Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023

Εισήγηση της Nara Cladera στην Εκδήλωση: Οι απεργίες στη Γαλλία



Πρόλογος

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της γραπτής εισήγησης της Γαλλίδας συντρόφισσας σε μετάφραση από τα γαλλικά της Ράνιας Παπαγεωργίου.

Απαραίτητη διευκρίνιση: κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης (8/6/23) κάποια σημεία παρουσιάστηκαν με συντομία ή και παραλήφθηκαν λόγω χρόνου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι υπήρξαν και δύο προσθήκες λόγω τρέχουσας επικαιρότητας:Εκτίμηση για την απεργία την προπαραμονή της εκδήλωσης 6/6 θεωρήθηκε ως η τελευταία αυτής της φάσης του αγώνα με μειωμένη αλλά όχι απογοητευτική συμμετοχή.Ενημέρωση για την κοινοβουλευτική διαδικασία που έλαβε χώρα την ημέρα της εκδήλωσης και με την πλήρη αποτυχία της απέδειξε περίτρανα το θεσμικό κοινοβουλευτικό αδιέξοδο.

Τέλος για την καλύτερη κατανόηση από τον/την μη εξοιεικειωμένο/η με τη γαλλική πραγματικότητα αξίζει να επισημανθούν: Πρώτα από όλα ότι η οργάνωση των γαλλικών συνδικάτων διαφέρει πολύ από πχ την ελληνική καθώς συγκροτούνται Γενικές Πανεθνικές Οργανώσεις με ιδεολογικοπολιτικά κριτήρια με απλά λόγια θα λέγαμε ότι υπάρχουν πολλές ΓΣΕΕ με αναφορά ιδεολογική κομματική δηλαδή περίπου όπως οι συνδικαλιστικές παρατάξεις στη χώρα μας. Σύμφωνα με την άποψη των Solidaires θα ήταν πιο λειτουργική μια διάκριση μεταξύ ρεφορμιστικών και αγωνιστικών συνδικαλιστικών οργανώσεων και όχι με βάση την κομματική στήριξη. Παρόλα αυτά για την πληρότητα παραθέτουμε τις ονομασίες αρτικόλεξα και κόμματα που έχουν ιστορικούς δεσμούς μαζί τους. Συγκεκριμένα:Γαλλική Δημοκρατική Συνομοσπονδία Εργασίας (Confédération française démocratique du travail , CFDT Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα)
Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας (Confédération Générale du Travail , CGT Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας)
Γενική Συνομοσπονδία Εργατικής Δύναμης (Confédération Générale du Travail-Force Ouvrière , ή απλά Force Ouvrière , FO )
Γαλλική Συνομοσπονδία Χριστιανών Εργατών (Confédération française des travailleurs chrétiens ; CFTC )
Συνδικαλιστική Ένωση Αλληλεγγύης Solidaires ή Solidaires Unitaires Démocratiques (SUD)
Εθνική Ένωση Αυτόνομων Συνδικάτων ( Union Nationale des Syndicats Autonomes , UNSA)
Γαλλική Συνομοσπονδία Διοίκησης – Γενική Συνομοσπονδία Στελεχών (Confédération française de l’encadrement – Confédération générale des cadres , CFE-CGC)
Ενιαία Συνδικαλιστική Ομοσπονδία (Fédération Syndicale Unitaire FSU)Στη Γαλλία υπάρχει τόσο Γερουσία όσο και Εθνοσυνέλευση ημιπροεδρικό σύστημα με πρόεδρο και πρωθυπουργό ενώ το σημερινό καθεστώς ονομάζεται 5η Γαλλική Δημοκρατία από το 1958 και πρώτο πρόεδρο τον Σαρλ ντε Γκολ.
Εισήγηση

Αγαπητοί σύντροφοι, πρώτα απ’ όλα, εκ μέρους της Union Syndicale Solidaires , θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση αυτή, γιατί είναι πολύ σημαντική για εμάς. Έχω έρθει εδώ όχι ως ειδικός, ούτε ως σχολιάστρια της επικαιρότητας στη Γαλλία, αλλά ως εργαζόμενη, ως συνδικαλίστρια ακτιβίστρια που συμμετείχε και συμμετέχει στο κοινωνικό κίνημα στη Γαλλία. Για την Union Syndicale Solidaires και το Διεθνές Δίκτυο Συνδικαλιστικής Αλληλεγγύης και Αγώνα (Réseau Syndical International de Solidairité et de Luttes), οι ανταλλαγές μεταξύ των εργαζομένων είναι βασικές/ουσιώδεις για την οικοδόμηση του διεθνισμού που προσπαθούμε να προωθήσουμε.

Η απεργία ξεκίνησε από την πανεθνική διασυνδικαλιστική οργάνωση (διασυνδικαλιστική στο εξής), η οποία περιλαμβάνει τις οργανώσεις CFDT, CGT, FO, CGC, CFTC, UNSA, Solidaires και FSU . Έχει καλέσει σε δεκατέσσερις πανεθνικές ημέρες απεργίας και διαδηλώσεων: 19 Ιανουαρίου, 31 Ιανουαρίου, 7 Φεβρουαρίου, 11 Φεβρουαρίου, 16 Φεβρουαρίου, 7 Μαρτίου, 8 Μαρτίου, 11 Μαρτίου, 23 Μαρτίου, 28 Μαρτίου, 6 Απριλίου, 13 Απριλίου, 1er Μαΐου και 6 Ιουνίου. Η συμμετοχή ήταν εξαιρετική, η υψηλότερη των τελευταίων ετών. Αυτό συνέβη στις μεγάλες πόλεις, αλλά και σε πλήθος πόλεων σε όλη τη Γαλλία. Αυτό είναι χαρακτηριστικό του κινήματος Κίτρινων Γιλέκων: ισχυρές τοπικές ρίζες σε κάθε περιοχή. Για παράδειγμα, στις 31 Ιανουαρίου, ο αριθμός των διαδηλωτών/τριων στην Tarbes, αν τον φέρουμε στην κλίμακα του Παρισιού, θα αντιπροσώπευε 6 εκατομμύρια ανθρώπους- στους δρόμους του Saint-Gaudens, μιας πόλης 11.500 κατοίκων, βρέθηκαν 5.200 άνθρωποι. Τα παραδείγματα θα μπορούσαν να πολλαπλασιαστούν. Συνολικά, ένα εκατομμύριο, δύο εκατομμύρια, δυόμισι εκατομμύρια, αυτό δεν είναι πλέον το ζητούμενο. Οι διαδηλώσεις είναι σε κλίμακα που δεν έχει παρατηρηθεί εδώ και πολύ καιρό- κανείς δεν το αρνείται αυτό.

Αγωνιζόμαστε κατά της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης της κυβέρνησης Μακρόν, αλλά έχουν γίνει πολλές επιθέσεις στις συντάξεις τα τελευταία 30 χρόνια: 1993, 1995, 2003, 2007, 2010, 2013, 2018, 2019, 2023. Οι κοινοί στόχοι: να μας κάνουν να δουλεύουμε περισσότερο, να κερδίζουμε λιγότερα και να καταστρέψουν ένα συνταξιοδοτικό σύστημα, το οποίο, αν και δεν είναι τέλειο στα μάτια μας, εντούτοις θεωρείται από την αστική τάξη ως μια ανωμαλία μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα. Τα ίδια καταστροφικά εργαλεία έχουν χρησιμοποιηθεί όλα αυτά τα χρόνια: υπολογισμός των συντάξεων με βάση μεγαλύτερο αριθμό ετών μισθού, επιμήκυνση της περιόδου εισφορών που απαιτείται για μια πλήρη σύνταξη, μειωμένες συντάξεις, μετάθεση της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδότησης, κατάργηση καθεστώτων που είναι πιο ευνοϊκά από το γενικό καθεστώς, στέρηση των συνταξιοδοτικών ταμείων των εργαζομένων υπέρ του κράτους κ.λπ. Όσον αφορά την τρέχουσα κατάσταση, το νομοσχέδιο που έγινε νόμος τον Μάρτιο μπορεί να συνοψιστεί ως εξής:Αύξηση της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδότησης στα 64 έτη. Οι διαδοχικές αντιμεταρρυθμίσεις είχαν ως αποτέλεσμα ένα βήμα προς τα πίσω για σχεδόν μισό αιώνα σε κοινωνικούς όρους.
Αύξηση του χρόνου εισφορών που απαιτείται για τη θεμελίωση δικαιώματος πλήρους σύνταξης: 43 έτη. Αυτή είναι η άλλη καθοριστική παράμετρος, διότι δεν αρκεί να είστε 64 ετών, αλλά πρέπει να έχετε εργαστεί συνεχώς σε όλη σας τη ζωή. Αδύνατον, αν λάβουμε υπόψη τα τυχόν έτη σπουδών, την επισφάλεια των συμβάσεων, τις αδήλωτες εργασίες που διαδίδονται όλο και περισσότερο και δεν συνεπάγονται εισφορές κοινωνικής ασφάλισης κ.ο.κ.
Οι ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών διατηρούνται ή και επιδεινώνονται. Οι κοινωνικές ανισότητες διατηρούνται, ή ακόμη και επιδεινώνονται, με τους πλουσιότερους ανθρώπους να μπορούν να κάνουν χρήση των προγραμμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης.
Κατάργηση των ελάχιστων συνταξιοδοτικών καθεστώτων που έχουν απομείνει και είναι ευνοϊκότερα από το γενικό σύστημα: βιομηχανίες ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, RATP, Banque de France. Ένα από αυτά τα εμβληματικά συστήματα ήταν αυτό των σιδηροδρομικών (SNCF), το τέλος του οποίου έχει ήδη προγραμματιστεί με νόμο του 2018.

Όσον αφορά τα ειδικά καθεστώτα, αυτά των γερουσιαστών και των βουλευτών, θα πρέπει να γνωρίζετε ότι δεν επηρεάζονται και όμως… οι γερουσιαστές λαμβάνουν καθαρή σύνταξη περίπου 2.190 ευρώ μετά από… μία μόνο 6ετή θητεία.

Ένας βουλευτής που έχει υπηρετήσει πέντε χρόνια λαμβάνει καθαρή μηνιαία σύνταξη 684,38 ευρώ στην ηλικία των 62 ετών, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της Εθνοσυνέλευσης.

Μετά από δύο θητείες, θα λάβει σύνταξη ύψους 1.368 ευρώ καθαρά, ποσό που αντιστοιχεί σε αυτό που δικαιούται ο υπόλοιπος πληθυσμός, δεδομένου ότι η μέση σύνταξη είναι σήμερα 1.400 ευρώ καθαρά.

Μπορούμε να μιλήσουμε για κινητοποίηση τόσο εξαιρετική όσο και ανεπαρκή Εξαιρετική από την άποψη του αριθμού των διαδηλωτών, της διάρκειας των διαδηλώσεων, της λαϊκής εξέγερσης, αλλά και του γεγονότος ότι απεργίες πραγματοποιήθηκαν σε πολλές ιδιωτικές επιχειρήσεις σε διάφορους επαγγελματικούς τομείς καθ’ όλη τη διάρκεια αυτών των μηνών. Ανεπαρκής, διότι, όπως λέγαμε από την αρχή, “οι διαδηλώσεις δεν αρκούν“, και όμως αυτή παραμένει η προτιμώμενη μέθοδος δράσης για πολλούς. Το μπλοκάρισμα της οικονομίας, το σταμάτημα των μέσων παραγωγής, με άλλα λόγια η απεργία, παραμένει δύσκολο να γενικευτεί, είτε σε βάθος χρόνου βέβαια, είτε ακόμη και σε “εθνικές ημέρες”.

Αν η παρατήρηση αυτή είναι απαραίτητη για να προχωρήσουμε είναι επίσης σημαντικό να ξαναμιλήσουμε για την ισχυρή φύση αυτού του μαζικού κινήματος. Χωρίς να ανατρέξουμε στις τεράστιες διαδηλώσεις σε όλες τις περιοχές, θα πρέπει να σημειώσουμε τα μπλόκα και τις συγκεντρώσεις που συνεχίζονται, ιδιαίτερα από τον Μάρτιο. Δεν υποκαθιστούν τις απεργίες, γιατί έχουν ασθενέστερη επίδραση στην οικονομία, στην παραγωγή και επομένως στα κέρδη των καπιταλιστών. Όμως φέρνουν κοντά τις συνδικαλιστικές ομάδες της CGT, των Solidaires, της FSU, ακόμα και της FO ή της CFDT από τις ίδιες πόλεις ή από τις ίδιες γειτονιές στα μεγάλα αστικά κέντρα. Βραχυπρόθεσμα, αυτό ενισχύει τη λαϊκή εμπιστοσύνη στο κίνημα και στις συνδικαλιστικές οργανώσεις που το οργανώνουν- μακροπρόθεσμα, δημιουργεί μια θετική δυναμική για το συνδικαλιστικό κίνημα.

Για τις αγωνιστικές/μαχητικές ομάδες, η πρόκληση ήταν να συνεχίσουν την κινητοποίηση μεταξύ κάθε εθνικής ημερομηνίας. Εξ ου και οι σειρές βραδινών διαδηλώσεων, γνωστές ως “πορείες με πυρσούς”- εξ ου και οι συζητήσεις και μερικές φορές οι πρωτοβουλίες για τα απεργιακά κεφάλαια- εξ ου και οι “Γ.Σ.” στις πόλεις που συγκεντρώνουν αγωνιστές από διάφορες οργανώσεις- εξ ου και οι “κατσαρόλες” των τελευταίων μηνών. Οι διαδοχικές διαδηλώσεις δεν αρκούν για να κερδίσουν την ημέρα. Επειδή δεν σταματούν την οικονομία, αλλά και επειδή συγκεντρώνουν ανθρώπους που είναι ήδη κινητοποιημένοι, σε διαφορετικό βαθμό. Τώρα, το να αλλάξουμε την/ον ισορροπία/συχετισμό δυνάμεων υπέρ μας προϋποθέτει να κερδίσουμε εκείνους που δεν έχουν ενταχθεί στο συλλογικό κίνημα διαμαρτυρίας: τους εργαζόμενους σε εταιρείες όπου η απεργία δεν είναι στην ημερήσια διάταξη, εκείνους σε τομείς όπου πιστεύουν ότι “δεν μπορούν” να απεργήσουν- όπου υπάρχει η ανάγκη να αισθάνονται την έμπρακτη υποστήριξη των συνδικαλιστικών ομάδων της διπλανής μεγάλης εταιρείας, μερικές φορές στον ίδιο χώρο (υπεργολαβία), η ανάγκη να υπολογίζουν στις ανταλλαγές με τις τοπικές συνδικαλιστικές ομάδες και την παρουσία τους. Η διανομή φυλλαδίων και οι συζητήσεις που οργανώνονται από την CGT, την Solidaires και άλλα τοπικά/τμηματικά συνδικάτα είναι απαραίτητες αν θέλουμε να οικοδομήσουμε μια πανεθνική διακλαδική/διεπαγγελματική απεργία.

Η ανάδειξη του χρονικού διαστήματος μεταξύ δύο εθνικών ημερομηνιών είναι επίσης ένα επαναλαμβανόμενο θέμα για ορισμένα πολιτικά ρεύματα, τα οποία επιθυμούν ιδιαίτερα να προσελκύσουν την προσοχή με ομιλίες και κείμενα που μιμούνται τον ριζοσπαστισμό. Συχνά περιστρέφεται γύρω από το “πρέπει να προκηρύξουμε γενική απεργία τώρα”, “ας μην περιμένουμε τη διασυνδικαλιστική”. Αλλά τι κάνει η διασυνδικαλιστική; Λοιπόν, στις 12 Φεβρουαρίου, για παράδειγμα, η διασυνδικαλιστική κάλεσε “τους εργαζόμενους, τους νέους και τους συνταξιούχους να εντείνουν το κίνημα φέρνοντας τη Γαλλία σε ακινησία σε όλους τους τομείς στις 7 Μαρτίου. Η διασυνδικαλιστική θα χρησιμοποιήσει την 8η Μαρτίου, τη διεθνή ημέρα αγώνα για τα δικαιώματα των γυναικών, για να αναδείξει τη μεγάλη κοινωνική αδικία αυτής της μεταρρύθμισης σε βάρος των γυναικών“. Τι περισσότερο θα μπορούσε να ζητήσει κανείς από μια διασυνδικαλιστική ομάδα που απαρτίζεται από τις CFDT, CGT, FO, CGC, CFTC, UNSA, Solidaires και FSU; Σε μια εποχή που η ενότητα της δράσης των συνδικάτων αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη συμμετοχή πολλών μισθωτών∙τι νόημα έχει να ξοδεύουμε χρόνο και ενέργεια για να ασκούμε κριτική σε μια διασυνδικαλιστική που προτείνει μια τέτοια προοπτική για τις αρχές Μαρτίου; Θα ήταν προτιμότερο να το κάνουμε σημείο υποστήριξης- όπως στους επαγγελματικούς τομείς, όπου, για παράδειγμα στην SNCF, η SUD-Rail και η CGT διατήρησαν το διασυνδικαλιστικό πλαίσιο με την UNSA και την CFDT, χωρίς αυτό να εμποδίζει την έκκλησή τους για επαναλαμβανόμενη απεργία από τις 7 Μαρτίου, την οποία άλλωστε ανέλαβαν από κοινού οι τέσσερις ομοσπονδίες.
“Ενισχύστε το κίνημα φέρνοντας τη Γαλλία σε αδιέξοδο σε όλους τους τομείς”.

Το ζήτημα της κυλιόμενης απεργίας συζητήθηκε από διάφορες συνδικαλιστικές συλλογικότητες. Ομολογουμένως, η εθνική διασυνδικαλιστική δεν ήταν ομόφωνη επί του θέματος. Όμως αρκετές οργανώσεις τάχθηκαν υπέρ αυτής της θέσης, και είναι ένα αδιαμφισβήτητο βήμα προς τα εμπρός σε σχέση με ό,τι έχουμε δει στο παρελθόν κατά τη διάρκεια παρόμοιων κοινωνικών κινημάτων. Σε αυτού του είδους την κατάσταση, πρέπει να στηριχτούμε στην ενότητα μεταξύ των συνδικάτων για την απόρριψη της αντιμεταρρύθμισης και να αναδείξουμε τις εκκλήσεις για απεργίες – “ανανεώσιμες“, “όπου είναι δυνατόν” και “εκτεταμένες” – από αρκετές εθνικές διακλαδικές οργανώσεις.

Ήδη από τις 11 Φεβρουαρίου, η CGT, η UNSA, η FO, η CGC και η Solidaires κάλεσαν σε ανανεούμενη απεργία στη RATP (μετρό Παρισιού), με έναρξη στις 7 Μαρτίου, όπως και η CGT και η SUD-Rail στον τομέα των σιδηροδρόμων, και η CGT για την αποκομιδή απορριμμάτων και οικιακών απορριμμάτων, ενώ γρήγορα προστέθηκαν κλαδικά καλέσματα του ίδιου τύπου. Η δια-συνδικαλιστική οργάνωση της εκπαίδευσης (FSU, UNSA, FO, CFDT, CGT, SNALC, SUD) κάλεσε σε “μαζικές απεργίες στις 7 Μαρτίου για να κλείσουν εντελώς τα σχολεία, τα κολέγια και οι υπηρεσίες“. Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και την έρευνα, επίσης, όλα τα συνδικάτα κάλεσαν για τις 7 Μαρτίου “σε μαζικές απεργίες που θα οδηγήσουν στο πλήρες κλείσιμο των πανεπιστημίων και των ερευνητικών φορέων. Η διασυνδικαλιστική καλεί το προσωπικό σε μαζική κινητοποίηση στις 8 Μαρτίου“.

Δεν έλεγε η διασυνδικαλιστική “γενική απεργία”; Φυσικά, αλλά αν ο στόχος είναι να οικοδομήσουμε αυτή τη γενική απεργία και όχι απλώς να πούμε ότι καλέσαμε σε μια τέτοια απεργία, τι είναι πιο χρήσιμο: ένα κάλεσμα με τις δύο λέξεις, από μία ή δύο μόνο οργανώσεις; Ή ένα κάλεσμα για να “ακινητοποιήσουμε τη χώρα” αμέσως μετά από ένα άλλο για να “συνεχίσουμε και να ενισχύσουμε το κίνημα“, όπως έκαναν από κοινού οι CFDT, CGT, FO, CGC, CFTC, UNSA, Solidaires και FSU;

Η διασυνδικαλιστική CFDT/CGT/FO/CGC/CFTC/UNSA/Solidaires/FSU έχει θέσει ως καταληκτική ημερομηνία την 7η Μαρτίου, με έκκληση να “ακινητοποιηθεί η Γαλλία“. Το βράδυ της ίδιας ημέρας, το μήνυμα των ίδιων εθνικών διακλαδικών οργανώσεων ήταν πολύ σαφές: “[η διακλαδική ένωση] υποστηρίζει και ενθαρρύνει όλους τους επαγγελματικούς κλάδους να συνεχίσουν και να επεκτείνουν το κίνημα“. Σε αντίθεση με ό,τι συνέβη κατά τη διάρκεια παρόμοιων κινημάτων κατά το τελευταίο τέταρτο του αιώνα, αυτή τη φορά η διεπαγγελματική δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση φρένο- όποια και αν είναι η γνώμη μερικών “ριζοσπαστικών” σχολιαστών που δεν είναι απεργοί ή μερικών “επαναστατών” των οποίων ο δικός τους κλάδος δε διακρίνεται για τον αριθμό των απεργών.
Ενότητα, οικοδόμηση απεργίας, προτεραιότητες σύμφωνα με τους στόχους μας

Η ενότητα είναι επίσης πολύ ορατή στις διάφορες δράσεις που αποφασίζονται τοπικά σε όλη τη χώρα: φυλλάδια στις πύλες των επιχειρήσεων ή σε δημόσιους χώρους, αποκλεισμός σταθμών διοδίων, κυκλικών κόμβων ή δρόμων, υποστήριξη καταλήψεων χώρων παραγωγής κ.λπ. Υπάρχει μια διαλεκτική σχέση μεταξύ της διατήρησης της πανεθνικής διασυνδικαλιστικής διάρκειας και των συνθημάτων που προβάλλει κάθε συνδικαλιστική δύναμη. Το αποτέλεσμα στην πραγματικότητα – και αυτό είναι που μετράει – αντανακλάται στο υψηλό επίπεδο κοινωνικής κινητοποίησης. Είναι προς το μεγάλο μας συμφέρον να διατηρήσουμε την ενότητα της συνδικαλιστικής δράσης, καθώς και τα συνδικαλιστικά πλαίσια προβληματισμού. Αυτό θα είναι απαραίτητο απέναντι στην επιθυμία να καταστραφεί ο συνδικαλισμός.

Μεταξύ 11 Φεβρουαρίου και 7 Μαρτίου, υπήρχε σχεδόν ένας μήνας κατά τον οποίο, δεδομένου του γενικού κλίματος, οι συνδικαλιστικές ομάδες μπορούσαν να αφιερώσουν το χρόνο τους αποκλειστικά στην οικοδόμηση της απεργίας. Αν θέλεις μια γενική απεργία, δεν μπορείς να περιοριστείς στην εταιρεία σου ή στον επαγγελματικό σου κλάδο. Οι τοπικοί διακλαδικοί δεσμοί είναι απαραίτητοι για τη νίκη. Αλλά είναι επίσης το μακροπρόθεσμο που διακυβεύεται εδώ: περίοδοι όπως αυτές που βιώνουμε από τον Ιανουάριο φέρνουν νέους ανθρώπους στο συνδικαλιστικό κίνημα, οι επαφές είναι πάρα πολλές, τα μέλη αυξάνονται… Πρέπει να τα δομήσουμε όλα αυτά, να δημιουργήσουμε ή να αναζωογονήσουμε τα τοπικά διακλαδικά Σωματεία. Με λίγα λόγια, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι στο μέλλον θα είμαστε πιο αποτελεσματικοί και επομένως πιο χρήσιμοι για τους εργαζόμενους στην υπεράσπιση των άμεσων αιτημάτων τους και στη δημιουργία των συνθηκών για την κοινωνική χειραφέτηση.

Έχει ειπωθεί ότι το CFDT διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στην εθνική διασυνδικαλιστική. Πολύ κεντρικός; Ίσως, αλλά είναι η κορυφαία οργάνωση όσον αφορά τα μέλη, η κορυφαία σύμφωνα με τα αποτελέσματα στις επαγγελματικές εκλογές.

Η δυσκολία αυτού του κινήματος ήταν η εφαρμογή των ανανεώσιμων απεργιών. Οι εργαζόμενοι στους σιδηροδρόμους το επιχείρησαν αυτό, μετά από εκκλήσεις των ομοσπονδιών CGT, UNSA, SUD-Rail και CFDT. Αλλά η (σχετική) αδυναμία τους ήταν εμφανής σε δύο σημεία:Ήδη από τις 7 Μαρτίου, το ποσοστό των απεργών ήταν χαμηλότερο από ό,τι σε προηγούμενες απεργίες, οι οποίες είχαν επίσης ως κίνητρο τις επιθέσεις στις συντάξεις. 41,29% στις 7 Μαρτίου 2023, έναντι 61% στις 24 Νοεμβρίου 1995, 62,40% στις 12 Μαΐου 200, 61,47 στις 14 Νοεμβρίου 2007 (και 71,90% στις 14 Οκτωβρίου) και 50,50 στις 5 Δεκεμβρίου 2019.
Εν μέρει εξαιτίας αυτού, αλλά και για άλλους λόγους (συμπεριλαμβανομένης της αδυναμίας των γενικών συνελεύσεων και της έντονης επιθυμίας “να μην προχωρήσουμε μόνοι μας”), η ανανέωση ήταν δύσκολη. Τη δεύτερη ημέρα της απεργίας, οι απεργοί ήταν 18,99%, την τρίτη 11,93, την τέταρτη 8,40%. Το 2017, το ποσοστό ήταν 42,80% τη δεύτερη ημέρα και 30,31% μια εβδομάδα αργότερα- το 2019, στις 7 Δεκεμβρίου υπήρχαν 44,51% απεργοί, 40,40% στις 8 Δεκεμβρίου… Τη δεύτερη εβδομάδα της απεργίας τον Μάρτιο του 2023 τα ποσοστά κυμάνθηκαν μεταξύ 4% και 6% (εκτός από ένα “υψηλό σημείο” 15,61%)- το ποσοστό έπεσε μεταξύ 2% και 6% την τρίτη εβδομάδα (εκτός από την ημέρα της 23ης: 26,98%).

Ανεξάρτητα από τους ακριβείς αριθμούς, οι συνδικαλιστές και οι απεργοί βλέπουν αυτή την πραγματικότητα σε πραγματικό χρόνο. Το ίδιο και τα αφεντικά και η κυβέρνηση. Ο ενθουσιασμός είναι απαραίτητος για την εμψύχωση μιας απεργίας και μπορεί να οδηγήσει στο να μην μένουμε στα νούμερα. Αλλά δεν υπάρχει λόγος να κρύβουμε την πραγματικότητα από τους απεργούς του κλάδου… ειδικά αφού την καταλαβαίνουν τόσο καλά. Το πρόβλημα προκύπτει περισσότερο στις συνδέσεις με άλλους επαγγελματικούς κλάδους: “Στο xx η απεργία συνεχίζεται”, “Στο xx, η γενική συνέλευση ανανέωσε την απεργία”- αλλά αν δεν υπάρχει τοπικό διακλαδικό συνδικαλιστικό εργαλείο όπου μπορεί να μοιραστεί “η αλήθεια για τις τιμές”, πολλές συνδικαλιστικές ομάδες κινδυνεύουν να βασίσουν τις αναλύσεις τους για την απεργία σε ψευδαισθήσεις.
Από τις συντάξεις στον αντικαπιταλιστικό αγώνα

Το ζήτημα των συντάξεων δείχνει πώς μπορεί να συνδεθεί η υπεράσπιση των άμεσων αιτημάτων με εναλλακτικές λύσεις για το καπιταλιστικό σύστημα. Το άμεσο αίτημα είναι η απόρριψη της αντιμεταρρύθμισης. Είναι σωστό να καταγγείλουμε την παράταση της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδότησης, να απορρίψουμε την αύξηση του αριθμού των ετών υπηρεσίας που απαιτούνται για μια πλήρη σύνταξη, να απαιτήσουμε να ληφθεί σωστά υπόψη η επίπονη εργασία, να ζητήσουμε μέτρα για την καθιέρωση της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών κ.ά. Όλα αυτά γρήγορα μετατρέπονται σε ζήτημα διαμοιρασμού του πλούτου. Πολλά από τα πλακάτ, τα συνθήματα, τα πανό, τις αφίσες και τα φυλλάδια επισημαίνουν τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ που ξοδεύουν οι μέτοχοι, τη φοροδιαφυγή κ.λπ. Αυτό οδηγεί σε δύο ερωτήματα: “Ποιος δημιουργεί αυτόν τον πλούτο;” και “Πώς διανέμεται;”. Καταλήγουμε στο εξής: “Αυτοί που τον παράγουν με την εργασία τους έχουν μόνο ένα μικρό μερίδιο” και “Μονοπωλείται από τους μετόχους και τα αφεντικά, με άλλα λόγια από αυτούς που δεν τον παράγουν”. Δεν είναι θέμα να πούμε ότι τα σκανδαλώδη καπιταλιστικά κέρδη πρέπει να χρηματοδοτούν τις συντάξεις μας, γιατί αυτό το κάνουν οι εισφορές μας, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να τις διαχειριζόμαστε μόνοι μας, χωρίς τα αφεντικά, χωρίς το κράτος. Αλλά σε γενικές γραμμές, οι καπιταλιστές μας κοστίζουν! Αυτό ενισχύει την αξιοπιστία της αναζήτησης εναλλακτικών λύσεων.

Οι συντάξεις είναι ένα άλλο παράδειγμα. Το σκάνδαλο των άθλιων συντάξεων καταγγέλλεται ευρέως, όπως και η ψευδής υπόσχεση για αύξηση που συνδέεται με την αντιμεταρρύθμιση. Και δικαίως. Αλλά δεν χρειάζεται πολύ για να επανέλθει το ζήτημα των διαφορών στα επίπεδα των συντάξεων στη συζήτηση για την πραγματική βάση της μισθολογικής ιεραρχίας.

Στις διαδηλώσεις, πολλά συνθήματα κατήγγειλαν τη φύση της υποταγμένης εργασίας, την απώλεια νοήματος στην εργασία, την αναντιστοιχία μεταξύ αυτής της αντιμεταρρύθμισης και των κοινωνικών και οικολογικών ζητημάτων, τον ρόλο που διαδραματίζουν οι συνταξιούχοι στην κοινωνία…

“Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης (le système de sécurité sociale Sécu) είναι δικό μας”, φωνάζουμε στις διαδηλώσεις. Ας το παραδεχτούμε, μας το έκλεψαν πριν από πολύ καιρό. Αν αυτό ίσχυε στο παρελθόν, ποιος πιστεύει σήμερα ότι το Sécu, και επομένως η συνταξιοδότηση, αλλά όχι μόνο η συνταξιοδότηση, διαχειρίζονται αυτοί που, μέσω των εισφορών τους, το κάνουν να υπάρχει, δηλαδή οι εργαζόμενοι; Και όμως, τι θα μπορούσε να είναι απλούστερο; Η έκθεση που παρουσίασε ο Henri Raynaud στην Εθνική Συνομοσπονδιακή Επιτροπή της CGT τον Ιανουάριο του 1947 έδινε έμφαση σε τρία ζητήματα: ένα ενιαίο ταμείο, ένα ενιαίο ποσοστό εισφορών σε όλους τους τομείς και διαχείριση από τους εργαζόμενους χωρίς αφεντικά ή κρατική εποπτεία. Οι εποχές του αγώνα είναι εποχές που η συνειδητοποίηση της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης επιταχύνεται. Είναι ακόμα πιο σημαντικό να προβάλλουμε αιτήματα που φέρνουν στο φως τις αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος, την αδυναμία του να μεταρρυθμιστεί σε σημείο που να ικανοποιεί τις συλλογικές ανάγκες και να εγγυάται το μέλλον του πλανήτη. Μερικές συζητήσεις μεταξύ απεργών, μερικές συζητήσεις σε γενικές συνελεύσεις αρκούν για να αναδειχθούν αυτές οι σκέψεις και πολλές άλλες. Από εκεί και πέρα, είναι πιο εύκολο να μοιραστούμε την ιδέα ότι το μέλλον των συντάξεων δεν εξαρτάται από τεχνικά ζητήματα, αλλά ότι συνδέεται με την αμφισβήτηση του καπιταλιστικού συστήματος.
Το κοινωνικό κάνει πολιτική

Ένα άλλο μάθημα της περιόδου είναι ότι, όπως σε κάθε στιγμή ισχυρού συλλογικού αγώνα για την κοινωνική μας τάξη, η ακροδεξιά δεν βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο των συζητήσεων. Η οργάνωση της ταξικής πάλης, στην πράξη, είναι ο καλύτερος τρόπος για να την απωθήσουμε. Εξ ου και οι προσπάθειες της Εθνικής Συσπείρωσης (σ.τ.μ.πρώην Εθνικό Μέτωπο κόμμα Λεπέν) να επανέλθει στο τοπίο των ΜΜΕ με την πρόταση μομφής στην Εθνοσυνέλευση. Όσο για την αριστερά, τρέχει πίσω από το κίνημα- οι ηγέτες της υιοθετούν τα συνδικαλιστικά συνθήματα, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι δεν είναι αυτοί που επέτρεψαν την ύπαρξη του σημερινού κινήματος και των προοπτικών του.

Πρέπει να τονιστεί ότι ο συνδικαλισμός είναι πολιτικός και δεν πρέπει να βρίσκεται στην υπηρεσία κομματικών ή/και φιλοσοφικών(σ.τ.μ.. ιδεολογικών θα ήταν ίως καλυτερη απόδοση στα ελληνικά) παρατάξεων, οι οποίες κατά τα άλλα είναι αξιοσέβαστες. Ο συνδικαλισμός συγκεντρώνει όλους εκείνους που αποφασίζουν να οργανωθούν με μοναδικό γνώμονα το γεγονός ότι ανήκουν στην ίδια κοινωνική τάξη. Μαζί, δρουν για να υπερασπιστούν τα άμεσα αιτήματά τους και να εργαστούν προς την κατεύθυνση ενός ριζικού μετασχηματισμού της κοινωνίας. Η καταπίεση που συνδέεται με το καπιταλιστικό σύστημα, η οικονομική καταπίεση που απορρέει από τις σχέσεις παραγωγής και το δικαίωμα ιδιοκτησίας, είναι κοινή για όλους όσους βρίσκονται “από κάτω”. Εδώ είναι που λαμβάνει χώρα η ταξική αντιπαράθεση. Αντίθετα, αυτό δεν μας εμποδίζει να θεωρήσουμε ότι υπάρχουν και άλλες μορφές καταπίεσης, οι οποίες δεν πρέπει να κατατάσσονται σε σειρά σπουδαιότητας, είτε σε σχέση μεταξύ τους είτε σε σχέση με την οικονομική καταπίεση. Οι αγώνες ενάντια στην καταπίεση και για την ισότητα, την ελευθερία κ.ο.κ. είναι επίσης πολιτική. Η κατανομή των ρόλων, σύμφωνα με την οποία το κόμμα ασχολείται με την πολιτική και ο συνδικαλισμός με τα κοινωνικά ζητήματα, είναι αδιέξοδο. Τα συνδικάτα είναι, ή τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι, το εργαλείο για την αυτόνομη οργάνωση της εργατικής τάξης.
Η κρίση της αστικής “δημοκρατίας” τους

Η κυβέρνηση βασίστηκε στη σχετική πλειοψηφία της και στη δεξιά πτέρυγα της Εθνοσυνέλευσης. Δεν αποτελεί έκπληξη. Για λίγες εβδομάδες, η “εθνική εκπροσώπηση” έδωσε ένα σόου, μια θεατρική παράσταση. Η αντιπολίτευση ανέλαβε δράση για να καθυστερήσει την έγκριση του κειμένου και η κυβέρνηση έκανε το ίδιο για να επιταχύνει την έγκρισή του. Κάθε ομάδα προσποιήθηκε ότι προσβλήθηκε από τα μέσα που χρησιμοποίησε το άλλο στρατόπεδο: πληθώρα τροπολογιών από τη μία πλευρά, αποκλεισμός της ψηφοφορίας από την άλλη. Αυτό δεν είναι τίποτα περισσότερο από το κανονικό θεσμικό παιχνίδι, όπως ορίζεται στο Σύνταγμα της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας, μιας δημοκρατίας στην υπηρεσία της αστικής τάξης, που χτίστηκε πάνω στη σφαγή της Κομμούνας του 1871.

Με αυτό το σκεπτικό, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αντί να υποβάλει το νομοσχέδιό του σε ψηφοφορία των βουλευτών και να διακινδυνεύσει έτσι την απόρριψή του, κατέφυγε στο άρθρο 49-3 του Συντάγματος. Αυτό σημαίνει ότι το εν λόγω κείμενο θεωρείται ότι έχει εγκριθεί εξ ορισμού, εκτός εάν τις επόμενες ημέρες εγκριθεί πρόταση μομφής από την πλειοψηφία των βουλευτών. Υπάρχει βέβαια μια νέα αριθμητική και δημοκρατική απάτη πίσω από αυτή την επιλογή: ενώ η έγκριση ή η απόρριψη ενός νόμου αξιολογείται με σχετική πλειοψηφία (οι αποχές και οι απουσίες μειώνουν το όριο που πρέπει να επιτευχθεί, αρκεί να υπάρχουν περισσότερα “υπέρ” από “κατά”), η πρόταση μομφής που ακολουθεί την εφαρμογή του άρθρου 49-3 απαιτεί την απόλυτη πλειοψηφία του αριθμού των βουλευτών- στην προκειμένη περίπτωση 287. Αυτό ουσιαστικά αντιστρέφει την ανάγκη για πλειοψηφία επί του κειμένου: μη μπορώντας να συγκεντρώσει τις ψήφους που θα χρειαζόταν για την επικύρωσή του, η κυβέρνηση απαίτησε από την κοινοβουλευτική αντιπολίτευση να συγκεντρώσει 287 ψήφους για να απορριφθεί μέσω της πρότασης μομφής. Όπως αναμενόταν, αυτό δεν επιτεύχθηκε, με 278 ψήφους (περισσότερες από τον αριθμό που θα λάμβανε η κυβέρνηση σε περίπτωση τακτικής ψηφοφορίας στις 16 Μαρτίου).

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι από τότε που υπάρχει το άρθρο 49-3, τόσο οι αριστερές όσο και οι δεξιές κυβερνήσεις το χρησιμοποίησαν με ενθουσιασμό: πριν από αυτή την 100ή έκδοση, από το 1962 είχαν υπάρξει 56 “αριστερές 49-3” και 33 “δεξιές 49-3”. Από το 1962, και στην πραγματικότητα από το 1981, καμία κυβέρνηση που να περιλαμβάνει τις αριστερές δυνάμεις οι οποίες φωνάζουν μετά την απόφαση Μακρόν/Μπορν στις 16 Μαρτίου, δεν σχεδίασε μια μεταρρύθμιση με στόχο την κατάργηση αυτής της συνταγματικής δυνατότητας. Το γεγονός παραμένει ότι η απόφαση του Προέδρου να χρησιμοποιήσει αυτή τη μέθοδο συνέβαλε στην αναζωπύρωση της εξέγερσης στη χώρα. Το 49-3 ήταν στην πραγματικότητα το επιστέγασμα της όλης διαδικασίας: στενές προθεσμίες για την εξέταση του κειμένου, ψηφοφορία επί του συνόλου του κειμένου στη Γερουσία και κυρίως ξεδιάντροπα ψέματα από τότε που παρουσιάστηκε το κείμενο. Το καλύτερο παράδειγμα είναι η (σ.τ.μ. λέξη λέξη ο φοίνικας/το βραβείο πηγαίνει στην) ελάχιστη σύνταξη γήρατος των 1.200 ευρώ για όλους: οι αρχικές δηλώσεις ήταν ότι θα επηρεάζονταν 2 εκατομμύρια άνθρωποι, αλλά ο υπουργός Εργασίας πήγε από άρνηση σε άρνηση, και τώρα ο αριθμός είναι 10.000 ετησίως. Ένα άλλο παράδειγμα είναι τα ειδικά συνταξιοδοτικά καθεστώτα, η πηγή τόσων δεινών σύμφωνα με την κυβέρνηση: τα εξωφρενικά ευνοϊκά καθεστώτα για τους βουλευτές παραμένουν ανέγγιχτα! Υπάρχει δημοκρατική αγανάκτηση στη χώρα, πρώτα και κύρια μεταξύ των εκμεταλλευομένων∙ των εκμεταλλευομένων του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό δεν είναι άσχετο με αυτό που στήριξε μεγάλο μέρος του κινήματος Κίτρινα Γιλέκα, με την περιφρόνηση που έδειξαν κατά τη διάρκεια της κρίσης υγείας του COVID, όπου τα πάντα και το αντίθετό τους ειπώθηκαν από τους κυβερνώντες.

Το κύριο μάθημα που πρέπει να αντλήσουμε από αυτή την κοινοβουλευτική ακολουθία είναι ότι δείχνει, για άλλη μια φορά, το χάσμα που υπάρχει μεταξύ των “εκπροσώπων του λαού” και … του λαού. Σε πλήρη συμμόρφωση με τους κανόνες της λεγόμενης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, το Κοινοβούλιο υιοθέτησε έναν νόμο που απορρίφθηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού. Τα κινήματα κοινωνικής χειραφέτησης, οι οργανώσεις και οι συλλογικότητες πρέπει να περάσουν στην επίθεση σε αυτό το ζήτημα.

Πρέπει να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση του λεγόμενου δημοκρατικού παιχνιδιού, το οποίο αρνείται τα ίδια τα θεμέλια της δημοκρατίας. Το ισχύον σύστημα έχει σχεδιαστεί για να προστατεύει τα συμφέροντα των αφεντικών, των μετόχων, των κερδοσκόπων και των καπιταλιστών- είναι ψευδαίσθηση να πιστεύουμε ότι τα εργαλεία που έχουν τεθεί σε εφαρμογή για τη διαιώνισή του θα επιτρέψουν την υπέρβασή του! Δεν έχει νόημα να επαναλαμβάνουμε ότι “ενεργώντας έτσι, ο Μακρόν δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την Εθνική Συσπείρωση”. Ναι, η ακροδεξιά θα επωφεληθεί … αν δεν υπάρχουν δημόσια υποστηριζόμενες εναλλακτικές λύσεις. Το κοινωνικό μας στρατόπεδο, το στρατόπεδο εκείνων που δεν ζουν από την εκμετάλλευση των άλλων, πρέπει να περάσει και πάλι στην επίθεση με προτάσεις για την οργάνωση μιας αυτοδιαχειριζόμενης, ισότιμης, οικολογικής … δημοκρατικής κοινωνίας, αν επιστρέψουμε στην πραγματική έννοια της λέξης.
Αστυνομική βία

Ειδικά από τις 16 Μαρτίου, ακούμε για καμένους κάδους απορριμμάτων και σπασμένα παράθυρα. Ομολογουμένως, σε αυτούς τους καιρούς, αυτά δεν είναι σημάδια ριζοσπαστισμού, αν με αυτόν τον όρο εννοούμε την προοπτική της ταχύτερης ρήξης με τον καπιταλισμό. Αλλά η οργή είναι μεγάλη και ευρέως μοιρασμένη- κρίμα αν μερικοί κάδοι απορριμμάτων πάρουν το βάρος της! “Έχουμε πει αρκετές φορές ότι αν οι άνθρωποι δεν αισθάνονται ότι τους ακούνε, θα θελήσουν να ριζοσπαστικοποιηθούν. Το νιώθαμε να έρχεται, ακόμη και μεταξύ των ακτιβιστών μας που δεν είναι αναρχικοί”: αυτά είναι τα λόγια του προέδρου της Γαλλικής Συνομοσπονδίας Χριστιανών Εργατών (CFTC)!

Ο τρόπος με τον οποίο οι αρχές χρησιμοποιούν αυτά τα λίγα γεγονότα για να μιλήσουν για “βία” είναι απαράδεκτος. Η βία έγκειται στο γεγονός ότι θέλουν να κάνουν εκατομμύρια ανθρώπους να χάσουν δύο χρόνια σύνταξης! Η βία έγκειται επίσης στην αστυνομική καταστολή, η οποία έχει ενταθεί απότομα τις τελευταίες εβδομάδες. Στο Παρίσι, το τοπικό τμήμα των Solidaires είχε δηλώσει την πρόθεσή του να οργανώσει συγκέντρωση μπροστά από την Εθνοσυνέλευση την ημέρα της ψηφοφορίας. Την προηγούμενη ημέρα, η τοπική αστυνομία απαγόρευσε τη διαδήλωση! Η απαγόρευση έπρεπε να αρθεί ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου με προσωρινή διαταγή. Χιλιάδες άνθρωποι προσήλθαν μόλις ανακοινώθηκε το 49.3. Το βράδυ, η αστυνομία συνέλαβε περισσότερα από 200 άτομα! Οι διαδηλώσεις, τα συλλαλητήρια και η αστυνομική καταστολή επαναλήφθηκαν σε πολλές πόλεις τις επόμενες ημέρες. Σε ένα δελτίο Τύπου με ημερομηνία 20 Μαρτίου και τίτλο “Η δικαιοσύνη δεν είναι στην υπηρεσία της καταστολής του κοινωνικού κινήματος“, το συνδικ΄στων των δικαστών συνόψισε καλά την κατάσταση: “Η απαγόρευση της διαδήλωσης στην Place de la Concorde στο Παρίσι στις 18 Μαρτίου είχε ως αποτέλεσμα να συλληφθεί μεγάλος αριθμός ατόμων από την αστυνομία, χωρίς να υπάρχουν στοιχεία για αδίκημα. Από τις 292 συλλήψεις, οι 283 απολύθηκαν. Αυτή η κατάχρηση της αστυνομικής φύλαξης καταδεικνύει τις υπερβολές της αστυνόμευσης […]” Το παράδειγμα που αναφέρεται αφορά το Παρίσι, αλλά οι ίδιες μέθοδοι -απαγορεύσεις συγκεντρώσεων ή διαδηλώσεων, συλλήψεις χωρίς αιτία και αστυνομική βία- έχουν χρησιμοποιηθεί σε πολλές άλλες πόλεις κατά τη διάρκεια των ετών, συμπεριλαμβανομένων των απαγορεύσεων για τη χρήση κατσαρόλας, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο χλευασμού σε όλο τον κόσμο…

Όσον αφορά το θέμα της αστυνομικής βίας, θα ήθελα να κάνω μια ειδική αναφορά στον Sébastien Noris, έναν σιδηροδρομικό εργαζόμενο που ηγείται του συνδικαλιστικού τμήματος του SUD Rail στην επιχείρησή του: 92% των ψήφων στις εκλογές στο τμήμα των στελεχών, 73% στο τμήμα των εποπτών. Ποιος από αυτούς που θέλουν να μας επιβάλουν το νόμο τους μπορεί να επικαλεστεί μια τέτοια δημοκρατική βάση; Ο ακρωτηριασμός διαδηλωτών είναι αποτρόπαιος, όποιο κι αν είναι το θύμα, φυσικά. Αλλά ο σκοπός αυτής της αναφοράς στον Sébastien είναι να δείξει, για άλλη μια φορά, τη μεγάλη υποκρισία της αστικής τους “δημοκρατίας”“..
Η νεολαία στον αγώνα

Η αντιμεταρρύθμιση επιτίθεται στην κοινωνική μας τάξη. Εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εργοδοτών και των μετόχων. Σχεδόν όλος ο κόσμος το καταλαβαίνει αυτό. Δεν υπάρχει λόγος να σπαταλάμε πολύ χρόνο και ενέργεια για να συζητήσουμε τις λεπτομέρειες. Πρόκειται για ένα σχέδιο για την κοινωνία. Για πολλούς νέους ανθρώπους, “η σύνταξη είναι πολύ μακριά”, κάποιοι/ες λένε “σύνταξη, δεν θα έχουμε”. Αλλά αυτό που καταλαβαίνουν είναι ότι μετά τη συνταξιοδότηση, γιατί όχι και η ασφάλιση υγείας; Και πληρωμένες διακοπές; Και μετά η σύμβαση εργασίας; Και μετά οι μισθοί; Πρέπει να κάνουμε τη σύνδεση μεταξύ των πιο τοπικών αιτημάτων που σέρνονται εδώ και μήνες ή χρόνια, της απόρριψης της αντιμεταρρύθμισης για τις συντάξεις και της δυνατότητας ενός διαφορετικού μέλλοντος. Αξιοσημείωτος είναι ο μεγάλος αριθμός νέων που συμμετέχουν στις διακλαδικές διαδηλώσεις, καθώς και μερικές δράσεις μέσα στα λύκεια και τα πανεπιστήμια. Οι τελευταίες είναι ανεπαρκείς- και εδώ, αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό συνέπεια της μειωμένης συνδικαλιστικής παρουσίας και δραστηριότητας- αυτό είναι που πρέπει να αντιμετωπίσουμε αν θέλουμε να είμαστε πιο αποτελεσματικοί.

Όσον αφορά το θέμα των νέων, είναι αξιοσημείωτο ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προτιμά να αναβάλει αυτό που αποτελεί ένα από τα αγαπημένα του θέματα εδώ και χρόνια. Τον Ιανουάριο, ο Μακρόν ήθελε να ανακοινώσει τη “γενίκευση” της καθολικής εθνικής υπηρεσίας. Έκανε πίσω. Στη συνέχεια, έγινε λόγος για τον Μάρτιο- στη συνέχεια, ο υφυπουργός που είναι υπεύθυνος για τον φάκελο ανέφερε μια απόφαση τον Ιούνιο. Η κυβέρνηση δεν εγκαταλείπει το στρατιωτοκρατικό σχέδιό της για την υποδούλωση των νέων, αλλά δεδομένης της κινητοποίησης των νέων στο πλαίσιο του κινήματος κατά του σχεδίου νόμου για τη συνταξιοδότηση, αλλά και για τη βελτίωση των συνθηκών σπουδών και ζωής τους, φοβάται ότι αυτή η ανακοίνωση γενίκευσης ή/και υποχρέωσης της καθολικής εθνικής υπηρεσίας θα αποτελέσει το έναυσμα για ένα ακόμη ισχυρότερο κίνημα διαμαρτυρίας!
Από τους αντικαπιταλιστικούς και φεμινιστικούς αγώνες στις συντάξεις

Η έναρξη μιας ανανεώσιμης απεργίας στις 7 Μαρτίου σήμαινε ότι η ημέρα αυτή, και οι φεμινιστικοί αγώνες γενικότερα, θα μπορούσαν να ενταχθούν σαφώς σε ένα αντικαπιταλιστικό πλαίσιο, συνδεδεμένο με την ταξική πάλη. Αυτό δεν είναι πάντα “φυσικό”, ακόμα και στους συνδικαλιστικούς κύκλους- αλλά είναι μια σημαντική πρόκληση να γίνουν αυτές οι συνδέσεις πολύ ορατές, να μην θεωρηθούν τα διάφορα συστήματα καταπίεσης, συμπεριλαμβανομένης της πατριαρχίας, δευτερεύοντα, αλλά αντίθετα να συμπεριληφθούν οι αγώνες που αντιτίθενται σε αυτά στον αγώνα για συνολική χειραφέτηση. Και εδώ, το παράδειγμα δίνουν οι μαχητικές συλλογικότητες που έχουν οργανώσει περιοδείες και συνδικαλιστικά γραφεία στους πιο γυναικοκρατούμενους τομείς απασχόλησης.
Απεργία με πληρεξούσιο, δημοψήφισμα, συνταγματικό συμβούλιο

Όσον αφορά τις εθνικές, ανανεώσιμες απεργίες, υπήρχε η SNCF(σιδηρόδρομοι), τα διυλιστήρια και ο τομέας της ενέργειας. Άλλοι τομείς επηρεάστηκαν, αλλά όχι σε εθνική κλίμακα (καθαριότητα) ή όχι με τη μορφή επαναλαμβανόμενου κινήματος που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μαζικό. Αντιμέτωπες με τις δυσκολίες επέκτασης της απεργίας, ορισμένες κοινωνικές δυνάμεις προσπάθησαν να βρουν λύσεις αλλού. Πρώτα απ’ όλα, πρόκειται για την επιστροφή της “απεργίας δια αντιπροσώπων”: η προώθηση των απεργιακών κεφαλαίων σε τέτοιου είδους περιόδους αποτελεί μέρος αυτής της στρατηγικής. Ενώ είναι απαραίτητο για το συνδικαλιστικό κίνημα να δημιουργήσει τέτοια εργαλεία μακροπρόθεσμα, δεν έχει νόημα να προσποιούμαστε ότι τα σκεφτόμαστε μόνο όταν έχει ξεκινήσει ένα κίνημα που θέλουμε να είναι γενικό: εκτός από τους ανθρώπους που είναι συνταξιούχοι ή άνεργοι, ποιος θα πρέπει να δώσει στα απεργιακά ταμεία αν όχι εκείνοι που θα έπρεπε να απεργούν; Το ζήτημα της δημιουργίας πραγματικών απεργιακών ταμείων είναι σημαντικό. Είναι κρίμα να το καρατομήσουμε με αυτόν τον τρόπο.

Η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση έχει προσφύγει στο Συνταγματικό Συμβούλιο- ποιος πίστευε ότι το Συμβούλιο θα ακύρωνε το κείμενο στο σύνολό του; Θα μπορούσε να το είχε κάνει με τέτοιο τρόπο ώστε η κυβέρνηση να το χρησιμοποιήσει ως πρόσχημα για την “επανάληψη του διαλόγου”, όπως λένε οι υπέρμαχοι της κοινωνικής αρμονίας: αλλά αυτό θα ήταν σαν να ξεχνούσε ότι ο στόχος της κυβέρνησης, η εντολή των καπιταλιστών, των αφεντικών και των μετόχων, δεν ήταν να συζητήσει αλλά να συντρίψει τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Όπως επισήμανε ο συνταγματολόγος Dominique Rousseau, “το Συνταγματικό Συμβούλιο αναγνωρίζει ότι οι υπουργοί έδωσαν “λανθασμένες εκτιμήσεις” κατά τη διάρκεια των κοινοβουλευτικών συζητήσεων, ότι χρησιμοποιήθηκαν “σωρευτικά” διάφορες διαδικασίες για να επιταχυνθεί η ψήφιση του νόμου και ότι η συνδυασμένη χρήση των διαδικασιών που εφαρμόστηκαν ήταν “ασυνήθιστου χαρακτήρα“”, αλλά επικυρώνει.

Λίγα λόγια για το δημοψήφισμα κοινής πρωτοβουλίας για την εναντίωση στην αύξηση της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδότησης πέραν των 62 ετών. Επικυρωμένο από το Συνταγματικό Συμβούλιο, θα είχε το πλεονέκτημα του παγώματος του νόμου για εννέα μήνες- αλλά στη συνέχεια απαιτούνται 4,7 εκατομμύρια υπογραφές για την επικύρωση της πρωτοβουλίας. Το δημοψήφισμα διεξάγεται στη συνέχεια… εκτός αν το ίδιο το Κοινοβούλιο εξετάσει το αίτημα εντός των επόμενων 6 μηνών. Επιστροφή στο σημείο μηδέν.

Στην Ευρώπη, και όχι μόνο, όλοι οι πληθυσμοί έχουν γίνει στόχος των καπιταλιστικών επιθέσεων στις συντάξεις- όλοι είναι επίσης αντιμέτωποι με αυτό που κρύβεται πίσω από τη λαϊκή οργή που βρίσκεται επίσης στο επίκεντρο του σημερινού κινήματος στη Γαλλία: η εξαπλούμενη δυστυχία, η περιστασιακή απασχόληση, η καταστροφή των δημόσιων υπηρεσιών, η άρνηση της δημοκρατίας και η ταξική περιφρόνηση. Στρεφόμενοι σε χώρες που βρίσκονται γεωγραφικά κοντά μας, πρόσφατα υπήρξαν ή εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλες απεργίες στη Μεγάλη Βρετανία, την Ισπανία, την Ελλάδα, το Βέλγιο, τη Γερμανία και την Πορτογαλία, και ο κατάλογος συνεχίζεται. Ένα από τα κλειδιά της κοινωνικής νίκης είναι και η διεθνής συνδικαλιστική δράση.
“Ο αγώνας συνεχίζεται”. Χάρη σε ποιον;

Ευχαριστούμε τα εκατομμύρια των ανθρώπων που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις- αλλά αν υπήρχαν μόνο αυτές οι ημέρες δράσης, η πολιτική κρίση που προκλήθηκε από τη μαζική απόρριψη του νομοσχεδίου της κυβέρνησης δεν θα είχε πάρει τέτοια έκταση. Το οφείλουμε αυτό στους απεργούς. Δύσκολες απεργίες, ανεπαρκείς απεργίες, αλλά απεργίες που δείχνουν ότι αυτός ο νόμος δεν είναι ίσως έτοιμος να εφαρμοστεί, ότι η περίοδος της θεσμικής πολιτικής αστάθειας ανοίγει προοπτικές, αρκεί να μην εγκλωβιστούμε σε αυτούς τους θεσμούς. Χωρίς τους απεργούς, η κυβέρνηση δεν θα χρειαζόταν να καταφύγει στο 49-3. Χωρίς τους απεργούς, το ζήτημα του δημοψηφίσματος δεν θα είχε τεθεί σε δημόσιο διάλογο, χωρίς τους απεργούς, η ομάδα LIOT (σ.τ.μ. κοινοβουλευτική ομάδα) δεν θα είχε καταθέσει τροπολογία στην Εθνοσυνέλευση (σ.τ.μ. οι βουλευτές της «ανεξάρτητης» ομάδας Liot ανακοίνωσαν την κατάθεση «διακομματικής» πρότασης μομφής κατά της κυβέρνησης στην Εθνοσυνέλευση, με 91 υπογραφές από πέντε πολιτικές ομάδες της αντιπολίτευσης, μεταξύ των οποίων και η Nupes (η συμμαχία της Αριστεράς), υπό τον Ζαν-Λικ Μελανσόν, που δήλωσε νωρίτερα ότι η «Ανυπότακτη Γαλλία» δεν θα καταθέσει δική της πρόταση, αλλά θα ψηφίσει αυτήν της LIOT) για την ακύρωση της μετάβασης στο 64…

Όσο σημαντική και αν είναι η συζήτηση και ο αγώνας για τις συντάξεις, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια επίθεση των καπιταλιστών και των εκπροσώπων τους που υπερβαίνει αυτό το πλαίσιο. Υπάρχει η επιθυμία να εξαλειφθεί το συνδικαλιστικό κίνημα- χωρίς διακρίσεις. Εξ ου και η περιφρόνηση της κυβέρνησης για τη διασυνδικαλιστική στο σύνολό της, αλλά και στην ποικιλομορφία της.

Το ότι η κυβέρνηση αγνοεί τους Solidaires είναι φυσιολογικό, το ότι αντιτίθεται στην CGT είναι επίσης φυσιολογικό- το ότι περιφρονεί την CFDT είναι πολύ λιγότερο φυσιολογικό. Σε σύγκριση με τους προηγούμενους αγώνες μεγάλης κλίμακας στη χώρα, υπάρχει μια εξέλιξη που πρέπει να ληφθεί υπόψη: αυτή της πολιτικής κάστας που βρίσκεται στην εξουσία.

Για τεχνοκράτες όπως ο Μακρόν και οι υπουργοί του, η κυβέρνηση είναι απλώς μια στιγμή σε μια επαγγελματική ζωή που αποτελείται από συμβουλευτικές υπηρεσίες για εταιρείες, διοικητικά συμβούλια, διαχείριση δημόσιων εταιρειών κ.λπ. Δεν τους ενδιαφέρει η “πολιτική καριέρα” που διακόπτεται από μια κοινωνική ήττα. Δεν τους ενδιαφέρει η διακοπή της “πολιτικής καριέρας” που μπορεί να προκύψει από μια κοινωνική ήττα. Εξ ου και ο κυνισμός τους μπροστά στη μαζική απόρριψη του νομοσχεδίου τους. Επιπλέον, ο ίδιος ο Μακρόν διανύει τη δεύτερη θητεία του και δεν έχει δικαίωμα επανεκλογής.

Δεν κερδίσαμε, επειδή η κυβέρνηση μετέτρεψε το νομοσχέδιό της σε νόμο. Αλλά ας επαναλάβουμε ότι ο στόχος των ταξικών μας αντιπάλων ήταν κάτι άλλο: να καταστρέψουν το συνδικαλιστικό κίνημα. Απέτυχαν. Οι δεκάδες χιλιάδες νέα μέλη κατά τη διάρκεια αυτής της εξάμηνης περιόδου αγώνα το καταδεικνύουν αυτό. Τώρα πρέπει να “κάνουμε κάτι” γι’ αυτή τη συνδικαλιστική ανανέωση και να την κάνουμε μια μακροπρόθεσμη διαδικασία.

Δυσκολευόμαστε να οργανώσουμε μια εθνική διακλαδική απεργία; Τότε πρέπει να χρησιμοποιήσουμε κάποιους από τους πόρους των συνδικάτων, ιδιαίτερα τον χρόνο κάθε ακτιβιστή, για την ανάπτυξη τοπικών συνδικάτων, ώστε ο συνδικαλισμός να είναι παρών σε πολύ περισσότερες επιχειρήσεις και υπηρεσίες και να φτάνει σε όλους τους εργαζόμενους, ανεξάρτητα από την ιδιότητά τους.

Σημειώνουμε ότι υπάρχει πολύ μικρή συμμετοχή στις γενικές συνελεύσεις των απεργών; Σε καθημερινή βάση, πρέπει να αποκαταστήσουμε τη συλλογική εμπιστοσύνη, χάρη στο συνδικάτο. Όλοι πρέπει να αισθάνονται ότι η φωνή, οι σκέψεις και οι ιδέες τους λαμβάνονται υπόψη.

Η ενότητα των συνδικάτων είναι σημαντική; Ας οργανωθούμε για να μπορέσει να συνεχιστεί, στις πόλεις μας, στις επιχειρήσεις μας, μοιράζοντας μαζί φυλλάδια, διοργανώνοντας μαζί συγκεντρώσεις, οργανώνοντας πάρτυ κ.λπ.

Δεν κερδίσαμε, επειδή η κυβέρνηση μετέτρεψε το νομοσχέδιο της σε νόμο. Αλλά οι ταξικοί μας αντίπαλοι είχαν διαφορετικό στόχο: να καταστρέψουν το συνδικαλιστικό κίνημα. Απέτυχαν και κερδίσαμε ένα πολύτιμο ιδεολογικό στοιχείο για τη συνέχιση του αγώνα ενάντια σε αυτό το νόμο: τώρα για τον πληθυσμό αυτό που είναι ΝΟΜΙΚΟ δεν είναι απαραίτητα ΝΟΜΙΜΟ.(σ.τ.μ. στα γαλλικά υπάρχουν δυο διαφορετικές λέξεις LEGAL και LEGITIME που σε ελεύθερη απόδοση θα λέγαμε νομότυπο και ουσιαστικά νόμιμο νομιμοποιημένο στη συνείδηση ή όπως έχει καθιερωθεί στο δημόσιο λόγο στη χώρα μας το νόμιμο δεν είναι και ηθικό)

Αθήνα, 8 Ιουνίου 2023
Nara Cladera, εκπαιδευτικός της Α’βάθμιας, συν-συντονίστρια του ομοσπονδιακού τομέα εκπαίδευσης των SUD SOLIDAIRES, συν-συντονίστρια του διεθνούς συνδικαλιστικού δικτύου των SUD για την αλληλεγγύη και την πάλη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου