Κλείνουν 70 χρόνια από τον Δεκέμβρη του ’44. 70
χρόνια από την ωμή επέμβαση των Άγγλων, τον αγώνα για «λαοκρατία» και
την πλήρη υποχώρηση της ηγεσίας του ΕΑΜ με τη Συμφωνία της Βάρκιζας
(Φλεβάρης ’45). Όμως, τα «Δεκεμβριανά» δεν προήλθαν από το πουθενά. Ήταν
η κορύφωση μιας σειράς γεγονότων που έδειχναν το τι θα επακολουθούσε
στην Ελλάδα, μετά την απελευθέρωσή της από τους ναζί.
Η πρώτη πράξη του δράματος των «Δεκεμβριανών» παίχτηκε στην Αίγυπτο τον Απρίλιο του 1944. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Το 1944 ήταν η χρονιά που κορυφώθηκε ο αγώνας ενάντια στους ναζί κατακτητές κι έμπαινε εμφατικά το ζήτημα της εξουσίας. Τι κοινωνικό σύστημα και πολίτευμα θα υπήρχε και ποιοι θα κυβερνούσαν στην απελευθερωμένη Ελλάδα; Αυτά τα ερωτήματα απασχολούσαν όλα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας κι εκδηλώθηκαν ακόμα και μέσα στο ελληνικό στράτευμα.
Οι επίσημες Ένοπλες Δυνάμεις, που βρίσκονταν στο πλευρό των Συμμάχων, είχαν την έδρα τους – μαζί με τη βασιλική εξόριστη κυβέρνηση από τους πολιτικούς των παλιών κομμάτων – στη Μέση Ανατολή.
Τον Απρίλη του 1944 οι στρατιώτες κι οι ναύτες που υπηρετούσαν στις Ένοπλες Δυνάμεις εξεγέρθηκαν, κατέλαβαν τα στρατόπεδα και τα πλοία τους προς υποστήριξη του ΕΑΜ. Κράτησαν για 20 μέρες, ώσπου οι Άγγλοι κι η ελληνική βασιλική «εξόριστη» κυβέρνηση κατέστειλαν βίαια την εξέγερση ,με αποτέλεσμα να διαλυθούν οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις.
Οι δυνάμεις του ΕΑΜ μέσα στις Ένοπλες Δυνάμεις
Ήδη από τις 10 Οκτωβρίου 1941 αριστερές δυνάμεις είχαν συγκροτήσει την Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση (ΑΣΟ) στον Στρατό και στη συνέχεια ως παρακλάδια την Αντιφασιστική Οργάνωση Ναυτικού (ΑΟΝ) και την Αντιφασιστική Οργάνωση Αεροπορίας (ΑΟΑ). Η ΑΣΟ απευθυνόταν κυρίως στους απλούς στρατιώτες και ναύτες κι εξέδιδε την εφημερίδα «Αντιφασίστας».
Το 1943 εκδηλώθηκαν οι πρώτες σοβαρές κινητοποιήσεις μέσα στο στράτευμα με ηγετική δύναμη την ΑΣΟ. Τότε είχε γίνει μια προσπάθεια να αντικατασταθούν οι δημοκρατικοί αξιωματικοί με πιο έμπιστους στον βασιλιά Γεώργιο Β' αξιωματικούς. Τελικά, οι προσπάθειες του Βασιλιά να ελέγξει πιο στενά το Στρατό δεν προχώρησαν.
Μάρτης ’44: το ΕΑΜ συγκροτεί την «κυβέρνηση του βουνού»
Στις 10 Μάρτη 1944 το ΕΑΜ συγκροτεί την Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ). Επί της ουσίας ήταν η κυβέρνηση της απελευθερωμένης Ελλάδας, η λεγόμενη «κυβέρνηση του βουνού». Το ΕΑΜ είχε ήδη απελευθερώσει σχεδόν τα ¾ της ελληνικής επικράτειας, είχε συγκροτημένο αντάρτικο στρατό, τον ΕΛΑΣ, με 30.000 οπλίτες (κι άλλους τόσους έφεδρους). Στη συνέχεια, μάλιστα, κατάφερε να οργανώσει ελεύθερες εκλογές (στις οποίες για πρώτη φορά ψήφισαν γυναίκες) για την εκλογή Εθνικού Συμβουλίου.
Η είδηση της συγκρότησης της ΠΕΕΑ δημιουργούσε ενθουσιασμό στην πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας. Όμως, δημιουργούσε κι ανησυχία σε όσους ήθελαν μια επιστροφή στην προδικτατορική περίοδο και σε όσους είχαν συνεργαστεί πολιτικά ή/και οικονομικά με τους Ναζί κατακτητές.
Ανταρσία στις Ένοπλες Δυνάμεις
Η απεύθυνση που είχε η ΠΕΕΑ προς τις υπόλοιπες δυνάμεις που πολεμούσαν τον Άξονα ήταν να συγκροτηθεί μια «κυβέρνηση εθνικής ενότητας», που να οδηγήσει την Ελλάδα στην απελευθέρωσή της και να επιτρέψει στον ελληνικό λαό ελεύθερα να επιλέξει το πολίτευμα που επιθυμούσε.
Την ίδια ώρα έχτιζε δομές «λαϊκής κυριαρχίας» στις περιοχές που απελευθέρωνε κι έδινε μία συγκεκριμένη μορφή στο όραμα της κοινωνίας για μια «λαϊκή δημοκρατία», που δε θα είχε σχέση ούτε με το δικτατορικό καθεστώς του Μεταξά, αλλά ούτε και με την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία των προηγούμενων δεκαετιών.
Το σύνθημα για «κυβέρνηση εθνικής ενότητας με βάση την ΠΕΕΑ» βρήκε ανταπόκριση στους στρατιώτες και τους ναύτες αμέσως μετά την συγκρότηση της ΠΕΕΑ.
1η φάση της εξέγερσης 25 Μάρτη – 2 Απρίλη: εκδηλώσεις υποστήριξης της ΠΕΕΑ
Προκηρύξεις της ΑΣΟ άρχισαν να κυκλοφορούν στα στρατόπεδα και στα πλοία. Εκείνες τις μέρες είχαν συγκεντρωθεί στα λιμάνια της Αλεξάνδρειας (δυτικά του τριγώνου του Νείλου) και του Πορτ-Σάιντ (ανατολικά του τριγώνου του Νείλου) πολλά πλοία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Στην Αλεξάνδρεια βρίσκονταν σύνολο 2.800 μέλη των πληρωμάτων, ενώ στο Πορτ-Σάιντ άλλα 1.000, με τους 700 να είναι συγκεντρωμένοι στο θωρηκτό Αβέρωφ. Ακόμα, υπήρχαν άλλοι 950 στρατιώτες στο στρατόπεδο Έλλη στην Ισμαηλία (νοτιοανατολικά του τριγώνου του Νείλου).
Στις 25 Μάρτη στην Αλεξάνδρεια έγιναν οι πρώτες μαζικές εκδηλώσεις υποστήριξης από πληρώματα του Πολεμικού και του Εμπορικού Ναυτικού. Συνθήματα υπέρ του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και της νεοσύστατης «κυβέρνησης του βουνού» κυριαρχούσαν στις πορείες.
Μέσα σε λίγες μέρες είχε συγκροτηθεί η «Επιτροπή Εθνικής Ενότητας Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων Μέσης Ανατολής», η οποία στις 31 Μάρτη εμφανίστηκε στον πρωθυπουργό της βασιλικής κυβέρνησης, Εμμανουήλ Τσουδερό.
Η Επιτροπή κατέθεσε ένα υπόμνημα, στο οποίο επέρριπτε ευθύνες στη βασιλική κυβέρνηση για την άρνησή της να συνεννοηθεί με την ΠΕΕΑ για να συγκροτήσουν κυβέρνηση, κι έκανε ξεκάθαρο ότι:
«Η ημετέρα επιτροπή… προσκαλεί την βασιλικήν Κυβέρνησιν Καΐρου… συντελέσωσιν, εντός του ταχυτέρου χρονικού ορίου, εις την ενοποίησιν των εθνικών δυνάμεων και τον σχηματισμόν κυβερνήσεως αντιπροσωπευούσης τον αγωνιζόμενον λαόν με βάσιν την Πολιτικήν Επιτροπήν Εθνικής Απελευθερώσεως (Π.Ε.Ε.Α.) και μη θελήσωσι να φέρωσι τας βαρυτάτας ευθύνας του εμφυλίου σπαραγμού» [1].
Αφού δε βρήκαν ανταπόκριση τα αιτήματά τους, επισκέφθηκαν τον Υπουργό Ναυτικών, Σοφοκλή Βενιζέλο, με αίτημα την αντικατάσταση του πρωθυπουργό Τσουδερό από τον ίδιο και τον διορισμό μελών της Επιτροπής τους, ως κομμάτι της ΠΕΕΑ. Αλλά ούτε ο Σοφ. Βενιζέλος ήταν διατεθειμένος να τους αναγνωρίσει.
Την επόμενη μέρα, 1 Απρίλη, παρουσιάστηκε το πρώτο επεισόδιο ανταρσίας μέσα στο στράτευμα. Στο 2ο Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού (της 1ης Ταξιαρχίας) 14 αξιωματικοί και 240 οπλίτες συνελήφθησαν από τον διοικητή τους, αφού δήλωσαν ότι αναγνωρίζουν ως μοναδική κυβέρνηση την ΠΕΕΑ. Η ανταρσία είχε ξεκινήσει!
2η φάση της εξέγερσης 3 – 6 Απρίλη: «τα όσα διαδραματίζονται δεν αποτελούν τίποτα λιγότερο από επανάσταση»
Από το πρωί της Δευτέρας 3 Απρίλη η ανταρσία απέκτησε πολύ πιο επιθετικά χαρακτηριστικά. Επιτροπές από στρατιώτες και ναύτες άρχισαν να αποκτούν μεγάλη επιρροή. Στο Κάιρο ομάδα στρατιωτών κατέλαβε το ελληνικό φρουραρχείο. Τόσο μαζικές ήταν οι κινητοποιήσεις που θορυβήθηκε μέχρι κι ο Αρχηγός του ελληνικού Στόλου, υποναύαρχος Αλεξανδρής, ο οποίος έβγαλε επίσημη ανακοίνωση που καλούσε την κυβέρνηση να έρθει σε συνομιλίες με την ΠΕΕΑ για τη συγκρότηση εθνικής κυβέρνησης. Με αυτήν την κίνηση προσπάθησε να κατευνάσει τις διαμαρτυρίες. Ο πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός υπέβαλε την παραίτησή του, για τον ίδιο σκοπό. Όμως, οι στρατιώτες κι οι ναύτες πήραν περισσότερο θάρρος.
Την επόμενη μέρα, 4 Απρίλη, οι επιτροπές στρατιωτών και φαντάρων έπαιρναν στα χέρια τους τον έλεγχο του στρατού, με τις καταλήψεις πολεμικών πλοίων, στρατοπέδων και κρίσιμης σημασίας κτηρίων. Οι Επιτροπές στρατιωτών και ναυτών κατέλαβαν το Γενικό Επιτελείο, την Επιμελητεία, το Υπουργείο Ναυτικών, το Αρχηγείο του Στόλου, το στρατόπεδο Έλλη, το Ελληνικό Ναυτικό Φρουραρχείο Αλεξάνδρειας, τη Σχολή Νέων Δοκίμων και το θωρηκτό Αβέρωφ.
Το βράδυ της 5ης προς 6η Απρίλη η εξέγερση κορυφωνόταν. Οι καταλήψεις πλοίων επεκτάθηκαν πλέον κι έξω από την Αίγυπτο. Ακόμα και στα υποβρύχια που βρισκόντουσαν στη Μάλτα έγινε εξέγερση κι ανέλαβαν επιτροπές ναυτών! Ο ενθουσιασμός ήταν τέτοιος, που στην κορβέτα «Αποστόλης», καθώς έφτανε κι έδενε στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, έγινε ανταρσία και προσχώρησε στο κίνημα!
Εκεί που οι Επιτροπές στρατιωτών και ναυτών συναντούσαν την έντονη αντίδραση των αξιωματικών, υπήρχε δυναμική απάντηση. Στο αντιτορπιλικό πλοίο «Πίνδος» στην Αλεξάνδρεια, οι ναύτες κυριολεκτικά πέταξαν στη θάλασσα τους αξιωματικούς τους!
Πλέον όλα τα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού είχαν προσχωρήσει στην εξέγερση κι ελέγχονταν από τις Επιτροπές των ναυτών, αναγνωρίζοντας ως κυβέρνηση την ΠΕΕΑ, πριν καν συμπληρωθεί ένας μήνας από την ίδρυσή της!
Το ίδιο βράδυ εκδηλώθηκε εξέγερση και σ’ ολόκληρη την 1η Ταξιαρχία. Παρότι οι Επιτροπές στρατιωτών δεν επικράτησαν πλήρως κι η Ταξιαρχία ήταν διαιρεμένη, είχε προκαλέσει τέτοια αναταραχή, που ακυρώθηκαν όλα τα σχέδια για πολεμικές επιχειρήσεις. Η 1η Ταξιαρχία, μάλιστα, επρόκειτο να συμμετέχει στην αποστολή της κατάληψης της Ρώμης μαζί με άλλα Συμμαχικά στρατεύματα.
Τέτοια ήταν η κατάσταση που είχε διαμορφωθεί, ώστε ο πρεσβευτής της Αγγλίας για την ελληνική βασιλική κυβέρνηση, Ρέτζιναλ Λήπερ, στις 7 Απρίλη τηλεγραφούσε απόρρητα στο Υπουργείο Εξωτερικών της Αγγλίας κι έγραφε ότι «τα όσα διαδραματίζονται μεταξύ των Ελλήνων δεν αποτελούν τίποτε λιγότερο από επανάσταση» [2].
Εκείνες τις μέρες Ένοπλες Δυνάμεις επί της ουσίας δεν υπήρχαν, παρότι οι Επιτροπές των στρατιωτών και των ναυτών είχαν ζητήσει – εν μέσω των κινητοποιήσεών τους – να συμμετέχουν κανονικά στις πολεμικές επιχειρήσεις, μιας κι ο πόλεμος ενάντια στους Ναζί συνεχιζόταν. Οι Άγγλοι, όμως, κι η βασιλική κυβέρνηση είχαν ως προτεραιότητα να ανακτήσουν τον έλεγχο των Ενόπλων Δυνάμεων και να μην κάνουν καμία παραχώρηση στην «κυβέρνηση του βουνού».
3η φάση της εξέγερσης 7 – 24 Απρίλη: η καταστολή της ανταρσίας με πρωταγωνιστές τους Άγγλους
Από ‘κει κι ύστερα η βασιλική κυβέρνηση πέρασε στην αντεπίθεση, με βασικό καθοδηγητή τη Μεγάλη Βρετανία. Λίγους μήνες πριν τα «Δεκεμβριανά» του ’44, οι Άγγλοι έδειχναν τις διαθέσεις τους, να μην αφήσουν να αναπτυχθεί μια ελεύθερη «λαϊκή» Ελλάδα, αλλά μια Ελλάδα υπό την επιρροή και τις οδηγίες της Αγγλίας [3]. Κι αν χρειαζόταν να χρησιμοποιήσουν βία, δε θα δίσταζαν.
Έτσι, ο ίδιος ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, Ουίνστον Τσώρτσιλ, έδινε οδηγίες στον στρατηγό των Βρετανικών Δυνάμεων, Πάτζετ, για την καταστολή της ανταρσίας. Οι μονάδες στρατού, που είχαν καταλάβει οι Επιτροπές στρατιωτών, αποκλείστηκαν και τους διακόπηκε η παροχή τροφίμων. Τα πλοία που συμμετείχαν στην ανταρσία, περικυκλώθηκαν από πλοία του Ναυτικού της Βρετανίας.
Όμως, οι στρατιώτες κι οι ναύτες δεν παραδίδονταν, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν την στήριξη των τοπικών Αράβων, που έσπαγαν τον αποκλεισμό και παρέδιδαν τρόφιμα στους εξεγερμένους.
Στις 16 Απρίλη, στο Βρετανικό Ναυαρχείο της Αλεξάνδρειας, σε κοινή σύσκεψη των αρχηγών του βρετανικού στόλου με τον Σοφ. Βενιζέλο (πλέον ήταν ο πρωθυπουργός της βασιλικής κυβέρνησης), ασκήθηκε ισχυρή πίεση να γίνει άμεσα η καταστολή. Ο ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων της Μεσογείου, ναύαρχος Τζων Κάνιγκαμ, απειλούσε τον Βενιζέλο ότι αν δεν γίνει άμεσα η καταστολή, τότε θα επενέβαιναν οι ίδιοι οι Άγγλοι, με πιθανό το ενδεχόμενο να βυθιστούν τα ελληνικά πλοία και να υπάρξει ολική καταστροφή του ελληνικού ναυτικού.
Ο Βενιζέλος, ανέθεσε στον ναύαρχο Πέο Βούλγαρη τρνα οργανώσει την καταστολή της ανταρσίας, κατ’ αρχήν στην Αλεξάνδρεια και στη συνέχεια στο Πορτ-Σάιντ.
Εν τω μεταξύ, στις 22 Απρίλη, ο Τσώρτσιλ τηλεγραφούσε στον στρατηγό Πάτζετ και τον πίεζε να γίνει άμεσα η καταστολή των εξεγερμένων στρατιωτών. Έγραφε στο άκρως απόρρητο μήνυμά του ότι:
«Είμαστε έτοιμοι να χρησιμοποιήσουμε την βία, στον ανώτατο δυνατό βαθμό, αλλά θα ήταν καλύτερο να αποφευχθεί η σφαγή, εφ’ όσον είναι δυνατόν. Λέτε ότι η ευθύνη θα βαρύνει τους Βρετανούς και όχι την αδύνατη και παραπαίουσα Ελληνική Κυβέρνηση. Η Κυβέρνηση της Αυτού Μεγαλειότης είναι έτοιμη να το επωμισθεί αυτό…» [4].
Το βράδυ της 22ας προς 23ης Απρίλη αναπτύχθηκε η καταστολή των εξεγερμένων πληρωμάτων στην Αλεξάνδρεια με επιτυχία. Το επόμενο βράδυ έγινε κι η καταστολή της 1ης Ταξιαρχίας, από τον στρατηγό Πάτζετ. Τα βασικά μέτωπα της εξέγερσης είχαν πέσει. Οι εξεγερμένοι στρατιώτες και ναύτες οδηγούνταν στη φυλακή. Μετά από μία βδομάδα παραδόθηκαν οι ναύτες από τα πλοία του Πορτ-Σάιντ. Πλέον, είχε καταρρεύσει η εξέγερση στις Ένοπλες Δυνάμεις, με εξαίρεση λίγα πλοία κι υποβρύχια, που κράτησαν έως τις αρχές Ιούνη.
Ο επίλογος: στο Συνέδριο του Λιβάνου η ηγεσία του ΕΑΜ “άδειασε” την εξέγερση στις Ένοπλες Δυνάμεις
Μπορεί η ανταρσία στις Ένοπλες Δυνάμεις να μην κατάφερε να ανατρέψει τη βασιλική εξόριστη κυβέρνηση και να είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των Ενόπλων Δυνάμεων, όμως εκφραζόταν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι η δράση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ κι η συγκρότηση της ΠΕΕΑ έδινε την ελπίδα της απελευθέρωσης και της κοινωνικής αλλαγής σε όλα τα λαϊκά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας.
Οι μαζικές κινητοποιήσεις κι η εξέγερση στις Ένοπλες Δυνάμεις, προς υποστήριξη της νεοσύστατης κυβέρνησης του βουνού, που εκδηλώθηκε μακριά από το ελληνικό έδαφος, μέσα στην «έδρα» των Άγγλων και της βασιλικής ελληνικής κυβέρνησης – σ’ έναν χώρο (βλ Στρατός) που δεν υπήρχε ελεύθερη ανταλλαγή απόψεων – έδιναν νέα δεδομένα στην πολιτική ζωή, για το τι θα επακολουθούσε στην απελευθερωμένη Ελλάδα.
Ο Απρίλης του ’44, παρότι τελικά ηττήθηκε, έδινε μία ισχυρή ώθηση στην ΠΕΕΑ να προχωρήσει τον αγώνα. Όμως, η ηγεσία του ΕΑΜ δεν έβγαλε αυτά τα συμπεράσματα. Επεδίωκε μια συμφωνία, με κάθε κόστος, με την εξόριστη κυβέρνηση και τους πολιτικούς των παλιών κομμάτων. Η πρόταση για «εθνική κυβέρνηση» μπορεί να ενέπνευσε τα λαϊκά στρώματα μέσα στο 1944, όμως αποδείχθηκε ότι είχε κοντά ποδάρια. Γιατί τα σχέδια των Άγγλων και της βασιλικής κυβέρνησης ήταν να κατατροπώσουν το ΕΑΜ, να το παγιδέψουν, να αφοπλίσουν τον ΕΛΑΣ και να αποτρέψουν τις «λαϊκές» κοινωνικές αλλαγές, που επεδίωκε το ΕΑΜ, αμέσως μετά την απελευθέρωση.
ΕΑΜ/ΚΚΕ/ΠΕΕΑ εναντίον του Γεώργιου Παπανδρέου
Το Συνέδριο του Λιβάνου έγινε το Μάη του ’44 και συμμετείχαν αντιπρόσωποι από όλες τις πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, που πολεμούσαν τις κατοχικές δυνάμεις. Θέμα του Συνεδρίου ήταν μία συμφωνία για το τι θα επακολουθήσει της Απελευθέρωσης και τη σύσταση μιας «κυβέρνησης εθνικής ενότητας».
Η κατάσταση στην Ελλάδα ευνοούσε το ΕΑΜ. Μόλις είχε συγκροτήσει την κυβέρνηση του βουνού, γινόντουσαν ετοιμασίες στην Ελλάδα για την εκλογή εθνοσυνέλευσης, είχε απελευθερώσει ολόκληρες περιοχές, είχε οργανωμένο αντάρτικο στρατό κι είχε μια μαζική λαϊκή/εργατική υποστήριξη – που εκφράστηκε ακόμα και με απεργίες – και μόλις είχε εκφραστεί η εξέγερση στις Ένοπλες Δυνάμεις.
Από την άλλη το στρατόπεδο της εξόριστης κυβέρνησης ήταν διασπασμένο. Η εξόριστη κυβέρνηση που διαπραγματευόταν στο Συνέδριο αποτελούνταν μονάχα από… ένα άτομο! Ήταν ο εκλεκτός κι ο «φυτευτός» του Τσώρτσιλ, Γεώργιος Παπανδρέου, ο οποίος ήταν πρωθυπουργός κι είχε όλα τα υπουργεία! Οι υπόλοιποι αστοί πολιτικοί είχαν διαφωνήσει με τον «διορισμό» του Παπανδρέου και προσωρινά απείχαν από την βασιλική κυβέρνηση.
Η πρώτη… παράδοση των όπλων
Αυτή ήταν η κατάσταση για τους αντιπροσώπους του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ. Όμως, ήταν τέτοια η υποχωρητική τους διάθεση, που κατέληξαν να δεχθούν ακόμα και τον Γεώργιο Παπανδρέου ως πρωθυπουργό της νέας κυβέρνησης εθνικής ενότητας!
Όσον αφορά την εξέγερση στις Ένοπλες Δυνάμεις, όχι μόνο δεν υπήρξε απαίτηση να δοθεί αμνηστία σε όσους συμμετείχαν στην εξέγερση, αλλά «άδειασαν» τους εξεγερμένους στρατιώτες και ναύτες, αποκαλώντας την εξέγερση ως «έγκλημα». Πιο συγκεκριμένα, η κοινή δήλωση όλων των Συνέδρων (μαζί κι αυτών του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ), το αποκαλούμενο «Εθνικό Συμβόλαιο» ξεκαθάριζε από το 1ο κεφάλαιο ότι:
«Όλοι εμείναμε σύμφωνοι ότι η στάσις της Μέσης Ανατολής απετέλεσε έγκλημα εναντίον της Πατρίδος. Όλοι επίσης εμείναμε σύμφωνοι ότι η ανάκρισις πρέπει να συνεχισθή και ότι οι υποκινηταί της στάσεως πρέπει να τιμωρηθούν αναλόγως προς τα ευθύνας των. Το επιχείρημα ότι εκινήθησαν από το αίτημα της Κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητος δεν είναι δυνατόν να τους απαλλάξη της ευθύνης διότι, εάν εις καιρόν πολέμου η διαφωνία περί την Κυβέρνησιν νομιμοποιή την στάσιν, τότε το Αλβανικό Έπος θα έπρεπε να μην είχε υπάρξει».
Παρακάτω συμφωνούσαν ότι:
«η στρατιωτική πειθαρχία θα είναι αμείλικτος και ότι πολιτικαί απόψεις δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν εις τον στρατόν, διοτί ο στρατός δεν βουλεύεται».
Ενώ στο 2ο κεφάλαιο καλούσαν για τη:
«δημιουργίαν του Εθνικού μας Στρατού, ο οποίος θα είναι απηλλαγμένος πάσης επιρροής κομμάτων και οργανώσεων, θα ανήκη μόνον εις την πατρίδα και θα υπακούη εις τάς διαταγάς της Κυβερνήσεως» [5].
Μ’ αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, οι ηγεσίες του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ, έδειχναν ότι δεν είχαν σε τίποτα να διαλύσουν ακόμα και το «καμάρι» του αντάρτικου πολέμου, τον ίδιο τον ΕΛΑΣ! Το Συνέδριο του Λιβάνου δεν απογοήτευσε μόνο τους στρατιώτες και τους ναύτες των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, αλλά άνοιγε κι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, που ύστερα από διάφορα επεισόδια ολοκληρώθηκε με τη Συμφωνία της Βάρκιζας, τον Φλεβάρη του ’45 και την ήττα των λαϊκών δυνάμεων για κοινωνική αλλαγή, από τις δυνάμεις του παλιού κατεστημένου και τους Άγγλους.
Σημειώσεις
Η πρώτη πράξη του δράματος των «Δεκεμβριανών» παίχτηκε στην Αίγυπτο τον Απρίλιο του 1944. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Το 1944 ήταν η χρονιά που κορυφώθηκε ο αγώνας ενάντια στους ναζί κατακτητές κι έμπαινε εμφατικά το ζήτημα της εξουσίας. Τι κοινωνικό σύστημα και πολίτευμα θα υπήρχε και ποιοι θα κυβερνούσαν στην απελευθερωμένη Ελλάδα; Αυτά τα ερωτήματα απασχολούσαν όλα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας κι εκδηλώθηκαν ακόμα και μέσα στο ελληνικό στράτευμα.
Οι επίσημες Ένοπλες Δυνάμεις, που βρίσκονταν στο πλευρό των Συμμάχων, είχαν την έδρα τους – μαζί με τη βασιλική εξόριστη κυβέρνηση από τους πολιτικούς των παλιών κομμάτων – στη Μέση Ανατολή.
Τον Απρίλη του 1944 οι στρατιώτες κι οι ναύτες που υπηρετούσαν στις Ένοπλες Δυνάμεις εξεγέρθηκαν, κατέλαβαν τα στρατόπεδα και τα πλοία τους προς υποστήριξη του ΕΑΜ. Κράτησαν για 20 μέρες, ώσπου οι Άγγλοι κι η ελληνική βασιλική «εξόριστη» κυβέρνηση κατέστειλαν βίαια την εξέγερση ,με αποτέλεσμα να διαλυθούν οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις.
Οι δυνάμεις του ΕΑΜ μέσα στις Ένοπλες Δυνάμεις
Ήδη από τις 10 Οκτωβρίου 1941 αριστερές δυνάμεις είχαν συγκροτήσει την Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση (ΑΣΟ) στον Στρατό και στη συνέχεια ως παρακλάδια την Αντιφασιστική Οργάνωση Ναυτικού (ΑΟΝ) και την Αντιφασιστική Οργάνωση Αεροπορίας (ΑΟΑ). Η ΑΣΟ απευθυνόταν κυρίως στους απλούς στρατιώτες και ναύτες κι εξέδιδε την εφημερίδα «Αντιφασίστας».
Το 1943 εκδηλώθηκαν οι πρώτες σοβαρές κινητοποιήσεις μέσα στο στράτευμα με ηγετική δύναμη την ΑΣΟ. Τότε είχε γίνει μια προσπάθεια να αντικατασταθούν οι δημοκρατικοί αξιωματικοί με πιο έμπιστους στον βασιλιά Γεώργιο Β' αξιωματικούς. Τελικά, οι προσπάθειες του Βασιλιά να ελέγξει πιο στενά το Στρατό δεν προχώρησαν.
Μάρτης ’44: το ΕΑΜ συγκροτεί την «κυβέρνηση του βουνού»
Στις 10 Μάρτη 1944 το ΕΑΜ συγκροτεί την Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ). Επί της ουσίας ήταν η κυβέρνηση της απελευθερωμένης Ελλάδας, η λεγόμενη «κυβέρνηση του βουνού». Το ΕΑΜ είχε ήδη απελευθερώσει σχεδόν τα ¾ της ελληνικής επικράτειας, είχε συγκροτημένο αντάρτικο στρατό, τον ΕΛΑΣ, με 30.000 οπλίτες (κι άλλους τόσους έφεδρους). Στη συνέχεια, μάλιστα, κατάφερε να οργανώσει ελεύθερες εκλογές (στις οποίες για πρώτη φορά ψήφισαν γυναίκες) για την εκλογή Εθνικού Συμβουλίου.
Η είδηση της συγκρότησης της ΠΕΕΑ δημιουργούσε ενθουσιασμό στην πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας. Όμως, δημιουργούσε κι ανησυχία σε όσους ήθελαν μια επιστροφή στην προδικτατορική περίοδο και σε όσους είχαν συνεργαστεί πολιτικά ή/και οικονομικά με τους Ναζί κατακτητές.
Ανταρσία στις Ένοπλες Δυνάμεις
Η απεύθυνση που είχε η ΠΕΕΑ προς τις υπόλοιπες δυνάμεις που πολεμούσαν τον Άξονα ήταν να συγκροτηθεί μια «κυβέρνηση εθνικής ενότητας», που να οδηγήσει την Ελλάδα στην απελευθέρωσή της και να επιτρέψει στον ελληνικό λαό ελεύθερα να επιλέξει το πολίτευμα που επιθυμούσε.
Την ίδια ώρα έχτιζε δομές «λαϊκής κυριαρχίας» στις περιοχές που απελευθέρωνε κι έδινε μία συγκεκριμένη μορφή στο όραμα της κοινωνίας για μια «λαϊκή δημοκρατία», που δε θα είχε σχέση ούτε με το δικτατορικό καθεστώς του Μεταξά, αλλά ούτε και με την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία των προηγούμενων δεκαετιών.
Το σύνθημα για «κυβέρνηση εθνικής ενότητας με βάση την ΠΕΕΑ» βρήκε ανταπόκριση στους στρατιώτες και τους ναύτες αμέσως μετά την συγκρότηση της ΠΕΕΑ.
1η φάση της εξέγερσης 25 Μάρτη – 2 Απρίλη: εκδηλώσεις υποστήριξης της ΠΕΕΑ
Προκηρύξεις της ΑΣΟ άρχισαν να κυκλοφορούν στα στρατόπεδα και στα πλοία. Εκείνες τις μέρες είχαν συγκεντρωθεί στα λιμάνια της Αλεξάνδρειας (δυτικά του τριγώνου του Νείλου) και του Πορτ-Σάιντ (ανατολικά του τριγώνου του Νείλου) πολλά πλοία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Στην Αλεξάνδρεια βρίσκονταν σύνολο 2.800 μέλη των πληρωμάτων, ενώ στο Πορτ-Σάιντ άλλα 1.000, με τους 700 να είναι συγκεντρωμένοι στο θωρηκτό Αβέρωφ. Ακόμα, υπήρχαν άλλοι 950 στρατιώτες στο στρατόπεδο Έλλη στην Ισμαηλία (νοτιοανατολικά του τριγώνου του Νείλου).
Στις 25 Μάρτη στην Αλεξάνδρεια έγιναν οι πρώτες μαζικές εκδηλώσεις υποστήριξης από πληρώματα του Πολεμικού και του Εμπορικού Ναυτικού. Συνθήματα υπέρ του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και της νεοσύστατης «κυβέρνησης του βουνού» κυριαρχούσαν στις πορείες.
Μέσα σε λίγες μέρες είχε συγκροτηθεί η «Επιτροπή Εθνικής Ενότητας Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων Μέσης Ανατολής», η οποία στις 31 Μάρτη εμφανίστηκε στον πρωθυπουργό της βασιλικής κυβέρνησης, Εμμανουήλ Τσουδερό.
Η Επιτροπή κατέθεσε ένα υπόμνημα, στο οποίο επέρριπτε ευθύνες στη βασιλική κυβέρνηση για την άρνησή της να συνεννοηθεί με την ΠΕΕΑ για να συγκροτήσουν κυβέρνηση, κι έκανε ξεκάθαρο ότι:
«Η ημετέρα επιτροπή… προσκαλεί την βασιλικήν Κυβέρνησιν Καΐρου… συντελέσωσιν, εντός του ταχυτέρου χρονικού ορίου, εις την ενοποίησιν των εθνικών δυνάμεων και τον σχηματισμόν κυβερνήσεως αντιπροσωπευούσης τον αγωνιζόμενον λαόν με βάσιν την Πολιτικήν Επιτροπήν Εθνικής Απελευθερώσεως (Π.Ε.Ε.Α.) και μη θελήσωσι να φέρωσι τας βαρυτάτας ευθύνας του εμφυλίου σπαραγμού» [1].
Αφού δε βρήκαν ανταπόκριση τα αιτήματά τους, επισκέφθηκαν τον Υπουργό Ναυτικών, Σοφοκλή Βενιζέλο, με αίτημα την αντικατάσταση του πρωθυπουργό Τσουδερό από τον ίδιο και τον διορισμό μελών της Επιτροπής τους, ως κομμάτι της ΠΕΕΑ. Αλλά ούτε ο Σοφ. Βενιζέλος ήταν διατεθειμένος να τους αναγνωρίσει.
Την επόμενη μέρα, 1 Απρίλη, παρουσιάστηκε το πρώτο επεισόδιο ανταρσίας μέσα στο στράτευμα. Στο 2ο Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού (της 1ης Ταξιαρχίας) 14 αξιωματικοί και 240 οπλίτες συνελήφθησαν από τον διοικητή τους, αφού δήλωσαν ότι αναγνωρίζουν ως μοναδική κυβέρνηση την ΠΕΕΑ. Η ανταρσία είχε ξεκινήσει!
2η φάση της εξέγερσης 3 – 6 Απρίλη: «τα όσα διαδραματίζονται δεν αποτελούν τίποτα λιγότερο από επανάσταση»
Από το πρωί της Δευτέρας 3 Απρίλη η ανταρσία απέκτησε πολύ πιο επιθετικά χαρακτηριστικά. Επιτροπές από στρατιώτες και ναύτες άρχισαν να αποκτούν μεγάλη επιρροή. Στο Κάιρο ομάδα στρατιωτών κατέλαβε το ελληνικό φρουραρχείο. Τόσο μαζικές ήταν οι κινητοποιήσεις που θορυβήθηκε μέχρι κι ο Αρχηγός του ελληνικού Στόλου, υποναύαρχος Αλεξανδρής, ο οποίος έβγαλε επίσημη ανακοίνωση που καλούσε την κυβέρνηση να έρθει σε συνομιλίες με την ΠΕΕΑ για τη συγκρότηση εθνικής κυβέρνησης. Με αυτήν την κίνηση προσπάθησε να κατευνάσει τις διαμαρτυρίες. Ο πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός υπέβαλε την παραίτησή του, για τον ίδιο σκοπό. Όμως, οι στρατιώτες κι οι ναύτες πήραν περισσότερο θάρρος.
Την επόμενη μέρα, 4 Απρίλη, οι επιτροπές στρατιωτών και φαντάρων έπαιρναν στα χέρια τους τον έλεγχο του στρατού, με τις καταλήψεις πολεμικών πλοίων, στρατοπέδων και κρίσιμης σημασίας κτηρίων. Οι Επιτροπές στρατιωτών και ναυτών κατέλαβαν το Γενικό Επιτελείο, την Επιμελητεία, το Υπουργείο Ναυτικών, το Αρχηγείο του Στόλου, το στρατόπεδο Έλλη, το Ελληνικό Ναυτικό Φρουραρχείο Αλεξάνδρειας, τη Σχολή Νέων Δοκίμων και το θωρηκτό Αβέρωφ.
Το βράδυ της 5ης προς 6η Απρίλη η εξέγερση κορυφωνόταν. Οι καταλήψεις πλοίων επεκτάθηκαν πλέον κι έξω από την Αίγυπτο. Ακόμα και στα υποβρύχια που βρισκόντουσαν στη Μάλτα έγινε εξέγερση κι ανέλαβαν επιτροπές ναυτών! Ο ενθουσιασμός ήταν τέτοιος, που στην κορβέτα «Αποστόλης», καθώς έφτανε κι έδενε στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, έγινε ανταρσία και προσχώρησε στο κίνημα!
Εκεί που οι Επιτροπές στρατιωτών και ναυτών συναντούσαν την έντονη αντίδραση των αξιωματικών, υπήρχε δυναμική απάντηση. Στο αντιτορπιλικό πλοίο «Πίνδος» στην Αλεξάνδρεια, οι ναύτες κυριολεκτικά πέταξαν στη θάλασσα τους αξιωματικούς τους!
Πλέον όλα τα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού είχαν προσχωρήσει στην εξέγερση κι ελέγχονταν από τις Επιτροπές των ναυτών, αναγνωρίζοντας ως κυβέρνηση την ΠΕΕΑ, πριν καν συμπληρωθεί ένας μήνας από την ίδρυσή της!
Το ίδιο βράδυ εκδηλώθηκε εξέγερση και σ’ ολόκληρη την 1η Ταξιαρχία. Παρότι οι Επιτροπές στρατιωτών δεν επικράτησαν πλήρως κι η Ταξιαρχία ήταν διαιρεμένη, είχε προκαλέσει τέτοια αναταραχή, που ακυρώθηκαν όλα τα σχέδια για πολεμικές επιχειρήσεις. Η 1η Ταξιαρχία, μάλιστα, επρόκειτο να συμμετέχει στην αποστολή της κατάληψης της Ρώμης μαζί με άλλα Συμμαχικά στρατεύματα.
Τέτοια ήταν η κατάσταση που είχε διαμορφωθεί, ώστε ο πρεσβευτής της Αγγλίας για την ελληνική βασιλική κυβέρνηση, Ρέτζιναλ Λήπερ, στις 7 Απρίλη τηλεγραφούσε απόρρητα στο Υπουργείο Εξωτερικών της Αγγλίας κι έγραφε ότι «τα όσα διαδραματίζονται μεταξύ των Ελλήνων δεν αποτελούν τίποτε λιγότερο από επανάσταση» [2].
Εκείνες τις μέρες Ένοπλες Δυνάμεις επί της ουσίας δεν υπήρχαν, παρότι οι Επιτροπές των στρατιωτών και των ναυτών είχαν ζητήσει – εν μέσω των κινητοποιήσεών τους – να συμμετέχουν κανονικά στις πολεμικές επιχειρήσεις, μιας κι ο πόλεμος ενάντια στους Ναζί συνεχιζόταν. Οι Άγγλοι, όμως, κι η βασιλική κυβέρνηση είχαν ως προτεραιότητα να ανακτήσουν τον έλεγχο των Ενόπλων Δυνάμεων και να μην κάνουν καμία παραχώρηση στην «κυβέρνηση του βουνού».
3η φάση της εξέγερσης 7 – 24 Απρίλη: η καταστολή της ανταρσίας με πρωταγωνιστές τους Άγγλους
Από ‘κει κι ύστερα η βασιλική κυβέρνηση πέρασε στην αντεπίθεση, με βασικό καθοδηγητή τη Μεγάλη Βρετανία. Λίγους μήνες πριν τα «Δεκεμβριανά» του ’44, οι Άγγλοι έδειχναν τις διαθέσεις τους, να μην αφήσουν να αναπτυχθεί μια ελεύθερη «λαϊκή» Ελλάδα, αλλά μια Ελλάδα υπό την επιρροή και τις οδηγίες της Αγγλίας [3]. Κι αν χρειαζόταν να χρησιμοποιήσουν βία, δε θα δίσταζαν.
Έτσι, ο ίδιος ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, Ουίνστον Τσώρτσιλ, έδινε οδηγίες στον στρατηγό των Βρετανικών Δυνάμεων, Πάτζετ, για την καταστολή της ανταρσίας. Οι μονάδες στρατού, που είχαν καταλάβει οι Επιτροπές στρατιωτών, αποκλείστηκαν και τους διακόπηκε η παροχή τροφίμων. Τα πλοία που συμμετείχαν στην ανταρσία, περικυκλώθηκαν από πλοία του Ναυτικού της Βρετανίας.
Όμως, οι στρατιώτες κι οι ναύτες δεν παραδίδονταν, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν την στήριξη των τοπικών Αράβων, που έσπαγαν τον αποκλεισμό και παρέδιδαν τρόφιμα στους εξεγερμένους.
Στις 16 Απρίλη, στο Βρετανικό Ναυαρχείο της Αλεξάνδρειας, σε κοινή σύσκεψη των αρχηγών του βρετανικού στόλου με τον Σοφ. Βενιζέλο (πλέον ήταν ο πρωθυπουργός της βασιλικής κυβέρνησης), ασκήθηκε ισχυρή πίεση να γίνει άμεσα η καταστολή. Ο ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων της Μεσογείου, ναύαρχος Τζων Κάνιγκαμ, απειλούσε τον Βενιζέλο ότι αν δεν γίνει άμεσα η καταστολή, τότε θα επενέβαιναν οι ίδιοι οι Άγγλοι, με πιθανό το ενδεχόμενο να βυθιστούν τα ελληνικά πλοία και να υπάρξει ολική καταστροφή του ελληνικού ναυτικού.
Ο Βενιζέλος, ανέθεσε στον ναύαρχο Πέο Βούλγαρη τρνα οργανώσει την καταστολή της ανταρσίας, κατ’ αρχήν στην Αλεξάνδρεια και στη συνέχεια στο Πορτ-Σάιντ.
Εν τω μεταξύ, στις 22 Απρίλη, ο Τσώρτσιλ τηλεγραφούσε στον στρατηγό Πάτζετ και τον πίεζε να γίνει άμεσα η καταστολή των εξεγερμένων στρατιωτών. Έγραφε στο άκρως απόρρητο μήνυμά του ότι:
«Είμαστε έτοιμοι να χρησιμοποιήσουμε την βία, στον ανώτατο δυνατό βαθμό, αλλά θα ήταν καλύτερο να αποφευχθεί η σφαγή, εφ’ όσον είναι δυνατόν. Λέτε ότι η ευθύνη θα βαρύνει τους Βρετανούς και όχι την αδύνατη και παραπαίουσα Ελληνική Κυβέρνηση. Η Κυβέρνηση της Αυτού Μεγαλειότης είναι έτοιμη να το επωμισθεί αυτό…» [4].
Το βράδυ της 22ας προς 23ης Απρίλη αναπτύχθηκε η καταστολή των εξεγερμένων πληρωμάτων στην Αλεξάνδρεια με επιτυχία. Το επόμενο βράδυ έγινε κι η καταστολή της 1ης Ταξιαρχίας, από τον στρατηγό Πάτζετ. Τα βασικά μέτωπα της εξέγερσης είχαν πέσει. Οι εξεγερμένοι στρατιώτες και ναύτες οδηγούνταν στη φυλακή. Μετά από μία βδομάδα παραδόθηκαν οι ναύτες από τα πλοία του Πορτ-Σάιντ. Πλέον, είχε καταρρεύσει η εξέγερση στις Ένοπλες Δυνάμεις, με εξαίρεση λίγα πλοία κι υποβρύχια, που κράτησαν έως τις αρχές Ιούνη.
Ο επίλογος: στο Συνέδριο του Λιβάνου η ηγεσία του ΕΑΜ “άδειασε” την εξέγερση στις Ένοπλες Δυνάμεις
Μπορεί η ανταρσία στις Ένοπλες Δυνάμεις να μην κατάφερε να ανατρέψει τη βασιλική εξόριστη κυβέρνηση και να είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των Ενόπλων Δυνάμεων, όμως εκφραζόταν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι η δράση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ κι η συγκρότηση της ΠΕΕΑ έδινε την ελπίδα της απελευθέρωσης και της κοινωνικής αλλαγής σε όλα τα λαϊκά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας.
Οι μαζικές κινητοποιήσεις κι η εξέγερση στις Ένοπλες Δυνάμεις, προς υποστήριξη της νεοσύστατης κυβέρνησης του βουνού, που εκδηλώθηκε μακριά από το ελληνικό έδαφος, μέσα στην «έδρα» των Άγγλων και της βασιλικής ελληνικής κυβέρνησης – σ’ έναν χώρο (βλ Στρατός) που δεν υπήρχε ελεύθερη ανταλλαγή απόψεων – έδιναν νέα δεδομένα στην πολιτική ζωή, για το τι θα επακολουθούσε στην απελευθερωμένη Ελλάδα.
Ο Απρίλης του ’44, παρότι τελικά ηττήθηκε, έδινε μία ισχυρή ώθηση στην ΠΕΕΑ να προχωρήσει τον αγώνα. Όμως, η ηγεσία του ΕΑΜ δεν έβγαλε αυτά τα συμπεράσματα. Επεδίωκε μια συμφωνία, με κάθε κόστος, με την εξόριστη κυβέρνηση και τους πολιτικούς των παλιών κομμάτων. Η πρόταση για «εθνική κυβέρνηση» μπορεί να ενέπνευσε τα λαϊκά στρώματα μέσα στο 1944, όμως αποδείχθηκε ότι είχε κοντά ποδάρια. Γιατί τα σχέδια των Άγγλων και της βασιλικής κυβέρνησης ήταν να κατατροπώσουν το ΕΑΜ, να το παγιδέψουν, να αφοπλίσουν τον ΕΛΑΣ και να αποτρέψουν τις «λαϊκές» κοινωνικές αλλαγές, που επεδίωκε το ΕΑΜ, αμέσως μετά την απελευθέρωση.
ΕΑΜ/ΚΚΕ/ΠΕΕΑ εναντίον του Γεώργιου Παπανδρέου
Το Συνέδριο του Λιβάνου έγινε το Μάη του ’44 και συμμετείχαν αντιπρόσωποι από όλες τις πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, που πολεμούσαν τις κατοχικές δυνάμεις. Θέμα του Συνεδρίου ήταν μία συμφωνία για το τι θα επακολουθήσει της Απελευθέρωσης και τη σύσταση μιας «κυβέρνησης εθνικής ενότητας».
Η κατάσταση στην Ελλάδα ευνοούσε το ΕΑΜ. Μόλις είχε συγκροτήσει την κυβέρνηση του βουνού, γινόντουσαν ετοιμασίες στην Ελλάδα για την εκλογή εθνοσυνέλευσης, είχε απελευθερώσει ολόκληρες περιοχές, είχε οργανωμένο αντάρτικο στρατό κι είχε μια μαζική λαϊκή/εργατική υποστήριξη – που εκφράστηκε ακόμα και με απεργίες – και μόλις είχε εκφραστεί η εξέγερση στις Ένοπλες Δυνάμεις.
Από την άλλη το στρατόπεδο της εξόριστης κυβέρνησης ήταν διασπασμένο. Η εξόριστη κυβέρνηση που διαπραγματευόταν στο Συνέδριο αποτελούνταν μονάχα από… ένα άτομο! Ήταν ο εκλεκτός κι ο «φυτευτός» του Τσώρτσιλ, Γεώργιος Παπανδρέου, ο οποίος ήταν πρωθυπουργός κι είχε όλα τα υπουργεία! Οι υπόλοιποι αστοί πολιτικοί είχαν διαφωνήσει με τον «διορισμό» του Παπανδρέου και προσωρινά απείχαν από την βασιλική κυβέρνηση.
Η πρώτη… παράδοση των όπλων
Αυτή ήταν η κατάσταση για τους αντιπροσώπους του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ. Όμως, ήταν τέτοια η υποχωρητική τους διάθεση, που κατέληξαν να δεχθούν ακόμα και τον Γεώργιο Παπανδρέου ως πρωθυπουργό της νέας κυβέρνησης εθνικής ενότητας!
Όσον αφορά την εξέγερση στις Ένοπλες Δυνάμεις, όχι μόνο δεν υπήρξε απαίτηση να δοθεί αμνηστία σε όσους συμμετείχαν στην εξέγερση, αλλά «άδειασαν» τους εξεγερμένους στρατιώτες και ναύτες, αποκαλώντας την εξέγερση ως «έγκλημα». Πιο συγκεκριμένα, η κοινή δήλωση όλων των Συνέδρων (μαζί κι αυτών του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ), το αποκαλούμενο «Εθνικό Συμβόλαιο» ξεκαθάριζε από το 1ο κεφάλαιο ότι:
«Όλοι εμείναμε σύμφωνοι ότι η στάσις της Μέσης Ανατολής απετέλεσε έγκλημα εναντίον της Πατρίδος. Όλοι επίσης εμείναμε σύμφωνοι ότι η ανάκρισις πρέπει να συνεχισθή και ότι οι υποκινηταί της στάσεως πρέπει να τιμωρηθούν αναλόγως προς τα ευθύνας των. Το επιχείρημα ότι εκινήθησαν από το αίτημα της Κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητος δεν είναι δυνατόν να τους απαλλάξη της ευθύνης διότι, εάν εις καιρόν πολέμου η διαφωνία περί την Κυβέρνησιν νομιμοποιή την στάσιν, τότε το Αλβανικό Έπος θα έπρεπε να μην είχε υπάρξει».
Παρακάτω συμφωνούσαν ότι:
«η στρατιωτική πειθαρχία θα είναι αμείλικτος και ότι πολιτικαί απόψεις δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν εις τον στρατόν, διοτί ο στρατός δεν βουλεύεται».
Ενώ στο 2ο κεφάλαιο καλούσαν για τη:
«δημιουργίαν του Εθνικού μας Στρατού, ο οποίος θα είναι απηλλαγμένος πάσης επιρροής κομμάτων και οργανώσεων, θα ανήκη μόνον εις την πατρίδα και θα υπακούη εις τάς διαταγάς της Κυβερνήσεως» [5].
Μ’ αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, οι ηγεσίες του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ, έδειχναν ότι δεν είχαν σε τίποτα να διαλύσουν ακόμα και το «καμάρι» του αντάρτικου πολέμου, τον ίδιο τον ΕΛΑΣ! Το Συνέδριο του Λιβάνου δεν απογοήτευσε μόνο τους στρατιώτες και τους ναύτες των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, αλλά άνοιγε κι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, που ύστερα από διάφορα επεισόδια ολοκληρώθηκε με τη Συμφωνία της Βάρκιζας, τον Φλεβάρη του ’45 και την ήττα των λαϊκών δυνάμεων για κοινωνική αλλαγή, από τις δυνάμεις του παλιού κατεστημένου και τους Άγγλους.
Σημειώσεις
- [1]: Παρατίθεται στο Σόλων Ν. Γρηγοριάδης, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974, τ. 3 Από τον Λίβανο στη Βάρκιζα, εκδόσεις Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 2011, σελ 53-54.
- [2]: Παρατίθεται στο ίδιο, σελ 64-73.
- [3]: Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο μεγάλος κερδισμένος ήταν οι ΗΠΑ. Έτσι, η Μεγάλη Βρετανία, που είχε την επιρροή στην Ελλάδα, όπως προέκυψε από τη Συμφωνία της Γιάλτας, το 1947 «παρέδωσε» αυτήν την επιρροή στις ΗΠΑ.
- [4]: Παρατίθεται στο ίδιο, σελ 79-80.
- [5]: Παρατίθεται στο ίδιο, σελ 106-107.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου