του Γιώργου Νικολαΐδη από εδώ
Φίλε Τάκη, γνωριζόμαστε από παλιά: συμμαθητές,
σύντροφοι μαζί στην Αριστερά στα φοιτητικά μας χρόνια, συνοδοιπόροι στις
πνευματικές μας αναζητήσεις… Και παρότι εσύ κάποια στιγμή άλλαξες γνώμη
και προσχώρησες στο «δεν γίνεται αλλιώς» ανακαλύπτοντας στο
νεοφιλελευθερισμό το «φως το αληθινό», καταφέραμε να παραμείνουμε φίλοι.
Σε παρατηρώ τις τελευταίες μέρες να έχεις αποδυθεί σε έναν έξαλλο αγώνα
υπέρ του «Ναι» στο επερχόμενο δημοψήφισμα αναρτώντας σχόλια,
δημοσιεύσεις, σκωπτικά γραφήματα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Θέλω
λοιπόν να σου πω δυο λόγια…
Φίλε Τάκη, λες ότι το δημοψήφισμα δεν είναι σαφές, είναι κρυπτικό, δεν είναι ξεκάθαρο.
Και ίσως έχεις ένα δίκιο ότι τα ενδεχόμενα σήμερα για τη χώρα είναι
πάρα πολλά και αβέβαια, οπότε μάλλον δεν θα μπορούσαν να χωρέσουν σε ένα
δημοψήφισμα «ναι ή όχι». Μεταξύ μας όμως όλοι ξέρουμε για ποιο πράγμα
θα ψηφίσουμε την Κυριακή. Όλοι, ακόμα και η αγράμματη θειά μου στο
χωριό, καταλαβαίνουνε το πραγματικό επίδικο. Οπότε προς τι οι φωνές περί
ασάφειας; Προς τι οι δραματικοί τόνοι περί σύντομου χρόνου για τη
διεξαγωγή του; Πεντέμισι χρόνια άλλωστε όλη η Ελλάδα τα ίδια συζητάει:
αν θα πει κάποτε και κανένα «όχι», αφού έχουμε ξεσκιστεί να λέμε «ναι»
και μας έχουνε ξεσκίσει με το παραπάνω. Σάμπως κι εσύ (και εγώ και όλος ο
κόσμος μάλλον) τα ίδια δεν θα έλεγες όποτε και να γινόταν το
δημοψήφισμα; Τι σκούζεις τώρα λοιπόν;
Φίλε Τάκη, λες ότι η κυβέρνηση και οι υποστηρικτές εν γένει
τού «Όχι» δεν τα λένε όλα στο λαό διατηρώντας «κρυφή ατζέντα» εξόδου της
Ελλάδας από την ευρωζώνη. Γιατί, βρε Τάκη μου, με ένα
υποτακτικό «Ναι» υπάρχει καμιά σιγουριά τι θα γίνει; Το ξέρουμε όλοι πια
ότι η κατάσταση είναι δύσκολη και αβέβαιη και πως την Κυριακή
διαλέγουμε το «μικρότερο κακό». Δρόμος στρωμένος με ροδοπέταλα δεν
υπάρχει αυτή τη στιγμή είτε έτσι είτε αλλιώς. Και το ξέρουμε, για να
είμαστε ειλικρινείς και να μην κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε, ότι έτσι
ήταν και πριν από την προκήρυξη του δημοψηφίσματος οι επιλογές που
ανοίγονταν μπροστά μας. Γιατί τότε αυτή την αβεβαιότητα να τη φορτώνουμε
στο «Όχι»; Άλλωστε όλοι θυμόμαστε πως και η τρόικα (συγνώμη Τάκη: η
Ευρώπη ή αν προτιμάς οι «θεσμοί» όπως προσπάθησε ατυχέστατα να τους
μετονομάσει ο Τσίπρας, τρομάρα μας!) από πέρσι το καλοκαίρι έχει
διαπιστώσει πόσο αδιέξοδες είναι οι πολιτικές των μνημονίων που η ίδια
επέβαλε (εξ ου και π.χ. το ΔΝΤ έπαψε να πληρώνει τη δική του υποχρέωση
προς την Ελλάδα εδώ κι ένα χρόνο).
Φίλε Τάκη, λες ότι το δημοψήφισμα είναι στην πραγματικότητα υπέρ ή κατά της παραμονής της χώρας στην ευρωζώνη.
Μεταξύ μας όμως το ξέρουμε κι εγώ κι εσύ πως αυτό είναι πιθανό ό,τι και
να βγάλει η κάλπη. Ξέρουμε ότι παίζεται από την αρχή της κρίσης, καθώς
εντός του ευρώ όσα μνημόνια και να περάσουν η οικονομία δεν φαίνεται να
«στρώνει». Ξέρουμε –και είσαι ενημερωμένος και τακτικός αναγνώστης του
σοβαρού ξένου Τύπου– πως ολοένα και μεγαλύτερα κομμάτια της γερμανικής
καθεστηκυίας τάξης αρθρογραφούσαν υπέρ της ελεγχόμενης ή μη εξόδου της
Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ πολύ πριν από το δημοψήφισμα, πολύ πριν καν
βγει ο ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές. Και το ενδεχόμενο παρ’ ελπίδα να
βγει «Ναι» από την κάλπη της Κυριακής και πάλι να μας πετάξουν έξω
κακήν κακώς, το ξέρουμε, θα είναι τραγικό: «ουαί τοις ηττημένοις»
μαθαίναμε στο σχολείο, «και γκολ και ξύλο» που λένε και στα γήπεδα…
Φίλε Τάκη, λες ότι έξω από το ευρώ δεν υπάρχει μέλλον για τη χώρα.
Αλλά γιατί, υπάρχει μέλλον μέσα στο ευρώ; Πέντε χρόνια μνημόνια έχουν
κάνει τη χώρα ρημαδιό και τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων κόλαση. Και τώρα
με το «Ναι» τι μας περιμένει δηλαδή; Ένα μνημόνιο-γίγας διάρκειας μόλις
16 μηνών. Και μετά κι άλλο μνημόνιο κατά πάσα πιθανότητα – αν δεν
διαπιστωθεί κάποια στιγμή το φθινόπωρο πως τα δημοσιονομικά δεν πάνε
καλά (θα φταίει μάλλον η «αριστερή παρένθεση» γι’ αυτό) και δεν μας
ζητηθεί κι ένα ενδιάμεσο μνημονιάκι τότε. Δηλαδή με το «Ναι» να σημαίνει
πρακτικά τρία ακόμα μνημόνια στον επόμενο ενάμιση χρόνο, τι μέλλον λες,
βρε συ Τάκη, να έχουμε; Τουλάχιστον οι περισσότεροι από εμάς εδώ…
Φίλε Τάκη, λες ότι είναι εξευτελιστικό να στέκεσαι στην ουρά για ένα πενηντάρικο.
Και δεν έχεις άδικο. Αλλά, για πες μου, πόσους ξέρεις που και έξι μήνες
πριν ζούσαν με πάνω από 50 επί 30 = 1.500 ευρώ το μήνα σε τούτη τη
χώρα; Ίσως είναι ακριβώς αυτοί που ζορίζονται παραπάνω τώρα. Αλλά οι
περισσότεροι επιβιώνουν στα χρόνια τούτα με πολύ λιγότερα και δεν
τολμούν καν να ονειρευτούν ότι θα έρθει η στιγμή που θα έχουν 1.500 ευρώ
στο λογαριασμό τους στην τράπεζα, για να τα σηκώσουν.
Φίλε Τάκη, λες πως οι επιπτώσεις ενός «Όχι» θα είναι καταστροφικές και το περιγράφεις με τα πιο μελανά χρώματα.
Είσαι ωστόσο και εσύ, όπως κι εγώ, γιατρός, δικηγόρος, μηχανικός,
πανεπιστημιακός, καλλιτέχνης, διανοούμενος… Και ξέρεις ότι οι
περισσότεροι ομότεχνοί μας είναι που ζορίζονται αυτές τις μέρες, που
αναλογίζονται αν αντέχουν να σκύψουν κι άλλο το κεφάλι, αν μπορούν παρ’
όλα όσα επακολουθήσουν να δουν τον εαυτό τους σ’ ένα ρόλο στην ερημωμένη
κοινωνία του 5ου, 6ου, 7ου μνημονίου. Υπάρχει όμως, Τάκη, κι ο κόσμος
των 500, των 600, των 700 ευρώ, ενάμισι εκατομμύριο άνεργοι, οι νέοι που
ζούνε πια από τις συντάξεις των παππούδων: τι να σκεφτούν όλοι αυτοί,
που δεν έχουν τίποτα να χάσουν παρά μόνο να κερδίσουν από ένα «Όχι»;
Φίλε Τάκη, κοροϊδεύεις που τάχα ψηφίζει η Αριστερά μαζί με τους Χρυσαυγίτες.
Λησμόνησες όμως μάλλον να παρακολουθήσεις τις δηλώσεις του
Μιχαλολιάκου, που «το ’στριψε» κι άρχισε τον «καλαματιανό», προτρέποντας
προς το άκυρο «αλά ΚΚΕ», λέγοντας πως τάχα δεν ψηφίζει ούτε αριστερά
ούτε δεξιά μνημόνια. Βλέπεις, στις κρίσιμες ώρες όλοι φαίνεται πού
ανήκουν, τι προσυπογράφουν και σε ποιανού την υπηρεσία εντάσσονται.
Αντιθέτως, φίλε Τάκη, δεν βλέπω να σε ενοχλεί καθόλου που πέντε πρώην πρωθυπουργοί,
οι οποίοι αναμφίβολα όλο και κάποια ευθύνη θα έχουν για το χάλι στο
οποίο περιήλθε η χώρα (Μητσοτάκης, Σημίτης, Κωστάκης, Γιωργάκης,
Σαμαράς), είναι αναφανδόν υπέρ του «Ναι». Ετούτο δεν σε
πειράζει; Δεν σε προβληματίζει τουλάχιστον; Κι αν όχι, τότε τι σε
κόφτει ποιος συντάσσεται ή όχι με το δικό του σκεπτικό με το «Όχι»; Κι
ακόμα, δεν σε κάνει να αναρωτιέσαι γιατί όχι μόνο οι παλαιοκομματικοί
αλλά και οι ολιγάρχες αυτού του τόπου, οι μεγαλοεργολάβοι, οι
μιντιάρχες, οι αρχιμάστορες της διαπλοκής και της ρεμούλας, είναι όλοι
αναφανδόν και με λύσσα υπέρ του «Ναι»;
Και ακόμα, βρε Τάκη, δεν σε ενοχλεί καθόλου που
εκφράστηκε σχεδόν «σαν έτοιμη από καιρό, σαν θαρραλέα» όλη η βλαχοεστέτ
κοινότητα του δήθεν «πνευματικού κόσμου», της mainstream νεοελληνικής
ψευτογκλαμουριάς, με πρωτεργάτες την Ντενίση και τον Ρουβά και ταγούς
σαν τον Στέλιο Ράμφο; Είχα την εντύπωση πως τουλάχιστον σε θέματα
αισθητικής είχαμε διατηρήσει μια επικοινωνία και συναντίληψη…
Φίλε Τάκη, επίσης θέλω να σου πω να μην προσπαθείς να παίξεις
με τις εσωτερικές διαφωνίες του στρατοπέδου του «Όχι»: είναι πολύ
φτηνιάρικο. Γιατί όπως ξέρεις πολύ καλά και εγώ και άλλοι
έχουμε κάνει δριμύτατη κριτική στη διακυβέρνηση του Τσίπρα και αναφορικά
με τη διαπραγμάτευση και γενικότερα – και εξακολουθούμε να την κάνουμε.
Αυτό όμως δεν μας έκανε ούτε στιγμή να χάσουμε από τα μάτια μας το
κυρίαρχο, εκείνο που θα κρίνει τη ζωή μας στα επόμενα χρόνια. Και στην
τελική, ρε Τάκη, ακριβώς επειδή δεν έχω απόλυτη εμπιστοσύνη ούτε στον
Τσίπρα ούτε σε κανένα Τσίπρα, θέλω το «Όχι» να το πω εγώ, να το πει ο
λαός, για να είναι δύσκολο στον κάθε Τσίπρα να το παζαρέψει, να το
στρίψει, να το αλλάξει εκ των υστέρων. Τι δεν καταλαβαίνεις, ρε Τάκη;
Μόνο ένα πράγμα σε παρακαλώ ρε Τάκη: μην μου φέρνεις ως επιχείρημα ενάντια στο «Όχι» τη στάση του ΚΚΕ. Να σεβόμαστε και τη νοημοσύνη του διπλανού μας…
Φίλε Τάκη, έχω όμως κι ένα μεγάλο παράπονο. Μας έχετε πήξει στην «Ευρώπη» ετούτες τις ημέρες:
και να σου «να μείνουμε Ευρώπη», και να σου «να μην απομονωθούμε από
την Ευρώπη». Μόνο που, όντας μορφωμένος και καλλιεργημένος, νομίζω
μπορείς να καταλάβεις πως αυτό είναι λαθροχειρία: από πότε η ευρωζώνη
ταυτίζεται με τη συμμετοχή στον ευρωπαϊκό πολιτισμό; Εδώ που τα λέμε, η
συμμετοχή στην ευρωζώνη δεν ταυτίζεται καν με τη συμμετοχή στην
Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς καμιά δεκαριά χώρες-μέλη της (όπως η Βρετανία, η
Σουηδία, η Δανία κ.ο.κ.) επέλεξαν εξαρχής (σωφρόνως ποιούσες) να μην
μπουν σε αυτό το «ατσάλινο» νομισματικό «κλουβί». Ή μήπως χώρες όπως η
Ελβετία, η Νορβηγία ή η Ισλανδία δεν μετέρχονται του ευρωπαϊκού
πολιτισμού επειδή δεν είναι στην Ε.Ε.; Τι «επαρχιωτισμός» είναι αυτός
τώρα πάλι (για να χρησιμοποιήσω μια προσφιλή σε σας τους
νεοφιλελεύθερους έκφραση); Άσε που, έτσι όπως εξελίσσεται το παγκόσμιο
σκηνικό (και το ξέρεις κι αυτό πολύ καλά, φίλε μου), η στενή ζώνη
αυστηρού ελέγχου και επιρροής της Γερμανίας (ό,τι δηλαδή γίνεται η Ε.Ε.
μέρα με την ημέρα) δεν μοιάζει καθόλου «ασφαλές λιμάνι», όπως έδειχνε
ίσως κάποτε. Αντιθέτως, το να τραβήξουμε και λίγο «την ακρούλα μας», για
να μη βρεθούμε να είμαστε τα ποδοπατούμενα ποντίκια στο χορό των
ελεφάντων, μοιάζει ολοένα και πιο θελκτικό…
Φίλε Τάκη, πρέπει επίσης να σου πω ότι οσαδήποτε έσουρνες όλα αυτά τα χρόνια για την Αριστερά της δεκαετίας του 1970 και τα πρόβαλες αδιακρίτως σε όλη την Αριστερά απανταχού της υφηλίου, ετούτες τις μέρες τα έχεις κάνει εσύ και με το παραπάνω:
τι ξύλινος λόγος, τι επανάληψη των ίδιων και των ίδιων σλόγκαν, για να
καρφώνονται στο κεφάλι του ακροατή, τι διασπορά φόβου και πανικού
ανεξαρτήτως εγκυρότητας των γεγονότων, τι φραστικούς προπηλακισμούς της
άλλης άποψης, τι δημιουργία κλίματος «κλάκας», όλα τα έκανες,
ευλογημένε! Ειδικά οι Ποταμίσιοι: γραμμιτζήδες, προκλητικοί,
επαναληπτικοί, σλογκανάτοι. Τελικά, στα αλήθεια σε ενοχλούν όλα τούτα ή
μήπως σε ενοχλούν μόνο όταν σου τα κάνουν, ενώ όταν τα κάνεις εσύ στους
άλλους είναι καλά;
Μήπως τελικά, βρε Τάκη, η «δημοκρατία» που λες τόσα χρόνια ότι πρεσβεύεις
κόντρα σε μας τους «κολλημένους» και «σταλινικούς» όπως μας λες (παρότι
ξέρεις πως ουδέποτε υποστήριξα σταλινικά καθεστώτα στη ζωή μου, αλλά
δεν σου κρατάω κακία γι’ αυτό) είναι ανοιχτή μόνο όταν «δεν παίζεται τίποτα»,
όταν τα στρατέγκο είναι στημένα με τρόπο ώστε να μην απειλείται καμία
από τις επιλογές τις οποίες υιοθετείς; Αλλά τότε τι σόι δημοκρατία είναι
αυτή που ο λαός δεν καλείται παρά μόνο για να επικυρώσει τα ήδη
δεδομένα; Που οι αποφάσεις λαμβάνονται πάντα ερήμην των πολλών και δεν
επιδέχονται καμία αμφισβήτηση;
Γιατί, βρε Τάκη, τι παίζεται στ’ αλήθεια την Κυριακή; Ξέρουμε
πως εντέλει θα το πούμε το «Όχι» είτε συντομότερα είτε λίγο αργότερα.
Αλλά και να μην το πούμε εμείς θα μας το πουν στο τέλος οι
τρόικα-θεσμοί-Ευρώπη και θα είμαστε «εμ κερατάδες, εμ δαρμένοι».
Και μεταξύ μας ξέρουμε ότι, αν είχαμε πει «όχι» από το 2010 που άρχισε
αυτός ο χαμός, πάλι δύσκολα θα περνάγαμε αλλά θα τη βγάζαμε καθαρή
ευκολότερα και θα ξαναπαίρναμε μπροστά ως κοινωνία, ως οικονομία, ως
παραγωγή γρηγορότερα. Και το 2011 ήταν δυσκολότερο να πούμε «Όχι» απ’
ό,τι το 2010 αλλά ευκολότερο απ’ ό,τι σήμερα. Αλλά το 2016 ή το 2017,
που θα ξανατεθεί το ίδιο ερώτημα –γιατί θα τεθεί και μη βιαστείς να το
διαψεύσεις, το ξέρεις πολύ καλά– θα είμαστε όλοι σε ακόμα δυσμενέστερη
θέση, πιο εξαντλημένοι, πιο ξεπουλημένοι για να επιβιώσουμε, πιο
αδύναμοι. Κι αν τυχόν και δεν πούμε «Όχι» μια ώρα αρχύτερα, όπως μας λες
εσύ, φοβάμαι πως και πάλι θα βρεθούμε στα ίδια πολύ σύντομα και τότε
εσύ πάλι θα σπέρνεις τον πανικό και θα λοιδορείς όποιον σου θυμίζει τι
λέγαμε τώρα.
Γιατί, βρε συ Τάκη (και σε αυτό ίσως συμφωνήσουμε επιτέλους και σε κάτι!), η χώρα δεν διαθέτει σοβαρούς πολιτικούς στο αστικό της πολιτικό σύστημα κι αυτό αποδείχτηκε περίτρανα στα χρόνια της κρίσης. Αν υπήρχε έστω και ένας τους με το απαιτούμενο ανάστημα, θα είχε εκείνος/η πρώτος/η οδηγήσει τη χώρα στο «Όχι».
Και μεταξύ μας θα το έκανε και πιο εύκολα κάποιος από τα δεξιά παρά
οποιοσδήποτε από τα αριστερά, διότι δεν θα είχε να απολογηθεί και για
κουραφέξαλα περί «ιδεολογικών καθηλώσεων» και «κολλημάτων», διότι θα
σκεφτόταν –όπως πρέπει να σκεφτεί ο οποιοσδήποτε– πως, ανεξαρτήτως των
πιέσεων, της κριτικής για χειρισμούς, των συγκυριακών ποσοστών αποδοχής ή
αποδοκιμασίας, ανεξαρτήτως των δυσκολιών οι οποίες προκύπτουν από τη
μια ή την άλλη επιλογή, εδώ διακυβεύεται η προοπτική και το μέλλον αυτής
της κοινωνίας, το δικαίωμα του λαού στη ζωή, η ανάσχεση του
εξανδραποδισμού του τόπου.
Η γενιά μας, Τάκη, μέχρι τώρα δεν έζησε μεγάλα γεγονότα στη χώρα μας.
Και καλύτερα. Μεγαλώσαμε εν ηρεμία, οι ανασφάλειες και οι φόβοι μας
ήταν πιο ατομικοί, το περιβάλλον γύρω μας έμοιαζε δεδομένο. Να που όμως
τα έφερε έτσι η ζωή να βρεθούμε μπροστά σε μια άλλη συγκυρία, κρίσιμη,
ιστορική. Μπροστά σ’ αυτήν δεν έχει πια και πολλή σημασία η ατομική μας
εμπάθεια, η κριτική μας σε πρόσωπα ή χειρισμούς, όσο οι επιλογές που
ανοίγονται σε συγκεκριμένες στιγμές της εξέλιξης της ιστορίας. Ζούμε
μέσα στην ιστορία πια και αυτή εξελίσσεται με ιλιγγιώδεις σε σχέση με το
παρελθόν ταχύτητες. Για τούτο οποιοσδήποτε καλόπιστος θα
σκεφτόταν πως σημασία δεν έχουν όλα τα άλλα, σημασία έχει τι θα
σκεφτόμαστε 20 χρόνια μετά για τούτη την Κυριακή κι αν τολμήσαμε να
πούμε το μεγάλο «Όχι»…
Φίλε Τάκη…
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/file-taki%E2%80%A6