αναδημοσίευση από ΠΡΟΣΥΝΑΤ
Στις
27.3.2013, η διεύθυνση ανάπτυξης της περιφερειακής ενότητας Εύβοιας της
περιφέρειας Στερεάς, έδωσε άδεια λειτουργίας
στη βιομηχανίας παραγωγής τσιμέντου της εταιρείας «ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ ΙΙ» στο Αλιβέρι,
μετά από επέκταση με συγκρότημα τροφοδοσίας του κύριου καυστήρα με στερεά
υπολείμματα ανακύκλωσης. Αυτή ήταν η τελική πράξη μιας επίμονης προσπάθειας της
συγκεκριμένης τσιμεντοβιομηχανίας, που έχει ξεκινήσει από το 2006 και της είχε
εξασφαλίσει, μέχρι τώρα, αποφάσεις έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, άδειας
εγκατάστασης-επέκτασης, έγκρισης παρέκκλισης από τις ισχύουσες πολεοδομικές
διατάξεις και άδεια οικοδομής. Όλα αυτά ενώ εκκρεμούν στο ΣτΕ προσφυγές των
κατοίκων κατά της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων.
Ο
όρος «στερεά υπολείμματα ανακύκλωσης» χρησιμοποιείται για να ωραιοποιήσει, ίσως
και να νομιμοποιήσει, το πραγματικό καύσιμο, που δεν είναι άλλο από το RDF, το
οποίο, όπως και το SRF, είναι προϊόν, κυρίως, της μηχανικής - βιολογικής
επεξεργασίας σύμμεικτων απορριμμάτων1. Το γεγονός αυτό το γνωρίζουν
καλά οι κάτοικοι της περιοχής, οι οποίοι μέσα από το συντονιστικό των φορέων
τους δίνουν ένα διαρκή και μαχητικό αγώνα κατά της συγκεκριμένης
δραστηριότητας, όσο κι αν κάποιοι επιχειρούν να την παρουσιάσουν σαν ανώδυνη2.
Τα
ίδια ανακλαστικά επέδειξαν και με τη δημοσιοποίηση της πρόσφατης άδειας
λειτουργίας, επιτυγχάνοντας την αναστολή της, με απόφαση του περιφερειάρχη,
στις 1.4.2013, ενώ, λίγες μέρες αργότερα (25.4.2013), απέσπασαν απόφαση του
περιφερειακού συμβουλίου Στερεάς, σύμφωνα με την οποία:
· επικαιροποιείται
παλιότερη απόφαση του Νομαρχιακού Συμβουλίου Εύβοιας για μη αποδοχή της καύσης
RDF στη μονάδα.
· απορρίπτονται
συναφείς αδειοδοτήσεις καύσης RDF στη μονάδα (σε περίπτωση που επανέλθει τέτοιο
θέμα).
· διαβιβάζεται αίτημα
στο ΥΠΕΚΑ για αναστολή της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, που αφορά
στην καύση RDF.
Παρά
το θετικό χαρακτήρα των παραπάνω αποφάσεων, κανείς δεν δικαιούται να
εφησυχάζει, όσο οι βασικές αδειοδοτήσεις παραμένουν σε ισχύ. Το αίτημα για
αναστολή και όχι για κατάργηση, σε συνδυασμό με την αμφισημία και την
αναντιστοιχία λόγων και έργων των περιφερειακών οργάνων, αποτελεί εξίσου σοβαρό
λόγο για εγρήγορση των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής του Αλιβερίου. Τώρα και
για ένα λόγο παραπάνω, καθώς συνειδητοποιείται ότι με τη συγκεκριμένη επένδυση
αυτό που επιδιώκεται δεν είναι τόσο το να αντιμετωπιστούν λειτουργικά
προβλήματα της τσιμεντοβιομηχανίας, όσο το να δοθεί «χείρα βοηθείας» σε ένα
καλά προετοιμασμένο σχέδιο διαχείρισης των απορριμμάτων, σε όφελος των
μεγαλοεργολάβων3.
Πρόκειται
για ένα σχέδιο, που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη σε όλη την Ελλάδα, το οποίο
αδιαφορεί πλήρως για τη μείωση των απορριμμάτων, την πρόληψη, την ανακύκλωση
και την κομποστοποίηση, την προστασία του περιβάλλοντος, το χαμηλό κόστος
διαχείρισης και τις θέσεις εργασίας. Αντίθετα, αποσκοπεί στην κατασκευή μεγάλων
εργοστασίων επεξεργασίας, στα οποία θα οδηγείται το σύνολο, σχεδόν, των αστικών
απορριμμάτων σε σύμμεικτη μορφή, δηλαδή αδιάλεχτα. Με σκοπό την παραγωγή δευτερογενών
καυσίμων, όπως το RDF και το SRF. Τινάζοντας στα ύψη το κατασκευαστικό και λειτουργικό
κόστος της διαχείρισης των απορριμμάτων, που θα την παραδώσουν στα μεγάλα
ιδιωτικά συμφέροντα.
Προϋπόθεση
για να εφαρμοστεί αυτό το σχέδιο είναι να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις να
φανεί4 ότι υπάρχουν δυνατότητες να «καεί» με ασφάλεια το RDF και το
SRF. Στο σημείο αυτό, εμφανίζονται στο ρόλο του «από μηχανής θεού» οι
τσιμεντοβιομηχανίες της χώρας, ανάμεσά τους, πρώτη και καλύτερη, η ΑΓΕΤ. Εκ του
ασφαλούς, φυσικά, αφού το πεδίο των πειραματισμών της θα είναι μια
περιβαλλοντικά υποβαθμισμένη περιοχή, αυτή του Αλιβερίου. Ελπίζοντας ότι οι
κάτοικοι της περιοχής θα προσφερθούν να παίξουν, εθελοντικά, το ρόλο των
«πειραματόζωων», σε ένα «πείραμα», που δεν έχει καμία σχέση με τα δικά τους
μακροπρόθεσμα συμφέροντα.
Με
βάση τα παραπάνω, εύκολα οδηγούμαστε στις παρακάτω διαπιστώσεις:
·
τα
όσα σχεδιάζονται στην εγκατάσταση της ΑΓΕΤ στο Αλιβέρι δεν αποτελούν ένα
μεμονωμένο περιβαλλοντικό κίνδυνο, αλλά αποτελούν τμήμα ενός πλέγματος
εκτεταμένων περιβαλλοντικών, κοινωνικών και οικονομικών συνεπειών, που πηγάζουν
από μια καταστροφική κεντρική επιλογή για τη διαχείριση των απορριμμάτων.
·
ο
αγώνας των κατοίκων της περιοχής του Αλιβερίου θα γίνει πιο αποτελεσματικός, αν
συμπεριλάβει στην ατζέντα του και το αίτημα για μια εναλλακτική,
φιλοπεριβαλλοντική διαχείριση των απορριμμάτων.
Η
«Πρωτοβουλία συνεννόησης για τη διαχείριση των απορριμμάτων», εκτός από την
αυτονόητη υποστήριξή τους στον αγώνα των κατοίκων του Αλιβερίου, θα καταβάλει
κάθε δυνατή προσπάθεια για την εξασφάλιση τους μέγιστης δυνατής συμπαράστασης
σε αυτόν και για την ουσιαστική του σύνδεση με τους αγώνες των πολιτών, σε
ολόκληρη την Ελλάδα, που μάχονται για μια εναλλακτική διαχείριση των
απορριμμάτων, με έμφαση στη διαλογή στην πηγή και κοινωνική συμμετοχή.
7.5.2013
Πρωτοβουλία
συνεννόησης για τη διαχείριση των απορριμμάτων
Σημειώσεις
[1] Με
δεδομένο το μοντέλο της συγκεντρωτικής διαχείρισης των σύμμεικτων απορριμμάτων,
σε κεντρικές μονάδες μηχανικής - βιολογικής επεξεργασίας, που φαίνεται να έχει
επιλεγεί, αναμένεται το σύνολο, σχεδόν, των δευτερογενών καυσίμων (RDF - SRF) να προέρχεται από
αυτές. Ας κρατήσουμε, όμως, και το εξής στοιχείο: υπάρχουν κάποιες
περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις, όπως του ΚΔΑΥ Ασπροπύργου (της «Γενικής
Ανακύκλωσης») ή της προσωρινής εγκατάστασης δεματοποίησης της Τρίπολης, στις
οποίες «βαφτίζεται» RDF το υπόλειμμα από
τις υποτυπώδεις διαδικασίες διαχωρισμού που (θα) γίνονται σε αυτές τις
εγκαταστάσεις. Ακόμη χειρότερα, συναντάμε περιπτώσεις δήμων, που περιγράφουν
σαν RDF τα σύμμεικτα, στην ουσία, απορρίμματα,
προκειμένου να ωραιοποιήσουν την κατάσταση και να αμβλύνουν τις εντυπώσεις από
κακές πρακτικές διαχείρισης που εφαρμόζουν. Τα παραπάνω είναι λογικό να κάνουν
ακόμη πιο επιφυλακτικούς τους κατοίκους περιοχών, όπως το Αλιβέρι, που έχουν
συνδεθεί με το ενδεχόμενο καύσης του RDF.
[2] Το
γεγονός ότι η καύση των πρώτων υλών στα τσιμεντάδικα γίνεται σε υψηλές
θερμοκρασίες επιχειρείται να αξιοποιηθεί σαν στοιχείο ασφάλειας για την καύση
του RDF σε αυτά. Μια σειρά από μελέτες, όμως,
τεκμηριώνουν ότι κάτι τέτοιο δεν είναι δεδομένο, με τις βασικές ενστάσεις να
επικεντρώνονται στη σύνθεση του RDF και στις διαθέσιμες
αντιρρυπαντικές τεχνολογίες, σε συνδυασμό με το οικονομικό κόστος της αυστηρής
εφαρμογής τους. Ειδικά, για το Αλιβέρι, έχουν εκπονηθεί και παρουσιαστεί
συγκεκριμένες επιστημονικές εργασίες, που τεκμηριώνουν την αρνητική στάση των
κατοίκων. Φαίνεται πως το επιχείρημα της καύσης σε τσιμεντάδικο εξυπηρετεί,
κυρίως, επικοινωνιακούς σκοπούς, αφού η άλλη λύση, αυτή της καύσης του RDF σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, εγκυμονεί προφανείς
περιβαλλοντικούς κινδύνους.
[3] Στην
περίπτωση του Αλιβερίου δεν έχουμε στη διάθεσή μας στοιχεία, για τις ποσότητες
των ορυκτών καυσίμων, που πρόκειται να υποκαταστήσει το RDF. Μια έμμεση εικόνα
μπορούμε να πάρουμε, όμως, από την άδεια λειτουργίας: η υφιστάμενη εγκατάσταση
έχει κινητήρια ισχύ 51.187,86 KW και θερμική ισχύ 180 KVA, ενώ η σχεδιαζόμενη
επέκταση της εγκατάστασης για την καύση του RDF έχει κινητήρια ισχύ 150
KW.
[4] Έχει
αποδειχτεί ότι η καθολική εφαρμογή του μοντέλου της ενεργειακής αξιοποίησης των
απορριμμάτων, θα μας οδηγήσει σε μια παραγωγή RDF,
που θα ξεπερνά τη σημερινή παραγωγή RDF, σε ολόκληρη την
Ευρώπη. Σε αυτή τη βάση, τεκμηριώνεται ότι είναι αδύνατο η ελληνική
τσιμεντοβιομηχανία να μπορέσει να απορροφήσει το RDF
που θα
παράγεται. Είναι γνωστό, εξ άλλου, ότι οι μικρές ποσότητες RDF, που παράγονται από την υφιστάμενη μονάδα επεξεργασίας
στη Φυλή, οδηγούνται για ταφή.
Θα θελαμε ενα σχολιο στο αρθρο της energia.gr http://www.energia.gr/article.asp?art_id=69310 οπου ο καθηγητης Καρελας μιλαει για τις ωφελειες του RDF /SRF σαν καυσιμο !
ΑπάντησηΔιαγραφή