Νίκος Χριστ. για το Avantgarde
Υπό μία έννοια η οικονομική κρίση στάθηκε αφορμή ώστε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας να βγάλει τις ανειλημμένες ιδεολογικές -και μη- υποχρεώσεις της στη φόρα. Σε ένα κρεσέντο αλληλοφαγωμάρας την μία τα έβαλε με τους δημοσίους υπαλλήλους, την άλλη με την τεμπέλικη φυσιογνωμία του έλληνα με λίγη γαρνιτούρα από το «οι έλληνες δεν πέρασαν ποτέ διαφωτισμό». Το αστικό μπλοκ εξουσίας βρήκε τις τέλειες νότες πάνω στις οποίες τραγούδησε την ιστορία της οικονομικής κρίσης – τουλάχιστον για τον πρώτο καιρό που υπήρχε μία ζεστή μικροαστική φλέβα στην Ελλάδα. Στη δική μας περίπτωση τον ρόλο του πρίγκιπα τον έπαιξε ο Ωραίος Ευρωπαίος, που σφάζοντας το υπερτροφικό κράτος και την θάλασσα από τους συνδικαλιστές απελευθερώνει την Ελλάδα από τα βαρίδια της μεταπολίτευσης.
Όπως θα δείξουμε στη συνέχεια, στη βάση των συμπερασμάτων μίας έρευνας που διεξήγαγαν οι Rocholl και Stahmer από ότι φαίνεται ο πρίγκιπας είναι ένα αιμοσταγής βρικόλακας που συντηρεί την πριγκίπισσα μόνο και μόνο για να την τρώει το βράδυ. Τα χρήματα που δόθηκαν για την «διάσωση της Ελλάδας» στη συντριπτική πλειοψηφία τους επέστρεψαν πίσω με την μορφή χρεών και τοκοχρεολυσίων. Καλά τα παραμύθια ωστόσο μερικές απλές εμπειρικές έρευνες είναι σε θέση να σπάσουν αρκετά ιδεολογήματα με τα οποία ντύθηκε η υπόθεση της χρηματοδότησης.
Πριν όμως δείξουμε την ιστορία των τελευταίων έξι χρόνων, αξίζει να απαντήσουμε ένα βασικό ερώτημα: πως οδηγήθηκε το ελληνικό χρέος σε αυτό το ύψος; Σύμφωνα με τονRoberts, το χρέος στον δημόσιο τομέα αντανακλά πάντοτε διεργασίες που έχουν να κάνουν με την καπιταλιστική οικονομία, και ιδιαίτερα το γεγονός ότι οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις είναι υπερχρεωμένες στις τράπεζες. Η υπερχρέωση του ιδιωτικού τομέα δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός. Αντιθέτως η επέκταση των ενέσεων δανεισμού εκτός των επιτρεπτών ορίων δείχνουν το πως οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις αδυνατούν να αναπαραχθούν στη βάση της κερδοφορίας τους. Φυσικά αυτό ως διαδικασία πρέπει να αναχθεί στην πτώση του μέσου ποσοστού κέρδους, το οποίο δημιουργείται από την αλλαγή στην οργανική σύνθεση του κεφαλαίου. Η σταδιακή πτώση της κερδοφορίας σε παγκόσμιο επίπεδο οδήγησε σε πτώση των επενδύσεων, το οποίο στη συνέχεια οδήγησε την οικονομία σε τεχνητές ενέσεις δανεισμού.
Για την ελληνική οικονομία ήδη από την δεκαετία του ‘90 η υστέρηση σε ανταγωνιστικότητα και κερδοφορία ανά επένδυση ήταν σχετικά μεγάλη σε σχέση με τις βασικές καπιταλιστικές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Γερμανία, Γαλλία, Η.Β., Ολλανδία). Αυτό το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας αντιμετωπίστηκε μέσω ενός συστήματος εκτεταμένων φοροελαφρύνσεων και επιδοτήσεων τα οποία δημιουργούσαν διαρκή ελλείμματα στους προϋπολογισμούς. Με την είσοδο στο κοινό νόμισμα η διαπραγματευτική δυνατότητα στις αγορές δανεισμού ισχυροποιήθηκε καθώς το ελληνικό κράτος είχε πλέον ένα ισχυρό νόμισμα το οποίο το εγγυούνταν ισχυρές ευρωπαϊκές τράπεζες. Παράλληλα με το άνοιγμα της κοινής αγοράς πολλά ευρωπαϊκά κεφάλαια εισέρρευσαν επενδυτικά. Αυτοί οι βασικοί λόγοι δημιούργησαν συνθήκες φθηνού κρατικού δανεισμού και την εντύπωση ότι τα ελλείμματα δεν θα αποτελούν ποτέ πρόβλημα διότι πάντοτε θα υπήρχε η δυνατότητα εκ νέου δανεισμού. Έτσι υπό την εγγύηση των γερμανικών και γαλλικών πλατών αναπαρήχθη αυτός ο μηχανισμός τεχνητής επέκτασης της οικονομίας βάσει της πίστωσης. Το αποτέλεσμα ήταν το δημόσιο να αναλαμβάνει τα κόστη των ιδιωτών, και το δημόσιο χρέος να αυξάνεται. Με την έλευση της κρίσης ξαφνικά το ελληνικό κράτος βρέθηκε εκτεθειμένο καθώς κανένας δεν είχε την πρόθεση να το δανείσει. Και από εκεί ξεκίνησε η ιστορία της «διάσωσης» της χώρας.
Από που ήρθαν τα χρήματα;
Το ελληνικό χρηματοδοτικό πρόγραμμα διάσωσης αποτελείται από τρία οικονομικά προγράμματα. Το πρώτο διήρκησε από τον Μάιο του 2010 μέχρι τον Μάρτιο του 2012, με την πρόωρη λήξη του και την έναρξη του δεύτερου προγράμματος. Το δεύτερο επρόκειτο να διαρκέσει μέχρι το 2014, ωστόσο επεκτάθηκε έως τον Ιούνιο του 2015. Το τρίτο πρόγραμμα που ψήφισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ υπογράφηκε τον Ιούλιο του 2015 με ορίζοντα διάρκειας μέχρι τον Μάιο του 2018.
Το πρώτο πρόγραμμα
Το αρχικό κεφάλαιο του πρώτου προγράμματος ήταν της τάξης των € 110 δις. Σύμφωνα με τα στοιχεία των Rocholl και Stahmer τα χρήματα που ήταν διαθέσιμα στην αρχή του προγράμματος ήταν 80 δις από την Ευρωπαϊκή Ένωση και 30 δις από το ΔΝΤ. Τελικώς το συνολικό ποσό που χρησιμοποιήθηκε ήταν 73 δις, εκ των οποίων τα 52.9 δις ήταν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και 20.1 δις από το ΔΝΤ. Τα υπόλοιπα 34.3 δις € του πρώτου προγράμματος δεν διαμοιράστηκαν. (αναλυτικά στο σχεδιάγραμμα 1)
Το δεύτερο πρόγραμμα
Το αρχικό συνολικό ποσό του δεύτερου προγράμματος ήταν 172,6 δις. Από αυτά 130,1 δις ήταν νέα κεφαλαία, 34,3 δις είχαν απομείνει από το προηγούμενο πρόγραμμα και άλλο ένα ποσό 8,2 δις προοριζόταν να δοθεί από το ΔΝΤ μετά το 2014. Από αυτά τα κεφάλαια τελικώς διαμοιράστηκαν 153.8 δις δηλαδή κατά 18.8 δις λιγότερα από όσα προοριζόταν. Η Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά συνέβαλε κατά 141.8 δις και το ΔΝΤ κατά 11.9 δις. Επίσης τον Φεβρουάριο του 2015 το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (HFSF), που έχει την ευθύνη για την αποδοχή των δανείων και την αποπληρωμή των δανείων και των χρεολυσίων τους, ξεπλήρωσε 10.9 δις € στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), το οποίο μείωσε το αρχικό ποσό που προοριζόταν να δοθεί στην Ελλάδα από 141.8 δις στα 130.9 δις.
PSI: Η αναδιάρθρωση του χρέους
Το 2011 το χρέος βρισκόταν περίπου στα 356 δις. Τον Μάρτιο του 2012 έγινε το PSI. Με την αναδιάρθρωση οι ιδιώτες κάτοχοι των ομολόγων που κατείχαν ένα μέρος του χρέους συμφώνησαν να ανταλλάξουν τα ομόλογα του ελληνικού κράτους που είχαν για καινούργια. Η συμφωνία είχε ως εξής: Για κάθε ομόλογο αξίας 100 ευρώ οι ομολογιούχοι θα το αντάλλασαν με ομόλογα αξίας 15 ευρώ τα οποία θα έληγαν την διετία του 2013-14 και άλλα ομόλογα αξίας 31,5 ευρώ τα οποία θα έληγαν από το 2013 μέχρι και το 2042 ανάλογα με το επιτόκιο τους. Ως αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος κουρεύτηκε κατά 51,3 δις.
Που πήγαν τα χρήματα των δύο προγραμμάτων
Όπως δείχνει το σχεδιάγραμμα 3, το ελληνικό κράτος δανείστηκε με τα δύο προγράμματα ένα συνολικό ποσό 215.9 δις€. Από αυτά 139.2 δις ή ποσοστό 64% χρησιμοποιήθηκε για να ξεπληρωθούν τα ήδη υπάρχοντα χρέη και επιτόκια. Περαιτέρω 37.3 δις € ή 17% του ποσού χρησιμοποιήθηκε για την ανακεφαλαιοποίηση των Ελληνικών τραπεζών, και 29.7 δις ή το 14% χρησιμοποιήθηκε ως κίνητρο για να συμμετάσχουν στην αναδιάρθρωση του χρέους οι ομολογιούχοι από προηγούμενα δάνεια προς το Ελληνικό κράτος (PSI) τον Μάρτιο του 2012. Μόνο 9.7 δις, δηλαδή ένα ποσοστό λιγότερο από 5% του συνολικού ποσού των χρησιμοποιήθηκαν για άλλα έξοδα.
Τρίτο Πρόγραμμα
Το τρίτο πρόγραμμα υπογράφηκε το καλοκαίρι του 2015 και συνολικά αποτελείτο από ένα κεφάλαιο της τάξης των €86 δις, εκ των οποίων όλα δόθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω του ESM, που αντικατέστησε τον EFSF. Οι οικονομικές ανάγκες χρηματοδότησης από τον Αύγουστο του 2015 μέχρι και τον Ιούλιο του 2018 υπολογίστηκε ότι θα αγγίξει τα 35.9 δις για αποπληρωμή χρεών, 17.8 δις για αποπληρωμή χρεολυσίων λόγω επιτοκίων, 7.0 δις για προηγούμενα απλήρωτα χρέη, 25 δις για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και άλλες ανάγκες του χρηματοπιστωτικού τομέα. Παρότι δεν γνωρίζουμε ακόμη πόσο από το διαθέσιμο ποσό εν τέλει θα εκταμιευτεί διαφαίνεται ότι, όπως και με τα δύο προηγούμενα προγράμματα η συντριπτική πλειοψηφία των χρημάτων θα χρησιμοποιηθούν για την αποπληρωμή χρεών και χρεολυσίων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το ΔΝΤ. Αναλυτικά στο σχεδιάγραμμα 4.
Βασικά συμπεράσματα
Σε αντίθεση με την αντίληψη ότι το χρηματοδοτικό πρόγραμμα εξυγίανε το κράτος ένα ποσό λιγότερο από το 5% από τα κεφάλαια που δόθηκαν αξιοποιήθηκε για την εξυπηρέτηση άλλων αναγκών του προϋπολογισμού πέραν των δανείων και των τοκοχρεολυσίων. Η συντριπτική πλειοψηφία των χρημάτων που δόθηκαν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το ΔΝΤ επέστρεψε στους ίδιους πιστωτές με την μορφή της αποπλήρωσης των χρεών που συσσωρεύτηκαν από τα δάνεια και τα υψηλά επιτόκια. Ο μοναδικός επομένως στόχος που εξυπηρετεί ο μηχανισμός «διάσωσης» είναι η διαιώνισή του. Έπειτα από 5 χρόνια όλα τα προγράμματα έχουν αποτύχει σε σχέση με τους διακηρυγμένους τους στόχους. Το χρέος αυξάνεται και η αναλογία του προς το ΑΕΠ χειροτερεύει. Έχοντας ως δεδομένο ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα που απαιτούνται για την σταδιακή απομείωση του χρέους δεν πρόκειται να πιαστούν με τους υπάρχοντες αλλά και τους προβλεπόμενους ρυθμούς ανάπτυξης, το δημόσιο χρέος εξακολουθεί να είναι μία ωρολογιακή βόμβα, που θα αξιοποιείται ως μέσο εκβιασμών.
Στο ενδιάμεσο βέβαια για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων θα πρέπει να έχει ξεπουληθεί όλη η κρατική περιουσία και το προλεταριάτο στην Ελλάδα να έχει χάσει όποια κατάκτηση είχε καταφέρει το ίδιο με τους αγώνες του ή τους αγώνες των προλεταρίων ολόκληρου του κόσμου. Άλλωστε αύξηση της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας δεν σημαίνει τίποτα λιγότερο από το να γίνει ένας προορισμός φθηνής εργατικής δύναμης στο πλαίσιο της επιστροφής των δεικτών κερδοφορίας των προηγουμένων δεκαετιών. Η ανταγωνιστικότητα παρότι ως έννοια χρησιμοποιείται για την σύγκριση ανάμεσα στις οικονομίες, είναι η κλίμακα του πόσο δυσμενείς είναι οι ταξικοί συσχετισμοί εντός μίας χώρας από την πλευρά του προλεταριάτου. Ακόμα περισσότερο το δημόσιο χρέος και όλα όσα το περιβάλλουν, είναι ένα από τα σημαντικότερα ιδεολογικά όπλα στην φαρέτρα της αστικής τάξης για την εμπέδωση του κοινωνικού κανιβαλισμού. Επιβάλλει την θυσία των πάντων, των συντάξεων, της παιδείας, της υγείας, και οτιδήποτε είχε ξεμείνει από το προηγούμενο κοινωνικό συμβόλαιο. Δημιουργεί στους παραγωγούς του πλούτου τη συνείδηση του χρεωμένου ανθρώπου.
Η λογική του χρέους είναι κομμάτι της νέας εποχής στην οποία έχουμε εισέλθει, μίας εποχής όπου ο δικαιωματισμός και ο κινηματισμός (κίνημα ως άσκηση πίεσης) θα έχουν πενιχρά αποτελέσματα. Αν παλαιότερα κάτω υπό το βάρος της οκτωβριανής επανάστασης οι καπιταλιστές στη Δύση αποδέχονταν τα σωματεία ως μορφή οργάνωσης και τις πολιτικές οργανώσεις της αριστεράς, τώρα οι νέοι συσχετισμοί (και ιδιαίτερα μετά την πτώση της ΕΣΣΔ) προδιαγράφουν μαζικές διώξεις και βία για τις δυνάμεις του κινήματος. Για αυτό και όλες εκείνες οι εξυπνάδες περί λογιστικού ελέγχου του χρέους θα καταλήγουν στο κενό, καθώς στην νέα εποχή που βλέπουμε να έρχεται, η αστική τάξη δεν έχει καμία απολύτως διάθεση αλλά και πίεση για να ενσωματώσει τέτοια σχέδια καθώς και τέτοια υποκείμενα στο επίσημο πολιτικό σκηνικό.
Πηγές
- Rocholl, J. and A. Stahmer (2016). Where did the Greek bailout money go? ESMT White Paper No. Wp-16-02.
sortlink: http://wp.me/pryYN-2JT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου