξηντα-τρεις περιοχές του δικτύου Natura.
«Η ελληνική κυβέρνηση με το ένα χέρι θεσμοθετεί προστατευόμενες περιοχές και με το άλλο τις παραχωρεί σε πετρελαϊκές εταιρείες για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων. Η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ διαρρηγνύει τα ιμάτιά της για το αντίθετο, αλλά η αλήθεια είναι ότι η περιβαλλοντική νομοθεσία που έχει διαμορφώσει είναι διάτρητη από ρυθμίσεις που ευνοούν τη βιομηχανία πετρελαίου και της επιτρέπουν να δράσει ανενόχλητη εις βάρος της περιβαλλοντικής ασφάλειας και συνεπώς, της κοινωνίας μας. Δεν υπάρχει μέση λύση όταν μιλάμε για θάλασσες και εξορύξεις υδρογονανθράκων: πρέπει να επιλέξουμε ανάμεσα σε γαλάζιο και μαύρο», τονίζει ο Δημήτρης Ιμπραήμ, υπεύθυνος θαλάσσιου προγράμματος του WWF Ελλάς, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την επερχόμενη κατάσταση.
Όπως αναφέρει η WWF, ο εκκωφαντικός θόρυβος από τις σεισμικές έρευνες, η αύξηση των διελεύσεων πλοίων κατά τη διαδικασία της εξόρυξης, καθώς και η ρύπανση (είτε επιχειρησιακή, είτε ρύπανση που προκαλείται από ατύχημα) «δεν γνωρίζει σύνορα, ιδιαίτερα όταν οι εργασίες αυτές υλοποιούνται μέσα στη θάλασσα. Συνεπώς, το πρόγραμμα έρευνας και εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου που έχει σχεδιαστεί για να υλοποιηθεί στη χώρα μας, απειλεί μια τεράστιας έκτασης θαλάσσια περιοχή (περίπου 60.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων) που καλύπτει σχεδόν το σύνολο του Ιονίου Πελάγους και της Κρήτης και η οποία φιλοξενεί παγκοσμίως σπάνια είδη, θέτοντας παράλληλα, σε άμεσο κίνδυνο τις παράκτιες κοινότητες και την τουριστική οικονομία».
Η WWF υπογραμμίζει πως «ζώνη ασφαλείας» πλάτους μόλις 1χλμ. που διατηρείται, βάσει της υπουργικής απόφασης έγκρισης της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ), γύρω από τις περιοχές του δικτύου Natura 2000 που βρίσκονται εντός ή κοντά στις παραχωρημένες εκτάσεις του Ιονίου, δεν έχει κανένα νόημα, καθώς δεν διασφαλίζει την ουσιαστική προστασία σημαντικών περιοχών και οικοτόπων από τις επιβλαβείς εργασίες έρευνας και εξορύξεων.
Στην ίδια έκκληση, η WWF εξηγεί πως οι θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές (ΘΠΠ), εκτός από τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, παρέχουν σημαντικά επιπλέον οφέλη, ενισχύοντας την τοπική οικονομία και κοινωνία. Αποτελούν μέρος του φυσικού κεφαλαίου, το οποίο αποτελεί τη βάση για τη συνολική ανάπτυξη της χώρας. Αυτή η σύνδεση θάλασσας και ανάπτυξης είναι φανερή στην Ελλάδα, καθώς ο πλούτος της θάλασσας υποστηρίζει την κοινωνία και την οικονομία με τα πολλαπλά οφέλη που προσφέρει σε τομείς, όπως ο τουρισμός, η αλιεία και η ναυτιλία.
Συνοπτικά, οι ΘΠΠ παρέχουν καταφύγιο και προστασία σε απειλούμενα θαλάσσια είδη και σημαντικούς οικοτόπους, αυξάνουν την ανθεκτικότητα των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, συμβάλλουν στην ανάκαμψη των ιχθυαποθεμάτων και ως εκ τούτου, παρέχουν τη δυνατοτήτων αναπτυξιακών δραστηριοτήτων στην τοπική κοινωνία, δημιουργώντας σημαντικά μακροπρόθεσμα οικονομικά οφέλη και σε εθνικό επίπεδο.
Η μοναδική ζωή που κολυμπά εκεί όπου σχεδιάζονται οι εξορύξεις
Σύμφωνα με τη WWF Ελλάδας, στις ελληνικές θάλασσες και τις ΘΠΠ που απειλούνται από τις σεισμικές έρευνες και τις εξορύξεις απαντώνται ορισμένα από τα πλέον σπάνια και απειλούμενα, εμβληματικά είδη της Μεσογείου (ενδεικτικά αναφέρονται οι πτεροφάλαινες, φυσητήρες, ζιφιοί, δελφίνια, θαλάσσιες χελώνες, μεσογειακές φώκιες) που δεν συμβάλλουν μόνο στην ισορροπία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, αλλά διασφαλίζουν την ανάπτυξη τόσο σε τοπικό-παράκτιο, όσο και σε εθνικό επίπεδο.
Η περίπτωση του Κόλπου του Λαγανά και του Κυπαρισσιακού Κόλπου όπου καταγράφεται το 70% - 80% των παραλιών ωοτοκίας της θαλάσσιας χελώνας Caretta caretta, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα, ενώ και οι δύο αυτές περιοχές βρίσκονται σε απόσταση μόλις λίγων χιλιομέτρων από τρία οικόπεδα που έχουν παραχωρηθεί για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων.
Επιπλέον, συνολικά η περιοχή που έχει παραχωρηθεί για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων αποτελεί μεγάλο τμήμα της Ελληνικής Τάφρου. Η Ελληνική Τάφρος είναι η μόνη στη Μεσόγειο «Περιοχή Ειδικής Σημασίας» για τους φυσητήρες, όπως έχει οριστεί από τη Διεθνή Συμφωνία για τη Διατήρηση των Κητωδών της Μαύρης Θάλασσας, της Μεσογείου και της Συγκείμενης Ζώνης του Ατλαντικού (ACCOBAMS). Ο μεσογειακός πληθυσμός φυσητήρα, ένα σημαντικό τμήμα του οποίου συναντάται μόνιμα στην Ελληνική Τάφρο, έχει χαρακτηριστεί ως «κινδυνεύων» από την IUCN (International Union for Conservation of Nature) και προστατεύεται ως είδος «κοινοτικού ενδιαφέροντος που απαιτεί αυστηρή προστασία», σύμφωνα με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ. Συμπληρωματικά, η Ελληνική Τάφρος αποτελεί έναν από τους πέντε σημαντικότερους βιοτόπους στη Μεσόγειο για τον ζιφιό (Ziphius cavirostris), είδος ιδιαίτερα ευάλωτο σε ανθρωπογενή ήχο, θα έπρεπε επομένως να αποτελεί προτεραιότητα για τη διατήρηση του φυσικού πλούτου της χώρας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα μοναδικά θαλάσσια είδη που συναντώνται στα «οικόπεδα» που η κυβέρνηση έχει παραχωρήσει στις πετρελαϊκές εταιρείες, και τον άμεσο κίνδυνο να εξαφανιστούν από τις ελληνικές θάλασσες, το WWF Ελλάς καλεί την ελληνική κυβέρνηση να εγκαταλείψει οριστικά το πρόγραμμα εξόρυξης υδρογονανθράκων στη χώρα μας. Παράλληλα, καλεί όλους τους πολίτες να ενημερωθούν για το θέμα και να ενώσουν τις δυνάμεις τους με το WWF, διεκδικώντας θάλασσες ζωντανές, χωρίς εξορύξεις στην ιστοσελίδα https://support.wwf.gr/action/say-no-to-oil.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου