Υπάρχει ελπίδα;
Γράφει ο Μανόλης Ντουντουνάκης
Δημήτρης Τοσίδης/alterthess
Βιώνουμε, ως κοινωνία, την ώριμη περίοδο της διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η πολιτική ατζέντα της είναι σε πλήρη εφαρμογή, παρά τις όποιες αντιξοότητες στην αρχή. Όμως, παρά την απεριόριστη υποστήριξη από το σύνολο σχεδόν των Μ.Μ.Ε. φαίνεται ότι η «κυβέρνηση των αρίστων» έχει υποστεί βαθύτατα πλήγματα στην αξιοπιστία της, και το πολιτικό αφήγημα του Κυριάκου Μητσοτάκη αρχίζει να ηχεί παράταιρα σε σημαντικό μέρος του Ελληνικού λαού. Έχουμε ένα κράτος αυταρχικό, και μια κυβέρνηση που «κλείνει το μάτι» στην ακροδεξιά και χρησιμοποιεί πολλά στελέχη της ακροδεξιάς σε υπουργικές θέσεις και σε άλλες πολιτικές θέσεις. Μάλιστα, η μετατόπιση προς την ακροδεξιά, διογκώθηκε στον τελευταίο ανασχηματισμό.
Οι δαπάνες για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης καθώς και για όλες τις βαθμίδες της περίθαλψης, έχουν περιοριστεί ακόμα περισσότερο, παραχωρώντας συνεχώς ζωτικό χώρο στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Η υπουργός Παιδείας αυταρχικά, καταφεύγει στη βοήθεια της δικαιοσύνης για να καταστείλει απεργίες άλλα και πολιτικές διαφωνίες με τη πολιτική της. Γυρίσαμε πια, στην εποχή του χωροφύλακα που αποτελεί το δεξί χέρι της κυβέρνησης για να ποδηγετήσει το μέρος του λαού που αντιστέκεται στη πολιτική της. Στην οικονομία, ενώ μας μιλάνε για ανάπτυξη του 6%, δε λένε λέξη για την αυτονόητη αύξηση του κατώτατου μεροκάματου και την παροχή αυξήσεων στους εργαζόμενους.
Στην εξωτερική πολιτική μοιράζουν αφειδώς χρήματα που δεν περισσεύουν στην αγορά πανάκριβων οπλικών συστημάτων, μπαίνοντας σε ένα πολυέξοδο και χωρίς νόημα ανταγωνισμό με τους Τούρκους. Η χώρα θριαμβολογεί και υπογράφει συμφωνίες χωρίς νόημα με τους Γάλλους, ενώ παραχωρεί νέες βάσεις στους Αμερικανούς και στέλνει στρατεύματα και εξοπλισμό που χρειαζόμαστε εδώ, στο εξωτερικό. Αγνοούν προκλητικά την ιστορία μας. Τα παραδείγματα στα Ίμια και της Αγγλικής βάσης στη Κύπρο, έδειξαν ότι αν χρειαστεί να πολεμήσουμε, θα πολεμήσουμε μόνοι μας, οι ξένοι έρχονται πάντα ως διαιτητές για να κερδίσουν αυτοί από τη διαιτησία και το γκριζάρισμα περιοχών, ενώ ούτε η αγγλική βάση στη Κύπρο έσωσε την Κύπρο από τους «Άττιλες».
Οδεύουμε σε μια φεουδαρχική Ελλάδα με λίγους, πολύ πλούσιους φεουδάρχες – μεγιστάνες και πάρα πολλούς φτωχοποιημενους εργαζόμενους. Στην αυριανή Ελλάδα που προετοιμάζουν δεν υπάρχει χώρος για τη λεγόμενη μεσαία τάξη των Μητσοτάκη – Τσιπρα.
Η ανεργία στους νέους συνεχίζει σε πολύ υψηλά διψήφια νούμερα, η φτώχεια αφορά πια μεγάλο μέρος του πληθυσμού, και η ενεργειακή φτώχεια είναι προ των πυλών, περισσότερο από ποτέ. Η κυβέρνηση, ως παρατηρητής, βλέπει την επέλαση του πληθωρισμού, και αδυνατεί ουσιαστικά να παρέμβει, με οποιοδήποτε τρόπο, στις τεράστιες εισαγόμενες αυξήσεις κάθε μορφής ενέργειας, που δυναμιτίζει τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών, άλλα και το παραγωγικό ιστό της χώρας. Σήμερα, φτωχοποιοουνται όχι μόνο οικογένειες μονογονεακες, με ανέργους, υποαπασχολούμενους άλλα και οικογένειες με δυο πενιχρούς μισθούς. Το πρόβλημα των «κόκκινων δανείων» παραμένει, και πρόκειται να κορυφωθεί στο πρόσεχες διάστημα. Περιούσιες που με κόπο και ιδρώτα αποκτήθηκαν πρόκειται να ξεπουληθούν για ένα κομμάτι ψωμί.
Τα εργατικά ατυχήματα είναι συχνό φαινόμενο και η εργατική νομοθεσία παραβιάζεται συστηματικά. Ο κίνδυνος, οι συντάξεις να μετατραπούν σε ένα απλό βοήθημα είναι πιο ορατός από ποτέ. Η παταγώδης αποτυχία της πολιτικής του μαστιγίου στα ποσοστά εμβολιασμού του πληθυσμού, που παραμένουν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα για ευρωπαϊκό κράτος, κινδυνεύει να τινάξει στον αέρα τον οποιοδήποτε οικονομικό προγραμματισμό. Ο πρωτογενής τομέας έχει παραδοθεί συνειδητά στους μεσάζοντες που απομυζούν το μόχθο του γεωργού και του κτηνοτρόφου, και εθνικός μας στόχος για άλλη μια φορά είναι να γίνουμε μια χώρα γκαρσονιών.
Τα πράγματα αναμένονται να γίνουν πολύ χειρότερα για την πλειοψηφία του ελληνικού λαού, μετά το 2022, με την επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα και στην πιστή εφαρμογή κανόνων, και μνημονίων σταθερότητας που μας επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό το νεοφιλελεύθερο περιβάλλον, ουσιαστικά θα παραμείνει το ίδιο ακόμα και όταν, στα πλαίσια του δικομματισμού, αλλάξει η κυβέρνηση και εναλλάξουν ρόλους κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση. Είναι ο ΣΥΡΙΖΑ με τη κυβερνητική του πολιτική που συνειδητά πρόδωσε το λαϊκό κίνημα και έστρωσε το δρόμο στον άκρατο νεοφιλελευθερισμό του Μητσοτάκη και στη κυριαρχία της δεξιάς ιδεολογίας, που βιώνουμε.
Όμως σε αυτό το περιβάλλον , αναφαίνεται μια αχτίδα φωτός που μας γεμίζει αισιοδοξία και αντλούμε δυνάμεις για να αγωνιστούμε και να αντιδράσουμε σε αυτό που μας ετοιμάζουν. Τα φτωχότερα στρώματα του λαού, αυτοί που δέχονται περισσότερο τη πίεση της εργοδοσίας για μεγαλύτερες παραχωρήσεις αρχίζουν να αντιδρούν. Απεργίες αρχίζουν δειλά – δειλά να οργανώνονται ξανά, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Οι συνήθεις ύποπτοι, οι φοιτητές, η νεολαία, οι μαθητές είναι ξανά στους δρόμους. Η οργανωμένη πάλη εναντία στην αστυνομική αυθαιρεσία, με πρόσφατο παράδειγμα τον αναίτιο φόνο μετά από καταδίωξη από αστυνομικούς. Η αντίδραση στα αιολικά πάρκα στα καμένα μας βουνά, οι διεκδικήσεις για ελευθέρους χώρους, η καθολική διαμαρτυρία για την έλλειψη υποδομών – ανοργανωσιά – αδιαφορία του κράτους σε κάθε καιρικό φαινόμενο κλπ. Παρατηρείται, πια, από σημαντική μερίδα του λαού μας, μια εμφανή αντίθεση σε κυβερνητικές πρακτικές, και μια υπόγεια δυσαρέσκεια να υποβόσκει. Οι πολίτες δεν παρασύρονται πια από τα «πληρωμένα» ΜΜΕ, ούτε υποκύπτουν στην κυβερνητική ατζέντα, κα αρχίζουν να αντιδρούν ουσιαστικά σε αυτά που συμβαίνουν η δρομολογούνται. Φαντάζει, αναγκαίο εμείς, ιδιαίτερα όσοι κινούμαστε στο χώρο της αριστεράς, να καταγγείλουμε και να αντισταθούμε:
στη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα, που ζούμε,
στην υποβάθμιση της ποιότητας ζωής κα του περιβάλλοντος,
στην ιδιωτικοποίηση των πάντων
στην φτωχοποίηση του λαού μας
Είναι εμφανές ότι αυτές οι πολιτικές ανατρέπονται μόνο με δράση, κινήματα και λαϊκούς αγώνες.
Αυτός ο λαός αυτές τις πολιτικές θέλει. Είναι πια προφανές. Κατά το λαό και οι άρχοντες...
ΑπάντησηΔιαγραφή