Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

Λαϊκή Κυριαρχία και Δημοκρατία στην ΕΕ του κεφαλαίου


ΛΑΪΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
από την Ελένη Πορτάλιου, δημοτική σύμβουλο δήμου Αθηναίων

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση η λαϊκή κυριαρχία είναι σήμερα ένα αδειανό πουκάμισο. Κατ’ αναλογία η δημοκρατία αποτελεί ένα κλειστό σύστημα διακυβέρνησης/επιβολής των κυρίαρχων πολιτικών που αποφασίζονται πέραν των εθνικών κοινοβουλίων, τα οποία τις επικυρώνουν, σε αδιαφανή κέντρα και ανέλεγκτους θεσμούς από τις λαϊκές τάξεις, αλλά απολύτως ελεγχόμενους από τις χρηματαγορές και την ευρωπαϊκή διεθνή του κεφαλαίου.

Πρόκειται για τον σταδιακό μαρασμό και την τραγική ήττα των μεγάλων εξεγέρσεων που συνέδεσαν την πολιτική ως υπόθεση των δρώντων κοινωνικών υποκειμένων με τη δημοκρατία του δρόμου, των συνελεύσεων, των καταλήψεων, των συμβουλίων, με όλα αυτά δηλαδή τα οποία συγκλόνισαν την ευρωπαϊκή ήπειρο - ανατολική και δυτική - στις 10ετίες 1960 και 1970. Η κληρονομιά τους ήταν το κοινωνικό κράτος, ο ριζοσπαστισμός του εργατικού κινήματος, τα νέα κοινωνικά κινήματα και το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ, η διεύρυνση των δημοκρατικών δικαιωμάτων, η διεκδίκηση της ισότητας και οι προοδευτικές πολιτικές για τον μετριασμό των κοινωνικών ανισοτήτων στις ταξικές ευρωπαϊκές κοινωνίες, γενικότερα ένα πνεύμα ελευθερίας και πολιτικής χειραφέτησης.

Όλ’ αυτά σήμερα φαίνονται μακρινά. Ο νεοφιλελεύθερος παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός ενοποίησε τον πρώτο, τον δεύτερο τον τρίτο και τον τέταρτο κόσμο σε μια ομοιότροπη επικράτεια στυγνής εκμετάλλευσης της εργασίας, φτώχειας, πολέμων, καταστροφής του κλίματος και του περιβάλλοντος, και κατασπατάλησης των φυσικών πόρων του πλανήτη. Οι ασκούμενες σήμερα πολιτικές που επιβάλλουν το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο Σταθερότητας και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Εποπτείας μειώνουν δραματικά την εθνική κυριαρχία των κρατών σε δημοσιονομικά και φορολογικά θέματα. Διαλύουν ότι έχει απομείνει από το κράτος πρόνοιας για να μεταφέρουν στον ιδιωτικό τομέα την εκπαίδευση, την υγεία και τα ασφαλιστικά δικαιώματα. Εκτοξεύουν την ανεργία σε τεράστια ύψη, οδηγώντας στη φτώχεια τις λαϊκές τάξεις και σε οικονομικό μαρασμό μεγάλα τμήματα της ευημερούσας στο παρελθόν μεσαίας τάξης. Στις χώρες του νότου, ιδιαίτερα στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα, συντελείται μια μαζική κοινωνική καταστροφή. Στην Ευρώπη οι τράπεζες σώζονται, το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο επεκτείνεται σε νέους κερδοσκοπικούς τομείς μακράν της πραγματικής οικονομίας, οι αγορές κατευθύνουν την παραγωγή και τις πολιτικές αποφάσεις, ένας τεράστιος πλούτος συσσωρεύεται σε ελάχιστα χέρια μέσα από ρυθμίσεις παράνομες ή υποκείμενες στα συμφέροντα της κυρίαρχης οικονομικής μειοψηφίας.

Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ένα ολιγαρχικό πολιτικό σύστημα, έναν αυταρχικό δεσποτισμό, στον οποίο ο σύγχρονος ηγεμόνας δεν είναι ορατός εκεί που εκδηλώνεται σήμερα η ταξική πάλη και ασκείται τυπικά η λαϊκή κυριαρχία, δηλαδή στα έθνη-κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η παραπάνω περιγραφή δεν υποτιμά τους λαϊκούς αγώνες και τις μαζικές κινητοποιήσεις, πρωτίστως στις χώρες του νότου, που έδωσαν νόημα και λαϊκότητα στην κλινικά νεκρή δημοκρατία των κυρίαρχων τάξεων, της εξουσίας και των κυβερνήσεων. Τα διεθνικά κινήματα των «πλατειών» και των «αγανακτισμένων», τα εκατομμύρια που συγκρούστηκαν με τις νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις και τις δυνάμεις καταστολής, υπερασπίζοντας την εργασία και τα δημόσια αγαθά, αποδεικνύουν ότι η κοινωνία αναπνέει μέσα από την αντίσταση και την ανάληψη ευθύνης για την επιβίωση και την αξιοπρέπεια. Επίσης, η κατίσχυση των πανίσχυρων και άτεγκτων θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν αναιρεί σε τίποτε την ευθύνη των εθνικών κυβερνήσεων των υπό επιτήρηση χωρών που συμμετέχουν στις αποφάσεις των Βρυξελλών και ταυτόχρονα αναλαμβάνουν ρόλο εντολοδόχου και επιβλέποντα της ορθής εκτέλεσης αυτών των αποφάσεων στις χώρες τους. Προφανώς υπηρετούν τα ταξικά συμφέροντα των εθνικών ολιγαρχιών : των τραπεζιτών, βιομηχάνων, εργολάβων, και λοιπών ισχυρών μερίδων του μεγάλου κεφαλαίου.

Η αριστερά, δίνοντας κατ’ αρχήν τις μάχες σε εθνικό επίπεδο, πρέπει να φωτίζει τη σχέση αλληλεξάρτησης εθνικής/ευρωπαϊκής πολιτικής και ν’ απαντά στις δυνατότητες διεξόδου από την κρίση υπέρ των λαϊκών τάξεων με πλήρη επίγνωση των δομικών αντιφάσεων που θ’ αντιμετώπιζε μια αριστερή ή προοδευτική κυβέρνηση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


Όπως γράφει ο Σερζ Χαλιμί, διευθυντής της Monde Diplomatique, «Η Ευρώπη εγκαινιάζει σήμερα «θέματα εκτός δημοκρατικού ελέγχου» (οικονομικά, κοινωνικά ζητήματα) στα οποία εξανεμίζονται οι διαφωνίες μεταξύ των πολιτικών κομμάτων, καθώς πρόκειται για τομείς περιορισμένης ή μηδενικής εθνικής κυριαρχίας»1. Αυτή η δυνατότητα απορρέει από την ίδια τη θεσμική αρχιτεκτονική - και θεσμική λειτουργία - της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέρος της οποίας αποτελούν η νομισματική ένωση και το νόμισμα, οι μεταβαλλόμενες επί το δυσμενέστερο ευρωπαϊκές συνθήκες, η συνταγματοποίηση του νεοφιλελευθερισμού που επιβλήθηκε με τη συνθήκη της Νίκαιας μετά τα αλλεπάλληλα δημοψηφίσματα, κ.λπ., κ.λπ.

Τόσο, λοιπόν, η ελληνική αριστερά και ειδικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η αριστερά στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες αντιμετωπίζουν μια πολύπλοκη πραγματικότητα, που οφείλουν να κατανοήσουν για να συγκρουστούν με πανίσχυρους αντιπάλους εντός και εκτός εθνικών συνόρων. Οι λαϊκές τάξεις είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ εκτεθειμένες σε μια εθνική και υπερεθνική επίθεση σε βάρος των στοιχειωδών τους δικαιωμάτων ενώ, ταυτόχρονα, η αυτόνομη πολιτική παρέμβαση του λαού είναι σε δυσχερή θέση στη σύγχρονη εποχή συρρίκνωσης της λαϊκής κυριαρχίας. Αυτό ακριβώς μας υποχρεώνει να ριζοσπαστικοποιήσουμε τη δημοκρατία. Να αναγνωρίσουμε δηλαδή ότι η υπαρκτή δημοκρατία, αποστεωμένη στο σημερινό σύστημα διακυβέρνησης, έχει εκκενωθεί από κάθε λαϊκό περιεχόμενο ώστε να εξακολουθούν να την επικαλούνται τόσο οι κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και η φιλοναζιστική Ουκρανική κυβέρνηση. Αν, όμως, η δημοκρατία δεν είναι η ελευθερία της αγοράς και αν η λαϊκή ετυμηγορία είναι πολλαπλά δεσμευμένη και αποκλεισμένη δυνατότητα, τι σημαίνει η δημοκρατία για την αριστερά σήμερα ;

Χρειάζεται να μιλήσουμε σε δύο επίπεδα: για τα ίδια τα κόμματα της αριστεράς και για τις μορφές των κοινωνικών οργανώσεων και των κινημάτων, υπό το πρίσμα της ριζοσπαστικής, θεωρητικής και πρακτικής, αριστερής παράδοσης, προσβλέποντας σε ανέκδοτες μελλοντικές δυνατότητες. Αρχικά θα πρέπει ν’ αποσυνδέσουμε τη δημοκρατία από το κράτος και να επανατοποθετήσουμε την πολιτική ως μέρος της διαδικασίας μαρασμού και, σε κάθε περίπτωση, δραστικού περιορισμού του κράτους.

Τα αστικά κόμματα αποτελούν μέρος της συγκρότησης του σύγχρονου κράτους. Στην αυταρχική συναινετική δημοκρατία, που περιγράφει ο Νίκος Πουλαντζάς λίγο πριν αυτοκτονήσει το 1978 και η οποία σήμερα έχει υποκαταστήσει τη συναίνεση με την καταστολή, τα κόμματα χάνουν σημαντικό μέρος της ισχύος τους. Η ιδεολογική τους λειτουργία έχει μεταφερθεί στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ενώ η διαχείριση των κοινωνικών συμφερόντων, μέσω της αντιπροσώπευσής τους από τα κόμματα, αποτελεί αντικείμενο της εκτελεστικής εξουσίας.

Τα αριστερά κόμματα μετέχουν αυτής της κρίσης περιεχομένου των αστικών κομμάτων με δική τους ευθύνη. Από τη μια, συχνά υποκαθιστούν τις ιδεολογικές τους λειτουργίες με επικοινωνιακές τακτικές που συμβιβάζονται με τον κυρίαρχο λόγο των ΜΜΕ. Από την άλλη, υποκαθιστώντας την πολιτική με τις τεχνικές της διακυβέρνησης από θέση αντιπολίτευσης πολύ περισσότερο συμμετοχής σε κυβερνήσεις, καθίστανται εξαιρετικά συγκεντρωτικά και αρχηγικά. Απονεκρώνουν τη δημοκρατία στο εσωτερικό τους και αποσυνδέονται από την πολιτική ως έκφραση της ταξικής πάλης, η οποία διαπερνά την κοινωνία αλλά και το εσωτερικό των αριστερών κομμάτων.

Αν μιλάμε αληθινά για ταξική πάλη θα πρέπει ν’ αναγνωρίσουμε, ταυτόχρονα με τις λαϊκές τάξεις ως υποκείμενα του κοινωνικού ανταγωνισμού, τις οργανώσεις και τα κινήματα μέσω των οποίων παράγεται η πολιτική των αποκάτω ως ανταγωνιστική πολιτική. Το ζήτημα για ένα αριστερό κόμμα δεν είναι ν’ αντιπροσωπεύσει κατ’ ανάθεση τις λαϊκές τάξεις αλλά να εργαστεί, ριζοσπαστικοποιώντας τη δημοκρατία στο εσωτερικό του, για έναν αστερισμό αριστερών κομμάτων και αυτόνομων από τα κόμματα και το κράτος κοινωνικών κινημάτων, που συνθέτουν από κοινού ένα πεδίο πολιτικής ολοκλήρωσης των λαϊκών τάξεων. Ένα πεδίο διαρκώς διευρυνόμενης ριζοσπαστικά δημοκρατίας και ταυτόχρονα διαλεκτικών εντάσεων, ένα πεδίο πολυμέτωπα συγκρουσιακό με την κυρίαρχη πολιτική.

Γράφει ο Ντανιέλ Μπενσαΐντ, ο πρόωρα χαμένος και αναντικατάστατος σύντροφος, στο εξαιρετικό κείμενό του «Το διαρκές σκάνδαλο», που αποτελεί μια κριτική προσέγγιση της δημοκρατίας με μορφή διαλόγου από τον Ρουσσώ μέχρι τους θεωρητικούς του 21ο αιώνα.

«Ο Ρανσιέρ κάνει λόγο για ένα «δημοκρατικό σκάν­δαλο». Ως προς τι μπορεί να είναι σκανδαλώδης η δημοκρατία; Επειδή ακριβώς πρέπει, προκειμένου να επιβιώσει, να πηγαίνει ολοένα και πιο μακριά, να υπερ­βαίνει μονίμως τις θεσπισμένες μορφές της, να ανατρέ­πει τον ορίζοντα του καθολικού, να θέτει την ισότητα υπό τη δοκιμασία της ελευθερίας. Επειδή διαταράσσει ασταμάτητα τον αβέβαιο διαχωρισμό του πολιτικού και του κοινωνικού και αμφισβητεί ανυποχώρητα τα χτυπήματα της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και τις κατα­στρατηγήσεις του κράτους εις βάρος του δημόσιου χώ­ρου και των κοινών αγαθών. Επειδή, εντέλει, οφείλει να επιδιώκει μονίμως και σε όλα τα πεδία να διευρύνει την πρόσβαση στην ισότητα και στην ιδιότητα του πολίτη. Δεν είναι λοιπόν ο εαυτός της παρά μονάχα εάν είναι πέρα ως πέρα σκανδαλώδης»2.

Η ευρωπαϊκή αριστερά δεν έχει σήμερα μια ηγεμονική πρόταση για την απελευθέρωση των λαϊκών τάξεων απέναντι στο σύγχρονο χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό και τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό που κυριαρχούν στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα η δυνατότητα ανατροπής της κυρίαρχης πολιτικής είναι ακόμα μια αβέβαιη στόχευση, με σημαντικές ελλείπουσες προϋποθέσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ, η ελληνική αριστερά, η ευρωπαϊκή αριστερά με τις εθνικές τις ιδιαιτερότητες, δεν έχουν καμία πιθανότητα ν’ ανατρέψουν τις εθνικές κυβερνήσεις και ν’ αλλάξουν από κοινού την Ευρώπη αν δεν επαναθεμελιωθούν μέσα στις λαϊκές τάξεις και τους αγώνες τους. Αν δεν αναλάβουν, ριζοσπαστικοποιώντας τη δημοκρατία, την υπόθεση της λαϊκής κυριαρχίας η οποία σήμερα παραβιάζεται βάναυσα.

1. Serge Halimi, Η απάντηση στην ευρωπαϊκή κρίση είναι ο πολιτικός και κοινωνικός αγώνας, 2011, εκδ. εφημερίδα Η Αυγή.

2. Daniel Bensaid, Το διαρκές σκάνδαλο, στο «Που πηγαίνει η δημοκρατία ;», εκδ. Πατάκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου