Πέμπτη 5 Ιουνίου 2014

Εξευγενισμός (gentrification) και Αντίσταση στη Νέα Υόρκη

Των Kathe Newman και Elvin Wyly                                                
από ratnet archive και το kompreser
 
Την περασμένη άνοιξη, η USA Today κυκλοφόρησε ένα άρθρο με τίτλο «Εξευγενισμός: Ανάπτυξη για όλους». Μία εβδομάδα αργότερα, το άρθρο επανεμφανίστηκε στις ιστοσελίδες διαφόρων οργανισμών και μμε, όπως τα Smart Growth America, Urban Land Institute, Nation’s Building News και The Real Deal (μια ιστοσελίδα σχετικά με την κτηματαγορά της Νέας Υόρκης). Αυτό τελικά, όπως υποδήλωνε ο τίτλος, ήταν η απόδειξη ότι ο εξευγενισμός θα μπορούσε να γίνει η πλημμυρίδα που θα έκανε όλες τις βάρκες να επιπλέουν.
Η εκτενής κάλυψη από τον τύπο του νέου κύματος των σπουδών για τον εκτοπισμό (displacement studies) είναι μια ευρύτερη προσπάθεια να διασωθεί η λέξη «εξευγενισμός». Στη δεκαετία του ’70 και ’80, ο «εξευγενισμός» έγινε μια οικεία έννοια, επειδή φαινόταν ότι συνόψιζε όλες τις αποτυχίες της αγοράς, την πώλωση και την αδικία που διαμόρφωνε τη ζωή στις κοινότητες των κεντρικών συνοικιών των πόλεων της Αμερικής. Οι κατασκευαστές και οι δημόσιοι υπάλληλοι έμαθαν να υπερασπίζονται τις πράξεις τους ενάντια στην ταμπέλα «εξευγενισμός», επειδή η λέξη σήμαινε ισχυρή αιτία πολέμου. Οι υπερασπιστές της έγιναν πολύ πιο τολμηροί τα τελευταία χρόνια (ο διαπρεπής αρχιτέκτονας Andres Duany έγραψε ένα άρθρο με τίτλο «Τρία ζήτω για τον εξευγενισμό» [Three Cheers for Gentrification] για ένα συντηρητικό περιοδικό) και οι νέες μελέτες ασφαλώς παρέχουν ένα στήριγμα σε όσους θέλουν να ενθαρρύνουν τον εξευγενισμό.
Αλλά ένα ακόμη πιο δυσδιάκριτο και διφορούμενο προφίλ εμφανίζεται, αν κοιτάξουμε πίσω από τους τίτλους της USA Today και διαβάσουμε τις πρωτότυπες μελέτες –μια ανάλυση σε εθνικό επίπεδο του Lance Freeman, καθηγητή του πανεπιστημίου της Κολούμπια, μια έρευνα για τη Νέα Υόρκη από τους Freeman και Frank Braconi, και μια έρευνα για τη Βοστώνη από τον Jacob Vigdor. Βασισμένες πρωτίστως σε στατιστικές αναλύσεις ερευνών για την κατοικία, αυτές οι μελέτες αποφεύγουν προσεκτικά να διατυπώσουν την άποψη ότι ο εξευγενισμός είναι «ανάπτυξη» για όλους. Αλλά προκαλούν την κοινή λογική δείχνοντας ότι οι ενοικιαστές που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση διαμένοντας σε εξευγενισμένες γειτονιές παρουσιάζουν μικρότερη κλίμακα κινητικότητας απ’ ό,τι αντίστοιχοι ενοικιαστές που διαμένουν σε μη εξευγενισμένες περιοχές. Μια εξήγηση είναι ότι οι αναβαθμισμένες κοινωνικές υπηρεσίες και οι γενικότερες συνθήκες της γειτονιάς που διαμορφώνει ο εξευγενισμός προσφέρουν κίνητρα στους φτωχούς ενοικιαστές ώστε να βρουν τρόπους να παραμείνουν στα σπίτια τους –ακόμη και μπροστά στην απειλή του υψηλού ενοικίου και άλλων πιέσεων. Αλλά αυτή η εξήγηση δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να αγνοήσουμε ή να απορρίψουμε τις ανησυχίες σχετικά με τον εκτοπισμό.
Μεγάλο μέρος της συζήτησης για τον εξευγενισμό και τον εκτοπισμό περιλαμβάνει την πάλη σε σχέση με τον ορισμό. Παρόλο που συχνά εξισώνεται με την αναβάθμιση της γειτονιάς, στην πραγματικότητα ο εξευγενισμός είναι μια διαδικασία ταξικού μετασχηματισμού. Είναι η αναδιαμόρφωση του χώρου της εργατικής τάξης έτσι ώστε να εξυπηρετεί τις ανάγκες της μεσαίας και ανώτερης τάξης. Έτσι δεν εκτοπίζονται άνθρωποι μόνο από τα σπίτια τους αλλά και από τις δουλειές τους (για παράδειγμα, εργοστάσια μετατρέπονται σε πολυτελείς κατοικίες). Σε άλλες περιπτώσεις πολυτελείς κατοικίες κατασκευάζονται σε κενή γη. Σε κάθε περίπτωση, όταν μια καθιερωμένη περιοχή κατοίκησης εργατικής τάξης γίνεται θελκτική στους επενδυτές, στους κατασκευαστές και στους μικρομεσαίους, ο κίνδυνος του εκτοπισμού μπορεί να γίνει πολύ σοβαρός.
Νέες έρευνες μας κάνουν να αναρωτηθούμε εάν οι φτωχοί διαμένουν σε εξευγενισμένες γειτονιές εξαιτίας της αγοράς ή σε πείσμα αυτής. Με επιχορήγηση του Fannie Mae Foundation, επιχειρήσαμε να διερευνήσουμε αυτά τα ερωτήματα στην πόλη της Νέας Υόρκης. Αναμέναμε να συμπεράνουμε ότι ορισμένοι χαμηλού εισοδήματος κάτοικοι καταφέρνουν όντως να παραμείνουν σε εξευγενισμένες γειτονιές, αλλά προβλέπαμε επίσης ότι οι πιέσεις για τον εκτοπισμό τους παρέμεναν. Επίσης, δώσαμε ιδιαίτερη προσοχή στο μείγμα των δυνάμεων της αγοράς και των δημόσιων πολιτικών που μερικές φορές επιτρέπουν σε κατοίκους χαμηλού εισοδήματος να αντισταθούν στον εκτοπισμό.
Εκτοπισμός – Μια οπτική από-τα-κάτω
Ο εκτοπισμός είναι εξαιρετικά δύσκολο να μετρηθεί. Παρόλα αυτά μπορούμε να πάρουμε μια γεύση από την κλίμακα του προβλήματος από την Έρευνα Αμερικανικής Κατοικίας 2003, που περιελάμβανε μια ερώτηση σχετικά με τις αιτίες της μετακίνησης. Η έρευνα έδειξε ότι τον προηγούμενο χρόνο περίπου 225.000 ενοικιαστές με εισόδημα κάτω από το όριο της φτώχειας είχαν μετακινηθεί τουλάχιστον μια φορά και ανέφεραν ανάμεσα στις αιτίες τις πιέσεις του κόστους. Από αυτούς, 96.000 εκτοπίστηκαν άμεσα είτε από τους ιδιώτες ιδιοκτήτες των ακινήτων ή από κυβερνητικές πρακτικές.
Όταν παρόλα αυτά περιορίζουμε την εστίασή μας στις εξευγενισμένες γειτονιές γίνεται ακόμη πιο περίπλοκο να μετρήσουμε τον εκτοπισμό. Εξ ορισμού, είναι δύσκολο να βρεις ανθρώπους που εξαφανίστηκαν από τις περιοχές που ερευνούσαμε –ειδικά από γειτονιές που ο εξευγενισμός και ο εκτοπισμός είναι σε εξέλιξη εδώ και 30-40 χρόνια. Ευτυχώς, στην περίπτωση της Νέα Υόρκης, είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν πολλαπλές μέθοδοι για να μετρηθούν οι δεσμοί ανάμεσα στον εξευγενισμό και τον εκτοπισμό. Σχεδιάσαμε μια ειδική έρευνα που είναι μοναδική για τη Νέα Υόρκη (Έρευνα Κατοικίας και Κενών Χώρων στη Νέα Υόρκη, NYCHVS) και στη συνέχεια πραγματοποιήσαμε μια σε βάθος έρευνα πεδίου και συνεντεύξεις σε επτά (7) εξευγενισμένες γειτονιές (Park Slope, Fort Greene και Williamsburg/Greenpoint στο Brooklyn. The Lower East Side, Chelsea/Clinton, Central Harlem και Morningside Heights στο Manhattan). Πήραμε συνεντεύξεις από 33 κατοίκους και εργαζόμενους σε οργανώσεις κοινοτήτων καθώς επίσης και από δικηγόρους νομικών υπηρεσιών και υπαλλήλους δημοτικών επιχειρήσεων που εποπτεύουν ζητήματα κατοικίας και αστέγων.
Πολλές από αυτές τις γειτονιές είχαν την εμπειρία του εξευγενισμού στη δεκαετία του ’70 και του ’80 αλλά οι συνεντευξιαζόμενοι εξήγησαν ότι οι επανεπενδύσεις που προέκυψαν στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και συνεχίζονται μέχρι σήμερα είναι χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Ο εξευγενισμός από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 έχει μετασχηματίσει τη Νέα Υόρκη, δίνοντας ώθηση σε γειτονιές που ήταν ρημαγμένες για δεκαετίες. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο εξευγενισμός επεκτάθηκε πέρα από τις συνοικίες με τις ελκυστικές κατοικίες και την εξαιρετική πρόσβαση στα μέσα μαζικής μεταφοράς, σε συνοικίες με αξιοσημείωτα λιγότερο επιθυμητά σπίτια, απαιτητικές γραμμές μεταφοράς και λίγες ανέσεις.
Η άνθηση της αγοράς κατοικίας που τροφοδοτείται εν μέρει από δάνεια χαμηλού επιτοκίου και την τεράστια ζήτηση, σταλάζει σιγά-σιγά στις γειτονιές με τη μορφή των εκτοξευόμενων ενοικίων, μετατροπές διαμερισμάτων, νέες κατασκευές και μετατροπές κτιρίων που ήταν πριν ξενοδοχεία με μονόκλινα δωμάτια. Πολλά από τα μοναδικά πετρόκτιστα κτίρια του Χάρλεμ μετατράπηκαν την ίδια περίοδο από κατοικίες με χαμηλό ενοίκιο σε ιδιωτικές κατοικίες και διαμερίσματα υψηλού κόστους. Το μέσο διαμέρισμα σε αυτά τα κτίρια νοικιάζεται σήμερα περισσότερο από 1.700 δολ. Άνθρωποι από όλη την πόλη περιγράφουν ως πρωτάκουστες τις πιέσεις των ιδιοκτητών που έδιωχναν τους ενοικιαστές με σκοπό να επιτύχουν καλύτερη τιμή ενοικίου, συμπεριλαμβανομένων και όσων ενοικιαστών θα έπρεπε να προστατεύονται από τον κανονισμό για τα ενοίκια.
Μέσα στη γενική εικόνα της αλλαγής των γειτονιών, χρησιμοποιήσαμε την NYCHVS για να υπολογίσουμε το σύνολο το ενοικιαστών που εκτοπίστηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90. Η ανάλυσή μας έδειξε ότι 176.900 ενοικιαστές εκτοπίστηκαν μεταξύ 1989 και 2002. Ο εκτοπισμός χειροτέρεψε ελαφρώς κατά τη δεκαετία του ’90, φτάνοντας περίπου το 10% της συνολικής μετακίνησης και οι εκτοπισμένοι ενοικιαστές αναγκάστηκαν να ψάξουν πολύ πιο μακριά για σπίτι, στο Κουήνς, το Μπρονξ και σε πιο απομακρυσμένα τμήματα του Μπρούκλιν.
Αλλά η έρευνα πεδίου μας αποκάλυψε, επίσης, σημαντικούς περιορισμούς σε αυτές τις ποσοτικές εκτιμήσεις. Οι εκτοπισμένοι ενοικιαστές κυριολεκτικά εξαφανίζονται από την έρευνα για την κατοικία, εάν φύγουν από την πόλη. Στο Fort Greene και στο Harlem, δύο κοινότητες με μεγάλο ποσοστό μαύρου πληθυσμού μάθαμε για την αντίστροφη Μεγάλη Μετανάστευση προς το Νότο. Σε κοινότητες με μεγάλο πληθυσμό μεταναστών, ηλικιωμένοι αλλά ακόμα και νεότεροι μετανάστες επέστρεψαν στους τόπους καταγωγής τους όταν ανατιμήθηκαν τα σπίτια τους. Άλλοι επίσης μετακινήθηκαν έξω από την πόλη προς το Long Island, το New Jersey και την περιφέρεια της Νέας Υόρκης. Άλλοι εκτοπισμένοι ενοικιαστές πήγαν στην οικογένεια ή σε φίλους ή σε «καταφύγια» ή στους δρόμους. Κάποια κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (Centers for Disease Control and Prevention) αλλά και ομάδες γειτονιάς ανέφεραν ότι το 2002 ήταν η πρώτη χρονιά από την ίδρυση των οργανώσεών τους στη δεκαετία του ’70 που είχαν ανθρώπους σε καταφύγια αστέγων. Όσοι είναι πιο ευάλωτοι στον εκτοπισμό και όσοι πρέπει να αντέξουν τις χειρότερες συνέπειές του είναι αόρατοι στο σύνολο των δεδομένων της έρευνας. Δυστυχώς αυτά ήταν τα είδη της κρίσης που μας περιέγραψαν κυρίως οι κάτοικοι και οι οργανώσεις.
Επιβιώνοντας από την αγορά – Με βοήθεια
Πολλοί φτωχοί άνθρωποι κατάφεραν να παραμείνουν σε εξευγενισμένες συνοικίες. Όχι απροσδόκητα, οι κάτοικοι εκτιμούν πολλές από τις αλλαγές που σημειώνονται στη γειτονιά τους –αύξηση της ασφάλειας, μείωση του εμπoρίου ναρκωτικών, καλύτερες μετακινήσεις, βελτιωμένη κρατική ανταπόκριση και περισσότερα καταστήματα. Άλλωστε, πολλοί από αυτούς που μένουν εκεί χρόνια έχουν εργαστεί για δεκαετίες προκειμένου να πετύχουν ακριβώς αυτή την αναβάθμιση. Αλλά δεν παραμένουν μονάχα επειδή εκτιμούν τις βελτιώσεις που συμβαίνουν στη γειτονιά τους. Παραμένουν επειδή αυτές είναι οι κοινότητές τους. Οι οικογένειές τους, τα κοινωνικά δίκτυα και η ζωή τους είναι όλα εκεί.
Αυτοί που παραμένουν, σε γενικές γραμμές, δέχονται κάποιο είδος ιδιωτικής ή δημόσιας βοήθειας. Η επιδότηση ενοικίου είναι η πιο συχνή μορφή υποστήριξης. Ακολουθείται από μια σειρά προγραμμάτων που περιλαμβάνουν δημόσια στέγαση, κουπόνια στέγασης, εξαιρέσεις στην αύξηση του ενοικίου για τους παλιότερους κατοίκους […]. Οι ιδιοκτήτες κατοικιών που είναι ιδιοκτησία 1-3 οικογενειών προστατεύονται με χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές και από τον επιπρόσθετο φόρο ακινήτων.
Τα στοιχεία που συλλέχθηκαν από το Furman Center του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης αναδεικνύουν τη σημασία των προγραμμάτων ενοικίασης: περισσότερα από τα μισά συγκροτήματα κατοικίας στη Ν. Υόρκη υπόκεινται σε ρυθμίσεις ενοικίου ή ελέγχονται και λιγότερα από το 1/3 είναι χωρίς ρύθμιση. Μόνο 1/15 φτωχούς ενοικιαστές που ζει σε μια εξευγενισμένη περιοχή μπορεί να ζήσει σε μια άνευ ρυθμίσεων αγορά ενοικίων.
Άλλοι ενοικιαστές ωφελούνται από αυτό που περιγράφεται ως ανεπίσημη αγορά κατοικίας στην οποία οι ιδιοκτήτες ακινήτων χρεώνουν λιγότερα από τον επίσημο δείκτη της αγοράς για τα ενοίκια, κυρίως σε ενοικιαστές που γνωρίζουν δεκαετίες. Όμως άλλοι φτωχοί άνθρωποι παραμένουν στις εξευγενισμένες συνοικίες στοιβαγμένοι, ζώντας σε υποβαθμισμένες κατοικίες ή πληρώνοντας ένα μεγάλο ποσοστό από το εισόδημά τους για τη στέγαση.


Διατηρώντας τα πλεονεκτήματα της ανάπτυξης
Οι φτωχοί εκτιμούν την αναβάθμιση της συνοικίας τους όσο όλοι οι υπόλοιποι. Αλλά λίγοι ανάμεσα στους φτωχούς βλέπουν τον εξευγενισμό ως μια ευεργετική δύναμη της αγοράς που τους δίνει λόγο για να μείνουν. Οι φτωχοί ενοικιαστές που ζουν σε περιοχές που «ανακαλύπτονται ξανά» από τα ανώτερα και μεσαία στρώματα βρίσκονται σε συνεχή πάλη προσπαθώντας να αποφύγουν τον εκτοπισμό.
Το δυστυχές παράδοξο είναι ότι οι μελέτες που παρουσιάζουν χαμηλούς δείκτες κινητικότητας των φτωχών έχουν χρησιμοποιηθεί για να αθωώσουν τον εξευγενισμό και να υπονομεύσουν ιδίως εκείνες τις πολιτικές που βοηθούν στη μετρίαση των χειρότερων συνεπειών του. Η επέλαση των συμβολαίων (ενοικίου) στην κρατικά προστατευμένη στέγαση αναγκάζει τους ενοικιαστές να οργανώνονται για να διαπραγματετούν κάθε λίγα χρόνια με τους ιδιοκτήτες και το HUD (Housing and Urban Development) για να διατηρήσουν χιλιάδες κτίρια σε προσιτές τιμές. Χιλιάδες οικιστικές μονάδες, επίσημα ελεγχόμενες από την κρατική ρύθμιση, άδειασαν ή μετατράπηκαν σε κατοικίες πολυτελείας, πράγμα που επέτρεψε στους ιδιοκτήτες να τις αποσύρουν από τη ζώνη ελέγχου υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Οι κάτοικοι που παραμένουν στις εξευγενισμένες γειτονιές φοβούνται ότι είναι θέμα χρόνου να εκτοπιστούν. Αντί να εκτιμούν τις αλλαγές που προκλήθηκαν από τον εξευγενισμό, αυτοί οι πολίτες οργανώνονται για να δημιουργήσουν πρότυπα γειτονιάς που δίνουν αξία στις κοινότητες μικτού εισοδήματος. Οργανώνονται για να πιέσουν τις δημοτικές αρχές να υιοθετήσουν όρους ζώνης συμπερίληψης, ώστε να κρατήσουν ορισμένα από τα πλεονεκτήματα της οικιστικής ανάπτυξης. Και συμμετέχουν σε εθνικούς συνασπισμούς για να πιέσουν το Κογκρέσο να σταματήσει τις περικοπές στα ομοσπονδιακά προγράμματα στέγασης. Για αυτούς, η εμπειρία του εξευγενισμού δεν είναι ανάπτυξη. Είναι η καθημερινή απειλή του εκτοπισμού –για τους ίδιους, τις οικογένειές τους και τις κοινότητές τους.

Πρωτότυπο κείμενο:
«Gentrification and Resistance in New York City», National Housin Institute (142), July/August 2005
Στο διαδίκτυο: http://www.nhi.org/online/issues/142/gentrification.html

Μετάφραση: ratnet 2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου