Σύντομη ιστορική αναδρομή για το 13ο και 14ο μισθό.
Τον Απρίλιο του 1822, λίγες ημέρες πριν από το Πάσχα, ο Κωνσταντίνος Τόμπρας, εκ μέρους των πρώτων τυπογράφων, έστειλε αίτηση προς το υπουργείο Οικονομικών, η οποία σώζεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Μινιστέριο Οικονομικών, Φ.4, Εγγραφο 119) και έγραφε τα εξής:
«Προς το Μινιστέριον της Οικονομίας. Επειδή και κατ’ αυτάς έφθασαν αι του Πάσχα εορτάσιμοι ημέραι και θέλομεν ν’ αγοράσωμεν άλλος παπούτσια, άλλος τζουράπια και άλλος άλλο τι, διά τούτο παρακαλούμεν το Μινιστέριον να μας δώση ολίγα γρόσια διά ν’ απεράσωμεν ταύτας τας εορτασίμους ημέρας, αναπληρούντες τας χρείας μας.
1822 Απριλίου α'. Κωνσταντίνος Τόμπρας».
Στα τέλη του 19ου αιώνα και τα πρώτα χρόνια του 20ού, μετά την εμφάνιση του οργανωμένου εργατικού κινήματος, η διεκδίκηση Δώρων Πάσχα και Χριστουγέννων μπαίνει στα αιτήματα των εργαζομένων, κυρίως στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, όπως ηλεκτρικού ρεύματος, σιδηρόδρομοι κ.ά., που ήταν τότε ιδιωτικές.
Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου, κατ έθιμο δίδονταν από τους εργοδότες δώρα σε είδος ή σε χρήμα προς τους υπαλλήλους τους. Στις 6 Δεκεμβρίου 1925, για πρώτη φορά οι συνδικαλιστές διατύπωσαν το αίτημα για 13ο μισθό, ενώ δύο χρόνια αργότερα, στις 22 Δεκεμβρίου 1927, οι δημόσιοι υπάλληλοι απέργησαν με αίτημα την καταβολή ενός ολόκληρου μισθού για τις γιορτές των Χριστουγέννων.
Για να καταλάβουμε κάτω από ποιες συνθήκες οι εργαζόμενοι απαίτησαν τον 13ο μισθό, αρκεί να δούμε πως εκείνον τον Δεκέμβριο η κυβέρνηση του δικτάτορα Πάγκαλου είχε προχωρήσει στην άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων που είχε κατοχυρωθεί μέσω Συντάγματος, το 1911. Παράλληλα το κράτος βρίσκονταν κάτω από τις συνέπειες της προσφυγικής κρίσης του 1922 και των πολεμικών δανείων.
Παρόλα αυτά, εκείνη τη χρονιά, τον 13ο μισθό τον έλαβαν οι σιδηροδρομικοί και οι τροχιοδρομικοί. Επίσης, το διοικητικό συμβούλιο των επαγγελματικών και βιοτεχνικών επιμελητηρίων Ελλάδας αποφάσισε να καταβάλει στο προσωπικό δώρο εορτών ίσο προς έναν μισθό. Μάλιστα, συνέστησε στα μέλη του -σε Αθήνα, Πειραιά, Βόλο, Πάτρα, Θεσσαλονίκη και Κέρκυρα- να κάνουν το ίδιο.
Ακόμη και στα χρόνια της κατοχής η κυβέρνηση Τσολάκογλου με διάταγμά της το 1941 αναγκάστηκε να αναγνωρίσει για το δώρο των εορτών ότι «όπου από συνήθεια ή από έθιμο ή από διάταξη ΣΣΕ καταβάλλεται θα συνεχίσει να καταβάλλεται».
Μετά τον πόλεμο, με δυο αναγκαστικούς νόμους του 1944 και 1946 καθιερώθηκαν οι έκτακτες ενισχύσεις, όπως ονομάστηκαν τα δώρα, οι οποίες συμπεριλήφθηκαν στο μισθό. Με αυτή τη νομοθετική ρύθμιση δινόταν το δικαίωμα στους αρμόδιους υπουργούς να καθορίζουν τους μισθούς, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν οι έκτακτες ενισχύσεις των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Οι νόμοι 1777 και 1901 του 1951 επικύρωσαν την προηγούμενη νομοθετική πρωτοβουλίαέδινε τη δυνατότητα στους συναρμόδιους υπουργούς «να προσδιορίζουν εκτάκτους οικονομικάς ενισχύσεις, επί ταις εορταίς των Χριστουγέννων ή του Πάσχα (δώρον) εις χρήμα ή εις είδος, των μισθωτών των παρεχόντων τας υπηρεσίας των παρ’ οιωδήποτε εργοδότη […]»..
Το 1980, με το νόμο 1082 ρυθμίζεται οριστικά το ύψος και ο χρόνος καταβολής των δώρων εορτών και αδείας. Με τον ίδιο νόμο, το δώρο μετονομάζεται σε επίδομα.
Στις 3 Μαρτίου 2010, η κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου ανακοινώνει πακέτο μέτρων για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, στο οποίο περιλαμβάνεται και η περικοπή κατά 30% των επιδομάτων Πάσχα, Χριστουγέννων και αδείας στο Δημόσιο.
Μετά την επιβολή των μνημονίων, ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου ανακοινώνει στις 2 Μαΐου 2010 την αντικατάσταση του 13ου και 14ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων με επίδομα 500 ευρώ, σε όλους όσοι οι αποδοχές φτάνουν μέχρι 3.000 ευρώ και πλήρη κατάργηση των δύο μισθών, για μεγαλύτερες αποδοχές. Για τους συνταξιούχους το επίδομα είναι 800 ευρώ για συντάξεις έως 2.500 ευρώ.
Στις 7 Νοεμβρίου 2012, με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016, που ψήφισε η υπό τον Αντώνη Σαμαρά κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ κατάργησε τελείως τα επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και Αδείας για τους δημόσιους υπάλληλους και όλους τους συνταξιούχους.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ παρά το ότι στις προγραμματικές εξαγγελίες της στις 8 Φεβρουαρίου 2015, υποσχέθηκε τη μερική έστω επαναφορά του δώρου στους χαμηλοσυνταξιούχους συνέχισε την ίδια ακριβώς πολιτική των προηγούμενων μνημονιακών κυβερνήσεων.
Σήμερα, έξι χρόνια μετά την κατάργηση του δώρου εορτών και του επιδόματος αδείας οι δημόσιοι υπάλληλοι διεκδικούμε την αναδρομική απόδοση τους και την πλήρη επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού.
Αγωνιστική Ενότητα Εργαζόμενων στο ΤΕΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου