Από το Antapocrisis. Του Δημήτρη Μητρόπουλου.
«Να χτίσουμε ένα νέο ΕΑΜ». Πόσες φορές δεν ακούστηκε αυτή η προτροπή
τα τελευταία χρόνια, από τότε που ξεκίνησε η καταστροφική πορεία στη
χώρα μας; Νέο ΕΑΜ είτε με την έννοια της ευρύτητας του μετώπου, είτε με
την έννοια του εθνικοαπελευθερωτικού χαρακτήρα του, είτε με πλευρές των
πρακτικών του, όπως πχ η αλληλεγγύη, τα συσσίτια κοκ.
Το βιβλίο του Γ. Σκαλιδάκη «Ελεύθερη Ελλάδα-η εξουσία του ΕΑΜ στα
χρόνια της Κατοχής (1943-1944)» ξεκίνησε να γράφεται, όπως μας
πληροφορεί ο συγγραφέας, πριν την είσοδο στην κρίση και στα μνημόνια της
Τρόικα και αποτελεί συντομευμένη εκδοχή της διδακτορικής του διατριβής.
Και όπως ξεκαθαρίζει και ο ίδιος στο εισαγωγικό σημείωμα,
αναγνωρίζοντας το ανανεωμένο ενδιαφέρον για την περίοδο εκείνη με βάση
τη σημερινή κρίση και επιτροπεία από ΕΕ και ΔΝΤ, η βουτιά στην ιστορία
και στο παρελθόν αποτελεί αναγκαιότητα, χωρίς όμως να αποτελεί
ουσιαστική συνεισφορά ως «ανανέωση των παλιών σκαριών». Με έναν τρόπο το
βιβλίο συνεισφέρει και σε απαντήσεις γιατί δεν έχει χτιστεί αυτό το
«νέο ΕΑΜ».
Για τη συγκεκριμένη περίοδο έχουν γραφτεί πάρα πολλά. Από τιμητές και «τιμητές». Από φίλους και εχθρούς. Την τελευταία δεκαετία είχε αναζωπυρωθεί το ιστορικό, επιστημονικό αλλά και πολιτικό ενδιαφέρον για τη συγκεκριμένη περίοδο. Νέοι επιστήμονες, όπως ο συγγραφέας, ασχολήθηκαν με τη συγκεκριμένη περίοδο, αλλά και παλαιότεροι επιστρατεύτηκαν από την Ελλάδα ή το εξωτερικό (πχ κ. Καλύβας). Δεν είμαι ιστορικός, αλλά όσο παρακολούθησα αυτή τη συζήτηση, κατάλαβα ότι τα κίνητρα των «αναθεωρητών» δεν ήταν κάποια επιστημονική εμβάθυνση. Ήταν ο πολιτικός ενταφιασμός της έννοιας και της σκέψης για αντίσταση. Τότε και τώρα.
Ένα βασικό «επιστημονικοφανές» σχήμα το οποίο χρησιμοποίησαν ήταν χοντρικά το εξής: Η κυρίαρχη (αριστερή) ιστορική σκέψη προσπαθεί να εξάγει ιστορικά συμπεράσματα με βάση αυθαίρετες αντιθέσεις στο αφηρημένο και ιδεολογικοποιημένο πεδίο του πολιτικού. Κάνει πολιτική ιστορία ή μάλλον πολιτική αφήγηση, δεν κάνει ιστορία. Χωρίζει τα στρατόπεδα ανάμεσα στο καλό (κομμουνισμός) και στο κακό (φασισμός) και έτσι προσπαθεί να ερμηνεύσει τα φαινόμενα στον 20ο αιώνα. Ενώ στην ουσία χρειάζεται να απορρίψουμε όλους τους –ισμούς ως ολοκληρωτισμούς και να εξετάσουμε την ιστορία των ανθρώπων, την οικονομική καθημερινότητα, τις μεταξύ τους σχέσεις για να αποτινάξουμε τον ολοκληρωτισμό των –ισμών από την επιστημονική έρευνα και να ξαναγράψουμε την ιστορία ως τέτοια.
Απέναντι σε αυτήν τη μεταμοντέρνα θεώρηση η οποία έχει τοποθετήσει σαν αντίπαλο της μία καρικατούρα της «αριστερής επιστημονικής σκέψης», το βιβλίο του Γ. Σκαλιδάκη αποτελεί μια πολύ καλή απάντηση. Βασικός στόχος – και πλεονέκτημα – του βιβλίου σε σχέση με άλλα της περιόδου, είναι ότι προσπαθεί να συνδέσει τις γενικότερες πολιτικές εξελίξεις με τις εξελίξεις στην οικονομία, την κοινωνία, την καθημερινότητα. Πως το ειδικό της επίλυσης των επισιτιστικών προβλημάτων των αγροτικών περιοχών, ή του ίδιου του ΕΛΑΣ επηρέαζε τις γενικές πολιτικές αποφάσεις για το αν θα προωθείται κάθε φορά το μέτωπο από τα πάνω ή από τα κάτω ή και πως θα προωθούνται νέες θεσμικές μορφές. Ότι η ίδια η ΠΕΕΑ σαν μια κυβερνητική-διοικητική μορφή στην τότε Ελεύθερη Ελλάδα δεν ήταν ένα σχέδιο που προϋπήρχε κάπου σε κάποια κεφάλια της ηγεσίας αλλά μια διαρκής συνάντηση της πολιτικής κατεύθυνσης για αντίσταση στον κατακτητή και για λαοκρατούμενη Ελλάδα με την καθημερινή επίλυση των προβλημάτων του λαού που προέκυπταν οξυμένα συνεχώς μέσα στην Ελλάδα της κατοχής.
Το βιβλίο του Γ. Σκαλιδάκη είναι ιδιαίτερα χρήσιμο και για νέους αγωνιστές ή και ανθρώπους που εμπνέονται συνολικά από την εποποιία του 40. Συνήθως η έμπνευση αυτή είναι συναισθηματική-ηθική, απαραίτητη σε μια εποχή άνυδρη σε οράματα και αξίες αλλά όχι αρκετή. Η ηρωική και ανυπότακτη φιγούρα του Βελουχιώτη, η αυτοθυσία των κομμουνιστών, ο ΕΛΑΣ και οι αντάρτες, τα όπλα σαν βασικό στοιχείο δύναμης και άρα ικανότητας πολιτικής παρέμβασης κοκ.
Το βιβλίο ξετυλίγει μια παράλληλη-διαφορετική εικόνα. Πως μήνα το μήνα χτίζεται ένα νέο κράτος λαοκρατικό, μια νέα λαϊκή εξουσία στη θέση ενός παλιού. Πως το κόμμα συνδέεται με υλικά συμφέροντα συγκεκριμένων τάξεων και στρωμάτων και πως ταυτόχρονα προχωράει σε καινοτόμες δράσεις, πως προτείνει τομές και αλλαγές (πχ πρώτη φορά στην Ελεύθερη Ελλάδα ψήφισαν οι γυναίκες και μάλιστα και στην «καθυστερημένη» αγροτική και ορεινή επαρχία), χωρίς να απομονώνεται από το λαό. Μεγάλο μέρος του κύρους του ΚΚΕ αποδίδεται στον ηρωισμό του, στο ότι μπήκε στη πρώτη γραμμή της αντίστασης στον κατακτητή, στο ότι ήταν σε κάθε μικρό και μεγάλο αγώνα, στο ότι ενέπνευσε και ψυχοκινούσε το λαό για την ελευθερία του. Και έτσι είναι. Στο βιβλίο αποτυπώνεται και μια άλλη πλευρά, λιγότερο «ηρωική» και γνωστή. Ότι το ΚΚΕ και το ΕΑΜ πχ ήταν πολύ προσεκτικό στο πως θα ασκείται η φορολογία ή στο σε ποια στρώματα θα υπάρχουν φοροαπαλλαγές στην Ελεύθερη Ελλάδα, στο ποια θα είναι επίσης η σχέση του με τα τοπικά στελέχη της Αγροτικής και της Εθνικής Τράπεζας και πως όλες αυτές οι διεργασίες θα μετασχηματιζόντουσαν σε νέους θεσμούς που θα αποτυπώνουν αυτή τη νέα συμμαχία συμφερόντων. Διαμεσολαβούσε και έκανε πολιτική με πολύ προσεκτικό τρόπο και ανησυχούσε να μην αποκοπεί από στρώματα του λαού ή από επιστήμονες που χρειαζόταν στη νέα κυβέρνηση ή άλλους κοινωνικούς συμμάχους.
Επιβεβαίωνε διαρκώς τη ρήση ότι μεταξύ των υποκειμενικών και των αντικειμενικών όρων δεν υπάρχουν σινικά τείχη, τροποποιώντας διαρκώς και τους μεν και τους δε αλλά και τα μεταξύ τους τείχη.
Κλείνοντας. Στο τέλος του βιβλίου γίνεται μια παρουσίαση των βασικών συμφωνιών που άφησαν εποχή. Οι συζητήσεις του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ με τον παλιό πολιτικό κόσμο, ο Λίβανος, η γραμμή της εθνικής ενότητας. Πάντα στα πλαίσια της έκθεσης των τελευταίων μηνών-ημερών της ΠΕΕΑ και όχι σαν μια εκτίμηση-απολογισμό των συμφωνιών αυτών.
Στις γραμμές του γίνεται φανερό ότι υπήρχαν διάφορες ερμηνείες εντός του ΚΚΕ και του ΕΑΜ για το τι εννοούν εθνική ενότητα. Άλλοι την εννοούσαν σαν μια ενότητα που περνάει βασικά μέσα και γύρω από το ΕΑΜ και την ΠΕΕΑ, μια ενότητα που έχει χτιστεί από τα κάτω, μέσα στη μάχη. Άλλοι στην πάση θυσία ενότητα με τον παλιό πολιτικό κόσμο πλην ταγματασφαλιτών. Μία ενότητα από τα πάνω. Πέρα από το που οδήγησε η δεύτερη εκδοχή το εντυπωσιακό στο βιβλίο είναι το εξής. Πως μέσα στην Κατοχή αλλά και μετά οι Βρετανοί και ο παλιός πολιτικός κόσμος φανερά και δηλωμένα υποσκάπτουν καθημερινά αυτή την εθνική ενότητα, σαμποτάρουν ανοιχτά το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, αποκλείουν τον ΕΛΑΣ από τη διεθνή βοήθεια. Μνημείο αυτής της προδοτικής πολιτικής είναι το γράμμα του Γ. Παπανδρέου προς τους Βρετανούς, στις 15 Σεπτεμβρίου του 1944 που τους καλεί ανοιχτά σε στρατιωτική κατοχή της μεταπολεμικής Ελλάδας και σε σύγκρουση με τον ΕΛΑΣ. Και χωρίς περικοκλάδες δηλώνει καθαρά ότι χωρίς τη Βρετανική παρέμβαση, αστικός πολιτικός κόσμος δε μπορεί να σταθεί στην μεταπολεμική Ελλάδα. Τέτοιο απονενοημένο διάβημα ο εκλεκτότερος των αστών πολιτικών. Τέτοιος ραγιαδισμός ο Γέρος της Δημοκρατίας…
Μοναδικό το ταξικό ένστικτο του παππού του Παπανδρέου που μας έβαλε στο ΔΝΤ. Μόνο με Βρετανικά στρατεύματα δεν θα κυριαρχήσει το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Και καθαρός ότι δε θέλει καμία ενότητα και κανένα συμβιβασμό αλλά να καταστρέψει το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ σε αντίθεση με την ηγεσία του ΕΑΜ που πίστευε ότι θα μπορέσει να επιτύχει κάποιο συμβιβασμό.
Σε μια πρόσφατη βιβλιοπαρουσίαση ένας εκ των εισηγητών, ο Η. Νικολακόπουλος είπε ότι το συγκεκριμένο βιβλίο ήρθε για να μείνει, με την έννοια ότι οι ιστορικοί θα ανατρέχουν συχνά σε αυτό.
Το βιβλίο αυτό είναι χρήσιμο και για τους μη ιστορικούς. Και με γραφή που απευθύνεται σε όλους όσους ενδιαφέρονται για την περίοδο εκείνη. Για όλους εκείνους, ειδικά τους νέους, που θέλουν να μάθουν καλύτερα για το τι έγινε αλλά και να συγκροτήσουν καλύτερα έννοιες της πολιτικής, πράγμα χρήσιμο για τις σημερινές απαιτήσεις.
Για τη συγκεκριμένη περίοδο έχουν γραφτεί πάρα πολλά. Από τιμητές και «τιμητές». Από φίλους και εχθρούς. Την τελευταία δεκαετία είχε αναζωπυρωθεί το ιστορικό, επιστημονικό αλλά και πολιτικό ενδιαφέρον για τη συγκεκριμένη περίοδο. Νέοι επιστήμονες, όπως ο συγγραφέας, ασχολήθηκαν με τη συγκεκριμένη περίοδο, αλλά και παλαιότεροι επιστρατεύτηκαν από την Ελλάδα ή το εξωτερικό (πχ κ. Καλύβας). Δεν είμαι ιστορικός, αλλά όσο παρακολούθησα αυτή τη συζήτηση, κατάλαβα ότι τα κίνητρα των «αναθεωρητών» δεν ήταν κάποια επιστημονική εμβάθυνση. Ήταν ο πολιτικός ενταφιασμός της έννοιας και της σκέψης για αντίσταση. Τότε και τώρα.
Ένα βασικό «επιστημονικοφανές» σχήμα το οποίο χρησιμοποίησαν ήταν χοντρικά το εξής: Η κυρίαρχη (αριστερή) ιστορική σκέψη προσπαθεί να εξάγει ιστορικά συμπεράσματα με βάση αυθαίρετες αντιθέσεις στο αφηρημένο και ιδεολογικοποιημένο πεδίο του πολιτικού. Κάνει πολιτική ιστορία ή μάλλον πολιτική αφήγηση, δεν κάνει ιστορία. Χωρίζει τα στρατόπεδα ανάμεσα στο καλό (κομμουνισμός) και στο κακό (φασισμός) και έτσι προσπαθεί να ερμηνεύσει τα φαινόμενα στον 20ο αιώνα. Ενώ στην ουσία χρειάζεται να απορρίψουμε όλους τους –ισμούς ως ολοκληρωτισμούς και να εξετάσουμε την ιστορία των ανθρώπων, την οικονομική καθημερινότητα, τις μεταξύ τους σχέσεις για να αποτινάξουμε τον ολοκληρωτισμό των –ισμών από την επιστημονική έρευνα και να ξαναγράψουμε την ιστορία ως τέτοια.
Απέναντι σε αυτήν τη μεταμοντέρνα θεώρηση η οποία έχει τοποθετήσει σαν αντίπαλο της μία καρικατούρα της «αριστερής επιστημονικής σκέψης», το βιβλίο του Γ. Σκαλιδάκη αποτελεί μια πολύ καλή απάντηση. Βασικός στόχος – και πλεονέκτημα – του βιβλίου σε σχέση με άλλα της περιόδου, είναι ότι προσπαθεί να συνδέσει τις γενικότερες πολιτικές εξελίξεις με τις εξελίξεις στην οικονομία, την κοινωνία, την καθημερινότητα. Πως το ειδικό της επίλυσης των επισιτιστικών προβλημάτων των αγροτικών περιοχών, ή του ίδιου του ΕΛΑΣ επηρέαζε τις γενικές πολιτικές αποφάσεις για το αν θα προωθείται κάθε φορά το μέτωπο από τα πάνω ή από τα κάτω ή και πως θα προωθούνται νέες θεσμικές μορφές. Ότι η ίδια η ΠΕΕΑ σαν μια κυβερνητική-διοικητική μορφή στην τότε Ελεύθερη Ελλάδα δεν ήταν ένα σχέδιο που προϋπήρχε κάπου σε κάποια κεφάλια της ηγεσίας αλλά μια διαρκής συνάντηση της πολιτικής κατεύθυνσης για αντίσταση στον κατακτητή και για λαοκρατούμενη Ελλάδα με την καθημερινή επίλυση των προβλημάτων του λαού που προέκυπταν οξυμένα συνεχώς μέσα στην Ελλάδα της κατοχής.
Το βιβλίο του Γ. Σκαλιδάκη είναι ιδιαίτερα χρήσιμο και για νέους αγωνιστές ή και ανθρώπους που εμπνέονται συνολικά από την εποποιία του 40. Συνήθως η έμπνευση αυτή είναι συναισθηματική-ηθική, απαραίτητη σε μια εποχή άνυδρη σε οράματα και αξίες αλλά όχι αρκετή. Η ηρωική και ανυπότακτη φιγούρα του Βελουχιώτη, η αυτοθυσία των κομμουνιστών, ο ΕΛΑΣ και οι αντάρτες, τα όπλα σαν βασικό στοιχείο δύναμης και άρα ικανότητας πολιτικής παρέμβασης κοκ.
Το βιβλίο ξετυλίγει μια παράλληλη-διαφορετική εικόνα. Πως μήνα το μήνα χτίζεται ένα νέο κράτος λαοκρατικό, μια νέα λαϊκή εξουσία στη θέση ενός παλιού. Πως το κόμμα συνδέεται με υλικά συμφέροντα συγκεκριμένων τάξεων και στρωμάτων και πως ταυτόχρονα προχωράει σε καινοτόμες δράσεις, πως προτείνει τομές και αλλαγές (πχ πρώτη φορά στην Ελεύθερη Ελλάδα ψήφισαν οι γυναίκες και μάλιστα και στην «καθυστερημένη» αγροτική και ορεινή επαρχία), χωρίς να απομονώνεται από το λαό. Μεγάλο μέρος του κύρους του ΚΚΕ αποδίδεται στον ηρωισμό του, στο ότι μπήκε στη πρώτη γραμμή της αντίστασης στον κατακτητή, στο ότι ήταν σε κάθε μικρό και μεγάλο αγώνα, στο ότι ενέπνευσε και ψυχοκινούσε το λαό για την ελευθερία του. Και έτσι είναι. Στο βιβλίο αποτυπώνεται και μια άλλη πλευρά, λιγότερο «ηρωική» και γνωστή. Ότι το ΚΚΕ και το ΕΑΜ πχ ήταν πολύ προσεκτικό στο πως θα ασκείται η φορολογία ή στο σε ποια στρώματα θα υπάρχουν φοροαπαλλαγές στην Ελεύθερη Ελλάδα, στο ποια θα είναι επίσης η σχέση του με τα τοπικά στελέχη της Αγροτικής και της Εθνικής Τράπεζας και πως όλες αυτές οι διεργασίες θα μετασχηματιζόντουσαν σε νέους θεσμούς που θα αποτυπώνουν αυτή τη νέα συμμαχία συμφερόντων. Διαμεσολαβούσε και έκανε πολιτική με πολύ προσεκτικό τρόπο και ανησυχούσε να μην αποκοπεί από στρώματα του λαού ή από επιστήμονες που χρειαζόταν στη νέα κυβέρνηση ή άλλους κοινωνικούς συμμάχους.
Επιβεβαίωνε διαρκώς τη ρήση ότι μεταξύ των υποκειμενικών και των αντικειμενικών όρων δεν υπάρχουν σινικά τείχη, τροποποιώντας διαρκώς και τους μεν και τους δε αλλά και τα μεταξύ τους τείχη.
Κλείνοντας. Στο τέλος του βιβλίου γίνεται μια παρουσίαση των βασικών συμφωνιών που άφησαν εποχή. Οι συζητήσεις του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ με τον παλιό πολιτικό κόσμο, ο Λίβανος, η γραμμή της εθνικής ενότητας. Πάντα στα πλαίσια της έκθεσης των τελευταίων μηνών-ημερών της ΠΕΕΑ και όχι σαν μια εκτίμηση-απολογισμό των συμφωνιών αυτών.
Στις γραμμές του γίνεται φανερό ότι υπήρχαν διάφορες ερμηνείες εντός του ΚΚΕ και του ΕΑΜ για το τι εννοούν εθνική ενότητα. Άλλοι την εννοούσαν σαν μια ενότητα που περνάει βασικά μέσα και γύρω από το ΕΑΜ και την ΠΕΕΑ, μια ενότητα που έχει χτιστεί από τα κάτω, μέσα στη μάχη. Άλλοι στην πάση θυσία ενότητα με τον παλιό πολιτικό κόσμο πλην ταγματασφαλιτών. Μία ενότητα από τα πάνω. Πέρα από το που οδήγησε η δεύτερη εκδοχή το εντυπωσιακό στο βιβλίο είναι το εξής. Πως μέσα στην Κατοχή αλλά και μετά οι Βρετανοί και ο παλιός πολιτικός κόσμος φανερά και δηλωμένα υποσκάπτουν καθημερινά αυτή την εθνική ενότητα, σαμποτάρουν ανοιχτά το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, αποκλείουν τον ΕΛΑΣ από τη διεθνή βοήθεια. Μνημείο αυτής της προδοτικής πολιτικής είναι το γράμμα του Γ. Παπανδρέου προς τους Βρετανούς, στις 15 Σεπτεμβρίου του 1944 που τους καλεί ανοιχτά σε στρατιωτική κατοχή της μεταπολεμικής Ελλάδας και σε σύγκρουση με τον ΕΛΑΣ. Και χωρίς περικοκλάδες δηλώνει καθαρά ότι χωρίς τη Βρετανική παρέμβαση, αστικός πολιτικός κόσμος δε μπορεί να σταθεί στην μεταπολεμική Ελλάδα. Τέτοιο απονενοημένο διάβημα ο εκλεκτότερος των αστών πολιτικών. Τέτοιος ραγιαδισμός ο Γέρος της Δημοκρατίας…
Μοναδικό το ταξικό ένστικτο του παππού του Παπανδρέου που μας έβαλε στο ΔΝΤ. Μόνο με Βρετανικά στρατεύματα δεν θα κυριαρχήσει το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Και καθαρός ότι δε θέλει καμία ενότητα και κανένα συμβιβασμό αλλά να καταστρέψει το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ σε αντίθεση με την ηγεσία του ΕΑΜ που πίστευε ότι θα μπορέσει να επιτύχει κάποιο συμβιβασμό.
Σε μια πρόσφατη βιβλιοπαρουσίαση ένας εκ των εισηγητών, ο Η. Νικολακόπουλος είπε ότι το συγκεκριμένο βιβλίο ήρθε για να μείνει, με την έννοια ότι οι ιστορικοί θα ανατρέχουν συχνά σε αυτό.
Το βιβλίο αυτό είναι χρήσιμο και για τους μη ιστορικούς. Και με γραφή που απευθύνεται σε όλους όσους ενδιαφέρονται για την περίοδο εκείνη. Για όλους εκείνους, ειδικά τους νέους, που θέλουν να μάθουν καλύτερα για το τι έγινε αλλά και να συγκροτήσουν καλύτερα έννοιες της πολιτικής, πράγμα χρήσιμο για τις σημερινές απαιτήσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου