«Θα κάνω τα πάντα, αγγίζοντας ακόμη και τα όρια των αρμοδιοτήτων μου, ώστε η πορεία της Ελλάδας να είναι αδιατάρακτη εντός της Ευρωζώνης»
Προκόπης Παυλόπουλος (25/4/2015)
Oταν ασχοληθεί με το περσινό δημοψήφισμα και την αστραπιαία ακύρωση της λαϊκής ετυμηγορίας από την κυβέρνηση Τσίπρα και την πλειοψηφία τής τότε Βουλής, ο ιστορικός του μέλλοντος δεν μπορεί παρά να σταθεί σε δυο κρίσιμες στιγμές που επικαθόρισαν τη θλιβερή τελική κατάληξη του όλου εγχειρήματος.
◉ Η πρώτη είναι η συμφωνία στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου 2015, με την οποία τέθηκαν οι υλικές βάσεις τής μετέπειτα συνθηκολόγησης.
Η ανάληψη της υποχρέωσης για αποπληρωμή των δόσεων του χρέους «εγκαίρως και εις ολόκληρον», η αποδοχή της μονομερούς «αξιολόγησης» (ως προϋπόθεσης για την καταβολή των τελευταίων δόσεων της προηγούμενης δανειακής σύμβασης) και η ρητή παραίτηση από «μονομερείς ενέργειες που θα επηρέαζαν αρνητικά τους δημοσιονομικούς στόχους, την ανάκαμψη της οικονομίας και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, όπως αυτά αξιολογούνται από τους θεσμούς», επικύρωσαν ουσιαστικά τη συμμόρφωση της κυβέρνησης στο υφιστάμενο πλαίσιο των μνημονίων και προετοίμασαν το έδαφος για τη μελλοντική πλήρη υποταγή της.
Αν μη τι άλλο, οι προθέσεις των εταίρων μας για εκβιαστικό οικονομικό στραγγαλισμό της χώρας τεκμαίρονταν από την απαίτησή τους να επιστραφούν στην ΕΚΤ τα ήδη δανεισμένα 10 δισ. του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), τα οποία θα παρείχαν στην κυβέρνηση μια στοιχειώδη ρευστότητα κατά τις «διαπραγματεύσεις» των επόμενων μηνών· απαίτηση παντελώς αδικαιολόγητη, αν οι «θεσμοί» επιθυμούσαν την τυπική αποφυγή «πιστωτικού γεγονότος» μέχρι το κλείσιμο της τελικής συμφωνίας.
Εξίσου προφανές ήταν πως η κυβέρνηση, που συμμορφώθηκε επ’ αυτού, εθελοτυφλούσε πεισματικά απέναντι στην οφθαλμοφανώς αρνητική διαμόρφωση του πεδίου της αναμέτρησης.
Το ίδιο και όσοι, εντός του ΣΥΡΙΖΑ, ανέβαλαν τότε τη ρήξη μ’ αυτή τη συμμόρφωση, θεωρώντας πως ήταν ακόμη πολύ νωρίς για ν’ αντιταχθούν στο ρεύμα της δημοφιλούς αυταπάτης.
◉ Η δεύτερη καθοριστική στιγμή υπήρξε το εξάωρο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών που συνήλθε εκτάκτως το πρωί της 6ης Ιουλίου, λίγες μόνο ώρες μετά το συντριπτικό 61,3% του «Οχι» –και, με την οργουελιανή επανερμηνεία της λαϊκής ετυμηγορίας σαν εντολής όχι για ρήξη, αλλά «για επίτευξη μιας βιώσιμης συμφωνίας» με «άμεση προτεραιότητα» την «αποκατάσταση της ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, σε συνεννόηση με την ΕΚΤ», έθεσε τις βάσεις για όσα ακολούθησαν.
Για τη μελέτη των παραπάνω επιλογών, ο ιστορικός του μέλλοντος θα έχει άνισες προοπτικές πρόσβασης σε πρωτογενείς πηγές, που ν’ αποτυπώνουν με κάποια πιστότητα τις σχετικές ζυμώσεις.
Οπως μάθαμε στη διάρκεια της «διαπραγμάτευσης», το Eurogroup (το αποφασιστικότερο δηλαδή όργανο της σημερινής Ε.Ε.) «δεν έχει θεσμική υπόσταση» και στις συνεδριάσεις του δεν τηρούνται πρακτικά.
Για όσα διαμείφθηκαν στις 20 Φεβρουαρίου και τις αμέσως προηγούμενες μέρες, θα πρέπει ως εκ τούτου ν’ αρκεστούμε στις αντιφατικές προσωπικές μαρτυρίες κι ακριτομυθίες των συμμετασχόντων.
Προς το παρόν έχουμε μόνο όσα «εκμυστηρεύτηκε» κάποια ανώνυμη γερμανική κυβερνητική πηγή στον δημοσιογράφο Νίκο Χειλά (ΒΗΜΑ Online 25/2/2015), σχετικά με τη διαμετρικά αντίθετη στάση εκεί των Ελλήνων υπουργών Γιάνη Βαρουφάκη και Γιάννη Δραγασάκη.
Διαφορετικής τάξης ζήτημα αποτελούν τα πρακτικά του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών της 6ης Ιουλίου.
Οσες εικασίες κι αν κάνει κανείς, όσες διαρροές κι αν προκύψουν, είναι προφανές πως η οριστική αποτίμηση των μετέπειτα εξελίξεων προϋποθέτει τη δημοσιοποίησή τους.
Ενα χρόνο μετά τα γεγονότα, και με δεδομένη την έκτοτε ριζική αλλαγή των πραγματικών συνθηκών, απ’ αυτή τη δημοσιοποίηση δεν πρόκειται να κινδυνεύσει κανένα κρατικό μυστικό, παρά μόνο η υστεροφημία κάποιων απ’ όσους πήραν μέρος στην ιστορική αυτή σύσκεψη.
Η δημοσιοποίηση των πρακτικών της πρέπει ως εκ τούτου ν’ αποτελέσει άμεσο δημοκρατικό αίτημα, ως αναγκαία συνθήκη για την άσκηση της λαϊκής κυριαρχίας.
Υπάρχει άλλωστε το προηγούμενο των αντίστοιχων πρακτικών του 2012 που δόθηκαν στη δημοσιότητα κι αποδείχθηκαν άκρως αποκαλυπτικά για μια σειρά πρόσωπα και πράγματα: από την «αυτονόητη» συναίνεση του Αλέξη Τσίπρα στην αποπληρωμή ενός ακόμη κρατικού ομολόγου σε κάποιο κερδοσκοπικό fund, μέχρι την εξήγηση της Αλέκας Παπαρήγα στον τότε ρυθμιστή του πολιτεύματος, πως η ακραιφνώς σοσιαλιστική στοχοθεσία του ΚΚΕ διασφαλίζει ότι τα λαϊκά στρώματα δεν θα «παρασυρθούν» σε άκαιρες διεκδικήσεις για ανάκτηση του προμνημονιακού βιοτικού τους επιπέδου.
Τα Ιουλιανά του 2015 δεν ήταν όμως μόνο τα διαβούλια κορυφής αλλά και η πρωτοφανής λαϊκή κινητοποίηση υπέρ του «Οχι», σε συνθήκες ταξικής πόλωσης πρωτόγνωρης για τη μεταπολιτευτική Ελλάδα.
Κινητοποίηση, για τη μελέτη της οποίας ο ιστορικός του μέλλοντος δεν χρειάζεται να περιμένει το άνοιγμα κανενός μυστικού αρχείου –με μοναδική ίσως εξαίρεση, κάποιες ενδεχόμενες αποκαλύψεις για τις πηγές χρηματοδότησης της πλουσιοπάροχης καμπάνιας του «Ναι».
Οι δύο Ελλάδες
Τα σχεδόν ταυτόχρονα συλλαλητήρια της 3ης Ιουλίου 2015, υπέρ του «Ναι» στο Kαλλιμάρμαρο και του «Οχι» στο Σύνταγμα, αποτύπωσαν με τον ευκρινέστερο δυνατό τρόπο τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και την κοινωνική δυναμική των δυο αντίπαλων στρατοπέδων.
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Στη συγκέντρωση του «Ναι», η εκδήλωση πίστης στην Ευρώπη έπαιρνε θρησκευτικές σχεδόν διαστάσεις (φωτ:1), με ευδιάκριτες ενίοτε ρατσιστικές αποχρώσεις απέναντι στην υπανάπτυκτη λοιπή οικουμένη (φωτ:2).
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Τα διαθέσιμα πλακάτ και σημαιάκια, τυποποιημένα σε μεγάλο βαθμό από το αθέατο επιτελείο που συντόνιζε την όλη καμπάνια, έφταναν και με το παραπάνω για όλους(φωτ: 3-5).
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Στην αμφίεση και τα αξεσουάρ των συγκεντρωμένων κυριαρχούσαν συνήθως τα εθνικά χρώματα (φωτ:6-9), συχνά σε συνδυασμό με τη βαθυκύανη αστερόεσσα της Ε.Ε. (φωτ:10).
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Κάποιες παρουσίες φρόντιζαν να τονίσουν με κάθε τρόπο την κοινωνική απόστασή τους από τον εθνικό μέσο όρο (φωτ:11), ακόμη και να επικαλεστούν τη στρατιωτική ρώμη των παραδοσιακών μας φίλων και εταίρων (φωτ:12).
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Υπήρχαν πάντως κι εκείνοι που, μολονότι κράδαιναν ευρωλάβαρα μεγαλύτερα από το μπόι τους, δεν έδειχναν και τόσο ενθουσιασμένοι με την καταγραφή της παρουσίας τους σ’ αυτή την πανηγυρική δημόσια συνάθροιση (φωτ:13-14).
Στη συγκέντρωση του «Οχι» επικρατούσε το ακριβώς αντίθετο κλίμα.
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Οι συγκεντρωμένοι ήταν απείρως περισσότεροι από τις σημαίες και τα πλακάτ(φωτ:15-17).
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Συχνά αυτοσχέδια, τα τελευταία αντανακλούσαν έτσι κι αλλιώς την πολυφωνία, τον αυθορμητισμό και την αποφασιστικότητα της νεολαίας και του κόσμου της εργασίας που συγκροτούσε τη ραχοκοκαλιά εκείνης της πραγματικής λαοθάλασσας (φωτ:18-23) · μεγαλύτερης ακόμη κι από τον ξεσηκωμό της 5ης Μαΐου 2010 για το πρώτο μνημόνιο ή την (πραγματικά) γενική απεργία της 19ης Οκτωβρίου 2011, που σήμανε την αρχή του τέλους για τον ΓΑΠ.
Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Για τον σκληρό πυρήνα των συγκεντρωμένων, η λαοθάλασσα εκείνη βιωνόταν ως η τελική δικαίωση μιας πενταετίας αγώνων ενάντια στην καταστροφική «εσωτερική υποτίμηση» μιας ολόκληρης κοινωνίας: ένα μήνυμα γεμάτο οργή, αυτοπεποίθηση και -πάνω απ’ όλα- ελπίδα (φωτ:24).
Τι απέμεινε απ’ όλο αυτό το ξέσπασμα, μετά τη θλιβερή συνθηκολόγηση της επόμενης εβδομάδας από κυβέρνηση και κοινοβουλευτική πλειοψηφία (με την τιμητική εξαίρεση -θυμίζω- των δυο βουλευτίνων της ΔΕΑ, των μόνων που είχαν τα κότσια κατά την κρίσιμη ψηφοφορία της 9ης Ιουλίου να καταψηφίσουν την εξουσιοδότηση προς τον πρωθυπουργό για ένα τρίτο μνημόνιο);
Φαινομενικά πολύ λίγα πράγματα. Μετά τις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου και την αυτοκτονία της ΛΑ.Ε., που έριξε όλο το βάρος της προεκλογικής της καμπάνιας στην άχαρη προσπάθεια να πείσει το εθνικό ακροατήριο πόσο «εύκολη» κι «ανώδυνη» θα ήταν μια μετάβαση στη δραχμή, οι λαϊκές αντιστάσεις στην εφαρμογή του τρίτου μνημονίου υπήρξαν άκρως υποτονικές.
Με τον αντιμνημονιακό συνασπισμό των προηγούμενων χρόνων να παραχωρεί μάλιστα τη θέση του στη συμμαχία ορισμένων μεσοστρωμάτων με τις εργοδοτικές «παραγωγικές τάξεις», που απαιτούν να φτάσει το μνημονιακό μαχαίρι μέχρι το κόκκαλο της ανθρωποφάγας εκκαθάρισης· οι κινητοποιήσεις δικηγόρων και μηχανικών, αλλά και η ηγεμονία των μεγαλοϊδιοκτητών σε πολλά από τα φετινά αγροτικά μπλόκα, αποτέλεσαν σαφή δείγματα αυτής της τάσης.
Οι δυναμικές που κυοφορούνται κάτω από το τσιμέντο της κοινωνικής αδράνειας δεν μπορούν ωστόσο να θεωρηθούν καθόλου δεδομένες.
Το αποδεικνύει, μεταξύ άλλων, το γκάλοπ της Alco που πρόβαλε πρωτοσέλιδα η ναυαρχίδα του ΔΟΛ για να στηρίξει την πρόσφατη οπερετική συγκέντρωση του «Παραιτηθείτε!» («Τα Νέα» 15/6/2016).
Ως «κόκκινη κάρτα από την κοινωνία» ερμηνεύτηκε εκεί η εκτίμηση του 80% των ερωτηθέντων (και του 63% των πρόσφατων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ) πως η κυβέρνηση Τσίπρα αποδείχθηκε «ανίκανη να βγάλει τη χώρα από την κρίση».
Ασχολίαστη έμεινε όμως επί της ουσίας η άποψη του 74% του ίδιου δημοσκοπικού σώματος, ότι το κλειδί για την ανάκαμψη δεν βρίσκεται στη διασφάλιση της (εξωπραγματικής) «βιωσιμότητας του χρέους», αλλά στο «τέλος της λιτότητας» –την ανατροπή, μ’ άλλα λόγια, της εφαρμοζόμενης εδώ και μια εξαετία μνημονιακής πολιτικής.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες κάθε λογής καλοθελητών, η δομική μετάλλαξη των διαθέσεων του πληθυσμού δεν φαίνεται να έχει ακόμη επέλθει.
Το «Οχι» του περασμένου Ιουλίου παραμένει «Οχι».
Οι ρίζες της συνθηκολόγησης
Oπως συμβαίνει πάντα με τις ιστορικές τομές που έκλεισαν τον κύκλο τους, έτσι και η «αριστερή παρένθεση» της πρώτης κυβέρνησης Τσίπρα άρχισε να περνά από τη μνήμη στα βιβλία.
Ακόμη κι επικοινωνιολόγοι της Ν.Δ. έσπευσαν να εκδώσουν τις απόψεις τους για την «καταστροφική διαπραγμάτευση» του 2015 που κατέληξε στην ταπεινωτική υπογραφή του τρίτου μνημονίου.
Για όσους συμπορεύτηκαν με το εγχείρημα ή επένδυσαν σ’ αυτό τις ελπίδες τους, ενδιαφέρον έχουν κυρίως οι απολογισμοί στελεχών του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ που αποστασιοποιήθηκαν στην πορεία και καταθέτουν τη δική τους μαρτυρία.
Δυο βιβλία ξεχωρίζουν μέχρι τώρα σ’ αυτό το πεδίο: η εν μέρει αυτοβιογραφική κατάθεση του καθηγητή Γιάννη Μηλιού, υπεύθυνου Οικονομικής Πολιτικής της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι τα τέλη του 2014, και η συλλογή κειμένων της τετραετίας 2012-2015 με τίτλο «Το ΟΧΙ που έγινε ΝΑΙ», που επιμελήθηκαν οι Χρήστος Λάσκος και Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος, μέλη και οι δυο της Κ.Ε. ίσαμε το περασμένο καλοκαίρι (Αθήνα 2016, εκδ. ΚΨΜ - RED Notebook).
Αυτοακύρωση του ριζοσπαστισμού
Το εκτενές κείμενο του Μηλιού, με τίτλο «Το φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ: η “ανατροπή” που δεν έγινε», περιέχεται στον συλλογικό τόμο «Πρώτη φορά Αριστερά» (Αθήνα 2016, εκδ. Πεδίο), μαζί με κείμενα των Στάμου Παπαστάμου, Γεράσιμου Προδρομίτη και Τάσου Παππά.
Κεντρική ιδέα που διαπερνά τις 82 σελίδες του είναι πως η έκβαση της αναμέτρησης με τους δανειστές είχε κριθεί ουσιαστικά ήδη πριν από την εκλογική νίκη της 25ης Ιανουαρίου 2015, λόγω της «βίαιης ωρίμανσης» του ΣΥΡΙΖΑ κατά την προηγούμενη διετία (ο όρος ανήκει στον αρχιτέκτονά της, Γιάννη Δραγασάκη): σταδιακή εγκατάλειψη της ταξικής προσέγγισης της οικονομικής κρίσης· αντικατάσταση του προγραμματικού στόχου μιας «κυβέρνησης της Αριστεράς» από εκείνον μιας «κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας», με στόχο όχι την προάσπιση των μισθωτών αλλά την «παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας»· αποσάθρωση, τέλος, του κομματικού μηχανισμού του ΣΥΡΙΖΑ και πλήρης αυτονόμηση του «γραφείου του προέδρου», που μαζί μ’ ένα στενό κύκλο στελεχών αναδείχθηκε σε de facto διαμορφωτή της μελλοντικής κυβερνητικής πολιτικής.
Ως καθοριστικό μηχανισμό εμπέδωσης αυτής της μεταβολής, ο συγγραφέας υποδεικνύει την «Επιτροπή Προγράμματος» του Γιάννη Δραγασάκη, η σύνθεση της οποίας οριστικοποιήθηκε στα τέλη του 2013.
Το πιο ενδιαφέρον σημείο αυτού του απολογισμού είναι δυο συγκεκριμένα παραδείγματα που ο συγγραφέας παραθέτει ως προσωπική μαρτυρία:
◼ Το πρώτο αφορά το σχέδιο αναδιανεμητικής φορολογικής πολιτικής που επεξεργάστηκε το Τμήμα Οικονομικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ και παρουσιάστηκε σε δημόσια εκδήλωση από τον ίδιο τον Τσίπρα (4/3/2013).
Παρά την επίσημη προβολή του, το σχέδιο αυτό (που πρόβλεπε επαναφορά της φορολογίας των μεγάλων επιχειρήσεων σε επίπεδα συμβατά με τον μέσο όρο της Ε.Ε., φορολογία των μερισμάτων, επανεξέταση των συμβάσεων διπλής φορολογίας κ.ο.κ., προκειμένου να ελαφρυνθούν τα φτωχότερα στρώματα και να χρηματοδοτηθεί το κράτος πρόνοιας) μπλοκαρίστηκε στην πορεία από την Επιτροπή Προγράμματος, με αποτέλεσμα την τελική σιωπηλή εγκατάλειψή του (σ.54-7).
◼ Το δεύτερο έχει να κάνει με την «επιτροπή διαπραγμάτευσης» που συστήθηκε την άνοιξη του 2013 για να επεξεργαστεί εναλλακτικά σενάρια και σχέδια αντιπαράθεσης με την τρόικα, μετά τη μελλοντική εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ.
Η πρόβλεψη του οργάνου πως αυτή η διαδικασία θα ήταν αναπόφευκτα «έκρυθμη», θα έπαιρνε τη μορφή «αναμέτρησης κοινωνικών μπλοκ» στο εσωτερικό και θ’ απαιτούσε ριζοσπαστικά μέτρα για τη διασφάλιση της αντοχής των λαϊκών στρωμάτων, προκάλεσε τη δυσφορία της Επιτροπής Προγράμματος που επέβαλε την αναστολή της λειτουργίας του (σ.58-62).
Το ξεχασμένο πρόγραμμα
«Το ΟΧΙ που έγινε ΝΑΙ» καταγράφει ακόμη αναλυτικότερα αυτή τη σταδιακή «συστημική προσαρμογή» του ΣΥΡΙΖΑ, ιχνηλατώντας βήμα προς βήμα τη διαδρομή από την αρχική «ρεαλιστική» στροφή στην τελική συνθηκολόγηση.
Στην εισαγωγή τους, οι επιμελητές τονίζουν όμως πως η καταστροφική αυτή έκβαση δεν ήταν αναγκαστικά προδιαγεγραμμένη, υπενθυμίζοντας ότι στην πραγματικότητα δεν επιχειρήθηκε καν η εφαρμογή κανενός από τους προγραμματικούς πυλώνες του ΣΥΡΙΖΑ.
Ιδιαίτερα αξιοσημείωτο, λόγω της ιστορικής κυριολεκτικά συγκυρίας μέσα στην οποία διατυπώθηκε, είναι το κείμενο του οικονομολόγου Πέτρου Σταύρου «Επόμενη ημέρα: Οι πολιτικές του εμπάργκο της Ε.Ε. και η αντιμετώπισή τους» –μια εισήγηση πάνω στην τραπεζική πολιτική που έπρεπε να υιοθετηθεί σε περίπτωση συντριπτικής νίκης του «Οχι» κι εκδικητικής κήρυξης οικονομικού πολέμου από την ΕΚΤ κατά της απείθαρχης ελληνικής κοινωνίας, διατυπωμένη λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες (σ. 175-80).
Μπορεί οι μετέπειτα εξελίξεις να το μετέτρεψαν σε αντικείμενο ενδιαφέροντος της ενδεχομενικής κυρίως Ιστορίας, δεν παύει ωστόσο ν’ αποτελεί αυθεντικό τεκμήριο για τους προβληματισμούς και τις αναζητήσεις εκείνων των ημερών προς μια εναλλακτική διέξοδο.
Τα αντιφατικά συναισθήματα που παρήγαγε η εξάμηνη «αριστερή παρένθεση» και ο πικρός αυτοσαρκασμός που γέννησε η τελική συνθηκολόγηση αποτυπώνονται, τέλος, εξαιρετικά εύγλωττα στις γελοιογραφίες του Τάσου Αναστασίου που εικονογραφούν την έκδοση.
Δυστυχώς, ανάμεσά τους δεν περιλαμβάνεται το ιστορικό σκίτσο του στην «Αυγή» της 8/2/2015, που εκτός από το προσωπικό ύφος του Σόιμπλε σχολίαζε εύστοχα και τα όρια της δημοκρατικής επιλογής στην ημιαποικιακή περίμετρο της Νέας Ευρώπης.
Σκίτσο για το οποίο ο πρωθυπουργός είχε σπεύσει να ζητήσει δημόσια συγγνώμη, χαρακτηρίζοντάς το «ατυχέστατο», τρεις ακριβώς μέρες πριν από τη μοιραία συμφωνία στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου