Το 30ό συνέδριο του ΕΚΑ διεξάγεται σε μια εξαιρετικά δυσμενή συνθήκη για τους εργαζομένους οι οποίοι βιώνουν ένα διαρκές μνημόνιο και την ήττα του συνδικαλιστικού κινήματος. Η παρούσα κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ όχι μόνο συνεχίζει τις μνημονιακές πολιτικές των προηγούμενων κυβερνήσεων και συγκυβερνήσεων ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και των ποικίλων στηριγμάτων τους, αλλά επιχειρεί να εμπεδώσει το δόγμα της “μη εναλλακτικής” (ΤΙΝΑ), στο όνομα μάλιστα της Αριστεράς, πατώντας πάνω στην απογοήτευση και τη διάψευση των ελπίδων που είχαν καλλιεργηθεί ένα προηγούμενο διάστημα σε ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας για καλύτερες μέρες.
Με το 3ο μνημόνιο, σε συνέχεια των δυο προηγούμενων, η παρούσα κυβέρνηση, αποτελειώνει την κοινωνική ασφάλιση και τα εργασιακά δικαιώματα, τσακίζει το εισόδημα των εργαζομένων, ξεπουλάει τον εναπομείναντα δημόσιο πλούτο της χώρας και άρει την προστασία της πρώτης κατοικίας. Από την 1η Γενάρη εφαρμόζεται το νέο ασφαλιστικό, του γνωστού νόμου Κατρούγκαλου, νομοθέτημα απέναντι στο οποίο υπήρξαν οι πρώτες μαζικές κινητοποιήσεις στη μετά το 3ο μνημόνιο εποχή. Ο νόμος κατακρεουργεί τις μελλοντικές συντάξεις των ασφαλισμένων, ενοποιεί τα ταμεία προς τα κάτω, αυξάνει τρομακτικά τις εισφορές των αυτοαπασχολούμενων και των αγροτών.
Αντιμέτωποι με τεράστιες μειώσεις των μισθών τους βρίσκονται και οι επισφαλώς εργαζόμενοι με “μπλοκάκι”, αφού απουσία ελεγκτικών μηχανισμών και επιβαρύνει ιδιαίτερα τους επισφαλώς εργαζόμενους με “μπλοκάκι”, αφού απουσία ελεγκτικών μηχανισμών και Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, οι εργοδότες θα επιχειρήσουν να μετακυλήσουν στους μισθούς τους τις αυξήσεις των εισφορών. Το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων μειώνεται από την συνεχόμενη αφενός αύξηση των άμεσων & έμμεσων φόρων αφετέρου μείωση του αφορολόγητου και φυσικά με τον “κόφτη”. Με το επικείμενο νόμο για τα εργασιακά έρχονται μαζικές απολύσεις είτε αφορά την αύξηση του ποσοστού τους είτε την διευκόλυνσή τους, άμεση ή έμμεση εφαρμογή του lockout, διατήρηση και επέκταση του υποκατώτατου μισθού, ξήλωμα των εναπομείνουσων συλλογικών συμβάσεων και αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου. Με την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση εκχωρήθηκε ο έλεγχος του τραπεζικού συστήματος σε κερδοσκοπικά funds όπως και η πώληση των κόκκινων δανείων με αποτέλεσμα να απειλείται η πρώτη κατοικία με πλειστηριασμούς και “οικειοθελή” παραχώρηση κατοικιών. Πλειστηριασμοί που μετά το κύμα των αποκλεισμών στα ειρηνοδικεία, διαφαίνεται ότι θα γίνονται “ηλεκτρονικά” το επόμενο διάστημα. Ενώ με τη δημιουργία του νέου Υπέρ-ταμείου ιδιωτικοποιήσεων εκχωρούνται και ξεπουλιούνται υποδομές, περιουσιακά στοιχεία και ο φυσικός πλούτος της χώρας για την αποπληρωμή ενός όλο και διογκούμενου μη βιώσιμου χρέους.
Το “true story” της κυβέρνησης, όπως το “success story” της προηγούμενης είναι η ανάπτυξη, η πρόσβαση στις αγορές και οι επενδύσεις. Παρότι τίποτα από τα παραπάνω ακόμα και αν γίνει δεν βελτιώνει τη θέση των εργαζομένων, προσπαθεί να δημιουργήσει κλίμα προπαγανδίζοντας τη αύξηση της απασχόλησης η οποία προκύπτει από την αντικατάσταση των θέσεων εργασίας με σχεδόν αποκλειστικά ελαστικές μορφές εργασίας. Παράλληλα προσπαθεί να μειώσει τεχνικά την ανεργία με την αποδοχή αυστηρών όρων και προϋποθέσεων από την πλευρά των ανέργων, αλλιώς στερούνται το επίδομα ανεργίας και διαγράφονται από τα μητρώα ανέργων.
Η μεγάλη μάχη που δόθηκε από τους εργαζομένους τα προηγούμενα χρόνια μέσα από δεκάδες μικρούς και μεγάλους αγώνες, με κάθε δυνατό τρόπο, αποτελεί παρακαταθήκη για το μέλλον. ηρωική στάση εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα στο δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη, που μέσα σε μια κυριολεκτική “διαβολοβδομάδα” απέναντι σε απειλές, υποχρεωτικές άδειες, απολύσεις και εκβιαστικά καλέσματα σε διαδηλώσεις υπέρ του “ΝΑΙ” δημιούργησε ένα ρήγμα που παρότι παραμένει θαμμένο, είναι ακόμα υπαρκτό. Πρώτη φορά, με τόσο καθαρό τρόπο, τα τελευταία πολλά χρόνια στην Ελλάδα, οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι είδαν τον εαυτό τους ως τάξη απέναντι στα συμφέροντα των αφεντικών τους, των ΜΜΕ και όσων αποφασίζουν για τις ζωές τους, και τόλμησαν να μετά τη μνημονιακή στροφή της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ,
Σε αυτό το αντιφατικό μείγμα απογοήτευσης αλλά και μιας μεγάλης παρακαταθήκης καλείται να παρέμβει το συνδικαλιστικό κίνημα σήμερα στην Ελλάδα, και ειδικότερα στον ιδιωτικό τομέα και στην Αθήνα. Ένα συνδικαλιστικό κίνημα που πάσχει βαριά στις επίσημες μορφές του, με τη ΓΣΕΕ να μην ανταποκρίνεται με κανέναν τρόπο στο – κάποτε – ιστορικό της όνομα, και να παίρνει ουσιαστικά τη μεριά του κεφαλαίου στη μεγάλη σύγκρουση του καλοκαιριού, μην κάνοντας οτιδήποτε για να προστατέψει τους εργαζόμενους απέναντι στην εργοδοτική τρομοκρατία. Με χιλιάδες σωματεία στον ιδιωτικό τομέα πολλά από τα οποία είναι “σωματεία-σφραγίδες”, μόνο για αναπαράγουν τους καθεστωτικούς συσχετισμούς και μια συγκεκριμένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, η οποία παραμένει ακλόνητη, παρά τις αλλεπάλληλες μεταβολές του κεντρικοπολιτικού σκηνικού.
Με τα Εργατικά Κέντρα να αποτελούν σκιά του παλιού τους εαυτού, με χαρακτηριστικό παράδειγμα και το ίδιο το Εργατικό Κέντρο Αθήνας, το μεγαλύτερο Εργατικό Κέντρο της χώρας, τα όργανα του οποίου συνεδριάζουν σπανίως, και στην καλύτερη περίπτωση βγάζει ανακοινώσεις στήριξης αγώνων που ουσιαστικά ποτέ δεν οργανώνει το ίδιο, ή παρίσταται σε τριμερείς και επιθεωρήσεις εργασίας. Με την συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων να παραμένει ασυνδικάλιστη, ενώ οι πλειοψηφίες των επίσημων εκφράσεων του συνδικαλιστικού κινήματος δεν φαίνονται διατεθειμένες όχι απλώς να εκπονήσουν σχέδιο οργάνωσης των νέων -ελαστικών και χειρότερων- μορφών απασχόλησης, αλλά ούτε καν να δεχτούν τους εργαζόμενους που βρίσκονται στη χειρότερη μοίρα στα συνδικάτα.
Και παρότι υπάρχει αυτή η κατάσταση, οι εργαζόμενοι έδειξαν το προηγούμενο διάστημα τη διάθεση και τη δύναμη να σταθούν ξανά στα πόδια τους. Η πρώτη σημαντική απεργία του Νοέμβρη 2015 και η ακόμα μεγαλύτερη του Φλεβάρη 2016, η μεγαλύτερη από το 2012, σε συνδυασμό με τις κινητοποιήσεις των άλλων πληττόμενων τμημάτων της κοινωνίας και κυρίως των αγροτών και των επιστημόνων, έδειξαν τη δυνατότητα να υπάρξει ευθεία σύγκρουση με την κυβέρνηση στο μέτωπο του ασφαλιστικού. Εκεί ήρθε η σύμπραξη ουσιαστικά ΠΑΜΕ-ΠΑΣΚΕ στη ΓΣΕΕ που λειτούργησε ως πυροσβεστήρας αποτρέποντας την όξυνση του αγώνα. Η τελευταία γενική απεργία, της 8ης Δεκέμβρη ήταν αναμενόμενα αποτυχημένη αφού η ημερομηνία προέκυψε από την παρελκυστική τακτική της ηγεσίας της ΓΣΕΕ η οποία επιχείρησε με κάθε τρόπο να μην υπάρξει πανεργατική απεργία, αλλάζοντας της αποφάσεις της για να μην συμπέσει με την ΑΔΕΔΥ. Το τελευταίο διάστημα υπήρξε η ελπιδοφόρα εξέλιξη του κινήματος κατά των πλειστηριασμών που προστάτευσε στην πράξη την κατάσχεση πολλών λαϊκών κατοικιών με μαζικές παραστάσεις διαμαρτυρίας στα Ειρηνοδικεία της χώρας. Απέδειξε ότι μπορούν να αναπτυχθούν ξανά νικηφόροι αγώνες που να απαντούν και σε λαϊκά προβλήματα στο σήμερα. Δεν είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση προσανατολίζεται στην επιτάχυνση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών για να παρακάμψει αυτόν τον σκόπελο. Το Εργατικό Κέντρο Αθήνας, και ως συνδικάτο πόλης πρέπει να πρωτοστατήσει στο συντονισμό του αγώνα για τα ζητήματα της στέγης και της προστασίας της λαϊκής κατοικίας από τους πλειστηριασμούς. Η δυναμική όμως του προηγούμενου διαστήματος, καθώς και η σκληρή καταστολή που επανήλθε, πηγαίνοντας όπως πάντα χέρι χέρι με τις πολιτικές της λιτότητας, ορίζουν και τα ερωτήματα προσανατολισμού του εργατικού κινήματος για το επόμενο διάστημα.
Τον απαιτούμενο αντιμνημονιακό αλλά και αντικυβερνητικό προσανατολισμό απέναντι σε μια κυβέρνηση-οδοστρωτήρα, που πραγματοποιεί μερικά από τα μεγαλύτερα όνειρα των καπιταλιστών, νομοθετώντας προληπτικούς νόμους και “αυτόματα μνημόνια”, και άρα την περιθωριοποίηση των λογικών του κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Την ανάγκη επινόησης και υιοθέτησης και νέων, πιο μαχητικών μορφών αγώνα για τη διεκδίκηση των εργατικών δικαιωμάτων απευθείας απέναντι στην εργοδοσία, πέραν της διεκδίκησης από τις κυβερνήσεις για την επαναθεσμοθέτηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Την λογική του “αγώνα μέχρι το τέλος” για την επαναθεμελίωση των εργασιακών κατακτήσεων των προηγούμενων δεκαετιών. Ενός αγώνα που δεν μπορεί να δικαιωθεί εντός της μνημονιακής μέγγενης και των σιδερένιων κανόνων της Ευρωζώνης και των βασικών πολιτικών κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και που άρα δεν θα θεωρεί όριο την παραμονή στους ευρωπαϊκούς υπερεθνικούς σχηματισμούς. Αντίθετα, θα θέτει επί τάπητος τη ρήξη μαζί τους εφόσον μόνο έτσι μπορούν να νικήσουν οι εργατικοί αγώνες.
Τη συμβολή στο να σπάσει στο ιδεολογικό επίπεδο το δόγμα της ΤΙΝΑ, πράγμα που δεν προϋποθέτει μόνο οικονομικά αιτήματα, όπως η διαγραφή του χρέους, αλλά την ουσιαστική μεταφορά εξουσιών στις μορφές οργάνωσης των εργαζομένων, ώστε να διαμορφώσουν οι ίδιοι και ένα διαφορετικό μοντέλο παραγωγής.
Το “Ρεσάλτο στη Γαλέρα” είναι μια πρωτοβουλία εργαζομένων που θα δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις σε αυτήν την κατεύθυνση. Εργαζομένων που συμμετέχουμε στο ΜΕΤΑ και στηρίζουμε την Πρωτοβουλία για την Ανασυγκρότησή του, αλλά και άλλων συναδέλφων που αγωνιζόμαστε καθημερινά στους χώρους δουλειάς μας για τα εργατικά συμφέροντα. Θεωρούμε ότι ο συνδικαλισμός δεν μπορεί να πηγαίνει παρέα με την υποστήριξη κυβερνήσεων που τσαλαπατάνε την τάξη μας. Σε αυτή την προσπάθεια, επομένως, δεν έχουν θέση οι αντιλήψεις και οι πρακτικές του νέου κυβερνητικού συνδικαλισμού. Αντίθετα, είναι ανάγκη με θάρρος να ανοιχτούμε σε νέες, ζωντανές συνδικαλιστικές δυνάμεις, στην κατεύθυνση συγκρότησης ενός ευρύτερου ταξικού πόλου που θα παίξει αποφασιστικό ρόλο στην αναγκαία ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος. Αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να συμβάλλουμε στις σημερινές δύσκολες συνθήκες ώστε να δημιουργηθούν οι όροι -με όραμα, πολιτικό σχέδιο και δημοκρατική λειτουργία- μιας δυναμικής επανάκαμψης όλων των εργαζομένων στο προσκήνιο απέναντι στο δόγμα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Υπό αυτό το πρίσμα, απορρίπτουμε και τον κομματικό συνδικαλισμό, που μετατρέπει συνδικαλιστικές συλλογικότητες και συνδικάτα σε ιμάντες μεταβίβασης κομματικών σχεδιασμών, είτε λειτουργώντας πυροσβεστικά, είτε με όρους “κοινοβουλευτισμού”, μην επιτρέποντας στους ίδιους τους εργαζόμενους να σχεδιάσουν τους αγώνες τους. Αυτοί που βιώνουν την εκμετάλλευση είναι αυτοί που θα δώσουν και τις απαντήσεις. Το μέλλον δεν θα ανήκει στον κόσμο της δουλειάς, παρά μόνο αν το φέρει ο ίδιος ο κόσμος της δουλειάς.
Δεν θεωρούμε ότι έχουμε όλες τις απαντήσεις έτοιμες, προσπαθούμε όμως να θέσουμε τα ερωτήματα με τη σωστή σειρά. Και ένα από τα πρώτα που θέτουμε στους ίδιους μας τους εαυτούς είναι η υπέρβαση των σημερινών πολυδιασπασμένων, γραφειοκρατικών, και σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και εργοδοτικών δομών του συνδικαλιστικού κινήματος, υπέρβαση που πρέπει να κάνουν πρώτα οι ίδιες οι συνδικαλιστικές παρατάξεις και συλλογικότητες, καθώς δεν πρόκειται να αλλάξουν τους συνδικαλιστικούς φορείς, όσο λειτουργούν ως καθρέφτης τους, με μοναδικό κριτήριο λειτουργίας τις εκλογικές μάχες μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Με αυτή τη λογική θα λειτουργήσουμε και “στα πλαίσια” του Εργατικού Κέντρου Αθήνας, ως μια παράταξη-συσπείρωση συνδικαλιστικών σχημάτων, παρατάξεων, ομάδων εργαζομένων που παρεμβαίνουν σε ευρύτερα σχήματα, αλλά και μεμονωμένων συνδικαλιστών που τους ενώνουν οι παραπάνω κοινές αντιλήψεις, αλλά κυρίως κοινές πρακτικές.
Πριν από περίπου έναν αιώνα, δημιουργήθηκαν τα εργατικά κέντρα για να συνενώσουν τις δυνάμεις των εργαζομένων, μικρές και διάσπαρτες σε πολλές περιπτώσεις, διαδραματίζοντας παράλληλα κοινωνικό και πολιτικό ρόλο σε μια πόλη. Το ΕΚΑ σήμερα είναι το μεγαλύτερο δευτεροβάθμιο σωματείο και ο ρόλος του, πέρα από τις επιθεωρήσεις εργασίας και την παροχή νομικών συμβουλών, έχει εκφυλιστεί σε έναν διαπαραταξιακό γραφειοκρατικό μηχανισμό, μακριά από τους εργαζόμενους της Αθήνας και ειδικότερα τους ανέργους, τους επισφαλείς και τους νέους.
Η διοίκηση που εκλέχτηκε από το προηγούμενο συνέδριο συνέχισε σε ένα πιο ολισθηρό δρόμο. Είναι απαξιωτικό η πλειοψηφία του ΕΚΑ (ΕΑΚ, ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ) να μην προασπίζεται την αυτοτέλεια της απέναντι στην απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων για ορισμό διορισμένης διοίκησης και να μην οργανώνει συντεταγμένα την αντίδραση της, συνδικαλιστικά και νομικά. Από κοινού αυτές οι παρατάξεις με μόλις 16 παρόντα μέλη, συναποφάσισαν εν κρυπτώ και χωρίς πρακτικά τη διεξαγωγή νέου συνεδρίου εξευτελίζοντας κάθε δημοκρατική διαδικασία. Κύρια ευθύνη έχει η μεγαλύτερη παράταξη που συμμετείχε στο προεδρείο (ΕΑΚ) και ο πρόεδρός της.
Το “Ρεσάλτο στη Γαλέρα” θα κινηθεί σε σύγκρουση με τις αντιλήψεις, νοοτροπίες και πρακτικές της συμβιβασμένης και γραφειοκρατικής ηγεσίας του εργατικού κινήματος και με στραμμένο το βλέμμα της έξω τα συνδικαλιστικά γραφεία, να απευθυνθεί στο σύνολο της εργατικής τάξης της Αθήνας και κυρίως στους άνεργους και τους ελαστικά εργαζομένους, τους χωρίς ΣΣΕ και με μισθούς πείνας, στους ξένους εργάτες, στους “χωρίς φωνή” εντός των συνδικάτων.
Συγκροτημένα και με μεσοπρόθεσμο σχέδιο θα παλέψουμε για να αποκατασταθεί το κύρος των συνδικάτων και να ανοίξει ο δρόμος ώστε:
να συμβάλλει στη δημιουργία σωματείων -πραγματικά και όχι για λόγους συσχετισμών- εκεί που δεν υπάρχουν, ιδίως στους χώρους εργασίας της νέας γενιάς εργαζομένων, και των νέων προλεταριακών στρωμάτων και των επισφαλώς εργαζομένων, αλλά και όσων κινούνται στη γκρίζα ζώνη επισφάλειας – ανεργίας.
να παρέμβει στους κλάδους και τις επιχειρήσεις, όπου η εργοδοσία, εκμεταλλευόμενη την ανεργία και την επισφάλεια, έχει επιβάλλει τη συνδικαλιστική ερήμωση, να ενισχύσουν τους συναδέλφους, που παρόλα αυτά υψώνουν ανάστημα μέσα στις δυσκολότερες συνθήκες, και να διδαχθούν από τη δράση τους,
να δημιουργήσει τους συσχετισμούς για ένα καταστατικό συνέδριο στο οποίο μεταξύ άλλων να ενταχθούν οι άνεργοι στα όργανα διοίκησης του ΕΚΑ,
να αγωνιστεί για την άρση του διαχωρισμού και κατακερματισμού του συνδικαλιστικού κινήματος και τη συγκρότηση ενιαίων και ισχυρών συνδικάτων που θα εκπροσωπούν όλους τους εργαζόμενους – ιδιωτικού και δημόσιου – Έλληνες και μετανάστες και τους άνεργους,
να συντονίσει τους εργατικούς αγώνες με τρόπο που να ηγηθούν σε ένα ευρύτερο κίνημα συντονισμένο με τους αγώνες των μικρομεσαίων ελεύθερων επαγγελματιών και επιστημόνων που προλεταριοποιούνται, των κινημάτων πόλης, των δικαιωματικών και των μεταναστών.
να εντείνει τους αγώνες για την εργασιακή ισότητα των φύλων, που παραμένει επίδικο, με τις γυναίκες να υπαμείβονται σε σχέση με τους άντρες συναδέλφους τους, την ώρα που αναγκάζονται και λόγω της αποδιάρθρωσης των πλευρών του “κοινωνικού κράτους” να επωμίζονται όλο και περισσότερες ευθύνες στα νοικοκυριά.
να συντριβεί το ναζιστικό φίδι που επιχειρεί να βγει από την τρύπα του στη νέα εποχή.
Σε αυτή την κατεύθυνση θα συναντηθούμε με όλους εκείνους και εκείνες που πρώτα από όλα στην πράξη, και όχι στα λόγια, βάζουν πλάτη σε αυτήν την κατεύθυνση. Επιχειρώντας να βρούμε απαντήσεις μέσα από τα συνδικάτα της Αθήνας και σε πιο δύσκολα ερωτήματα μορφών οργάνωσης που θα υπερβαίνουν στο σήμερα την συμβιβασμένη και αποκομμένη από τους εργαζόμενους ΓΣΕΕ, ενόσω θα παλεύουν να αλλάξουν και τους συσχετισμούς εντός της. Στην κατεύθυνση ενός συντονισμού που δεν θα είναι όμως συντονισμός όπου θα συγκρούονται πλατφόρμες πολιτικών σχηματισμών, αλλά πραγματικός συντονισμός σωματείων, ομοσπονδιών, αγωνιστών εργαζομένων αλλά και άλλων πρωτοβουλιών νέων και ανέργων που να παράξει αποτελέσματα στους εργασιακούς χώρους και στο δρόμο.
Ταράζοντας την ηρεμία της ρουτίνας όλων όσοι βλέπουν κατά περίπτωση τη στάση τους με γνώμονα την προσωπική τους συνδικαλιστική «επιβίωση» και «αναπαραγωγή» στα όργανα του συνδικαλιστικού κινήματος, κάτι που είναι ξένο με τις αξίες και τις αρχές μας. Δεν μας ενδιαφέρει και δεν θα υποτάξουμε τις επιλογές μας στη διάσωση κάποιων συνδικαλιστικών παραγόντων.
Με βάση και όλα τα παραπάνω, η συμμετοχή στα προεδρεία τόσο των επί μέρους σωματείων αλλά και του μεγαλύτερου δευτεροβάθμιου συνδικαλιστικού οργάνου δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσο, στο βαθμό που επηρεάζει, στην κατεύθυνσή μας, τους συσχετισμούς δυνάμεων και την υπόθεση της υπεράσπισης των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου