Από νεοφιλελέυθερη σκοπιά η κριτική του άρθρου, αλλά με ενδιαφέροντα στοιχεία...
Η ΔΕΗ είχε ανακοινώσει προς το Χρηματιστήριο και το επενδυτικό κοινό ότι θα δημοσιοποιούσε τα αποτελέσματά της την Πέμπτη 26 Απριλίου, μετά το κλείσιμο του Χρηματιστηρίου. Τελικά η ανακοίνωση έγινε με 24 ώρες καθυστέρηση, την Παρασκευή, στις 20:35 το βράδυ. Και η προσεκτική ανάγνωση των μεγεθών του ισολογισμού εξηγεί απόλυτα την προσπάθεια της διοίκησης της ΔΕΗ να απομακρύνει τα φώτα της δημοσιότητας από τις επιδόσεις του 2017, μιας χρονιάς κατά την οποία η εταιρεία κατέγραφε κάθε ημέρα λειτουργικές ζημίες της τάξης του 1 εκατ. ευρώ.
Για να μη δημοσιοποιηθούν ζημίες-ρεκόρ 300 εκατ. ευρώ, βεβαίως, η κυβέρνηση, η οποία βαρύνεται με τεράστιο κομμάτι ευθυνών για το γεγονός ότι η μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού, χρειάστηκε να επισπεύσει την αναδρομική επιστροφή παλιών οφειλών ύψους 360 εκατ. ευρώ που αφορούν τις περίφημες χρεώσεις ΥΚΩ, των ετών 2012-2016. Με την κυβερνητική "επιδότηση", δηλαδή ο ισολογισμός απέφυγε το "κόκκινο".
Ωστόσο, τα λειτουργικά μεγέθη αποτυπώνουν ξεκάθαρα και ανάγλυφα το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η ΔΕΗ εξαιτίας των κυβερνητικών επιλογών για το άνοιγμα της αγοράς με διαμελισμό της εταιρείας, πώληση με δυσμενείς όρους του ΑΔΜΗΕ, δημοπράτηση σε τιμή κόστους της υδροηλεκτρικής και λιγνιτικής ενέργειας, συμφωνία για υποχρεωτική μείωση του μεριδίου στη λιανική και πώληση-εξπρές του 40% των λιγνιτικών μονάδων. Και όλα αυτά για να μην προχωρήσει το σχέδιο της προηγούμενης κυβέρνησης για τη "μικρή ΔΕΗ".
Έτσι, αυτήν τη στιγμή, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ισολογισμού της εταιρείας:
-Για καθεμία μονάδα μεριδίου που παραχωρεί η ΔΕΗ στη λιανική, χάνεται τζίρος 36 εκατ. ευρώ (η κυβέρνηση έχει συμφωνήσει το μερίδιο της ΔΕΗ να πέσει στο 50%, από 85% στα τέλη του 2017, που σημαίνει ότι θα πρέπει να χαθούν ακόμα 1,3 δισ. πωλήσεις).
-96,6 εκατ. ευρώ επιβαρύνθηκε πέρυσι η ΔΕΗ από τις δημοπρασίες ΝΟΜΕ, που επίσης συμφωνήθηκαν ως "αντίμετρο" για τη "μικρή ΔΕΗ".
-353,6 εκατ. ευρώ επιβαρύνθηκε πέρυσι η ΔΕΗ από την απόφαση της κυβέρνησης να καλύψουν οι προμηθευτές το έλλειμμα του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ μέσω της χρέωσης προμηθευτή.
Σε αυτά τα κόστη, θα προστεθούν το επόμενο διάστημα οι απώλειες του τζίρου από την πώληση του ΑΔΜΗΕ, που πραγματοποιήθηκε με μια παγκόσμια πρωτοτυπία, αφού η εταιρεία παραχώρησε το 51% των μετοχών χωρίς κανένα έσοδο, όταν, μάλιστα, καλείται να πληρώσει φόρο για την πώληση του 100%.
Ουσιαστικά, ο ισολογισμός που ανακοινώθηκε νύχτα, αποτελεί την πρώτη απτή απόδειξη ότι η ΔΕΗ μετατρέπεται σε προβληματική εταιρεία και ήδη κάποιοι μιλούν για μια νέα Ολυμπιακή.
Ο προβληματισμός εντείνεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι η κυβέρνηση και η διοίκηση της ΔΕΗ "ποντάρουν" στην επιτυχία του διαγωνισμού πώλησης των λιγνιτών και στην είσπραξη υψηλού τιμήματος, προκειμένου να γίνει restart της επιχείρησης και να αποφευχθεί η κατάρρευσή της, που θα είχε καταστροφικές συνέπειες για την οικονομία. Ωστόσο, το υποτονικό ενδιαφέρον προσγειώνει ανώμαλα τις προσδοκίες, ο ένας μετά τον άλλο οι υποψήφιοι "μνηστήρες" αποσύρονται ή δηλώνουν διατεθειμένοι να προσφέρουν χαμηλότερο τίμημα για τις πωλούμενες μονάδες.
Το εκρηκτικό κοκτέιλ συμπληρώνεται από την αδυναμία της ΔΕΗ να μειώσει κόστη, προσωπικό, δανεισμό, αλλά και τις ανεξόφλητες οφειλές, που παραμένουν σταθερές στα επίπεδα των 3 δισ. ευρώ.
Γράφουν ζημίες
Ο ισολογισμός της ΔΕΗ άνοιξε το κουτί της Πανδώρας για τις υπό πώληση μονάδες, καθώς έφερε στο φως τους "σκελετούς" για τα πραγματικά κόστη λειτουργίας και τις επιδόσεις των υπό πώληση μονάδων.
Σύμφωνα με στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το "Κεφάλαιο", η εικόνα είναι οδυνηρή. Για παράδειγμα, η μονάδα της Μελίτης, σύμφωνα με πληροφορίες, καταγράφει λειτουργικές ζημίες της τάξης των 40 εκατ. ευρώ ετησίως, καθώς εμφανίζει υψηλά κόστη καυσίμου.
Συγκεκριμένα, το κόστος παραγωγής ξεπερνά τα 70 ευρώ η μεγαβατώρα, όταν η οριακή τιμή του συστήματος μέσω της οποίας αμείβεται κυμαίνεται από 44 έως 50 ευρώ η μεγαβατώρα. Κάποιους μήνες, δηλαδή, οι ζημίες ξεπερνούν τα 3 εκατ. ευρώ.
Ειδικά για τη μονάδα της Μελίτης, το κόστος μισθοδοσίας πλησιάζει τα 10 εκατ. ευρώ ή, αλλιώς, τα 9,5 ευρώ/MWh, το κόστος συντηρήσεων και υλικών είναι 8 εκατ. ευρώ ή, αλλιώς, 7 ευρώ/MWh, το κόστος καυσίμου και αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής CO2 φτάνει τα 60 εκατ. ευρώ ή, αλλιώς, τα 45 ευρώ/MWh, ενώ ακόμα 21,5 εκατ. ευρώ ή 17 ευρώ/MWh είναι οι αποσβέσεις.
Δηλαδή το ετήσιο κόστος της μονάδας φτάνει τα 95 εκατ. ευρώ, που σημαίνει ότι, με παραγωγή 1,8 έως 2 εκατ. Mwh και οριακή τιμή του συστήματος 50 ευρώ, η ΔΕΗ χάνει 40 εκατ. ευρώ ετησίως.
Άνθρακας υπό διωγμό
Η ίδια εικόνα ζημιών ισχύει και για τις άλλες δύο υπό πώληση μονάδες της ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη και, παρ' όλα αυτά, η διοίκηση της ΔΕΗ δήλωσε πρόσφατα ότι αναμένει να εισπράξει τίμημα της τάξης του 1 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, η ενεργειακή πολιτική της Ε.Ε. δίνει όλο και μεγαλύτερη έμφαση στην επίτευξη του στόχου για μείωση των εκπομπών ρύπων στην ηλεκτροπαραγωγή και ενισχύειακόμα περισσότερο τις πολιτικές εναντίον της χρήσης του άνθρακα. Καθώς οι αναλυτές προβλέπουν αύξηση των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων πάνω από τα 20 ευρώ ο τόνος, είναι αμφίβολο εάν οι υπό πώληση λιγνιτικές είναι βιώσιμες.
Αυτό υπαινίχθηκε σαφώς και ο ίδιος ο πρόεδρος της ΔΕΗ, ζητώντας στη Βουλή την έμμεση επιδότηση των μονάδων προκειμένου να επιτευχθεί αξιοπρεπές τίμημα (π.χ., δωρεάν δικαιώματα εκπομπής ρύπων). Με απλά λόγια, εάν δηλαδή δεν πριμοδοτηθούν, και μάλιστα ισχυρά, οι λιγνίτες της ΔΕΗ, είναι εξαιρετικά επισφαλής η επιτυχία του εγχειρήματος της πώλησης.
Ο προβληματικός ισολογισμός
Το 2014 ο κύκλος εργασιών της ΔΕΗ ήταν 5,863 δισ. ευρώ, ενώ η λειτουργική κερδοφορία EBITDA ξεπερνούσε, για τελευταία ίσως φορά, το όριο του 1 δισ. (1,022 δισ. ευρώ). Και μπορεί οι πωλήσεις της ΔΕΗ να άρχισαν να μειώνονται οριακά από το 2012, εντούτοις από το 2015 έως και το 2017 η εταιρεία άρχισε να συνειδητοποιεί με τον πλέον οδυνηρό τρόπο το τι σημαίνει το νέο περιβάλλον αγοράς, η είσοδος σοβαρών ανταγωνιστών και η μείωση του μεριδίου της.
Μέσα σε μία τριετία, με αποκορύφωμα το 2017, η ΔΕΗ απώλεσε πωλήσεις της τάξης των 900 εκατ. ευρώ. Η τελευταία φορά που ο τζίρος της ΔΕΗ έπεσε κάτω από το όριο των 5 δισ. ευρώ ήταν πριν από 12 χρόνια, το 2006.
Η διαφορά σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία είναι ότι τα τελευταία τρία χρόνια η ΔΕΗ έχει μπει σε μια πορεία συρρίκνωσης, χωρίς δρόμο επιστροφής άμεσα: οι πωλήσεις που χάνονται είναι αποτέλεσμα της συμφωνίας με τους δανειστές για μείωση του μεριδίου αγοράς (50% μέχρι το 2020).
Τον Ιανουάριο του 2014 η ΔΕΗ είχε μερίδιο αγοράς 97,45%, ενώ στο τέλος του 2017 το μερίδιό της είχε υποχωρήσει στο 86,7%, δηλαδή μέσα σε διάστημα τριών ετών έχασε σχεδόν 11 μονάδες μερίδιο αγοράς, που μεταφράζονται σε πάνω από 6.000 Gwh πωλήσεις λιγότερες. Ο κύκλος εργασιών υποχώρησε 896 εκατ. ευρώ. Πέρυσι χάθηκε τζίρος 186,2 εκατ. ευρώ λόγω απώλειας μεριδίου 5,1% (κάθε μονάδα κόστισε 36 έως 37 εκατ. ευρώ). Δηλαδή σε δύο χρόνια η ΔΕΗ θα πρέπει να χάσει 1,3 δισ. ευρώ τζίρο.
Χρέος - εργαζόμενοι
Ποια είναι τα κυριότερα προβλήματα που θα πρέπει να διαχειριστεί με μειωμένο τζίρο; Κατ' αρχάς, το πολυάριθμο προσωπικό και το υπέρογκο μισθολογικό κόστος.
Το 2014 το μισθολογικό κόστος της ΔΕΗ ήταν 1,005 δισ. ευρώ, ενώ το 2017 είχε μειωθεί στα 821,1 εκατ. ευρώ (σταθερό σε σχέση με το 2016). Η ΔΕΗ (μαζί με τον διαχειριστή του δικτύου διανομής, ΔΕΔΔΗΕ) έχει 17.519 μισθωτούς, από 18.672 εργαζομένους το 2014 (η μείωση αφορά κυρίως τους εργαζομένους του ΑΔΜΗΕ, που διαχωρίστηκε). Το ενδιαφέρον, μάλιστα, είναι ότι η διοίκηση της ΔΕΗ πρόσφατα έθεσε θέμα προσλήψεων.
Το δεύτερο μεγάλο "αγκάθι" αφορά τον υπέρογκο δανεισμό, που, παρά τη μείωση του 2017 (365,6 εκατ. ευρώ), παραμένει υψηλός, στα 3,957 δισ. Πέρυσι, μάλιστα, μεγάλο χρέος των εσόδων από την πώληση του ΑΔΜΗΕ πήγε στον δανεισμό, ενώ το ίδιο θα συμβεί και με τους λιγνίτες (αυτό τουλάχιστον ζητούν οι τράπεζες). Θυμίζουμε ότι η ΔΕΗ βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για την αναχρηματοδότηση του μεγάλου κοινοπρακτικού ύψους 1,2 δισ., ενώ θα πρέπει την άνοιξη του 2019 να αποπληρώσει και το υπόλοιπο από το διεθνές ομόλογο (350 εκατ. ευρώ περίπου).
Η μάχη της λιανικής
Στο πρώτο τρίμηνο του έτους, σύμφωνα με ανεπίσημα στοιχεία της αγοράς προμήθειας, η ΔΕΗ βρέθηκε να χάνει περί τους 20.000 μετρητές τον μήνα, έναντι απωλειών της τάξης των 17.000 μετρητών τον μήνα το 2017. Ήδη τον Μάρτιο, με βάση τα επίσημα στοιχεία του λειτουργού της αγοράς, το μερίδιο της εταιρείας έχει πέσει στο 82,75%(από 86,7% στα τέλη της περασμένης χρονιάς), δηλαδή έχει χαθεί μερίδιο 4 μονάδων, που αντιστοιχεί σε τζίρο 160 εκατ. ευρώ. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι η διοίκηση της ΔΕΗ κατηγορείται από την αγορά για την επιλογή της να προχωρήσει το καλοκαίρι του 2016 στην έκπτωση συνέπειας 15%, η οποία οδηγεί τον ανταγωνισμό μεταξύ των προμηθευτών σε επίπεδα με οριακή κερδοφορία ή ακόμα και επί ζημία. Η συγκεκριμένη απόφαση μπορεί να θεωρηθεί καταστροφική και για την ίδια τη ΔΕΗ, υπό την έννοια ότι μπορεί μεν να καθυστέρησε τη μείωση του μεριδίου αγοράς, η οποία ωστόσο είναι προδιαγεγραμμένη και τελικά θα γίνει με χαμηλότερα περιθώρια κερδοφορίας και για την ίδια τη ΔΕΚΟ.
Στόχος των short κερδοσκόπων
Τον τελευταίο μήνα ο Γενικός Δείκτης έχει κινηθεί ανοδικά στις 858 μονάδες (από τις 781 στις αρχές Απριλίου), ωστόσο στο ράλι αυτό, που για τις τράπεζες ξεπέρασε το 30%, η ΔΕΗ απείχε. Αν και από τις αρχές του έτους η μετοχή είχε φτάσει να ξεπερνά σε απόδοση και το 40%, εντούτοις συνεχίζει να παραμένει στόχος υποτιμητικής κερδοσκοπίας, κυρίως από το βρετανικό fund Lansdowne Partners, το οποίο από τον Νοέμβριο έχει αυξήσει τις θέσεις short που έχει πάρει στη ΔΕΗ από το 0,53% στο 1,12%, που μεταφράζεται σε 7,1 εκατ. ευρώ. Παρά την άνοδο, η κεφαλαιοποίηση παραμένει σε απογοητευτικά επίπεδα (628 εκατ. ευρώ).
(του Χάρη Φλουδόπουλου, Κεφάλαιο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου