Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Όσοι είχαμε την τύχη -ή την ατυχία- να δουλέψουμε σε ιδιωτικά ΜΜΕ προφανώς δεν εκπλησσόμαστε από όσα γλαφυρά περιγράφονται στις δικογραφίες για τα σκάνδαλα στην Υγεία. Ένα μέρος του βρόμικου χρήματος, που συντήρησε τόσο την προμνημονιακή εκτίναξη όσο και τη μνημονιακή κατεδάφιση της φαρμακευτικής δαπάνης, έφτανε και στα λογιστήρια των ΜΜΕ, ως αντίτιμο για την προβολή αμφίβολης επιστημονικής αξίας ερευνών, μελετών, επιδημιολογικών πληροφοριών ή πρωτοβουλιών «εταιρικής κοινωνικής ευθύνης». Ενίοτε και για την αποκάλυψη «σκανδάλων». Άλλοτε για την εξουδετέρωση ανταγωνιστών, άλλοτε ως μέσο πίεσης σε κυβερνητικούς αξιωματούχους και άλλοτε -ιδιαίτερα την περίοδο των Μνημονίων- για τη διαμόρφωση συνενοχής στην κοινή γνώμη για την υποτιθέμενη συμβολή της στο μεγάλο «πάρτι» στην Υγεία.
Ας ελπίσουμε ότι η δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης Novartis και των συναφών θα μας διαφωτίσει για την παραπάνω και για όλες τις άλλες διαδρομές του βρόμικου χρήματος στην υγεία. Για τις βαλίτσες, το περιεχόμενο και τους αποδέκτες τους.
Όμως, το πλιάτσικο στη δημόσια Υγεία δεν προϋποθέτει οπωσδήποτε χρηματισμό πολιτικών προσώπων. Σκάνδαλο υφίσταται ακόμη κι όταν το πολιτικό προσωπικό και οι κρατικοί αξιωματούχοι προσφέρουν «ανιδιοτελώς» τις υπηρεσίες τους, στο όνομα μιας ταξικής αντίληψης ότι πρέπει να υπηρετηθούν πάση θυσία τα συμφέροντα των μεγάλων πολυεθνικών ή εγχώριων εμπόρων υγείας. Κι αν ένα μέρος του σκανδάλου βρίσκεται μέσα στις βαλίτσες και τους χαρτοφύλακες που επικαλούνται οι μάρτυρες, ένα άλλο, ίσως το μεγαλύτερο, βρίσκεται έξω απ’ αυτές. Και αφορά το συντριπτικό πλήγμα που υπέστη η δημόσια Υγεία με τη μνημονιακή της «θεραπεία».
Φυσικά και ήταν ανορθόδοξος ο τετραπλασιασμός της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης μεταξύ 2000 και 2009, αν βέβαια είναι «ανορθόδοξη» η καπιταλιστική κερδοσκοπία εις βάρος του δημόσιου συστήματος Υγείας. Αν δεν υπήρχαν τα ΕΣΥ, δεν θα υπήρχαν και πολυεθνικές φαρμάκου. Θα υπήρχαν μόνο φαρμακευτικές «μπουτίκ» για τους πλούσιους. Αλλά πολύ πιο ανορθόδοξη είναι η περικοπή αυτής της δαπάνης κατά 60% μέσα σε πέντε χρόνια, και μάλιστα με την επ’ αόριστον επιβολή δημοσιονομικού πλαφόν 1,9 δισ. ευρώ, σε πείσμα των δημογραφικών δεδομένων που καταγράφουν γήρανση, επιβράδυνση στο προσδόκιμο ζωής, αύξηση της έκθεσης του πληθυσμού σε σοβαρά νοσήματα.
Προφανώς και ήταν διογκωμένη η δημόσια χρηματοδότηση της Υγείας με 16 δισ. ευρώ το 2009. Αλλά πολύ πιο προβληματική και σκανδαλώδης ήταν η βίαιη περικοπή της κατά 50% τα μνημονιακά χρόνια. Και είναι βέβαιο ότι η κερδοσκοπική φούσκα των φαρμακευτικών βρίσκεται πίσω από τη διογκωμένη κατά κεφαλήν δημόσια δαπάνη των 460 ευρώ του 2009. Αλλά η μνημονιακή της περικοπή στα 180 ευρώ, 100 ευρώ κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε., δεν είναι εξυγίανση. Είναι συνειδητή και εγκληματική έκθεση του πληθυσμού σε κίνδυνο. Κάποια συνάφεια μ’ αυτό έχει το γεγονός ότι από το 2010 και μετά το ισοζύγιο γεννήσεων και θανάτων ανατρέπεται σταθερά και εκθετικά υπέρ των δεύτερων, έπειτα από πολλές μεταπολεμικές δεκαετίες.
Υπάρχει, λοιπόν, ένα εκτός βαλιτσών σκάνδαλο εις βάρος της δημόσιας Υγείας με το οποίο έχουμε επικίνδυνα εξοικειωθεί, λες και οι δανειστές προσέφεραν φιλανθρωπικό έργο με τις περικοπές που επέβαλαν. Ό,τι περικόπηκε από τη δημόσια χρηματοδότηση, στην Υγεία γενικά και στο φάρμακο ειδικά, έγινε αναγκαστικά ιδιωτική δαπάνη, και μάλιστα σε συνθήκες δραματικής μείωσης των εισοδημάτων. Ένα στοιχείο είναι χαρακτηριστικό: ενώ η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα περιορίστηκε στα 180 ευρώ κατά κεφαλήν, η ιδιωτική δαπάνη εκτινάχθηκε στα 166 ευρώ, σχεδόν ισότιμη με την πρώτη. Στην Ε.Ε. ο λόγος δημόσιας και ιδιωτικής φαρμακευτικής δαπάνης είναι 285 προς 131 ευρώ και στη Γερμανία 480 προς 96! Μια ματιά στα αντίστοιχα στοιχεία για τις 27 χώρες της Ε.Ε. αποκαλύπτει τη βαθιά διχοτόμησή της ανάμεσα σε κοινωνίες στις οποίες σε γενικές γραμμές διατηρείται ο δημόσιος χαρακτήρας της περίθαλψης και σε κοινωνίες - παρίες, όπου η Υγεία ιδιωτικοποιείται και επιδεινώνεται σταθερά στο όνομα της δημοσιονομικής εγκράτειας.
Το μήνυμα των δανειστών, του πολιτικού συστήματος και των φαρμακευτικών που συνεργάστηκαν σ’ αυτήν την «εξυγίανση» του συστήματος Υγείας ήταν απίστευτα κυνικό: ας θεραπευτεί κι ας ζήσει καθένας ανάλογα με τη «ρευστότητά» του. Οι υπόλοιποι, καλή τύχη.
Αν λοιπόν είναι μια φορά σκανδαλώδες το «service» των φαρμακευτικών υπερτιμολογήσεων -με ή χωρίς πολιτική μίζα- την περίοδο της «ευημερίας», είναι πολλαπλά σκανδαλώδης η συνέργεια κυβερνήσεων και τρόικας στην εξασφάλιση της κερδοφορίας των φαρμακευτικών σε συνθήκες αιματηρών περικοπών, που έφεραν κοντά στη διάλυση το ΕΣΥ. Και μάλιστα με τους δανειστές σε ρόλο μπράβων - εισπρακτόρων των φαρμακευτικών να εκβιάζουν να εξοφληθούν κατ’ απόλυτη προτεραιότητα οι εταιρείες - «εθνικοί πρωταθλητές» τους. Μια πραγματική εις βάθος έρευνα θα έπρεπε να περιλάβει, για τη μετά το 2010 περίοδο, την τρίτη κορυφή του αμαρτωλού τριγώνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου