Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

Ιδιωτικοποίηση του σχεδιασμού

Κατάργηση του ΟΡΣΑ &   Reactivate Athens: Iστορίες παράλληλες αλλά όχι ασύμπτωτες
της Ντίνας Βαΐου από τα Ενθέματα της Αυγής

EIKONA VAIOUΠριν λίγες μέρες, την Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου, κατατέθηκε στη Βουλή σχέδιο νόμου που προβλέπει την κατάργηση μιας πλειάδας Οργανισμών του Δημοσίου. Ανάμεσά τους, ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Αθήνας (ΟΡΣΑ), όπως και οι αντίστοιχοι Οργανισμοί για τη Θεσσαλονίκη και τα Γιάννενα. Ο σχεδιασμός του αστικού χώρου, με την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των ζητημάτων που χειρίζεται και με τα εργαλεία παρέμβασης που έχει σταδιακά συγκροτήσει, έπεσε θύμα της νεοφιλελεύθερης μείωσης του «υπερτροφικού Δημοσίου», αλλά και μιας νέας αντίληψης για τον σχεδιασμό. Στο σύντομο αυτό κείμενο θα αναφερθώ σε δύο παραδείγματα, που αναδεικνύουν διαφορετικές πλευρές και κλίμακες παρέμβασης στην πόλη: την «πολεοδομική ωρίμανση», όπως προβλέπεται από τον Εφαρμοστικό Νόμο του Μνημονίου, και τις παρεμβάσεις στο κέντρο της Αθήνας που μελετώνται στο πλαίσιο του εργαστηρίου Reactivate Athens.

***

Η διαδικασία σχεδιασμού που προδιαγράφει ο Εφαρμοστικός Νόμος του Μνημονίου (Ν. 3986/2011), με τον οποίο, μεταξύ άλλων, ιδρύθηκε και το ΤΑΙΠΕΔ (Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου: www.hradf.com) έχει συζητηθεί δημόσια πολύ λίγο, αν και είναι καταλυτική για τις εξελίξεις στον αστικό χώρο, αλλά και εκτός αυτού. Σύμφωνα με τον νόμο αυτόν λοιπόν, κάθε μεγάλη επενδυτική πρόταση εγκαθιδρύει καθεστώς σχεδιασμού ειδικά προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις και τις ανάγκες της, με παρεκκλίσεις, εξαιρέσεις και τροποποιήσεις υφιστάμενων ρυθμίσεων και σχεδίων που αποτελούν νόμους του κράτους. Για τα «εντός σχεδίου» δημόσια ακίνητα ειδικότερα μπορούν να τροποποιούνται ρυμοτομικά σχέδια, πολεοδομικές μελέτες, χρήσεις γης και όροι δόμησης, παρεκκλίσεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού κλπ., «προκειμένου να αποδοθεί ο βέλτιστος πολεοδομικός-επενδυτικός προορισμός στο προς αξιοποίηση ακίνητο» (άρθρο 12, §5). Στο πλαίσιο αυτό, είναι φανερό ότι δεν υπάρχει πλέον πολεοδομική νομοθεσία, σχεδιασμός και ρύθμιση του χώρου, αλλά μόνο «επενδυτικά σχέδια», τα οποία εγκρίνονται με γρήγορες διαδικασίες (fast track) από όργανα που συστήνονται για τον σκοπό αυτό. Επιπλέον θεσπίζεται, κατά παρέκκλιση του Αστικού Κώδικα, το «δικαίωμα επιφανείας», το οποίο εισάγει σημαντικές μεταβολές σε όσα γνωρίζουμε περί ιδιοκτησίας –και ιδιοκτησίας του δημοσίου ειδικότερα–, για τις οποίες αξίζει εκτενέστερη παρουσίαση και σχολιασμός.

Σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο, και το σχέδιο νόμου του Νοεμβρίου 2013 για το Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας/Αττικής (ΡΣΑ) 2021 «απλουστεύτηκε», απαλείφθηκαν δηλαδή εκείνες οι προβλέψεις που θα το έκαναν με διάφορους τρόπους δεσμευτικό και υλοποιήσιμο. Αυτό που «απλουστεύτηκε» είχε προκύψει μέσα από μακροχρόνια επεξεργασία στον ΟΡΣΑ και είχε ενσωματώσει τα αποτελέσματα μιας χρονοβόρας θεσμοθετημένης διαδικασίας συμμετοχής και διαβούλευσης, η οποία ανέδειξε υπαρκτές και εγγενείς σε κάθε τέτοιο εγχείρημα αντιθέσεις συμφερόντων, προθέσεων και οραμάτων για την πόλη, με τις οποίες πάντα δουλεύει ο σχεδιασμός. Προωθείται λοιπόν ένα αποδυναμωμένο «Ρυθμιστικό Σχέδιο» και ταυτόχρονα καταργείται ο αρμόδιος Οργανισμός, μετατρέποντας την όλη διαδικασία του σχεδιασμού της μητροπολιτικής περιοχής σε μία μη δεσμευτική έκθεση ιδεών και προθέσεων. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και το Σχέδιο Ολοκληρωμένης Αστικής Παρέμβασης (ΣΟΑΠ) για το Δήμου Αθηναίων, του οποίου βασικά σημεία πρόσφατα εμφανίστηκαν στην ιστοσελίδα του ΥΠΕΚΑ.


Σ’ έναν άλλο κόσμο (;), αλλά στον ίδιο «τόπο», σχεδιάζεται «ένα νέο στρατηγικό όραμα για την πόλη», που επιχειρεί να εντοπίσει ευκαιρίες για ένα εναλλακτικό μέλλον, με άξονα την πεζοδρόμηση της λεωφόρου Πανεπιστημίου (www.reactivate-athens.org). Σύμφωνα με τον ιστότοπό του, το Reactivate Athens/101 Ideas είναι ένα εργαστήριο ιδεών για την υποστήριξη αυτών των σχεδιασμών, που επιδιώκει να παραγάγει, μέσα από μια διαδικασία σεμιναρίων και συμμετοχής «του κοινού», προτάσεις οι οποίες «θα συμβάλουν στην ανάπτυξη των τοπικών κοινοτήτων και θα βελτιώσουν τις συνθήκες ζωής». Το εργαστήριο ιδεών λειτουργεί από τον Σεπτέμβριο του 2013 μέχρι τον Μάρτιο του 2014 και χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Ωνάση. Συγκεντρώνει και ταξινομεί σε 101 (προκλητικές) ιδέες για την Αθήνα απόψεις συλλογικοτήτων της πόλης, περαστικών από την οδό Αθηνάς και Λυκούργου (όπου εδρεύει το RA), ατόμων που ανταποκρίνονται στο κάλεσμα της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του εργαστηρίου, μελών της διεπιστημονικής ομάδας που δουλεύει υπό τη διεύθυνση του Αλφρέντο Μπρίλενμπουργκ, καθηγητή στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης, και ανεξάρτητων ερευνητών/τριών που συμμετέχουν στις διαδικασίες του. Όπως σημειώνεται και πάλι στον ιστότοπο του εργαστηρίου, «κάθε ιδέα θα αποτελέσει καταλύτη για τον επανασχεδιασμό, την επανενεργοποίηση και ένταξη συγκεκριμένων περιοχών στο κέντρο της Αθήνας, υποστηρίζοντας νέες αστικές ποιότητες».

Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς πως καμιά ιδέα δεν περισσεύει σε μια τόσο σύνθετη αστική συνθήκη και σε μια πόλη σε πολύπλευρη κρίση. Αντίθετα, ματιές «απέξω» μπορεί να αναδείξουν ζητήματα και διεξόδους που διαφεύγουν από όσες και όσους ασχολούνται με τη μελέτη και το σχεδιασμό της πόλης μέσα από θεσμικά κανάλια. Μέχρι την ώρα που γράφεται αυτό το κείμενο δεν έχουν παρουσιαστεί αποτελέσματα των πιο πάνω διεργασιών, σχεδιαστικά ή άλλα. Έτσι, δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί κατά πόσο θα προκύψει «αποτελεσματική και βιώσιμη μεταβολή στην πόλη, για τις περιθωριοποιημένες περιοχές και ομάδες του πληθυσμού», όπως υποστηρίζει το RA. Εκείνο που σίγουρα μπορεί να σχολιαστεί είναι η αυτο-περιγραφή του εγχειρήματος των 101 ιδεών ως «ένα νέο στρατηγικό όραμα» για την πόλη: Δεν είναι αστήρικτη η υπόθεση ότι εντάσσονται σε μια κυρίαρχη αντίληψη σχεδιασμού «στα χρόνια του νεοφιλελευθερισμού», όπου η πόλη σχεδιάζεται μέσα από πρωτοβουλίες ιδιωτικών φορέων και με έναν εμπρόθετο αγνωστικισμό, τόσο ως προς τους θεσμούς υλοποίησης, όσο και ως προς τη γνώση που παράγεται εδώ και δεκαετίες από τους δημόσιους φορείς, τα πανεπιστήμια, τους μελετητές της πόλης.

Είναι νομίζω φανερό πως τα προτάγματα του δημοσίου συμφέροντος και ο σχεδιασμός-όπως-τον-γνωρίσαμε μάλλον περισσεύουν ή περιττεύουν. Αντίθετα, κερδίζει έδαφος μια αντίληψη για το σχεδιασμό ως άθροισμα ad hoc ρυθμίσεων και τοπικών πρότζεκτ, που προέρχονται κυρίως από τον ιδιωτικό τομέα, μια και το δημόσιο, στη νεοφιλελεύθερη διάλεκτο, είναι υπερτροφικό, γραφειοκρατικό, αναποτελεσματικό. Μαζί με τις μεταλλαγές των ιδεών, ο Εφαρμοστικός Νόμος έρχεται να προωθήσει δυναμικά τέτοιους σχεδιασμούς και ευκαιριακές διευθετήσεις σε διάφορες κλίμακες-διευθετήσεις που ταιριάζουν περισσότερο με σημειακά (και συγκυριακά;) ενδιαφέροντα επένδυσης και κερδοφορίας πάνω σε δημόσια ακίνητα. Παραμένει βεβαίως ως δηλωμένος στόχος η αναβάθμιση της ποιότητας ζωής «του ανθρώπου» και η βελτίωση «της εικόνας της πόλης», χωρίς ποτέ να κατονομάζονται τα υποκείμενα και οι αποδέκτες των σχεδιασμών. Όλες εκείνες και εκείνοι που ζουν την πολύπλευρη κρίση στους χώρους της αστικής καθημερινότητας απουσιάζουν/με από την εικόνα, αλλά και από τις διερευνήσεις των προτάσεων. Οι ιδέες και οράματα για την πόλη μένει λοιπόν να δούμε ποιες και ποιους αφορούν στο άμεσο και απώτερο μέλλον.

Η Ντίνα Βαΐου διδάσκει στον Τομέα Πολεοδομίας και Χωροταξίας της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου