Του Ηλία Ιωακείμογλου από το Rednotebook. Η απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε κατασχέσεις ακινήτων που
αφορούν σε 2,5 εκατομμύρια ληξιπρόθεσμους οφειλέτες, εγκαινιάζει ένα νέο
στάδιο στην πορεία της κρίσης και των κοινωνικών συγκρούσεων
Από το 2009 μέχρι σήμερα, η κεφαλαιοκρατική τάξη προσπάθησε να αποτρέψει
την απαξίωση των χρηματιστικών τίτλων που έχει στα χέρια της χρεώνοντας
τις εργαζόμενες τάξεις (και σε μικρότερο βαθμό την μικροαστική τάξη)
μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής. Θεμελίωσε, δηλαδή, η άρχουσα τάξη
δικαίωμα επί της μελλοντικής παραγωγής, δηλαδή επί της μελλοντικής
εργασίας των εργαζόμενων τάξεων ώστε να επικυρωθούν κοινωνικά οι
χρηματιστικοί τίτλοι των οποίων η "αξία" δεν μπορεί να αποπληρωθεί παρά
μόνον εάν οι μισθωτοί δούλοι εργαστούν διπλά για λογαριασμού των
αφεντικών τους. Στο νέο στάδιο, στο στάδιο των κατασχέσεων, η
κεφαλαιοκρατική τάξη θα ιδιοποιηθεί και ένα μέρος από την παρελθούσα
αξία με την οποία είχαν αμειφθεί οι εργαζόμενες τάξεις προκειμένου να
συντηρούνται και να αναπαράγονται με όρους υλικά αντίστοιχους στην
παραγωγικότητα της εποχής μας και ηθικά αποδεκτούς με κριτήρια που
κληρονομήσαμε από το παρελθόν και υπερβαίνουν την παρούσα συγκυρία -και
εδώ είναι η καρδιά του ζητήματος.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:
Τα χρηματοοικονομικά προϊόντα, οι μετοχές, τα ομόλογα και κάθε είδους τίτλοι, όπως και το χρήμα, αποτελούν δικαίωμα επί της τωρινής, της παρελθούσας και της μελλοντικής παραγωγής, δικαίωμα επί του τωρινού, παρελθόντος και μελλοντικού εισοδήματος που μπορεί να παραχθεί από την πραγματική παραγωγή. Σε τελευταία ανάλυση, αποτελούν δικαίωμα της ιδιοκτησίας επί της εργασίας. Αυτή η ιδιότητα των χρηματοοικονομικών προϊόντων αποτελεί το θεμέλιο της σημερινής κρίσης: Στη διάρκεια εικοσιπέντε περίπου ετών, στα χρόνια του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, υπήρξε συσσώρευση χρηματιστικών τίτλων αυτονομημένη σε σχέση με την συσσώρευση πραγματικού κεφαλαίου, παραγωγικού κεφαλαίου. Τόσο αυτονομημένη ώστε το συσσωρευμένο χρηματιστικό κεφάλαιο, η συσσωρευμένη απαίτηση της ιδιοκτησίας επί της εργασίας βρέθηκε τελικά σε αναντιστοιχία με την προσδοκώμενη μελλοντική παραγωγή της "πραγματικής οικονομίας". Με άλλα λόγια, το συσσωρευμένο χρηματιστικό κεφάλαιο, δηλαδή η συσσωρευμένη απαίτηση της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας επί της εργασίας διογκώθηκε σε τέτοιο υπέρμετρο βαθμό ώστε υπερβαίνει πλέον κατά πολύ την ικανότητα της τωρινής και της προσδοκώμενης μελλοντικής πραγματικής παραγωγής να ικανοποιήσει αυτήν την συσσωρευμένη απαίτηση. Από τη στιγμή που αυτό έγινε αντιληπτό, είχε ξεκινήσει η κρίση.
Υπάρχουν δύο λύσεις στο πρόβλημα: είτε η πραγματική οικονομία να μεγεθυνθεί με εντυπωσιακούς ρυθμούς, είτε η απαίτηση του χρηματιστικού κεφαλαίου επί της εργασίας να απαξιωθεί. Τίποτα από αυτά όμως δεν συμβαίνει: το ενδεχόμενο να μεγεθυνθεί θεαματικά το ΑΕΠ είναι απίθανο, και η απαξίωση των απαιτήσεων του κεφαλαίου -κάτι που θα είχε γίνει εάν ο καπιταλισμός είχε αφεθεί στις αυθόρμητες τάσεις του- εμποδίζεται από τις κρατικές παρεμβάσεις. Οι παρεμβάσεις αυτές συνοψίζονται στην αύξηση της δημοσίου χρέους, δηλαδή στην κοινωνική ψευδο-επικύρωση των απαιτήσεων του κεφαλαίου μέσω της δέσμευσης της μελλοντικής εργασίας των εργαζόμενων τάξεων στην αποπληρωμή των εν λόγω απαιτήσεων.
Στην Ελλάδα, το στάδιο αυτό, της δέσμευσης της τωρινής και της μελλοντικής εργασίας των εργαζόμενων τάξεων προκειμένου να επικυρωθεί κοινωνικά η απαίτηση της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας όπως αυτή αποκρυσταλλώνεται στους χρηματιστικούς τίτλους, τείνει στην ολοκλήρωσή του ενώ αναγγέλονται τα πρώτα επεισόδια του νέου σταδίου: Προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας, ξεκινάει η εκστρατεία για την ιδιοποίηση, εκ μέρους του κεφαλαίου, της παρελθούσας εργασίας των εργαζόμενων τάξεων που τους παραχωρήθηκε προκειμένου να συντηρηθούν, να αναπαραχθούν, να συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή και να είναι σεβαστοί από το κοινωνικό τους περιβάλλον. Ένα σημαντικό μέρος αυτής της εργασίας είναι αποκρυσταλλωμένη στις ιδιόκτητες κατοικίες που χρησιμοποιούν οι εργαζόμενες τάξεις για την βιολογική και κοινωνική αναπαραγωγή τους. Οι κατασχέσεις κατοικιών, εάν τελικά δεν τις σταματήσουμε, θα αποτελέσουν ένα δεύτερο τεράστιο κύμα αναδιανομής του εισοδήματος σε όφελος του κεφαλαίου -του οποίου η απαίτηση επί της μελλοντικής εργασίας των εργαζόμενων τάξεων θα γίνει ακόμη μεγαλύτερη, διότι τα κατασχεθέντα ακίνητα θα αποκτήσουν και αυτά τον χαρακτήρα κεφαλαίου που διψάει για ανθρώπινη εργασία.
Αυτό σημαίνει τουλάχιστον δύο πράγματα:
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:
Τα χρηματοοικονομικά προϊόντα, οι μετοχές, τα ομόλογα και κάθε είδους τίτλοι, όπως και το χρήμα, αποτελούν δικαίωμα επί της τωρινής, της παρελθούσας και της μελλοντικής παραγωγής, δικαίωμα επί του τωρινού, παρελθόντος και μελλοντικού εισοδήματος που μπορεί να παραχθεί από την πραγματική παραγωγή. Σε τελευταία ανάλυση, αποτελούν δικαίωμα της ιδιοκτησίας επί της εργασίας. Αυτή η ιδιότητα των χρηματοοικονομικών προϊόντων αποτελεί το θεμέλιο της σημερινής κρίσης: Στη διάρκεια εικοσιπέντε περίπου ετών, στα χρόνια του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, υπήρξε συσσώρευση χρηματιστικών τίτλων αυτονομημένη σε σχέση με την συσσώρευση πραγματικού κεφαλαίου, παραγωγικού κεφαλαίου. Τόσο αυτονομημένη ώστε το συσσωρευμένο χρηματιστικό κεφάλαιο, η συσσωρευμένη απαίτηση της ιδιοκτησίας επί της εργασίας βρέθηκε τελικά σε αναντιστοιχία με την προσδοκώμενη μελλοντική παραγωγή της "πραγματικής οικονομίας". Με άλλα λόγια, το συσσωρευμένο χρηματιστικό κεφάλαιο, δηλαδή η συσσωρευμένη απαίτηση της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας επί της εργασίας διογκώθηκε σε τέτοιο υπέρμετρο βαθμό ώστε υπερβαίνει πλέον κατά πολύ την ικανότητα της τωρινής και της προσδοκώμενης μελλοντικής πραγματικής παραγωγής να ικανοποιήσει αυτήν την συσσωρευμένη απαίτηση. Από τη στιγμή που αυτό έγινε αντιληπτό, είχε ξεκινήσει η κρίση.
Υπάρχουν δύο λύσεις στο πρόβλημα: είτε η πραγματική οικονομία να μεγεθυνθεί με εντυπωσιακούς ρυθμούς, είτε η απαίτηση του χρηματιστικού κεφαλαίου επί της εργασίας να απαξιωθεί. Τίποτα από αυτά όμως δεν συμβαίνει: το ενδεχόμενο να μεγεθυνθεί θεαματικά το ΑΕΠ είναι απίθανο, και η απαξίωση των απαιτήσεων του κεφαλαίου -κάτι που θα είχε γίνει εάν ο καπιταλισμός είχε αφεθεί στις αυθόρμητες τάσεις του- εμποδίζεται από τις κρατικές παρεμβάσεις. Οι παρεμβάσεις αυτές συνοψίζονται στην αύξηση της δημοσίου χρέους, δηλαδή στην κοινωνική ψευδο-επικύρωση των απαιτήσεων του κεφαλαίου μέσω της δέσμευσης της μελλοντικής εργασίας των εργαζόμενων τάξεων στην αποπληρωμή των εν λόγω απαιτήσεων.
Στην Ελλάδα, το στάδιο αυτό, της δέσμευσης της τωρινής και της μελλοντικής εργασίας των εργαζόμενων τάξεων προκειμένου να επικυρωθεί κοινωνικά η απαίτηση της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας όπως αυτή αποκρυσταλλώνεται στους χρηματιστικούς τίτλους, τείνει στην ολοκλήρωσή του ενώ αναγγέλονται τα πρώτα επεισόδια του νέου σταδίου: Προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας, ξεκινάει η εκστρατεία για την ιδιοποίηση, εκ μέρους του κεφαλαίου, της παρελθούσας εργασίας των εργαζόμενων τάξεων που τους παραχωρήθηκε προκειμένου να συντηρηθούν, να αναπαραχθούν, να συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή και να είναι σεβαστοί από το κοινωνικό τους περιβάλλον. Ένα σημαντικό μέρος αυτής της εργασίας είναι αποκρυσταλλωμένη στις ιδιόκτητες κατοικίες που χρησιμοποιούν οι εργαζόμενες τάξεις για την βιολογική και κοινωνική αναπαραγωγή τους. Οι κατασχέσεις κατοικιών, εάν τελικά δεν τις σταματήσουμε, θα αποτελέσουν ένα δεύτερο τεράστιο κύμα αναδιανομής του εισοδήματος σε όφελος του κεφαλαίου -του οποίου η απαίτηση επί της μελλοντικής εργασίας των εργαζόμενων τάξεων θα γίνει ακόμη μεγαλύτερη, διότι τα κατασχεθέντα ακίνητα θα αποκτήσουν και αυτά τον χαρακτήρα κεφαλαίου που διψάει για ανθρώπινη εργασία.
Αυτό σημαίνει τουλάχιστον δύο πράγματα: