Το 1967 ο Ανρί Λεφέβρ δημοσίευσε το ‘Δικαίωμα στην πόλη: χώρος και πολιτική’, ένα από τα σημαντικότερα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά κείμενα του 20ου αιώνα, ένα ουμανιστικό μανιφέστο για τη σχέση ανθρώπου και πόλης κι ένα πολιτικό δοκίμιο για την έννοια του χώρου και της ανάπτυξης στο μεταφορντικό καπιταλισμό. Το βιβλίο επανεκδόθηκε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Κουκίδα (σε μετάφραση Παύλου Τουρνικιώτη και Κλωντ Λωράν) και αποτέλεσε την αφορμή για μια συνομιλία με τον Σταύρο Σταυρίδη, επίκουρο καθηγητή στον Τομέα Αρχιτεκτονικής Γλώσσας, Επικοινωνίας και Σχεδιασμού, στη Σχολή Αρχιτεκτόνων στο Ε.Μ. Πολυτεχνείο, ο οποίος έχει γράψει την εισαγωγή στο ξεχωριστό αυτό έργο. Ένα ζεστό απόγευμα του καλοκαιριού συναντήσαμε τον Στ. Σταυρίδη (ο οποίος είναι και μέλος της συσπείρωσης) στο Πολυτεχνείο και συζητήσαμε μια σειρά από θέματα που θέτει ο Λεφεβρ, με φόντο την Αθήνα του 2008.
Η οικοδομή ως προϊόν
Αφετηρία για τη συζήτησή μας ήταν η θέση του Ανρί Λεφέβρ ότι η αστική τάξη, αναλαμβάνοντας τα ηνία της νεωτερικής κοινωνίας από την αριστοκρατία του παρελθόντος, έπραξε σε ζήτημα χωροταξικού σχεδιασμού πολύ λιγότερα απ’ όσα της αναλογούσαν. Γράφει συγκεκριμένα ο Γάλλος μαρξιστής στα τέλη της δεκαετίας του ΄60: «Αναλαμβάνοντας την οικονομική ανάπτυξη, η ‘προοδευτική’ αστική τάξη, εφοδιασμένη με ιδεολογικά εργαλεία κατάλληλα γι’ αυτή την ορθολογική ανάπτυξη που τείνει προς τη δημοκρατία, αντικαθιστώντας την καταπίεση με την εκμετάλλευση, σε αυτή την τάξη, σαν τέτοια, δεν δημιουργεί πλέον, αντικαθιστά το έργο με το προϊόν». Κατά πόσο ισχύει αυτός ο ισχυρισμός για την ελληνική αστική τάξη, ειδικά στη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου, όταν πραγματοποίησε την εντυπωσιακή ανάπτυξη που όλοι βιώνουμε σήμερα;
Σύμφωνα με τον Στ. Σταυρίδη, η οικονομία της Ελλάδας μεταπολεμικά δεν στηρίχθηκε στην παραγωγική δραστηριότητα όπως τον 19ο αιώνα, όταν η ύπαρξη μιας δραστήριας κι ανήσυχης αστικής τάξης με ενδιαφέρον για την ανάπτυξη των πόλεων οδήγησε στην παραγωγή δημόσιων χώρων και κτιρίων (π.χ. Πολυτεχνείο). « Μετά τον πόλεμο η ανάπτυξη στηρίχθηκε στα κεφάλαια που ήρθαν απ’ έξω, στο Σχέδιο Μάρσαλ και σε δραστηριότητες οι οποίες προσφέρανε γρήγορη απόσβεση – η οικοδομή ήταν το τέλειο μέσο για μια τέτοια ανάπτυξη. Η οικοδομή υποκατέστησε τη βιομηχανία και τη γεωργία διότι σχετίστηκε με το τεράστιο ρεύμα μετακίνησης πληθυσμού προς τις πόλεις κι αργότερα με τον τουρισμό, κλάδος που επίσης απαιτεί γρήγορη και εντατική εκμετάλλευση γης». Σταύρος Σταυρίδης συμφωνεί με τη διάκριση που κάνει ο Γάλλος αναλυτής ανάμεσα στο ‘προϊόν’ και το ‘έργο’ είναι μια δραστηριότητα που δεν εξελίσσεται με γνώμονα το κέρδος αλλά με γνώμονα την παραγωγή αξιών χρήσης για την κοινωνία και τους πολίτες. Επιπλέον, πιστεύει ότι ακόμα και σήμερα, μισό αιώνα μετά την οικοδομική έκρηξη στην Αθήνα και τις άλλες ελληνικές πόλεις, η οικοδομή αντιμετωπίζεται ως προϊόν.
Η πόλη ‘θύλακας’
Ένα από τα χαρακτηριστικά στη σύγχρονη χωροταξία των μεγάλων πόλεων είναι η δημιουργία γιγαντιαίων οικοδομικών συγκροτημάτων με εμπορικές και ψυχαγωγικές χρήσεις, τα γνωστά malls, στα οποία συνήθως φιλοξενούνται εκτός από τα multiplex, πλήθος άλλων δραστηριοτήτων. Ζητήσαμε από τον Στ. Σταυρίδη να μας πει τη γνώμη του για την εμφάνιση των εμπορικών μεγαθηρίων, σε σχέση πάντα με το χωροταξικό σχεδιασμό των πόλεων και να σχολιάσει την πολεοδομική φιλοσοφία που κομίζουν τα mall- αν υπάρχει κάποια τέτοια.
Ο Στ. Σταυρίδης μας εξηγεί ότι ήδη από την εποχή που ο Λεφεβρ διατύπωνε την κριτική του στην ‘πολεοδομία των εργολάβων’, η πόλη σχεδιαζόταν όχι ως μια συνολική ‘τάξη του χώρου’ όπου κάθε τι έχει το διακριτικό του ρόλο. Αυτή η χωροταξία, την οποία απέρριψαν οι εργολάβοι, ήταν μια ουτοπία που οραματίστηκαν οι αρχιτέκτονες πολεοδόμοι του Μεσοπολέμου και συνοψίζεται στην ιδέα της ‘πόλης των ζώων’ όπου η κάθε ζώνη έχει τη διακριτική δραστηριότητά της, η κάθε μια έχει το χώρο της και η κυκλοφορία / σύνδεση μεταξύ των ζώων γίνεται με εύτακτο τρόπο. «Αυτό το όνειρο δεν υπάρχει καν ως πολεοδομικό αίτημα στις μέρες μας» σχολιάζει ο Στ. Σταυρίδης και θεωρεί ότι σήμερα σχεδιάζονται ‘περιοχές θύλακοι’ δηλαδή αυτοτελείς περιοχές, εντός των οποίων ορίζεται ένα πεδίο χρήσεων. «Ζούμε το πέρασμα στην πόλη των θυλάκων και στις εκδοχές των fun park ή των mall, των μεγάλων αθλητικών εγκαταστάσεων ή ακόμα και των περιοχών κατοικίας που ορίζονται με έναν τοίχο, με μια περίμετρο ως γειτονιές στοιχισμένες». Πράγματι, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις έχουμε μια πολεοδομία η οποία δεν ασχολείται πια – ούτε καν ελπίζει- να ρυθμίσει συνολικά τα πράγματα μέσα στην πόλη, αλλά κυρίως ασχολείται με το να ορίζει περιοχές εντός των οποίων μπορεί να αναπτυχθεί μια μορφή κατανάλωσης. Γι’ αυτό κι εμφανίζεται τόσο έντονη η διάκριση σε περιοχές αναψυχής και αγοράς σε σχέση με τον υπόλοιπο ιστό της πόλης. «Πηγαίνεις σε μια περιοχή όπου είναι ‘διασκεδασούπολη’ ή που είναι ‘αθλούπολη’ ή ‘μαγαζούπολη’» υποστηρίζει ο επίκουρος του ΕΜΠ και συμπληρώνει «δεν υπάρχει λοιπόν η ανάμειξη των χρήσεων η οποία θα επέτρεπε ανάδειξη του δημόσιου χαρακτήρα του… δημόσιου χώρου. Διότι υπάρχουν και δημόσιοι χώροι οι οποίοι βρίσκονται σε ιδιωτικές περιοχές. Τι είναι ένα mall; Είναι δημόσιος χώρος, διότι είναι δημόσιας χρήσης, αλλά διέπεται από τους κανόνες που θέτει ο ιδιοκτήτης του χώρου. Έχουμε πια εμπορευματοποίηση όχι μόνο του ιδιωτικού κτιρίου ή συγκροτημάτων κτιρίων, αλλά εμπορευματοποίηση, με όρους θεάματος, ολόκληρων περιοχών. Αυτό είναι το σχήμα της πόλης θυλάκων».
Η μονο – λειτουργική πόλη
Επιστρέφουμε στον Λεφέβρ και το ‘Δικαίωμα στην πόλη’ για να συζητήσουμε ένα ακόμα από τα πολλά ζητήματα που θέτει ο Γάλλος θεωρητικός, αυτό της κυριαρχίας πάνω στο δημόσιο χώρο και της σύγκρουσης συμφερόντων ανάμεσα στους δημότες ή τους γείτονες από τη μια πλευρά και το δημόσιο από την άλλη. Πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο έχει έρθει στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις η σύγκρουση αυτή λαμβάνει εκρηκτικές διαστάσεις. Από τη χωροθέτηση των ΧΥΤΑ, η οποία έχει οδηγήσει σε αιματηρές συγκρούσεις ανάμεσα σε πολίτες και δυνάμεις ασφαλείας σε Λιόσια, Γραμματικό, Λευκίμμη κ.ά. μέχρι τις διαφορετικές αντιλήψεις που υπάρχουν για τη χωροθέτηση του Μητροπολιτικού Πάρκου στο Ελληνικό, των Ολυμπιακών Εγκαταστάσεων στο Γουδί, της αξιοποίησης τους Ελαιώνα κ. ά. . Ας δούμε πως θέτει το ζήτημα ο Γάλλος διανοούμενος . «Ο αρχιτεκτονικός και πολεοδομικός χώρος έχει διπλό χαρακτήρα: είναι εξαρθρωμένος και ακόμη κομματιασμένος κάτω από την εικονική συνοχή του βλέμματος, χώρος καταναγκασμών και διασκορπισμένων αρχών. Είναι άμεσος και έμμεσος, ανήκει δηλαδή σε μια κοντινή τάξη, την τάξη της γειτονιάς και σε μια μακρινή τάξη, την τάξη της κοινωνίας, του κράτους».
Ο συνομιλητής μας υποστηρίζει ότι ο ‘εξαρθρωμένος’ πολεοδομικός χαρακτήρας είναι η αρχή της διάλυσης της πόλης ως οντότητας. «Η πόλη αθροίζεται σε επιμέρους επικράτειες, η έννοια της εξάρθρωσης ή της διασποράς ήταν παρούσα και την εποχή του Λεφέβρ όπου υπήρχαν ακόμα ισχυρές πόλεις με ισχυρά κέντρα και η αστική εξάπλωση ήταν περισσότερο στην Αμερική παρά στην Ευρώπη, ένα φαινόμενο διάχυσης» υποστηρίζει ο Στ. Σταυρίδης και μας θυμίζει περιπτώσεις όπως αυτές του Las Vegas, αλλά κυρίως την εμφάνιση και ανάπτυξη των αμερικανικών suburbs- πόλεων που χάνουν τον χαρακτήρα της πόλης, που δεν διαθέτουν το σύνολο των χαρακτηριστικών μιας πόλης και, τελικά, μορφωμάτων που καταλήγουν να γίνονται μονο – λειτουργικές πόλεις.
Ο συνομιλητής μας υποστηρίζει ότι ο ‘εξαρθρωμένος’ πολεοδομικός χαρακτήρας είναι η αρχή της διάλυσης της πόλης ως οντότητας. «Η πόλη αθροίζεται σε επιμέρους επικράτειες, η έννοια της εξάρθρωσης ή της διασποράς ήταν παρούσα και την εποχή του Λεφέβρ όπου υπήρχαν ακόμα ισχυρές πόλεις με ισχυρά κέντρα και η αστική εξάπλωση ήταν περισσότερο στην Αμερική παρά στην Ευρώπη, ένα φαινόμενο διάχυσης» υποστηρίζει ο Στ. Σταυρίδης και μας θυμίζει περιπτώσεις όπως αυτές του Las Vegas, αλλά κυρίως την εμφάνιση και ανάπτυξη των αμερικανικών suburbs- πόλεων που χάνουν τον χαρακτήρα της πόλης, που δεν διαθέτουν το σύνολο των χαρακτηριστικών μιας πόλης και, τελικά, μορφωμάτων που καταλήγουν να γίνονται μονο – λειτουργικές πόλεις.
Η πρωτεύουσα τέρας
Το 1968 η Γαλλία είχε ήδη 3,5 εκατ. ξένους εργάτες οι οποίοι βρίσκονταν συγκεντρωμένοι κυρίως στα αστικά κέντρα και η πόλη του Παρισιού επεκτεινόταν συνεχώς, προκειμένου να στεγάσει το νέο αυτό εργατικό δυναμικό. Ο Λεφέβρ παρουσιάζει το Παρίσι σαν ένα αστικό τέρας, το οποίο απομυζά τη Γαλλία. Γράφει συγκεκριμένα: « Υπάρχει στη Γαλλία μια τεράστια πρωτεύουσα πολύ μεγάλη για τη χώρα – το Παρίσι. Η πρωτεύουσα απορροφά τα πάντα, ανθρώπους, εγκεφάλους, περιουσίες, Είναι κέντρο γνώμης και απόφασης. Γύρω από το Παρίσι, απλώνονται δευτερεύοντες, ιεραρχημένοι χώροι – οι χώροι αυτοί εξουσιάζονται κι εκμεταλλεύονται το Παρίσι». Υπάρχει άραγε και στη σύγχρονη Ελλάδα μια ‘ εσωτερική νέο- αποικιοκρατία’ , όπως αρέσκεται να αποκαλεί τη χωρική εξάπλωση της πόλης ο Λεφέβρ; Ο Σταύρος Σταυρίδης πιστεύει ότι υπάρχουν εργαλεία χωροταξικής πολιτικής τα οποία μπορούν να δημιουργήσουν εναλλακτικούς πόλους και να ενισχύσουν άλλες πόλεις στην απορρόφηση δυνάμεων από την πρωτεύουσα. «Η Αθήνα εξαπλώνεται με τέτοιους ρυθμούς που φτάσαμε στο σημείο να θεωρούμε λύσεις το μετρό ή την Αττική Οδό, λύσεις που ‘διαλύουν’ την Αθήνα και γιατρεύουν κάτι το οποίο θα επανέλθει δριμύτερο. Στην Αττική Οδό και στο Μετρό δεν έχουμε αίσθηση πόλης, ως χώρος είναι κάτι ‘αλλού’ μέσα στο οποίο ζούμε συνεχώς. Πόλη δεν είναι ένα αρχιπέλαγος στο οποίο, στο ένα νησί εργάζεσαι, στο άλλο κοιμάσαι, στο άλλο διασκεδάζεις…» υποστηρίζει ο επίκουρος καθηγητής του ΕΜΠ. Παράλληλα επισημαίνει ότι η υπερανάπτυξη της πόλης έχει ανάγκη όλο και περισσότερη ενέργεια. Οι μετακινήσεις των ανθρώπων και εμπορευμάτων, τα air conditions τα οποία επιχειρούν να διορθώσουν το (κατεστραμμένο) κλίμα, τα απαράδεκτα γυάλινα κτίρια, χρειάζονται ενέργεια. «Σε μια άλλη κλίμακα πόλης, ίσως όλα τα παραπάνω να ήταν διαχειρίσιμα, όσο όμως η Αθήνα μεγαλώνει η διαχείρισή τους φεύγει από τον έλεγχό μας» παρατηρεί ο Στ. Σταυρίδης. Η δημιουργία νέων προαστίων στην ανατολική πλευρά της πόλης δεν φαίνεται πως είναι λύση κατά τον συνομιλητή μας. «Εκείνο το οποίο απέτυχε ήδη από την εποχή του Λεφέβρ στην Ευρώπη ήταν το ναι φτιαχτούν από το μηδέν πόλεις – δορυφόροι, οι οποίες εξελίχθηκαν στη φρίκη των γαλλικών προαστίων τα οποία σήμερα στεγάζουν αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. Μια πόλη που είναι μόνο υπνωτήριο, δεν είναι πόλη. Είναι ένα τέρας» υποστηρίζει και μας θυμίζει την αίσθηση του ‘αποκλεισμού’ που βιώνουν οι αφρικανικής καταγωγής μετανάστες στο Παρίσι.
«Μπορούμε να αναπτύξουμε πόλεις έχουν μια ιστορία, βάζοντας όρους. Δεν μπορούμε να αφήσουμε την αγορά να ορίσει το χωροταξικό σχεδιασμό, διότι η αγορά έχει ένα μόνο κίνητρο, την παραγωγή κέρδους» λέει.
του Σ. Σταυρίδη, Σχολή Αρχιτεκτόνων Ε.Μ.Π., ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 21
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου