Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011

Η μεταβατική περίοδος της κρίσης: Η εποχή των ταραχών

Αναρτούμε μέρος του κειμένου "Η μεταβατική περίοδος της κρίσης: Η εποχή των ταραχών" το οποίο και αναδημοσιεύουμε από το Blaumachen όπου και μπορείτε να το διαβάσετε ολόκληρο.

Με το κείμενο αυτό αναλύουμε τη συγκυρία όπως αυτή διαμορφώνεται μέχρι την άνοιξη του 2011 (πριν το ξέσπασμα του κινήματος στην Ισπανία). Εισάγουμε τον όρο «εποχή των ταραχών», ο οποίος οριοθετεί τη μεταβατική περίοδο της κρίσης που ξεκίνησε το 2008 (στην πραγματικότητα το 2007) και την κρίση αυτής της μεταβατικής περιόδου, ως εξής: «Οι πρόσφατοι αγώνες εκφράζουν ακόμη πιο έντονα τις δύο βασικές όψεις της διαδικασίας που παράγει την επανάσταση της σύγχρονης περιόδου: την απονομιμοποίηση της διεκδίκησης, δηλαδή τη μετατροπή της σε συστατικό της αναπαραγωγής των τάξεων που τείνει να περιθωριοποιείται και να καταστέλλεται, και την εσωτερική απόσταση [απόκλιση] που παράγεται ανάμεσα στις προλεταριακές πρακτικές κατά την κίνηση του ταξικού αγώνα. Η εξέλιξη αυτή παράγεται πλέον σε όλες τις ζώνες του κεφαλαίου με την τροπικότητα που επιβάλλει η αντικειμενικότητα του κεφαλαίου, η οικονομία, σε κάθε μία από αυτές. Μπορούμε να διακινδυνεύσουμε την πρόβλεψη ότι μπαίνουμε σε μια εποχή ταραχών, μεταβατική αλλά εξαιρετικά βίαιη, η οποία θα οριοθετήσει την κρίση αναπαραγωγής του προλεταριάτου, άρα και του καπιταλισμού ως σημαντικό διαρθρωτικό στοιχείο της επόμενης περιόδου. Με την έννοια ταραχές εννοούμε κινηματικές διεκδικητικές ή μη διαδικασίες με ιδιαίτερα βίαιη μορφή που μετατρέπουν τα αστικά περιβάλλοντα σε πεδία ταραχών χαμηλής ή μεγαλύτερης έντασης (οι ταραχές δεν είναι επανάσταση, ακόμη και οι εξεγέρσεις δεν είναι επανάσταση, παρότι μπορούν να αποτελέσουν το ξεκίνημα μιας επανάστασης). Η εσωτερική απόσταση ανάμεσα στις προλεταριακές πρακτικές εντείνει όλες τις κοινωνικές αντιφάσεις και δημιουργεί μια αυτοτροφοδοτούμενη διαδικασία εντεινόμενων συγκρούσεων οι οποίες συμπεριλαμβάνουν ολοένα και περισσότερες κατηγορίες της εργατικής τάξης, και αύξηση της καταστολής. Η ιδιαιτερότητα αυτής της «εποχής» έγκειται στο ότι η δυναμική των αγώνων δεν μπορεί να παραγάγει σχετικά ευσταθή αποτελέσματα. Σε κάθε περίπτωση, οι αγώνες των προλετάριων ως τάξης που διεκδικεί μια αξιοπρεπέστερη ύπαρξη, αναπόφευκτα αναπαράγουν την αντίπαλη τάξη και τη δική τους ταξική ύπαρξη σαν τάξης των προλετάριων. Το όριο των αγώνων, σήμερα πια, είναι ακριβώς το γεγονός ότι είναι ταξικοί αγώνες. Από την άλλη πλευρά, η δραστηριότητα από την οποία παράγεται η ταξική φύση των αγώνων σαν όριο δεν παύει να είναι ταξική δραστηριότητα, στην αρχική της τουλάχιστον φάση. Το όριο των αγώνων είναι ακριβώς το γεγονός ότι παραμένουν ταξικοί αγώνες, ενώ η μόνη εγγύηση της υπέρβασής τους είναι η έμπρακτη επίθεση στο κεφάλαιο, η οποία ταυτόσημα είναι επίθεση στην ίδια την ταξική ύπαρξη των προλετάριων» (blaumachen 5, Η εποχή των ταραχών).


Οι ταραχές του Αυγούστου στην Αγγλία επιβεβαιώνουν την ανάλυση σχετικά με την  «εποχή των ταραχών» και αποτελούν έναν ακόμη ιστορικό σταθμό προς την κορύφωση του τρέχοντος κύκλου αγώνων. Η γραμμή Νοέμβρης 2005 (Γαλλία) – Δεκέμβρης 2008 (Ελλάδα) – Αύγουστος 2011 (Αγγλία) είναι πολύ δύσκολο πια να αγνοηθεί ακόμη και από όσους εθελοτυφλούσαν πριν τα τελευταία γεγονότα. Συγκεκριμένες πρακτικές που εμφανίζονται σ’ αυτή την ιστορική διαδοχή (λεηλασίες, εμπρησμοί-καταστροφές κτιρίων, πυρπόληση αστυνομικών τμημάτων) δομούν το υποκείμενο των αποκλεισμένων, του δομικά παραγόμενου πλεονάζοντος πληθυσμού μέσα στον τρέχοντα κύκλο συσσώρευσης. Οι πρακτικές αυτές επιβεβαιώνουν το «τέλος του ακτιβισμού» (δες το κείμενο «Η τωρινή στιγμή»), ως συγκεκριμένης σχηματοποίησης του ορίου της ταξικής πάλης. Στην περίπτωση της Γαλλίας, η καθορισμένη από το κράτος πολεοδομική περιθωριοποίηση των αποκλεισμένων δεν άφησε κανένα περιθώριο συνύπαρξης του «αυτόνομου από το κεφάλαιο» ακτιβισμού με τους εξεγερμένους. Στην περίπτωση της Ελλάδας η συνάντηση των ακτιβιστών με τους μετανάστες και τους μαθητές παρήγαγε μια συνύπαρξη στην οποία  συγκεκριμένοι ακτιβιστές βρέθηκαν μέσα από τις ίδιες τις πρακτικές τους να αμφισβητούν τον εναλλακτισμό τους. Στην περίπτωση της Αγγλίας η πολεοδομία δεν αποτέλεσε εμπόδιο συνάντησης, αλλά ο εναλλακτισμός ήταν απολύτως ξένος με τις πρακτικές των εξεγερμένων (από εδώ πηγάζει και η τόσο έντονη κριτική στις πρακτικές της λεηλασίας από πολλούς  ακτιβιστές, κριτική που έφτασε στο σημείο να γίνει πρακτική με τη συμμετοχή κάποιων στις ομάδες για riot cleanup).

Τα κινήματα των «αγανακτισμένων» επιβεβαιώνουν το «τέλος του ριζοσπαστικού δημοκρατισμού» (δες το κείμενο «Η τωρινή στιγμή»), καθώς αποτελούν την έκρηξη των αντιφάσεων του τελευταίου. Η κρίση του 2008, ως κρίση της παγκοσμιοποίησης, έδωσε τη δυνατότητα το 2011 στο ριζοσπαστικό δημοκρατισμό να επανακάμψει μετά από μακρά απουσία (από το 2003) και να καταστραφεί μέσα στο θρίαμβο του. Τα κινήματα αυτά είναι πολύ πλατειά από άποψη σύνθεσης (περιλαμβάνουν από νέους προς ένταξη στην αγορά εργασίας – μόνο θεωρητικά – έως ραγδαία προλεταριοποιούμενους μικρο-καπιταλιστές και στελέχη επιχειρήσεων) και από άποψη διεκδικήσεων (από μια ρύθμιση του καπιταλισμού μέχρι την εναλλακτική διαχείριση του, η οποία εκφράζεται με διάφορα επίθετα πριν από τη λέξη δημοκρατία). Ο θρίαμβος του ριζοσπαστικού δημοκρατισμού συνίσταται στο γεγονός ότι αυτή η ευρύτητα της σύνθεσης του εκφράστηκε επιτέλους με τη μαζικότητα που της αντιστοιχεί και στο γεγονός ότι πλέον κυριαρχούν οι λέξεις που χρησιμοποιούσε το ακτιβιστικό-πρωτοποριακό του κομμάτι στο παρελθόν. Ό,τι στα τέλη της δεκαετίας του 1990-αρχές της δεκαετίας του 2000 φάνταζε «ριζοσπαστικό» (αυτοοργάνωση, έλεγχος των κρατικών δομών από την εργατική τάξη, πλήρης απαξίωση των κομμάτων, «άμεση» δημοκρατία) σήμερα αποτελεί την κοινοτοπία των κινημάτων αυτών (με αποτέλεσμα κάποιες απ’ αυτές τις λέξεις να μην έχουν πια το παλιό «ριζοσπαστικό» τους περιεχόμενο). Και οι δύο όμως όψεις του θριάμβου στην πραγματικότητα αποτελούν την καταστροφή, ή πιο ακριβώς διατυπωμένο, την εσωτερική υπονόμευση, την κατάρρευση του ριζοσπαστικού δημοκρατισμού: η μαζικότητα, όπως ήταν αναμενόμενο, απέτυχε να κάνει ορατές για το κράτος, πόσο μάλλον να «νομιμοποιήσει» τις διεκδικήσεις τους και οι λέξεις που χρησιμοποιούνται δεν κατόρθωσαν να κρύψουν το εσωτερικό κενό περιεχομένου του κινήματος: κανείς δεν πιστεύει ότι αυτές οι λέξεις μπορεί να σημαίνουν κάτι από μόνες τους πια, κανείς δεν πιστεύει σε έναν «άλλο κόσμο που είναι εφικτός» (χωρίς αυτό να προϋποθέτει την καταστροφή αυτού του κόσμου). Μέσα στη δεύτερη φάση της αναδιάρθρωσης (δες το κείμενο «Η εποχή των ταραχών») η απάντηση του κράτους σ’ αυτή την εντυπωσιακή εισβολή στη δημόσια σφαίρα των κινημάτων των «αγανακτισμένων» δεν είναι μια «νέα» ρύθμιση της σχέσης κεφάλαιο, αντίθετα είναι κάπως άκομψη και  μονοκόμματη: αστυνομία.

Το σημαντικό στις μελλοντικές εξελίξεις, ως κρίση και ένταση της ταξικής πάλης,  είναι η εξέλιξη της σχέσης ανάμεσα στις πρακτικές τύπου Αγγλίας και στις πρακτικές των «αγανακτισμένων». Η σχέση αυτή αποκτά βαρύνουσα σημασία λόγω της ρευστότητας ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο δομούμενα υποκείμενα (η ανεργία έχει μπει στο κέντρο της  μισθωτής σχέσης). Η σχηματοποίηση του νέου ορίου (η αστυνομία, το ταξικό ανήκειν ως εξωτερικός καταναγκασμός) οδηγεί σε μια νέα μορφοποίηση που επιχειρούμε να προσεγγίσουμε με τον όρο «ταραχές». Οι «ταραχές» περικυκλώνουν τα κινήματα των «αγανακτισμένων», τα διεμβολίζουν και τελικά διεισδύουν σ’ αυτά και παράγουν αποκλίσεις ανάμεσα σε πρακτικές των κινημάτων αυτών (μια πρώτη έκφανση αυτού του γεγονότος αποτελεί το διήμερο 28-29 Ιουνίου στην Ελλάδα). Η διαλεκτική της απόκλισης δουλεύει πυρετωδώς…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου