26 χρόνια από την αθώωση Μελίστα. Τα γεγονότα μέχρι και την τραγική δικαστική απόφαση
Γράφει: Νατάσα Κεφαλληνού από εδώ
17 Νοεμβρίου 1985, ο 15χρονος Μιχάλης Καλτεζάς πέφτει νεκρός από σφαίρα που δέχτηκε στο πίσω μέρος του κεφαλιού του από τον αστυνομικό Αθανάσιο Μελίστα. «Τραγωδία. Αστυφύλακας εκτελεί 15χρονο στα Εξάρχεια» τιτλοφορούταν το πρωτοσέλιδο των Νέων της 18ης/11/1985, που πλαισιωνόταν από τη σοκαριστική φωτογραφία του δολοφονημένου μαθητή. Το τραγικό συμβάν – που προκάλεσε τις παραιτήσεις του αρμόδιου υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης, Μένιου Κουτσόγιωργα, και του αναπληρωτή του, Αθανάσιου Τσούρα, οι οποίες ωστόσο δεν έγιναν δεκτές από τον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου– σημειώθηκε μετά τη λήξη της πορείας για τη 12η επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και αφού είχαν ξεκινήσει αψιμαχίες μεταξύ νεαρών αναρχικών και αστυνομικών στα Εξάρχεια.
Ακολουθεί έντονος αναβρασμός, συγκρούσεις μεταξύ αναρχικών και αστυνομικών ξεσπούν το ίδιο βράδυ πέριξ του Πολυτεχνείου, η οργή για τη δολοφονία ξεχειλίζει. Καταλαμβάνονται το Χημείο και το ΕΜΠ. Την επόμενη μέρα η Επιτροπή Πανεπιστημιακού Ασύλου, δίνει εντολή εκκένωσης του Χημείου. Η αστυνομία, με χρήση δακρυγόνων, εισβάλει στο κτήριο και συλλαμβάνει 37 άτομα, τα οποία ξυλοκοπεί. Στους συλληφθέντες αποδίδονται βαρύτατες κατηγορίες (απόπειρα ανθρωποκτονιών, οπλοκατοχή, στάση, σύσταση συμμορίας, εμπρησμοί, κλπ), φορτώνοντας τους όλα τα «επεισόδια» της νύχτα της Παρασκευής. Τραγική ειρωνεία: το πανεπιστημιακό άσυλο καταλύεται βάναυσα από το ίδιο κόμμα που το θεσμοθέτησε τέσσερα χρόνια πριν, το ΠΑΣΟΚ.
Παρακάτω θα παρακολουθήσουμε, μέσα από τα ρεπορτάζ της εφημερίδας τα Νέα, τη δικαστική πορεία της υπόθεσης, η οποία θα διαρκέσει 5 χρόνια οδηγώντας στην πανηγυρική αθώωση του δολοφόνου τού Μιχάλη Καλτεζά, αναδεικνύοντας πως η ασυλία που χαίρει η αστυνομία αποτελεί πάγιο φαινόμενο στη χώρα, με εξαιρετικά αρνητικές συνέπειες.
«Στα μαλακά»
Τρία ολόκληρα χρόνια θα χρειαστεί να περάσουν μετά τη δολοφονία για να κάτσει στο ειδώλιο του κατηγορουμένου ο Αθανάσιος Μελίστας, στις 23 Σεπτεμβρίου του 1988. Μάλιστα όλο αυτό το διάστημα κυκλοφορούσε ελεύθερος και υπηρετούσε κανονικά στο αστυνομικό σώμα, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα… Στο Πρωτοβάθμιο Κακουργιοδικείο ο αστυνομικός «έπεσε στα μαλακά» αφού καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία από πρόθεση, ωστόσο το δικαστήριο του αναγνώρισε ελαφρυντικά (βρασμό ψυχική ορμής, υπέρβαση ορίων αμύνης) και του επέβαλε τη μικρότερη των ποινών – 2 έτη για ανθρωποκτονία και 6 μήνες για οπλοκατοχή. Ο κατηγορούμενος αφέθηκε αμέσως ελεύθερος, αφού στην ποινή δόθηκε ανασταλτικός χαρακτήρας.
«Η πρωτόδικη απόφαση είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων επειδή θεωρήθηκε επιεικής» γράφουν τα Νέα(4/10/1989). Μάλιστα, ο εισαγγελέας της έδρας άσκησε αμέσως έφεση προς τον ανασταλτικό χαρακτήρα της ποινής, ενώ ο εισαγγελέας Εφετών προς την ποινή (Βήμα, 13/2/1989). Τελικά η υπόθεση έφτασε στον Άρειο Πάγο, ο οποίος έκρινε ότι κακώς το Πρωτοβάθμιο Κακουργιοδικείο ανέστειλε την εκτέλεση της ποινής γιατί «η έφεση που ασκείται κατά αποφάσεων που εκδίδονται από μεικτά ορκωτά δικαστήρια, δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, εκτός αν επρόκειτο για την ποινή του θανάτου». Το αποτέλεσμα ήταν η σύλληψη του Μελίστα, στις 12 Ιανουαρίου του 1989, ο οποίος για πρώτη φορά βρέθηκε στη φυλακή για να πληρώσει για τη δολοφονία του 15χρονου (Νέα, 13/2/1989).
Η πολύκροτη δίκη επρόκειτο να ξεκινήσει στις 13 Φεβρουαρίου 1989 στο Μεικτό Ορκωτό Εφετείο, ωστόσο δύο αναβολές τη μετέθεσαν ένα χρόνο αργότερα (την πρώτη αναβολή ζήτησε ο κατηγορούμενος επικαλούμενος ασθένεια, η δεύτερη ορίστηκε επ’ αόριστον, καθώς οι συνήγοροι πολιτικής υπεράσπισης, Φώτης Κουβέλης και Νίκος Κωνσταντόπουλος, δεν μπορούσαν να παραστούν επειδή ήταν υπουργοί στη συγκυβέρνηση Τζανή Τζανετάκη). Στη δεύτερη συνεδρίαση του δικαστηρίου έγινε δεκτό το αίτημα του συνηγόρου του Μελίστα, Αλέξανδρου Λυκουρέζου, για αντικατάσταση της φυλάκισης με περιοριστικούς όρους. «Είναι πατέρας δύο ανήλιων παιδιών και δεν μπορεί να παραμένει άλλο στη φυλακή» είπε ο Λυκουρέζος, προκαλώντας την οργή της μητέρας του Καλτεζά που αναφώνησε μέσα στην αίθουσα «εσύ είσαι πατέρας δυο ανήλικων παιδιών, το δικό μου όμως το παιδί τι το έκανες;». Μάλιστα μετά την απελευθέρωσή του θα συνεχίσει να …προσφέρει στην υπηρεσία του, στις φυλακές Πάτρας (Νέα, 5/10/1989).
Το μήνυμα λοιπόν ήταν ξεκάθαρο: ένας 15χρονος νεκρός από σφαίρα αστυνομικού, ο οποίος αντιμετωπίστηκε με εξαιρετική επιείκεια από τις δικαστικές αρχές, αφέθηκε παρατύπως ελεύθερος, φυλακίστηκε για μόλις 10 μήνες και απελευθερώθηκε ξανά, προσφέροντας αδιαλείπτως τις υπηρεσίες του στην ελληνική αστυνομία.
«Ευθεία βολή στο πίσω μέρος του κεφαλιού»
Τελικά η δίκη σε δεύτερο βαθμό ξεκίνησε στις 15/01/1990, με αυξημένη αστυνομική δύναμη εντός και εκτός δικαστηρίου. Κατά την έναρξή της ο εισαγγελέας κατέθεσε έφεση σχετικά με το σκέλος της κατηγορίας «καθ’ υπέρβαση των ορίων αμύνης», η οποία απορρίφθηκε, οπότε ο Μελίστας θα δικαζόταν με την ίδια κατηγορία όπως πρωτόδικα.
Οι μάρτυρες
Συνταρακτικές ήταν οι καταθέσεις των γονιών του 15χρονου. Όπως υποστήριξε ο πατέρας: «Μηνύσαμε τον Μελίστα, η γυναίκα μου και εγώ, γιατί πιστεύουμε ότι σκότωσε το παιδί μας εν ψυχρώ και χωρίς λόγο (…)», ενώ τόνισε ότι «ο Μελίστας εκτελούσε διαταγές άλλων» θέλοντας να αποδώσει ευθύνες σε προϊστάμενούς του.
Το χρονικό της δολοφονίας παρέθεσαν τρεις βασικοί αυτόπτες μάρτυρες. Πρώτος, ο δημοσιογράφος Σφαέλος, ο οποίος τη νύχτα της 17ης Νοέμβριου 1985 βρισκόταν πίσω από το λεωφορείο της αστυνομίας και κάλυπτε τα γεγονότα. «Άρχισαν να πέφτουν βόμβες μολότοφ. Η πρώτη έπεσε στην οροφή του λεωφορείου. Εκείνη τη στιγμή ακούστηκαν πυροβολισμοί και μια γυναικεία φωνή να λέει πως κάποιος είναι πεσμένος στο δρόμο. Πλησίασα ακόμη πιο κοντά και είδα έναν άνθρωπο πεσμένο ανάσκελα να μην κουνιέται, τον σκούντηξα και τον ρώτησα ‘‘ρε φίλε τι έχεις;’’ και τότε κατάλαβα πως ήταν νεκρός» ανέφερε στην κατάθεση του. Οι δύο άλλοι αυτόπτες ανέφεραν λεπτό προς λεπτό τις κινήσεις του αστυνομικού: Ο Ευστάθιος Χατζηδάκις υποστήριξε ότι τη μοιραία νύχτα είδε δύο αστυνομικούς μέσα στο λεωφορείο, στη συνέχεια ο ένας βγήκε, γονάτισε και με ενωμένα χέρια πυροβόλησε κατευθείαν στο στόχο. Ωστόσο δεν μπόρεσε να διακρίνει ποιος ήταν αυτός που πυροβόλησε. Αντίθετα ο έτερος αυτόπτης μάρτυρας, Αλέξανδρος Σπάτουλας, κατέθεσε ότι είδε τον Μελίστα να γονατίζει και να πυροβολεί ευθεία.
Οι μαρτυρίες αυτές έρχονταν σε ευθεία σύγκρουση με τις καταθέσεις των συναδέλφων του Μελίστα, οι οποίοι τήρησαν στάση «δεν είδα, δεν ξέρω», υποστηρίζοντας ότι δεν άκουσαν πυροβολισμό και δεν θυμούνταν που βρισκόταν ο Μελίστας την ώρα της δολοφονίας. Επιπλέον κατέβαλαν εναγώνια προσπάθεια να παρουσιάσουν ένα σκηνικό τρόμου: «Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να σωθούμε παρά μόνο με τα περίστροφά μας» ανέφερε χαρακτηριστικά ένας, ενώ άλλος υποστήριξε ότι «ο Μελίστας πυροβόλησε μόνο για εκφοβισμό» και «ίσως δεν είχε άλλη εκλογή». «Είχαμε πανικοβληθεί, τα γεγονότα μας αιφνιδίασαν» δήλωσε ο Κωνσταντίνος Καλστώνης, προϊστάμενος αστυνομικής δύναμης εκείνη τη νύχτα. «Ορθώς πυροβόλησε αφού δεν μπορούσε να βγει, όχι όμως και ορθώς σκότωσε» είπε ο ίδιος, ο οποίος ξαναέδωσε στον Μελίστα 38αρι περίστροφο του αμέσως μόλις ο τελευταίος τον ενημέρωσε για την αποτρόπαια πράξη του.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η κατάθεση του ιατροδικαστή Χρήστου Λευκίδη ο οποίος με μεγάλη σιγουριά ανέφερε ότι ο «ακαριαίος θάνατος» του 15χρονου προήρθε από «ευθεία βολή στο πίσω μέρος του κεφαλιού και σε απόσταση μεγαλύτερη του μισού μέτρου» αποκλείοντας την περίπτωση «αποστρακισμού της σφαίρας». Τα ίδια υποστήριξε και ένας ακόμη εμπειρογνώμονας, ο Δημήτρης Καλατζής υπαστυνόμος Α΄ ειδικός βλητικής (Νέα 16-19/1/1990).
Η απολογία
«Δεν αποδέχομαι την κατηγορία πυροβόλησα μέσα από το λεωφορείο μπουσουλώντας για να βγω από την πόρτα. Ήταν ο μόνος τρόπος για να σώσω τη ζωή μου. Δεν σημάδεψα το παιδί. Πυροβόλησα μόνο για εκφοβισμό» ανέφερε ο Μελίστας, «με βουρκωμένα μάτια», σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ενώ υποστήριξε ότι «οι αυτόπτες μάρτυρες λένε ψέματα». Μετά την απολογία του, ο εισαγγελέας υπέβαλε αίτημα αυτοψίας του χώρου της δολοφονίας για να εξακριβωθεί εάν είναι αληθής ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου για τη θέση από την οποία πυροβόλησε σε σχέση με τη θέση που βρέθηκε το θύμα. Το αίτημα, που η πολιτική αγωγή το χαρακτήρισε αναγκαίο, απορρίφθηκε (Νέα, 20/1/1990).
Μετά από 9 ημέρες η δική όδευε προς το τέλος της: ο εισαγγελέας πρότεινε να καταδικαστεί ο Μελίστας για ανθρωποκτονία από πρόθεση, όπως πρωτόδικα. Σε αυτή την περίπτωση θα αντιμετώπιζε ποινή φυλάκισης από 2-12 χρόνια. «Ο Μελίστας πυροβόλησε μέσα από το λεωφορείο. Έπεσε ένας πυροβολισμός απ’ το περίστροφό του όπως αποδείχθηκε εργαστηριακά. Αυτή είναι η μόνη αλήθεια για μένα» υποστήριξε, αναφέροντας μεταξύ άλλων πως «κάτω από το νέο με το σκουλαρίκι, το μαντήλι, τη σιδερόβεργα και το μπουκάλι κρυβόταν έναν νέο παιδί που όλοι κλαίμε», συμπληρώνοντας ότι «οι αναρχικοί γίνονται ενεργούμενα ατόμων που βρίσκουν παιδιά όπως το Μιχαλάκη και τους εξωθούν σε τέτοιες πράξεις», ενώ αναφέρθηκε για αρκετή ώρα στις αντιφάσεις των αυτοπτών μαρτύρων Χατζηδάκη και Σπάτουλα. «Μου σκοτώνετε για δεύτερη φορά το παιδί. Ποιον δικάζετε, τους μάρτυρες ή τον Μελίστα;» φώναξε εξοργισμένη η Ζωή Καλτεζά.
Η πολιτική Αγωγή υποστήριξε πως ήταν βέβαιο ότι ο Μελίστας πυροβόλησε έξω από την κλούβα, ενώ έκανε λόγω για παραλείψεις της αστυνομικής ηγεσίας. Αντίθετα η υπεράσπιση επέμεινε ότι πυροβόλησε αμυνόμενος μέσα από το λεωφορείο προτείνοντας να κριθεί ένοχος για ανθρωποκτονία εξ αμελείας και σε άμυνα ή για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως καθ’ υπέρβαση ορίων αμύνης. Όπως σημείωναν τα Νέα στο ρεπορτάζ της 24ης/1/1990 «αν το δικαστήριο κάνει δεκτή τη μία ή την άλλη πρόταση της υπεράσπισης, ο κατηγορούμενος οδεύει σε αθώωση».
Πανηγυρική αθώωση
Τελικά, ενώ η απόφαση αναμενόταν στις 26/1 ορίστηκε διήμερη αναβολή της έκδοσής της. Η ενέργεια αυτή προκάλεσε αντιδράσεις προμηνύοντας δυσάρεστες εξελίξεις: «αναβολή αποφασίστηκε για να εξασφαλιστούν οποιεσδήποτε πιέσεις τυχόν ενδιαφερομένων συναδέλφων του κατηγορούμενου αστυνομικού» ανέφερε ειρωνικά ο «Νεόκοπος» στα Νέα. Στο ίδιο ύφος και η στήλη «Ριπές»: «(…)το δικαστήριο χρειάζεται ακόμα να σκεφτεί πόσο ένα όργανο της τάξης που βγάζει το υπηρεσιακό περίστροφο, στοχεύει και πυροβολεί πισώπλατα σέβεται και υπολογίζει το υπέρμετρο έννομο αγαθό, το αγαθό της ζωής, περισσότερο από τα συναισθήματα οργής που το κατέχουν», και συμπληρωματικά « (…) η κοινή γνώμη περιμένει να δει τη δικαιοσύνη στο ύψος της, τελεσίδικα ξένη προς οποιεσδήποτε σκοπιμότητες (Νέα 25-1-1990).
Στις 26/1/1990 εκδόθηκε η απόφαση η οποία πάρθηκε κατά πλειοψηφία (6 υπέρ έναντι μίας). Ο Μελίστας κρίθηκε αθώος. Στο μακροσκελές σκεπτικό, που ανακοίνωσε ο πρόεδρος της έδρας Νίκος Χατζάκης, οι δικαστές ναι μεν αποδέχθηκαν την εισήγηση του εισαγγελέα ότι ο αστυνομικός πυροβόλησε μέσα από την κλούβα σε ευθεία βολή και υπερέβη των ορίων αμύνης, ωστόσο οδηγήθηκαν στην εκτίμηση ότι η πράξη του αυτή συντελέστηκε ενώ βρίσκονταν σε πανικό. Σε αυτή την περίπτωση, βάση του άρθρου 23 του ΠΚ, προβλέπεται ατιμωρησία.
Πιο συγκεκριμένα το σκεπτικό ανέφερε για τη στιγμή του πυροβολισμού: «ο Μελίστας περιαχθείς σε κατάσταση ψυχική έξαρσης αμύνθηκε πυροβολώντας ανεξελέκτως έναντι επιτιθέμενων οι οποίοι διέπρατταν εκείνη τη στιγμή εις βάρος του σωρεία κακουργημάτων όπως απόπειρα ανθρωποκτονίας, εμπρησμό, εκρήξεις κ.λπ. Με τον πυροβολισμό και χάρη στην ενέργεια του Μελίστα λύθηκε η πολιορκία της κλούβας των ΜΑΤ. Έτσι σώθηκε η ζωή του και η ζωή του συναδέλφου του Κουλιά που ήταν στο αστυνομικό λεωφορείο. Ο Μιχάλης Καλτεζάς συμμετείχε στην ομάδα των επιτιθέμενων και η ηλικία του δεν ήταν εμφανής γιατί είχε καλύψει το πρόσωπο του με μαντήλι». Με άλλα λόγια η υπερασπιστική γραμμή του κατηγορουμένου γινόταν όλη αποδεκτή από τους δικαστές… Ακόμη και ο ένας δικαστής που ψήφισε υπέρ της καταδίκης έκρινε ότι έπρεπε να καταδικαστεί για ανθρωποκτονία από αμέλεια, άποψη που αν πλειοψηφούσε θα οδηγούσε σε μικρότερη ποινή από την πρωτόδικη.
Η απόφαση έγινε δεκτή με χειροκροτήματα σε μια κατάμεστη από αστυνομικούς αίθουσα, ενώ ακούστηκε και η λέξη «αίσχος» για τη μία καταδικαστική –κι αυτή με όλα τα ελαφρυντικά– ψήφο. «Ούτε γάτα να ήταν το θύμα, δεν θα γινόταν το πανηγύρι που ακολούθησε στο δικαστήριο τη χθεσινή αθωωτική απόφαση για τον Αθανάσιο Μελίστα» έγραφαν τα Νέα την επόμενη ημέρα (Νέα 27/1/1990).
Την ιδιαίτερη πρόνοια για την με κάθε μέσο προστασία του Μελίστα αναδεικνύουν δύο ακόμα περιστατικά: μετά την έκδοση της απόφασης φυγαδεύτηκε από την αίθουσα με τεθωρακισμένο όχημα της υπηρεσίας του (Νέα 27/1/1990), ενώ μετατέθηκε σε υπηρεσία της αστυνομίας του εξωτερικού (ελληνική πρεσβεία) (Νέα10-7-1990). Τα ιδιαίτερα μέτρα προστασίας μπορούν να κατανοηθούν εντασσόμενα στο κλίμα που είχε δημιουργήσει η επίθεση της 17Ν σε κλούβα των ΜΑΤ, εννιά μέρες μετά τη δολοφονία Καλτεζά, ως πράξη αντεκδίκησης.
Σε αντίστιξη της ατιμωρησίας και προστασίας που έχαιρε ο Μελίστας αρκεί να αναφέρουμε ότι οι 37 συλληφθέντες του Χημείου καταδικάστηκαν, με ποινή 5 μηνών.
«Για δεύτερη φορά δολοφονήθηκε το παιδί μου»
Η απόφαση προκάλεσε σωρεία αντιδράσεων. Οι γονείς του 15χρονού, δήλωσαν εξοργισμένοι. «Αίσχος! Πρόκειται για σκόπιμη απόφαση. Αθωώνονται όποιοι έχουν κοινωνική θέση και χρήμα, για τους άλλους δεν υπάρχει δικαιοσύνη. Για δεύτερη φορά δολοφονήθηκε το παιδί μου. Μετά την αγόρευση του εισαγγελέα δεν ξαναπατήσαμε στο δικαστήριο. Δεν κράτησε ούτε τα προσχήματα, τότε προβλέψαμε την απόφαση, η οποία δίνει άλλοθι σε αστυνομικούς να ενεργήσουν με τον ίδιο τρόπο με Μελίστα» ανέφερε η Ζωή Καλτεζά στα Νέα(27/1/1990).
Θέση πήραν και τα πολιτικά κόμματα: Το ΠΑΣΟΚ εξέφρασε την αγανάκτηση του για την απόφαση που «ανοίγει το δρόμο για την ηθική δικαιοσύνη της πιο άγριας μορφής κρατικής βίας», ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου (ΚΚΕ και ΕΑΡ) έκανε λόγο για «πρόκληση στο περί δικαίου αίσθημα», ενώ ο Φαράκος δήλωσε ότι η απόφαση θα έχει «αρνητικές συνέπειες στον εκδημοκρατισμό», οι Οικολόγοι Εναλλακτικοί ανέφεραν ότι «ο χορός παροχής ασυλίας στους δολοφόνους αστυνομικούς καλά κρατεί». Αντίθετα η ΝΔ ένιψε τας χείρας της (Νέα 29/1/1990).
Ενδεικτικός του κλίματος αποτροπιασμού και ο πρωτοσέλιδος τίτλος της εφημερίδας τα Νέα στις 271/1990, «Τυφλή Δικαιοσύνη», αλλά και το άρθρο στη στήλη «Ριπές»: «τι να συμπεράνει η κοινή γνώμη;, πως τα όργανα της τάξης νομιμοποιούνται να πυροβόλουν και να σκοτώνουν ατιμωρητί, αν μπορούν να επικαλεστούν το φόβο και την ταραχή; Μα αν ο φόβος και η ταραχή οδηγούν έναν ένοπλο αστυφύλακα να πυροβολήσει “έναν άοπλο που το είχε βάλει στα πόδια” τότε δεν είναι δικαιολογημένο σε κάθε διαδήλωση που ο αστυνομικός διαλύει αν έχουμε νεκρούς».
«Το αίμα κυλά εκδίκηση ζητά»
Το ίδιο βράδυ η ΕΦΕΕ καλεί σε πορεία στην οποία συμμετέχουν εκατοντάδες φοιτητές και νεολαίοι. Η ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη, «ομάδες αναρχικών», περί τα «100 άτομα με μαντήλια», όπως αναφέρει το ρεπορτάζ των Νέων, συγκεντρώνονται στο Πολυτεχνείο, αλλά δεν ακολουθούν την πορεία. Ξεσπούν συγκρούσεις με τα ΜΑΤ και τα ΜΕΑ. «Το αίμα κυλά εκδίκηση ζητά», «αυτή η νύχτα ανήκει στον Μιχάλη» είναι τα συνθήματα που κυριαρχούν. Δύο λεωφορεία καταλαμβάνονται και τοποθετούνται κάθετα στην Πατησιών ως οδοφράγματα. Το ένα παραδίδεται στις φλόγες. «Καταιγισμός δακρυγόνων από την αστυνομία ανάγκασε τους αναρχικούς να κλειστούν στο Πολυτεχνείο», το οποίο αποκλείστηκε από τα ΜΑΤ. Καταγγελίες για άνδρες των ΜΑΤ και των ΜΕΑ με πολιτικά που πετούσαν πέτρες στους συγκεντρωμένους νεαρούς. Κατά τα μεσάνυχτα τα ΜΑΤ αποχωρούν και ακολουθεί συνέλευση με εκπροσώπους ΕΦΕΕ, που αποφασίζει τη συνέχιση της κατάληψης (Νέα 27/1/1990).
Από τη Δευτέρα τα ΑΕΙ βρίσκονται «εν βρασμώ». Γενικές συνελεύσεις πραγματοποιούνται σε πλήθος σχολών και υπερψηφίζεται το «πλαίσιο» του ΚΣ της ΕΦΕΕ που προτείνει τριήμερη διακοπή των μαθημάτων και αναβολή των εξετάσεων, πορεία και συναυλία στις 31/1 (με το πλαίσιο διαφωνεί η ΔΑΠ και η ΠΑΣΠ). Τα αιτήματα είναι: επανάληψη της δίκης, παραίτηση υπουργού δικαιοσύνης και δημόσιας τάξης, διάλυση των ΜΑΤ. Το ΕΜΠ συνεχίζει να παραμένει καταλυμένο από αναρχικούς, παράλληλα καταλαμβάνεται η Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης, η Νομική Θεσσαλονίκης (από ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και αναρχικών), το πανεπιστημιακό παράρτημα Πάτρας και οι σχολές του Ρεθύμνου.
Την ίδια μέρα πραγματοποιούνται διαδηλώσεις σε διάφορες πόλεις της χώρας. Στην Αθήνα η πορεία ξεκινά από το Πολυτεχνείο με επικεφαλής τη μητέρα του Καλτεζά. Συμμετέχουν χιλιάδες φοιτητές και μέλη από πολιτικές οργανώσεις της Αριστεράς, μαζικούς φορείς κ.λπ. «Κλείστε το Μελίστα στις φυλακές θάψτε τα ΜΑΤ στις χωματερές», «Διαλύστε τώρα τα ΜΑΤ και ΜΕΑ αλλιώς θα τα διαλύσει η νεολαία» είναι μερικά από τα συνθήματα που κυριαρχούν. Μετά τη λήξη της πορείας μαίνονται συγκρούσεις γύρω από το Πολυτεχνείο. «Στη Θεσσαλονίκη πραγματοποιείται πορεία 1200 ατόμων (1000 αριστεριστές και 200 αναρχικοί)». Πορείες έγιναν και στην Πάτρα και το Ρέθυμνο. Επιπλέον 300 μαθητές του Επαγγελματικού Λύκειο Νέας Φιλαδέλφειας πραγματοποίησαν διαμαρτυρία κλείνοντας την Αθηνών- Λαμίας (Νέα 30-1-1990).
Την Τρίτη πραγματοποιείται μεγάλη συναυλία της ΕΦΕΕ στα Προπύλαια με τους Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Θάνο Μικρούτσικο, αδερφούς Κατσιμίχα και ακολουθεί πορεία. Το πολύμορφο κίνημα των νέων συνεχίζει: στο Ρέθυμνο καταλαμβάνεται το νομαρχιακό μέγαρο από 80 άτομα, ενώ 120 φοιτητές καταλαμβάνουν την Πολυτεχνική σχολή Ξάνθης (Νέα 31-1-1990).
Την Τετάρτη πραγματοποιείται νέος γύρος γενικών συνελεύσεων. Ωστόσο το κλίμα δεν μοιάζει τόσο ευνοϊκό για τη συνέχιση των κινητοποιήσεων. Οι φοιτητικές παρατάξεις ΔΑΠ και ΠΑΣΠ αντιτίθενται στις κλειστές σχολές, και κινητοποιούν τους μηχανισμούς τους για την λήξη των αποχών. Ο εκπρόσωπος του ΣΥΝ κρατά μεσοβέζικη στάση «να μην χάσουν οι φοιτητές τις εξετάσεις τους, και μέσα από γενικές συνελεύσεις να αποφασίσουν τι θα κάνουν στη συνέχεια». Η ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος, οι διαγραμμένοι της ΚΝΕ και οι Αριστερές Συσπειρώσεις επιμένουν σε καταλήψεις και αποχές.
Στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό σφοδρή επίθεση «κατά καταλήψεων και διαδηλώσεων που παραλύουν την Αθήνα» εξαπολύεται από την οικουμενική κυβέρνηση Ξενοφώντα Ζολώτα αλλά και από κάποια κόμματα που την στηρίζουν: ο πρωθυπουργός κάνει λόγο για «αντιδημοκρατικές και αντιπαραγωγικές καταλήψεις και πορείες», ο υπουργός Παιδείας Σημίτης αναφέρει ότι «οι καταλήψεις είναι μειοψηφίες». Στο ίδιο πλαίσιο η ΝΔ σε ανακοίνωσή της αναφέρει ότι «οι καταλήψεις όσο και ο στόχος της ανατροπής μιας νόμιμης και τελεσίδικης απόφασης βρίσκεται έξω από κάθε δημοκρατική νομιμότητα», ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Α. Παπανδρέου δηλώνει ότι «οι καταλήψεις είναι κατάλυση του κράτους», ενώ ο Φλωράκης ετεροκαθοριζόμενος συνιστά στους «καταληψίες να προστατεύουν τις περιουσίες των ιδρυμάτων, να περιφρουρήσουν τις καταλήψεις από τρίτα στοιχεία», ενώ επισημαίνει ότι «έχει δικαίωμα η νεολαία να εκφράζει την αποδοκιμασία».
Ο συντονισμένος κοινωνικός αυτοματισμός έχει τα αποτελέσματα του, στις περισσότερες συνελεύσεις περνά έστω και οριακά πλαίσιο της ΔΑΠ για άνοιγμα των σχολών. Παράταση καταλήψεων αποφασίζεται σε Πολυτεχνείο (παρά τις αντίθετες αποφάσεις της πλειοψηφίας των συνελεύσεων των σχολών), Πανεπιστήμιο Ρεθύμνου, Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης, παράρτημα Πάτρας. Οι δύο πρώτες μάλιστα θα κρατήσουν 20 μέρες, ενώ όσο οι μέρες παίρνουν οι αναφορές στο Τύπο για βανδαλισμούς μέσα στο ΕΜΠ αυξάνουν, βάζοντας στο προσκήνιο την κατάλυση του ασύλου. «Αστυνομική επέμβαση για εκκένωση πολυτεχνείου» πρόκρινε στις 20/2/1990 ο αναπληρωτής υπουργός Παιδείας Κοντογιαννόπουλος, ενώ ο έτερος υπουργός Σημίτης τόνιζε ότι πρέπει «να προστατευτεί το άσυλο» καθώς «η αστυνομική επέμβαση θα αποτελούσε κακό προηγούμενο για το μέλλον».
Μιχάλης Καλτεζάς(19 Ιουνίου 1970-17 Νοεμβρίου 1985) και Γιάννης Κανελλάκης δημοσιοδράφος
ΑπάντησηΔιαγραφήΜιχάλης Καλτεζάς (19 Ιουνίου 1970-17 Νοεμβρίου 1985) και Γιάννης Κανελλάκης δημοσιογράφος
ΑπάντησηΔιαγραφή