Στην αντοχή υλικών οι φοιτητές διδάσκονται ότι κάθε υλικό έχει ένα όριο ελαστικότητας (π.χ. μέχρι που μπορούμε να τεντώσουμε ένα ελατήριο και αυτό να επιστρέψει στην αρχική του κατάσταση), ένα όριο πλαστιμότητας (όπου π.χ. το ελατήριο παραμορφώνεται χωρίς να μπορεί πια να επιστρέψει στην αρχική του κατάσταση), και ένα όριο θραύσης (όπου πια η δύναμη που ασκείται στο ελατήριο, το σπάει).
Στην τελευταία περίπτωση το υλικό αχρηστεύεται και στο βαθμό που ένα τέτοιο υλικό ( χάλυβας, μπετόν, ξύλο κλπ) είναι ουσιαστικό δομικό στοιχείο μιας κατασκευής, η κατασκευή καταρρέει. Δυστυχώς σήμερα το υλικό που πέρασε το όριο θραύσης είναι η ελληνική οικονομία, το ελατήριο έσπασε, και συνεπακόλουθα καταρρέει η ελληνική κοινωνία.
Ο κρίσιμος αριθμός που μας λέει ότι περάσαμε το όριο θραύσης είναι η θάλασσα των ανέργων, που σύντομα θα ξεπεράσουν (και επίσημα) το 1,5 εκ. και σε ποσοστό το 30%. Πρόκειται για πρωτοφανή ποσοστά ανεργίας που ξεπερνούν όχι μόνο από την Αργεντινή την εποχή της μεγάλης κρίσης αλλά και των ΗΠΑ του 1931, ποσοστά που δείχνουν περισσότερο ύφεση μιας χώρας σαν την Ν. Αφρική, παρά μιας οποιασδήποτε άλλης «ανεπτυγμένης». Με αυτήν την έννοια πρέπει να επανεξεταστεί σοβαρά, αν μία πρόταση που κατατέθηκε στην αρχή της κρίσης (αθέτηση πληρωμών, έξοδος από το ευρώ, εθνικοποιήσεις τραπεζών κ.α. με ενίσχυση των δυνάμεων της εργασίας και της δημοκρατίας και που δεν «δουλεύτηκε» σε όλα τα επίπεδα όπως έπρεπε ) είναι σήμερα από μόνη της ικανή, να φέρει σε έναν συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα την πλήρη απασχόληση ή τουλάχιστον να μειώσει σημαντικά την ανεργία και πως αυτή η πρόταση πρέπει να συγκεκριμενοποιηθεί, να ανασυγκροτηθεί, να συμπληρωθεί.
Το πρόγραμμα της τρόικα αστόχησε, η δυναμική του δημόσιου χρέους οδηγεί σε μεγάλο κούρεμα και νέο μνημόνιο ή στην άτακτη χρεοκοπία, η ανάκαμψη σκοντάφτει στο όριο του ευρώ. Σε εκδήλωση που είχε οργανώσει το Μέτωπο Ανατροπής και Αλληλεγγύης με τίτλο «παύση πληρωμών, η επόμενη μέρα», ένας εκ των ομιλητών, ο Θ. Μαριόλης ( βλ.: «Η οικονομική πολιτική εντός και εκτός ευρώ», κείμενο που υπάρχει στο διαδίκτυο και έχει αναρτηθεί και στο to metopo.gr) είχε κάνει μια χοντρική εκτίμηση -που δημιούργησε τότε αίσθηση στην εκδήλωση- για την υφεσιακή δυναμική των μέτρων. Συγκεκριμένα είχε υποστηρίξει, ότι για να ισοσκελιστεί το πρωτογενές έλλειμμα ( δηλαδή το έλλειμμα χωρίς τους τόκους για την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους) από -8% το 2009 σε μηδενικό, χρειάζονται περικοπές δημόσιων δαπανών ή «μέτρα» της τάξης του 17% του ΑΕΠ, που θα οδηγήσουν σε συνολική ύφεση -29% του ΑΕΠ, σε ορίζοντα βέβαια πολύ μεγαλύτερο του ενός χρόνου π.χ. πενταετίας. Ο στόχος του προγράμματος ήταν και είναι όμως όχι μόνο ο ισοσκελισμός του προϋπολογισμού, αλλά και η δημιουργία πλεονάσματος της τάξης του 4%, δηλαδή δημοσιονομική προσαρμογή όχι 8% αλλά 12%. Τα προηγούμενα χρόνια είχαμε περικοπή δαπανών σε συνδυασμό με τεράστια αύξηση των φόρων. Πιθανόν, στο τέλος του έτους το πρωτογενές έλλειμμα να βρίσκεται στο -2,5% , ενώ η ύφεση της τριετίας 2010-2011-2012 είναι ανάλογα -4,5%, -7%, -7,5%(;).
Υπάρχουν εκτιμήσεις ξένων αναλυτών ότι η ύφεση το 2013 θα είναι: -10,5% που θα οδηγήσει αναγκαστικά και στην «έξοδο» από την ζώνη του ευρώ, ενώ η «επίσημη» εκτίμηση της τρόικας φθάνει στο -4%. Συγχρόνως η φοροδοτική ικανότητα των ελλήνων πολιτών έχει υπερεξαντληθεί, ενώ με τα νέα μέτρα των 11,6 δις στην καλύτερη περίπτωση, ίσως μηδενιστεί το πρωτογενές έλλειμμα. Αντίθετα με το πρόγραμμα της τρόικας φαίνεται να υποστηρίζεται ότι μέτρα της τάξης του 6% του ΑΕΠ (που αντιστοιχούν τα 11,6 δις ) μπορούν να οδηγήσουν σε ισοδύναμη μείωση του ελλείμματος, κατά ένα σχετικά ανάλογο ποσοστό.
Στην πραγματικότητα όταν μειώνουμε την δημόσια δαπάνη για μία μονάδα, το ΑΕΠ μειώνεται πολλαπλάσια σε διαδοχικούς γύρους (επί τον ανάλογο πολλαπλασιαστή), έτσι μειώνονται και τα έσοδα (ανάλογα με τον φορολογικό συντελεστή) οπότε τελικά το πρωτογενές έλλειμμα του προϋπολογισμού διορθώνεται κατά πολύ λιγότερο από μία μονάδα. Κάνοντας πάλι μια χοντρική εκτίμηση (χρησιμοποιώντας τον ίδιο πολλαπλασιαστή και φορολογικό συντελεστή, που είχε χρησιμοποιηθεί και παραπάνω και ο οποίοι είναι υπολογισμένοι από άλλες μελέτες και πιθανόν να περιέχουν σφάλμα) φαίνεται πως τα νέα μέτρα της τάξης του 6% του ΑΕΠ οδηγούν σε μείωση του ΑΕΠ κατά 10% και πλέον και ίσως οριακά σε ισοσκελισμένο προϋπολογισμό. Πρέπει να σημειώσουμε ότι όταν μειώνεται η ζήτηση το πολλαπλασιαστικό υφεσιακό αποτέλεσμα από την μείωση των δαπανών ενισχύεται. Δηλαδή μια μονάδα του ΑΕΠ μείωσης των δημόσιων δαπανών το 2013 επιφέρει πολύ μεγαλύτερη ύφεση ως ποσοστό του ΑΕΠ, από ότι το 2010.
Επίσης και τα άλλα δεδομένα σήμερα αλλάζουν (φορολογικός συντελεστής, άνοδος ανεργίας- δυσανάλογη μείωση εσόδων ασφαλιστικών ταμείων-ανάγκη κρατικής στήριξης) αλλά μάλλον και αυτά επί το δυσμενέστερο. Μπορούμε όμως με βεβαιότητα να πούμε, ότι για να πάμε σε σημαντικό πρωτογενές πλεόνασμα όπως απαιτείται για να εξυπηρετηθούν τόκοι κλπ δημοσίου χρέους, δεν αρκούν τα δύο-τρία επιπλέον δις των 11,6 δις. Χρειάζονται τουλάχιστον άλλα τόσα μέτρα όσα αυτά των 11,6 δις. Δυστυχώς η μέχρι σήμερα πορεία του ΑΕΠ (σωρευτική μείωση κατά 17%) και δημοσιονομική διόρθωση περίπου κατά 5,5% - ενώ το υφεσιακό κύμα των ήδη εκτελεσθέντων μέτρων δεν έχει εξαντληθεί- επιβεβαιώνει «χοντρικά» την αρχική εκτίμηση που είχε γίνει στην εκδήλωση του Μετώπου Ανατροπής και Αλληλεγγύης .
Όπως έχουμε πει και παλαιότερα, είναι πολύ δύσκολο να ισοσκελιστεί ο προϋπολογισμός και σχεδόν απίθανο να δημιουργηθούν -στις υπάρχουσες συνθήκες- πρωτογενή πλεονάσματα. Δεν είναι λοιπόν εφικτό να εξυπηρετηθούν τόκοι του δημοσίου χρέους. Αλλά ακόμη και αν δημιουργούνταν πρωτογενές πλεόνασμα μέσα από την ολοκληρωτική κατάργηση κάθε έννοιας κράτους, αυτό θα ήταν προσωρινή υπόθεση, μια που δεν θα χρησιμοποιούταν σε κάποιο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων ώστε να ωφεληθεί η οικονομία, αλλά θα διέρρεε ως τόκοι στο εξωτερικό.
Όπως διαμορφώνονται τα πράγματα είμαστε μπροστά σε δύο πιο πιθανά σενάρια
α) Να συνεχιστεί το υπάρχον πρόγραμμα, που θα οδηγήσει σε πλήρη διάλυση το ελληνικό κράτος και την ελληνική οικονομία και κοινωνία, με πιθανή έκβαση μια χαοτική ίσως χρεοκοπία και άτακτη έξοδο.
β) Να γίνει είτε μια συντεταγμένη χρεοκοπία με πρωτοβουλία των δανειστών μέσω ενός νέου αλλά μεγάλου κουρέματος του δημοσίου χρέους, είτε να συνεχίσει να «καλύπτεται» με διάφορες «μεθόδους» το χρηματοδοτικό κενό που θα προκύπτει κάθε έτος από την απόκλιση των δημοσιονομικών στόχων, το μέγεθος της ύφεσης, την οικονομική αστοχία των αποκρατικοποιήσεων, είτε κάποιος συνδυασμός των παραπάνω. Θα μπορούσε να ανασχεθεί εν μέρει ή ύφεση και μέσω κοινοτικών κονδυλίων. Όμως αυτό σημαίνει ενίσχυση των μεταβιβαστικών πληρωμών στα πλαίσια της Ε.Ε., οι οποίες θα έπρεπε να έχουν και μόνιμο χαρακτήρα, μοντέλο που δεν επιθυμεί σήμερα το Βερολίνο. Αντίθετα η Γερμανία επιχειρεί να μειώσει τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό.
γ) Σενάρια συντεταγμένης εξόδου από το ευρώ θα μπορούσαν να γίνουν μόνο με επιθυμία μιας ελληνικής κυβέρνησης, που είτε θα ερχόταν σε ρήξη με τους πιστωτές άρα και με την Ε.Ε., είτε θα επέλεγε την παραμονή στην Ε.Ε., (αλλά έτσι και την εξάρτηση από τους πιστωτές και το χρέος) ερχόμενη σε μια «συμφωνία» αμοιβαίων «ανταλλαγμάτων» με το ευρωπαϊκό κέντρο. Όμως αυτό το σενάριο-προς το παρόν- δεν μπορεί να συζητηθεί μια που στην χώρα, ούτε η κυβέρνηση αλλά ούτε και η αξιωματική αντιπολίτευση δεν εκφράζουν τέτοιες προθέσεις, ενώ το Βερολίνο δεν έχει κανένα λόγο να δημιουργήσει παραδείγματα που πιθανόν να θέλουν να μιμηθούν και άλλοι, μια που έτσι η κρίση στην Ελλάδα τουλάχιστον θα αμβλυνθεί.
Στο βαθμό που η χώρα παραμείνει στο ευρώ, αυτό είναι το βασικό σχέδιο του ευρωπαϊκού κέντρου- άσχετα αν έχει τεράστιες δυσκολίες οικονομικές πολιτικές, και κοινωνικές για να πραγματοποιηθεί- και υλοποιηθεί το β. σενάριο, που πάνω κάτω είναι και η ελπίδα της σημερινής κυβέρνησης, συμπληρωμένη με κάποια κοινοτικά κονδύλια για να αποφύγει τον γκρεμό, η χώρα θα οδηγηθεί στην στασιμότητα με τεράστια ποσοστά ανεργίας και φτώχειας Γιατί δυστυχώς, δεν μπορεί να γίνει καμία άλλη παρέμβαση στην οικονομία (εντός του ευρώ) πέρα από περικοπές δημόσιων δαπανών και μειώσεις μισθών.
Σε μία οικονομία σαν την ελληνική που είναι στον «πάτο» της παραγωγής διεθνών εμπορεύσιμων αγαθών, με τεράστιο ζήτημα ανταγωνιστικότητας και μια πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία που δεν διορθώνεται, είναι δύσκολο να υποστηρίξει κανείς ότι μπορεί να υπάρξει κάποια εστία ανάπτυξης. Εδώ βρίσκεται η δεύτερη αστοχία του «προγράμματος», της εσωτερικής υποτίμησης, αφού αδυνατεί μέσω της μείωσης των μισθών να μειώσει τις «τιμές» δηλαδή την πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία (που από το 1988 ανέρχεται συνεχώς και ιδιαίτερα τα χρόνια της «χρυσής» πορείας του ευρώ), και έτσι δεν διορθώνει το πρόβλημα ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Ακόμη και το ευνοϊκό σενάριο του ανεφάρμοστου προγράμματος, προβλέπει «έναρξη» της ανάπτυξης το 2015 με μέσο ρυθμό 2,2% έως το 2020, ο οποίος σημειωτέον μειώνεται σημαντικά μετά.
Ακόμη και αν δεχτούμε για χάριν της συζήτησης ότι η Ελλάδα θα παρουσιάσει μετά το 2015 ανάπτυξη κοντά στο 2%, πόσες θέσεις εργασίας μπορεί να δημιουργήσει αυτή η ανάπτυξη ανά έτος; Όταν στην Ελλάδα τα τελευταία τριάντα χρόνια στις καλύτερες χρονιές η απασχόληση αυξήθηκε κατά 50.000 θέσεις εργασίας. Δηλαδή, εφόσον το 2015 θα έχουμε π.χ. 1.5 εκ και πλέον ανέργους και μαζί με αυτούς που θα έχουν μεταναστεύσει θα πλησιάζουμε π.χ τα 2 εκ ανθρώπους που χρειάστηκαν ή θα χρειάζονται δουλειά, αν δημιουργηθούν την επόμενη εξαετία 200.000 επιπλέον θέσεις εργασίας, δεν θα πρόκειται για απόλυτη καταστροφή; Αυτό είναι λοιπόν το «άριστο» σενάριο για την Ελλάδα (η επιτυχία του μνημονίου και της κυβέρνησης Σαμαρά) που κλειδωμένη στο ευρώ πεθαίνει και θα πεθαίνει κάθε μέρα. Όσοι -και στην αριστερά- υποστηρίζουν την παραμονή της χώρας στο ευρώ, θα πρέπει να εξηγήσουν με ποιο τρόπο και ποιες πολιτικές θα εξασφαλίσουν στον ελληνικό λαό εργασία, ή αλλιώς πως θα δημιουργήσουν εκείνους τους ρυθμούς ανάπτυξης που απαιτούνται για να δημιουργηθούν οι αναγκαίες νέες θέσεις εργασίας , αφού κάθε μέρα , σε κάθε ηλιοβασίλεμα, χίλιοι άνθρωποι χάνουν τις δουλειές τους.
Το σχέδιο της αριστεράς: Όπως προκύπτει και από τα παραπάνω δεν έχει τόσο νόημα η συζήτηση για το ποσοστό του χρέους (το οποίο σύμφωνα με το ΔΝΤ θα είναι 333 δις ευρώ στο τέλος του 2012, δηλαδή περίπου 166% του ΑΕΠ χωρίς το ενδοκυβερνητικό χρέος, ενώ μαζί με το τελευταίο θα βρίσκεται στο 172% του ΑΕΠ), για το μέγεθος του κουρέματος, αν ένα τμήμα της αποπληρωμής του θα γίνει όταν η οικονομία επιστρέψει σε θετικούς (;) ρυθμούς ανάπτυξης κλπ Ίσως πλέον αυτή η συζήτηση να είναι αποπροσανατολιστική. Αντίθετα το κύριο είναι πόσο μεγάλοι ρυθμοί ανάπτυξης χρειάζονται για να υπάρξουν δουλειές για όλους, ποιες πολιτικές πρέπει να ασκηθούν για να μην ερημώσει από την μετανάστευση η χώρα κλπ
Η απογραφή του 2011 δείχνει μείωση των μονίμων κατοίκων της Ελλάδας κατά 300.000 άτομα, ενώ στα μαιευτήρια παρατηρείται μείωση γεννήσεων κατά 15%. 100.000 μετανάστες έχουν ήδη επιστρέψει στην Αλβανία. Ο αριθμός των μεταναστών προς την Γερμανία το πρώτο εξάμηνο του 2012 ήταν 15000, (2500 ανά μήνα) με ρυθμό εντόνως ανερχόμενο. Οι έλληνες γιατροί στην Γερμανία έφτασαν τους 6.000, συστήνοντας την δεύτερη πολυπληθέστερη εθνική ομάδα μετά τους Αυστριακούς. (εφ. Καθημερινή,18-8-2012).
Το θέμα δεν είναι μόνο ότι θα εγκαταλείψουν την χώρα π.χ. 500.000 ή 1.000.000 άνθρωποι αλλά μέσα σε αυτούς -όσοι δεν παλινοστούν στις πατρίδες τους- οι περισσότεροι θα είναι όχι μόνο νέοι, αλλά θα είναι και οι καλύτεροι. Θα χαθεί η στρατιά από το πιο δυναμικό κομμάτι των νέων γιατρών, μηχανικών, και άλλων επιστημόνων. Η Ελλάδα όχι μόνο θα γεράσει αλλά θα χάσει και το πιο ικανό εργατικό δυναμικό, το δυναμικό εκείνο που έχει τις γνώσεις και τις δεξιότητες για να δημιουργήσει το αναγκαίο άλμα. Αλλά ακόμη και το κομμάτι που από μέσα του μπορεί να προκύψει η πολιτική πρωτοπορία. Αντίστροφα η Γερμανία ωφελείται από αυτό το κύμα νέων επιστημόνων από το Νότο. Όχι μόνο γιατί δεν ξόδεψε για αυτούς, αλλά γιατί αυτοί ανεβάζουν την παραγωγικότητα της Γερμανίας ενισχύουν με την κατανάλωσή τους, την αγορά της, διορθώνουν την πυραμίδα των ηλικιών της.
Ο Νότος και η Ελλάδα γερνάει απότομα, ενώ η Γερμανία ξανανιώνει. Στην πρώτη φάση του ευρώ οι επιχειρήσεις της λόγω των πλεονεκτημάτων τους σε τεχνολογία, σε οικονομίες κλίμακας και συγκέντρωσης, κ.α. επικράτησαν των αναλόγων του Νότου κατά κράτος στο διεθνές εμπόριο. Στην δεύτερη φάση η Γερμανία μπορεί να γεμίσει και από το καλύτερο εργατικό δυναμικό του Νότου. Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο, έχει επαναληφθεί μέσα σε κάθε χώρα, όπου η περιφέρεια αποψιλώνεται προς όφελος των «κέντρων ανάπτυξης».
Οι συνέπειες όμως αυτού του οικονομικού δυϊσμού είναι τελείως διαφορετικές, όταν αυτή η διαδικασία (που ο Mυρντάλ εδώ και δεκαετίες έχει περιγράψει με την θεωρία της «σωρευτικής αιτιότητας»), λαμβάνει χώρα όχι μέσα στο ίδιο κράτος αλλά ανάμεσα σε διαφορετικά έθνη-κράτη, μέσα μάλιστα σε μία νομισματική ένωση στην οποία όχι μόνο δεν υπάρχουν μεταβιβαστικές πληρωμές και ίχνος αλληλεγγύης, αλλά σκληρός οικονομικός και πολιτικός ιμπεριαλισμός. Είτε μας αρέσει, είτε δεν μας αρέσει οι οικονομικές σχέσεις δεν διεξάγονται στο «κεφάλι μιας καρφίτσας», αλλά μέσα στον πραγματικό γεωγραφικό χώρο, και έτσι μπορεί κάλλιστα η καταστροφή του Νότου να ωφελήσει τον Βορρά.
Η Ελλάδα για να γλυτώσει από την θηλιά του χρέους, για να αποκαταστήσει μια στοιχειώδη δημοκρατική λειτουργία και εθνική κυριαρχία, για να σώσει τον κόσμο της εργασίας από την ιμπεριαλιστική πυρά της Γερμανίας, πρέπει να προχωρήσει σε στάση πληρωμών, έξοδο από το ευρώ εθνικοποιήσεις τραπεζών κλπ Αυτή ήταν και η θέση μας από την αρχή της ελληνικής κρίσης. Οι εξελίξεις, η εναλλακτική θέση (μνημόνιο) που ακολουθήθηκε επιβεβαίωσε την αρχική μας θέση, μια που η διαρκής αποτέφρωση των δυνάμεων της εργασίας, της νεολαίας, των γερόντων, δείχνουν ότι δεν υπάρχει χειρότερη μοίρα και πιο φρικτός θάνατος για την Ελλάδα από την υποταγή στο ευρώ και στην Ε.Ε.. Η οποιαδήποτε βραχυπρόθεσμη και πιθανόν οδυνηρή επίπτωση από την αλλαγή του νομίσματος δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό που βιώσαμε και δυστυχώς με το χειρότερο που θα ακολουθήσει (αν παραμείνουμε στο ευρώ) με οποιαδήποτε κυβέρνηση.
Όμως σήμερα τα πράγματα διαφοροποιούνται. Η πολιτική του μνημονίου βρίσκεται στον τρίτο χρόνο, το ελατήριο της οικονομίας έσπασε. Αν υποθέσουμε ότι αυτό το πρόγραμμα της εξόδου από το ευρώ ( μπορεί να πραγματοποιηθεί μετά από τέσσερα και πέντε χρόνια κρίσης ένα με δύο χρόνια από σήμερα), όπου κάθε κοινωνική αντοχή και υπομονή θα έχει εξαντληθεί και ότι θα υπάρξει και χρονική περίοδος προσαρμογής μέχρι να αρχίσει η ανάκαμψη τα πράγματα δυσκολεύουν.
Χωρίς να μπορώ να το αποδείξω (αν και υπάρχει τρόπος) νομίζω ότι μία έξοδος από το ευρώ και την Ε.Ε. με εθνικοποιήσεις τραπεζών κλπ δεν μπορεί να διορθώσει βραχυπρόθεσμα και άμεσα την κατάσταση (κύρια την ανεργία) στο επιθυμητό σημείο (όπως θα μπορούσε το 2010 ή ακόμη και το 2011). Χρειάζεται σίγουρα βιομηχανική πολιτική (δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οποιαδήποτε ουσιαστική βιομηχανική πολιτική -ποσοστώσεις, δασμοί, ενισχύσεις, δημόσιες βιομηχανίες κ.α.-για την λεγόμενη παραγωγική ανασυγκρότηση δεν νοείται όταν η Ελλάδα παραμένει απόλυτα ανοικτή στο ελεύθερο εμπόριο και στην ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων, εντός της περιοχής του πλανήτη που λαμβάνει χώρα η υπερπαγκοσμιοποίηση δηλαδή στο ευρώ και την Ε.Ε.) όμως και αυτή θέλει χρόνια για να αποδώσει.
Άρα στην πραγματικότητα πρέπει να εκπονηθεί ένα εθνικό σχέδιο που θα έχει ως σκοπό πέρα από την δημιουργία ενός νέου αναπτυξιακού παραγωγικού, και καταναλωτικού προτύπου, την άμεση απασχόληση του πληθυσμού και κυρίως την ανάσχεση της τάσης για μετανάστευση της νεολαίας και του επιστημονικού δυναμικού της χώρας. Με αυτήν την έννοια οι γενικότητες δεν αρκούν. Είναι άμεση ανάγκη η δημιουργία ενός πολιτικού-επιστημονικού χώρου διαλόγου, σε παράλληλη και αμφίδρομη σχέση με τα κόμματα και τις οργανώσεις και το ανένταχτο δυναμικό της αντί-Ε.Ε. αριστεράς, που θα ψηλαφίσει τα ζητήματα με σκοπό να χαρτογραφήσει κάποια μίνιμουμ σημεία ενός συγκεκριμένου προγράμματος. Χρειάζεται αναγκαστικά σχέδιο, όχι απλής κρατικής παρέμβασης και υποστήριξης της οικονομίας, αλλά ανάληψης δημόσιων δράσεων σε εκτεταμένη κλίμακα.
Αυτό συνεπάγεται ότι η έξοδος από το ευρώ και την Ε.Ε., γίνεται σε αναζήτηση μιας νέας οικονομίας σε «σοσιαλιστική» κατεύθυνση. Θα μπορούσε και ορθά να υποστηρίξει κάποιος ότι κάτι τέτοιο, περιορίζει το πολιτικό εύρος ενός πολιτικού μετώπου «διαγραφής του χρέους», «εξόδου από το ευρώ». Αυτή η ένσταση είναι σωστή, όμως σήμερα, δεν υπάρχουν κρίσιμοι και σημαντικοί πολιτικοί σχηματισμοί, πέραν της κομμουνιστικής και ριζοσπαστικής αριστεράς που να ανοίγουν ζήτημα ευρώ και Ε.Ε.. Στο βαθμό που δημιουργηθούν τότε το ζήτημα του μετώπου είναι ανοικτό.
Ένας τέτοιος χώρος (δηλαδή η αντι-Ε.Ε. αριστερά) θα πρέπει να θέσει στην δημόσια συζήτηση τα εξής σημεία:
Α) Προωθεί ως κεντρική πολιτική συζήτηση για την Ελλάδα το πρόβλημα της ανεργίας, προσπαθώντας να διαμορφώσει ένα προγραμματικό πλαίσιο και ένα ανάλογο οικονομικό πρόγραμμα, «δουλειά για όλους», «όχι στην μετανάστευση των νέων». «Προκαλεί» και έτσι «αποκαλύπτει» τα πολιτικά κόμματα που υποστηρίζουν την παραμονή της χώρας στο ευρώ, να παρουσιάσουν τις λύσεις τους για την «ανεργία».
Β) Επεξεργάζεται και εκλαϊκεύει τις συνέπειες που είχε για την χώρα και φυσικά τις δυνάμεις της εργασίας η παραμονή στην Ε.Ε. και στο ευρώ, αλλά κύρια αναδεικνύει μια συγκροτημένη πολιτική εξόδου ώστε να νικήσει τον φόβο περί προκατακλυσμιαίων καταστροφών και άλλων μυθολογικών δεινών που θα φέρει στην χώρα η επιστροφή στην «κατάρα» της δραχμής. Στοχεύει στις ωφέλειες, στα πλεονεκτήματα και στις δυνατότητες που ανακτάει η Ελλάδα από μία τέτοια προοπτική. Εξηγεί ειλικρινά ότι πάμε για σύγκρουση με τον ξένο παράγοντα και την ντόπια ολιγαρχία, και ότι θα περάσουμε από δυσκολίες, αλλά ένας ελεύθερος και ανεξάρτητος λαός που ονειρεύεται, μπορεί να μετατρέψει την συλλογική δυσκολία σε δασικό μονοπάτι.
Γ) Αναδεικνύει τα ζητήματα της Δημοκρατίας και της Εθνικής Κυριαρχίας ως αυτοδύναμα πολιτικά ζητήματα και μη συμβατά με την παραμονή της χώρας στην υπερπαγκοσμιοποιημένη ομάδα του ευρώ και της Ε.Ε.. Επίσης τα ζητήματα της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Δ) Αναδεικνύει την ανάγκη του κοινωνικού κράτους και της σημασίας του «συλλογικού μισθού» ο οποίος στην ουσία προστίθεται στον ατομικό μισθό, και το συνδέει με το ζήτημα της μετανάστευσης των νέων. Π.χ. Προσλήψεις στον κοινωνικό τομέα της οικονομίας, που βελτιώνουν σημαντικά την εκπαίδευση, την υγεία, τις κοινωνικές πολιτικές για τους γέροντες, τις δημόσιες συγκοινωνίες την παροχή υπηρεσιών πολιτισμού, κλπ θα πρέπει να γίνουν μαζικά ακόμη και αν χρειαστεί για ένα διάστημα να «συγκρατηθεί» ο μέσος μισθός στον δημόσιο τομέα.
Ε) Προσπαθεί (το πιο δύσκολο) να περιγράψει ένα αναπτυξιακό σχέδιο, κλαδικών και καθετοποιημένων πολιτικών και δημόσιων δράσεων, στην κατεύθυνση μιας αυτοδύναμης αλλά όχι αυτάρκους οικονομίας. Αποδεικνύει ότι υπάρχει στην Ελλάδα η βάση, οι παραγωγικές δυνατότητες και δυνάμεις που μπορούν να βγάλουν την χώρα από την οικονομική και άρα και πολιτική εξάρτηση.
Ζ) Σκιαγραφεί ένα σύστημα οικονομικής συνεργασίας και αλληλεγγύης των λαών του ευρωπαϊκού Νότου, με βάση τα συμφέροντα της εργασίας, και τις συντεταγμένες της οικολογίας, που δεν θα στηρίζεται στο κέρδος.
Η) Προωθεί και υποστηρίζει νέους θεσμούς άμεσης δημοκρατίας, στην κοινωνία, στα συνδικάτα, διεύθυνσης των χώρων εργασίας κλπ. Από τέτοιους θεσμούς μπορεί να προκύψει και η υπέρβαση και ο μετασχηματισμός σε μία άλλη μορφή κοινωνίας. Αυτό δεν είναι ζήτημα βέβαια διακήρυξης, αλλά μπορεί περισσότερο να προκύψει μέσα από την αυτοπεποίθηση που αποκτούν οι λαϊκές δυνάμεις από διαδοχικές νίκες. Το ίδιο ισχύει και για το αξιακό σύστημα ενός τέτοιου ρεύματος που δεν μπορεί να είναι τα δύο αυτοκίνητα ανά οικογένεια, και η «μεζονέτα», αλλά και για την ουτοπία και το όνειρο μιας κοινωνίας και μιας ζωής στηριγμένης σε άλλες σχέσεις.
Εξήντα πέντε χρόνια πριν, τον Μάιο του 1947, ο Ν. Κιτσίκης προλογίζοντας την εξαιρετική εργασία του Δ. Μπάτση : «η Βαριά Βιομηχανία στην Ελλάδα», έγραφε: «Σχέδιο ανασυγκρότησης είναι αδύνατον να καταρτισθεί μέσα στην αχλύ του μυστηρίου, χωρίς να σημειωθεί συναγερμός των λαϊκών οργανώσεων και όλων των επιστημόνων που είναι ενδεδειγμένοι να παραστούν και να συντελέσουν στην γένεσή του». Δυστυχώς σήμερα, είμαστε αναγκασμένοι να επαναλάβουμε με άλλο τρόπο τα ίδια λόγια, χρειάζεται συναγερμός, όλων των διαθέσιμων δυνάμεων ώστε να κατατεθεί και να εκφωνηθεί με κατάλληλο τρόπο, ένα συνολικό πολιτικό και οικονομικό σχέδιο που θα οδηγήσει σε έξοδο από την κρίση και σε νίκη της δημοκρατίας και της εργασίας.
Αν ίσως αυτόν τον χειμώνα δεν πείσουμε ότι μπορούμε χωρίς ευρώ και Ε.Ε, ότι είναι «καλύτερα» για μια χώρα σαν την Ελλάδα να βάλει περιορισμούς στο ελεύθερο εμπόριο και στην ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων, και μάλιστα ότι ανοίγονται έτσι νέες ελπιδοφόρες προοπτικές, αν δεν μπορέσουμε να δημιουργήσουμε την μεγάλη ρωγμή στην ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού, την παγκοσμιοποίηση (που κυριαρχεί αυτή την στιγμή), αν δεν συγκροτήσουμε ένα τέτοιο μαζικό και πολιτικό ρεύμα τότε δεν θα οδηγηθούμε σε μια κατάσταση όπως αυτή του 1942-1947 όπου έλαβε μέρος και η προηγούμενη συζήτηση για την παραγωγική ανασυγκρότηση της Ελλάδας, αλλά σίγουρα σε μια συντριπτική ήττα, σε έναν δεύτερο Αυγουστιάτικο Γράμμο του 1949. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου