Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2013

Η νεοελληνική αρχιτεκτονική σήμερα

Του Τάση Παπαϊωάννου από την ΕφΣυν


Σήμερα πολλοί νέοι και νέες αρχιτέκτονες αναγκάζονται να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό και δεν είναι λίγοι εκείνοι που διαπρέπουν. Τι γίνεται όμως με τους άλλους, που επιλέγουν να μείνουν στον τόπο τους; Ο ενθουσιασμός τους συνθλίβεται πάνω στο αδιαπέραστο τείχος της ελληνικής πραγματικότητας, στην ανεργία που γιγαντώνεται. Σκοτεινές πολεοδομικές υπηρεσίες, απαρχαιωμένοι οικοδομικοί κανονισμοί, απίστευτη γραφειοκρατία, ένοχα κυκλώματα, διαφθορά, αλλά πάνω από όλα το «γούστο του πελάτη» που διαλύει κάθε νέα ιδέα.

Το ότι η αρχιτεκτονική στη χώρα μας βρίσκεται σε πλήρη απαξίωση, ιδίως τις τελευταίες δεκαετίες, είναι σε όλους γνωστό. Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς ιδιαίτερα, αρκεί να στρέψουμε το βλέμμα μας στις νεόδμητες περιοχές των πόλεων, στα χωριά και στην ύπαιθρο για να το διαπιστώσουμε. Η εικόνα που θα αντικρίσουμε μιλάει από μόνη της. Είναι φυσικό να αναρωτηθεί, λοιπόν, κανείς: Και ποιος ευθύνεται γι’ αυτή την απαξίωση, αυτή την κατάντια; Συνήθως αυτό που συνηθίζεται στον τόπο μας είναι να ρίχνουμε το φταίξιμο στους «άλλους», να αναζητούμε επειγόντως εξιλαστήρια θύματα. Φταίνε οι αρχιτέκτονες και οι μηχανικοί για την εικόνα της πόλης είναι η γνωστή επωδός, όπως ευθύνονται οι γιατροί για την κατάσταση της νοσοκομειακής περίθαλψης, οι καθηγητές και οι δάσκαλοι για την παιδεία κ.ο.κ. Ετσι νομίζουμε ότι φεύγει η ευθύνη από πάνω μας και ότι εμείς είμαστε αμέτοχοι, έξω από το πρόβλημα. Αυτό αφορά κάποιους άλλους. Οχι εμάς.

Αυτή η διάχυση της ευθύνης στις διάφορες συντεχνίες γενικώς και αορίστως, που εκπορεύεται κυρίως από τα ΜΜΕ και τροφοδοτείται μεθοδικά από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, το μόνο που καταφέρνει είναι να μην επιλύεται εν τέλει κανένα πρόβλημα, αλλά αντίθετα η κατάσταση να επιδεινώνεται διαρκώς. Το χειρότερο όμως είναι ότι στρέφει τη μια κοινωνική ομάδα εναντίον της άλλης. Ο πανάρχαιος τρόπος, δηλαδή, του «διαίρει και βασίλευε».

Τι συμβαίνει άραγε και δεν μπορούμε και εμείς ως χώρα, ως κοινωνία, να αποκτήσουμε μια αρχιτεκτονική που να τοποθετείται επάξια δίπλα σε αυτές που θαυμάζουμε και συχνά επικαλούμαστε; Μήπως οι αρχιτεκτονικές σχολές δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους και άρα οι απόφοιτοί τους δεν έχουν εκείνα τα εφόδια για να κάνουν καλή αρχιτεκτονική; Μια γρήγορη ματιά όμως στις διπλωματικές εργασίες -και όχι μόνο- των τελειοφοίτων μας αρκεί για να διαπιστώσει κανείς το υψηλότατο επίπεδό τους, που δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από τις καλύτερες σχολές της Ευρώπης.


Σήμερα πολλοί νέοι και νέες αρχιτέκτονες αναγκάζονται να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό και δεν είναι λίγοι εκείνοι που διαπρέπουν, αφού οι συνθήκες εκεί τους επιτρέπουν να δουλέψουν χωρίς τις δικές μας χρόνιες αγκυλώσεις και παθογένειες. Τι γίνεται όμως με όλους τους άλλους που επιλέγουν να μείνουν στον τόπο τους και να συνεχίσουν εδώ τη σταδιοδρομία τους; Ολος ο ενθουσιασμός, τα όνειρα, το μεράκι για την τέχνη που σπούδασαν και αγάπησαν προσκρούουν και συνθλίβονται πάνω στο αδιαπέραστο τείχος της ελληνικής πραγματικότητας, στην ανεργία που γιγαντώνεται. Σκοτεινές πολεοδομικές υπηρεσίες, απαρχαιωμένοι οικοδομικοί κανονισμοί, απίστευτη γραφειοκρατία, ένοχα κυκλώματα, διαφθορά, αλλά πάνω από όλα το «γούστο του πελάτη» που καθηλώνει και διαλύει κάθε προσπάθεια, κάθε νέα ιδέα.

Κι αν όλα αυτά συμβαίνουν στον ιδιωτικό τομέα, τι γίνεται από την πλευρά της πολιτείας; Απολύτως τίποτα ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, τα νέα νομοθετήματα δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο την απελπιστική κατάσταση. Αντί να διδασκόμαστε από τα τραγικά λάθη του πρόσφατου παρελθόντος, οι τελευταίες νομοθετικές ρυθμίσεις, με τη γνωστή διαδικασία του κατεπείγοντος, έρχονται τούτη τη φορά ως πελώριο καταστροφικό τσουνάμι να εκθεμελιώσουν κάθε τι που έχει απομείνει όρθιο, κάθε τι που κατάφερε να γλιτώσει τα χρόνια που πέρασαν. Και τι ειρωνεία, εν ονόματι της σωτηρίας τάχατες του τόπου καταφέρνουν να δώσουν τη χαριστική βολή!

Μέσα σε αυτή τη θλιβερή κατάσταση πού και πού ξεφυτρώνουν κάποια καλά κτίρια, σαν όμορφα δροσερά λουλούδια μέσα στα αποκαΐδια, τα οποία είναι όμως οι λιγοστές εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον αδυσώπητο κανόνα και φυσικά δεν είναι ικανά να αντιστρέψουν τη ζοφερή πραγματικότητα.

Οπως γράφει ο Π. Μιχελής, «η τέχνη, που σε κάθε εποχή αργεί περισσότερο απ’ όλες τις άλλες να δώσει έργα αντάξια της ιστορίας της, είναι η αρχιτεκτονική. (…) Χρειάζεται να αλλάξουν τα πνεύματα και να ζητήσει η κοινωνία ολόκληρη να βρει στην αρχιτεκτονική και με την αρχιτεκτονική την έκφραση του πολιτισμού της» .1

Η αρχιτεκτονική συνεπώς είναι υπόθεση όλων και όχι μόνο των αρχιτεκτόνων! Ετσι, αν θέλουμε να αποκτήσουμε αξιόλογη αρχιτεκτονική, πρώτα απ’ όλα πρέπει να αλλάξουμε τρόπο ζωής, να αποκτήσουμε σοβαρή Παιδεία, πνευματική καλλιέργεια, πολιτισμό. Να αποκτήσουμε επιτέλους την αυτογνωσία μας και να χτίσουμε ξανά με κόπο και μόχθο, λιθαράκι λιθαράκι τη νεοελληνική μας ταυτότητα από την αρχή, αφού αποδεσμευτούμε μια για πάντα από την επικίνδυνη παγίδα της ψευδεπίγραφης «ελληνικότητας», ότι τάχατες συνεχίζουμε το κλέος των προγόνων. Αυτά «τα ψεύτικα τα λόγια, τα μεγάλα» που εφησυχάζουν και ναρκώνουν.

Στη σύγχρονη ιστορία μας πάντοτε ψάχναμε κάτι άλλο, άπιαστο, έξω από εμάς, που άλλοτε χανόταν στα βάθη του παρελθόντος και άλλοτε ήταν ανούσια και καταστροφική μίμηση προτύπων άλλων χωρών. Σαν να φοβόμασταν να αναμετρηθούμε με το σημερινό μας πρόσωπο, τον εαυτό μας. Σαν να υπέβοσκε πάντα μια εξαιρετικά πιεστική και αναγκαστική σύγκριση με ένα ένδοξο-εξιδανικευμένο παρελθόν που ποτέ δεν θα μπορούσαμε να φτάσουμε.

Για να θυμηθούμε τα λόγια του Δ. Χατζή: «Μόνο από τον δρόμο αυτόν έχουμε να πάμε, γιατί σε έναν κόσμο που γίνεται ενιαίος και ομοιόμορφος σε όλη τη γη δεν έχουμε να σωθούμε με καμιά χλαμύδα αρχαιοελληνική, με καμιά φουστανέλα και κανένα ράσο. Μέσα σε αυτόν τον κόσμο “υπάρχω” σημαίνει μονάχα “δημιουργώ”».2

Ο,τι καταφέρουμε σήμερα στην αρχιτεκτονική (και όχι μόνο), θα το καταφέρουμε μόνο με συνεχή, επίμονη και αδιάλειπτη εργασία. Η αφοσίωση σ’ αυτό που κάνουμε, θα μας οδηγήσει προοδευτικά -και μετά από πολλά χρόνια- να βρούμε το σημερινό μας πρόσωπο. Ενα πρόσωπο που θα εκφράζει τις δικές μας δημιουργικές δυνάμεις και θα βλαστήσει πάνω στο κοινό έδαφος όσων έζησαν και έχτισαν πριν από εμάς σε τούτο τον τόπο και την ίδια στιγμή θα τροφοδοτείται και θα ποτίζεται με το καθαρό νερό κάθε αξιόλογης ιδέας, απ’ όπου κι αν προέρχεται. Χωρίς πιστοποιητικά «ελληνικότητας» που χρόνια τώρα καταδυνάστευαν κάθε δημιουργική προσπάθεια. Από την ώσμωση με το έτερο, τη σημαντική παρακαταθήκη άλλων πολιτισμών θα χτίσουμε και τον δικό μας (τον σημερινό) πολιτισμό, όπως γινόταν πάντα μέσα στην ανθρώπινη ιστορία.

* Αρχιτέκτων-καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου