Είναι κάμποσα χρόνια τώρα, που δεν υπάρχει συζήτηση, διαβούλευση ή αντιπαράθεση για το ζήτημα της διαχείρισης των αποβλήτων χωρίς αναφορά στο θέμα του δημόσιου ή μη χαρακτήρα της. Ιδεοληπτική εμμονή η υπεράσπισή της, λένε κάποιοι. Επιπόλαιος και «πιασάρικος» ισχυρισμός θα αντιτείνω. Αρκεί να σκεφτούμε ότι πρόκειται για μια δραστηριότητα με καθολικό χαρακτήρα -αφορά τους πάντες- αναπόσπαστο κομμάτι των σύγχρονων κοινωνιών. Που και γι αυτό το λόγο παρουσιάζει μια συνθετότητα και μεγάλους περιβαλλοντικούς κινδύνους. Είναι εύλογη, λοιπόν, η απαίτηση να ασκείται αδιάλειπτα, σε όλους τους τομείς και όχι μόνο εκεί που υπάρχει κέρδος, με ασφάλεια, με οικονομικότητα και σε περιβάλλον που ενθαρρύνει την κοινωνική συμμετοχή. Αυτούς τους όρους και τις προϋποθέσεις μόνο ένα σύστημα με δημόσιο – κοινωνικό χαρακτήρα μπορεί να τους διασφαλίσει.
Από την άλλη πλευρά, το «μέτωπο» των ωφελούμενων από την ιδιωτικοποίηση έχει ένα ισχυρό κίνητρο, το οικονομικό. Γιατί η διαχείριση των αποβλήτων, εκτός όλων των άλλων πτυχών της, αποτελεί και μια οικονομική δραστηριότητα με τεράστιους τζίρους. Μιλώντας μόνο για τα αστικά απόβλητα, έχουμε ένα μέσο κόστος της τοπικής αυτοδιοίκησης, που κυμαίνεται στα 190 €/τόνο για τα μεγάλα αστικά κέντρα και στα 120-130 €/τόνο για την περιφέρεια. Αυτό σημαίνει ένα ετήσιο κόστος της τοπικής αυτοδιοίκησης της τάξης των 850 εκατομμυρίων ευρώ. Ο τζίρος στον τομέα της ανακύκλωσης, παρόλο ότι βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, είναι τεράστιος. Πρόσφατη μελέτη της IBHS τον ανεβάζει στα 358 εκ. ευρώ στα μεταλλικά απόβλητα και στα 179 εκ. ευρώ στα μη μεταλλικά. Αν προσθέσουμε τη διαχείριση εμπορικών και βιομηχανικών αποβλήτων, των επικίνδυνων αποβλήτων και των αποβλήτων υγειονομικών μονάδων, πολύ πρόχειρα φτάνουμε να μιλάμε για τζίρο που ξεπερνά το 1,5 δις ευρώ το χρόνο.
Το κίνητρο της κερδοφορίας για το ιδιωτικό κεφάλαιο έρχεται να το ενισχύσει το πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον, που έχουν διαμορφώσει οι πολιτικές των μνημονίων. Κεντρικό στοιχείο των οποίων είναι η ιδιωτικοποίηση μεγάλου μέρους υποδομών και δραστηριοτήτων, που μέχρι τώρα ήταν, αυτονόητα, μέρος των λειτουργιών του κράτους ή της αυτοδιοίκησης. Όχι, πάντα με τον καλύτερο τρόπο, για να λέμε και του στραβού το δίκιο. Σε μια περίοδο οικονομικής δυσπραγίας, με ελάχιστες πρωτοβουλίες επενδύσεων σε παραγωγικές δραστηριότητες, είναι πολύ μεγάλο το δέλεαρ μιας εγγυημένης επιχειρηματικής δραστηριότητας, σε μεγάλο βάθος χρόνου, όπως αυτή της διαχείρισης των αποβλήτων. Γι αυτό και έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον όλων των μεγάλων κατασκευαστικών ομίλων της χώρας, που έχουν αναπτύξει, πλέον, και ξεχωριστούς κλάδους για τη διαχείριση των αποβλήτων, πολλές φορές σε συνεργασία με μεγάλες πολυεθνικές, κυρίως ευρωπαϊκές. Γι αυτό ας μην πέφτουν από τα σύννεφα οι υπέρμαχοι της «Ευρώπης των λαών», όταν διαπιστώνουν στην πράξη να θυσιάζονται οι περιβαλλοντικές κατακτήσεις στο βωμό των συμφερόντων των μεγάλων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και σημαίνοντα πολιτικά στελέχη (βλέπε: Φούχτελ, Ράιχενμπαχ) να λειτουργούν σαν οι πλασιέ τους.
Η ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης των αποβλήτων, ακόμη και των αστικών – δημοτικών, δεν είναι, απλά, ένας επαπειλούμενος κίνδυνος. Είναι μια εξελισσόμενη πραγματικότητα. Στο επίκεντρο οι συμπράξεις δημόσιου – ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) για μεγάλα εργοστάσια επεξεργασίας σύμμεικτων απορριμμάτων. Που παρά τις αντίθετες δεσμεύσεις της κυβέρνησης ξαναμπαίνουν στο τραπέζι. Ο τομέας της ανακύκλωσης βρίσκεται ολοκληρωτικά στα χέρια ιδιωτικών συστημάτων εναλλακτικής διαχείρισης (ΣΕΔ), με υποτυπώδη εποπτεία από τον Ελληνικό οργανισμό ανακύκλωσης (ΕΟΑΝ). Η διαχείριση των περισσότερων χώρων ταφής (ΧΥΤΑ), όπου οδηγείται το 85% των αστικών αποβλήτων, γίνεται από εργολάβους. Το 95% των εργασιών στο «μεγαθήριο» της Φυλής (μονάδα μηχανικής επεξεργασία σύμμεικτων, αποτεφρωτήρας υγειονομικών αποβλήτων, καύση βιοαερίου, βιολογικοί καθαρισμοί, ταφή κλπ.) γίνονται από εργολάβους. Σε μια σειρά δήμων, ακόμη και η αποκομιδή των απορριμμάτων έχει ανατεθεί σε ιδιώτες.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν οδηγούμαστε αναγκαστικά στην πλήρη ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης (και) των αστικών αποβλήτων και αν η διαδικασία αυτή είναι αναστρέψιμη. Και το επόμενο ερώτημα: μπορεί ένα διαφορετικό μοντέλο διαχείρισης, όπως αυτό της αποκεντρωμένης διαχείρισης, που προωθούν οι κινηματικές πρωτοβουλίες και ενσωμάτωσε σε μεγάλο βαθμό το νέο εθνικό σχέδιο διαχείρισης αποβλήτων, να αποτρέψει την ιδιωτικοποίηση;
Εδώ δε χωρούν αυταπάτες. Η αποκεντρωμένη διαχείριση, σε αντίθεση με το συγκεντρωτικό μοντέλο, προβλέπει υποδομές και δραστηριότητες που μπορούν να διαχειριστούν οι δήμοι και οι περιφέρειες, που είναι «στα μέτρα τους». Με αυτήν την έννοια, λειτουργεί αποτρεπτικά στις λογικές της ιδωτικοποίησης, χωρίς όμως να μπορεί -από μόνη της- να την εξουδετερώσει. Ο καθοριστικός παράγοντας είναι η πολιτική βούληση και οι επιλογές της κυβέρνησης και της αυτοδιοίκησης. Και εδώ τα πράγματα δεν είναι ενθαρρυντικά. Η κυβέρνηση και μεγάλο μέρος των αυτοδιοικητικών του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να «πατά σε δύο βάρκες», ενώ το σύμπλεγμα ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, στις περιφέρειες και στην τοπική αυτοδιοίκηση, κατά κανόνα, αντιμάχεται την αποκεντρωμένη διαχείριση και ανοίγει διάπλατα τις πόρτες στην ιδιωτικοποίηση.
Συμπερασματικά: ακόμη κι αν με κάποιο μαγικό τρόπο πετυχαίναμε μια καθολική εφαρμογή του μοντέλου της αποκεντρωμένης διαχείρισης, τίποτε δεν μπορεί να αποκλείσει την ιδιωτικοποίηση των υποδομών και των δραστηριοτήτων που περιλαμβάνει, αν λείπει η στήριξη της κυβέρνησης και αν οι πολιτικές και οι πρακτικές περιφερειών και τοπικής αυτοδιοίκησης είναι «μπολιασμένες» με τις τη λογική της ιδιωτικοποίησης.
Πρακτικές δήμων που ξενίζουν
Την απλή αυτή αλήθεια έρχονται να την επιβεβαιώσουν οι επιλογές τριών δήμων της Αττικής, που, μάλλον, ξενίζουν. Από την άποψη ότι πρόκειται για δήμους που έχουν αποπειραθεί να ξεφύγουν λίγο από την πεπατημένη της συγκεντρωτικής διαχείρισης και να υλοποιήσουν κάποιες αποκεντρωμένες δημοτικές υποδομές, έστω και με τον ατελή και συζητήσιμο τρόπο που το κάνουν. Ας δούμε αυτές τις επιλογές.
Δήμος Ελευσίνας
Ο δήμος Ελευσίνας λειτουργεί, εδώ και αρκετά χρόνια, μια δημοτική υποδομή, που την ονομάζει δημοτικό ΚΔΑΥ, σε έκταση που του έχει παραχωρηθεί από την τσιμεντοβιομηχανία ΤΙΤΑΝ. Επαίρεται πολύ συχνά γι αυτήν την υποδομή. Δεν πρόκειται για τα κλασικά ΚΔΑΥ, σαν αυτά της ΕΕΑΑ, που διαχειρίζονται ανακυκλώσιμα υλικά συσκευασίας. Ούτε σχετίζεται με τις άλλες μεγάλες κατηγορίες απορριμμάτων, τα οργανικά και τα σύμμεικτα. Έχει έναν περιορισμένο ρόλο, καθώς υποδέχεται, κυρίως, κλαδέματα, ογκώδη, μπάζα, ηλεκτρικές συσκευές και ελαστικά. Τα υλικά αυτά, κατά έναν ανεξήγητο και ανορθολογικό τρόπο, συγκεντρώνονται σε κοινά containers, που υπάρχουν σε διάφορα σημεία της πόλης. Στη συνέχεια, οδηγούνται στη δημοτική υποδομή, υφίστανται έναν πρώτο χειρωνακτικό διαχωρισμό (συσκευές, ελαστικά, ξύλα, κάποια ανακυκλώσιμα) και μετά τεμαχισμό και περαιτέρω «διαχωρισμό», με απλά μηχανικά μέσα. Το μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων αυτής της επεξεργασίας οδηγείται στη Φυλή. Γι αυτό και ο δήμος Ελευσίνας δε διαφέρει από τους άλλους δήμους της Αττικής, ως προς το τι στέλνει στη Φυλή (το 2013, το 87% του συνόλου των ΑΣΑ).
Ξαφνικά(;), έρχεται για συζήτηση στο δημοτικό συμβούλιο εισήγηση για ανάθεση μελέτης σε εξωτερικό μελετητή (;), που θα διερευνήσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για την ανάθεση της λειτουργίας του δημοτικού ΚΔΑΥ σε ιδιώτη εργολάβο. Ήρθε, φαίνεται, η ώρα η ίδια η δημοτική αρχή να αποκαθηλώσει το «κατόρθωμά» της.
Δήμος Ηλιούπολης
Ο δήμος Ηλιούπολης, είναι αλήθεια, έχει παρελθόν με τις ιδωτικοποιήσεις. Έκρινε, ωστόσο, ότι θα είναι χρήσιμη μια δημοτική υποδομή κομποστοποίησης των πράσινων του δήμου, αντί να τα οδηγεί στη Φυλή και, μάλιστα, πληρώνοντας την ταφή του. Ξεκίνησε να την υλοποιεί από το 2011 και συνεχίζει να τη λειτουργεί. Σήμερα υποδέχεται γύρω στους 600 τόνους πράσινων το χρόνο και παράγει κομπόστ που το χρησιμοποιεί ή το διαθέτει στους δημότες. Αποδείχτηκε μια χρήσιμη πρωτοβουλία, παρά το περιορισμένο εύρος της, που υλοποιήθηκε σχετικά εύκολα. Ποιο είναι το ενδιαφέρον στην υπόθεση; Ότι μια σχετικά απλή υποδομή και διαδικασία την ανέθεσε εργολαβικά στο ΤΕΙ Κρήτης (και αυτό, με τη σειρά του, σε κάποιον υπεργολάβο). Προτίθεται δε να συνεχίσει να τη λειτουργεί με αυτό το καθεστώς μέχρι το 2019, σύμφωνα με το τοπικό σχέδιο διαχείρισης, που βρίσκεται σε διαβούλευση.
Δήμος Βύρωνα
Ο δήμος Βύρωνα είναι ο μοναδικός δήμος της Αττικής με δικό του ανεξάρτητο δημοτικό σύστημα ανακύκλωσης, με ξεχωριστούς κάδους για χαρτί, μέταλλα, πλαστικά και γυαλί. Από το 2008. Διαθέτει ο ίδιος τα υλικά που συλλέγονται στο εμπόριο και έχει ένα μικρό έσοδο, που θα μπορούσε να ήταν πολύ μεγαλύτερο αν το σύστημα λειτουργούσε με καλύτερη οργάνωση (είναι μια ξεχωριστή συζήτηση αυτή). Ποτέ δεν είχε σχέση με την ΕΕΑΑ και ποτέ δε λειτούργησε με μπλε κάδο.
Η νέα δημοτική αρχή, από την αρχή, σχεδόν, της θητείας της, ξεκίνησε συζήτηση με την ΕΕΑΑ, με σκοπό μια συνεργασία που θα απέφερε κάποια οικονομική ενίσχυση του δήμου (σε χρήμα και σε μέσα). Ξεκαθαρίζουμε ότι δεν πρόκειται για κλασική περίπτωση ιδιωτικοποίησης, αφού ο δήμος θα συνεχίζει να διαχειρίζεται ο ίδιος το δημοτικό σύστημα ανακύκλωσης, θα διαθέτει ο ίδιος τα υλικά και θα εισπράττει. Απλά, το σύστημα μπαίνει κάτω από την «αιγίδα» της ΕΕΑΑ, αν μπορούμε να το πούμε έτσι.
Ένα τέτοιο καθεστώς, για όλους τους άλλους δήμους, που είναι εξαρτημένοι από τον μπλε κάδο, τα ΚΔΑΥ και το «ταμείο» της ΕΕΑΑ, θα μπορούσε να θεωρηθεί πρόοδος. Για το δήμο Βύρωνα, όμως, που το δημοτικό του σύστημα λειτούργησε και λειτουργεί σαν το αντιπαράδειγμα του μπλε κάδου, είναι μεγάλο λάθος. Όχι γιατί θα αλλάξει κάτι στην καθημερινή διαχείριση της ανακύκλωσης στο δήμο Βύρωνα. Αλλά γιατί θα σταλεί ένα λάθος μήνυμα (υποταγής) στους άλλους δήμους, τη στιγμή που ακόμη και το εθνικό σχέδιο διαχείρισης αποβλήτων (ΕΣΔΑ) μιλά για δημοτικά συστήματα ανακύκλωσης, για ριζική αναδιάρθρωση της ανακύκλωσης και των ΣΕΔ και θεωρεί δημόσιο τον πόρο της ανακύκλωσης, που πρέπει να διαχειριστεί ένας εθνικός φορέας. Η ΕΕΑΑ, σε μια εποχή που αμφισβητείται πλατιά η δράση της, έχει προφανή σκοπιμότητα να θέλει μια τέτοια εξέλιξη. Ο δήμος Βύρωνα δε δικαιολογείται να συμπράξει στην αυτοακύρωση της μέχρι τώρα στάσης του.
Η ευθύνη της κυβέρνησης και της περιφέρειας Αττικής
Τα παραδείγματα που εκτέθηκαν επιβεβαιώνουν, με έμφαση, το βασικό συμπέρασμα που προηγήθηκε. Ωστόσο, δεν θα ήμασταν εκτός τόπου και χρόνου, αν υποθέταμε ότι τα πράγματα θα εξελίσσονταν διαφορετικά, αν ήταν άλλη η στάση της κυβέρνησης και της περιφέρειας Αττικής. Σε τι αναφερόμαστε;
Η κυβέρνηση, με το νέο εθνικό σχέδιο διαχείρισης αποβλήτων που υιοθέτησε, φάνηκε να υιοθετεί το βασικό πυρήνα της αντίληψης για αποκεντρωμένη διαχείριση, με δημόσιο χαρακτήρα και με έμφαση στην προδιαλογή των υλικών. Για την υλοποίησή του, προβλέπει κάποιες προϋποθέσεις και ενέργειες, όπως η απεμπλοκή από τις ΣΔΙΤ, η αποσαφήνιση των αρμοδιοτήτων της τοπικής αυτοδιοίκησης, η διευκόλυνση της χωροθέτησης ήπιων δημοτικών υποδομών, η διασφάλιση της δυνατότητας οργάνωσης συστημάτων δημοτικής ανακύκλωσης, η ριζική αναδιάρθρωση του τομέα της ανακύκλωσης, η δημιουργία εθνικού φορέα για τη διαχείριση των αποβλήτων, που θα διαχειρίζεται σαν δημόσιους τους πόρους της ανακύκλωσης, η χρηματοδότηση των αποκεντρωμένων υποδομών κλπ. Τι απ’ όλα αυτά έχει γίνει; Σχεδόν, τίποτα, ενώ η συζήτηση για τις ΣΔΙΤ ξανανοίγει. Μόλις τώρα, στο νόμο για τα προαπαιτούμενα, «πέρασε» διάταξη για την τυπική επικύρωση του εθνικού σχεδίου, που μέχρι τότε ήταν έωλος. Η κυβέρνηση και τα αρμόδια υπουργεία ας αναλογιστούν, επιτέλους, τις τεράστιες ευθύνες που έχουν και ας προχωρήσουν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες.
Η περιφέρεια Αττικής έχει το δικό της μερίδιο ευθύνης. Αφού με το είδος της αναθεώρησης του περιφερειακού σχεδιασμού (ΠΕΣΔΑ) που υιοθέτησε (8/10/2015) και την πόρτα στις ιδιωτικοποιήσεις αφήνει ανοιχτή και αφήνει ένα τεράστιο κενό σε παντοειδείς πρωτοβουλίες, καθώς δεν περιγράφει με σαφήνεια τις αναγκαίες υποδομές διαχείρισης στο επίπεδο της περιφέρειας, αλλά και στο επίπεδο των δήμων. Επιπρόσθετα, συνεχίζει να μην προχωρά στην αναγκαία ουσιαστική αξιολόγηση των τοπικών σχεδίων (ΤΣΔ) των δήμων, με αποτέλεσμα ο κάθε δήμος να σχεδιάζει και να υλοποιεί «κατά το δοκούν», χωρίς έναν ενιαίο μπούσουλα.
Δε θέλησε να το παραδεχτεί δημόσια, ωστόσο είναι φανερό ότι εισέπραξε το μήνυμα της εκτεταμένης κριτικής στην αναθεώρηση. Γι αυτό και ανέθεσε στους μελετητές να επεξεργαστούν περαιτέρω τον ΠΕΣΔΑ Αττικής, προκειμένου να αποκτήσει υπόσταση πραγματικού στρατηγικού σχεδίου. Η διαδικασία αυτή δεν πρέπει να παραπεμφθεί στις καλένδες. Πρέπει να γίνει με συγκροτημένο τρόπο, όπως πρότεινε με παρέμβασή της η ΠΡΩΣΥΝΑΤ, ώστε μέχρι το τέλος του 2015 να έχει γίνει η αξιολόγηση των ΤΣΔ, η αναμόρφωση του ΠΕΣΔΑ, η εκπόνηση της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, η τελική επικύρωση του ΠΕΣΔΑ από το περιφερειακό συμβούλιο και η εναρμόνιση των τοπικών σχεδίων διαχείρισης των δήμων.
15/11/2015
Τάσος Κεφαλάς
μέλος της Πρωτοβουλίας συνεννόησης για τη διαχείριση των απορριμμάτων (ΠΡΩΣΥΝΑΤ)
Ευγε στην ΠΡΩΣΥΝΑΤ και στον Τασο Κεφαλά για την ενημέρωση.
ΑπάντησηΔιαγραφή